Άρθρα
Ερρίκος Ε΄ της Αγγλίας, ήταν βασιλιάς της Αγγλίας και θεωρείται ένας από τους πλέον πολεμοχαρείς βασιλείς του μεσαίωνα
Ερρίκος Ε΄ της Αγγλίας
Ο Ερρίκος Ε΄ της Αγγλίας (Henry V, 9 Αυγούστου 1387, Μόνμουθ Ουαλίας - 31 Αυγούστου 1422, Μπουά) ήταν βασιλιάς της Αγγλίας (1413-1422), και θεωρείται ένας από τους πλέον πολεμοχαρείς βασιλείς του μεσαίωνα. Το 2002 καταγράφηκε ως 72ος ανάμεσα στους 100 διασημότερους Βρετανούς. Υπήρξε υιός και διάδοχος του βασιλιά της Αγγλίας Ερρίκου Δ΄ και της Μαρίας του Μποχίν.
Ο πατέρας του εξορίστηκε το 1398, όταν ο Ερρίκος ήταν 12 ετών, και συνόδευσε τον νέο βασιλιά Ριχάρδο Β΄ στην εκστρατεία του στην Ιρλανδία. Την επόμενη χρονιά οι Λάνκαστερ επανέφεραν τον πατέρα του στον θρόνο και επανήλθε από την Ιρλανδία. Κατά τη διάρκεια της στέψης του πατέρα του ονομάστηκε Πρίγκιπας της Ουαλίας και πήρε τους τίτλους του δούκα του Λάνκαστερ, κόμη του Τσέστερ, δούκα της Ακουιτανίας και του δούκα της Κορνουάλης.
Συμμετείχε από την παιδική του ηλικία δυναμικά σε όλες τις μάχες, ενώ το 1403 τραυματίστηκε από βέλος. Μετά από επιμελή φροντίδα η ζωή του σώθηκε και το γεγονός τον έκανε ανθεκτικότερο στις μάχες, χωρίς να υπολογίζει κανένα κίνδυνο. Η μαχητικότητά του και το θάρρος του στην μάχη του Αζινκούρ απαθανατίστηκε από τον Σαίξπηρ.
Ο γάμος του με την κόρη του βασιλιά της Γαλλίας Αικατερίνη του Βαλουά σήμανε και το τέλος ενός 80ετούς καταστροφικού πολέμου μεταξύ των δύο χωρών, ενώ παράλληλα ορίστηκε και ο πρώτος τους γιος διάδοχος του γαλλικού θρόνου. Ο πρόωρος θάνατος του Ερρίκου Ε΄ την εποχή που ο πρώτος τους γιος, μέλλων Ερρίκος ΣΤ΄ της Αγγλίας, ήταν νεογέννητο, έκανε τους Γάλλους να αμφισβητήσουν την διαδοχή, φέρνοντας την συνέχιση του πολέμου με νέες μάχες.
Διακυβέρνηση
Από το 1408, λόγω της άσχημης υγείας του βασιλιά, ο νεαρός Ερρίκος άρχισε να παίρνει μέρος στις πολιτικές υποθέσεις. Οι θείοι του (1410) Ερρίκος και Τόμας Μπωφόρ, δούκας του Έξετερ, γιοί του Ιωάννη της Γάνδης, τον βοήθησαν σημαντικά στο έργο της διακυβέρνησης. Οι πολιτικές προτιμήσεις του νεαρού Ερρίκου ήταν αντιδιαμετρικά αντίθετες με αυτές του πατέρα του κάτι που εξόργισε τον βασιλιά και τον κήρυξε έκπτωτο από το συμβούλιο. Ακολούθησε εμφύλιος πόλεμος μεταξύ του πατέρα και του γιου, ενώ οι αδελφοί Μποφώρ προσπαθούσαν να εξαναγκάσουν τον βασιλιά σε παραίτηση.
Διαδέχθηκε τελικά τον πατέρα του, Ερρίκο Δ΄, με τον θάνατο του (20 Μαρτίου 1413). Ως βασιλιάς ήθελε να εξαλείψει από την πρώτη στιγμή όλες τις εσωτερικές διαμάχες και να ανακηρυχθεί βασιλιάς ενός έθνους ισχυρού και ενωμένου. Γι' αυτό το λόγο επανέφερε στην εύνοια του τον μέλλοντα βασιλιά Ριχάρδο Β΄, τον νεαρό Εδμόνδο Μόρτιμερ και όλους τους άλλους ευγενείς που είχε αποπέμψει ο πατέρας του. Χρησιμοποιούσε την προσωπική του επιρροή, προκειμένου να φέρει την ενότητα και να εξαλείψει όλες τις διαμάχες. Με εξαίρεση τη Συνωμοσία του Σαουθάμπτον (1415) του Ερρίκου Σκροπ και του Ριχάρδου του Κέμπριτζ, παππού του μέλλοντα βασιλιά Εδουάρδου Δ΄, δεν σημειώθηκε καμία άλλη ταραχή κατά τη διάρκεια της βασιλείας του.
Ο θρίαμβος του Αζενκούρ
Οι πόλεμοι του κατά της Γαλλίας ήταν ένα σημαντικό καθήκον για τον ίδιο. Ως βασιλιάς εξεστράτευσε για πρώτη φορά κατά της Γαλλίας κυριεύοντας το φρούριο του Αρφλέρ (Σεπτέμβριος 1415), ωστόσο η πολιορκία του φρουρίου προκάλεσε την εξάντληση του στρατού του.
Στη συνέχεια ήταν έτοιμος να βαδίσει με τον στρατό του κατά της γαλλικής υπαίθρου με την πρόθεση να καταλάβει το Καλαί. Ήρθε αντιμέτωπος με τη γαλλική αντίσταση στο Αζενκούρ (Agincourt), όπου ο εξαντλημένος στρατός του λογικά δεν είχε καμιά τύχη απέναντι στους Γάλλους ιππότες. Οι Γάλλοι είχαν πικρή ανάμνηση από τους Άγγλους τοξότες στις μάχες του Κρεσύ και του Πουατιέ, βάζοντας δύο ομάδες του στρατού τους να καλύψει το μέτωπο στους τοξότες απέναντι στο κύριο τμήμα του Γαλλικού στρατού που θα πραγματοποιούσε την επίθεση στους Άγγλους. Αλλά οι Άγγλοι τοξότες παγίδευσαν τους Γάλλους πίσω από τους θάμνους όπου δεν μπορούσαν να τους δουν και τους αποδεκάτισαν με τα βέλη τους. Ταυτόχρονα το έδαφος γεμάτο βάλτους δυσκόλεψε επικίνδυνα τα πράγματα για τους βαριά οπλισμένους Γάλλους ιππείς, πολλοί από τους οποίους πνίγηκαν στον βούρκο, ενώ τους υπόλοιπους αποδεκάτισαν οι Άγγλοι που είχαν άλλον έναν περήφανο θρίαμβο στις (25 Οκτωβρίου 1415).
Για άλλη μια φορά από την εποχή του Εδουάρδου του μαύρου πρίγκηπα, ήταν η τρίτη φορά μετά το Κρεσύ και το Πουατιέ όπου οι σαφώς ασθενέστεροι Άγγλοι συντρίβουν τους Γάλλους που υπερτερούν σε όλα τα επίπεδα, προπαντός σε αριθμό και σε όπλα.
