Άρθρα
Αδαμάντιος Κοραής ήταν έλληνας φιλόλογος, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ελληνικού διαφωτισμού
Αδαμάντιος Κοραής
Ο Αδαμάντιος Κοραής ήταν έλληνας φιλόλογος, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ελληνικού διαφωτισμού και μνημονεύεται κυρίως για τις γλωσσικές του απόψεις και την υποστήριξη της καθαρεύουσας.
Ο Αδαμάντιος Κοραής υπήρξε από τους πιο φωτισμένους δασκάλους του Γένους. Η προσφορά του στάθηκε τεράστια σε μέγεθος και βαρύτητα, ενώ η διδασκαλία του αποτέλεσε σταθμό στην διαμόρφωση του πνευματικού και πολιτικού στοχασμού του Έθνους. Υπήρξε από τους μεγαλύτερους φιλόλογους της νεότερης Ελλάδας. Eξέδωσε 66 (!!!) τόμους βιβλίων, από τα οποία τα 17 αποτελούν την "Ελληνική Βιβλιοθήκη" κι οι 9 τα "Πάρεργα Της Ελληνικής Βιβλιοθήκης".
Τα βιβλία αυτά κίνησαν τον θαυμασμό των ξένων φιλολόγων και συγχρόνως γαλούχησαν το γένος με τα νάματα της προγονικής σοφίας. Η προσφορά του, υλική και πνευματική, είναι ανυπολόγιστη σε αξία και μέγεθος κι ανεξάντλητη σε ιστορική συνέχεια και παραμένει ο αποφασιστικότερος σταθμός στη πνευματική πορεία του Έθνους.Η μαρμάρινη προτομή του κοσμεί το Λύκειο της Χίου, το οποίο κληρονόμησε τη βιβλιοθήκη του, ενώ άγαλμά του υπάρχει κι έξω από τη Πρυτανεία του Πανεπιστημίου στην Αθήνα.
Η καταγωγή
Καταγόταν από εμπορική οικογένεια, στην οποία υπήρχε παράδοση ενασχόλησης με τα γράμματα. Γόνος εύπορης αστικής οικογένειας, γεννήθηκε στις 27 Απρίλη 1748 στη Σμύρνη. Ο πατέρας του Ιωάννης Κοραής, γιος του ιατροφιλοσόφου Αντωνίου Κοραή από τη Χίο, διέμενε στη Σμύρνη κι ασχολούνταν με το εμπόριο.
Παράλληλα, δραστηριοποιήθηκε στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα της πόλης λαμβάνοντας το αξίωμα του δημογέροντα καθώς και τη θέση του επιτρόπου τοπικής εκκλησίας και του νοσοκομείου.
Η μητέρα του λεγόταν Θωμαΐδα Ρυσίου κι ήταν μία από τις 4 κόρες του λόγιου Αδαμαντίου Πετιρντόγλου ή Ρυσίου. Ο τελευταίος -εκτός από τις εμπορικές του δραστηριότητες- είχε διατελέσει δάσκαλος της ελληνικής φιλολογίας στη Χίο κι αργότερα πρόκριτος στη Σμύρνη.
Ο Α. Κοραής είχε ένα κατά 3 χρόνια μικρότερο αδελφό, τον Ανδρέα, ενώ τα υπόλοιπα 6 παιδιά που απέκτησαν οι γονείς του πέθαναν σε μικρή ηλικία. Αναφέρεται, επίσης, η συγγένειά του με τον λόγιο Ιγνάτιο Περτιτζή και τον ιερομόναχο Κύριλλο, διδάσκαλο της ελληνικής φιλολογίας.
Τα δύο αδέλφια διδάχθηκαν τα πρώτα γράμματα κοντά στη μητέρα τους και στη συνέχεια φοίτησαν στην Ευαγγελική Σχολή, που διεύθυνε τότε ο μοναχός Ιερόθεος Δενδρινός. Η αυστηρότητα των εκπαιδευτικών μεθόδων του σχολείου, που ανάγκασαν τον Ανδρέα να εγκαταλείψει τα μαθήματα, από κοινού με τη χαμηλού επιπέδου μόρφωση που παρείχε, θα προκαλέσουν τα επικριτικά σχόλια του Κοραή σε μεταγενέστερα κείμενά του.
Οι πρώτες πνευματικές αναζητήσεις
Από νεαρή ηλικία έδειξε ενδιαφέρον για τη παιδεία κι η πρώτη του επαφή με τις ξένες γλώσσες έγινε στη Σμύρνη, χάρη στη διδασκαλία του Bernhard Keun, Ολλανδού ιερέα που ζούσε κει, στον οποίον ο Κοραής δίδασκε ελληνικά ως αντάλλαγμα για την εκμάθηση ξένων γλωσσών, ενώ στα 1764 φέρεται να παρακολουθεί και μαθήματα εβραϊκών.
Επιθυμία της οικογένειάς του όμως ήταν ν' ασχοληθεί με το εμπόριο, γι' αυτό, ο πατέρας του, ο οποίος εμπορευόταν μεταξωτά στο Βεζεστένιο της Σμύρνης, αποφάσισε να επεκτείνει τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες στην Ολλανδία και το 1771 τον έστειλε αντιπρόσωπο στο 'Άμστερνταμ με τη συμβιβαστική λύση, παράλληλα με τις οικογενειακές επιχειρήσεις, να μπορούσε να διευρύνει τους ορίζοντές του και ν' αποκτήσει την καλλιέργεια που επιθυμούσε.
Έτσι, διαμέσου Λιβόρνο θα κατευθυνθεί προς την ολλανδική πρωτεύουσα εφοδιασμένος με συστατικές επιστολές του δασκάλου του Κέυν προς τον Andrien Buurt. Κοντά στον τελευταίο πρόκειται να διδαχθεί τα "Στοιχεία" του Ευκλείδη καθώς και λογική από το βιβλίο της συζύγου του Carolina van Lynden. Η συναναστροφή του με το ζεύγος Buurt τον βοηθά να ενταχθεί στην πνευματική ζωή του τόπου. Ασχολείται με τη μουσική, το θέατρο, τις ξένες γλώσσες, ενώ παράλληλα φοιτεί στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Αθήναιον.
Στις μελέτες αυτής της περιόδου χρήσιμο βοήθημα στάθηκε η βιβλιοθήκη που είχε κληρονομήσει από τον παππού του Α. Ρύσιο και στην οποία κατάφευγε συχνά. Η απόπειρά του ν' ασχοληθεί με το εμπόριο απέτυχε. Τα ενδιαφέροντά του αυτά φαίνεται να τον αποσπούν από την κύρια εμπορική του απασχόληση.
Έπειτα από 6 χρόνια διαμονής στο 'Άμστερνταμ θα επιστρέψει στη γενέτειρά του, πιθανότατα εξαιτίας οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η επιχείρησή του κι έτσι το 1777 εγκατέλειψε το 'Άμστερνταμ. Στο ταξίδι του προς τη Σμύρνη θα βρεθεί προς τα τέλη του 1777 στη Λειψία, όπου συναντάται με τον Θωμά Μανδακάση. Θα μεταβεί κατόπιν στη Βιέννη προκειμένου να επισκεφθεί το θείο του Σωφρόνιο, Αρχιεπίσκοπο Βελιγραδίου. Παραμένει στην αυστριακή πρωτεύουσα για 2 περίπου μήνες κι εν συνεχεία κατευθύνεται μέσω Τεργέστης στη Βενετία, πόλη στην οποία θα περάσει ολόκληρο σχεδόν το χειμώνα του 1778. Ο ίδιος προσπαθεί να παρατείνει το ταξίδι της επιστροφής σε μια προσπάθεια να πείσει τους γονείς του να του επιτρέψουν να σπουδάσει ιατρική στη Γαλλία. Οι προσδοκίες του όμως, πρόκειται να διαψευστούν κι έτσι θα γυρίσει στη γενέτειρά του, προς τα τέλη Ιουνίου 1778.
Κατά τη 4ετή παραμονή του εκεί, η υγεία του επιδεινώνεται, ενώ παρουσιάζει και συμπτώματα μελαγχολίας με αποτέλεσμα οι γονείς του να εγκρίνουν τελικά την επιθυμία του να μεταβεί στο εξωτερικό για σπουδές. Οπότε έφυγε ξανά το 1782, για ιατρικές σπουδές στο Μονπελιέ στη Γαλλία.
Eπαγγελματικά βήματα
Έτσι, στις 9 Οκτώβρη 1782 θα φτάσει στο Montpellier -μ' ενδιάμεσους σταθμούς το Λιβόρνο και τη Μασσαλία- για να εγγραφεί στην ιατρική σχολή του τοπικού πανεπιστημίου. Σ' αυτό δίδασκαν τότε οι Broussonet, Grimaud, και Chaptal. Κατά το διάστημα της εκεί φοίτησής του θ' ασχοληθεί με τη μελέτη αρχαίων ελλήνων και λατίνων συγγραφέων, καθώς και νεότερων δυτικών φιλοσόφων.
