Άρθρα
Μαρλένε Ντίτριχ, Γερμανίδα ηθοποιός του κινηματογράφου
Μαρλένε Ντίτριχ
Η Μαρλέν Ντίτριχ (Marlene Dietrich ) δεν ήταν απλά μία πολύ καλή Γερμανίδα ηθοποιός του κινηματογράφου, αλλά και μία από τις πρώτες σταρ της μεγάλης οθόνης που με τις ερμηνείες και την παρουσία της, επηρέασε τις επόμενες γενιές.
Η Ντίτριχ καθιέρωσε στον κινηματογράφο της εποχής τον τύπο της μοιραίας γυναίκας και υπήρξε το ίνδαλμα εκατομμυρίων γυναικών.
Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την έχει κατατάξει ένατη στη λίστα με τις 25 μεγαλύτερες σταρ όλων των εποχών.
Το 1936 η Ντίτριχ ήταν η πιο ακριβοπληρωμένη ηθοποιός του κόσμου. Το 1939 αλλάζοντας την υπηκοότητά της σε Αμερικανική αποδοκιμάστηκε από τον Γερμανικό λαό και ο Τύπος της αφιέρωνε πρωτοσέλιδα με τίτλο: «Ντίτριχ: προδότρια της πατρίδας».
Στη διάρκεια του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου η Μάρλεν συμμετείχε στον αγώνα κατά του ναζιστικού κινήματος και τιμήθηκε αργότερα για την προσφορά της με το μετάλλιο της ελευθερίας.
Το 1930 έπαιξε στην ταινία που της χάρισε διεθνή φήμη: Γαλάζιος Άγγελος (Der blaue Engel). Βασισμένο στη νουβέλα του Χάινριχ Μαν (Heinrich Mann), το αριστουργηματικό φιλμ του Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ, έχει ως πρωταγωνιστές του τη θρυλική Μαρλέν Ντίτριχ και τον βραβευμένο με Όσκαρ, Εμίλ Γιάνινγκς.
Ο σκηνοθέτης αναφέρει χαρακτηριστικά: «Σήμερα ο τίτλος «Ο Γαλάζιος Άγγελος» χρησιμοποιείται σε νάιτ-κλαμπ, μοίρες της αεροπορίας και νέες εκδόσεις κινηματογραφικών έργων. Πριν από την ταινία μου, ο τίτλος αυτός δεν υπήρχε.
Το 1950 συνεργάστηκε με τον Άλφρεντ Χίτσκοκ στην ταινία «Ο δολοφόνος έρχεται κάθε βράδυ»(«Stage Flight»). Το 1951 η Ντίτριχ ηχογράφησε για λογαριασμό της Columbia στη Νέα Υόρκη τον πρώτο της δίσκο με τίτλο: Marlene Dietrich Overseas. Το 1960 ρίσκαρε την επιστροφή της στη Γερμανία και παρ’ όλη την κατακραυγή που της είχε επιφυλαχθεί δεν της συγχώρησαν ποτέ την αλλαγή της υπηκοότητας εκείνη επέμεινε και κέρδισε πίσω την αγάπη τους.
Το 1978 η Ντίτριχ εμφανίστηκε για τελευταία φορά στην ταινία του Ντέιβιντ Χέμινγκ «Ζιγκολό» («Just a gigolo»), με τον David Bowie. Το 1982 επέτρεψε στον Μαξιμίλιαν Σελ για να ηχογραφήσει την τελευταία της συνέντευξη διάρκειας 18 ωρών. Ο Σελ χρησιμοποίησε αποσπάσματα της συνέντευξης στο αριστουργηματικό ντοκιμαντέρ με τίτλο «Marlene: Α feature» που γνώρισε το 1984 τεράστια επιτυχία παγκοσμίως
Η ιστορία μιας φωτογραφίας
Την φωτογραφία αυτή θα την έχετε συναντήσει αρκετές φορές στο διαδίκτυο.
Η όμορφη γυναίκα φιλά τον νεαρό που ετοιμάζεται να αναχωρήσει για την πρώτη γραμμή του πολέμου .
Η γυναίκα αυτή λοιπόν είναι η Μαρλέν Ντίτριχ, που τιμήθηκε με το μετάλλιο της ελευθερίας.
Κατά τη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου κι αυτή, όπως πολλοί άλλοι αστέρες του αμερικανικού κινηματογράφου, έκαναν δημόσιες εμφανίσεις για να τονώσουν το ηθικό των στρατιωτών και να αυξήσουν τις πωλήσεις ομολόγων πολέμου. Στις 20 Ιουλίου του 1945 στη Νέα Υόρκη, η Μαρλέν φίλησε έναν στρατιώτη που επέστρεφε στην Αμερική και σύντομα θα έφευγε για να πολεμήσει στην Ιαπωνία. Τη στιγμή απαθανάτισε ο φωτογράφος Ίρβινγκ Χάμπερμαν. Η Ντίτριχ πούλησε περισσότερα ομόλογα από οποιονδήποτε άλλο συνάδελφό της…
Μαρλένε Ντίτριχ άφησε την τελευταία της πνοή στο διαμέρισμά της στο Παρίσι
Βασίλης Διαμαντόπουλος, ήταν Έλληνας ηθοποιός και ο πρώτος ηθοποιός που εμφανίστηκε ζωντανά στην ελληνική τηλεόραση
Βασίλης Διαμαντόπουλος
Ο Βασίλης Διαμαντόπουλος ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης. Υπήρξε ένας από τους ιδρυτές του Νέου Θεάτρου. (Πειραιά 15 Νοεμβρίου 1920 – 5 Μαΐου 1999)
Ήταν ο πρώτος ηθοποιός που εμφανίστηκε ζωντανά στην ελληνική τηλεόραση, στο μονόπρακτο Αυτός και το παντελόνι του του Ιάκωβου Καμπανέλλη, το 1966.
Από τους πιο χαρακτηριστικούς του ρόλους ήταν αυτός του αυστηρού καθηγητή στην ταινία του Γιάννη Δαλιανίδη "Νόμος 4000" και αργότερα, σε σειρές, όπως "Εκμέκ παγωτό", στην ιδιωτική τηλεόραση.
Ο Βασίλης Διαμαντόπουλος γεννήθηκε το 1920 στον Πειραιά και σπούδασε στις δραματικές σχολές του Εθνικού Θεάτρου και του Θεάτρου Τέχνης.
Στο Θέατρο Τέχνης έκανε και την πρώτη του εμφάνιση το 1942 παίζοντας μαζί με το δάσκαλό του, Κάρολο Κουν, στην ιστορική «Αγριόπαπια» του Ιψεν, με την οποία το «Θέατρο Τέχνης» έκανε την πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο «Αλίκης» (νυν «Μουσούρη»).
Ηδη από την πρώτη του εκείνη εμφάνιση κοντά στον Κουν μέχρι και το ’49, που παρέμεινε στο Θέατρο Τέχνης, ερμήνευσε περισσότερους από 30 ρόλους που τον καθιέρωσαν ως πρωταγωνιστή του ελληνικού θεάτρου. Ανάμεσα στα έργα που ερμήνευσε εκείνη την εποχή και τα «Ετσι είναι, αν έτσι νομίζετε» του Πιραντέλο, «Ρόσμερσχολμ» και «Βρικόλακες» του Ιψεν, «Για ένα κομμάτι γης» του Κόλντγουελ, «Βυσσινόκηπος» του Τσέχοφ, «Εμείς και ο χρόνος» και «Ο ανακριτής έρχεται» του Πρίσλεϊ, «Ήταν όλοι τους παιδιά μου» και «Ο θάνατος του εμποράκου» του Άρθουρ Μίλερ, «Ματωμένος γάμος» του Λόρκα, «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» του Ο’ Νιλ, «Το φιόρο του Λεβάντε» του Ξενόπουλου, «Λεωφορείο ο πόθος» του Ουίλιαμς, «Άννα Λουκάστα» του Τζόρνταν και άλλα.
Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον θίασο της Κατερίνας στη «Νίνα» του Ρουσέν και το 1950 προσελήφθη στο Εθνικό Θέατρο. Εκεί έπαιξε σε παραστάσεις σταθμούς: «Ερρίκος Δ΄» του Πιραντέλο, «Άνθρωποι και ποντίκια» του Στάινμπεκ, «Τρεις αδελφές» και «Βυσσινόκηπος» του Τσέχωφ, «Αγία Ιωάννα» του Μπέρναρντ Σο, τα περισσότερα σε σκηνοθεσία Κουν.
