DIASKEDASI.INFO

Η διασκέδαση On Line

Αδαμάντιος Κοραής ήταν έλληνας φιλόλογος, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ελληνικού διαφωτισμού

Adamantios Korais 1

Αδαμάντιος Κοραής

Adamantios Korais 2Ο Αδαμάντιος Κοραής ήταν έλληνας φιλόλογος, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ελληνικού διαφωτισμού και μνημονεύεται κυρίως για τις γλωσσικές του απόψεις και την υποστήριξη της καθαρεύουσας.

Ο Αδαμάντιος Κοραής υπήρξε από τους πιο φωτισμένους δασκάλους του Γένους. Η προσφορά του στάθηκε τεράστια σε μέγεθος και βαρύτητα, ενώ η διδασκαλία του αποτέλεσε σταθμό στην διαμόρφωση του πνευματικού και πολιτικού στοχασμού του Έθνους. Υπήρξε από τους μεγαλύτερους φιλόλογους της νεότερης Ελλάδας. Eξέδωσε 66 (!!!) τόμους βιβλίων, από τα οποία τα 17 αποτελούν την "Ελληνική Βιβλιοθήκη" κι οι 9 τα "Πάρεργα Της Ελληνικής Βιβλιοθήκης".

Τα βιβλία αυτά κίνησαν τον θαυμασμό των ξένων φιλολόγων και συγχρόνως γαλούχησαν το γένος με τα νάματα της προγονικής σοφίας. Η προσφορά του, υλική και πνευματική, είναι ανυπολόγιστη σε αξία και μέγεθος κι ανεξάντλητη σε ιστορική συνέχεια και παραμένει ο αποφασιστικότερος σταθμός στη πνευματική πορεία του Έθνους.Η μαρμάρινη προτομή του κοσμεί το Λύκειο της Χίου, το οποίο κληρονόμησε τη βιβλιοθήκη του, ενώ άγαλμά του υπάρχει κι έξω από τη Πρυτανεία του Πανεπιστημίου στην Αθήνα.

Η καταγωγή
Καταγόταν από εμπορική οικογένεια, στην οποία υπήρχε παράδοση ενασχόλησης με τα γράμματα. Γόνος εύπορης αστικής οικογένειας, γεννήθηκε στις 27 Απρίλη 1748 στη Σμύρνη. Ο πατέρας του Ιωάννης Κοραής, γιος του ιατροφιλοσόφου Αντωνίου Κοραή από τη Χίο, διέμενε στη Σμύρνη κι ασχολούνταν με το εμπόριο.
Παράλληλα, δραστηριοποιήθηκε στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα της πόλης λαμβάνοντας το αξίωμα του δημογέροντα καθώς και τη θέση του επιτρόπου τοπικής εκκλησίας και του νοσοκομείου.
Η μητέρα του λεγόταν Θωμαΐδα Ρυσίου κι ήταν μία από τις 4 κόρες του λόγιου Αδαμαντίου Πετιρντόγλου ή Ρυσίου. Ο τελευταίος -εκτός από τις εμπορικές του δραστηριότητες- είχε διατελέσει δάσκαλος της ελληνικής φιλολογίας στη Χίο κι αργότερα πρόκριτος στη Σμύρνη.

Ο Α. Κοραής είχε ένα κατά 3 χρόνια μικρότερο αδελφό, τον Ανδρέα, ενώ τα υπόλοιπα 6 παιδιά που απέκτησαν οι γονείς του πέθαναν σε μικρή ηλικία. Αναφέρεται, επίσης, η συγγένειά του με τον λόγιο Ιγνάτιο Περτιτζή και τον ιερομόναχο Κύριλλο, διδάσκαλο της ελληνικής φιλολογίας.
Τα δύο αδέλφια διδάχθηκαν τα πρώτα γράμματα κοντά στη μητέρα τους και στη συνέχεια φοίτησαν στην Ευαγγελική Σχολή, που διεύθυνε τότε ο μοναχός Ιερόθεος Δενδρινός. Η αυστηρότητα των εκπαιδευτικών μεθόδων του σχολείου, που ανάγκασαν τον Ανδρέα να εγκαταλείψει τα μαθήματα, από κοινού με τη χαμηλού επιπέδου μόρφωση που παρείχε, θα προκαλέσουν τα επικριτικά σχόλια του Κοραή σε μεταγενέστερα κείμενά του.

Οι πρώτες πνευματικές αναζητήσεις
Από νεαρή ηλικία έδειξε ενδιαφέρον για τη παιδεία κι η πρώτη του επαφή με τις ξένες γλώσσες έγινε στη Σμύρνη, χάρη στη διδασκαλία του Bernhard Keun, Ολλανδού ιερέα που ζούσε κει, στον οποίον ο Κοραής δίδασκε ελληνικά ως αντάλλαγμα για την εκμάθηση ξένων γλωσσών, ενώ στα 1764 φέρεται να παρακολουθεί και μαθήματα εβραϊκών.