Τον Ιούλιο του 1783 πληροφορείται το θάνατο του πατέρα του, ενώ τον επόμενο χρόνο πρόκειται να χάσει και τη μητέρα του. Είναι η περίοδος που θα αντιμετωπίσει οικονομικά προβλήματα παρά τη χρηματική ενίσχυση που δεχόταν από το δάσκαλό του Keun και άλλους στενούς του φίλους. Για βιοποριστικούς λόγους έκανε μεταφράσεις στα γαλλικά από γερμανικά κι αγγλικά βιβλία, όπως η "Κατήχησις" του Ρώσου Μητροπολίτη Πλάτωνος κι η "Κλινική Ιατρική" του Γερμανού ιατροφιλοσόφου Selle, καθώς κι άλλα κείμενα ιατρικού περιεχομένου.
Το 1786 κυκλοφορεί την πτυχιακή του εργασία με τίτλο "Πυρετολογίας Σύνοψις", όπου μελετά το εν λόγω φαινόμενο στα πλαίσια μιας ιπποκρατικής προσέγγισης. Από τις 11 Ιουλίου του ίδιου χρόνου και για τους επόμενους 4 μήνες αναλαμβάνει και διδακτικά καθήκοντα στο πανεπιστήμιο του Montpellier παραδίδοντας το ειδικό μάθημα "Περί Καρδιάς, Αρτηριών & Φλεβών".
Το 1787 ολοκληρώνει τη διδακτορική του διατριβή "Ένας Ιπποκρατικός Γιατρός", στην οποία γίνεται αναφορά στις ηθικές δεσμεύσεις που συνεπάγεται ο πρώτος ιπποκρατικός αφορισμός.Το 1788, έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές του, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι με σκοπό ν' ασχοληθεί αποκλειστικά με τα γράμματα και την εθνική αφύπνιση. Μετά το τέλος των σπουδών του, σκόπευε να εξασκήσει το επάγγελμα του γιατρού στα Επτάνησα. Πριν την επιστροφή του, όμως, στον ελλαδικό χώρο θα επισκεφθεί το Παρίσι, όπου πρόκειται τελικά να εγκατασταθεί μόνιμα.
Φθάνει στη γαλλική πρωτεύουσα στις 24 Μάη 1788 εφοδιασμένος με συστατικές επιστολές καθηγητών του. Ενώ δέχτηκε τη γαλλική υπηκοότητα, η συνείδησή του παρέμεινε καθαρά ελληνική. Εκεί συνέχισε να κάνει μεταφράσεις ιατρικών κυρίως βιβλίων στα γαλλικά και ταυτόχρονα άρχισε να συγγράφει κείμενα σχετικά με τη κατάσταση του ελληνισμού. Το 1795 κυκλοφορεί την "Εισαγωγή Στη Μελέτη Της Ιατρικής" του Selle, με δικό του πρόλογο και τον επόμενο χρόνο το "Ιατρικές Παρατηρήσεις" του ίδιου συγγραφέα από κοινού με το "Ιατρικόν Συνέκδημον". Στα 1796 επίσης, θα δημοσιεύσει στο γαλλικό περιοδικό Magazin Encyclopèdique μια φιλολογική μελέτη σχετικά με ένα χωρίο του ρήτορα Δεινάρχου. Θ' ακολουθήσει στα 1798 η "Ιστορία Tης Iατρικής & Xειρουργικής" του άγγλου W. Black, που συνοδευόταν από πρωτότυπες παρατηρήσεις του κι αποσπάσματα αρχαίων ελληνικών ιατρικών έργων κατ' αντιπαράθεση με το κείμενο.
Η επίδραση των Ιδεών του Διαφωτισμού
Όντας εγκατεστημένος στη Γαλλία, υπήρξε μάρτυς των γεγονότων του 1789 και της ακόλουθης πολιτικής αλλαγής. Μες σ' αυτό το κλίμα κι έχοντας ενστερνιστεί τις ιδέες του Διαφωτισμού θα επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στη προσπάθεια των Ελλήνων για Ανεξαρτησία. Ενδεικτική αυτής του της πρόθεσης είναι η δημοσίευση στα 1798 της "Αδελφικής Διδασκαλίας". Πρόκειται για κείμενο που έγραψε -με αφορμή το θάνατο του Ρήγα- ως απάντηση στο ανώνυμο φυλλάδιο "Πατρική Διδασκαλία", το οποίο -αποδίδεται στον Αθανάσιο Πάριο, που κρυμμένος πίσω από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων 'Ανθιμο, καλεί τους Έλληνες να μείνουν υπόδουλοι στους Τούρκους και να μην επιθυμούν την ελευθερία τους-, αντιδρούσε απέναντι στον Διαφωτισμό, τη πνευματική πρόοδο κι υποστήριζε την Οθωμανική κυριαρχία.
Η πεποίθηση του για την ανάγκη απελευθέρωσης από τη τουρκική ηγεμονία θα τον οδηγήσει τα επόμενα χρόνια σ' ευρεία εκδοτική δραστηριότητα έργων αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Η κίνηση αυτή βασίστηκε στη σκέψη πως η πνευματική πρόοδος των συμπατριωτών του αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη πολιτική τους ανεξαρτησία. Θα εκδόσει, λοιπόν, το 1799 -με δαπάνες του Θωμά Σπανιωλάκη- στα γαλλικά κι ελληνικά τους "Χαρακτήρες" του Θεοφράστου, που αφιερώνει στους ελεύθερους Έλληνες του Ιονίου.
Επηρεασμένος από τις φιλελεύθερες ιδέες του Διαφωτισμού, μαχόταν με τα γραπτά του υπέρ της πνευματικής αναγέννησης της Ελλάδας. Κύριο μέλημά του ήταν η πνευματική ανάπτυξη του Γένους, που θεωρούσε προϋπόθεση για την ελευθερία και την ανεξαρτησία. Στην ανανέωση της παιδείας προσπάθησε να συμβάλει και σε πρακτικό επίπεδο, με τις φιλολογικές εκδόσεις αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων στην σειρά "Ελληνική Βιβλιοθήκη", αλλά και θεωρητικά, κυρίως στα προλεγόμενα που προέτασσε στις εκδόσεις, τους "Αυτοσχέδιους Στοχασμούς Περί Της Ελληνικής Παιδείας & Γλώσσης".
Το 1800 εκδίδει το ποίημα "'Ασμα Πολεμιστήριον" και την επόμενη χρονιά το "Σάλπισμα Πολεμιστήριον", με το ψευδώνυμο Ατρόμητος Μαραθώνιος. Μ' αυτά προσπάθησε να τονώσει τις ελπίδες των Ελλήνων για την απελευθέρωση και να ενισχύσει την αγωνιστική διάθεση, σε μια περίοδο που η εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο δημιουργούσε προσδοκίες για ενδεχόμενη βοήθεια των Γάλλων προς τους Έλληνες. Αποτέλεσμα αυτών των προσδοκιών ήταν και το κείμενό του "Υπόμνημα Περί Της Παρούσης Καταστάσεως Της Ελλάδος" το οποίο εξέφραζε τις ανησυχίες του για τη πολιτική κατάσταση της πατρίδας. Αντίστοιχου περιεχομένου φυλλάδιο είναι και το "Τι Πρέπει Να Κάμωσιν Οι Γραικοί Κατά Τας Παρούσας Περιστάσεις" (1805) με προτροπές και παραινέσεις προς τους ομογενείς.Το 1800 επίσης, τύπωσε το "Περί Ανέμων, Υδάτων & Τόπων" του Ιπποκράτη, εμπλουτισμένο με δικές του σημειώσεις, (έκδοση που βραβεύτηκε το 1810 από το Γαλλικό Ινστιτούτο, επιτρέποντάς του να προβεί με τα χρήματα που κέρδισε σ' επανέκδοσή του το 1816). Παράλληλα θα ασχοληθεί με την απόδοση στα ελληνικά του "Περί Αμαρτημάτων & Ποινών" του Ιταλού Beccarie. Το κείμενο θα κυκλοφορήσει το 1802 για να επανεκδοθεί πληρέστερο 20 περίπου χρόνια μετά, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί από τους μελλοντικούς Έλληνες δικαστές. Το 1802 επίσης θα προβεί στη διόρθωση του μυθιστορήματος "Τα Κατά Δάφνιν & Χλόην" του Λόγγου. Το 1804 κυκλοφορεί τα "Αιθιοπικά" του Ηλιοδώρου, με προτροπή και δαπάνη του φίλου του Αλέξανδρου Βασιλείου, που η εισαγωγή του είναι η πρώτη ελληνική πραγματεία για το λογοτεχνικό είδος του μυθιστορήματος. Το 1805, έχοντας εξασφαλίσει τη χορηγία των αδελφών Ζωσιμά θα δώσει στην εκδοτική του δραστηριότητα πιο συστηματική μορφή. Με τον τίτλο "Ελληνική Βιβλιοθήκη" θα