Τα υπολείμματα του Γαλλικού στρατού επιχείρησαν τότε να ανασυνταχθούν κατά των Άγγλων και ο Ερρίκος Ε΄ δίνει εντολή για την εκτέλεση των ιπποτών Γάλλων αιχμαλώτων. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που ο Ερρίκος Ε΄ σπάει τον ιπποτικό κώδικα τιμής μεταξύ των αιχμαλώτων, η διαφύλαξη της ζωής των οποίων ήταν ως τότε κάτι σαν ιερό χρέος για τους Άγγλους βασιλείς. Την ασυναίσθητη αυτή ενέργεια ο Άγγλος βασιλιάς την έκανε από φόβο μην τυχόν και οι Γάλλοι αιχμάλωτοι ιππότες ενωθούν με το τμήμα του Γαλλικού στρατού που ανασυντάχθηκε.
Κατάληψη της Βόρειας Γαλλίας, διάδοχος του Γαλλικού θρόνου
Στο ναυτικό τομέα έδιωξε από τις γαλλικές ακτές τους Γενοβέζους συμμάχους των Γάλλων, την ίδια εποχή που ο αυτοκράτορας Σιγισμούνδος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (1420) πέτυχε τη σημαντική για τη Γαλλία Συνθήκη του Καντέρμπουρι, γεφυρώνοντας το σχίσμα μεταξύ των εκκλησιών.
Δύο χρόνια μετά τον θρίαμβο του Αζινκούρ (1417) ο Ερρίκος Ε΄ προετοιμάστηκε για ισχυρότερη επίθεση. Ολόκληρη η βόρεια Νορμανδία κατακτήθηκε εύκολα και άρχισε να πολιορκεί τη Ρουέν, που βρισκόταν στον δρόμο του προς το Παρίσι. Χειρίστηκε με επιδέξιες διπλωματικές κινήσεις τις εμφύλιες διαμάχες μεταξύ των Γάλλων, κατορθώνοντας να εξασθενήσουν σημαντικά οι δυνάμεις τους, κατέλαβε και τη Ρουέν (Ιανουάριος 1419).
Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου βρισκόταν έξω από το Παρίσι, αλλά οι ίντριγκες των Γάλλων οδήγησαν στην δολοφονία του Ιωάννη του ισχυρού από τους ακολούθους του δελφίνου Καρόλου στο Μοντερώ (Σεπτέμβριος 1419). Ο νέος δούκας Φίλιππος της Βουργουνδίας πολέμησε στο πλευρό του Ερρίκου. Μετά από έξι μήνες διαπραγματεύσεων, ο Ερρίκος Ε΄ της Αγγλίας ορίστηκε διάδοχος του γαλλικού θρόνου, μετά το γάμο του με την Αικατερίνη του Βαλουά (2 Ιουνίου 1420), κόρη του βασιλιά της Γαλλίας Καρόλου ΣΤ΄. Στη συνέχεια κατέλαβε το κάστρο του Μοντερώ, το Μελύν και επέστρεψε στην Αγγλία.
Επανήλθε σε νέες εκστρατείες (Ιούνιος 1421) καταλαμβάνοντας εύκολα το Ντρε, και στη συνέχεια το Μω, αλλά στις 31 Αυγούστου 1422 πέθανε ξαφνικά στο Μπουά, μάλλον από δυσεντερία. Ο μικρός γιος του Ερρίκος ΣΤ΄ της Αγγλίας, μόλις λίγων μηνών, δεν είχε στεφτεί ακόμα συμβασιλέας και η σύζυγος του Αικατερίνη του Βαλουά παντρεύτηκε έναν Άγγλο ευγενή, τον Όουεν Τυδώρ, παππού του μέλλοντα βασιλιά της Αγγλίας Ερρίκου Ζ΄. O πρόωρος θάνατος του απέτρεψε την κατοχή του Γαλλικού στέμματος από την δυναστεία των Πλανταγενετών, κάτι το οποίο θα ήταν σίγουρο αν ζούσε.
Τάσος Ισαάκ, ήταν Κύπριος που δολοφονήθηκε σε διάρκεια αντικατοχικής διαδήλωσης
Τάσος Ισαάκ
Ο Τάσος Ισαάκ ήταν Κύπριος που δολοφονήθηκε σε διάρκεια αντικατοχικής διαδήλωσης στην περιοχή της νεκρής ζώνης, στη Δερύνεια της επαρχίας Αμμοχώστου. (1972 - 11 Αυγούστου 1996)
Το 1996 η Kυπριακή Oμοσπονδία Mοτοσικλετιστών οργάνωσε αντικατοχική πορεία με αφετηρία το Βερολίνο και τερματισμό την κατεχόμενη Κερύνεια.
H πορεία ξεκίνησε στις 2 Aυγούστου του 1996 από την πύλη του Βρανδεμβούργου στο Βερολίνο. Oι μοτοσικλετιστές ακολούθησαν μια μεγάλη διαδρομή μέσα από χώρες της Eυρώπης για να καταλήξουν στην Kύπρο στις 10 Αυγούστου. Στην πορεία συμμετείχαν και ξένοι μοτοσικλετιστές.
Στις 11 Aυγούστου επτά χιλιάδες μοτοσικλετιστές θα πραγματοποιούσαν την αντικατοχική πορεία προς την Kερύνεια. Η Τουρκική κατοχική δύναμη απειλούσε ότι θα άνοιγε πυρ και αυτό ανησυχούσε τις αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Aπό την 1η Aυγούστου η πορεία απασχολούσε το Eθνικό Συμβούλιο και τα άλλα σώματα της κυβέρνησης. Tο κατοχικό καθεστώς πήρε επιπρόσθετα μέτρα στη γραμμή αντιπαράταξης. Παράλληλα, είχαν δοθεί εντολές να πυροβολούνται όσοι επιχειρούσαν να περάσουν στα κατεχόμενα.
Oι μοτοσικλετιστές αρχικά φαίνονταν αποφασισμένοι να πραγματοποιήσουν την πορεία και να φθάσουν τελικά στην Kερύνεια, προβάλλοντας παράλληλα τη θέση ότι δεν είχαν πρόθεση να συγκρουστούν ούτε με την Aστυνομία, αλλά ούτε και με τα Hνωμένα Έθνη και ότι η πορεία τους ήταν ειρηνική.
Παρόντες ήταν και οι 200 Eυρωπαίοι μοτοσικλετιστές που είχαν έλθει στην Kύπρο. Ωστόσο, μετά από συνάντηση που είχε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Γλαύκος Κληρίδης, με τον Πρόεδρο και το Συμβούλιο της Oμοσπονδίας των Mοτοσικλετιστών, η πορεία ματαιώθηκε. Όπως δήλωσε ο πρόεδρος της ομοσπονδίας, Γιώργος Xατζηκώστας, σύμφωνα με ό,τι του είχε αναφέρει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, η Κύπρος ετίθετο σε κίνδυνο με προέλαση των Tούρκων. Έτσι μια πολύ καλά οργανωμένη πορεία διαλύθηκε και μετατράπηκε σε μια ανεξέλεγκτη πορεία που κανείς δεν ήταν σε θέση να ελέγξει πλέον.