Επιθυμία της οικογένειάς του όμως ήταν ν' ασχοληθεί με το εμπόριο, γι' αυτό, ο πατέρας του, ο οποίος εμπορευόταν μεταξωτά στο Βεζεστένιο της Σμύρνης, αποφάσισε να επεκτείνει τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες στην Ολλανδία και το 1771 τον έστειλε αντιπρόσωπο στο 'Άμστερνταμ με τη συμβιβαστική λύση, παράλληλα με τις οικογενειακές επιχειρήσεις, να μπορούσε να διευρύνει τους ορίζοντές του και ν' αποκτήσει την καλλιέργεια που επιθυμούσε.

Έτσι, διαμέσου Λιβόρνο θα κατευθυνθεί προς την ολλανδική πρωτεύουσα εφοδιασμένος με συστατικές επιστολές του δασκάλου του Κέυν προς τον Andrien Buurt. Κοντά στον τελευταίο πρόκειται να διδαχθεί τα "Στοιχεία" του Ευκλείδη καθώς και λογική από το βιβλίο της συζύγου του Carolina van Lynden. Η συναναστροφή του με το ζεύγος Buurt τον βοηθά να ενταχθεί στην πνευματική ζωή του τόπου. Ασχολείται με τη μουσική, το θέατρο, τις ξένες γλώσσες, ενώ παράλληλα φοιτεί στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Αθήναιον.

Στις μελέτες αυτής της περιόδου χρήσιμο βοήθημα στάθηκε η βιβλιοθήκη που είχε κληρονομήσει από τον παππού του Α. Ρύσιο και στην οποία κατάφευγε συχνά. Η απόπειρά του ν' ασχοληθεί με το εμπόριο απέτυχε. Τα ενδιαφέροντά του αυτά φαίνεται να τον αποσπούν από την κύρια εμπορική του απασχόληση.

Έπειτα από 6 χρόνια διαμονής στο 'Άμστερνταμ θα επιστρέψει στη γενέτειρά του, πιθανότατα εξαιτίας οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η επιχείρησή του κι έτσι το 1777 εγκατέλειψε το 'Άμστερνταμ. Στο ταξίδι του προς τη Σμύρνη θα βρεθεί προς τα τέλη του 1777 στη Λειψία, όπου συναντάται με τον Θωμά Μανδακάση. Θα μεταβεί κατόπιν στη Βιέννη προκειμένου να επισκεφθεί το θείο του Σωφρόνιο, Αρχιεπίσκοπο Βελιγραδίου. Παραμένει στην αυστριακή πρωτεύουσα για 2 περίπου μήνες κι εν συνεχεία κατευθύνεται μέσω Τεργέστης στη Βενετία, πόλη στην οποία θα περάσει ολόκληρο σχεδόν το χειμώνα του 1778. Ο ίδιος προσπαθεί να παρατείνει το ταξίδι της επιστροφής σε μια προσπάθεια να πείσει τους γονείς του να του επιτρέψουν να σπουδάσει ιατρική στη Γαλλία. Οι προσδοκίες του όμως, πρόκειται να διαψευστούν κι έτσι θα γυρίσει στη γενέτειρά του, προς τα τέλη Ιουνίου 1778.
Κατά τη 4ετή παραμονή του εκεί, η υγεία του επιδεινώνεται, ενώ παρουσιάζει και συμπτώματα μελαγχολίας με αποτέλεσμα οι γονείς του να εγκρίνουν τελικά την επιθυμία του να μεταβεί στο εξωτερικό για σπουδές. Οπότε έφυγε ξανά το 1782, για ιατρικές σπουδές στο Μονπελιέ στη Γαλλία.

Eπαγγελματικά βήματα
Έτσι, στις 9 Οκτώβρη 1782 θα φτάσει στο Montpellier -μ' ενδιάμεσους σταθμούς το Λιβόρνο και τη Μασσαλία- για να εγγραφεί στην ιατρική σχολή του τοπικού πανεπιστημίου. Σ' αυτό δίδασκαν τότε οι Broussonet, Grimaud, και Chaptal. Κατά το διάστημα της εκεί φοίτησής του θ' ασχοληθεί με τη μελέτη αρχαίων ελλήνων και λατίνων συγγραφέων, καθώς και νεότερων δυτικών φιλοσόφων.

Τον Ιούλιο του 1783 πληροφορείται το θάνατο του πατέρα του, ενώ τον επόμενο χρόνο πρόκειται να χάσει και τη μητέρα του. Είναι η περίοδος που θα αντιμετωπίσει οικονομικά προβλήματα παρά τη χρηματική ενίσχυση που δεχόταν από το δάσκαλό του Keun και άλλους στενούς του φίλους. Για βιοποριστικούς λόγους έκανε μεταφράσεις στα γαλλικά από γερμανικά κι αγγλικά βιβλία, όπως η "Κατήχησις" του Ρώσου Μητροπολίτη Πλάτωνος κι η "Κλινική Ιατρική" του Γερμανού ιατροφιλοσόφου Selle, καθώς κι άλλα κείμενα ιατρικού περιεχομένου.

Το 1786 κυκλοφορεί την πτυχιακή του εργασία με τίτλο "Πυρετολογίας Σύνοψις", όπου μελετά το εν λόγω φαινόμενο στα πλαίσια μιας ιπποκρατικής προσέγγισης. Από τις 11 Ιουλίου του ίδιου χρόνου και για τους επόμενους 4 μήνες αναλαμβάνει και διδακτικά καθήκοντα στο πανεπιστήμιο του Montpellier παραδίδοντας το ειδικό μάθημα "Περί Καρδιάς, Αρτηριών & Φλεβών".