κυκλοφορήσει στο διάστημα που ακολουθεί έως και το 1827 μια πολύτομη συλλογή αρχαίων κειμένων, που συνοδεύει με δικούς του προλόγους, με την χορηγία των αδερφών Ζωσιμά. Εκεί εξέδωσε, μεταξύ άλλων, τους "Βίους Παραλλήλους" του Πλουτάρχου, "Λόγους" του Ισοκράτη, τις 4 πρώτες ραψωδίες της Ιλιάδας, Γαληνό, Στράβωνα, Μάρκο Αυρήλιο, τα "Πολιτικά" και τα "Ηθικά Νικομάχεια" του Αριστοτέλη, τα "Απομνημονεύματα" του Ξενοφώντα, όλα με δικούς του προλόγους. Πρόκειται για τους λεγόμενους "Αυτοσχέδιους Στοχασμούς" ή "Προλεγόμενα", όπου εκθέτει τις απόψεις του για την ελληνική παιδεία και γλώσσα. Εκεί θα υποστηρίξει μεταξύ άλλων την ανάγκη για μετακένωση των ευρωπαϊκών ιδεών στα ελληνόφωνα σχολεία, από κοινού με τη χρήση μιας λόγιας δημοτικής γλώσσας για τη διευκόλυνση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η απήχηση των θέσεών του αυτών θα προκαλέσει αργότερα -με πρωτοβουλία των συμπατριωτών του- την έκδοση σε χωριστό τόμο όλων των προλόγων του.Τα παραπάνω έργα του συνέβαλαν ώστε να γίνει γνωστός στον κύκλο των ελλήνων και ξένων λογίων. Μεταξύ των προσωπικοτήτων με τις οποίες συνδέθηκε ήταν οι γάλλοι φιλόλογοι Κλαβιέ, Σαρτόν ντε λα Ροσσέτ, και ο ντ' Ανς ντε Βιλλουασόν, ενώ υπήρξε και μέλος -από κοινού με Γάλλους ιδεολόγους- της Societé des Observateurs de l' Homme. Την ίδια περίοδο -και με σύσταση του καθηγητή του Chaptal- θ' αναλάβει να μεταφράσει τη "Γεωγραφία" του Στράβωνα μαζί με τον La Porte-du Theil και τον γεωγράφο Gossellin. Γι' αυτή του τη προσπάθεια θα λάβει ισόβια σύνταξη 2000 φράγκων από το Γαλλικό Ινστιτούτο.Την έκδοση του πρώτου τόμου της "Ελληνικής Βιβλιοθήκης", θ' ακολουθήσει 2 χρόνια μετά ένα 2τομο έργο που περιλάμβανε "Λόγους & Επιστολές" του Ισοκράτη. Στο διάστημα από το 1809 έως και το 1814 θα κυκλοφορήσει σε 6 τόμους το "Βίοι Παράλληλοι" του Πλουτάρχου. Το 1809 θα εκδώσει, τα "Στρατηγήματα" του Πολυαίνου κι αμέσως μετά το "Μύθων Αισωπείων Συναγωγή" (1810). Τα δύο τελευταία αποτελούν "Πάρεργα" της "Ελληνικής Βιβλιοθήκης". Με δαπάνη ομογενών από τη Χίο κυκλοφορεί το 1814 το "Ξενοκράτους & Γαληνού: Περί Της Από Την Ενύδρων Τροφής". Εν συνεχεία, θα προβεί στην έκδοση των λατίνων συγγραφέων Στράβωνα και Μάρκου Αυρήλιου. Το έργο του πρώτου τυπώνεται σε 4 τόμους κατά το διάστημα 1815-19 και το αντίστοιχο του δεύτερου το 1816. Από το 1811 έως το 1820 έχει εκδώσει, επίσης, τις 4 πρώτες ραψωδίες της Ιλιάδας. Στα 1820 επίσης, θα κυκλοφορήσει ανώνυμα και τη δική του μετάφραση του θεολογικού έργου "Συμβουλή" τριών επισκόπων σχετικά με τις παρατυπίες του ορθόδοξου και καθολικού κλήρου.Τη περίοδο αυτή θα πρωτοστατήσει στην κοινή προσπάθεια των λογίων για την ενίσχυση της εκπαιδευτικής δραστηριότητας στα ελληνόφωνα σχολεία. Προμηθεύει με σύγχρονα εγχειρίδια καθώς και όργανα πειραματικής φυσικής και χημείας, πολλές σχολές, ενώ προτείνει και καθηγητές (μεταξύ αυτών οι Ν. Βάμβας, Κ. Κούμας, Θ. Καΐρης) για διάφορες διδασκαλικές θέσεις.
Παράλληλα, ενθαρρύνει μορφωμένους ομογενείς του να προβούν σε μεταφράσεις κειμένων της δυτικής διανόησης και φροντίζει για την αποστολή υποτρόφων στην Ευρώπη. Ακόμη, ζητά με επιστολές του την οικονομική συνδρομή πλουσίων ελλήνων εμπόρων για την υλοποίηση στόχων παιδευτικού χαρακτήρα, όπως η ίδρυση βιβλιοθηκών και σχολείων, καθώς κι η έκδοση διδακτικών βιβλίων. Η πολύπλευρη δράση του αυτό το διάστημα θα τον αποτρέψει από το να αναλάβει διδασκαλικά καθήκοντα παρά τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε κατά καιρούς. Έτσι, το 1814 απορρίπτει πρόταση να εργαστεί στο College de France, μετά το θάνατο του Bosquillon.
Νωρίτερα είχε αρνηθεί να διδάξει ελληνική φιλολογία στο ίδιο ίδρυμα ως αντικαταστάτης του Villoison αλλά και να δουλέψει ως οικοδιδάσκαλος στο σπίτι εύπορου άγγλου. Το 1816, πάλι, δεν θα δεχτεί καθηγητική θέση στο Γαλλικό Ινστιτούτο, για την οποία είχε προταθεί.
Οι απόψεις του
Στα προλεγόμενά του κατέθετε τις προτάσεις του για τη παιδεία, το περιεχόμενο, τα εγχειρίδια και τις μεθόδους της διδασκαλίας και κυρίως τη γλώσσα, που ήταν το βασικό μέλημα των λογίων κατά την περίοδο του Διαφωτισμού. Βασικές του ιδέες ήταν η ανάγκη μετακένωσης της δυτικής παιδείας στην Ελλάδα κι ο εκσυγχρονισμός της διδασκαλίας (μεταξύ άλλων υποστήριζε την αλληλοδιδακτική μέθοδο, την αποφυγή της χρήσης της αρχαίας γλώσσας στη διδασκαλία και τη συγγραφή νέων εγχειριδίων γραμματικής καθώς και λεξικών, για τα οποία κατέθετε συγκεκριμένες προτάσεις). Για την εφαρμογή των ιδεών του συμμετείχε στην ομάδα των λογίων που ίδρυσαν το 1811 το περιοδικό ΕΡΜΗΣ Ο ΛΟΓΙΟΣ, στο οποίο αρθρογραφούσε συχνά.
Ως κύριο στόχο είχε διαμόρφωση ενός γλωσσικού οργάνου κατάλληλου για την πνευματική ανάπτυξη.
Στα 1811 θα συμμετάσχει στην κίνηση πολλών σύγχρονών του ελλήνων λογίων, για την κυκλοφορία του περιοδικού, που πραγματευόταν θέματα φιλολογικού, φιλοσοφικού κι ευρύτερου πνευματικού χαρακτήρα. Προσδοκούσε ότι το 15ήμερο αυτό έντυπο θα συνέβαλε αποφασιστικά στην παιδευτική αναμόρφωση των συμπατριωτών του κι υπήρξε τακτικός συνεργάτης του.
Από το 1813, οπότε ξεσπά η διαμάχη για την επικράτηση της αρχαΐζουσας ή της σύγχρονης δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση, θα εκφράσει μέσα από τις στήλες του ΛΟΓΙΟΥ ΕΡΜΗ τις προσωπικές του θέσεις για το γλωσσικό ζήτημα. Ανάμεσα στις δυο αντίρροπες τάσεις της εποχής, την αποκλειστική χρήση της ομιλουμένης γλώσσας και την επαναφορά της αρχαίας, κράτησε ενδιάμεση στάση: βάση του ήταν η ομιλουμένη γλώσσα, για την οποία πρότεινε τον «καθαρισμό» από ξένες κι ιδιωματικές λέξεις και την γενικότερη «διόρθωση» από τους λογίους. Οι υποδείξεις του οδηγήσανε στη διαμόρφωση της γλωσσικής μορφής που ονομάστηκε καθαρεύουσα και γι' αυτές τις θέσεις δέχτηκε επικρίσεις τόσον από τους υποστηρικτές της αρχαΐζουσας όσο κι από τους υποστηρικτές της ομιλουμένης γλώσσας. Θεωρώντας τη γλώσσα βασικό εργαλείο για τη παιδεία προωθούσε τη καθιέρωση ενός κατανοητού γλωσσικού ιδιώματος, που δανειζότανε στοιχεία από την αρχαία ελληνική αλλά και τη καθομιλουμένη της εποχής του. Αυτή η μέση οδός είναι η δική του απάντηση στη φθορά που όπως πίστευε έχει υποστεί η ελληνική γλώσσα από τα αρχαία χρόνια ως τις μέρες του.