Το 1953-1954 συγκροτεί προσωπικό θίασο και ανεβάζει το «Εκατομμυριούχοι της Νάπολης» του Ντε Φιλίπο πάλι με σκηνοθέτη τον Κουν και το «Ο άνθρωπος, το κτήνος και η αρετή» του Πιραντέλο.
Το καλοκαίρι του ’54 συνεργάζεται με τον θίασο του Νίκου Χατζίσκου και είναι ο πάτερ Λαυρέντιος στο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», που ανεβαίνει στο θέατρο «Εθνικού Κήπου». Το ’54-’55 κάνει μια έκτακτη εμφάνιση στο νέο «Θέατρο Τέχνης», που έχει ξεκινήσει την πορεία του στο υπόγειο του «Ορφέα», με τα μονόπρακτα του Τσέχωφ «Αρκούδα», «Οι βλαβερές συνέπειες του καπνού» και του Πιραντέλο «Ο άνθρωπος με το λουλούδι στο στόμα».
Επανέρχεται στο Εθνικό Θέατρο: «Χειμωνιάτικο παραμύθι» του Σαίξπηρ, «Εκκλησιάζουσες» του Αριστοφάνη, «Η ηδονή της τιμιότητας» του Πιραντέλο, «Η άμαξα» του Μεριμέ, «Βασιλιάς Ληρ» του Σαίξπηρ, Ιάγος στον «Οθέλο» του Σαίξπηρ.
Το 1958 μια σημαντική στιγμή στην καριέρα του: ο Βασίλης Διαμαντόπουλος ιδρύει το «Νέο Θέατρο», που εγκαινιάζει το σημερινό θέατρο «Αλάμπρα» και λειτουργεί έως το 1966 με πρωταγωνίστρια την τότε σύντροφό του Μαρία Αλκαίου. Ανεβάζει: «Παραμύθι χωρίς όνομα» του Καμπανέλλη, «Τα δέντρα πεθαίνουν όρθια» του Κασόνα ¬ μια παράσταση που αφήνει εποχή και γίνεται θρύλος ¬ «Το φιόρο του Λεβάντε» του Ξενόπουλου, «Γαλιλαίος» του Μπρεχτ, «Σαββάτο, Κυριακή, Δευτέρα» του Ντε Φιλίπο, «Πέντε στρέμματα παράδεισος» των Σταύρου - Φραγκιά, «Το νησί της Αφροδίτης» του Πάρνη, «Αθάνατη πολυαγαπημένη» του Ρούσσου (όπου ερμήνευσε τον Μπετόβεν, άλλον ένα ρόλο του που πολυσυζητήθηκε), «Η τύχη της Μαρούλας» του Κορομηλά και άλλα. Για την προσφορά του τότε είχε τιμηθεί από την πολιτεία με το Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α΄.
Η δικτατορία του ’67 ανακόπτει τη θεατρική του πορεία. Ο Βασίλης Διαμαντόπουλος αυτοεξορίζεται στο Παρίσι.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα συνεργάστηκε κατ’ αρχήν με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και αργότερα με το «Θέατρο Σάτιρα» του Γιώργου Μιχαλακόπουλου, θέατρο στην ίδρυση του οποίου συμμετείχε και ο ίδιος. Οι δυο τους το 1972 γράφουν ιστορία με το τηλεοπτικό τους δίδυμο. Λουκάς ο Βασίλης Διαμαντόπουλος και Σόλων ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος, στην εκπληκτική τηλεοπτική σειρά «Εκείνος κι Εκείνος» με τα γεμάτα αντικαθεστωτικούς υπαινιγμούς κείμενα του Κώστα Μουρσελά.
Ένα χρόνο αργότερα οι δύο ηθοποιοί θα κάνουν μία ακόμα επιτυχία περιοδεύοντας στην Ελλάδα με την πολιτική επιθεώρηση «Ω, τι κόσμος, μπαμπά» του Κώστα Μουρσελά, σε μουσική του Βασίλη Δημητρίου, αλλά και το «Ας παίξουμε τους δολοφόνους» του Φάιφερ, τον «Συνεργό» του Ντίρενματ.
Τα επόμενα χρόνια εμπλουτίζει το προσωπικό «δραματολόγιο» με πρωταγωνιστικές εμφανίσεις σε μερικά ακόμα από τα σημαντικότερα έργα του παγκόσμιου ρεπερτορίου: «Ασήμαντος πόνος» του Πίντερ, «Σχολείο γυναικών» του Μολιέρου, «Σφήκες» του Αριστοφάνη, «Παραθεριστές» του Γκόρκυ, «Φοίνισσες» του Ευριπίδη με σκηνοθέτες τον Μίνωα Βολανάκη, τον Ντίνο Γιαννόπουλο, τον Γιώργο Μιχαηλίδη, τον Λεωνίδα Τριβιζά και άλλους. Θα παίξει τον Καρένιν στην «Άννα Καρένινα» που ανεβάζει η Κάτια Δανδουλάκη, θα ανεβάσει ο ίδιος στη Νίκαια το «Μίστερο μπούφο» του Ντάριο Φο, θα παίξει με την Κατερίνα Βασιλάκου «Δωδέκατη νύχτα» του Σαίξπηρ, με τον Ανδρέα Μπάρκουλη στο «Σλουθ» του Άντονι Σάφερ και θα είναι ο Αζντάκ στον «Κύκλο με την κιμωλία» του Μπρεχτ και ο Βολπόνε στην ομώνυμη κωμωδία του Μπεν Τζόνσον, που ανεβάζει ο Μίνως Βολανάκης.
Το 1993 ιδρύει το «Σύγχρονο Θέατρο» και ανεβάζει την «Ανάκριση» του Πέτερ Βάις. Εκεί έπαιξε και τον τελευταίο του ρόλο στο θέατρο. Είχε γράψει, επίσης, το θεατρικό «Οι καλικαντζαραίοι», που παρουσίασε το 1979 στον Λυκαβηττό.
Κινηματογράφος
«Μαρίνος Κοντάρας» του Τζαβέλλα, «Τελευταία αποστολή» του Τσιφόρου, «Νυχτερινή περιπέτεια» του Τερζάκη, «Η αρπαγή της Περσεφόνης» του Γρηγορίου, «Το αμαξάκι» του Ντίνου Δημόπουλου, «Ερωτικές ιστορίες» του Καψάσκη, «Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ» του Μανθούλη, The over coat, Καβάφης, Τα παιδιά της Χελιδόνας, Μάθε παιδί μου γράμματα, Ελευθέριος Βενιζέλος, Το κόκκινο τρένο,Τζακ ο καβαλλάρης, Οι τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας, Μιά 'βδομάδα στον παράδεισο, Νόμος 4000, Το ταξίδι, Ψηλά τα χέρια Χίτλερ, Να πεθερός, να μάλαμα!, Της νύχτας τα καμώματα, κ.α
Η τελευταία του κινηματογραφική εμφάνιση ήταν στην ταινία του Βασίλη Μπουντούρη «Μπίζνες στα Βαλκάνια».
Τηλεόραση
Εκτός από το «Εκείνος κι εκείνος», έπαιξε στις σειρές «Ο συμβολαιογράφος», «Χατζηεμμανουήλ», «Αλέξανδρος Δελμούζος», «Λαυρεωτικά» και άλλες και, το 1977, στην «Κλειδαρότρυπα» (σε δικό του σενάριο και σκηνοθεσία) και στη σειρά του Κώστα Κουτσομύτη «Η αγάπη άργησε μια μέρα».Το γελοίον του πράγματος (1994, Ant1), Εκμέκ παγωτό (1991, Mega), Χαίρε Τάσο Καρατάσο (1985, ΕΡΤ), Άγνωστος Πόλεμος (1971-74, ΥΕΝΕΔ).
Διδασκαλία
Δίδαξε υποκριτική από νέος στις δραματικές σχολές του «Θεάτρου Τέχνης» και του Εθνικού Θεάτρου, ενώ ίδρυσε και δική του δραματική σχολή, που λειτούργησε παράλληλα με το «Νέο Θέατρο». Το 1983 δημιούργησε το «Θεατρικό Εργαστήρι Βασίλη Διαμαντόπουλου» και μετά την Ανώτερη Δραματική σχολή «Θεατρικά Δρώμενα Ίασμος».