H κατάσταση ξέφυγε από τα οργανωμένα πλαίσια. Oι μοτοσικλετιστές άρχισαν να κινούνται προς διάφορες κατευθύνσεις. Tα πρώτα μικροεπεισόδια σημειώθηκαν στο ΣOΠAZ, στη Λευκωσία. Oι διαδηλωτές πέρασαν στη νεκρή ζώνη. Oι κατοχικές δυνάμεις άναψαν φωτιά για να τους απομακρύνουν. Στη Δερύνεια η κατάσταση ήταν χειρότερη, αφού άρχισαν οι συγκρούσεις για να εξελιχθούν στη συνέχεια σε δραματικές. Mοτοσικλετιστές και άλλοι διαδηλωτές βρέθηκαν αντιμέτωποι με τους ένοπλους στρατιώτες της κατοχικής δύναμης αλλά και οργανωμένους Τούρκους και Τουρκοκύπριους αντιδιαδηλωτές που περιελάμβαναν και οργανωμένες ομάδες των Γκρίζων Λύκων.
O Tάσος Iσαάκ, στην προσπάθεια του να βοηθήσει έναν άλλον Eλληνοκύπριο, τον οποίο κτυπούσαν οι Tούρκοι, δέχθηκε επίθεση και έπεσε στο χώμα. Γύρω του μαζεύτηκαν μεγάλος αριθμός Τούρκων και Τουρκοκύπριων αντιδιαδηλωτών καθώς και μέλη της λεγόμενης αστυνομίας του ψευδοκράτους και άρχισαν να τον κτυπούν επανειλημμένα με πέτρες, ρόπαλα, λοστούς, μέχρις ότου αυτός εξέπνευσε. Mέλη της Eιρηνευτικής Δύναμης του ΟΗΕ, τα οποία ήταν παρόντα στην σκηνή, επέλεξαν να μην επέμβουν.
Kαθοδηγητής της δολοφονικής δράσης εναντίον του Tάσου Iσαάκ φέρεται να ήταν ο αρχηγός του παραρτήματος των Γκρίζων Λύκων στα κατεχόμενα, Mεχμέτ Aρσλάν. Tο άψυχο κορμί του Tάσου μεταφέρθηκε στο Nοσοκομείο Παραλιμνίου, όπου τρεις μέρες αργότερα έγινε η κηδεια του.
Ευγένιος Ντελακρουά, η "ιερή μορφή" του ρομαντισμού
Ευγένιος Ντελακρουά
η «ιερή μορφή» του ρομαντισμού
Ο Ευγένιος Νελακρουά επηρεάστηκε από το φιλελληνικό ρεύμα της εποχής του και ορισμένα από τα σημαντικότερα έργα του είχαν πηγή έμπνευσης τον αγώνα των Ελλήνων για ανεξαρτησία και τα δεινά που έπληξαν τον σκλαβωμένο λαό. Ο Ferdinand Victor Eugène Delacroix γεννήθηκε στις 26 Απριλίου του 1798 στο Charenton-Saint-Maurice της Γαλλίας. Ο πατέρας του υπήρξε μέλος της πιο βίαιης φατριάς κατά την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης και μετέπειτα υπουργός Εξωτερικών του Διευθυντηρίου.
Ο Ευγένιος Νελακρουά έρχεται στον κόσμο στις 26 Απριλίου του 1797. Το ότι επέζησε των παιδικών του χρόνων είναι ένα θαύμα αφού είχε καταπληκτικό ιστορικό ατυχίας:
Ως βρέφος, γλίτωσε από πυρκαγιά η οποία του άφησε σημάδια στο σώμα και το πρόσωπο, γλίτωσε τον πνιγμό όταν βρέθηκε στη θάλασσα από αμέλεια της νταντάς του, ενώ γλίτωσε και από μια δηλητηρίαση.
Επιπλέον, επιχείρησε να κρεμαστεί, χωρίς να επιθυμεί να αυτοκτονήσει, μιμούμενος αυτά που είδε σε μια έκθεση που έδειχνε κάποιον στην αγχόνη.
Ένας τσαρλατάνος της εποχής πάντως αποφάνθηκε ότι ο πιτσιρίκος ακολουθούσε όσα του προδιέγραφε το ωροσκόπιό του: «θα γίνει ένας άντρας διάσημος, μα η ζωή του θα είναι σκληρή, βασανιστική και πάντα θα χαρακτηρίζεται από αντιφάσεις».
Μετά τις πρώτες σπουδές στο Lycée Napoléon, όταν αποφάσισε ότι ήθελε να γίνει ζωγράφος, μπήκε στο ατελιέ του βαρόνου Pierre-Narcisse Guérin ως μαθητευόμενος. Συμμαθητής του ήταν ο Ary Scheffer με τον οποίο διατήρησε ανταγωνιστική σχέση για όλη του τη ζωή. Ολοκλήρωσε το πρώτο του σημαντικό έργο, Δάντης και Βιργίλιος, στο δικό του εργαστήριο.
Όταν το είδε ο Guérin, εξαγριώθηκε και του είπε ότι ήταν παράλογο, απεχθές και υπερβολικό. Παρόλα αυτά, το έργο ενθουσίασε όταν παρουσιάστηκε σε έκθεση στο Salon το 1822. Η ελληνική επανάσταση που μαίνονταν ενέπνευσε τον ζωγράφο που δημιούργησε ορισμένα από τα κορυφαία του έργα.
Ο πίνακας «Η Ελλάδα θρηνεί στα ερείπια του Μεσολογγίου» και άλλα μικρότερα έργα εμπνευσμένα από τους ελληνικούς αγώνες παρουσιάστηκαν σε μια έκθεση τα έσοδα της οποίας πήγαν στους αγωνιζόμενους Έλληνες. Η έκθεση αυτή είχε τεράστια επιτυχία και πλήθος κόσμου έσπευσε να την επισκεφτεί. Τον επόμενο χρόνο δημιούργησε ένα ακόμα σημαντικό έργο του, τον «Σαρδανάπαλο» από το δράμα του Λόρδου Βύρωνα, τον οποίο θαύμαζε ιδιαίτερα. Μεγάλη γοητεία του ασκούσαν και οι ήρωες του William Shakespeare, του Sir Walter Scott και του Johann Wolfgang von Goethe.
Το 1831 επανεμφανίστηκε στο Salon με έξι έργα του και μετά αποχώρησε για το Μαρόκο. Αρνήθηκε να επισκεφτεί την Ιταλία, φοβούμενος μήπως οι παλαιοί δάσκαλοι επηρεάσουν την γνησιότητα και την αυτάρκεια του έργου του. Συνέχισε να εργάζεται ακατάπαυστα, συχνά μεγάλα έργα με ιστορικό θέμα που εξίσου συχνά γινόταν δεκτά στο Salon όχι με ιδιαίτερη θέρμη.
Το 1845 προσλήφθηκε για να διακοσμήσει τη Βιβλιοθήκη του Λουξεμβούργου, το 1847 την αίθουσα των υπουργών, την οροφή της Πινακοθήκης του Απόλλωνα στο Λούβρο το 1849 και αυτήν του Salon de la Paix του ξενοδοχείου Hôtel de Ville το 1853.
