Άρθρα
Αντώνης Αγγελούλης (Βρατσάνος), η κορυφαία φυσιογνωμία του ΕΛΑΣ, ο επιφανέστερος σαμποτέρ της Εθνικής Αντίστασης
Αντώνης Αγγελούλης (Βρατσάνος)
Ο Αντώνης Αγγελούλης (Βρατσάνος), (Λάρισα 1919-Αθήνα 25 Νοεμβρίου 2008) ήταν κορυφαία φυσιογνωμία του ΕΛΑΣ, ο επιφανέστερος σαμποτέρ της Εθνικής Αντίστασης. Αργότερα έγινε αξιωματικός του ΔΣΕ, έζησε εξόριστος στην Τασκένδη ενώ συνεργάστηκε και με τον Κάρολο Παπούλια ενάντια στην δικτατορία.
Βιογραφικό
Ο Αγγελούλης γεννήθηκε στη Λάρισα το 1919. Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο συμμετείχε στο αλβανικό μέτωπο ως έφεδρος ανθυπολοχαγός. Μετά την πτώση της Ελλάδας στους ναζιστές κατακτητές, ο Αγγελούλης πέρασε στις γραμμές της Εθνικής Αντίστασης, ως μέλος του ΕΑΜ.
Στον ΕΛΑΣ αναδείχθηκε ως ο κορυφαίος σαμποτέρ της Εθνικής Αντίστασης, συμμετέχοντας στα πλέον σημαντικά σαμποτάζ εις βάρος των κατακτητών. Στη δράση του συμπεριλαμβάνεται η ανατίναξη τραίνου στην κοιλάδα των Τεμπών που κατευθυνόταν στο Ανατολικό Μέτωπο το Φλεβάρη του 1944. Τέλη 1944 ή αρχές 1945 κυκλοφόρησε το βιβλίο του Αντώνη Αγγελούλη Βροντάει ο Όλυμπος από τις κομματικές εκδόσεις του ΚΚΕ, θεωρείται το πρώτο βιβλίο απομνημονευμάτων για την Εθνική Αντίσταση που κυκλοφόρησε.
Η σαμποταριστική του δράση συνεχίστηκε και στον Εμφύλιο στην Ελλάδα ως αντισυνταγματάρχη μηχανικού του ΔΣΕ.
Με την υποχώρηση του ΔΣΕ ο Αγγελούλης βρέθηκε πολιτικός πρόσφυγας στην Τασκένδη του Ουζμπεκιστάν και στη Ρουμανία.
Το 1956 διαφώνησε με την επέμβαση των ξένων Κομμουνιστικών Κομμάτων στα εσωτερικά του ΚΚΕ και η νέα καθοδήγηση του κόμματος προχώρησε στη διαγραφή του.
Κατα τη διάρκεια της Χούντας ανέπτυξε αντιστασιακή δράση και συνεργάστηκε μεταξύ άλλων και με τον μετέπειτα Έλληνα Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια.
Μετά την αναγνώριση από την Πολιτεία της Εθνικής Αντίστασης, ο Αγγελούλης αρνήθηκε να υποβάλλει αίτηση αναγνώρισης ως ένδειξη διαμαρτυρίας για το ότι άλλοι συναγωνιστές του δεν είχαν παρόμοια προνόμια.
To 2007 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας τον παρασημοφόρησε για τη Αντιστασιακή του δράση.
Πέθανε το Νοέμβριο του 2008, και κηδεύτηκε με πολιτική κηδεία. Ο Πρόεδρος Κάρολος Παπούλιας, χαρακτήρισε τον Αντώνη Αγγελούλη εμβληματική φυσιογνωμία της Εθνικής Αντίστασης ενώ τόνισε πως ο Βρατσάνος προσέφερε στην Πατρίδα πολύ περισσότερα από αυτά που του επιστράφησαν. Το 2012 στο μουσείο Εθνικής Αντίστασης της Λάρισσας έγιναν τα αποκαλυπτήρια της προτομής του.
Στην ταινία Κόκκινο Τρένο (1982) του Τάκη Σιμωνετάτου, τον ρόλο του Βρατσάνου υποδύεται ο Νίκος Λυκομήτρος.
Αγία Αικατερίνη η Μεγαλομάρτυς
Αγία Αικατερίνη η Μεγαλομάρτυς
Η Αγία Αικατερίνη ή Αικατερίνη της Αλεξάνδρειας, γνωστή και ως Μεγαλομάρτυς Αγία Αικατερίνη και κατά τους υμνολόγους της Ορθόδοξης Εκκλησίας Αικατερίνα (282 - 305), ήταν μία από τους Μεγαλομάρτυρες της Ορθοδοξίας, που έμεινε ακλόνητη στα πιστεύω της παρά τις πιέσεις και τα βασανιστήρια που υπέστη, κατά τον πρώιμο 4ο αιώνα.
Έζησε επί εποχής Μαξιμίνου, απόλυτου άρχοντα της Αιγύπτου, ιδιαίτερου χριστιανομάχου και ότι ήταν βασιλικού γένους, ούσα κόρη του αριστοκράτη τότε Κώνστα. Έτυχε μεγάλης μόρφωσης και ήταν κάτοχος της λατινικής γλώσσας και της ελληνικής φιλολογίας. Σπούδασε φιλοσοφία και ρητορική και πολλές ξένες γλώσσες της εποχής της. Από νεαρή ηλικία προσελκύσθηκε από την χριστιανική διδασκαλία την οποία μελέτησε και αφού ασπάσθηκε τον Χριστιανισμό, εργάσθηκε με έντονη δράση και ενθουσιασμό για την διάδοσή του επιτυγχάνοντας πολλά χάριν της ρητορικής της δεινότητας και των πολλών γνώσεών της. Την Αικατερίνη όμως εκτός της σοφίας και των αρετών της, την διέκρινε και το σπάνιο κάλλος της μορφής της. Λέγεται ότι στην ηλικία των 18 ετών επισκέφτηκε τον Ρωμαίο αυτοκράτορα, ο οποίος ήταν πιθανόν ο Μαξιμίνος Β ή ο Μαξέντιος, και προσπάθησε να τον πείσει για το ότι ήταν εσφαλμένοι οι διωγμοί που διεξήγε κατά των Χριστιανών. Πέτυχε όμως να μεταστρέψει στον Χριστιανισμό την γυναίκα του αυτοκράτορα.
Τούτο προήλθε από μία σύγχυση με μια ωραιότατη αριστοκράτισσα της Αλεξάνδρειας που είχε αποκρούσει τις ακόλαστες προτάσεις του Μαξιμίνου και εξ αυτού τιμωρήθηκε με δήμευση όλης της περιουσίας της υπ΄ αυτόν, της οποίας την ιστορία είχε γράψει ο εκκλησιαστικός συγγραφέας του 4ου αιώνα Ευσέβιος.
Η σύγχυση όμως αυτή διαλύθηκε πρώτα από την διαπίστωση ότι ουδεμία τέτοια λεπτομέρεια του βίου της Αγίας δεν αναφέρεται στη βιογραφία εκείνης και ούτε του μαρτυρικού της θανάτου, αλλά και από στοιχεία (σχόλια) από άλλο συγγραφέα βεβαιώνεται ότι η περί ής ο λόγος Αλεξανδρινή αριστοκράτισσα λεγόταν Δωροθέα. Πάντως η Αγία Αικατερίνη από νεαρότατη ηλικία είχε δείξει ασυνήθη ευσέβεια και προσήλωση στα Θεία όπου και ο θρύλος ότι δέχθηκε το "δακτυλίδι πνευματικής μνηστείας" από μέρους του Χριστού που της προσκόμισε η αειπάρθενος Μητέρα Του ή κατ΄ άλλους από τον Ίδιον.