Άλλα στοιχεία
Υπήρξε ενεργό μέλος του ΣΕΗ και είχε αναπτύξει συνδικαλιστική και πολιτική δραστηριότητα στον χώρο του ΚΚΕ.
Πρώτη σύζυγός του ήταν η ηθοποιός και, κατόπιν, παραγωγός στο ραδιόφωνο Τώνια Καράλη, με την οποία είχε αποκτήσει μία κόρη. Δεύτερη σύζυγο την καταπληκτική ηθοποιό Μαρίνα Γεωργίου (χρόνια συνεργάτιδα του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και αγαπημένη του Μίνωα Βολανάκη), με την οποία απόκτησε έναν γιο, τον Γιώργο Διαμαντόπουλο ( ηθοποιό και μουσικό), άξιο συνεχιστή, μιας πορείας αντάξιας του ονόματός του. Επίσης σύντροφος στην ζωή του υπήρξε και η ηθοποιός Μαρία Αλκαίου.
Ο Βασίλης Διαμαντόπουλος πέθανε στα 79 του χρόνια από ανακοπή καρδιάς, μετά από ατύχημα που του προκάλεσε κάταγμα του αριστερού μηριαίου. Η κηδεία έγινε στο πρώτο νεκροταφείο Αθηνών, με πλήθος κόσμου, κυρίως με τα αγαπημένα του πρόσωπα, οικογένεια, φίλους, συνεργάτες και μαθητές του, που του απέδωσαν το ύστατο χαιρετισμό. Σημειωτέον δε,παρότι προτάθηκε από την Ελληνική Κυβέρνηση, να γίνει η κηδεία δημόσια δαπάνη, η Μαρίνα Γεωργίου (σύζυγος του αείμνηστου) δε δέχτηκε,τονίζοντας ότι "η κηδεία του θα είναι λιτή και απέριττη, όπως ο ίδιος ήθελε".
Προσφάτως, μάθαμε πως και η σύζυγος του Βασίλη Διαμαντόπουλου, Μαρίνα Γεωργίου απεβίωσε (2012). Η τελετή έγινε στο Α' νεκροταφείο Αθηνών παρουσία λιγοστών καλών φίλων και συγγενών. Πέρα από τον γιο της Γιωργο Διαμαντόπουλο, την τίμησαν η Κάτια Δανδουλάκη, Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου, Μπέτυ Αρβανίτη κ.α. Επίσης η παρουσία του Αλέξανδρο Μούντι αγαπημένου μαθητή της, και συνεργάτη του συν-Ιδρυτή του Βασίλη Διαμαντόπουλου, κου Σταύρου Δελλή, αντιπροσώπευσε τον όμιλο των Δραματικών σχολών ΙΑΣΜΟΣ και ΒΑΣΙΛΗΣ ΔΙΑΜΝΤΟΠΟΥΛΟΣ στην Θεσσαλονίκη.
Ο Βασίλης Διαμαντόπουλος για τον ηθοποιό...
«Το όνειρο ενός ηθοποιού, σημαντικού ή ασήμαντου, δεν σταματά ποτέ. Αν ο ηθοποιός θέλει να ’ναι πραγματικά ηθοποιός αλλά και άνθρωπος, τα όνειρά του δεν πρέπει να σταματούν ποτέ. Ευτυχώς η ζωή, η φύση είναι απέραντες, δεν έχουν όρια. Διαφορετικά θα ’μασταν παγωμένοι, νεκροί. Αυτό μας γεμίζει ηδονές, εκπλήξεις. Γι’ αυτό πρέπει ν’ ανακαλύπτουμε διαρκώς. Στόχος του ηθοποιού δεν πρέπει να είναι η διάκριση. Πρέπει να γίνει καλύτερος από τον εαυτό του. Είμαι εναντίον της σύγκρισης. Να διακριθώ σημαίνει να ξεχωρίσω από τους άλλους. Εάν αυτό γίνει αυτοσκοπός είναι λάθος. Δεν πρέπει να προσπαθείς να γίνεις καλύτερος από τους άλλους. Θα πρέπει να γίνεις καλύτερος από τον εαυτό σου».
Φιλμογραφία
The overcoat (1997)
Καβάφης (1996).............. Κωνσταντίνος Καβάφης
Μπίζνες στα Βαλκάνια (1996) ..............γέρος πελάτης μπαρ
Ισημέρια (1991) .... δάσκαλος
Τα παιδιά της Χελιδόνας (1987)
Χωρίς Μάρτυρες (1983)..................Αστυνομικός
Οι απόμαχοι (1983)
Το κόκκινο τρένο (1982) ......συνταγματάρχης, αντιστασιακός
Μάθε παιδί μου γράμματα (1981)........Περικλής Παπαχριστόφορος
Βέγγος ο τρελλός καμικάζι (1980)
Ο γυρολόγος (1980)
Ελευθέριος Βενιζέλος 1910-1927 (1980)........Απόστολος
Τζακ ο καβαλλάρης (1979)
Το χαμόγελος της πυθίας (1979)
Οι τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας (1978) ... πατέρας
Ο τοίχος (1977)
Η ομολογία (1970)
Μιά 'βδομάδα στον παράδεισο (1964).........Αρίστος
Αφοσίωση (1963) .... ο πετέρας της έλλης
Νόμος 4000 (1962)........Ανδρέας Οικονόμου, καθηγητής γυμνασίου
Το ταξίδι (1962).............τρελο-Μανώλης
Ψηλά τα χέρια Χίτλερ (1962).........Ανέστης
Ο θάνατος θα ξανάρθει (1961) ...αστυνομικός επιθεωρητής
Ερωτικές ιστορίες (1959) ... Βασίλης
Να πεθερός, να μάλαμα! (1959).......Ανδρέας Ντελής
Της νύχτας τα καμώματα (1957).......Στέλιος
Μαρίνος Κοντάρας (1948) .... Γρηγόρης Φουσέκης
Τελευταία αποστολή (1949)
Νυχτερινή Περιπέτεια (1954) .... Διαμαντής Νικολάου
Η αρπαγή της Περσεφόνης (1956) .... ο Δίας
Το αμαξάκι (1957)
Θέατρο
Ανάκριση (1993)
Βαλπόνε (1989)
Βαζελληνίδες, Βαζέλληνες (1985)
Η δωδεκάτη νύχτα του κυρίου Σαίξπηρ (1978)
Γαλιλαίος (1961)
Τα δέντρα πεθαίνουν όρθια (1959)
Παραμύθι χωρίς όνομα (1958)
Χειμωνιάτικο παραμύθι (1956)
Ο άνθρωπος, το χτήνος και η αρετή (1953)
Ρωμαίος και Ιουλιέτα (1954)
Η αρκούδα, Οι βλαβερές συνέπειες του καπνού (1954)
Οι εκατομμυριούχοι της Νάπολης (1952)
Ερρίκος Δ΄(1950)
Αχ, αυτά τα φαντάσματα (1948)
Λεωφορείο ο πόθος (1948)
Υπόθεση Ουίσλο (1948)
Ο ανακριτής έρχεται (1947)
Ήταν όλοι τους παιδιά μου (1947)
Πόθοι κάτω απ' τις λεύκες (1947)
Ο γάμος της Μπάρμπαρα - Στις θάλασσες του Βορρά (1946)
Για ένα κομμάτι γης (1946)
Εμείς και ο χρόνος (1946)
Το φιόρο του λεβάντε (1945)
Αγριόπαπια (1943)
Σουάνεβιτς (1942)
Το πρώτο έργο της Φάννυ (1942)
Τηλεοπτικό θέατρο
Ένα κάρο μέσα στο σαλόνι (1989) ΕΤ1
Σφήκες (1978) ΕΡΤ
Αυτός και το παντελόνι του (1966) ΕΙΡ
Θαλασσινά δράματα (1975) ΥΕΝΕΔ
Το μονόπρακτο της Πέμπτης (1972)
Τηλεοπτικές σειρές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Μπίσνες στα Βαλκάνια (1999) ΕΤ1
Νίκος Καζαντζάκης: Αναζητώντας το Θεό (1998) ΕΤ1
Η αγαπη αργησε μια μερα (1998)
