Άρθρα
Αρλέτα, ήταν Ελληνίδα γραγουδίστρια με ιδιαίτερη επιτυχία σε μπουάτ των Αθηνών
Αρλέτα
Η Αρλέτα ήταν Ελληνίδα τραγουδίστρια. Το πραγματικό της όνομα ήταν Αργυρώ-Νικολέτα Τσάπρα. (3 Μαρτίου 1945 - 8 Αυγούστου 2017)
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Ξεκίνησε τη δισκογραφική της καριέρα τη δεκαετία του 1960 συμμετέχοντας στο λεγόμενο νέο κύμα της ελληνικής μουσικής. Στα πρώτα της δισκογραφικά βήματα συνεργάστηκε με αρκετούς γνωστούς συνθέτες, όπως ο Γιάννης Σπανός, ο Μάνος Χατζιδάκις, και ο Μίκης Θεοδωράκης.
Το 1981 ηχογράφησε τον πρώτο δίσκο με δικό της υλικό (Ένα Καπέλο με Τραγούδια). Το 1984 και το 1985 γνώρισε μεγάλη επιτυχία με τραγούδια που της έγραψαν ο συνθέτης Λάκης Παπαδόπουλος και η στιχουργός Μαριανίνα Κριεζή στους δίσκους Περίπου και Τσάι Γιασεμιού.
Κάποιες από τις επιτυχίες της είναι τα: "Μια Φορά Θυμάμαι", "Τα Μικρά Παιδιά", "Το Λέει Και Το Τραγούδι", "Ο Λύκος", "Το Τραγούδι Της Δραχμής", "Καφενείο", "Σερενάτα", "Έρχεται Κρύο", "Τσάι Γιασεμιού", "Τα Ήσυχα Βράδυα", "Batida de Coco", "Μπαρ το Ναυάγιο", "Λεωφορείο το 2". Το 1997 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Από πού πάνε για την Άνοιξη» με κείμενα, στίχους, σχέδια και ζωγραφιές της. (Εκδόσεις «Καστανιώτη»).
Η μουσική της Αρλέτας έτυχε ιδιαίτερης επιτυχίας σε μπουάτ των Αθηνών.
Περιπέτεια με την υγεία της
Στις 11 Φεβρουαρίου 2008 ελάχιστα λεπτά πριν από την προγραμματισμένη της συναυλία στο Βόλο λιποθύμησε καθώς υπέστη εγκεφαλική αιμορραγία. Υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση στο νοσοκομείο του Βόλου και οι γιατροί χαρακτήρισαν την κατάστασή της "σοβαρή". Παρέμεινε στην εντατική του νοσοκομείου Βόλου σε καταστολή και σταθερή μα κρίσιμη κατάσταση, ωστόσο κατάφερε να αναρρώσει.
Θάνατος
Μετά από πολύμηνη νοσηλεία στην εντατική του νοσοκομείου «Αγία Όλγα», έχοντας υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο παράλληλα με έμφραγμα, έφυγε από τη ζωή στις 8 Αυγούστου 2017.
el.wikipedia.org
Ζίκο, παλαίμαχος διεθνής Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής και νυν προπονητής
Ζίκο
Ο Αρτούρ Αντούνις Κοΐμπρα, γνωστότερος με το ψευδώνυμο Ζίκο ή Ζίκου, είναι παλαίμαχος διεθνής Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής και νυν προπονητής ποδοσφαίρου.(Arthur Antunes Coimbra, 3 Μαρτίου 1953)
Κατά τις δεκαετίες '70-'80 ο Ζίκο είχε διαπρέψει και ως επαγγελματίας ποδοσφαιριστής αγωνιζόμενος στη θέση του επιθετικού μέσου, κυρίως με τη φανέλα της Φλαμένγκο. Θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίους ντριμπλαδόρους και σκόρερ στην ιστορία του ποδοσφαίρου και από πολλούς ως ο καλύτερος ποδοσφαιριστής της γενιάς του παγκοσμίως. Ιδιαίτερα έχουν μείνει στη μνήμη των φιλάθλων τα λακτίσματά του με στημένη μπάλα (φάουλ, κόρνερ, πέναλτι) όπου συνδύαζε υψηλή τεχνική με δύναμη.