Ιστορία
Δυστυχώς για την δράση και την ζωή της Αγίας δεν υπάρχουν καθόλου ιστορικές πληροφορίες κανένας ιστορικός δεν την αναφέρει και ούτε ένας μάρτυρος δεν επιβεβαιώνει την ύπαρξή της και μέχρι του τέλους του 9ου αιώνα και με δεδομένο ότι η εποχή του "μαρτυρικού της θανάτου" προσδιορίσθηκε περί το 305 υπάρχει σιωπή πέντε αιώνων η οποία είναι αδύνατον να μη προσδώσει στις κατοπινές πληροφορίες κάποιες αοριστίες χωρίς αυτές όμως να σημαίνουν πως η σχετική παράδοση περί της Αγίας Αικατερίνης στερούνται ιστορικής βάσης, όπου και ο λόγος της αναγκαίας καταγραφής των.
Σύμφωνα με τον Ρουφίνο, το πρώτο της όνομα ήταν Δωροθέα. Μετά την βάφτισή της όμως, έλαβε το όνομα Αικατερίνα, αυτή δηλαδή που είναι πάντα καθαρή, αγνή, (αιέν καθαρινά, δηλαδή "η πάντοτε αγνή"). Έζησε στην Αλεξάνδρεια, στα χρόνια του βασιλιά Μαξιμίνου, είχε αριστοκρατική καταγωγή και τεράστια μόρφωση.
Σίγουρα απετέλεσε ένα αντίπαλο δέος στην Ελληνίδα φιλόσοφο Υπατία κατά τη μεσαιωνική σκέψη· Παρόμοια με την Υπατία, λέγεται ότι ήταν σοφή (ιδιαιτέρως όσον αφορά στη φιλοσοφία και τη θεολογία), πολύ όμορφη, αγνή, και ότι δολοφονήθηκε άγρια λόγω της δημόσιας έκθεσης τής πίστης της —105 χρόνια προ του θανάτου της Υπατίας (αν και τα πρώτα κείμενα που την αναφέρουν, ή οι διάφορες παραλλαγές τους, χρονολογούνται πολύ αργότερα).
Εξιστόρηση θρύλων
Σύμφωνα με τους θρύλους (παράδοση) και τα Συναξάρια της Αγίας Αικατερίνης, όταν πληροφορήθηκε ο Αυτοκράτορας Μαξιμίνος όσα διαδίδονταν περί των ιδεών της και του τρόπου της ζωής της Αγίας, ανέθεσε σε πενήντα ή κατ΄ άλλους σε εκατόν πενήντα περίφημους ρήτορες, (ο αριθμός εξ αντιθέτου χαρακτηρίζει την ρητορική δεινότητα της Αγίας), να συζητήσουν μαζί της προκειμένου να της αποδείξουν το αβάσιμο και στρεβλό των ιδεών (δοξασιών) της. Αποτέλεσμα όμως υπήρξε το αντίθετο. Η Αικατερίνη με την κομψότητα του λόγου της και των επιχειρημάτων της «εφήμωσε λαμπρώς τους κομψούς των ασεβών, του πνεύματος την μαχαίραν» (κατά το απολυτίκιο της Αγίας). Αλλά ακόμη και τα σοφά της επιχειρήματα, με την πειστική ανάπτυξη των ιδεών της, κατάφεραν να προσηλυτίσουν αυτούς οι οποίοι τελικά ασπάσθηκαν τον Χριστιανισμό. Όταν ο Αυτοκράτορας έμαθε το αποτέλεσμα οργίσθηκε τόσο που διέταξε την θανατική καταδίκη όλων στη πυρά στο μέσον της πόλης την δε Αικατερίνη σε μαρτύρια μέχρι θανάτου της.
Στην αρχική φυλάκιση η νεαρή Αγία υπέμεινε τις πιέσεις και τις κακουχίες με θάρρος και υπομονή που αντλούσε από την δύναμη της βαθιάς της πίστης. Όταν στη συνέχεια έμαθε η Αυγούστα Φαυστίνα τον λόγο της καταδίκης της Αγίας θαύμασε την καρτερικότητά της και ζήτησε να την επισκεφθεί η οποία και έγινε με συνοδεία 200 στρατιωτών υπό τον Φρούραρχο Πορφυρίωνα ή Πορφύριο οι οποίοι τελικά κατηχήθηκαν στη νέα θρησκεία. Τότε ο Αυτοκράτορας διέταξε τον αποκεφαλισμό της Φαυστίνας και της ακολουθίας της και την τελική πλέον εκτέλεση της Αγίας. Μέσον θανάτωσης ήταν ο "Τροχός βασανιστηρίων" που έμοιαζε με τροχό η περιφέρεια του οποίου έφερε καρφιά (ήλους) που ετίθετο σε κίνηση με σχοινιά και τροχαλίες πλησιάζοντας αργά το ιστάμενα δεμένο σώμα του καταδίκου) με συνέπεια τις αρχικές εκδορές μέχρι διαμελισμού. Ο θρύλος στο σημείο αυτό αναφέρει πως τα καρφιά του τροχού όταν πλησίασαν το σώμα της Αγίας αυτά ένα-ένα αποσπόταν ή θραυόταν. Κατ΄ άλλο θρύλο ο εν λόγω τροχός πριν πλησιάσει το σώμα της Αγίας διαλύθηκε "στα εξ ων συνετέθη". Έτσι και αποφασίσθηκε τελικά ο αποκεφαλισμός της Αγίας που όταν συνέβη αυτός οι παριστάμενοι αντιλήφθηκαν να ρέει γάλα αντί αίμα.
Στη συνέχεια δι΄ άλλου θρύλου το πάναγνο σώμα της Αγίας μεταφέρθηκε υπό "πτερύγων αγγέλων" στο όρος Σινά της ομώνυμης χερσονήσου όπου επί αιώνες έμεινε άταφο, κατά τους βιογράφους της και την ιερή παράδοση, μέχρι τον 6ο αιώνα, όπου ερημίτες μοναχοί της περιοχής μέσω οράματος ειδοποιήθηκαν και κατέβασαν από το όρος το σώμα της Αγίας το οποίο και εναπόθεσαν σε μαρμάρινη θήκη. Στη συνέχεια ενημερώθηκε ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός ο οποίος και έκτισε τη γνωστή ιερή Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά και την εκκλησία (καθολικό) της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (που κτίσθηκε μεταξύ 548-565) εντός της οποίας και τοποθετήθηκε η μαρμάρινη θήκη εξ ου και το όνομα της εκκλησίας Αγία Αικατερίνη. Στη Μονή αυτή διασώζεται ένα σημαντικό θησαυροφυλάκιο της πρώιμης Χριστιανικής τέχνης, αρχιτεκτονικής και εικονογραφημένων χειρογράφων, οι δε μοναχοί αυτής είναι Έλληνες.
Σύμφωνα με μια άλλη ακόμη εκδοχή του θρύλου, έχοντας απορρίψει η Αικατερίνη πολλές γαμήλιες προτάσεις, ανέβηκε στους ουρανούς κατά τη διάρκεια οράματος και μνηστεύθηκε τον Χριστό από την Παρθένο Μαρία —το αρχαίο θέμα του μυστικού γάμου με μια θεότητα που είναι σύνηθες στην εκστατική μυθολογία της ανατολικής Μεσογείου και της Μικράς Ασίας.