Το γελείον του πράγματος: Ο εφευρέτης (1995) ΑΝΤ1
Το γελοίον του πράγματος (1994, Ant1)
Εκμέκ παγωτό (1991) Mega
Η δε πόλις ελάλησεν (1990) ΕΤ1
Πέρα απ' τον ορίζοντα (1990) ΕΤ1
Βιος και πολιτεία του Χαράλαμπου Κ (1989)
Αλέξανδρος Δελμούζος (1987) ΕΤ2
Σιγά η πατρίδα κοιμάται (1987) ΕΤ1
Κεφαλονίτικες ιστορίες (1986) ΕΡΤ
Μικρές αγγελίες (1985) ΕΡΤ2
Χαίρε Τάσο Καρατάσο (1985) ΕΡΤ
Χατζημανουήλ (1984, ΕΡΤ)
Χατζημανουήλ (1984) ΕΡΤ
Βραδυά επιθεώρησης (1984) ΕΡΤ
Από τη ζωή των ανθρώπων (1983) ΕΡΤ2
Άνθρωποι και ανθρωπάκια (1982) ΥΕΝΕΔ
Οι απόμαχοι (1982) ΕΡΤ
Ορκιστείτε παρακαλώ (1982) ΥΕΝΕΔ
Τα Λαυρεωτικά (1982) ΕΡΤ
Κίτρινος φάκελος (1981) ΕΡΤ
Ο συμβολαιογράφος (1979) ΕΡΤ
Από την κλειραρότρυπα (1976) ΥΕΝΕΔ
Γαλήνη (1976) ΕΡΤ
Χαίρε Τάσο Καρατάσο (1985, ΕΡΤ)
Ο συμβολαιογράφος (1979, ΕΡΤ)
Εκείνος κι εκείνος (1972-74 (ΕΙΡΤ) & 1989 (ET2)
Το άδειο σπίτι (1974) ΥΕΝΕΔ
Άγνωστος Πόλεμος (1971-74, ΥΕΝΕΔ)
Εκπομπές
Ένας Άη Βασίλης της πεντάρας (1973) ΕΙΡΤ
Είκοσι χρόνια τηλεόραση (1985) ΕΡΤ2
Άγιος νεομάρτυρας Εφραίμ ο Νεοφανής
Ο Άγιος νεομάρτυρας Εφραίμ ο Νεοφανής, στην Νέα Μάκρη Αττικής
η μνήμη του τιμάται στις 5 Μαΐου
Ο Άγιος Εφραίμ, γι αυτόν τον Νεομάρτυρα δεν γνωρίζαμε τίποτε μέχρι τις 3 Ιανουαρίου 1950, οπότε και φανέρωσε τον τόπο της ταφής του, στην αρχαία Μονή του Ευαγγελισμού, στο όρος Αμώμων (Πεντέλη), στην Νέα Μάκρη Αττικής. Από το 1965 μέχρι σήμερα, ο Άγιος εμφανίσθηκε πολλές φορές σε μοναχές της μονής ή σε προσκυνητές, στον ύπνο τους ή μπροστά τους, καλυπτόμενος από υπέρλαμπρο φως και γλυκύτατη ευωδία, διηγούμενος με λεπτομέρειες, για τις οποίες υπάρχει εντυπωσιακή ταύτιση, τον βίο του και τις συνθήκες του μαρτυρίου του.
Ο Άγιος Εφραίμ έγινε μοναχός σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, σε μονή που άκμαζε την εποχή εκείνη. Μετά από είκοσι χρόνια ασκητικής βιοτής, συνελήφθη από τους Τούρκους που έσφαξαν όλους τους υπόλοιπους μοναχούς και κατέστρεψαν την μονή. Από τις 14 Σεπτεμβρίου του 1425 μέχρι τις 5 Μαΐου 1426 υποβλήθηκε σε πλήθος βασανιστηρίων. Τέλος, οι βάρβαροι τον κρέμασαν ανάποδα σε μια μουριά, κάρφωσαν τα πόδια του και το κεφάλι στο δένδρο και παρέδωσαν το σώμα του στις φλόγες.
Μετά την αποκάλυψη αυτή, ο Άγιος δεν έπαυσε να δείχνει ότι είναι εν Θεώ ζωντανός, με πολλές εμφανίσεις και ιάματα. Εμφανίζεται με την μορφή ενός κάτισχνου στην όψη ασκητή ή με τα ιερατικά του άμφια και δηλώνει την ταυτότητα του λέγοντας: «Ονομάζομαι Εφραίμ!» Στους μεν θεραπεύει ανίατες ασθένειες, σε άλλους ενδυναμώνει την κλονισμένη πίστη, σώζει από κινδύνους ή πυρκαγιά, ή πάλι παρηγορεί τους βασανισμένους από πίκρες και θλίψεις, δείχνοντας τους τα βάσανα που πέρασε ο ίδιος για την αγάπη του Χριστού.
Το 1982, ο Άγιος Εφραίμ εμφανίσθηκε σε έναν πιστό μαζί με τον Άγιο ιερομάρτυρα Ραφαήλ τον εκ Μυτιλήνης, που φανερώθηκε κι αυτός σε πρόσφατους καιρούς κάτω από παρόμοιες συνθήκες [9 Απρ.]. Ο Κύριος φαίνεται με τον τρόπο αυτό να θέλει να δείξει προφητικά ότι σήμερα, όπως και χθες, χαίρεται εν τοις αγίοις Του και επιχέει μέσω αυτών την χάρη του προς οικοδομήν της Εκκλησίας και παρηγορίαν των πιστών.
Κείμενο-Εικόνα: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος ένατος – Μαϊος, σελ. 64-66).
Αναλυτική βιογραφία
Ο Άγιος Εφραίμ, κατά κόσμο Κωνσταντίνος Μόρφης, γεννήθηκε στα Τρίκαλα στις 14 Σεπτεμβρίου 1384 μ.Χ. σε ειδυλλιακή τοποθεσία , κοντά στον Ληθαίο ποταμό. Έμεινε ορφανός από πατέρα σε μικρή ηλικία μαζί με τα άλλα εφτά αδέλφια του, τη δε φροντίδα τους, μετά τον Θεό, ανέλαβε η ευσεβής μητέρα του.
Σε ηλικία 14 ετών, για να αποφύγει τον εξισλαμισμό και τα γενιτσαρικά σώματα, εισήλθε στην ακμάζουσα τότε σταυροπηγιακή Ιερά Μονή του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου του όρους των Άμωμων (Καθαρών) της Αττικής.Ο Άγιος Εφραίμ ακολούθησε με ένθεο ζήλο τον Χριστό, και διέπρεψε με την λαμπρότητα της ζωής του και τους πόνους της αθλήσεως του στο ορός των Άμωμων Αττικής (Περιοχή Νέας Μάκρης). Αξιώθηκε ακόμα να λάβει το μέγα Μυστήριο της Ιεροσύνης και το χάρισμα να υπηρετεί το άγιο θυσιαστήριο, σαν άγγελος Θεού, με φόβο Θεού και πολλή κατάνυξη.
Το 1416 μ.Χ. οι Τούρκοι εισέβαλαν και λεηλάτησαν την Αττική και ανάγκασαν το Δούκα των Αθηνών να δηλώσει υποταγή στο Σουλτάνο. Το 1424 μ.Χ. οι Τούρκοι εισέβαλαν βιαίως στη Μονή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και έσφαξαν όλους τους Πατέρες της Μονής. Ο Άγιος απουσίαζε στη σπηλιά του πάνω στο βουνό για προσευχή και μόλις επέστρεψε αντίκρισε έντρομος τα πτώματα των Πατέρων. Αφού τους έθαψε, ακολούθως θρήνησε γοερώς.
Τον επόμενο χρόνο, την 14η Σεπτεμβρίου 1425 μ.Χ., επανήλθαν οι βάρβαροι και βρήκαν τον Άγιο. Τον συνέλαβαν και άρχισαν τα μαρτύρια του, που τελείωσαν στις 5 Μαΐου 1426 μ.Χ. ήμερα Τρίτη και ώρα 9 το πρωί. Τον κρέμασαν ανάποδα σ’ ένα δένδρο, που σώζεται ακόμα, τον κάρφωσαν στα πόδια και το κεφάλι, και τέλος το καταπληγωμένο και μαρτυρικό σώμα του το διαπέρασαν με αναμμένο ξύλο και έτσι παρέδωσε την αγία του ψυχή στον στεφανοδότη Χριστό.