Για ένα σύντομο διάστημα ασχολήθηκε και με την πολιτική, διατελώντας Υπουργός Αθλητισμού της Βραζιλίας (1990).
Ο Ζίκο γεννήθηκε στο Κουϊντίνο του Ρίο ντε Τζανέιρο και αρχικά σκεφτόταν να δοκιμασθεί στην τοπική Αμέρικα, όπου αγωνίζονταν οι δύο μεγαλύτεροι αδελφοί του Αντούνες και Εντού. Τελικά όμως, άκουσε τη συμβουλή από κάποιον δημοσιογράφο - φίλο του πατέρα του, εντάχθηκε στα τμήματα υποδομής μιας μεγαλύτερης ομάδας του Ρίο, της Φλαμένγκο. Με τους «μικρούς» της Φλαμένγκο μέτρησε συνολικά 116 αγώνες και 81 γκολ. Το 1971 έκανε το ντεμπούτο του στην ανδρική ομάδα και την επόμενη σεζόν εξελίχθηκε σε βασικό στέλεχός της.
Συνολικά αγωνίσθηκε στην πρώτη ομάδα της Φλαμένγκο για δεκαοχτώ σεζόν (1971-1983 και 1985-1989) με απολογισμό: 247 συμμετοχές - 135 γκολ στο βραζιλιάνικο πρωτάθλημα, 300 συμμετοχές - 247 γκολ στο πρωτάθλημα της πολιτείας Καριόκα (διεξάγεται τους πρώτους μήνες κάθε χρόνου πριν το εθνικό), 21 συμμετοχές - 16 γκολ στα κύπελλα της Νότιας Αμερικής (Λιμπερταδόρες και Σουπερκόπα). Με αυτές τις επιδόσεις κέρδισε το προσωνύμιο «Λευκός Πελέ», ενώ και ο ίδιος ο Πελέ έχει δηλώσει πως απ' όλους τους ποδοσφαιριστές, αυτός που με πλησίασε περισσότερο ήταν ο Ζίκο. Στέφθηκε πρωταθλητής Βραζιλίας τέσσερις φορές (1980, 1982, 1983, 1987) και Νότιας Αμερικής μία (Λιμπερταδόρες 1981). Το 1981 κέρδισε επίσης το Διηπειρωτικό Κύπελλο.
Το καλοκαίρι του 1983 δοκίμασε την τύχη του στο Καμπιονάτο με τη φανέλα της μικρομεσαίας Ουντινέζε. Στην Ιταλία έμεινε για ενάμισι χρόνο, μετρώντας 22 γκολ σε 39 αγώνες πρωταθλήματος και 8 γκολ σε 14 αγώνες κυπέλλου.
Το Δεκέμβριο του 1989 ο τριανταεξάρης πια Ζίκο αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, μετά από ένα θριαμβευτικό 5-0 της Φλαμένγκο επί της μισητής αντιπάλου Φλουμινένσε, και μπήκε στην κυβέρνηση του Φερνάντο Αφόνσο Κογιόρ ντε Μέλλο ως Υπουργός Αθλητισμού. Κράτησε αυτό το πόστο για περίπου ένα χρόνο.
Το 1991 αποδέχθηκε την πρόταση να παίξει για την ιαπωνική Σουμιτόμο Μέταλς. Στην Ιαπωνία έμεινε τέσσερα έτη και πέτυχε 36 γκολ σε 46 αγώνες πρωταθλήματος, ενώ κατά την παραμονή του η ομάδα έγινε επαγγελματική και μετονομάσθηκε σε Κασίμα Άντλερς. Το 1993 κατέκτησε το Πρωτάθλημα Ιαπωνίας και σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, η διοίκηση τοποθέτησε στο γήπεδο το άγαλμά του.
Κρέμασε οριστικά τα παπούτσια του το 1994, σε ηλικία 41 ετών, έχοντας το ασυνήθιστο για μέσο ρεκόρ των 193 τερμάτων σε 334 αγώνες εθνικού πρωταθλήματος (μ.ό. 0,58 ανά αγώνα).