Ξεκινώντας, λοιπόν, από τη χυδαία -κατά τα λεγόμενά του- δημοτική θα επιδιώξει την τροποποίησή της σύμφωνα με τους κανόνες και τα πρότυπα της αρχαΐζουσας σε μια προσπάθεια εξευγενισμού της. Ανάμεσα στις καινοτομίες που εισάγει είναι η απαλοιφή λαϊκών και ξένων λέξεων -κυρίως τουρκικών- αλλά κι η δημιουργία νέων από το συνδυασμό ριζών και καταλήξεων των δύο γλωσσικών ιδιωμάτων. Η προσέγγισή του, λοιπόν, πλησιάζει τα όρια μιας απλής καθαρεύουσας, που παραμένει ωστόσο ανομοιογενής. Σε μεταγενέστερες συγγραφές του θα προσφύγει στη χρήση περισσότερων δημοτικών παρά αρχαϊκών στοιχείων για την γραικική γλώσσα, όπως ο ίδιος την αποκαλούσε.
Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν κι έως το 1821 έρχεται σε σφοδρή αντιπαράθεση με τους Ν. Δούκα, Στ. Κομμητά και Π. Κοδρικά, που ηγούνταν της παράταξης για τη καθιέρωση της καθαρεύουσας. Ο ίδιος χωρίς να υποστηρίζει τη χρήση της απλής δημοτικής, προωθεί τη συμβιβαστική λύση μιας μέσης οδού αποφεύγοντας τις ακρότητες. Υπέρ της θέσης αυτής τάχθηκαν οι Νεοφ. Βάμβας, Θ. Καΐρης, Κ. Κούμας, Θεοκλ. Φαρμακίδης κ.α. Σχετικά με το γλωσσικό ζήτημα είναι τα κείμενά του: "Σχολαστικοκατάργησις" (1818) και "Διατριβή Αυτοσχέδιος".
Μετά τον θάνατό του, -και παρά την μεγάλη επιρροή που άσκησε καθ' όλη τη διάρκεια της γλωσσικής διαμάχης- μόνο ο Κ. Κούμας και ο Θ. Φαρμακίδης παραμείνανε πιστοί στις θέσεις αυτές. Εκδηλώθηκαν εναντίον του αντιδράσεις, με αρνητικές κριτικές για τις πολιτικές και γλωσσικές του ιδέες.
Ο Κοραής και η Ελληνική Επανάσταση
Από το 1821 και με την έναρξη της ελληνικής επανάστασης θα κατευθύνει τη δράση του σύμφωνα με τη νέα κατάσταση που έχει δημιουργηθεί. Παρόλο που θεωρούσε ότι ο Αγώνας θα 'πρεπε να καθυστερήσει κατά 3 τουλάχιστον 10ετίες, εξαρχής υποστήριξε ενεργά την προσπάθεια των Ελλήνων για ανεξαρτησία. Όπως γράφει ο ίδιος, αιφνιδιασμένος από το κίνημα, που το περίμενε περί τα 1850, «το θηκάρι ερρίφθη πλέον μακριά και το σπαθί δεν θα ξαναεισέλθει». Θα συμμετάσχει, λοιπόν, ως ιδρυτικό στέλεχος στο Φιλελληνικό Κομιτάτο του Παρισιού (1825), που συγκροτήθηκε προκειμένου να προβάλει τις ελληνικές θέσεις σε ομογενείς και ξένους και να συγκεντρώσει απαραίτητες υλικές συνδρομές. Ο ίδιος θ' αναπτύξει συχνή αλληλογραφία με φιλέλληνες πολιτικούς -μεταξύ αυτών κι ο Τόμας Τζέφερσον- και λόγιους, αρθρογραφώντας παράλληλα σε ξένα έντυπα για την ενίσχυση της Επανάστασης. Φοβάται για το τι θα γίνει μετά την απελευθέρωση. Προφητεύει πως οι Έλληνες δε θα μπορέσουν ν' αυτοδιοικηθούν και θα ζητήσουν προστασία ξένης δύναμης. Κι όντως έτσι έγινε.
Το 1825 η Ελληνική Κυβέρνηση ζητά προστασία από την Αγγλία κι ετοιμάζεται ν' αποδεχτεί κάποιο ξένο βασιλιά στην Ελλάδα. Ο Κοραής προσπαθώντας ακόμα και τότε να βοηθήσει, προτρέπει τους Έλληνες να θεσπίσουν φιλελεύθερο σύνταγμα που να περιορίζει τις δικαιοδοσίες του βασιλιά. Ο Καποδίστριας αναλαμβάνει πρωθυπουργός κι αλλάζει η τροπή των πολιτικών πραγμάτων. Αν και δύσπιστος τάσσεται υπέρ του Καποδίστρια στην αρχή. Και πράγματι, ο Κοραής δεν ήταν πολιτικός. Ήταν ένας αγνός πατριώτης, ένας δυναμικός δημοκράτης, ένας ασυμβίβαστος άνθρωπος. Γι' αυτές του τις ενέργειες θα λάβει ευχαριστήρια επιστολή (9 Απριλίου 1827) από τα μέλη της Γ' Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας.
Αργότερα επιμελείται της ίδρυσης Λυκείου στο Παρίσι, κίνηση που προωθεί μέσω του Φιλελληνικού Κομιτάτου. Εκεί πρόκειται να διδάξουν οι Κ. Πιτσιπιός και Κ.Θ. Ράλλης.
Η συγγραφική δραστηριότητα
Όσον αφορά τη συγγραφική δραστηριότητα αυτής της περιόδου, θα συνεχίσει την έκδοση των αρχαίων ελλήνων συγγραφέων επιλέγοντας κατάλληλα για τις περιστάσεις κείμενα πολιτικού περιεχομένου. Έτσι, το 1821 θα κυκλοφορήσει τα "Πολιτικά" του Αριστοτέλη, τα οποία συνοδεύει με την εισαγωγή "Πολιτικές Παραινέσεις". Θ' ακολουθήσουν τον επόμενο χρόνο τα "Ηθικά Νικομάχεια" του ίδιου, καθώς και τα κείμενα "Στρατηγικός" του Ονησάνδρου και "Πρώτο Ελεγείο" του Τυρταίου, που μετέφρασε ο ίδιος. Τα δύο τελευταία αφιερώνει στους μαχόμενους συμπατριώτες του.
Η επόμενη εκδοτική του προσπάθεια αφορά στις "Σημειώσεις Εις Το Προσωρινόν Πολίτευμα Της Ελλάδος" του 1822 και το έργο "Πολιτικά" του Πλουτάρχου (1824). Σ' αυτό θέτει ως πρόλογο το "Διάλογοι Περί Των Ελληνικών Συμφερόντων", όπου κάνει λόγο για τα πολιτικά προβλήματα της επαναστατημένης χώρας.
Το 1825 εκδίδει τα "Απομνημονεύματα" του Ξενοφώντα και τον "Γοργία" του Πλάτωνα για να κυκλοφορήσει ένα χρόνο αργότερα το "Εγχειρίδιο" του Επίκτητου καθώς και το "Λόγο Κατά Λεοκράτους" του Λυκούργου. Στα 1827 θα τυπώσει το έργο "Αρριανού Του Επικτήτου Διατριβών", βιβλία 4. Τα παραπάνω κείμενα επιλέχθηκαν από τον Κοραή για να προβάλλουν στους Έλληνες επίκαιρα ηθικά και πολιτικά ζητήματα. Στα προλεγόμενά τους ο συγγραφέας κάνει λόγο για την εξέλιξη των πολιτικών θεσμών και θεωριών από τους αρχαίους Έλληνες ως και τους νεότερους δυτικούς διανοητές.
Από το 1828 θα προβεί στην έκδοση του έργου "Γλωσσογραφικής Ύλης Δοκίμιον", που κυκλοφόρησε με το γενικό τίτλο "'Ατακτα". Πρόκειται για μια συλλογή λεξικογραφικού κυρίως υλικού, το οποίο είχε ήδη συγκεντρώσει κατά το διάστημα της ενασχόλησης του με τα αρχαία κείμενα της "Ελληνικής Βιβλιοθήκης". Αυτά τα γλωσσικά κι ερμηνευτικά στοιχεία προέρχονταν από την αρχαία, μεσαιωνική και νεοελληνική γραμματεία, αλλά κι από κείμενα της Παλαιάς & Καινής Διαθήκης και τη προφορική παράδοση.
Ως και το 1833 θα κυκλοφορήσει τους 5 πρώτους τόμους της συλλογής, ενώ μετά το θάνατό του θα εκδοθούν 2 ακόμη.Μετά την απελευθέρωση εναντιώθηκε στη πολιτική του Καποδίστρια, επειδή θεωρούσε αυταρχική την συγκέντρωση όλων των εξουσιών στο πρόσωπο του κυβερνήτη. Τις αντιπολιτευτικές του θέσεις διατύπωνε σε διαλογικά κείμενα που δημοσίευε με ψευδώνυμο. Για τη στάση του αυτή έφθασε να θεωρείται ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του. Οι δυο τους είχαν γνωριστεί το 1815 στο Παρίσι κι έκτοτε διατηρούσαν φιλική σχέση ανταλλάσσοντας συχνά επιστολές για την εκπαιδευτική και πολιτική κατάσταση στον ελλαδικό χώρο.