Ιερά λείψανα όμως της Αγίας Αικατερίνης της Μεγαλομάρτυρος φέρονται να επιδεικνύονται από τα μέσα του 11ου αιώνα και στη νορμανδική πόλη Ρουάν, όπου κατά τους καθολικούς τα έφερε εκεί περί το 1027 ο ερημίτης μοναχός Συμεών.
Εορτασμός
Η ημέρα του μαρτυρίου της Αγίας Αικατερίνης θεωρείται η 24 Νοεμβρίου, της δε εύρεσης των λειψάνων της η 25 Νοεμβρίου εκτός όμως όλων των Σλάβων που τιμούν ιδιαίτερα μέχρι σήμερα την ημέρα του μαρτυρικού θανάτου της Αγίας, όλοι οι λοιποί χριστιανοί κατά σύσταση των μοναχών του Σινά συνέπτυξαν σε μία και τις δύο εορτές και όρισαν την 25 Νοεμβρίου ημέρα τιμώμενη της ιερής μνήμης της, συνεορταζόμενη με την απόδοση Εισοδίων της Θεοτόκου. (Η περίπτωση αυτή παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες από την πρακτική λειτουργική πλευρά, γι' αυτό και γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στο Τυπικό της Εκκλησίας (βλέπε π.χ. http://www.ec-patr.org/gr/typikon)). Την παράδοση αυτή να τιμάται η αγία στις 25 Νοεμβρίου ακολούθησαν και οι Καθολικοί της Δύσης.
Η Καθολική Εγκυκλοπαίδεια (έκδοση 1908) περιγράφει την σημασία της πίστεως στην Aγία ως ακολούθως:
"Καθώς, μαζί με την Αγία Μαργαρίτα και την Αγία Βαρβάρα, συγκαταλέγεται στους δεκατέσσερις πιο υποβοηθητικούς αγίους στον ουρανό, τύγχανε αδιάκοπου εγκωμιασμού από τους κήρυκες και εξύμνησης από τους ποιητές. Αποτελεί γνωστό γεγονός ότι ο Ζακ-Μπενίν Μποσσουέτ τής αφιέρωσε έναν από τους ομορφότερους πανηγυρικούς του και ότι ο Αδάμ του Αγίου-Βίκτωρος έγραψε προς τιμή της το περίφημο ποίημα "Vox Sonora nostri chori", κλπ.
"Σε πολλά μέρη η εορτή της εορταζόταν με εξαιρετική μεγαλοπρέπεια, υπήρχε αργία και οι ακολουθίες παρακολουθούνταν από μεγάλο πλήθος λαού. Σε αρκετές επισκοπές της Γαλλίας η εορτή θεωρούταν Ιερά Ημέρα έως την αρχή του 17ου αιώνος, και εορταζόταν με μεγαλοπρέπεια που η τελετουργία της ξεπερνούσε αυτή των εορτών μερικών Αποστόλων. Αναρίθμητα παρεκκλήσια την είχαν ως προστάτιδα και το άγαλμά της ευρίσκετο σε σχεδόν όλες τις εκκλησίες, αναπαριστώντας την σύμφωνα με τη μεσαιωνική εικονογραφία με έναν οδοντωτό τροχό, το όργανο βασανισμού της. Ενώ, λόγω συγκεκριμένων περιστάσεων της ζωής του, ο Άγιος Νικόλαος ο Μύρων, θεωρούταν ο προστάτης των νεαρών και των φοιτητών, η Αγ. Αικατερίνη έγινε η προστάτιδα των νέων κοριτσιών και των φοιτητριών. Θεωρούμενη ως η αγιώτερη και πιο σοφή των παρθένων του Χριστού, δεν ήταν παρά φυσικό ότι αυτή, μεταξύ όλων των άλλων, θα ήταν άξια να εποπτεύει τις παρθένες και τις νέες του κόσμου."
"Ο οδοντωτός τροχός έγινε το έμβλημα της αγίας, και έτσι οι μηχανικοί έθεσαν εαυτούς υπό την προστασία της. Τελικά, σύμφωνα με την παράδοση, όχι μόνο παρέμεινε παρθένος ελέγχοντας τα πάθη της και κυρίευσε τους εκτελεστές της φθείροντας την υπομονή τους, αλλά θριάμβευσε και στην επιστήμη κλείνοντας τα στόματα των σοφιστών: η πραγματεία της μελετήθηκε από θεολόγους, απολογητές, κήρυκες, και φιλοσόφους. Πριν τη μελέτη, τη συγγραφή, ή το κήρυγμα, την επικαλούνταν να τους φωτίσει, να καθοδηγήσει τις πένες τους, και να ξεκαθαρίσει τα νοήματα των λόγων τους. Αυτή η αφοσίωση στην Αγία Αικατερίνη που πήρε τεράστιες διαστάσεις στην Ευρώπη μετά τις Σταυροφορίες, έλαβε επιπρόσθετη λάμψη στη Γαλλία στις αρχές του 15ου αιώνα, όταν σύμφωνα με τις φήμες η αγία είχε μιλήσει στην Ιωάννα της Λωραίνης και, μαζί με την Αγία Μαργαρίτα, υπήρξε η θεία σύμβουλος της Ιωάννας."
Το 1969, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία αφαίρεσε την εορτή της από το γενικό εορτολόγιο των αγίων που δημοσιεύθηκε από τη Σύνοδο για τη Θεία Λατρεία και την Τάξη των Αγίων, ισχυριζόμενη την έλλειψη ιστορικών αποδείξεων για την ύπαρξή της. Το 2002, περιλήφθηκε ξανά στο ημερολόγιο [2]. Την περίοδο 1969-2002 το Βατικανό επέτρεπε ως παραχώρηση την τήρηση τής εορτής της όπως προηγουμένως.
Προστάτιδα Αγία
Η Αγία Αικατερίνη θεωρείται προστάτις των Μηχανικών καθώς αποτελούσε για την εποχή της πρότυπο σοφίας και μόρφωσης αλλά και διότι μαρτύρησε σε τροχό. Επίσης αποτελεί προστάτιδα των των παρθένων γυναικών και των φοιτητριών.
Στη Γαλλία, η φιλοσοφική σχολή του Παρισιού από θαυμασμό προς την Αγία την είχε ανακήρυξε προστάτιδα της φιλοσοφίας. Την ιδιότητα αυτή της Αγίας που διαδόθηκε ταχύτατα αποδέχθηκαν πλείστες Χώρες της Δύσης. Σημαντικότερες εορτές προς τιμή της Αγίας ήταν εκείνες οι εύθυμες που συνέβαιναν στο Παρίσι όπου νεανίδες ηλικίας 25 ετών ανύπανδρες, ανήμερα της εορτής της Αγίας, περιφέρονταν εν ευθυμία στη πόλη φέροντας ή σκεπάζοντας τα μαλλιά τους με λευκό δαντελλωτό "κεκρύφαλο" (σκούφο) εκ του οποίου και προήλθε η γαλλική έκφραση "elle a la coiffure de Sainte Catherine", (= έχει την κτενισιά της Αγίας Αικατερίνης) που αποτελεί ιδιωματισμό και λέγεται για γεροντοκόρες, αντίστοιχο με το ελληνικό "μπήκε στο ράφι".
Εθεωρείτο η αγία-προστάτις της Νομικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας (Padova).
Η Αγία Αικατερίνη είναι πολιούχος αγία της πόλης της Κατερίνης. Η πρωτεύουσα της Πιερίας ονομάστηκε αρχικά Αικατερίνη από το όνομα της αγίας.