Εθνική Βραζιλίας
Από τις 25 Φεβρουαρίου 1976, όταν χρίστηκε για πρώτη φορά διεθνής στο Μοντεβιδέο (Ουρουγουάη-Βραζιλία 1-2, 1 γκολ) και για μία δεκαετία, ο Ζίκο υπήρξε αναντικατάστατο στέλεχος της Σελεσάο στις μεγάλες διοργανώσεις. Συνολικά φόρεσε τη φανέλα με το εθνόσημο σε 72 αναμετρήσεις και πέτυχε 52 τέρματα. 14 συμμμετοχές και 5 γκολ είναι σε Μουντιάλ (Αργεντινή '78, Ισπανία '82, Μεξικό '86), δεν κατάφερε όμως να στεφθεί παγκόσμιος πρωταθλητής.
Τελευταία του εμφάνιση ήταν ο προημιτελικός του Μουντιάλ του 1986 εναντίον της Γαλλίας στο στάδιο της Γουαδαλαχάρας και έχει συνδεθεί με τη μοιραία απώλεια ενός πέναλτι κατά την κανονική διάρκεια του αγώνα.
Προπονητική
Στο Μουντιάλ της Γαλλίας (1998) ο Ζίκο ήταν μέλος της βραζιλιάνικης αποστολής, ως βοηθός του προπονητή Μάριο Ζαγκάλο.
Το 2002, αμέσως μετά το Μουντιάλ των Ν. Κορέας - Ιαπωνίας, ανέλαβε πρώτος προπονητής της Εθνικής Ιαπωνίας. Κορυφαίες στιγμές του ήταν η κατάκτηση του Ασιατικού Κυπέλλου το 2004 και η πρόκριση στο Μουντιάλ της Γερμανίας το 2006. Η αποτυχία της ομάδας του να καταφέρει κάτι καλό στη Γερμανία (αποκλείσθηκε στη φάση των ομίλων με 1 ισοπαλία και 2 ήττες) τον οδήγησε στην παραίτηση.
Τον Ιούλιο του 2006 υπέγραψε διετές συμβόλαιο στην τουρκική Φενερμπαχτσέ. Την πρώτη χρονιά στέφθηκε πρωταθλητής Τουρκίας, ενώ τη δεύτερη οδήγησε την ομάδα για πρώτη φορά στα προημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ, όπου αποκλείσθηκε απ' την Τσέλσι. Για τις επιτυχίες του οι οπαδοί τον αποκαλούν Κραλ Αρτούρ, δηλ. Βασιλιά Αρθούρο.
Μολονότι ο τουρκικός ομάδα ήθελε να ανανεώσει τη συνεργασία μαζί του, ο Ζίκο προτίμησε να αποχωρήσει το καλοκαίρι του 2008. Αυτοπροτάθηκε στη Νιούκαστλ, η οποία είχε μείνει χωρίς προπονητή μετά την απόλυση του Γκρέιαμ Σούνες, αλλά η διοίκηση της αγγλικής ομάδας προτίμησε να συνεχίσει με τον -έως τότε υπηρεσιακό- Γκλεν Ρέντερ. Έτσι ο Ζίκο μετακόμισε στην Τασκένδη του Ουζμπεκιστάν, ανέλαβε τη Μπούνιοντγκορ μεσούσης της σεζόν και κατέκτησε το νταμπλ της περιόδου 2008, ενώ έφτασε ως τα ημιτελικά του Ασιατικού Τσάμπιονς Λιγκ.
Στις 12 Ιανουαρίου 2009 υπέγραψε στη ρωσική ΤΣΣΚΑ Μόσχας, αλλά τα αποτελέσματα υπήρξαν πενιχρά και στις 10 Σεπτεμβρίου αντικαταστάθηκε από το Χουάντε Ράμος.
Έξι μέρες αργότερα, ο Ζίκο προσλήφθηκε από τον Ολυμπιακό Πειραιώς στη θέση του απολυμένου Τιμούρ Κετσμπάγια. Μολονότι η ομάδα αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα με τραυματισμούς βασικών παικτών, υπό τις οδηγίες του Βραζιλιάνου τερμάτισε άνετα στη 2η θέση του ομίλου της στο Τσάμπιονς Λιγκ 2009-10 και κέρδισε την πρόκριση στην επόμενη φάση. Όμως στο Ελληνικό Πρωτάθλημα η πορεία δεν ήταν ανάλογη: μετά από ένα καλό φθινοπωρινό ξεκίνημα, το χειμώνα ο Ολυμπιακός απώλεσε 12 βαθμούς σε μόλις εννέα αγωνιστικές, πέφτοντας στη 2η θέση της βαθμολογίας με 7 βαθμούς διαφοράς από τον προπορευόμενο Παναθηναϊκό.