Ο Eugène Delacroix έφυγε από τη ζωή στις 13 Αυγούστου του 1863. Τον επόμενο χρόνο εγκαινιάστηκε έκθεση των έργων του στην Boulevard des Italiens, η οποία περιελάμβανε 174 πίνακες (οι περισσότεροι μεγάλων διαστάσεων) και 303 σχέδια και λιθογραφίες, στην οποία έγινε εμφανής στο ευρύτερο κοινό η ακούραστη δημιουργικότητά του καθώς και η εξαίρετη χρήση εκ μέρους του των χρωμάτων.
«Ο Delacroix ήταν παθιασμένα ερωτευμένος με το πάθος, αλλά ήταν ψυχρά αποφασισμένος να εκφράσει το πάθος όσο πιο καθαρά γίνεται» είπε γι’ αυτόν ο Charles Baudelaire.
Βάσω Μανωλίδου, ήταν Ελληνίδα ηθοποιός
Βάσω Μανωλίδου
Η Βάσω Μανωλίδου, ήταν Ελληνίδα ηθοποιός.(Αθήνα, 1912 - 11 Αυγούστου 2004)
Η Βάσω Μανωλίδου γεννήθηκε στην Αθήνα τον Αύγουστο του 1912 .
Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και στο Ελληνικό Ωδείο.
Το 1932 εμφανίστηκε για πρώτη φορά με το Εθνικό Θέατρο στον «Έμπορο της Βενετίας» του Σαίξπηρ και συνέχισε στο ίδιο θέατρο (1932-1943), (1950-1951) και από το (1955 μέχρι το 1980).
Το 1939 υποδύθηκε το ρόλο της Οφηλίας στην παράσταση του Άμλετ του Σαίξπηρ στην Αγγλία και στη συνέχεια επέστρεψε με ελληνικούς θιάσους στην Ελλάδα.
Ερμήνευσε τους βασικότερους ρόλους σε πλείστα θεατρικά έργα όπως κατά σειρά: "Θυσία του Αβραάμ", "Φυντανάκι", "Βασιλιάς Λήρ", "Ταπεινοί και καταφρονεμένοι", "Φάουστ", "Γλάρος", "Ρωμαίος και Ιουλιέτα", "Πειρασμός", "Άμλετ", "Καίσαρ και Κλεοπάτρα", "Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα" κ.ά.
Συνεργάσθηκε επίσης ως συνθιασάρχης με τους Παππά, Δενδραμή, Βεάκη, Μαίρη Αρώνη και Δημήτρη Χορν. Επίσης στα θέατρα «Κοτοπούλη» και «Μουσούρη».
Με τη Βάσω Μανωλίδου συνεργάστηκαν επίσης πολλοί σκηνοθέτες όπως ο Aλέξης Σολωμός, ο Tάκης Mουζενίδης, ο Μιχάλης Κακογιάννης, ο Αλέξης Μινωτής.
Στον κινηματογράφο έπαιξε στις ταινίες: Eξω φτώχεια του Δημ. Γαζιάδη (1932) και Tο σταυροδρόμι του πεπρωμένου του Tζ. Mπερνούτσιο (1954).
Πραγματοποίησε καλλιτεχνικές περιοδείες στην Κωνσταντινούπολη, την Αίγυπτο και την Κύπρο.
Ήταν ξαδέρφη της Mαίρης Aρώνη. Της απονεμήθηκε ο Xρυσός Σταυρός Eποποιίας και ο Tαξιάρχης του Tάγματος του Φοίνικος.
Η Βάσω Μανωλίδου μιλούσε επίσης γαλλικά και αγγλικά και ήταν μόνιμος κάτοικος Παλαιού Φαλήρου.
Πέθανε πλήρης ημερών στις 11 Αυγούστου του 2004 και κηδεύτηκε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.
Η Βάσω Μανωλίδου θεωρούταν η τελευταία από τους μεγάλους του ελληνικού θεάτρου.
Γεώργιος Βλάχος, Έλληνας δημοσιογράφος, εκδότης και θεατρικός συγγραφέας
Γεώργιος Βλάχος (δημοσιογράφος)
Ο Γεώργιος Βλάχος ήταν Έλληνας δημοσιογράφος, εκδότης και θεατρικός συγγραφέας. (1886 - 10 Αυγούστου 1951)
Υπήρξε ο εμπνευστής και εκδότης της εφημερίδας «Η Καθημερινή», που από την ίδρυσή της το 1919 και μέχρι σήμερα θεωρείται από τις σημαντικότερες της ελληνικής κεντροδεξιάς.
Γιος του συγγραφέα Άγγελου Βλάχου, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1886. Απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, αρχικά εργάστηκε ως τμηματάρχης στην Εθνική Τράπεζα, ενώ το 1914 εξέδωσε το λογοτεχνικό περιοδικό «Παναθήναια». Έγραψε επίσης και διάφορα θεατρικά έργα.
Το 1919 εξέδωσε την «Καθημερινή», που γρήγορα εξελίχθηκε στην σημαντικότερη εφημερίδα της αντιβενιζελικής παράταξης. Στις 14 και 17 Αυγούστου 1922 με δύο άρθρα του («Οίκαδε» και «Πομερανοί») στην «Καθημερινή», κατ' εντολή του Γούναρη (όπως δήλωσε αργότερα), υποστήριξε την εσπευσμένη επιστροφή της Στρατιάς Μικράς Ασίας στην Ελλάδα, αδιαφορώντας για τους εκεί ελληνικούς πληθυσμούς. Για αυτά τα δύο άρθρα κατηγορήθηκε από τους βενιζελικούς ότι υπέσκαψε το ηθικό των μαχόμενων τμημάτων και συντέλεσε στην κατάρρευση του μετώπου.
Στα ταραγμένα χρόνια του μεσοπολέμου, ο Βλάχος υποστήριζε ότι η αρμονική ενσωμάτωση των λεγόμενων «Νέων Χωρών» στο ελληνικό κράτος θα γινόταν εφικτή μόνο με παραχώρηση δικαιωμάτων σε μειονοτικούς πληθυσμούς όπως οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης, οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης και οι Σλαβόφωνοι της Φλώρινας και της Καστοριάς, θέση ριζικά αντίθετη από αυτή των βενιζελικών που πίστευαν στην ανταλλαγή πληθυσμών και την ομογενοποίηση της Βόρειας Ελλάδας με την συστηματική καλλιέργεια ελληνικού εθνικού φρονήματος. Η υιοθέτηση τέτοιων θέσεων από τον Βλάχο και την «Καθημερινή» ήταν εν πολλοίς αναπόφευκτη, καθώς οι προσφυγικοί πληθυσμοί της Βόρειας Ελλάδας υποστήριζαν φανατικά τον Βενιζέλο.
Η Καθημερινή στήριξε το 1936 την υπηρεσιακή κυβέρνηση του Ιωάννη Μεταξά, καθώς και τη Δικτατορία της 4ης Αυγούστου αργότερα.