Μετά από μισή χιλιετία ευδόκησε ο φιλάνθρωπος Θεός και φανερώθηκαν, ύστερα από πολλές εμφανίσεις του ιδίου του Αγίου Εφραίμ και πολλών άλλων θαυμαστών γεγονότων, όλα όσα σήμερα γνωρίζουμε, τα οποία επιβεβαιώθηκαν με την εύρεση των μαρτυρικών και χαριτόβρυτων λειψάνων του Αγίου στις 3 Ιανουαρίου 1950 μ.Χ.
Ο Άγιος Εφραίμ γιορτάζεται δύο φορές το χρόνο, στις 3 Ιανουαρίου η εύρεση των τιμίων λειψάνων του, και στις 5 Μαΐου το μαρτυρικό του τέλος.
Στα Τρίκαλα πανηγυρίζεται από τον Ιερό Ναό Αγίου Στεφάνου, απέναντι του οποίου, κατά παράδοση, υπήρχε το πατρικό του σπίτι.
Το 2011 μ.Χ. το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης με την υπ’ αριθμ. 217/2-3-2011 Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη κατέταξε τον Όσιο Εφραίμ στο επίσημο ορθόδοξο εορτολόγιο.
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΑΚΡΗΣ
Από τις σφαγές των Τούρκων στην ανεύρεση του ιερού σκηνώματος του ΑγίουΗ Μονή του Αγίου Εφραίμ στη Νέα Μάκρη είναι ένα από τα παλαιότερα μοναστήρια. Πολλοί μοναχοί και ιερείς έμειναν εκεί και προσευχήθηκαν στον Κύριο. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας έγιναν μεγάλες και βάρβαρες σφαγές, όπου ξεκληρίστηκε το μοναστήρι.
Το 1945 μ.Χ. η μοναχή τότε Μακαρία πήγε στα ερείπια της αρχαίας μονής του Ευαγγελισμού, άλλοτε ονομαζόμενης ως Σταυροπηγιακής, του Όρους Αμωμών, στις βορειοανατολικές υπώρειες του Πεντελικού.
Απο θεία παρόρμηση, διαμόρφωσε ένα κελάκι εκεί και άρχιζε να καθαρίζει τα ερείπια του παλαιού Ναού για να τον ανακατασκευάσει. Εκεί πολλές φορές διαλογιζόταν ότι σε εκείνα τα χώματα είχαν ζήσει κατά την πάροδο των αιώνων μοναχοί και προσευχόταν να γνωρίσει ή να της φανερωθεί κάποιος από αυτούς. Μια φωνή, αρχικά σιγανή αλλά με τον καιρό δυνατότερη στην ψυχή της, της έλεγε: «Σκάψε και θα βρεις αυτό που επιθυμείς», μέχρι τη στιγμή που της είχε φανερωθεί ένα σημείο στο προαύλιο του μοναστηριού.
Έτσι στις 3 Ιανουαρίου 1950 μ.Χ. ανέθεσε σε εργάτη το σκάψιμο του συγκεκριμένου σημείου που της υποδείκνυε η ίδια η ψυχή της. Αν και ο εργάτης ήταν αρνητικός και ήθελε να σκάψει οπουδήποτε αλλού παρά σε αυτό το σημείο, τελικά, μετά από τις εκκλήσεις και τις προσευχές, ο εργάτης πείστηκε και ξεκίνησε να σκάβει. Το σημείο είχε ένα μισογκρεμισμένο τζάκι, τοίχο και πράγματα που καταδείκνυαν ότι εκεί κάποτε υπήρχε κελί κάποιου μοναχού. Το πρώτο εύρημα, ένα κεφάλι. Μάλιστα, ο χώρος ανέδυε μια ευωδιά.
«Γονάτισα με ευλάβεια και ασπάστηκα το σκήνωμα του Αγίου και αισθάνθηκα βαθιά την έκταση του μαρτυρίου του. Η ψυχή μου γέμισε από αγαλλίαση, απέκτησα μεγάλο θησαυρό, και παίρνοντας το χώμα με προσοχή έβλεπα την αρμονία του σκηνώματός του, που, αν και τόσους αιώνες μέσα στη γη, δεν είχε αλλοιωθεί», έγραψε η ηγουμένη Μακαρία περιγράφοντας τα όσα συνταρακτικά τής συνέβησαν.
Με προσοχή , η Ηγουμένη Μακαρία έβγαλε όλο το σκήνωμα και το τοποθέτησε σε μία θυρίδα που ήταν πάνω από τον τάφο. Ήταν φανερό ότι επρόκειτο για κληρικό καθώς το ράσο του είχε παραμείνει άθικτο.
Το βράδυ, διαβάζοντας τον εσπερινό, η Ηγουμένη άκουσε βήματα. Ο ήχος ερχόταν από τον τάφο, αντηχώντας έως την πόρτα της εκκλησίας. Εκεί τον πρωτοαντίκρισε. Ήταν ψηλός με μάτια μικρά στρογγυλά, με μακριά μαύρα γένια που έφταναν στο λαιμό, ντυμένος με τη μοναχική αμφίεση. Στο ένα χέρι είχε μία φλόγα και με το άλλο ευλογούσε. Ζήτησε να τον βγάλουν από αυτήν τη θυρίδα που τον είχαν. Την επόμενη κιόλας μέρα η Ηγουμένη καθάρισε τα οστά και τα τοποθέτησε σε μια θυρίδα στο Ιερό του Ναού.
Το ίδιο βράδυ ο Άγιος φανερώθηκε στον ύπνο της, την ευχαρίστησε και της φανέρωσε και το όνομά του: Εφραίμ. Το λείψανο του Αγίου Εφραίμ φυλάσσεται εκεί από τότε και καθημερινά εκατοντάδες πιστών το επισκέπτονται ζητώντας από τον Άγιο την ευλογία και τη βοήθειά του. Ο Άγιος με τη χάρη του Θεού έχει κάνει χιλιάδες θαύματα. Στον περίβολο της Μονής, και προστατευμένη από κτίσμα που κτίστηκε γύρω της, υπάρχει η μουριά πάνω στην οποία ο Άγιος Εφραίμ άφησε την τελευταία του πνοή.
Διεύθυνση και τηλέφωνο Ιεράς Μονής Αγίου Εφραίμ
Ιερά Κοινοβιακή Μονή
Ευαγγελισμού της Θεοτόκου
Νέα Μάκρη
Τηλ. 22940 91202
Νίκος Γούναρης, ερμηνευτής, συνθέτης, στιχουργός και λαμπερός διασκεδαστής
Νίκος Γούναρης
1915 – 1965
Μέγας ερμηνευτής, συνθέτης, στιχουργός και λαμπερός διασκεδαστής.
Γεννήθηκε το 1915 στη Ζαγορά του Πηλίου και μεγάλωσε στο Βοτανικό. Ο πατέρας του εργαζόταν ως τσαγκάρης στα Ανάκτορα αλλά είχε πάθος με τη μουσική, έπαιζε μαντολίνο και τραγουδούσε. Από παιδί ο Νίκος Γούναρης μπολιάστηκε με το μικρόβιο του τραγουδιού και συχνά με την κιθαρίτσα του ντουετάριζε μαζί του. Αν και αυτοδίδακτος γρήγορε εξελίχτηκε σε βιρτουόζο. Λέγεται ότι στα μισά του ΄50, στο κέντρο Βυζάντιο της Νέας Υόρκης ο πολύς Αντρέ Σεγκόβια, με τον οποίο και συνδέονταν με φιλικούς δεσμούς, δήλωσε το θαυμασμό του για το περίτεχνο παίξιμό του στην κιθάρα. Από το 1936 που έκανε το επίσημο ντεμπούτο στο τραγούδι και την δισκογραφία ο Γούναρης έκλεψε τις εντυπώσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο πρόσωπο και την τέχνη του υποκλίθηκαν τόσο οι εκπρόσωποι του ελαφρού όσο και του λαϊκού τραγουδιού και μάλιστα σε μια εποχή που ανάμεσα στα δύο μουσικά στρατόπεδα υπήρχαν σαφείς διαχωρισμοί. Θαυμαστές του υπήρξαν μεταξύ άλλων ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Θόδωρος Δερβενιώτης, ο Βαγγέλης Περπινιάδης, ο Στέλιος Καζαντζίδης κ.ά.