Απολυτίκιο της Αγίας Αικατερίνης
Την πανεύφημον νύμφην Χριστού υμνήσωμεν,
Αικατερίναν την θείαν και πολιούχον Σινά,
την βοήθειαν ημών και αντίληψιν ότι
εφήμωσε λαμπρώς τους κομψούς
των ασεβών του Πνεύματος τη μαχαίρα,
και νυν ως μάρτυς στεφθείσα,
αιτείται πάσι το μέγα έλεος.
Ιερά Μονή Όρους Σινά
Η Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης στο Όρος Σινά (ή Ιερά Μονή του Θεοβαδίστου Όρους Σινά όπως αποκαλείται επίσημα), είναι κτισμένη στις παρυφές του όρους Σινά, στην ομώνυμη χερσόνησο. Η Μονή αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Σύμφωνα με μαρτυρίες, θεωρείται η παλαιότερη χριστιανική μονή στον κόσμο, παρόλο που και η Ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου κοντά στο Κάιρο, θεωρείται ότι κατέχει ανάλογη διάκριση.
Ιστορικά, η παλαιότερη μαρτυρία για ύπαρξη μοναστικής ζωής στη περιοχή είναι του 381-384 μ.Χ. Επί βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού, ανάμεσα στο 527 και 565, ανεγέρθηκε η μονή στο σημείο που βρίσκονταν η «φλεγόμενη βάτος» του Μωυσή. Το μέρος θεωρείται ιερό για χριστιανούς, μουσουλμάνους και εβραίους.
Ως απάντηση σε αίτημα μοναχών της μονής για προστασία, η μονή έλαβε από τον Μωάμεθ «ιδιόγραφη υποχρέωση» ή Διαθήκη (Αχτναμέ), επικυρωμένη με το αποτύπωμα της ίδιας της παλάμης του, που περιγράφει τα δικαιώματα των χριστιανών που ζουν με τους Μωαμεθανούς.
Η βιβλιοθήκη της μονής διατηρεί την δεύτερη μεγαλύτερη συλλογή χειρογράφων και εγχειριδίων της πρωτοχριστιανικής περιόδου, μετά από αυτή του Βατικανού. Ο «Σιναϊτικός κώδικας», που βρίσκονταν αρχικά στη μονή ως τον 19ο αιώνα, τώρα βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου.
Στο μοναστήρι βρίσκονται επίσης εικόνες, οι παλαιότερες από τις οποίες είναι του 5ου και του 6ου αιώνα. Κατά αυτή τη περίοδο διετέλεσε ηγούμενος της μονής ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης ο λεγόμενος «της Κλίμακος».
Σιναϊτικός Κώδικας
Ο Σιναϊτικός Κώδικας (Λατ. Codex Sinaiticus) είναι ένας αρχαίος χειρόγραφος κώδικας που περιέχει τα βιβλία της Καινής Διαθήκης και ένα μέρος των βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης. Συμβολίζεται με το ? (άλεφ) ή το 01, ενώ φυλάσσεται στη Βρετανική Βιβλιοθήκη του Λονδίνου όπου καταγράφεται ως Add. 43725 και στη Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη της Λειψίας – Αλβερτίνα. Ανακαλύφθηκε από τον Κόνσταντιν φον Τίσεντορφ (Constantin von Tischendorf) στο γυναικείο μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης στους πρόποδες του Όρους Σινά, στην Αίγυπτο, το 1859.
Μορφή
Ο κώδικας είναι γραμμένος σε κεφαλαιογράμματη τετραγωνισμένη ελληνική γραφή και χρονολογείται στα μέσα του 4ου αιώνα. Σε κάθε στίχο/γραμμή περιέχονται 12 ως 14 γράμματα, σε τέσσερις στήλες ανά σελίδα, που σημαίνει ότι ο κώδικας αποτελούνταν αρχικά από 1.460 και πλέον σελίδες. Η διάσταση της κάθε σελίδας είναι 41x36 εκατοστά. Το υλικό των φύλλων είναι εξαιρετικής ποιότητας περγαμηνή (vellum), προερχόμενη από δέρμα γαϊδουριού ή αντιλόπης. Τα φύλλα είναι δεμένα σε δεσμίδες των τεσσάρων, εκτός από δύο δεσμίδες των πέντε. Το κείμενο δεν περιέχει πνεύματα, σημεία στίξης και κενά μεταξύ των λέξεων, παρά μόνο κάποια απλά σημάδια που χρησιμοποιούνται περιστασιακά.
Περιεχόμενο
Το κείμενο της Καινής Διαθήκης καλύπτει 148 φύλλα, είναι πλήρες και ακέραιο ενώ περιλαμβάνονται δύο βιβλία που δεν αποτέλεσαν μέρος του κανόνα της Καινής Διαθήκης: η Επιστολή Βαρνάβα και ο Ποιμένας του Ερμά. Όσον αφορά την Παλαιά Διαθήκη, περιέχεται η μετάφραση των Εβδομήκοντα στα Ελληνικά, ενώ διασώζονται μόνο κάποια τμήματά της. Συγκεκριμένα ο κώδικας περιλαμβάνει αποσπάσματα από τα εξής βιβλία: Γένεση, Αριθμοί, 1 Χρονικών, 2 Έσδρας, Εσθήρ, Τωβίτ, Ιουδήθ, Α΄ Μακκαβαίων, Δ' Μακκαβαίων, Ησαΐας, Ιερεμίας, Θρήνοι, Ιωήλ, Αβδιού, Ιωνάς, Ναούμ, Αββακούμ, Σοφονίας, Αγγαίος, Ζαχαρίας, Μαλαχίας, Ψαλμοί, Παροιμίες, Εκκλησιαστής, Άσμα Ασμάτων, Σοφία Σολομώντος, Σοφία Σειράχ και Ιώβ.
Παραγωγή
Οι μελετητές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τρεις ήταν οι γραμματείς που παρήγαγαν το χειρόγραφο. Ο γραμματέας που ασχολήθηκε με την Καινή Διαθήκη (ονομάζεται Γραμματέας Α') πιστεύεται ότι κατέγραψε το κείμενο αντιγράφοντας από άλλο γραπτό πρωτότυπο. Ο γραμματέας του τμήματος της Παλαιάς Διαθήκης το κατέγραψε εν μέρει μέσω υπαγόρευσης. Συνολικά υπολογίζεται ότι εννιά διορθωτές επεξεργάστηκαν το χειρόγραφο σε διάρκεια χρόνου που εκτείνεται από τον 4ο ως τον 12ο αιώνα. Ως τόπος κατασκευής έχουν προταθεί διάφορες μεγάλες πόλεις του ελληνορωμαϊκού κόσμου, όπως η Αλεξάνδρεια, η Κωνσταντινούπολη και η Καισάρεια της Παλαιστίνης.
Δημοσίευση στο Διαδίκτυο
Η παλαιότερη σωζόμενη Βίβλος δημοσιεύτηκε και στο Διαδίκτυο σε ψηφιακή μορφή, όπως ανακοινώθηκε τον Ιούλιο του 2009.
Άννα Συνοδινού, Ελληνίδα ηθοποιός του θεάτρου, που διακρίθηκε για τις ερμηνείες της, κυρίως σε ρόλους της αρχαίας τραγωδίας
Άννα Συνοδινού
1927 – 2016
Σπουδαία Ελληνίδα ηθοποιός του θεάτρου, που διακρίθηκε για τις ερμηνείες της, κυρίως σε ρόλους της αρχαίας τραγωδίας.