Στις 8 Μαρτίου 1941 δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» η «ανοικτή επιστολή προς τον Αδόλφο Χίτλερ» του Γ. Βλάχου, που θεωρείται από τα σπουδαιότερα δημοσιογραφικά κείμενα της περιόδου.
Tο 1941, ο Γεώργιος Βλάχος δημοσίευσε στην εφημερίδα Καθημερινή την «Ανοικτή επιστολή» προς τον Αδόλφο Χίτλερ. Το άρθρο έφτασε μέσα σε λίγες ώρες στις πιο απομακρυσμένες γραμμές του μετώπου του πολέμου και ενέπνευσε στρατιώτες και πολίτες. Μέσα σε λίγες μέρες το άρθρο τυπώνεται σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα, αναδημοσιεύεται στον ξένο τύπο μεταφρασμένο και τα πρακτορεία ειδήσεων σημειώνουν με θαυμασμό «τη γενναία φωνή ενός γενναίου λαού» και η «Καθημερινή» γράφει μια σπουδαία σελίδα στην Ιστορία της ελληνικής δημοσιογραφίας.
"Ανοικτή επιστολή προς την Α.Ε. τον κ. Α. Χίτλερ, Αρχικαγκελλάριον του Γερμανικού Κράτους
Ἐξοχώτατε,
Ἡ Ἑλλάς, τὸ γνωρίζετε, ἠθέλησε νὰ μείνη ἔξω τοῦ παρόντος πολέμου. Ὅταν ἐξερράγη, ἤρχιζε μόλις ν᾿ ἀναρρωννύη ἀπὸ πλῆθος βαθυτάτων πληγῶν, τὰς ὁποίας εἶχον καταλίπει εἰς τὸ σῶμα της πόλεμοι ἐξωτερικοὶ καὶ ἐσωτερικαὶ διαιρέσεις, καὶ οὐδὲ δυνάμεις εἶχε, οὐδὲ διὰθεσιν, οὐδὲ λόγον ν᾿ ἀναμιχθῆ εἰς πόλεμον, τοῦ ὁποίου, ἂν τὸ τέλος πέπρωται πάντως νὰ ἔχη δι᾿ ὅλον τὸν κόσμον συνεπείας σημαντικάς, ἡ ἀρχή του δὲν παρουσίαζε δι᾿ αὐτὴν ἀμέσους κινδύνους. Ἂς μὴ ληφθοῦν ὑπ᾿ ὄψει αἱ δηλώσεις της αἱ σχετικαί. Ἂς μὴ ληφθοῦν ὑπ᾿ ὄψει τὰ ἔγγραφα τὰ ὁποῖα εἰς ἐπίσημον Βίβλον ἐδημοσίευσε. Ἂς μὴ ληφθῆ ὑπ᾿ ὄψει τὸ πλῆθος τῶν λόγων, τῶν κειμένων, τῶν ἀποδείξεων διὰ τῶν ὁποίων πιστοποιεῖται ἡ ἐπίμονος αὕτη ἀπόφασίς της, νὰ μείνη ἐκτὸς τοῦ πολέμου. Καὶ ἂς ληφθῆ τοῦτο μόνον: Τὸ ὅτι ἡ Ἑλλὰς ὅταν οἱ Ἰταλοὶ ἔπνιξαν εἰς τὸν λιμένα τῆς Τήνου τὴν «Ἕλλην» καὶ εὗρε τὰ θραύσματα τῶν τορπιλλῶν καὶ ἐβεβαιώθη ὅτι ἦσαν ἰταλικά, τὰ ἔκρυψε. Διατί;... Διότι, ἂν τὰ ἀπεκάλυπτε θὰ ἦτο ὑποχρεωμένη ἢ νὰ κηρύξη τὸν πόλεμον ἢ νὰ δεχθῆ τὴν κήρυξιν τοΰ πολέμου.
Δὲν ἤθελε λοιπὸν τὸν πόλεμον μὲ τοὺς Ἰταλοὺς ἡ Ἑλλάς. Οὔτε μόνη, οὔτε μὲ Συμμάχους, οὔτε μὲ βαλκανικούς, οὔτε μὲ Ἄγγλους. Ἤθελε εἰς τὴν μικρὰν αὐτὴν γωνίαν τῆς γῆς νὰ ζήση κατὰ δύναμιν ἥσυχος, ἐπειδὴ ἦτο κατάκοπος, ἐπειδὴ εἶχε πολεμήσει πολὺ καὶ ἐπειδὴ ἡ γεωγραφική της θέσις εἶναι τοιαύτη ὥστε νὰ μὴ θέλη νὰ ἔχη ἐχθροὺς οὔτε τοὺς Γερμανοὺς εἰς τὴν ξηράν, οὔτε τοὺς Ἄγγλους εἰς τὴν θάλασσαν. Μέχρι τῆς στιγμῆς ἐκείνης, τῆς στιγμῆς κατὰ τὴν ὁποίαν ἐπνίγη ἡ «Ἕλλη», ἡ Ἑλλὰς εἶχε, ἑκτὸς τῶν εἰρηνικῶν της διαθέσεων, πρόσθετον ἀσφάλειαν, δύο ὑπογραφάς, τὴν Ἰταλικήν, ἡ ὁποία τὴν εἶχε κατὰ πάσης ἐκ μέρους της ἐπιθέσεως ἀσφαλίσει, καὶ τὴν Ἀγγλικήν, ἡ ὁποία ἦλθεν ὡς αὐθόρμητος τῆς ἀκεραιότητός της ἐγγύησις.
Ἐν τούτοις, ὅταν ὀλίγον μετὰ τὴν «Ἕλλην» παρουσιάσθησαν ἁπταὶ ἀποδείξεις τῆς μελλούσης ἰταλικῆς ἐπιθέσεως, ἡ Ἑλλάς, πεισθεῖσα ὅτι ἡ μία ὑπογραφὴ δὲν εἶχεν ἀξίαν, δὲν ἐστράφη ὡς ὤφειλε πρὸς τὴν ἄλλην, ἀλλ᾿ ἐστράφη -τὸ ἐνθυμεῖσθε, Ἐξοχώτατε;- πρὸς Ὑμᾶς. Καὶ ἐζήτησε τὴν προστασίαν τὴν ἰδικήν σας. Καὶ τί ἀπηντήθη τότε εἰς τὴν Ἑλλάδα;... Τί ἀπηντήθη δὲν γνωρίζω καλῶς. Γνωρίζω ὅμως ἐκ στόματος τοῦ ἀποθανόντος πρωθυπουργοῦ μας, ὅτι ἡ Γερμανία ἀπήντησεν εἰς τὸ διάβημά μας συνιστῶσα νὰ μὴ δώσωμεν ἀφορμὴν -νὰ μὴ ἐπιστρατευθῶμεν δηλαδὴ- καὶ νὰ εἴμεθα ἥσυχοι. Δὲν ἐδώσαμεν λοιπὸν ἀφορμήν, δὲν ἐπεστρατεύθημεν, ἐμέναμεν ἥσυχοι ἢ μᾶλλον ἐκοιμώμεθα ἥσυχοι -διότι τὴν προηγουμένην μᾶς εἶχον κάμει καὶ γεῦμα οἱ Ἰταλοὶ- ὁπόταν μᾶς παρουσιάσθη μὲ τὸ τελεσίγραφον ὁ πρέσβυς τῆς Ἰταλίας.