Το 1787 ολοκληρώνει τη διδακτορική του διατριβή "Ένας Ιπποκρατικός Γιατρός", στην οποία γίνεται αναφορά στις ηθικές δεσμεύσεις που συνεπάγεται ο πρώτος ιπποκρατικός αφορισμός.Το 1788, έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές του, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι με σκοπό ν' ασχοληθεί αποκλειστικά με τα γράμματα και την εθνική αφύπνιση. Μετά το τέλος των σπουδών του, σκόπευε να εξασκήσει το επάγγελμα του γιατρού στα Επτάνησα. Πριν την επιστροφή του, όμως, στον ελλαδικό χώρο θα επισκεφθεί το Παρίσι, όπου πρόκειται τελικά να εγκατασταθεί μόνιμα.

Φθάνει στη γαλλική πρωτεύουσα στις 24 Μάη 1788 εφοδιασμένος με συστατικές επιστολές καθηγητών του. Ενώ δέχτηκε τη γαλλική υπηκοότητα, η συνείδησή του παρέμεινε καθαρά ελληνική. Εκεί συνέχισε να κάνει μεταφράσεις ιατρικών κυρίως βιβλίων στα γαλλικά και ταυτόχρονα άρχισε να συγγράφει κείμενα σχετικά με τη κατάσταση του ελληνισμού. Το 1795 κυκλοφορεί την "Εισαγωγή Στη Μελέτη Της Ιατρικής" του Selle, με δικό του πρόλογο και τον επόμενο χρόνο το "Ιατρικές Παρατηρήσεις" του ίδιου συγγραφέα από κοινού με το "Ιατρικόν Συνέκδημον". Στα 1796 επίσης, θα δημοσιεύσει στο γαλλικό περιοδικό Magazin Encyclopèdique μια φιλολογική μελέτη σχετικά με ένα χωρίο του ρήτορα Δεινάρχου. Θ' ακολουθήσει στα 1798 η "Ιστορία Tης Iατρικής & Xειρουργικής" του άγγλου W. Black, που συνοδευόταν από πρωτότυπες παρατηρήσεις του κι αποσπάσματα αρχαίων ελληνικών ιατρικών έργων κατ' αντιπαράθεση με το κείμενο.

Η επίδραση των Ιδεών του Διαφωτισμού
Όντας εγκατεστημένος στη Γαλλία, υπήρξε μάρτυς των γεγονότων του 1789 και της ακόλουθης πολιτικής αλλαγής. Μες σ' αυτό το κλίμα κι έχοντας ενστερνιστεί τις ιδέες του Διαφωτισμού θα επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στη προσπάθεια των Ελλήνων για Ανεξαρτησία. Ενδεικτική αυτής του της πρόθεσης είναι η δημοσίευση στα 1798 της "Αδελφικής Διδασκαλίας". Πρόκειται για κείμενο που έγραψε -με αφορμή το θάνατο του Ρήγα- ως απάντηση στο ανώνυμο φυλλάδιο "Πατρική Διδασκαλία", το οποίο -αποδίδεται στον Αθανάσιο Πάριο, που κρυμμένος πίσω από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων 'Ανθιμο, καλεί τους Έλληνες να μείνουν υπόδουλοι στους Τούρκους και να μην επιθυμούν την ελευθερία τους-, αντιδρούσε απέναντι στον Διαφωτισμό, τη πνευματική πρόοδο κι υποστήριζε την Οθωμανική κυριαρχία.

Η πεποίθηση του για την ανάγκη απελευθέρωσης από τη τουρκική ηγεμονία θα τον οδηγήσει τα επόμενα χρόνια σ' ευρεία εκδοτική δραστηριότητα έργων αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Η κίνηση αυτή βασίστηκε στη σκέψη πως η πνευματική πρόοδος των συμπατριωτών του αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη πολιτική τους ανεξαρτησία. Θα εκδόσει, λοιπόν, το 1799 -με δαπάνες του Θωμά Σπανιωλάκη- στα γαλλικά κι ελληνικά τους "Χαρακτήρες" του Θεοφράστου, που αφιερώνει στους ελεύθερους Έλληνες του Ιονίου.
Επηρεασμένος από τις φιλελεύθερες ιδέες του Διαφωτισμού, μαχόταν με τα γραπτά του υπέρ της πνευματικής αναγέννησης της Ελλάδας. Κύριο μέλημά του ήταν η πνευματική ανάπτυξη του Γένους, που θεωρούσε προϋπόθεση για την ελευθερία και την ανεξαρτησία. Στην ανανέωση της παιδείας προσπάθησε να συμβάλει και σε πρακτικό επίπεδο, με τις φιλολογικές εκδόσεις αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων στην σειρά "Ελληνική Βιβλιοθήκη", αλλά και θεωρητικά, κυρίως στα προλεγόμενα που προέτασσε στις εκδόσεις, τους "Αυτοσχέδιους Στοχασμούς Περί Της Ελληνικής Παιδείας & Γλώσσης".