Μετά την ανάληψη, όμως, από τον Καποδίστρια της διακυβέρνησης της επαναστατημένης χώρας, ο Κοραής προέβαλε εχθρική στάση απέναντι του. Αιτία υπήρξε η συγκέντρωση όλων των εξουσιών στο πρόσωπο του Κυβερνήτη, που θεώρησε ως μια μορφή τυραννίας που πρόδιδε τις θυσίες των συμπατριωτών του. Η αρνητική γνώμη του για τον Καποδίστρια πιθανότατα υπήρξε αποτέλεσμα διαβολής του τελευταίου από αντιπάλους του.
Τον Σεπτέμβρη του 1830, θα κυκλοφορήσει το φυλλάδιο με τίτλο "Τι συμφέρει εις την ελευθερωμένην από Τούρκους Ελλάδα να πράξει, εις τας παρούσας περιστάσεις για να μην δουλωθεί εις χριστιανούς τουρκίζοντας". Εκεί, με το ψευδώνυμο Γ. Πανταζίδης, θα προβεί σ' επικριτικά σχόλια για τη πολιτική του Καποδίστρια και θα προτείνει ως λύση μια γαλλική παρέμβαση. Παρά την αντίδραση του Έλληνα Κυβερνήτη, θα δημοσιεύσει τον Οκτώβρη του επόμενου χρόνου -αγνοώντας τη δολοφονία του- έναν ακόμη αντικαποδιστριακό διάλογο με τον ίδιο τίτλο. Θα ακολουθήσει το κείμενο "Σύμμεικτα Ελληνικά από της αρχής της Κυβερνήσεως του Καποδίστρια κι εφεξής", του οποίου το πρώτο μέρος εκδόθηκε στο Παρίσι τον Οκτώβρη του 1831 και το δεύτερο τον Αύγουστο του 1832.
Το 1831, επίσης, θα κυκλοφορήσει το θεολογικού περιεχομένου κείμενο "Ιερατικόν Συνέκδημον", όπου υπερασπίζεται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα απορρίπτοντας ταυτόχρονα τις προλήψεις και δεισιδαιμονίες του ανατολικού κλήρου. Για τη καταπολέμηση των τελευταίων τίθεται υπέρ μιας ευρύτερης παιδείας των ιερωμένων που θα ξεπερνά την εκκλησιαστική μόρφωση. Αυτές του οι απόψεις προκάλεσαν την αντίδραση του Στέφανου Καραθεοδωρή, ο οποίος συνέταξε ως απάντηση την "Αντίρρησιν", αλλά και των Κ. Οικονόμου και Δ. Χατζερή.
Από την υπόλοιπη συγγραφική παραγωγή του, σώζεται ακόμη ένα ελληνογαλλικό λεξικό και μία νεοελληνική γραμματική, που βρέθηκαν σε χειρόγραφη μορφή μετά το θάνατό του. Ο ίδιος νωρίτερα είχε αναθέσει στους Χιώτες Φ. Φουρναράκη, Κ. Πιτζιπιό, Σ. Γαλάνη και Κ. Ράλλη, να συλλέξουν και να καταγράψουν όλα του τα χειρόγραφα, ώστε να παραδοθούν στους κληρονόμους του.Θα πεθάνει στο Παρίσι στις 6 Απρίλη 1833 έπειτα από σύντομη ασθένεια και θα ταφεί στο κοιμητήριο του Montparnasse.
Η εκδοτική κι εν γένει πνευματική δραστηριότητα του καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του κατευθύνεται από την επιθυμία του για πολιτική ανεξαρτησία των Ελλήνων. Την ιδέα αυτή έχει καλλιεργήσει κατά τη διαμονή του στο εξωτερικό, όποτε έρχεται σ' επαφή με τις ιδέες του Διαφωτισμού για να ενστερνιστεί τελικά τις θέσεις των Γάλλων Ιδεολόγων. Τίθεται, λοιπόν, υπέρ της επικράτησης ενός καθεστώτος ελευθερίας, δικαιοσύνης κι ισονομίας που προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα του πολίτη. Παρόλο που υποστήριζε τις πολιτικές καιοινωνικές μεταρρυθμίσεις στη Γαλλία, οι ακρότητες που ακολούθησαν την επανάσταση του 1789 θα προκαλέσουν την αντίδρασή του απέναντι στο φανατισμό και τις συγκρούσεις στους κόλπους των επαναστατών. Αναζητώντας το καταλληλότερο για τους συμπατριώτες του πολίτευμα, θα προβεί σε μελέτες συνταγματικού και ευρύτερου νομικού περιεχομένου.
Ήδη από το 1789 έχει μεταφράσει τη διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη με τον τίτλο "Δίκαια του ανθρώπου και του πολίτη". Η έρευνα του αναφορικά με τα συντάγματα της Γαλλίας, Αγγλίας κι ΗΠΑ, τον ωθεί να προτείνει τελικά για την επαναστατημένη χώρα το δημοκρατικό σύστημα των Αγγλοαμερικανών.
Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρας
Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρας
Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρας (6 Απριλίου 1886 - 7 Ιουλίου 1972) γεννήθηκε στα Τσαραπλανά (σημερινό Βασιλικό) της Ηπείρου, που εκείνη την περίοδο ακόμα αποτελούσε έδαφος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και το κοσμικό του όνομα ήταν Αριστοκλής Σπύρου.
Το 1903 εισήχθη στη Θεολογική Σχολή Χάλκης. Το 1910, έλαβε το πτυχίο του στη θεολογία, εκάρη μοναχός και χειροτονήθηκε διάκονος. Το 1919, ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Μελέτιος Μεταξάκης τον προσέλαβε αρχιδιάκονο και γραμματέα της Αρχιεπισκοπής. Μετά την επικράτηση του κινήματος του 1922 ανέλαβε γραμματέας της "Παγκληρικής Ένωσης", μιας κίνησης αγάμων κληρικών φίλα προσκείμενων στη βενιζελική παράταξη που είχε ως συνέπεια στο τέλος του ίδιου έτους, τον Δεκέμβριο του 1922, επί επαναστατικής κυβέρνησης Ν. Πλαστήρα, και ενώ ακόμα ήταν διάκονος, να χειροτονηθεί επίσκοπος και να εκλεγεί Μητροπολίτης Κέρκυρας.
Το 1930, ορίστηκε από την Ιερά Πατριαρχική Σύνοδο Αρχιεπίσκοπος Βορείου και της Νοτίου Αμερικής και χρημάτισε σε αυτή τη θέση μέχρι το 1948. Κατά τη διάρκεια της εκεί θητείας του κατόρθωσε να ενώσει τις διαιρεμένες από τον εθνικό διχασμό κοινότητες, έδωσε ιδιαίτερο βάρος στην ανέγερση ναών και σχολείων και ίδρυσε την ελληνορθόδοξη σχολή θεολογίας του Τιμίου Σταυρού στη Βοστώνη.
Κατά τη διάρκεια της αρχιεπισκοπίας του στις ΗΠΑ ο Αθηναγόρας είχε καλλιεργήσει στενές σχέσεις με κορυφαίες προσωπικότητες της χώρας όπως με το προεδρικό ζεύγος Φραγκλίνου και Ελεονόρας Ρούζβελτ και περισσότερο ιδιαίτερα με τον πρόεδρο Χάρρυ Τρούμαν.
Μετά την δρομολογημένη εκ τεσσάρων κυβερνήσεων "παραίτηση" του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μαξίμου Ε΄, στις 18 Οκτωβρίου του 1948, και ειδικότερα μετά από πίεση των ΗΠΑ προς την τουρκική κυβέρνηση, ο Αθηναγόρας εξελέγη Πατριάρχης, στις 1 Νοεμβρίου του 1948, ως Αθηναγόρας Α΄. Ήταν ο πρώτος Πατριάρχης που εξελέγη χωρίς να έχει προηγουμένως την τουρκική υπηκοότητα, μετά την εφαρμογή του τουρκικού νόμου - διατάγματος 1092 του έτους 1923. Έτσι του αναγνωρίστηκε η τουρκική υπηκοότητα και του δόθηκε τουρκικό διαβατήριο, από το Νομάρχη Κωνσταντινούπολης στο αεροδρόμιο, κατά την άφιξή του, με το σκεπτικό ότι είχε γεννηθεί στο έδαφος της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δεδομένου ότι η γενέτειρά του απελευθερώθηκε μετά τη γέννησή του, το 1912.