Παιδί της φτώχειας και της ανάγκης ο Γούναρης. Πηγαίο, αυτοδίδακτο ταλέντο, έπαιζε εκπληκτική κιθάρα, ήταν ερμηνευτής, συνθέτης, στιχουργός. Με μαγική σκηνική παρουσία –και ας είχε ξύλινο πόδι! (Το 1946 τού το ακρωτηρίασαν στο γόνατο.) Επικοινωνούσε με αμεσότητα όχι μόνο με τα πλήθη που πλήρωναν για τα τον ακούσουν στο Άλσος, την Αίγλη και στα νυχτερινά κέντρα όπου εμφανιζόταν, αλλά και γι’ αυτούς που στήνονταν έξω από τη μάντρα του θερινού μαγαζιού, αφού έβγαινε με την κιθάρα του στο πεζοδρόμιο κι έλεγε λίγα τραγούδια και για τη γαλαρία.
Γεννημένος το 1915 στο Μεταξουργείο, έβγαλε το πρώτο του μεροκάματο στα εφτά του χρόνια όταν τραγουδούσε σε λαϊκές ταβέρνες μαζί με τον πατέρα του που ήταν τσαγκάρης κι έπαιζε κιθάρα. Δώδεκα χρονών, ένα κάρο πατά το πόδι του και του το λιώνει τα δάχτυλα. Έκτοτε κούτσαινε ελαφρά, όμως αυτό δεν τον εμπόδιζε να αλωνίζει στην πίστα.
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Τσιτσάνη: «Όσο υπάρχει Γούναρης δεν μπορεί το λαϊκό να σηκώσει κεφάλι». Το λαϊκό τραγούδι θα πάρει, βεβαίως, τη ρεβάνς πολύ σύντομα, τη δεκαετία του ’60 και θα κυριαρχήσει ολοκληρωτικά τα επόμενα χρόνια.
«Αυτό το παιδί είναι δικό μας», έγραψε ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ενώ άλλοι μιλούν για το σεβασμό που έτρεφε ο Στέλιος Καζαντζίδης για τον Γούναρη. Όχι επειδή ήταν ένα χρυσό λαρύγγι, αλλά επειδή, σύμφωνα με πάμπολλες μαρτυρίες, ήταν ένας χρυσός άνθρωπος με ανεξάντλητο κέφι και χιούμορ. Λένε ότι είχε «τρύπιες τσέπες», αφού ήταν ικανός να βγάλει το παλτό του και να τον δώσει σε κάποιον που κρύωνε. Ασφαλώς, η καλοσύνη από μόνη της δεν καθιστά κάποιον καλό τραγουδιστή, όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση η προσωπικότητα έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Ο λαός, ο βαθύς λαός, λάτρεψε τον Γούναρη καθώς τον ένιωθε «δικό του» και όχι απέναντι, παρόλο που ο ίδιος δεν τραγούδησε για τις φάμπρικες, την ξενιτιά, τα «μουντζουρωμένα χέρια». Τα τραγούδια του Γούναρη εκφράζουν τη μεταπολεμική αισιοδοξία για μια καλύτερη ζωή. Τι κι αν την ίδια εποχή κυριαρχούσε η βαριά σκιά του μετεμφυλιακού κράτους της Δεξιάς: ο λαός ήθελε να ανασάνει, να ζήσει, να ξεχάσει, να γυρίσει σελίδα. Οι εκατοντάδες χιλιάδες εσωτερικοί μετανάστες έρχονταν στην πόλη και στα τραγούδια του Γούναρη έβρισκαν τις μνήμες του χωριού («Μια κότα στρουμπουλή»), αλλά και την υπόσχεση μιας νέας, καλύτερης ζωής.
Ο Γούναρης δεν ήταν λαϊκός τραγουδιστής αλλά γεννήθηκε λαϊκός άνθρωπος και παρέμεινε τέτοιος.
Ας σημειωθεί ότι στα χρόνια της Κατοχής ο Γούναρης συμμετείχε στην Αντίσταση, θέτοντας πολλές φορές τη ζωή του σε κίνδυνο, ενώ τότε συνέθεσε το «Χαϊδάρι», ένα τραγούδι σήμερα ξεχασμένο από πολλούς, για τους «άτιμους τους Γερμανού
Δισκογραφία και εμφανίσεις
Καταργώντας τους διαχωρισμούς και τα στεγανά ο Γούναρης εμφανίστηκε σε κοσμικά μαγαζιά (Σε Λαπέν) αλλά και κλασικά λαϊκά κέντρα (Τζίμης ο Χοντρός) πάντα με ξεχωριστή επιτυχία και υψηλό μεροκάματο, μέρος του οποίου πήγαινε σε φιλανθρωπίες και ειδικές χειρονομίες σε φίλους και αγνώστους που είχαν ανάγκη. Είχε την φήμη του καλόκαρδου, γαλαντόμου και γενναιόδωρου ανθρώπου. Ιστορικές έχουν μείνει επίσης οι ζωντανά ηχογραφημένες παραστάσεις του στο Σταθμό των Ενόπλων Δυνάμεων και οι έκτατες εμφανίσεις του σε κινηματογραφικές ταινίες της δεκαετίας του '50.
Το 1947 ταξιδεύει στην Αμερική όπου και αποθεώνεται. Δόξες θα γνωρίσει, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης όπου υπάρχει Ελληνισμός, από την Αυστραλία έως και την Αφρική. Παρά τις μακροπρόθεσμες απουσίες του στο εξωτερικό και τις αλλαγές στα μουσικά δρώμενα, με τα μπουζούκια πλέον στην πρωτοκαθεδρία, ο Γούναρης μέχρι και το φινάλε του παρέμεινε εξαιρετικά λαοφιλής.
Ο Μίμης Πλέσσας για το Νίκο Γούναρη
Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία του Μίμη Πλέσσα μέσα από την αυτοβιογραφία του (εκδόσεις Κάκτος) όπου περιγράφει ανάγλυφα στιγμές απ’ την συναυλία που δόθηκε το 1953 στο Καλλιμάρμαρο για τους σεισμόπληκτους του Βόλου:
«Το ΕΙΡ είχε δώσει τη συμφωνική του ορχήστρα και τη μεικτή χορωδία του, η Λυρική μας Σκηνή τους σολίστες και τους μαέστρους της, κι εμείς είχαμε βάλει τα καλά μας, είχαμε ενορχηστρώσει τα τραγούδια μας για τη μεγάλη ορχήστρα και διευθύναμε τους τραγουδιστές μας. Άστραφταν τα χάλκινα, δάσος ανεβοκατέβαιναν τα δοξάρια στα έγχορδα, έντονα ηχούσαν τα κρουστά, κι εμείς, ο ένας μετά τον άλλον, ανεβαίναμε στο πόντιουμ και δώσ’ του υπόκλιση, δώσ’ του ρεβεράντζα. Το Στάδιο γεμάτο και ο κόσμος ευγενικός μ’ ένα χειροκρότημα συγκρατημένο. Στο διάλειμμά αναγγέλθηκε ένας τραγουδιστής που έλειπε χρόνια στην Αμερική. Στην άδεια, μεγάλη εξέδρα κρατώντας την κιθάρα του προχώρησε με ιδιόρρυθμο βήμα (κουτσαίνοντας) και χωρίς συνοδεία τραγούδησε: Ένα βράδυ που ‘βρεχε… ταραραράμ (η κιθάρα του), που ‘βρεχε μονότονα… ταραραράμ – επέμεινε…
Δεν προλάβαμε να σκεφτούμε ότι θα πάει άπατος, χωρίς τα δικά μας «μεγαλεία», γιατί στο μεταξύ είχε φτάσει στο ρεφρέν. Και τότε 60.000 στόματα ακούστηκαν με μια φωνή: Αχ, αυτός ο άτιμος ήθελε μαχαίρωμα…!
Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα τι σημαίνει λαϊκός τραγουδιστής και αγαπημένο τραγούδι. Και πριν από το τέλος είχα γνωρίσει τον αξέχαστο τροβαδούρο, τον τραγουδιστή Νίκο Γούναρη!»