Το 1800 εκδίδει το ποίημα "'Ασμα Πολεμιστήριον" και την επόμενη χρονιά το "Σάλπισμα Πολεμιστήριον", με το ψευδώνυμο Ατρόμητος Μαραθώνιος. Μ' αυτά προσπάθησε να τονώσει τις ελπίδες των Ελλήνων για την απελευθέρωση και να ενισχύσει την αγωνιστική διάθεση, σε μια περίοδο που η εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο δημιουργούσε προσδοκίες για ενδεχόμενη βοήθεια των Γάλλων προς τους Έλληνες. Αποτέλεσμα αυτών των προσδοκιών ήταν και το κείμενό του "Υπόμνημα Περί Της Παρούσης Καταστάσεως Της Ελλάδος" το οποίο εξέφραζε τις ανησυχίες του για τη πολιτική κατάσταση της πατρίδας. Αντίστοιχου περιεχομένου φυλλάδιο είναι και το "Τι Πρέπει Να Κάμωσιν Οι Γραικοί Κατά Τας Παρούσας Περιστάσεις" (1805) με προτροπές και παραινέσεις προς τους ομογενείς.Το 1800 επίσης, τύπωσε το "Περί Ανέμων, Υδάτων & Τόπων" του Ιπποκράτη, εμπλουτισμένο με δικές του σημειώσεις, (έκδοση που βραβεύτηκε το 1810 από το Γαλλικό Ινστιτούτο, επιτρέποντάς του να προβεί με τα χρήματα που κέρδισε σ' επανέκδοσή του το 1816). Παράλληλα θα ασχοληθεί με την απόδοση στα ελληνικά του "Περί Αμαρτημάτων & Ποινών" του Ιταλού Beccarie. Το κείμενο θα κυκλοφορήσει το 1802 για να επανεκδοθεί πληρέστερο 20 περίπου χρόνια μετά, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί από τους μελλοντικούς Έλληνες δικαστές. Το 1802 επίσης θα προβεί στη διόρθωση του μυθιστορήματος "Τα Κατά Δάφνιν & Χλόην" του Λόγγου. Το 1804 κυκλοφορεί τα "Αιθιοπικά" του Ηλιοδώρου, με προτροπή και δαπάνη του φίλου του Αλέξανδρου Βασιλείου, που η εισαγωγή του είναι η πρώτη ελληνική πραγματεία για το λογοτεχνικό είδος του μυθιστορήματος. Το 1805, έχοντας εξασφαλίσει τη χορηγία των αδελφών Ζωσιμά θα δώσει στην εκδοτική του δραστηριότητα πιο συστηματική μορφή. Με τον τίτλο "Ελληνική Βιβλιοθήκη" θα κυκλοφορήσει στο διάστημα που ακολουθεί έως και το 1827 μια πολύτομη συλλογή αρχαίων κειμένων, που συνοδεύει με δικούς του προλόγους, με την χορηγία των αδερφών Ζωσιμά. Εκεί εξέδωσε, μεταξύ άλλων, τους "Βίους Παραλλήλους" του Πλουτάρχου, "Λόγους" του Ισοκράτη, τις 4 πρώτες ραψωδίες της Ιλιάδας, Γαληνό, Στράβωνα, Μάρκο Αυρήλιο, τα "Πολιτικά" και τα "Ηθικά Νικομάχεια" του Αριστοτέλη, τα "Απομνημονεύματα" του Ξενοφώντα, όλα με δικούς του προλόγους. Πρόκειται για τους λεγόμενους "Αυτοσχέδιους Στοχασμούς" ή "Προλεγόμενα", όπου εκθέτει τις απόψεις του για την ελληνική παιδεία και γλώσσα. Εκεί θα υποστηρίξει μεταξύ άλλων την ανάγκη για μετακένωση των ευρωπαϊκών ιδεών στα ελληνόφωνα σχολεία, από κοινού με τη χρήση μιας λόγιας δημοτικής γλώσσας για τη διευκόλυνση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η απήχηση των θέσεών του αυτών θα προκαλέσει αργότερα -με πρωτοβουλία των συμπατριωτών του- την έκδοση σε χωριστό τόμο όλων των προλόγων του.Τα παραπάνω έργα του συνέβαλαν ώστε να γίνει γνωστός στον κύκλο των ελλήνων και ξένων λογίων. Μεταξύ των προσωπικοτήτων με τις οποίες συνδέθηκε ήταν οι γάλλοι φιλόλογοι Κλαβιέ, Σαρτόν ντε λα Ροσσέτ, και ο ντ' Ανς ντε Βιλλουασόν, ενώ υπήρξε και μέλος -από κοινού με Γάλλους ιδεολόγους- της Societé des Observateurs de l' Homme. Την ίδια περίοδο -και με σύσταση του καθηγητή του Chaptal- θ' αναλάβει να μεταφράσει τη "Γεωγραφία" του Στράβωνα μαζί με τον La Porte-du Theil και τον γεωγράφο Gossellin. Γι' αυτή του τη προσπάθεια θα λάβει ισόβια σύνταξη 2000 φράγκων από το Γαλλικό Ινστιτούτο.Την έκδοση του πρώτου τόμου της "Ελληνικής Βιβλιοθήκης", θ' ακολουθήσει 2 χρόνια μετά ένα 2τομο έργο που περιλάμβανε "Λόγους & Επιστολές" του Ισοκράτη. Στο διάστημα από το 1809 έως και το 1814 θα κυκλοφορήσει σε 6 τόμους το "Βίοι Παράλληλοι" του Πλουτάρχου. Το 1809 θα εκδώσει, τα "Στρατηγήματα" του Πολυαίνου κι αμέσως μετά το "Μύθων Αισωπείων Συναγωγή" (1810). Τα δύο τελευταία αποτελούν "Πάρεργα" της "Ελληνικής Βιβλιοθήκης". Με δαπάνη ομογενών από τη Χίο κυκλοφορεί το 1814 το "Ξενοκράτους & Γαληνού: Περί Της Από Την Ενύδρων Τροφής". Εν συνεχεία, θα προβεί στην έκδοση των λατίνων συγγραφέων Στράβωνα και Μάρκου Αυρήλιου. Το έργο του πρώτου τυπώνεται σε 4 τόμους κατά το διάστημα 1815-19 και το αντίστοιχο του δεύτερου το 1816. Από το 1811 έως το 1820 έχει εκδώσει, επίσης, τις 4 πρώτες ραψωδίες της Ιλιάδας. Στα 1820 επίσης, θα κυκλοφορήσει ανώνυμα και τη δική του μετάφραση του θεολογικού έργου "Συμβουλή" τριών επισκόπων σχετικά με τις παρατυπίες του ορθόδοξου και καθολικού κλήρου.Τη περίοδο αυτή θα πρωτοστατήσει στην κοινή προσπάθεια των λογίων για την ενίσχυση της εκπαιδευτικής δραστηριότητας στα ελληνόφωνα σχολεία. Προμηθεύει με σύγχρονα εγχειρίδια καθώς και όργανα πειραματικής φυσικής και χημείας, πολλές σχολές, ενώ προτείνει και καθηγητές (μεταξύ αυτών οι Ν. Βάμβας, Κ. Κούμας, Θ. Καΐρης) για διάφορες διδασκαλικές θέσεις.