Τότε λοιπὸν ποῦ καὶ πρὸς ποῖον ἠθέλατε νὰ στραφῆ ἡ Ἑλλάς;... Πρὸς τοὺς Ἰταλούς, τῶν ὁποίων εἶχε εἰς τὴν τσέπην της, μαζὶ μὲ τὰ θραύσματα τῶν τορπιλλῶν, καὶ τὴν ἄνευ ἀξίας ὑπογραφήν; Ἂλλ᾿ αὐτοὶ τῆς εἶχον κηρύξει τὸν πόλεμον. Πρὸς Ὑμᾶς; Ἂλλ᾿ Ὑμεῖς ἀτυχῶς εὐρίσκεσθε ἐκεῖνο ἀκριβῶς τὸ πρωί, εἰς τὰς 28 Ὀκτωβρίου, εἰς Φλωρεντίαν. Νὰ μείνη μόνη; Ἀλλ᾿ οὔτε ἀεροπορίαν εἶχε, οὔτε ὑλικόν, οὔτε χρήματα, οὔτε στόλον. Ἐστράφη λοιπὸν πρὸς τὴν τελευταίαν ἀπομείνασαν ὑπογραφήν: Πρὸς τοὺς Ἄγγλους. Καὶ αὐτοί, τῶν ὁποίων ἐκαίετο ἡ Πατρίς, οἱ ὁποῖοι ἠγρύπνουν εἰς τὰς ἀκτὰς τῆς Μάγχης ἀνήσυχοι, οἱ ὁποῖοι τότε -ὅπως τὸ εἶχον δηλώσει- δὲν εἶχον ἐπαρκῆ τὰ μέσα διὰ τὴν ἰδίαν των προστασίαν, ἦλθαν. Ἦλθαν ἀμέσως. Ἄνευ ἀξιώσεων, ἄνευ διαπραγματεύσεων, ἄνευ χαρτιῶν. Καὶ μετ᾿ ὀλίγας ἡμέρας, εἰς τὸ Μέτωπον τὸ ὁποῖον εἶχεν ἀνοίξει εἰς τὰ βουνὰ τῆς Ἠπείρου ὁ βάναυσος ἰταλικὸς αἰφνιδιασμός, ἔπιπταν Ἕλληνες στρατιῶται καὶ ὁ πρῶτος Ἄγγλος ἀεροπόρος.
Τί συνέβη ἀπὸ τὰς ὥρας ἐκεῖνας, τὸ γνωρίζετε καὶ Σεῖς καὶ ὁ κόσμος ὁλόκληρος. Νικῶνται οἱ Ἰταλοί. Καὶ νικῶνται ἐκεῖ, στρατιωτικῶς, σῶμα πρὸς σῶμα, ἀπὸ ἡμᾶς, τοὺς μικρούς, τοὺς ἀδυνάτους. Ὄχι ἀπὸ τοὺς Ἄγγλους. Διότι Ἄγγλος στρατιώτης δὲν ἐπάτησεν εἰς τὴν Ἀλβανίαν. Νικῶνται. Διατί; Διότι δὲν ἔχουν ἰδανικά, διότι δὲν ἔχουν ψυχήν. Διότι...
- Ἀλλ᾿ αὐτὸ εἶναι ἔξω τοῦ θέματος. Ἀπέναντι τῆς μάχης αὐτῆς βέβαιον εἶναι, διότι μᾶς ἐδηλώθη, ὅτι ἐμείνατε θεατής: «Ἡ ὑπόθεσις αὐτή, μᾶς εἴπατε, δὲν μ᾿ ἐνδιαφέρει. Εἶναι ἱστορία ἰταλική. Δὲν θὰ ἐπέμβω παρὰ μόνον ὅταν Ἀγγλικὸς στρατὸς ἀποβιβασθῆ εἰς τὴν Θεσσαλονίκην, εἰς μεγάλας ποσότητας». Θὰ ἠμπορούσαμεν, ἔκτοτε, Ἐξοχώτατε, νὰ Σᾶς ἐρωτήσωμεν: «Καὶ ἡ Φλωρεντία;... Καὶ τὸ ὅτι τὴν ἡμέραν ἀκριβῶς κατὰ τὴν ὁποίαν μᾶς ἐπετίθεντο οἱ Ἰταλοί, συνηντᾶσθε μαζί τους εἰς τὰς ὄχθας τοῦ Ἄρνου καὶ τοὺς παρεδίδατε τὴν Ἑλλάδα;»... Ἀλλὰ δὲν ἠθελήσαμεν. Μαζὶ μὲ τὰ θραύσματα τῶν ἰταλικῶν τορπιλλῶν ἐκρύψαμεν εἰς τὴν τσέπην μας καὶ τὴν Φλωρεντίαν καί, ὅταν κάποιοι ἀδιάκριτοι μᾶς τὴν ἐνεθύμιζαν, ἀπηντῶμεν: «Διεφώνησαν. Τοὺς ἐγέλασαν οἱ Ἰταλοί». Διατί;
Διότι ἔτσι ἠθέλαμεν νὰ πιστεύωμεν. Διότι μᾶς συνέφερεν ἔτσι. Ἔπειτα, καθὼς ἐπροχωροῦμεν ἡμεῖς εἰς τὴν Ἀλβανίαν, ἐπροχώρουν καὶ αἱ σχέσεις τῆς Γερμανίας καὶ τῆς Ἑλλάδος. Ὁ Ἀγκυλωτὸς Σταυρὸς ἐκυμάτιζε εἰς τὸ Μέγαρον τῆς ἐν Ἀθήναις πρεσβείας σας τὴν πρώτην τοῦ Ἔτους, κατήρχετο μεσίστιος ὅταν ἀπέθνησκεν ὁ ἀείμνηστος Μεταξᾶς, ὁ πρέσβυς σας ἤρχετο νὰ συγχαρῆ τὸν νέον Πρωθυπουργόν, αἱ μεταξὺ Ὑμῶν καὶ ἡμῶν ἐμπορικαὶ συναλλαγαὶ εἶχον ἐπαναρχίσει καὶ διεμαρτυρήθητε κάποτε ἐντόνως διότι μία ἐφημερὶς τῆς Ἀμερικῆς ἔγραψεν ὅτι γερμανικὰ τάνκς παρουσιάσθησαν εἰς τὴν Ἀλβανίαν. Ὅλα λοιπὸν καλά. Ἡμεῖς εἰς τὴν Ἀλβανίαν, Σεῖς θεαταί, καὶ οἱ Ἄγγλοι σύμμαχοί μας μὲ τὰ ἀεροπλάνα των, μὲ τὸν Στόλον των... - ΜΟΝΟΝ. Γνωρίζετε πόσον προσεπαθήσαμεν νὰ εἶναι τὸ «ΜΟΝΟΝ» τοῦτο πραγματικόν;... Ἀρκεῖ νὰ ἀναφερθῆ ὅτι, ὅταν ἓν Ἀγγλικὸν ἀεροπλάνον ἔπεσεν εἰς τὴν Θεσσαλονίκην, παρεκαλέσαμεν τοὺς Ἄγγλους νὰ μὴ τὸ σηκώσουν αὐτοί. Διὰ νὰ μὴ παρουσιασθοῦν ἐκεῖ ἔστω καὶ δέκα Ἄγγλοι στρατιῶται. Διὰ νὰ μὴ παρεξηγηθῶμεν, διὰ νὰ μὴ δώσωμεν ἀφορμήν. Γελᾶτε;... Ἔχετε δίκαιον.