Ο Ζίκο βρέθηκε στο επίκεντρο πολύ σκληρής κριτικής από τον τύπο και τους οπαδούς, τόσο για την κακή απόδοση της ομάδας, όσο και για κάποιες ακατανόητες αποφάσεις του, όπως το να δώσει ρεπό εννέα ημερών στους ποδοσφαιριστές την περίοδο της Πρωτοχρονιάς.
Τελικά στις 19 Ιανουαρίου 2010 η διοίκηση του Ολυμπιακού τον απέπεμψε, αντικαθιστώντας τον με το δίδυμο Μπόζινταρ Μπάντοβιτς - Ανδρέα Νινιάδη.
Τον Αύγουστο του 2011 ανέλαβε προπονητής στην εθνική ομάδα ποδοσφαίρου του Ιράκ.
Πληροφορίες: el.wikipedia.org/
Ρένος Αποστολίδης, ήταν Έλληνας συγγραφέας, φιλόλογος και κριτικός της λογοτεχνίας της μεταπολεμικής γενιάς
Ρένος Αποστολίδης
Ο Ρένος Αποστολίδης ήταν Έλληνας συγγραφέας, φιλόλογος και κριτικός της λογοτεχνίας της μεταπολεμικής γενιάς. (Αθήνα, 2 Μαρτίου 1924 – Αθήνα, 10 Μαρτίου 2004)
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1924, πατέρας του ήταν ο Ηρακλής Ν. Αποστολίδης, δημοσιογράφος, αρχισυντάκτης σε πολλές αθηναϊκές εφημερίδες, διευθυντής της Εγκυκλοπαιδείας του εκδοτικού οίκου Πυρσός, διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης (1945–1959) και δημιουργός της πρώτης Ανθολογίας Ποίησης και Διηγήματος. Ενώ η μητέρα του, Ελπινίκη, το γένος Ζαμπέλη, ήταν δασκάλα. Το 1935 τέλειωσε το δημοτικό σχολείο και το 1941 το Βαρβάκειο Γυμνάσιο, όπου στις 28 Οκτωβρίου του 1941 οργάνωσε μαθητική αποχή. Συμμετείχε στην απαγορευμένη από την κυβέρνηση Παπανδρέου πορεία στις 3 Δεκέμβρη του 1944 με τους οπαδούς του ΕΑΜ, την έναρξη των Δεκεμβριανών.
Από το 1945 σπουδάζει στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του, γιατί τον κάλεσαν να υπηρετήσει στον Ελληνικό Στρατό κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου όπου συμμετείχε ως Ανθυπολοχαγός του Εθνικού Στρατού. Ζώντας από κοντά την καταστροφή και τον θάνατο, ο ίδιος αναφέρει ότι ορκίστηκε να ρίξει μήτε μία σφαίρα και να καταγράψει ό,τι ζούσε επί δυόμισι χρόνια στον Γράμμο, το Βίτσι και κατά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της Ρούμελης και της Πελοποννήσου. Μόλις απολύθηκε, δημοσίευσε την Πυραμίδα 67, ένα αυθεντικό κείμενο για τον Εμφύλιο Πόλεμο. Απολύθηκε από τον στρατό όντας χαρακτηρισμένος ως εθνικόφρονας Β΄ κατηγορίας.
Το 1950 ολοκλήρωσε τις σπουδές του, για να διδάξει κατόπιν Αρχαία και Νέα Ελληνικά, Ιστορία και Λατινικά σε ιδιωτικά αθηναϊκά γυμνάσια. Η πρώτη του συγγραφική του εμφάνιση έγινε το 1944, με τη δημοσίευση του δοκιμίου «Καιρός τού είναι» στο περιοδικό Γράμματα. Έναν χρόνο αργότερα, εξέδωσε την πρώτη του συλλογή δοκιμίων Τρεις σταθμοί μιας πορείας. Συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες και περιοδικά της Αθήνας ως συντάκτης στα έντυπα Ελευθερία, Νίκη, Εικόνες, Γνώσεις, Νεώτερον Λεξικόν Ηλίου, Ανεξάρτητος Τύπος και άλλων εκδόσεων, αλλά και ως κριτικός βιβλίων στα έντυπα Γράμματα, Φοιτητική Φωνή, Δελτίον του Βιβλίου, Κύκλος, Κοχλίας, Νέα Εστία, Νέοι Ρυθμοί, Νέες Εικόνες, Έθνος, Εθνικός Κήρυκας, Εποπτεία και Νέα Κοινωνιολογία.