Η Άννα Συνοδινού γεννήθηκε στο Λουτράκι Κορινθίας στις 21 Νοεμβρίου 1927. Ήταν το όγδοο παιδί της οικογένειά της, που καταγόταν από την Αμοργό. Τελείωσε το Γυμνάσιο στην Αθήνα και στη συνέχεια φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου (1947-1949). Στη σκηνή πρωτοεμφανίστηκε το 1948 στο έργο του Εντμόν Ροστάν «Σιρανό ντε Μπερζεράκ», που σκηνοθέτησε για το Εθνικό Θέατρο ο Δημήτρης Ροντήρης. Κατόπιν συνεργάστηκε με τον Ντίνο Ηλιόπουλο, τον Μίμη Φωτόπουλο και τον Νίκο Χατζίσκο στο ελεύθερο θέατρο.
Έπειτα από μερικές σποραδικές εμφανίσεις με το Εθνικό Θέατρο, υπήρξε μόνιμο στέλεχός του από το 1956 έως το 1964 και διέπρεψε για τις ερμηνείες της πλάι στην Κατίνα Παξινού, τον Αλέξη Μινωτή και τον Θάνο Κωτσόπουλο σε πρωταγωνιστικούς ρόλους της αρχαίας τραγωδίας, αλλά και του νεώτερου κλασικού ρεπερτορίου. Το 1955 και το 1957 τιμήθηκε με το έπαθλο της Μαρίκας Κοτοπούλη. Ενδιάμεσα παντρεύτηκε τον πρωταθλητή του τριπλούν και έμπορο Γιώργο Μαρινάκη (1921-2009).
Το 1965, η Άννα Συνοδινού ίδρυσε τον θίασο «Ελληνική Σκηνή» και αναζητώντας θεατρική στέγη εκμίσθωσε το παλαιό λατομείο του Λυκαβηττού και δημιούργησε το πασίγνωστο Θέατρο σε σχέδια του αρχιτέκτονα Τάκη Ζενέτου.
Με την επιβολή της δικτατορίας το 1967, διέκοψε τη θεατρική της δραστηριότητα. Η Χούντα ανακάλεσε την άδεια χρήσης του Θεάτρου του Λυκαβηττού και της αφαίρεσε το διαβατήριό της, ματαιώνοντας έτσι περιοδεία της στο εξωτερικό. Το διάστημα αυτό εργάστηκε ως δακτυλογράφος στην εμπορική εταιρεία του συζύγου της.
Το 1972 επανήλθε στο θέατρο. Εμφανίστηκε στο ρόλο της Ηλέκτρας στο Ηρώδειο και λίγο αργότερα ανασυγκρότησε την «Ελληνική Σκηνή», στην οποία συνεργάστηκε με τον Θάνο Κωτσόπουλο. Από το 1973 έως το 1975 πραγματοποίησε εμφανίσεις με το Εθνικό Θέατρο και το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος.
Μετά την πτώση της δικτατορίας αφοσιώθηκε στην πολιτική. Εξελέγη βουλευτής Αθηνών με το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας (1974, 1977, 1981, 1985, 1989) και διετέλεσε υφυπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1977-1980). Κατά τη διάρκεια της πολιτικής της σταδιοδρομίας εισηγήθηκε νομοθετικές προτάσεις για την προστασία των γερόντων, της μητρότητας, των παιδιών και ατόμων με ειδικές ανάγκες. Στον καλλιτεχνικό τομέα εισήγαγε τα μαθήματα καλλιτεχνικής παιδείας στη Μέση Εκπαίδευση, πρότεινε την ένταξη των ηθοποιών στο ΙΚΑ και την ίδρυση της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης. Το 1986 εξελέγη δημοτικός σύμβουλος Αθηναίων με τον συνδυασμό του Μιλτιάδη Έβερτ.
Τον Μάρτιο του 1990 παραιτήθηκε του βουλευτικού της αξιώματος κατά τη διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας. Σε μία από τις ψηφοφορίες, η βουλευτής των Οικολόγων Εναλλακτικών Μαρίνα Δίζη, όταν κλήθηκε να ψηφίσει, άνοιξε ένα πανό, το οποίο έγραφε «Φτάνει το θέατρο για το +1, τον Πρόεδρο και το νέφος». Η ενέργεια αυτή εξόργισε την Άννα Συνοδινού, που σε ένδειξη διαμαρτυρίας υπέβαλε την παραίτησή της, τόσο από το βουλευτικό της αξίωμα, όσο και από το κόμμα της. Έκτοτε, δεν ξανασχολήθηκε με την πολιτική.
Τον ίδιο χρόνο επανήλθε στη θεατρική δραστηριότητα, ερμηνεύοντας, εκτός από αρχαίο δραματολόγιο, ρόλους του νεώτερου ελληνικού θεάτρου με το Εθνικό Θέατρο («Το μυστικό της κοντέσσας Βαλέραινας» του Γρηγόρη Ξενόπουλου, «Ο αγαπητικός της Βοσκοπούλας» του Δημήτρη Κορομηλά). Εκτός από το θέατρο, εμφανίσθηκε σε ξένες και ελληνικές κινηματογραφικές ταινίες, τηλεοπτικές σειρές, καθώς και σε θεατρικές παραγωγές για την τηλεόραση και το ραδιόφωνο.
Αξιοσημείωτο είναι και το εκπαιδευτικό της έργο. Δίδαξε στις θεατρικές σχολές του Εθνικού Θεάτρου, του Πέλου Κατσέλη, της Καλλιτεχνικής Εταιρείας Αθηνών και του Ωδείου Αθηνών. Έχει τιμηθεί με τα παράσημα Ευποιίας και τον Ταξιάρχη του Φοίνικος της Ελληνικής Πολιτείας, καθώς και με το μετάλλιο της πόλεως των Αθηνών. Τιμές τής έχουν αποδοθεί και από ξένα κράτη για την καλλιτεχνική της προσφορά (Δανία, Γαλλία, Λίβανος, Ιταλία).
Η Άννα Συνοδινοού είναι συγγραφέας του αυτοβιογραφικού «Πρόσωπα και Προσωπεία» (Εκδόσεις Βλάση,1998) και του βιβλίου θεατρικών αναμνήσεων «Αίνος στους άξιους» (Καστανιώτης, 1999).
Σαρλ ντε Γκωλ, Γάλλος στρατηγός και πολιτικός
Σαρλ ντε Γκωλ
Ο Σαρλ ντε Γκωλ, ήταν Γάλλος στρατηγός και πολιτικός. Μεταξύ του 1944 και του 1946, μετά την απελευθέρωση της Γαλλίας από τη γερμανική κατοχή, ήταν επικεφαλής της γαλλικής προσωρινής κυβέρνησης. (Charles de Gaulle, στη Γαλλία συνήθως Général De Gaulle, 22 Νοεμβρίου 1890 - 9 Νοεμβρίου 1970)
Καλούμενος για να διαμορφώσει κυβέρνηση το 1958, εμπνεύστηκε ένα νέο Σύνταγμα και ήταν Πρόεδρος της Δημοκρατίας από το 1958 ως το 1969. Η πολιτική ιδεολογία του είναι γνωστή ως Γκωλισμός (Gaullisme) και έχει σημαντική επιρροή στην γαλλική πολιτική μέχρι και σήμερα.
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Ο Σαρλ ντε Γκωλ γεννήθηκε στη Λιλ (Lille) της Γαλλίας ως δευτερότοκος γιος μιας οικογένειας ρωμαιοκαθολικών της ανώτερης μεσοαστικής τάξης και διαποτίστηκε με τις διδαχές του φιλόσοφου πατέρα του, γεγονός όμως που δεν τον εμπόδιζε να εκδηλώσει εξ απαλών ονύχων το ενδιαφέρον του για στρατιωτική σταδιοδρομία.