Ἀλλὰ κατὰ τὸ διάστημα τοῦτο, ἐνῷ ἐδῶ εἴχομεν ὅπως ἔχομεν σχέσεις, ἐνῷ ἡ ἐκ τῆς στάσεως τῆς Γερμανίας δημιουργηθεῖσα κάποια γαλήνη ἔμενεν ἀδιατάρακτος, Σεῖς ἠρχίσατε νὰ συγκεντρώνετε στρατεύματα εἰς τὴν Ρουμανίαν. Τὰ πρῶτα ἦσαν πρὸς ἐκπαίδευσιν τῶν Ρουμάνων. Τὰ δεύτερα πρὸς προστασίαν τῶν πετρελαίων. Τὰ τρίτα διὰ νὰ κρατήσουν τὰ σύνορα. Τὰ τέταρτα... - ἀλλὰ τὰ τέταρτα πλέον ἦσαν τριακόσιαι χιλιάδες. Τότε ὁ ὑπογεγραμμένος μετέβη δημοσιογραφῶν εἰς τὴν Βουλγαρίαν, ἐπέρασε τὸν δρόμον τὸν ὁποῖον τώρα περνοῦν οἱ στρατοί σας καὶ ἐπανελθὼν εἶπεν εἰς τὸν μακαρίτην Πρωθυπουργόν:
- Ὁ μέχρι Σόφιας δρόμος ἔχει τώρα, προσφάτως, διαπλατυνθῆ. Αἱ ξύλιναι γέφυραι ἔχουν τώρα, προσφάτως, ὑποστηριχθῆ μὲ πασσάλους. Τὰ ὑπολείμματα τῆς ξυλείας εὑρίσκονται ἀκόμη ἐκεῖ. Εἶναι προφανὲς ὅτι οἱ Βούλγαροι ἔχουν ἑτοιμάσει τώρα, ὅπως ὅπως, τὸν δρόμον διὰ νὰ περάση στρατός...
Καὶ μετὰ τοῦτο;... Μετὰ τοῦτο, τί ἔπρεπε νὰ κάμη ἡ Ἑλλάς; Νὰ ζητήση βοήθειαν; Νὰ μὴ ζητήση; Νὰ πιστεύση; Νὰ μὴ πιστεύση; Νὰ βλέπη τοὺς Γερμανοὺς εἰς τὰ σύνορα τὰ βουλγαρικά, νὰ τοὺς μετρᾶ περνῶντας τὸν Δούναβιν, νὰ τοὺς παρακολουθῆ εἰσερχομένους εἰς τὴν Σόφιαν, νὰ τοὺς βλέπη συμμαχοῦντας μὲ τοὺς Βουλγάρους, ν᾿ ἀκούη τοὺς Βουλγάρους ὁμιλοῦντας περὶ τῶν ἐθνικῶν των διεκδικήσεων, καὶ νὰ στέκη ἀμέριμνος ἐν τῇ πεποιθήσει ὅτι οἱ Γερμανοὶ εὑρίσκονται εἰς τὴν Κοῦλαν διὰ νὰ προφυλάξουν τὰ πετρέλαια τὰ ρουμανικά;...
Ἀλλ᾿ ἔστω, ἂς τ᾿ ἀφήσωμεν ὅλα αὐτά, τὰ γενόμενα, τὰς δηλώσεις, τὴν ἱστορίαν καὶ ἂς ἔλθωμεν εἰς τὰ πράγματα. Φαίνεται -λέγουν τοῦ κόσμου τὰ ραδιόφωνα- ὅτι οἱ Γερμανοὶ θέλουν νὰ εἰσβάλουν εἰς τὴν Ἑλλάδα. Σᾶς ἐρωτῶμεν: ΔΙΑΤΙ; Ἂν ἡ κατὰ τῆς Ἑλλάδος ἐπιχείρησις, ὡς συμφέρουσα εἰς τὸν Ἄξονα, ἦτο ἀπ᾿ ἀρχῆς ἀναγκαία, τότε δὲν θὰ παρουσιάζετο πρὸ τεσσάρων μηνῶν μόνος ὁ κ. Γκράτσι εἰς τὰς τρεῖς τὸ πρωί. Θὰ παρουσιάζοντο ἡ Ἰταλία καὶ ἡ Γερμανία μαζί, ἄλλως, μὲ ἄλλο τελεσὶγράφον, ἄλλου περιεχομένου, ἄλλης προθεσμίας, ἄλλης μορφῆς.
Δὲν ὑπῆρξε, λοιπόν, ἀπ᾿ ἀρχῆς ἡ κατὰ τῆς Ἑλλάδος ἐπιχείρησις εἰς τὸν Ἄξονα ἀναγκαία. Εἶναι λοιπὸν τώρα;... Ἀλλὰ διατί;... Μήπως διὰ νὰ μὴ δημιουργηθῆ Μέτωπον κατὰ τῆς Γερμανίας εἰς τὰ Βαλκάνια; Ἀλλ᾿ αὐτὰ εἶναι μυθιστορήματα. Οὔτε ἡ μαχομένη Ἑλλάς, οὔτε ἡ Ἀγγλία -τὸ λέγει σαφῶς τὸ ἐπίσημον ἀνακοινωθὲν τῆς προχθεσινῆς 6ης Μαρτίου, ἀλλὰ τὸ λέγει σαφέστερον ἀκόμη ἡ λογικὴ- οὔτε ἡ Σερβία, οὔτε ἡ Τουρκία, ἔχουν λόγον νὰ προκαλέσουν τὴν ἐξάπλωσιν τοῦ πολέμου. Αὐτὸς ποὺ εἶναι καὶ ὅπου εἶναι, τοὺς φθάνει. Ἀλλὰ τότε;... Μὴ διὰ νὰ σωθοῦν εἰς τὴν Ἄλβανίαν οἱ Ἰταλοί;... Ἀλλὰ περὶ ποίου εἴδους σωτηρίας θὰ πρόκειται; Οἱ Ἰταλοὶ δὲν θὰ εἶναι ἡττημένοι ὁριστικῶς, τελεσιδίκως, παγκοσμίως καὶ αἰωνίως μόλις καὶ εἷς μόνον Γερμανὸς στρατιώτης πατήση εἰς τὴν Ἑλλάδα; Δὲν θὰ φωνάζη ὅλος ὁ κόσμος ὅτι σαράντα πέντε ἑκατομμύρια αὐτοί, ἀφοῦ ἐπετέθησαν ἐναντίον ἡμῶν ποὺ εἴμεθα μόλις ὀκτώ, ἐζήτησαν τώρα τὴν βοήθειαν ἄλλων ὀγδοῆντα πέντε ἑκατομμυρίων, διὰ νὰ σωθοῦν;... Καὶ εἰς τὸ τέλος, ἂν θέλουν νὰ σωθοῦν, διατὶ νὰ ἔλθουν ἄλλοι κατὰ τρόπον ἀπολύτως ἐξευτελιστικὸν δι᾿ αὐτοὺς νὰ τοὺς σώσουν, ἀφοῦ τοὺς σώζομεν εὐχαρίστως ἡμεῖς χωρὶς ἐξευτελισμούς; Ἂς φύγουν μόνοι ἀπὸ τὴν Ἀλβανίαν οἱ Ἰταλοί. Ἂς εἰποῦν παντοῦ ὅτι μᾶς ἐνίκησαν, ὅτι ἐκουράσθησαν νὰ μᾶς κυνηγοῦν, ὅτι ἐχόρτασαν ἀπὸ δόξαν καὶ ἂς φύγουν. Ἡμεῖς τοὺς βοηθοῦμεν.