Από το 1951 ανέλαβε την αρχισυνταξία και την κριτική στήλη στο περιοδικό Ο Αιώνας μας, και το 1952 ίδρυσε με τον πατέρα του το περιοδικό Τα Νέα Ελληνικά, από τις σελίδες του οποίου άσκησε έντονη κριτική «εναντίον του πολιτικού και λογοτεχνικού κατεστημένου», και ιδιαιτέρως κατά της «Γενιάς του '30», καταλογίζοντας σε αυτήν «πνευματική και ηθική ανεπάρκεια». Για τη στάση του αυτή, είχε μηνύσει ο Μ. Καραγάτσης τον ίδιο και τον πατέρα του για λόγους πνευματικών δικαιωμάτων. Ωστόσο, το 1960 έλαβε το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για τη συλλογή διηγημάτων Ιστορίες από τις Νότιες Ακτές.
Το 1966 ο Αποστολίδης ξεκίνησε να δημοσιεύει σε συνέχειες στα «Νέα Ελληνικά» αποσπάσματα από το «Ημερολόγιο» του Ιωάννη Μεταξά συνοδευμένα από δικό του σαρκαστικό σχολιασμό. Τα δημοσιεύματα προκάλεσαν την αντίδραση της νεοσύστατης οργάνωσης Κόμμα 4ης Αυγούστου, ο αρχηγός της οποίας, Κώστας Πλεύρης, επιτέθηκε στον Αποστολίδη από την εφημερίδα της οργάνωσης και μετά την ανταπάντηση του Αποστολίδη κατέθεσε μήνυση εναντίον του. Η υπόθεση εκδικάστηκε μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, με το οποίο επιβλήθηκε στρατιωτική δικτατορία, οπότε έπαψε η κυκλοφορία των «Νέων Ελληνικών», που μέχρι τότε είχαν δημοσιεύσει μόνο πέντε άρθρα, που αφορούσαν τους δύο πρώτους τόμους του ημερολογίου του Μεταξά. Στο δικαστήριο ο Αποστολίδης καταδικάστηκε, αλλά στο εφετείο δήλωσε ότι δεν είχε πρόθεση να θίξει τους τεταρταυγουστιανούς και η μήνυση ανακλήθηκε.
Πολιτική
Από το 1962 έως το 1964, διετέλεσε συνεργάτης της Γενικής Διεύθυνσης του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας. Στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 1963 κατήλθε υποψήφιος βουλευτής υπό τον Σπυρίδωνα Μαρκεζίνη ενώ ήδη από το 1961 έγραφε κείμενα στο περιοδικό της νεολαίας του κόμματός του (κόμμα των Προοδευτικών). Στις δημοτικές εκλογές του 1964 κατήλθε υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο Αθηναίων στην παράταξη του Γεωργίου Πλυτά. Το 1964 ο Ρένος Αποστολίδης ήταν επικεφαλής του οργισμένου πλήθους Ακροδεξιών που είχε εισβάλει στη Βουλή με συνθήματα Προδότη Παπανδρέου, Καραμανλής, Παπανδρέου, παπατζή ενώ το πλήθος ξυλοκόπησε βουλευτές της ένωσης κέντρου, πράξη για την οποία συνελήφθη και καταδικάστηκε σε δυόμισι έτη φυλάκιση, εκτίοντας συνολικά τρεις μήνες.
Δικτατορία
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, το 1969 μετά από υπόδειξη στον Γεώργιο Παπαδόπουλο η οποία προκάλεσε την προσωπική εντολή του δικτάτορα, επιβάλλεται η υποχρεωτική δημοσίευση σε συνέχειες στον αθηναϊκό Τύπο της Ανθολογίας Διηγήματων του Ηρακλή Ν. Αποστολίδη υπό τον όρο να μην λογοκριθούν τα κείμενα αυτά, έτσι με αυτόν τον τρόπο δημοσιεύτηκαν και κείμενα αντιφρονούντων όπως του πολιτικού εξόριστου Δημήτρη Χατζή. Η δημοσίευση, ωστόσο, της δικής του νουβέλας Ο Α2, με θέμα τον Εμφύλιο, προκάλεσε την επέμβαση της λογοκρισίας και τη διακοπή της δημοσίευσής της κατόπιν παρέμβασης του δικτάτορα και του Ιωάννη Λαδά.