"Ένα βράδυ πού ’βρεχε" & "Αυτός ο άλλος"
Η επιτυχία του τραγουδιού και η θεία ερμηνεία του Γούναρη, είχε σαν αποτέλεσμα ο κόσμος να ταυτίσει τον τραγουδιστή με το θέμα των στίχων, και ο Γούναρης να δέχεται καθημερινά γράμματα και κουβέντες συμπαράστασης από τους ακροατές του. Η κατάσταση άρχισε να γίνεται αφόρητη για τον Γούναρη που ζούσε αρμονικά με την σύζυγό του και τον γιο του. Έτσι γεννήθηκε η ανάγκη της ηχογράφησης της απάντησης στο «Ένα βράδυ πού ’βρεχε» με το «Αυτός ο άλλος που σε πήρε από μένα, αυτός ο άλλος, είν’ ευεργέτης μου μεγάλος».
Ο Νίκος Γούναρης όμως πέρα απ’ τα ερμηνευτικά χαρίσματα του δεν έβγαζε άναρθρες κραυγές. Τραγούδησε, ομολογουμένως με συγκλονιστικό τρόπο, τραγούδια κορυφαίων συνθετών και στιχουργών. Ξεχωριστή μνεία πρέπει να γίνει για την σύμπραξή του με τον μέγιστο Μιχάλη Σουγιούλ. Μοιραία ο καλύτερος συνεργαζόταν με τους καλύτερους, γι’ αυτό και πολλά από τα τραγούδια που απέδωσε και συνδημιούργησε (ελαφρά, αρχοντορεμπέτικα, λαϊκά – σχεδόν όλα εντέχνως δομημένα και ενορχηστρωμένα) συνεχίζουν να συγκινούν μέχρι και τις μέρες μας.
Το τελευταίο αντίο
Έφυγε απ’ την ζωή, στα καλύτερά του, το Μάη 1965, εξαιτίας ενός παλιού τραύματος που τον είχε αναγκάσει να φέρει ξύλινο πόδι, και εξελίχθηκε σε καρκίνο. Την ίδια μέρα ο άρχων της Columbia, Τάκης Λαμπρόπουλος, έδωσε εντολή, στην βιτρίνα του καταστήματος Αφοι Λαμπρόπουλοι στην Σταδίου, να αναρτηθεί το πορτραίτο του καλλιτέχνη ως φόρος τιμής στην προσφορά του στο ελληνικό τραγούδι. Μπροστά από την κάδρο του στην άδεια βιτρίνα με τις υποβλητικές κουρτίνες για φόντο στήθηκε λαϊκό προσκύνημα που αποθανάτισε ο φακός του μετρ της καλλιτεχνικής φωτογραφίας, Τάκη Πανανίδη. Όπως συμβαίνει ακόμη μερικές φορές στον Παράδεισο Αμαρουσίου εκεί που φιλοξενείται η προτομή του.
Σε μια περίοδο αλλαγών και ανακατατάξεων, όπου πολλοί και διαλεκτοί ξεχνιούνται η αγνοούνται επιδεικτικά από αυτούς που οφείλουν να σταθούν στο έργο και την κομβική παρουσία τους αναδεικνύοντας τις ιδιαιτερότητές τους, ο μύθος του Νίκου Γούναρη παραμένει αλώβητος, αδιαμφισβήτητος νικητής, στην άνιση μάχη με τον πανδαμάτορα χρόνο.
Πηγή: ogdoo.gr
Νικολό Μακιαβέλι, ήταν Ιταλός διπλωμάτης, πολιτικός στοχαστής και συγγραφέας
Νικολό Μακιαβέλι
Ο Νικολό Μακιαβέλι (ιταλικά: Niccolò di Bernardo dei Machiavelli, λατινικά: Nicolaus Ma(l)clavellus) (3 Μαΐου 1469 - 21 Ιουνίου 1527), ήταν Ιταλός διπλωμάτης, πολιτικός στοχαστής και συγγραφέας.
Γεννήθηκε σε μία φτωχή οικογένεια της Φλωρεντίας και ήταν γιος του Μπερνάρντο Μακιαβέλι και της Μπαρτολομέα Νέλι. Ο πατέρας του μερίμνησε ώστε ο νεαρός Νικολό να λάβει ουμανιστική εκπαίδευση, σύμφωνη με τα κλασικά πρότυπα της εποχής. Η εκπαίδευση αυτή και η σχέση του με Φλωρεντίνους ουμανιστές είχαν ως αποτέλεσμα να λάβει το 1498 το αξίωμα δεύτερου καγκελαρίου της φλωρεντινής δημοκρατίας.
Από τη θέση αυτή ο Μακιαβέλι ασχολούνταν με τη διοίκηση των περιοχών υπό τον έλεγχο της Φλωρεντίας και ήταν επίσης ένας από τους έξι γραμματείς του πρώτου καγκελάριου και μέλος του συμβουλίου των "Δέκα του Πολέμου" που συνεπαγόταν τη συμμετοχή του σε διπλωματικές αποστολές. Οι αποστολές του τον έφεραν σε επαφή με αρκετές από τις ισχυρότερες πολιτικές προσωπικότητες της εποχής του στην Ευρώπη, όπως τον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο, τον Πάπα Ιούλιο Β΄ και τον αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Μαξιμιλιανό Α΄. Στον Μακιαβέλι έκανε επίσης μεγάλη εντύπωση ο Καίσαρας Βοργίας, που είχε διοριστεί από τον πατέρα του, τον Πάπα Αλέξανδρο ΣΤ΄, Δούκας της Ρωμανίας. Οι κρίσεις που διατύπωνε στις επιστολές προς τη φλωρεντινή σινιορία για αυτά τα πρόσωπα που συνάντησε ως απεσταλμένος αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για τα πορτραίτα τους που σκιαγράφησε στο έργο του Il principe (Ο Ηγεμών).
Το 1512, με τη βοήθεια των ισπανικών στρατευμάτων του Φερδινάνδου, οι Μέδικοι επέστρεψαν στη Φλωρεντία και κατέλυσαν τη δημοκρατία (repubblica). Ο Μακιαβέλι αποπέμφθηκε από τη θέση του και λίγους μήνες αργότερα υπέστη βασανιστήρια και φυλακίστηκε για μικρό διάστημα, ως ύποπτος συμμετοχής σε συνωμοσία εναντίον των Μεδίκων. Αποσύρθηκε στο πατρικό του κτήμα στην περιοχή Σαντ' Αντρέα και εκεί το δεύτερο μισό του 1513 συνέγραψε τον Ηγεμόνα, σε μια αποτυχημένη προσπάθεια να αποκτήσει την εύνοια των Μεδίκων. Τα επόμενα χρόνια ο Μακιαβέλι συμμετείχε στις συζητήσεις μια ομάδας ουμανιστών που συναντώνταν στους κήπους του Κόζιμο Ρουτσελάι και συνέγραψε μία κωμωδία, τον Μανδραγόρα (1518) και την Τέχνη του Πολέμου (1521). Επηρεασμένος από τις συζητήσεις αυτές συνέγραψε και τις Διατριβές για τα πρώτα δέκα βιβλία της Ιστορίας του Τίτου Λίβιου.
Λίγο μετά την ολοκλήρωση των Διατριβών, ο Μακιαβέλι κατάφερε να επιστρέψει στη Φλωρεντία και το 1520 του ανατέθηκε η συγγραφή της ιστορίας της Φλωρεντίας. Το καθεστώς των Μεδίκων, όμως, ανατράπηκε το Μάιο του 1527, η δημοκρατία παλινορθώθηκε και ο Μακιαβέλι έχασε τη θέση του. Απογοητευμένος πέθανε λίγο αργότερα στη Φλωρεντία από πάθηση του στομάχου.
Σύνοψη έργου
Ο Μακιαβέλι είναι πεπεισμένος ως προς την ένδεια της κλασικής φιλοσοφίας και αρνείται την αυθεντία στη φυσική τάξη, που οι αρχαίοι σέβονταν. Δεν πιστεύει στην ύπαρξη καθολικού λόγου και, ως εκ τούτου, το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να φανταστεί τους ανθρώπους χωρίς πίστη και χωρίς νόμο. Γράφει στις Διατριβές: «όποιος θεμελιώνει πολιτεία και της βάζει νόμους, να παίρνει προκαταβολικά για κακούς όλους τους ανθρώπους.» Στον Ηγεμόνα υποδεικνύεται ο ουσιώδης δεσμός ανάμεσα στην κακία και την ελευθερία. Το πρώτο μέλημα είναι να ελεγχθεί η τύχη και από εκεί και πέρα να παραχθεί έργο. Ο ηγεμόνας υπό αυτή την έννοια συγκεντρώνει την αυθεντία επί παντός και τη βούληση να εφαρμόζει στους άλλους ότι αποφασίζει. Μάλιστα ο ηγεμόνας είναι ο μόνος που μπορεί με τη στάση του να αφυπνίσει την ηθικότητα στους ανθρώπους. Εκ πείρας γνωρίζει ότι οι άνθρωποι κάνουν το καλό μόνο από ανάγκη και είναι διατεθειμένος να τους αναγκάσει να μεταβάλουν σταδιακά την κακία σε ανιδιοτέλεια. Ο τρόπος που ο Φλωρεντινός στοχαστής βλέπει τη δράση αποτελεί, από κάθε άποψη, εγγύηση για την παλινόρθωση του λόγου, που θα πιστεύαμε ότι απειλείται, από τη στιγμή που καταργείται κάθε υπερβατική τάξη. Είναι λοιπόν προφανές ότι ο Μακιαβέλι τείνει να μετατρέψει τη θεωρία σε δράση.