Το 1913, γίνεται ανθυπολοχαγός σε σύνταγμα πεζικού με διοικητή τον συνταγματάρχη Φιλίπ Πεταίν. Όταν ένα χρόνο αργότερα ξεσπά ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος ο Ντε Γκωλ πολεμά στο Βερντέν και τραυματίζεται τρεις φορές. Το 1921, νυμφεύεται την Υβόν, με την οποία αποκτά τρία παιδιά. Το 1925, ο Πεταίν τον τοποθετεί αξιωματικό του επιτελείου του Ανώτερου Πολεμικού Συμβουλίου και για αρκετά χρόνια υπηρετεί στην (εικονικού χαρακτήρα) [εκκρεμεί παραπομπή] στρατιωτική δύναμη κατοχής στη Ρηνανία της Γερμανίας.
Εκεί έγραψε το έργο «Η διχόνοια στους κόλπους του εχθρού», μία μελέτη γύρω από τον συσχετισμό πολιτικών και στρατιωτικών δυνάμεων στη Γερμανία. Ακολουθεί η μελέτη στρατιωτικής θεωρίας «Προς έναν επαγγελματικό στρατό», στην οποία υποστηρίζει με ζήλο την ιδέα ενός ολιγάριθμου στρατού εξοπλισμένο σε ύψιστο βαθμό με μηχανοκίνητα μέσα. Οι απόψεις του έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την αμυντική πολιτική που έχει υιοθετηθεί τότε στην Γαλλία από τον Στρατηγό Μωρίς Γκαμελέν. Οι θεωρίες του επιβεβαιώνονται όταν ο γερμανικός στρατός εισβάλλει στη Γαλλία. Ο ίδιος τιμάται για τη δράση του με τον βαθμό του ταξιάρχου, στα γαλλικά 'Général de brigade', κατά λέξη στρατηγός ταξιαρχίας, εξ ου και η τιμητική προσφώνηση Στρατηγός.
Όταν βλέπει την πατρίδα του έτοιμη να παραδοθεί στις δυνάμεις του Άξονα, καταφεύγει στο Λονδίνο. Στις 18 Ιουνίου 1940, απευθύνει την ραδιοφωνική έκκληση προς τους συμπατριώτες του να συνεχίσουν τον πόλεμο υπό την ηγεσία του και στις 2 Αυγούστου ένα γαλλικό στρατοδικείο τον καταδικάζει ερήμην σε θάνατο.
Πολιτική σταδιοδρομία
Με το τέλος του πολέμου στη Γαλλία συμμετέχει στις 26 Αυγούστου 1944 σε μια πορεία θριάμβου στα Ηλύσια Πεδία επευφημούμενος ως εθνικός ήρωας. Ο ίδιος αντιτάσσεται στη νεοσύστατη Δ΄ Γαλλική Δημοκρατία.
Το 1947, ιδρύει τον Συναγερμό του Γαλλικού Λαού (Rassemblement du Peuple Français-RPF), ένα κίνημα που εκφράζει τις γκωλικές απόψεις και το 1951 μετασχηματίζεται σε κόμμα. Με την κρίση στην Αλγερία το 1958 έρχεται ο κίνδυνος ενός εμφυλίου πολέμου και ο Σαρλ ντε Γκωλ εκλέγεται πρώτος πρόεδρος της Ε΄ Γαλλικής Δημοκρατίας. Το 1962 τελικά αναγνωρίζει το αλγερινό κράτος βλέποντας ότι το μέλλον της Γαλλίας δεν θα ήταν η διατήρηση των αποικιών της, αλλά η νέα ευρωπαϊκή πορεία.
Αναπτύσσει στενές πολιτικές σχέσεις με τη Δυτική Γερμανία και η προσωπική φιλία του με τον Γερμανό καγκελάριο Κόνραντ Αντενάουερ εξελίσσεται στην Γερμανο-Γαλλική Φιλία. Παράλληλα, ήταν αντιμέτωπος με την επιρροή των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ και στην Ευρώπη. Πέθανε το 1970, από καρδιακή προσβολή.
Από νωρίς υποστήριξε την προσέγγιση της Ελλάδος στην (τότε) ΕΟΚ, πράγμα που τόνισε και κατά την διάρκεια τις επίσκεψης του Κωνσταντίνου Καραμανλή στο Παρίσι. Επίσης ήταν υπέρ της προστασίας της Ελλάδος από τους επικίνδυνους γείτονές της. Ο ντε Γκωλ δέχτηκε και πρόσκληση από τον Βασιλιά Παύλο να επισκεφθεί την Ελλάδα. Έτσι, στις 16 Μαΐου του 1963 έφτασε στην Αθήνα ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας στρατηγός ντε Γκωλ, συνοδευόμενος από τον υπουργό Εξωτερικών Κουβ ντε Μιρβίλ. Η υποδοχή που του έγινε ήταν εντυπωσιακή. Η κυβέρνηση Καραμανλή έπαιξε με μεγάλη προσοχή το ευρωπαϊκό χαρτί, προκειμένου να επωφεληθεί από τη σύνδεση με την Ε.Ο.Κ., φροντίζοντας ταυτόχρονα να μην υπάρξει η παραμικρή αμφιβολία για τον σταθερό προσανατολισμό της στην Ατλαντική Συμμαχία, δεδομένου ότι ο ντε Γκωλ την εποχή εκείνη συμβόλιζε την τάση χειραφέτησης της Ευρώπης από την αμερικανική κηδεμονία. Το σημαντικότερο όφελος από την επίσκεψη ντε Γκωλ για την κυβέρνηση Καραμανλή ήταν η απόκτηση ενός πολιτικού κεφαλαίου, το οποίο όμως εξανεμίστηκε αμέσως από την θύελλα που προκάλεσε η δολοφονία του βουλευτή της Ε.Δ.Α. Γρηγόρη Λαμπράκη, τρεις μόλις ημέρες μετά την αναχώρηση του ντε Γκωλ από την Θεσσαλονίκη. Εκεί, απαντώντας σε σχετική προσφώνηση του Καραμανλή, ο Γάλλος πρόεδρος δήλωσε για την Μακεδονία: "Είναι δια την χώραν σας μια περιοχή υψίστης σημασίας, από απόψεως εθνικής, οικονομικής, πολιτικής, στρατιωτικής ως και από απόψεως της αμύνης σας και της ιδικής μας αμοιβαίως". Στις δημόσιες τελετές κυριάρχησε η επιβλητική, λιτή φιγούρα του στρατηγού, όπως και κατά την ομιλία του στη Βουλή των Ελλήνων την οποία παρακολούθησε και ο Κ. Καραμανλής ή στην επίσκεψή του στον Άγνωστο Στρατιώτη, με την αντίθεση ανάμεσα στα πολλά παράσημα των Ελλήνων αξιωματικών που τον συνόδευαν και στο μοναδικό που εκείνος έφερε, τον Σταυρό της Λορένης
Σημείο των καιρών, οι προεδρικές εκλογές που διεξήχθησαν στη Γαλλία στις 5 και 19 Δεκεμβρίου του 1965 αποδείχθηκαν για τον στρατηγό ντε Γκωλ εξαιρετικά δύσκολες. Οι εκλογές του 1965 εισήγαγαν δύο σημαντικές καινοτομίες στη γαλλική πολιτική ζωή. Ήταν οι πρώτες που διεξήχθησαν με το νέο σύστημα της απευθείας εκλογής προέδρου από τον λαό και ήταν επίσης οι πρώτες στις οποίες τα ηλεκτρονικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, η τηλεόραση και το ραδιόφωνο, διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο, ανοίγοντας εντελώς νέους ορίζοντες για την αντιπολίτευση. Την επομένη του πρώτου γύρου, η γαλλική και διεθνής κοινή γνώμη πληροφορήθηκε έκπληκτη ότι ο ντε Γκωλ, ο οποίος απαξίωσε να διεξαγάγει την έντονη προεκλογική εκστρατεία που απαιτούσαν οι περιστάσεις, δεν απέσπασε την απόλυτη πλειοψηφία και ότι θα υποχρεωνόταν να αντιμετωπίσει σε δεύτερο γύρο τον κοινό υποψήφιο σοσιαλιστών-κομμουνιστών, Φρανσουά Μιτεράν. Ο Μιτεράν εκμεταλλεύτηκε άλλωστε επιδέξια τόσο την οικονομική κρίση που μάστιζε τη χώρα όσο και τη διαφορά ηλικίας του από τον δύστροπο στρατηγό, ο αυταρχισμός του οποίου άρχισε να εξοργίζει ολοένα και περισσότερους Γάλλους. Στον δεύτερο γύρο, ο στρατηγός δεν ηττήθηκε. Οι συνθήκες δεν ήταν ακόμη ώριμες για μία τέτοια έκπληξη. Ωστόσο, ούτε ο δεύτερος γύρος τού έδωσε τον θρίαμβο στον οποίο ήλπιζε. Το 55,2% που έλαβε ήταν πολύ χαμηλό ποσοστό και ο Μιτεράν αναδείχθηκε πλέον σε αδιαμφισβήτητο ηγέτη της γαλλικής κεντροαριστεράς.