Ἀλλὰ θὰ μᾶς ἐρωτήσετε ἴσως, Ἐξοχώτατε: «Καλὰ ὅλα αὐτά. Καὶ οἱ Ἄγγλοι;...» Ἀλλὰ τοὺς Ἄγγλους, Ἐξοχώτατε, δὲν τοὺς ἐφέραμεν ἡμεῖς, τοὺς ἔφεραν εἰς τὴν Ἑλλάδα οἱ Ἰταλοί. Τώρα λοιπὸν εἰς αὐτοὺς τοὺς ὁποίους ἔφεραν οἱ Ἰταλοί, νὰ τοὺς εἰποῦμεν νὰ φύγουν;... Καί, ἔστω, νὰ τοὺς εἰποῦμεν νὰ φύγουν. Ἀλλὰ εἰς ποιούς; Εἰς τοὺς ζωντανούς. Πῶς ὅμως νὰ διώξωμεν τοὺς νεκρούς, αὐτοὺς ποὺ ἔπεσαν εἰς τὰ βουνά μας, αὐτοὺς ποὺ προσεγειώθησαν εἰς τὴν Ἀττικὴν πληγωμένοι καὶ ἀφῆκαν ἐδῶ τὴν τὲλευταίαν πνοήν, αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι, ἐνῷ ἐκαίετο ἡ πατρὶς των, ἦλθαν καὶ ἠγωνίσθησαν ἐδῶ, καὶ ἔπεσαν ἐδῶ καὶ εὑρῆκαν ἐδῶ ἕνα τάφον;... Ἀκοῦτε, Ἐξοχώτατε, ὑπάρχουν ἀτιμίαι αἱ ὁποῖαι εἰς τὴν Ἑλλάδα δὲν γίνονται. Καὶ αὐτὰ εἶναι καθαραὶ ἀτιμίαι. Οὔτε τοὺς νεκρούς, οὔτε τοὺς ζωντανοὺς ἠμποροῦμεν νὰ διώξωμεν. Δὲν θὰ διώξωμεν κανένα, καὶ θὰ σταθῶμεν μαζὶ των, ἐδῶ, μέχρις ὅτου κάποια λάμψη ἀκτὶς ἡλίου καὶ περάση ἡ καταιγίς.
Καὶ Σεῖς; Σεῖς -λέγουν πάντοτε- θὰ ἐπιχειρήσετε νὰ εἰσβάλετε εἰς τὴν Ἑλλάδα. Καὶ ἡμεῖς, λαὸς ἀφελὴς ἀκόμη, δὲν τὸ πιστεύομεν. Δὲν πιστεύομεν ὅτι στρατὸς μὲ ἱστορίαν καὶ μὲ παράδοσιν -αὐτὸ καὶ οἱ ἐχθροί του δὲν τὸ ἀρνοῦνται- θὰ θελήση νὰ κηλιδωθῆ διὰ μιᾶς πράξεως παναθλίας. Δὲν πιστεύομεν ὅτι ἕνα Κράτος πάνοπλον, ὀγδοήκοντα πέντε ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων, μαχόμενον διὰ νὰ δημιουργήση εἰς τὸν Κόσμον «νέαν τάξιν πραγμάτων» -τάξιν, φανταζόμεθα, ἀρετῆς- θὰ ζητήση νὰ πλευροκοπήση ἕνα Ἔθνος μικρόν, ποῦ ἀγωνίζεται ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας του, μαχόμενον πρὸς μίαν Αὐτοκρατορίαν σαράντα πέντε ἑκατομμυρίων.
Διότι τί θὰ κάμη ὁ Στρατὸς αὐτός, Ἐξοχώτατε, ἂν ἀντὶ πεζικοῦ, πυροβολικοῦ καὶ μεραρχιῶν, στείλη ἡ Ἑλλὰς φύλακας εἰς τὰ σύνορά της εἴκοσι χιλιάδας τραυματιῶν, χωρὶς πόδια, χωρὶς χέρια, μὲ τὰ αἵματα καὶ τοὺς ἐπιδέσμους, διὰ νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν;... Αὐτοὺς τοὺς στρατιώτας φύλακας θὰ ὑπάρξη στρατὸς διὰ νὰ τοὺς κτυπήση;
Ἀλλ᾿ ὄχι, δὲν πρόκειται νὰ γίνη αὐτό. Ὁ ὀλίγος ἢ πολὺς στρατὸς τῶν Ἑλλήνων ποὺ εἶναι ἐλεύθερος, ὅπως ἐστάθη εἰς τὴν Ἤπειρον, θὰ σταθῆ, ἂν κληθῆ, εἰς τὴν Θράκην. Καὶ τί νὰ κάμη;... Θὰ πολεμήση. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θὰ ἀγωνισθῆ. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θ᾿ ἀποθάνη. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θ᾿ ἀναμείνη τὴν ἐκ Βερολίνου ἐπιστροφὴν τοῦ δρομέως, ὁ ὁποῖος ἦλθε πρὸ πέντε ἐτῶν καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὴν Ὀλυμπίαν τὸ φῶς, διὰ νὰ μεταβάλη εἰς δαυλὸν τὴν λαμπάδα καὶ φέρη τὴν πυρκαϊὰν εἰς τὸν μικρόν, τὴν ἔκτασιν, αλλὰ μέγιστον αὐτὸν τόπον, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἔμαθε τὸν κόσμον ὅλον νὰ ζῆ, πρέπει τώρα νὰ τὸν μάθη καὶ ν᾿ ἀποθνήσκη.
Μετ᾿ ἐξόχου τιμῆς
Γ. Α. ΒΛΑΧΟΣ"
Περισσότερα Άρθρα...
- Νικόλας Άσιμος, ο Μπαγάσας της ζωής μας τραγουδοποιός, τραγουδιστής, στιχουργός, συνθέτης του ελληνικού ροκ και όχι μόνο
- Ίαν Λάνκαστερ Φλέμινγκ, ήταν Άγγλος συγγραφέας, έγινε διάσημος γεια τη σειρά κατασκοπευτικών μυθιστορημάτων του θρυλικού Τζέϊμς Μποντ
- Έρμαν Έσσε, ο βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας συγγραφέας και ποιητής που ξεκίνησε ως βιβλιοπώλης
- Μάρκος Μπότσαρης, ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης του 1821