Παράλληλα, ενθαρρύνει μορφωμένους ομογενείς του να προβούν σε μεταφράσεις κειμένων της δυτικής διανόησης και φροντίζει για την αποστολή υποτρόφων στην Ευρώπη. Ακόμη, ζητά με επιστολές του την οικονομική συνδρομή πλουσίων ελλήνων εμπόρων για την υλοποίηση στόχων παιδευτικού χαρακτήρα, όπως η ίδρυση βιβλιοθηκών και σχολείων, καθώς κι η έκδοση διδακτικών βιβλίων. Η πολύπλευρη δράση του αυτό το διάστημα θα τον αποτρέψει από το να αναλάβει διδασκαλικά καθήκοντα παρά τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε κατά καιρούς. Έτσι, το 1814 απορρίπτει πρόταση να εργαστεί στο College de France, μετά το θάνατο του Bosquillon.

Νωρίτερα είχε αρνηθεί να διδάξει ελληνική φιλολογία στο ίδιο ίδρυμα ως αντικαταστάτης του Villoison αλλά και να δουλέψει ως οικοδιδάσκαλος στο σπίτι εύπορου άγγλου. Το 1816, πάλι, δεν θα δεχτεί καθηγητική θέση στο Γαλλικό Ινστιτούτο, για την οποία είχε προταθεί.

Οι απόψεις του
Στα προλεγόμενά του κατέθετε τις προτάσεις του για τη παιδεία, το περιεχόμενο, τα εγχειρίδια και τις μεθόδους της διδασκαλίας και κυρίως τη γλώσσα, που ήταν το βασικό μέλημα των λογίων κατά την περίοδο του Διαφωτισμού. Βασικές του ιδέες ήταν η ανάγκη μετακένωσης της δυτικής παιδείας στην Ελλάδα κι ο εκσυγχρονισμός της διδασκαλίας (μεταξύ άλλων υποστήριζε την αλληλοδιδακτική μέθοδο, την αποφυγή της χρήσης της αρχαίας γλώσσας στη διδασκαλία και τη συγγραφή νέων εγχειριδίων γραμματικής καθώς και λεξικών, για τα οποία κατέθετε συγκεκριμένες προτάσεις). Για την εφαρμογή των ιδεών του συμμετείχε στην ομάδα των λογίων που ίδρυσαν το 1811 το περιοδικό ΕΡΜΗΣ Ο ΛΟΓΙΟΣ, στο οποίο αρθρογραφούσε συχνά.

Ως κύριο στόχο είχε διαμόρφωση ενός γλωσσικού οργάνου κατάλληλου για την πνευματική ανάπτυξη.
Στα 1811 θα συμμετάσχει στην κίνηση πολλών σύγχρονών του ελλήνων λογίων, για την κυκλοφορία του περιοδικού, που πραγματευόταν θέματα φιλολογικού, φιλοσοφικού κι ευρύτερου πνευματικού χαρακτήρα. Προσδοκούσε ότι το 15ήμερο αυτό έντυπο θα συνέβαλε αποφασιστικά στην παιδευτική αναμόρφωση των συμπατριωτών του κι υπήρξε τακτικός συνεργάτης του.