Το 1966, ο Σαρλ ντε Γκωλ απέσυρε τη Γαλλία από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Αν στην Ουάσινγκτον και τις Βρυξέλλες το όνομα του Σαρλ ντε Γκωλ προκαλούσε γι' αυτό το λόγο αρνητικά συναισθήματα, στη Μόσχα ξεσήκωσε πραγματικό ενθουσιασμό, όπως είχε τη δυνατότητα να διαπιστώσει ιδίοις όμμασι ο Γάλλος πρόεδρος κατά τη διάρκεια επίσημης επίσκεψής του στην ΕΣΣΔ (20 Ιουνίου - 1 Ιουλίου 1966). Ένα εκατομμύριο Μοσχοβίτες, με επικεφαλής ολόκληρη την κομματική και κρατική ηγεσία, αποθέωσαν τον Γάλλο ηγέτη. Στο τελικό κοινό ανακοινωθέν, που εγκαινίαζε μία περίοδο ευρύτατης οικονομικής, επιστημονικής, τεχνολογικής και πολιτιστικής συνεργασίας των δύο χωρών, τον τόνο έδωσαν δύο γαλλικές λέξεις-κλειδιά της γκολικής πολιτικής: η ύφεση (détente) και η επαναπροσέγγιση (raprochement) Ανατολής-Δύσης. Παράλληλα, αποφασίστηκε η δημιουργία "κόκκινης γραμμής" μεταξύ Κρεμλίνου και Μεγάρου των Ηλυσίων, κατ' αναλογία προς τη γραμμή άμεσης επικοινωνίας Μόσχας-Ουάσινγκτον για περιπτώσεις κρίσης. Πολιτικά και συμβολικά, η Μόσχα απέδωσε στη Γαλλία στάτους μεγάλης διεθνούς δύναμης, υπογραμμίζοντας πόσο νερό έχει κυλήσει κάτω από τις γέφυρες του Μόσκοβα από το Δεκέμβριο του 1944, όταν ένας ταπεινός Σαρλ ντε Γκωλ, αρχηγός μόλις 30.000 μαχητών σε μια υπόδουλη στους Ναζί και ντροπιασμένη από τη συνεργασία του Βισύ Γαλλία, γινόταν δεκτός από έναν αγέρωχο και κραταιό Ιωσήφ Στάλιν.
Αυτή τη νέα εικόνα της Γαλλίας ως μεγάλης, ανεξάρτητης διεθνούς δύναμης ενίσχυσε ο Σαρλ ντε Γκωλ με θεαματικές πυρηνικές δοκιμές στις γαλλικές αποικίες της Πολυνησίας και με τη διάρκειας τριών εβδομάδων περιοδεία του στον Τρίτο Κόσμο, από το Τζιμπουτί και την Αντίς Αμπέμπα μέχρι την Πνομ Πεν, τη Νουμεά και τη Γουαδελούπη. Πολλοί, εντός και εκτός Γαλλίας, τον ειρωνεύτηκαν για τη ροπή του προς τις ναπολεόντειες πόζες και του καταλόγιζαν εξωπραγματικό εθνικό μεγαλοϊδεατισμό.
Αποχώρηση και θάνατος
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Νίξον, επισκέπτεται τον πρόεδρο Σαρλ ντε Γκωλ ένα μήνα πριν από την απόσυρση του τελευταίου.
Ο Σαρλ ντε Γκωλ εγκατέλειψε την προεδρία το μεσημέρι της 28ης Απριλίου 1969, ύστερα από την απόρριψη της προτεινόμενης μεταρρύθμισης του της Γερουσίας και των τοπικών κυβερνήσεων σε ένα εθνικό δημοψήφισμα. Ο ντε Γκωλ είχε υποσχεθεί ότι αν το δημοψήφισμα αποτύγχανε, θα παραιτούνταν από την θέση του. Παρότι ο ντε Γκωλ εκφώνησε οκτάλεπτη ομιλία, το δημοψήφισμα απέτυχε και έτσι παραιτήθηκε με συνέπεια, οπότε και αντικαταστάθηκε από τον Ζωρζ Πομπιντού.
Ο ντε Γκωλ αποσύρθηκε για ακόμα μια φορά στο Κολομπέ λε ντεζ Εγκλίζ, όπου πέθανε ξαφνικά στις 9 Νοεμβρίου 1970, δύο εβδομάδες πριν από τα ογδοηκοστά του γενέθλια και καταμεσής της συγγραφής των απομνημονευμάτων του. Η υγεία του ήταν πάρα πολύ καλή μέχρι τότε παρότι είχε κάνει μια εγχείρηση προστάτη μερικά χρόνια πριν. Καθόταν μπροστά από την τηλεόραση ενώ περίμενε την αρχή των ειδήσεων όταν ένιωσε αδιαθεσία και κατέρρευσε. Η γυναίκα του κάλεσε τον γιατρό και τον τοπικό ιερέα, αλλά μέχρι να φθάσουν είχε πεθάνει: η αιτία θανάτου ήταν καρδιακή προσβολή.
Ο ντε Γκωλ είχε κάνει ετοιμασίες και επέμεινε η κηδεία του να γινόταν στο Κολομπέ, και ότι κανένας πρόεδρος ή υπουργός θα παραστεκόταν - μόνο οι σύντροφοι του της Τάξης της Απελευθέρωσης. Οι αρχηγοί κρατών έπρεπε να ικανοποιηθούν με μια ταυτόχρονη λειτουργία στην Παναγία των Παρισίων. Μεταφέρθηκε στον τάφο του σε ένα θωρακισμένο όχημα αναγνώρισης, και καθώς καταβιβαζόταν στο έδαφος όλες οι καμπάνες όλων των εκκλησιών της Γαλλίας κτύπησαν ξεκινώντας από την Νοτρ Νταμ. Τάφηκε στις 12 Νοεμβρίου.