Επιδράσεις
Η σκέψη του Μακιαβέλι δέχθηκε είτε σημαντικές επικρίσεις είτε πλήρη αποδοχή. Είναι πολλοί εκείνοι που τον θεωρούν πατέρα της σύγχρονης πολιτικής επιστήμης και επίσης αρκετοί εκείνοι που τον χαρακτηρίζουν απλά κυνικό, διεφθαρμένο και αυταρχικό. Ο Ηγεμόνας επηρέασε την πολιτική σκέψη πολλών πολιτικών και στοχαστών και άσκησε σημαντική επίδραση σε πολιτικές εξελίξεις της εποχής του και μεταγενέστερων περιόδων.
Εργογραφία
Ο Μακιαβέλι έγραψε επίσης θεατρικά έργα, ποίηση και μυθιστορήματα. Υπήρξε επίσης μεταφραστής κλασικών έργων και θεωρείται εκπρόσωπος της λόγιας λατινικής κωμωδίας.
Discorso sopra le cose di Pisa (Λόγος περί των πραγμάτων της Πίζας, 1499)
Del modo di trattare i popoli della Valdichiana ribellati (Περί του τρόπου μεταχείρισης των επαναστατημένων κατοίκων της Βαλντικιάνα, 1502)
Del modo tenuto dal duca Valentino nell' ammazzare Vitellozzo Vitelli, Oliverotto da Fermo, etc. (Περί των μεθόδων που υιοθετήθηκαν από τον Δούκα Βαλεντίνο όταν δολοφόνησε τους Βιτελόζο Βιτέλι, Ολιβερότο ντα Φέρμο, Σινιόρ Πάολο και τον Δούκα της Γκραβίνα Ορσίνι, 1502)
Discorso sopra la provisione del danaro (Λόγος περί της προμηθείας του χρήματος, 1502)
Decennale primo (1506, ποίημα)
Ritratto delle cose dell'Alemagna (Απεικόνιση των πραγμάτων της Γερμανίας, 1508-1512)
Decennale secondo (1509)
Ritratti delle cose di Francia (Απεικόνιση των πραγμάτων της Γαλλίας, 1510)
Discorsi sopra la prima deca di Tito Livio (Λόγος επί των δέκα πρώτων [βιβλίων] του Τίτου Λίβιου - 3 τομ., 1512-1517)
Il Principe (Ο Ηγεμών, 1513)
Andria (Ανδρία, 1517, μετάφραση της κωμωδίας του Τερέντιου)
Mandragola (Ο Μανδραγόρας - 1518, πρόζα σε πέντε πράξεις, με έμμετρο πρόλογο)
Della lingua (1514, Περί Γλώσσας)
Clizia (1525, κωμωδία σε πρόζα)
Belfagor arcidiavolo (Ο αρχιδιάβολος Μπελφαγκόρ, 1515, μυθιστόρημα)
Asino d'oro (Ο Χρυσούς Όνος - 1517, ποίημα, μια νέα εκδοχή του Χρυσού Όνου του Απουλήιου)
Dell'arte della guerra (Περί της τέχνης του πολέμου, 1519-1520)
Discorso sopra il riformare lo stato di Firenze (Λόγος επί της μεταρρύθμισης της πολιτείας της Φλωρεντίας 1520)
Sommario delle cose della citta di Lucca (Σύνοψη των πραγμάτων της πόλης της Λούκας, 1520)
Vita di Castruccio Castracani da Lucca (Η ζωή του Καστρούτσιο Καστρακάνι της Λούκα, 1520)
Istorie fiorentine (Φλωρεντινές ιστορίες - 8 βιβλία, 1520-1525).
Discorso delle cose fiorentine dopo la morte di Lorenzo (Λόγος περί των πραγμάτων της Φλωρεντίας μετά τον θάνατο του Λορέντσο)
Frammenti storici (Αποσπάσματα ιστορικά 1525)
Lettere (Επιστολές)
Ελληνικές μεταφράσεις
Ο Ηγεμών: Νίκος Καζαντζάκης ("Γαλαξίας")
Ο Μανδραγόρας:
Παντελής Πρεβελάκης ("Σχολή Μωραΐτη")
Τάκης Κονδύλης ("Κάλβος")
Ο αρχιδιάβολος Μπελφαγκόρ: Τάκης Κονδύλης ("Κάλβος")
Περί της τέχνης του πολέμου: Τάκης Κονδύλης ("Κάλβος")
Η ζωή του Καστρούτσιο Καστρακάνι της Λούκα : Σ.Τριανταφύλλου ("Άρκτος")
Φλωρεντινές ιστορίες: Τάκης Κονδύλης ("Κάλβος")
Λόγος περί των πραγμάτων της Φλωρεντίας μετά τον θάνατο του Λορέντσο : Τάκης Κονδύλης ("Κάλβος")
Επιστολές: Τάκης Κονδύλης ("Κάλβος")
Τα έργα του Niccolo Macchiavelli (σε 2 τόμους) μετέφρασε ο Τάκης Κονδύλης (εκδόσεις ΚΑΛΒΟΣ, ISBN 9780006990550)
Βιβλιογραφία
• Εντμόν, Μ. Π., «Μακιαβέλι ή η επιτήδεια χρήση της διαφθοράς», Μετάφρ. Ντ. Αλιβάνιστος, Διαβάζω 186 (1988), 21-26.
• Λίποβατς Θάνος, «Η πολιτική ψυχολογία στον Machiavelli», Λεβιάθαν 5 (1989), 25-38.
• Χορκχάιμερ Μαξ, Απαρχές της αστικής φιλοσοφίας της ιστορίας. Μακιαβέλλι - Χομπς - Μωρος - Καμπανέλλα - Βίκο, εκδ. Κάλβος, Αθήνα:1989
• Senellart Michel, Μακιαβελισμός και κρατική σκοπιμότητα, εκδ. Εστία, Αθήνα:1997
• Σκίνερ, Κουέντιν (2002). Μακιαβέλι. Αθήνα: νήσος.
• Νικολαΐδης Θεοδόσης, Είδωλα του Μακιαβέλι. Η πολεμική γύρω από τον "μακιαβελισμό" στη Γαλλία μεταξύ 1572 και 1643, εκδ. Εστία, Αθήνα:2003
• Γκράμσι Αντόνιο, Για τον Μακιαβέλι, για την πολιτική και για το σύγχρονο κράτος, εκδ. Ηριδανός, Αθήνα:2005
• Λεφόρ Κλωντ, Νικολό Μακιαβέλι, Η οικονομική διάσταση του πολιτικού, εκδ. Ελευθεριακή κουλτούρα, Αθήνα:2013
• Σιαμανδούρας Σωτήρης, Νικολό Μακιαβέλι, Αμηχανία και Μηχανική, εκδ. Εξάρχεια, Αθήνα:2015
Περισσότερα Άρθρα...
- Θανάσης Βέγγος, ήταν Έλληνας ηθοποιός θεάτρου, κινηματογράφου και τηλεόρασης
- Αλέξης Δαμιανός, ήταν ηθοποιός, συγγραφέας, σκηνοθέτης, σύμφωνα με πολλούς η πλέον εμβληματική μορφή του ελληνικού κινηματογράφου
- Στυλιανός Κυριακίδης, ήταν Έλληνας αθλητής από την Κύπρο, δρομέας ημιαντοχής και αντοχής
- Όντρεϊ Χέπμπορν, ήταν Βρετανίδα ηθοποιός, με σημαντική καριέρα στο Χόλιγουντ