Συγκεκριμένα στις 1 Νοεμβρίου του 1948 συγκλήθηκε η Ενδημούσα Σύνοδος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως αποτελούμενη από 17 αρχιερείς. Το τριπρόσωπο ψηφοδέλτιο καταρτίσθηκε από αρχιερείς - ποιμενάρχες εκτός των τουρκικών ορίων: του αρχιεπισκόπου Αμερικής Αθηναγόρα, του μητροπολίτη Μεθύμνης Διονυσίου, και του μητροπολίτη Κώου Εμμανουήλ. Και οι τρεις έλαβαν από 11 ψήφους ενώ βρέθηκαν 6 λευκά. Ο Αθηναγόρας εκλέχθηκε κατά τη 2η εκλογή όπου έλαβε 11 ψήφους, όλοι οι άλλοι ήταν λευκοί που προέρχονταν από τους υποστηρικτές του κυρίου αντιπάλου του που ήταν ο, μητροπολίτης Δέρκων, Ιωακείμ ο οποίος είχε αποκλειστεί προηγουμένως από την τουρκική κυβέρνηση, από τη διαδικασία εκλογής. Μάλιστα ο τουρκικός τύπος θεωρούσε εξ αρχής βέβαιη την εκλογή του Αθηναγόρα, αναφέροντας ακόμη και τον αριθμό ψήφων που θα ελάμβανεΠατριαρχία Αθηναγόρα
Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας πριν αναχωρήσει για την Κωνσταντινούπολη έκανε μια μεγάλη περιοδεία σ΄ όλες σχεδόν τις ορθόδοξες κοινότητες της Αμερικής δίνοντας κατά τις διάφορες εκεί ομιλίες του το στίγμα της πολιτικής που θ' ακολουθούσε καλώντας όλους σε μια νέα σταυροφορία κατά του κομμουνισμού, την "ιερώτερη μάχη" του χριστιανικού κόσμου, όπως ο ίδιος χαρακτήριζε τότε.
Συγκεκριμένα στα τέλη Νοεμβρίου του 1948, μιλώντας σε μεγάλη κληρικολαϊκή συγκέντρωση στη Βοστώνη, που μεταδόθηκε απ΄ όλα τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, μεταξύ άλλων τόνισε:
"Καταιγίδες αντιξοοτήτων ξεσπούν γύρω μας και το ολέθριο πνεύμα της καταστροφής απειλεί να πνίξει την ελευθερία της συνειδήσεώς μας, τα ανθρώπινα ιδανικά μας και τα ιερά του χριστιανικού πολιτισμού θεμέλια. Η Ελλάς από το ένα μέρος διεξάγει ήδη σκληρόν αγώνα δια να διατηρήσει την ελευθερίαν και την εδαφικήν της ακεραιότητα. Η Τουρκία αφ΄ ετέρου ευρίσκεται εις συνεχή επιφυλακτικήν στάσιν εν όψει της ίδιας απειλής. Το Δόγμα Τρούμαν απεδείχθη εν τη πράξει ως εις εκ των αποτελεσματικοτέρων παραγόντων εις τον αγώνα προς απόκρουσιν της επιθέσεως αυτής. Καλώ όλους τους Αμερικανούς όπως ενισχύσουν τας προσπαθείας του προέδρου Τρούμαν. Το να λησμονήση τις το ιερόν τούτο χρέος κατά τας κρισίμους ώρας θα ισοδυνάμει προς το να λιποτακτήση και να εγκαταλείψη την θέσιν του εις την ιερωτέραν μάχην εξ όσων εδόθησαν ποτέ δια την υπεράσπισιν των ιδανικών της χριστιανοσύνης".
Περισσότερο όμως αποκαλυπτικός ο ρόλος που θα διαδραμάτιζε ο νέος Πατριάρχης την εποχή εκείνη του ψυχρού πολέμου ήταν η αποχαιρετιστήρια συνάντησή του με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Χάρρυ Τρούμαν στον Λευκό Οίκο. Όπως σημείωνε ο ανταποκριτής της Βραδυνής στην Ουάσιγκτον, Κωστής Μπαστιάς, που κατέγραψε τον διάλογο:
«Ο Πρόεδρος Τρούμαν ετόνισεν εις τον Πατριάρχην ότι η αναχώρησίς του εξ Αμερικής πληροί την καρδίαν αναμίκτου αισθήματος, χαράς και λύπης. Χαράς μεν διότι το πηδάλιον της Ανατολικής Εκκλησίας περιέρχεται εις τόσον στιβαράς χείρας εις μίαν κρίσιμον περίοδον του κόσμου, λύπης δε διότι απομακρύνεται εξ Αμερικής ιεράρχης τοσαύτας προσενεγκών υπηρεσίας εις την υπόθεσιν του Χριστιανισμού και γενικότερον της ειρήνης.
- Όσον μακράν και αν πηγαίνετε, ετόνισε ο Αμερικανός πρόεδρος, ειμί βέβαιος ότι εις την καρδίαν σας αποκομίζετε την Αμερικήν και προσωπικώς δεν θα παύσω να παρακολουθώ με το στοργικότερον ενδιαφέρον το έργον Σας, δια την στεράωσιν του Χριστιανισμού και της ειρήνης.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης δακρύβρεχτος από συγκινήσεως απήντησεν εις τον Πρόεδρον: - Ορθώς διεγνώσατε Εξοχώτατε, ότι αποχωρών εντεύθεν συναποκομίζω εις την ψυχήν μου την Αμερικήν. Μαζί με τον ασπασμόν του αποχωρισμού, ήλθα να Σας ευχαριστήσω, δι΄ όσα πράττετε δια την ανακούφισιν των λαών από τας πληγάς του πολέμου και δια την βοήθειαν την οποίαν τόσον χριστιανικώς παρέχετε εις αυτούς όπως επουλώσουν τας πληγάς αυτών.
Εντελώς όμως ιδιατέρως, συνέχισε ο πατριάρχης, θέλω να σας ευχαριστήσω δια την βοήθειαν την οποίαν προσφέρετε εις την Ελλάδα και την Τουρκίαν και να σας τονίσω την ανάγκην της αποτελεσματικής συνεχίσεώς της μέχρι της πλήρους ολοκληρώσεως.
Στο σημείο αυτό ηγέρθη ο πρόεδρος των ΗΠΑ και με έκδηλον συγκίνησιν, έσφιξε το χέρι του Πατριάρχου και ετόνισε: -Μη έχετε ουδεμίαν αμφιβολίαν ότι την βοήθειαν αυτήν θα την συνεχίσωμεν μέχρι τέλους, δηλαδή μέχρις ότου ολοκληρώσωμεν το έργον το οποίον έχομεν αναλάβει. Σήμερον μάλιστα είμαι ιδιαιτέρως ικανοποιημένος διότι εκ της λεπτομερούς εκθέσεως, την οποίαν μόλις προ ολίγης ώρας μου έκαμε ο κ. Γκραίηντυ, διαπίστωσα ότι δικαιολογείται κάθε αισιοδοξία δια το μέλλον της Ελλάδος και ότι εντός χρονικού διαστήματος μικρότερου του ενός έτους, θα έχωμεν μόνιμα και ευχάριστα αποτελέσματα, τόσον εις τον τομέα αποκαταστάσεως της τάξεως όσον και εις το πεδίον της οικονομικής ανασυγκρότησης.
Στη συνέχεια ο Αμερικανός Πρόεδρος οδήγησε τον Πατριάρχη προ του μεγάλου χάρτου των δύο ημισφαιρίων, ο οποίος ευρίσκεται πάντα ανηρτημένος στο γραφείο του , από της εποχής του προέδρου Ρούζβελτ και υποδεικνύοντας ένα προς ένα τα νευραλγικά σημεία του κόσμου, όπου παρατηρείται αστάθεια και ανωμαλία τόνισε: - Πιστεύω ότι όλαι αυταί αι πληγαί θα επουλωθούν συντόμως και ο πόθος της ειρηνικής διαβιώσεως των λαών θα γίνει πραγματικότης, ώστε να μη χρειάζονται πλέον σιδηρά παραπετάσματα. Πιστεύω ότι η ορθοφροσύνη και η καλή θέλησις θα επικρατήσουν πανταχόθεν και θα εξασφαλίσουν την ειρήνην.
- Αμήν, προσέθεσεν ο Πατριάρχης και ενηγκαλίσθη και κατησπάσθη του προέδρου….».
Στις 26 Ιανουαρίου 1949, περί τις μεσημβρινές ώρες το προσωπικό αεροσκάφος του Χάρρυ Τρούμαν τροχοδρομούσε στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης μεταφέροντας τον νεοεκλεγέντα Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα τον Α΄ τον οποίον και συνόδευε ο ιδιαίτερος υπασπιστής του Τρούμαν συνταγματάρχης Τσαρλς Μάρα. Διερχόμενο προηγουμένως το αεροσκάφος πάνω από τον ελληνικό εναέριο χώρο ανταλλάχθηκαν χαιρετισμοί μεταξύ Βασιλέως Παύλου και Πατριάρχη. Η δε υποδοχή που επιφύλαξε ο Νομάρχης της Κωνσταντινούπολης και μέγα πλήθος χριστιανών που είχαν προσέλθει αλλά και πολλών μουσουλμάνων, ίσως από περιέργεια, υπήρξε μεγαλειώδης. Ο Πατριάρχης εξερχόμενος του αεροπλάνου εντυπωσίασε όλους μιλώντας στα τουρκικά εκφράζοντας την εκτίμησή του στον πρόεδρο Ισμέτ Ινονού.