Προσδιόρισε ότι η ταφόπλακά του θα έφερε την απλή γραφή του ονόματός τους και τις χρονιές γέννησης και θανάτου. Οπότε, απλά αναφέρεται: "Charles de Gaulle, 1890–1970".
Ο τάφος του Σαρλ ντε Γκωλ στο Κολομπέ λε ντεζ Εγκλίζ
Όταν αποσύρθηκε, δεν δέχθηκε τις συντάξεις τις οποίες δικαιούνταν ως πρόεδρος και ως στρατηγός. Αντ' αυτού, δέχθηκε μόνο μια σύνταξη συνταγματάρχη. Ήταν σχολαστικός με τα χρήματα, φροντίζοντας να διαχωρίσει τις ιδιωτικές δαπάνες τους από αυτές των επίσημων καθηκόντων του. Πλήρωνε για τα δικά του κουρέματα, τα γραμματόσημα για ιδιωτική αλληλογραφία και είχε ένα μετρητή ηλεκτρικού εγκατεστημένο στο ιδιωτικό κατάλυμα της επίσημης κατοικίας του.
Η οικογένειά του έχει μετατρέψει την κατοικία La Boisserie σε ίδρυμα, το Μουσείο Σαρλ ντε Γκωλ.
Χριστίνα Ωνάση, η μοναχοκόρη του Έλληνα κροίσου Αριστοτέλη Ωνάση
Χριστίνα Ωνάση
1950 – 1988
Ελληνίδα επιχειρηματίας και επίλεκτο μέλος του διεθνούς τζετ-σετ. Ήταν μοναχοκόρη του έλληνα κροίσου Αριστοτέλη Ωνάση.
Η Χριστίνα Ωνάση γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 1950 στη Νέα Υόρκη και ήταν το δεύτερο παιδί του Αριστοτέλη Ωνάση (1906-1975) και της πρώτης συζύγου του Τίνας Λιβανού (1929 - 1974), γόνου της γνωστής εφοπλιστικής οικογένειας. Είχε ένα μεγαλύτερο αδελφό, τον Αλέξανδρο, που σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα το 1973, σε ηλικία 25 ετών. Μεγάλωσε και σπούδασε στη Γαλλία, την Ελλάδα και την Αγγλία.
Έζησε μια ξένοιαστη ζωή μέχρι σχεδόν τα μέσα της δεκαετίας του ‘70, όταν η μοίρα τη χτύπησε αδυσώπητα, καθώς μέσα σε διάστημα 29 μηνών έχασε όλη της την οικογένεια. Το 1973 σκοτώθηκε ο αδελφός της Αλέξανδρος, ένα χρόνο αργότερα πέθανε η πολυαγαπημένη της μητέρα από υπερβολική δόση ναρκωτικών (είχε χωρίσει με τον Ωνάση το 1960 και ήταν παντρεμένη με τον μεγάλο του αντίπαλο Σταύρο Νιάρχο) και το 1975 ο πατέρας της από μία σπάνια αρρώστια.
Η Χριστίνα Ωνάση με τον πρώτο της σύζυγο Τζόζεφ Μπόλκερ το 1971Η Χριστίνα μπήκε στον κόσμο των επιχειρήσεων αμέσως μετά το θάνατο του αδελφού της και ο πατέρας της την προετοίμαζε μεθοδικά για να της παραδώσει τα ηνία του ομίλου. Μετά το θάνατό του κληρονόμησε το 55% της περιουσίας του, αξίας 408 εκατομμυρίων δολαρίων. Το υπόλοιπο 45% διατέθηκε για τη δημιουργία του κοινωφελούς ιδρύματος «Αλέξανδρος Ωνάσης».
Η Χριστίνα στη σύντομη ζωή της απασχόλησε τα πρωτοσέλιδα των μεγαλύτερων εφημερίδων του κόσμου, όχι τόσο για τις επιχειρηματικές της δραστηριότητες, αλλά για την περιπετειώδη προσωπική της ζωή. Παρά τη μεγάλη οικονομική της επιφάνεια, ήταν κατά βάθος μία δυστυχισμένη γυναίκα, που πάλευε με τα κιλά της και τον άστατο συναισθηματικό της κόσμο. Ήθελε να είναι ωραία και να αρέσει στους άνδρες, αλλά δεν τα κατάφερνε. Έκανε συχνά εξαντλητικές δίαιτες κι έχανε πολλά κιλά, για να τα ξαναπαίρνει εύκολα, εξαιτίας της κατάθλιψης, από την οποία έπασχε. Οι γιατροί της έγραφαν σωρηδόν βαρβιτουρικά, αμφεταμίνες και ηρεμιστικά χάπια, που παρ’ ολίγο να τις στοιχίσουν τη ζωή, όταν στα μέσα της δεκαετίας του ‘70 νοσηλεύτηκε σε νοσοκομείο από υπερκατανάλωση ηρεμιστικών.
Η Χριστίνα Ωνάση τέλεσε τέσσερις γάμους, που όλοι τους κατέληξαν σε διαζύγιο. Το 1971 παντρεύτηκε τον κατά 27 χρόνια μεγαλύτερό της Αμερικανό κτηματομεσίτη Τζόζεφ Μπόλκερ. Ο πατέρα της δεν είδε με καλό μάτι τον γάμο και την πίεζε να χωρίσει, πράγμα που συνέβη μετά από εννέα μήνες.
Με τον Τιερί Ρουσέλ και την κόρη τους ΑθηνάΤο 1975 παντρεύτηκε με τον εφοπλιστή Αλέξανδρο Ανδρεάδη, γιο του καθηγητή και τραπεζίτη Στρατή Ανδρεάδη, με τον οποίο χώρισε μετά από 14 μήνες. Τρία χρόνια αργότερα παντρεύτηκε για τρίτη φορά με τον Ρώσο Σεργκέι Καούζοφ, στέλεχος σε κρατική εταιρεία της Σοβιετικής Ένωσης. Ένας γάμος αταίριαστος, που κράτησε ένα χρόνο.
Το 1984 στην καρδιά της μπήκε ο κατά τρία χρόνια μικρότερός της Γάλλος επιχειρηματίας Τιερί Ρουσέλ, κληρονόμος της ομώνυμης γαλλικής φαρμακοβιομηχανίας, με τον οποίο απέκτησε το μοναδικό της παιδί, την Αθηνά Ωνάση, που ήρθε στον κόσμο στις 29 Ιανουαρίου 1985. Το ζευγάρι θα χωρίσει τρία χρόνια αργότερα, όταν η Χριστίνα θα ανακαλύψει ότι ο Τιερί την απατούσε και είχε αποκτήσει παιδί με τη σουηδέζα μοντέλα Γκάμπι Λάντχαγκε.
Μετά το διαζύγιό της από τον Ρουσέλ εγκαταστάθηκε στο Μπουένος Άιρες (διατηρούσε και την αργεντινή υπηκοότητα, εκτός από την ελληνική) και ετοιμαζόταν για τον πέμπτο γάμο της με τον Χόρχε Τσολμεκτσόγλου, πρόεδρο της ελληνικής παροικίας του Μπουένος Άιρες. Όμως, η μοίρα τής έπαιξε ένα ακόμη άσχημο παιγνίδι. Στις 19 Νοεμβρίου 1988 βρέθηκε νεκρή στο μπάνιο της πολυτελούς κατοικίας της στη συνοικία Τορτουγκίτας του Μπουένος Άιρες. Η νεκροψία έδειξε ότι πέθανε από καρδιακή προσβολή, που προκλήθηκε από οξύ πνευμονικό οίδημα.