Ύστερα Χρόνια
Μετά τη δικτατορία και έως το 1979, συνέχισε να γράφει κριτικές στο περιοδικό Τετράμηνα και δημοσίευσε αρκετά έργα του. Στα τελευταία του χρόνια έκανε δημόσιες διαλέξεις και εμφανίζονταν στην τηλεόραση για θέματα της ελληνικής γλώσσας και παιδείας και λογοτεχνίας, ενώ υπήρξε επίτιμος καλεσμένος σε παρουσιάσεις έργων του. Ήταν υποστηρικτής του πολυτονικού συστήματος γραφής, της ιστορικής ελληνικής ορθογραφίας και της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών στην εκπαίδευση από το πρωτότυπο.
Πέθανε στις 10 Μαρτίου του 2004 χτυπημένος από οξύ εγκεφαλικό επεισόδιο. Μιας και ήταν αγνωστικός και ελευθεριακός η ταφή του έγινε χωρίς θρησκευτική τελετή.
Το έργο του
Το δημοσιευμένο έργο του Ρένου Αποστολίδη ανέρχεται στα τριάντα βιβλία με διηγήματα, δοκίμια και κριτική. Επιμελήθηκε την κλασική επτάτομη Ανθολογία Ποίησης και Διηγήματος και μετέφρασε και σχολίασε με τους γιους του, Ήρκο και Στάντη, την εξάτομη Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Διαδόχων και Επιγόνων του Droysen. Μαζί με τους γιους του, εξέδωσε επίσης την σχολιασμένη έκδοση των Απάντων του Καβάφη.
Βασικό χαρακτηριστικό του πεζογραφικού έργου του είναι η κυριαρχία της παρεμβολής του συγγραφέα στη ροή της αφήγησης και η έκφραση της προσωπικής του άποψης και οπτικής του μύθου με τρόπο άμεσο. Κύρια πηγή της θεματολογίας του είναι η περίοδος της γερμανικής κατοχής και του ελληνικού Εμφυλίου. Τα ιστορικά γεγονότα αυτής της περιόδου τα εντάσσει στην αφήγησή του, «τόσο για να κρίνει τις αρνητικές τους επιπτώσεις όσο και για να τονίσει το υπαρξιακό αδιέξοδο στο οποίο οδηγούν τους ήρωές του». Στα μεταγενέστερα έργα του στράφηκε προς την σύγχρονη πραγματικότητα, διατηρώντας ωστόσο την άποψή του για τις επιπτώσεις του Εμφυλίου στην μετέπειτα πολιτική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας.
Αντιδράσεις είχε προκαλέσει η σφοδρή κριτική του για τον Νίκο Καζαντζάκη,τον οποίο χαρακτηρίζει ''ατάλαντο".
Το αρχείο του, με δημοσιεύματα, επιστολές κι ανέκδοτα κείμενα, ξεπερνάει τις 40.000 σελίδες. Σε DVD κυκλοφορούν τα καλύτερα αποσπάσματα του ντοκιμαντέρ Ο Εμφύλιος μέσα μας (που βασίστηκε στην Πυραμίδα 67) σε σκηνοθεσία Κώστα Φέρρη.
Έργα του μεταφράστηκαν στα ολλανδικά, γερμανικά, γαλλικά και ιταλικά.
Στέλιος Βαμβακάρης, Έλληνας συνθέτης και δεξιοτέχνης του μπουζουκού, γιος του Μάρκου Βαμβακάρη
Στέλιος Βαμβακάρης
Ο Στέλιος Βαμβακάρης είναι Έλληνας συνθέτης και δεξιοτέχνης του μπουζουκιού, δευτερότοκος γιος του Μάρκου Βαμβακάρη. (Πειραιάς 2 Μαρτίου 1947 - 17 Ιουνίου 2019)
Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1947. Είναι επαγγελματίας μουσικός από την ηλικία των δώδεκα ετών, όταν και ξεκίνησε στο πλευρό του πατέρα του, Μάρκου, και συνεργάστηκε με σημαντικούς μουσικούς του ρεμπέτικου, όπως ο Παπαϊωάννου, ο Τσιτσάνης, ο Παγιουμτζής και ο Περπινιάδης, καθώς και με εκπροσώπους της λαϊκής και έντεχνης μουσικής σκηνής, όπως ο Γιώργος Ζαμπέτας, η Καίτη Γκρέυ, η Βίκυ Μοσχολιού, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, η Σωτηρία Μπέλλου, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, ο Νίκος Ξυλούρης, ο Γιώργος Νταλάρας.