Αμέσως μετά με μια τεράστια αυτοκινητοπομπή κατευθύνθηκε στη κεντρική πλατεία της Πόλης όπου και κατέθεσε, στο μνημείο του Κεμάλ Ατατούρκ, στεφάνι με λουλούδια που όπως ανακοινώθηκε είχαν κοπεί από τους κήπους του Λευκού Οίκου.
Γενικά ο Αθηναγόρας Α΄ δραστηριοποιήθηκε στην οικουμενική κίνηση, επιδιώκωντας να καθιερώσει τις καλύτερες σχέσεις μεταξύ των Χριστιανών. Ίσως η πιο ξεχωριστή στιγμή ήταν η συνάντησή του με τον Πάπα Παύλο ΣΤ΄ στην Ιερουσαλήμ το 1964, η οποία οδήγησε στην αμοιβαία άρση των αναθεμάτων που είχαν χωρίσει τους ορθόδοξους και ρωμαιοκαθολικούς Χριστιανούς από το Σχίσμα του 1054. Αυτή η συμβολική χειρονομία άνοιξε τη δυνατότητα του αυθεντικού διαλόγου μεταξύ των Ορθόδοξων και Ρωμαιοκαθολικών για πρώτη φορά μετά από αιώνες.
Σημαντική επίσης υπήρξε η δραστηριότητα του Αθηναγόρα στην ενίσχυση της εσωτερικής ιεραποστολής στο κλίμα της αρχιεπισκοπής της Κωνσταντινούπολης, αναδιοργάνωσε την Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης με διορισμούς νέων καθηγητών και της μόρφωσης επιστημονικών στελεχών καθώς επίσης και βελτίωσε ζωηρά τις σχέσεις με τις τουρκικές Αρχές. Επί της Πατριαρχίας του οργανώθηκαν πληρέστερα οι ορθόδοξες παροικίες εξωτερικού, με την ανύψωση των Μητροπόλεων Θυατείρων (Δυτικής Ευρώπης) και Αυστραλίας σε Αρχιεπισκοπές, πλαισιώνοντάς τες με βοηθούς επισκόπους. Επίσης ενισχύθηκε η συνεργασία με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, με το διορισμό μόνιμου αντιπροσώπου στην έδρα του Οργανισμού αυτού στη Γενεύη. Το 1959 επισκέφθηκε τα πρεσβυγενή πατριαρχεία της Μέσης Ανατολής (Αντιοχείας, Ιεροσολύμων και Αλεξανδρείας) και ανέλαβε τη προσπάθεια συγκρότησης πανορθόδοξου συνεδρίου στη Ρόδο το 1961. Τέλος, το 1951 και το 1960 παρασκεύασε Άγιο Μύρο.
Παρά το κύρος και τη διεθνή αναγνώριση που απέκτησε το Πατριαρχείο επί πατριαρχίας του Αθηναγόρα, αυτή συνδυάστηκε με τα θλιβερά γεγονότα της 6ης και 7ης Σεπτεμβρίου 1955, τα λεγόμενα Σεπτεμβριανά, όταν κατευθυνόμενος «άνωθεν», όπως αποδείχθηκε στη δίκη του Αντνάν Μεντερές το 1961, τουρκικός όχλος επέδραμε κατά των ελληνικών καταστημάτων, οικιών και εκκλησιών προβαίνοντας σε εκτεταμένες καταστροφές και λεηλασίες. Από τα γεγονότα αυτά και έπειτα, κάτω από τις αυξανόμενες πιέσεις του τουρκικού κράτους ο Ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης εξωθήθηκε να εγκαταλείψει σταδιακά τις εστίες του, με αποτέλεσμα τη στιγμή του θανάτου του να έχουν απομείνει 100.000.
Στις 30 Ιουνίου του 1963 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας έφτασε από το Άγιον Όρος στο Φάληρο επιβαίνων ελληνικού πολεμικού σκάφους. Εκεί τον υποδέχθηκαν ο βασιλιάς Παύλος και εκπρόσωποι της κυβέρνησης, ενώ το πλήθος τον επευφημούσε κατά τη διαδρομή του προς την Αθήνα. Ήταν η πρώτη φορά που επισκέφθηκε την Ελλάδα από την άνοδό του στον οικουμενικό θρόνο το 1949. Ακολούθησε δοξολογία στη Μητρόπολη των Αθηνών, η πρώτη με παρόντα Οικουμενικό Πατριάρχη στην ιστορία του νεοελληνικού κράτους. Λίγες ημέρες αργότερα ο Αθηναγόρας άρχισε μεγάλη περιοδεία ανά την ελληνική επικράτεια, επισκεπτόμενος τη Ρόδο, την Κάρπαθο, την Κρήτη, την Κέρκυρα, την Ήπειρο και τη Μακεδονία, όπου παντού έγινε δεκτός με ενθουσιασμό. Ο πλέον συγκινητικός σταθμός της περιοδείας του ήταν η επίσκεψή του στη γενέτειρά του, το Βασιλικό Πωγωνίου.
Ιστορική συνάντηση Πατριάρχη-Πάπα
Κυριακή, 5 Ιανουαρίου του 1964 και ώρα 9.30 το βράδυ επί του Όρους των Ελαιών στην Ιερουσαλήμ, συναντήθηκαν για πρώτη φορά από το μέγα σχίσμα του 1439 Οικουμενικός Πατριάρχης και Πάπας της Ρώμης. Η ιστορική αυτή τιμή ανήκει στον Αθηναγόρα Α΄και τον Παύλο ΣΤ'. Η συνάντηση έγινε στο μέγαρο της ρωμαιοκαθολικής αντιπροσωπείας. Η δεύτερη συνάντηση έγινε την επομένη στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Και οι δύο μέγιστοι ηγέτες της Χριστιανοσύνης διαπίστωσαν ότι ο δρόμος για την ένωση των δύο Εκκλησιών είναι μακρύς και δυσχερής, αλλά οι οιωνοί είναι άριστοι. Οι δύο εκκλησιαστικοί ηγέτες είχαν και τρίτη ανεπίσημη συνάντηση στους δρόμους της Ιερουσαλήμ υπό τις επευφημίες των πιστών. Ήταν το πρώτο βήμα στην πορεία της ένωσης
Ο πατριάρχης Αθηναγόρας πέθανε στις 7 Ιουλίου 1972.
Ζωρζ Ζακ Νταντόν, ήταν ένας από τους σημαντικότερους ηγέτες της Γαλλικής Επανάστασης
Ζωρζ Ζακ Νταντόν
Ο Ζωρζ Ζακ Νταντόν ήταν ένας από τους σημαντικότερους ηγέτες της Γαλλικής Επανάστασης. (Georges Danton, 26 Οκτωβρίου 1759 - 5 Απριλίου 1794)
Γιος εισαγγελέα, ο Δαντών, όπως επικράτησε να γράφεται στην ελληνική, σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος.
Πήρε μέρος στην επανάσταση του 1789, αρχικά ως επικεφαλής της περιοχής των Κορδελιέρων και στη συνέχεια ως πρόεδρος της ομώνυμης ριζοσπαστικής λέσχης.
Το 1791, ύστερα από την αποτυχία μιας εξέγερσης, που ακολούθησε την αναχώρηση του Λουδοβίκου ΙΣΤ', κατέφυγε στο Λονδίνο.
Σύντομα όμως επέστρεψε και αμέσως ασχολήθηκε με την οργάνωση της επανάστασης του Αυγούστου 1792, που οδήγησε στην ανατροπή της δυναστείας. Ύστερα από την επιτυχία αυτή της εξέγερσης, διορίστηκε υπουργός Δικαιοσύνης.
Υπήρξε μέλος της επαναστατικής κομούνας και του επαναστατικού συμβουλίου. Αναδείχτηκε σε πραγματική "ψυχή" της Γαλλικής επαναστάσεως, όταν αυτή κινδύνεψε να καταπνιγεί ύστερα από την εισβολή των Πρώσων.
Στις κρίσιμες εκείνες περιστάσεις, έχοντας ως σύνθημά του πως για να σωθεί η επανάσταση "χρειάζεται τόλμη και περισσότερη τόλμη", αντιτάχτηκε στη μεταφορά της κυβέρνησης από το Παρίσι σε άλλη ασφαλέστερη περιοχή. Όπλισε τους αγρότες και τους εργάτες, πήρε δραστικά μέτρα εναντίον των εσωτερικών εχθρών της επανάστασης και ανέλαβε έντονες διπλωματικές πρωτοβουλίες, για να "σπάσει" το μέτωπο των εχθρών στο εξωτερικό.