Από το 1813, οπότε ξεσπά η διαμάχη για την επικράτηση της αρχαΐζουσας ή της σύγχρονης δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση, θα εκφράσει μέσα από τις στήλες του ΛΟΓΙΟΥ ΕΡΜΗ τις προσωπικές του θέσεις για το γλωσσικό ζήτημα. Ανάμεσα στις δυο αντίρροπες τάσεις της εποχής, την αποκλειστική χρήση της ομιλουμένης γλώσσας και την επαναφορά της αρχαίας, κράτησε ενδιάμεση στάση: βάση του ήταν η ομιλουμένη γλώσσα, για την οποία πρότεινε τον «καθαρισμό» από ξένες κι ιδιωματικές λέξεις και την γενικότερη «διόρθωση» από τους λογίους. Οι υποδείξεις του οδηγήσανε στη διαμόρφωση της γλωσσικής μορφής που ονομάστηκε καθαρεύουσα και γι' αυτές τις θέσεις δέχτηκε επικρίσεις τόσον από τους υποστηρικτές της αρχαΐζουσας όσο κι από τους υποστηρικτές της ομιλουμένης γλώσσας. Θεωρώντας τη γλώσσα βασικό εργαλείο για τη παιδεία προωθούσε τη καθιέρωση ενός κατανοητού γλωσσικού ιδιώματος, που δανειζότανε στοιχεία από την αρχαία ελληνική αλλά και τη καθομιλουμένη της εποχής του. Αυτή η μέση οδός είναι η δική του απάντηση στη φθορά που όπως πίστευε έχει υποστεί η ελληνική γλώσσα από τα αρχαία χρόνια ως τις μέρες του.

Ξεκινώντας, λοιπόν, από τη χυδαία -κατά τα λεγόμενά του- δημοτική θα επιδιώξει την τροποποίησή της σύμφωνα με τους κανόνες και τα πρότυπα της αρχαΐζουσας σε μια προσπάθεια εξευγενισμού της. Ανάμεσα στις καινοτομίες που εισάγει είναι η απαλοιφή λαϊκών και ξένων λέξεων -κυρίως τουρκικών- αλλά κι η δημιουργία νέων από το συνδυασμό ριζών και καταλήξεων των δύο γλωσσικών ιδιωμάτων. Η προσέγγισή του, λοιπόν, πλησιάζει τα όρια μιας απλής καθαρεύουσας, που παραμένει ωστόσο ανομοιογενής. Σε μεταγενέστερες συγγραφές του θα προσφύγει στη χρήση περισσότερων δημοτικών παρά αρχαϊκών στοιχείων για την γραικική γλώσσα, όπως ο ίδιος την αποκαλούσε.

Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν κι έως το 1821 έρχεται σε σφοδρή αντιπαράθεση με τους Ν. Δούκα, Στ. Κομμητά και Π. Κοδρικά, που ηγούνταν της παράταξης για τη καθιέρωση της καθαρεύουσας. Ο ίδιος χωρίς να υποστηρίζει τη χρήση της απλής δημοτικής, προωθεί τη συμβιβαστική λύση μιας μέσης οδού αποφεύγοντας τις ακρότητες. Υπέρ της θέσης αυτής τάχθηκαν οι Νεοφ. Βάμβας, Θ. Καΐρης, Κ. Κούμας, Θεοκλ. Φαρμακίδης κ.α. Σχετικά με το γλωσσικό ζήτημα είναι τα κείμενά του: "Σχολαστικοκατάργησις" (1818) και "Διατριβή Αυτοσχέδιος".

Μετά τον θάνατό του, -και παρά την μεγάλη επιρροή που άσκησε καθ' όλη τη διάρκεια της γλωσσικής διαμάχης- μόνο ο Κ. Κούμας και ο Θ. Φαρμακίδης παραμείνανε πιστοί στις θέσεις αυτές. Εκδηλώθηκαν εναντίον του αντιδράσεις, με αρνητικές κριτικές για τις πολιτικές και γλωσσικές του ιδέες.

Ο Κοραής και η Ελληνική Επανάσταση
Από το 1821 και με την έναρξη της ελληνικής επανάστασης θα κατευθύνει τη δράση του σύμφωνα με τη νέα κατάσταση που έχει δημιουργηθεί. Παρόλο που θεωρούσε ότι ο Αγώνας θα 'πρεπε να καθυστερήσει κατά 3 τουλάχιστον 10ετίες, εξαρχής υποστήριξε ενεργά την προσπάθεια των Ελλήνων για ανεξαρτησία. Όπως γράφει ο ίδιος, αιφνιδιασμένος από το κίνημα, που το περίμενε περί τα 1850, «το θηκάρι ερρίφθη πλέον μακριά και το σπαθί δεν θα ξαναεισέλθει». Θα συμμετάσχει, λοιπόν, ως ιδρυτικό στέλεχος στο Φιλελληνικό Κομιτάτο του Παρισιού (1825), που συγκροτήθηκε προκειμένου να προβάλει τις ελληνικές θέσεις σε ομογενείς και ξένους και να συγκεντρώσει απαραίτητες υλικές συνδρομές. Ο ίδιος θ' αναπτύξει συχνή αλληλογραφία με φιλέλληνες πολιτικούς -μεταξύ αυτών κι ο Τόμας Τζέφερσον- και λόγιους, αρθρογραφώντας παράλληλα σε ξένα έντυπα για την ενίσχυση της Επανάστασης. Φοβάται για το τι θα γίνει μετά την απελευθέρωση. Προφητεύει πως οι Έλληνες δε θα μπορέσουν ν' αυτοδιοικηθούν και θα ζητήσουν προστασία ξένης δύναμης. Κι όντως έτσι έγινε.

Το 1825 η Ελληνική Κυβέρνηση ζητά προστασία από την Αγγλία κι ετοιμάζεται ν' αποδεχτεί κάποιο ξένο βασιλιά στην Ελλάδα. Ο Κοραής προσπαθώντας ακόμα και τότε να βοηθήσει, προτρέπει τους Έλληνες να θεσπίσουν φιλελεύθερο σύνταγμα που να περιορίζει τις δικαιοδοσίες του βασιλιά. Ο Καποδίστριας αναλαμβάνει πρωθυπουργός κι αλλάζει η τροπή των πολιτικών πραγμάτων. Αν και δύσπιστος τάσσεται υπέρ του Καποδίστρια στην αρχή. Και πράγματι, ο Κοραής δεν ήταν πολιτικός. Ήταν ένας αγνός πατριώτης, ένας δυναμικός δημοκράτης, ένας ασυμβίβαστος άνθρωπος. Γι' αυτές του τις ενέργειες θα λάβει ευχαριστήρια επιστολή (9 Απριλίου 1827) από τα μέλη της Γ' Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας.

Αργότερα επιμελείται της ίδρυσης Λυκείου στο Παρίσι, κίνηση που προωθεί μέσω του Φιλελληνικού Κομιτάτου. Εκεί πρόκειται να διδάξουν οι Κ. Πιτσιπιός και Κ.Θ. Ράλλης.

Η συγγραφική δραστηριότητα

Όσον αφορά τη συγγραφική δραστηριότητα αυτής της περιόδου, θα συνεχίσει την έκδοση των αρχαίων ελλήνων συγγραφέων επιλέγοντας κατάλληλα για τις περιστάσεις κείμενα πολιτικού περιεχομένου.  Έτσι, το 1821 θα κυκλοφορήσει τα "Πολιτικά" του Αριστοτέλη, τα οποία συνοδεύει με την εισαγωγή "Πολιτικές Παραινέσεις". Θ' ακολουθήσουν τον επόμενο χρόνο τα "Ηθικά Νικομάχεια" του ίδιου, καθώς και τα κείμενα "Στρατηγικός" του Ονησάνδρου και "Πρώτο Ελεγείο" του Τυρταίου, που μετέφρασε ο ίδιος. Τα δύο τελευταία αφιερώνει στους μαχόμενους συμπατριώτες του.

Η επόμενη εκδοτική του προσπάθεια αφορά στις "Σημειώσεις Εις Το Προσωρινόν Πολίτευμα Της Ελλάδος" του 1822 και το έργο "Πολιτικά" του Πλουτάρχου (1824). Σ' αυτό θέτει ως πρόλογο το "Διάλογοι Περί Των Ελληνικών Συμφερόντων", όπου κάνει λόγο για τα πολιτικά προβλήματα της επαναστατημένης χώρας.

Το 1825 εκδίδει τα "Απομνημονεύματα" του Ξενοφώντα και τον "Γοργία" του Πλάτωνα για να κυκλοφορήσει ένα χρόνο αργότερα το "Εγχειρίδιο" του Επίκτητου καθώς και το "Λόγο Κατά Λεοκράτους" του Λυκούργου. Στα 1827 θα τυπώσει το έργο "Αρριανού Του Επικτήτου Διατριβών", βιβλία 4. Τα παραπάνω κείμενα επιλέχθηκαν από τον Κοραή για να προβάλλουν στους Έλληνες επίκαιρα ηθικά και πολιτικά ζητήματα. Στα προλεγόμενά τους ο συγγραφέας κάνει λόγο για την εξέλιξη των πολιτικών θεσμών και θεωριών από τους αρχαίους Έλληνες ως και τους νεότερους δυτικούς διανοητές.

Από το 1828 θα προβεί στην έκδοση του έργου "Γλωσσογραφικής Ύλης Δοκίμιον", που κυκλοφόρησε με το γενικό τίτλο "'Ατακτα". Πρόκειται για μια συλλογή λεξικογραφικού κυρίως υλικού, το οποίο είχε ήδη συγκεντρώσει κατά το διάστημα της ενασχόλησης του με τα αρχαία κείμενα της "Ελληνικής Βιβλιοθήκης". Αυτά τα γλωσσικά κι ερμηνευτικά στοιχεία προέρχονταν από την αρχαία, μεσαιωνική και νεοελληνική γραμματεία, αλλά κι από κείμενα της Παλαιάς & Καινής Διαθήκης και τη προφορική παράδοση.

Ως και το 1833 θα κυκλοφορήσει τους 5 πρώτους τόμους της συλλογής, ενώ μετά το θάνατό του θα εκδοθούν 2 ακόμη.Μετά την απελευθέρωση εναντιώθηκε στη πολιτική του Καποδίστρια, επειδή θεωρούσε αυταρχική την συγκέντρωση όλων των εξουσιών στο πρόσωπο του κυβερνήτη. Τις αντιπολιτευτικές του θέσεις διατύπωνε σε διαλογικά κείμενα που δημοσίευε με ψευδώνυμο. Για τη στάση του αυτή έφθασε να θεωρείται ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του. Οι δυο τους είχαν γνωριστεί το 1815 στο Παρίσι κι έκτοτε διατηρούσαν φιλική σχέση ανταλλάσσοντας συχνά επιστολές για την εκπαιδευτική και πολιτική κατάσταση στον ελλαδικό χώρο.