Περίφημος ρήτορας και ευέλικτος πολιτικός ο Νταντόν υπήρξε εμπνευστής της "Επιτροπής Εθνικής Σωτηρίας" και ηγέτης της ως τον Ιούλιο του 1793. Την επόμενη χρονιά θεωρήθηκε ύποπτος συμβιβαστικών τάσεων και κατηγορήθηκε για οικονομικά σκάνδαλα, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί και να εκτελεστεί στις 5 Απριλίου 1794, μαζί με τους κυριότερους οπαδούς του, στη γκιλοτίνα.
Τα τελευταία λόγια του Νταντόν λίγο πριν την καρατόμησή του ήταν: "Σε λίγο θα περάσω στην ανυπαρξία, όμως το όνομά μου θα ζήσει στο Πάνθεο της Ιστορίας".
Νικόλαος Παππάς, είχε εκδηλώσει την αντίθεσή του προς την απριλιανή δικτατορία, οδηγόντας το αντιτορπιλικό "Βέλλος" στην Ιταλία
Νικόλαος Παππάς
Γεννήθηκε το 1930 στην Κύμη. Κατάγονταν από τα Ψαρά με προγόνους ναυμάχους. Σπούδασε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, στη Σχολή Ναυτιλίας και Κατευθύνσεως του Βρετανικού Ναυτικού και στη Σχολή Πολέμου και Αμύνης του ΝΑΤΟ Ρώμης.
Το 1963, υπηρέτησε ως υπασπιστής ΥΕΘΑ έως το 1965. Το διάστημα 1971-1972, διετέλεσε διοικητής της Σχολής Υπαξιωματικών. Στις 25 Μαΐου 1973, έγινε διεθνώς γνωστός, όταν για να εκδηλώσει την αντίθεσή του προς την απριλιανή δικτατορία, οδήγησε το αντιτορπιλικό «Βέλος», του οποίου ήταν κυβερνήτης, στην Ιταλία. Στη συνέχεια αποτάχθηκε από το Ναυτικό με απόφαση της δικτατορίας, η οποία του αφαίρεσε την ελληνική ιθαγένεια.
Το 1974, μετά την πτώση της δικτατορίας, διετέλεσε διευθυντής Διοικήσεως Ναυστάθμου Σαλαμίνας για έναν χρόνο.
Το 1976, υπηρέτησε ως διευθυντής Πολεμικής Σχεδιάσεως ΓΕΝ και Ακόλουθος Αμύνης στην Μεγάλη Βρετανία έως το 1979.
Την περίοδο 1979-1980, ήταν διοικητής Ταχέων Σκαφών και από το 1980 έως το 1981, διοικητής αντιτορπιλλικών και Υπαρχηγός Ναυτικού.
Το 1981, ανέλαβε τη Διοίκηση Ναυτικής Εκπαίδευσης και το 1982, επιλέχτηκε ως Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, θέση στην οποία παρέμεινε ως το 1986.
Συμμετείχε ως υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας στην υπηρεσιακή κυβέρνηση του Ιωάννη Γρίβα (1989) και στην οικουμενική του Ξενοφώντα Ζολώτα (1989-1990).
Ήταν παντρεμένος με την Χαρίκλεια Παπαναστασίου με την οποία απέκτησαν δύο γιους.
Πέθανε τον Απρίλιο του 2013 ύστερα από σκληρή μάχη με τον καρκίνο και πολύμηνη νοσηλεία στο Νικοδήμειο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών.
Χέρμπερτ φον Κάραγιαν, ο μαέστρος από την Κοζάνη που κατέκτησε τον κόσμο
Χέρμπερτ φον Κάραγιαν
Ο μαέστρος από την Κοζάνη που κατέκτησε τον κόσμο
Η ελληνική καταγωγή του Χέρμπερτ φον Κάραγιαν ανάγεται στους αδελφούς Καραγιάννη, οι οποίοι ξεκίνησαν ως Έλληνες μετανάστες από την Κοζάνη και εγκαταστάθηκαν στα μέσα του 18ου αιώνα στην Αυστροουγγαρία, όπου διέπρεψαν στο εμπόριο και στην υφαντουργία βάμβακος.
Συγκεκριμένα, ο Γεώργιος Ιωάννης Καραγιάννης, προπάππος του Χέρμπερτ, γεννήθηκε στην Κοζάνη και έφυγε για τη Βιέννη το 1767 λόγω της τουρκοκρατίας και τελικά κατέληξε στο Κέμνιτς στη Σαξωνία.
Ο γιος του εργάστηκε στη βιομηχανία υφασμάτων της Σαξωνίας, και τιμήθηκε από τον Φρειδερίκο Αύγουστο Γ΄ με τον τίτλο "von". Το όνομα Καραγιάννης έγινε αργότερα Κάραγιαν.
Ο Χέρμπερτ γεννήθηκε στο Σάλτσμπουργκ τον Απρίλιο του 1908 και έμελλε να γίνει το διασημότερο τέκνο της γενέτειράς του, μετά τον Μότσαρτ. Παιδί – θαύμα στο πιάνο, έδωσε την πρώτη του συναυλία σε ηλικία πέντε ετών, ενώ από το 1916 έως το 1926 σπούδασε στο Μοτσαρτέουμ του Σάλτσμπουργκ.
Πρωτοεμφανίστηκε ως μαέστρος το 1927 στη γερμανική πόλη Ουλμ και παράλληλα άρχισε να διευθύνει και άλλες ορχήστρες μεταξύ των οποίων και τη Φιλαρμονική της Βιέννης. Η μεγάλη ώθηση στην καριέρα του όμως δόθηκε το 1935, όταν έγινε μέλος του ναζιστικού κόμματος, γεγονός για το οποίο σφόδρα θα κατακριθεί τα μετέπειτα χρόνια. Είναι πάντως πιθανότερο η προσχώρησή του στο ναζισμό να έγινε για καθαρά επαγγελματικούς και όχι ιδεολογικούς λόγους.
Πράγματι, ο Χέρμπερτ φον Κάραγιαν αρχίζει να γίνεται περιζήτητος και εκτός γερμανικών συνόρων. Εμφανίζεται στο Παρίσι, το Άμστερνταμ, τη Στοκχόλμη, το Βουκουρέστι, ακόμα και στην Αθήνα, στο Ηρώδειο, ενώ το 1938 ξεκινά τη συνεργασία του με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Βερολίνου, που θα διαρκέσει ως το τέλος της ζωής του και επιπλέον υπογράφει συμβόλαιο αποκλειστικής συνεργασίας με τη “Deutsche Grammophon”.
Ενώ όμως το κοινό αποθεώνει τον Κάραγιαν, ο Χίτλερ φαίνεται να έχει διαφορετική γνώμη, απαγορεύοντάς του να ξαναεμφανιστεί στο Φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ. Την κατάσταση έσωσε όμως ο φίλος του μαέστρου, ο τρομερός Χέρμαν Γκέριγκ.
Παρόλα αυτά ο Κάραγιαν, θα πέσει στην δυσμένεια των ναζιστών για δεύτερη φορά το 1942, όταν έκανε το δεύτερο γάμο του – συνολικά έκανε τρεις γάμους - με την Ανίτα Γκίτερμαν, κόρη ενός πλούσιου βιομήχανου εβραϊκής καταγωγής. Η καριέρα του όμως αυτή τη φορά ήταν γερά θεμελιωμένη για να κλονιστεί.
Μετά το τέλος του πολέμου έγιναν ανακρίσεις σχετικά με το ρόλο του στο ναζισμό, δεν βρέθηκε όμως τίποτα μεμπτό εις βάρος του. Η καριέρα του φτάνει στο απόγειό της και ο περιζήτητος μαέστρος εμφανίζεται πλέον σε κάθε γωνιά του πλανήτη, αποτελώντας μέλος του διεθνούς τζετ – σετ, λατρεύοντας τα ακριβά αυτοκίνητα και τις γρήγορες μοτοσυκλέτες, ενώ πολλοί τον χαρακτήρισαν ως μαέστρο – σταρ.
Σε όλη τη ζωή του ο Κάραγιαν ηχογράφησε περίπου 900 δίσκους και πούλησε 120 εκατομμύρια αντίτυπα. Μέχρι το θάνατό του, το 1989, υπήρξε μουσικά δραστήριος, ενώ κατατάσσεται αναμφίβολα στους κορυφαίους αρχιμουσικούς του 20ού αιώνα, σφραγίζοντας ανεξίτηλα την παγκόσμια ιστορία της κλασικής μουσικής.
Περισσότερα Άρθρα...
- Γκάρι Μουρ, Βορειοϊρλανδός δεξιοτέχνης κιθαρίστας και τραγουδιστής, από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του blues-rock
- Δημήτρης Χριστούλας, ήταν Έλληνας συνταξιούχος, ο οποίος δημοσίως έδωσε τέρμα στη ζωή του διαμαρτυρόμενος για την ελληνική κρίση χρέους
- Κωνσταντίνος Μαλέας, από τους πλέον σημαντικούς μεταϊμπρεσιονιστές Έλληνες ζωγράφους των αρχών του 20ού αιώνα
- Μανώλης Καλομοίρης, ήταν κορυφαίος Έλληνας μουσουργός