Μετά την ανάληψη, όμως, από τον Καποδίστρια της διακυβέρνησης της επαναστατημένης χώρας, ο Κοραής προέβαλε εχθρική στάση απέναντι του. Αιτία υπήρξε η συγκέντρωση όλων των εξουσιών στο πρόσωπο του Κυβερνήτη, που θεώρησε ως μια μορφή τυραννίας που πρόδιδε τις θυσίες των συμπατριωτών του. Η αρνητική γνώμη του για τον Καποδίστρια πιθανότατα υπήρξε αποτέλεσμα διαβολής του τελευταίου από αντιπάλους του.

Τον Σεπτέμβρη του 1830, θα κυκλοφορήσει το φυλλάδιο με τίτλο "Τι συμφέρει εις την ελευθερωμένην από Τούρκους Ελλάδα να πράξει, εις τας παρούσας περιστάσεις για να μην δουλωθεί εις χριστιανούς τουρκίζοντας". Εκεί, με το ψευδώνυμο Γ. Πανταζίδης, θα προβεί σ' επικριτικά σχόλια για τη πολιτική του Καποδίστρια και θα προτείνει ως λύση μια γαλλική παρέμβαση. Παρά την αντίδραση του Έλληνα Κυβερνήτη, θα δημοσιεύσει τον Οκτώβρη του επόμενου χρόνου -αγνοώντας τη δολοφονία του- έναν ακόμη αντικαποδιστριακό διάλογο με τον ίδιο τίτλο. Θα ακολουθήσει το κείμενο "Σύμμεικτα Ελληνικά από της αρχής της Κυβερνήσεως του Καποδίστρια κι εφεξής", του οποίου το πρώτο μέρος εκδόθηκε στο Παρίσι τον Οκτώβρη του 1831 και το δεύτερο τον Αύγουστο του 1832.

Το 1831, επίσης, θα κυκλοφορήσει το θεολογικού περιεχομένου κείμενο "Ιερατικόν Συνέκδημον", όπου υπερασπίζεται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα απορρίπτοντας ταυτόχρονα τις προλήψεις και δεισιδαιμονίες του ανατολικού κλήρου. Για τη καταπολέμηση των τελευταίων τίθεται υπέρ μιας ευρύτερης παιδείας των ιερωμένων που θα ξεπερνά την εκκλησιαστική μόρφωση. Αυτές του οι απόψεις προκάλεσαν την αντίδραση του Στέφανου Καραθεοδωρή, ο οποίος συνέταξε ως απάντηση την "Αντίρρησιν", αλλά και των Κ. Οικονόμου και Δ. Χατζερή.

Από την υπόλοιπη συγγραφική παραγωγή του, σώζεται ακόμη ένα ελληνογαλλικό λεξικό και μία νεοελληνική γραμματική, που βρέθηκαν σε χειρόγραφη μορφή μετά το θάνατό του. Ο ίδιος νωρίτερα είχε αναθέσει στους Χιώτες Φ. Φουρναράκη, Κ. Πιτζιπιό, Σ. Γαλάνη και Κ. Ράλλη, να συλλέξουν και να καταγράψουν όλα του τα χειρόγραφα, ώστε να παραδοθούν στους κληρονόμους του.Θα πεθάνει στο Παρίσι στις 6 Απρίλη 1833 έπειτα από σύντομη ασθένεια και θα ταφεί στο κοιμητήριο του Montparnasse.

Η εκδοτική κι εν γένει πνευματική δραστηριότητα του καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του κατευθύνεται από την επιθυμία του για πολιτική ανεξαρτησία των Ελλήνων. Την ιδέα αυτή έχει καλλιεργήσει κατά τη διαμονή του στο εξωτερικό, όποτε έρχεται σ' επαφή με τις ιδέες του Διαφωτισμού για να ενστερνιστεί τελικά τις θέσεις των Γάλλων Ιδεολόγων. Τίθεται, λοιπόν, υπέρ της επικράτησης ενός καθεστώτος ελευθερίας, δικαιοσύνης κι ισονομίας που προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα του πολίτη. Παρόλο που υποστήριζε τις πολιτικές καιοινωνικές μεταρρυθμίσεις στη Γαλλία, οι ακρότητες που ακολούθησαν την επανάσταση του 1789 θα προκαλέσουν την αντίδρασή του απέναντι στο φανατισμό και τις συγκρούσεις στους κόλπους των επαναστατών. Αναζητώντας το καταλληλότερο για τους συμπατριώτες του πολίτευμα, θα προβεί σε μελέτες συνταγματικού και ευρύτερου νομικού περιεχομένου.

Ήδη από το 1789 έχει μεταφράσει τη διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη με τον τίτλο "Δίκαια του ανθρώπου και του πολίτη". Η έρευνα του αναφορικά με τα συντάγματα της Γαλλίας, Αγγλίας κι ΗΠΑ, τον ωθεί να προτείνει τελικά για την επαναστατημένη χώρα το δημοκρατικό σύστημα των Αγγλοαμερικανών.