Εκτός από τη δουλειά του στο λαϊκό τραγούδι, ο Στέλιος Βαμβακάρης είναι από τους πρωτοπόρους μουσικούς που ασχολήθηκαν με τις κοινές ρίζες των Αμερικάνικων blues και του μπουζουκιού.
Χρησιμοποιώντας διαφορετικά κουρδίσματα του τρίχορδου μπουζουκιού, τα λεγόμενα ντουζένια(καραντουζενι, ντουζενι της ψυχής, ντουζενι του σολ, κα) έγραψε και συνεχίζει να γράφει τραγούδια με αυστηρά προσωπικό στυλ που μοιάζει με ένα ιδιαίτερο κράμα πειραιώτικου ρεμπέτικου και blues.
Στις 24 Σεπτέμβρίου του 1988 ηχογράφησε με τον Louisiana Red το δισκο/CD "Το μπλουζ συναντά το Ρεμπέτικο"(εταιρία: "Εβδομη Διάσταση"), που περιέχει 8 blues κομμάτια με μπουζούκι και μπαγλαμά.
Το 1994 έγραψε μουσική για τον δίσκο Ρομαντικοί Παραβάτες - Η Φαντασία στην Εξουσία ο οποίος ξεχώρισε για τον ιδιαίτερο ήχο του.
Η καλλιτεχνική αξία του ιδιαίτερου ύφους της μουσικής του έχει αναγνωριστεί και από τη διεθνή blues κοινότητα.
Σε φεστιβάλ στη πόλη Φάλον (Σουηδία) έπαιξε μαζί με τον Τζον Λι Χούκερ και το 2003, στο φεστιβάλ World Got The Blues στο Λονδίνο με τον Taj Mahal και την Cesaria Evora.
To 2010 έπαιξε στο Palais des Beaux Arts στο Βέλγιο μπροστά σε δύο χιλιάδες άτομα στο φεστιβάλ Balkan Trafik.
Έχει ταξιδέψει σε πολλές χώρες του κόσμου όπου παρουσιάζει τα τραγούδια του αλλά και τραγούδια του πατέρα του Μάρκου. Έχει συνθέσει μουσική για τον κινηματογράφο, όπως για την ταινία του Γιώργου Πανουσόπουλου «Μια μέρα τη νύχτα», αλλά και για θεατρικά έργα.
Πολλά αξιόλογα τραγούδια του, σε στίχους δικούς του, του πατέρα του αλλά και σημαντικών ποιητών και στιχουργών όπως ο Τάσος Λειβαδίτης, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, και ο Λευτέρης Χαψιάδης δεν έχουν κυκλοφορήσει στη δισκογραφία.
Δισκογραφία
Λαικά-Ρεμπέτικα:
Βίκυ Μοσχολιού (1980)
Στο Μάρκο (1981)
Άνοιξα πόρτα στη ζωή (Μπελλου)Lyra (1985)
Γλυκόλογα πικρόλογα (Polydor) (1989)
Κατέβα Χριστέ να σε κεράσω (1990)
Στο δρόμο του Μάρκου (1999)
Ελληνικό blues με μπουζούκι:
Το blues συναντά το ρεμπέτικο (1988)
Η φαντασία στην εξουσία (ρομαντικοί παραβάτες) (1994)
Μια μέρα τη νύχτα (2001)
Σ' ένα μπαρ του Μισισίπι ένας ναύτης απ' τη Σύρα (Universal) (2008)
Νιρβάνα (2009)
Αγνώστου Διαμονής (2011)
Συμμετοχές
Τα Ερωτικά (Νίκος Ξυλούρης) (1977)
Οι Μάηδες οι ήλιοι μου (Γιώργος Νταλάρας) (1978)
Μια πενιά μέσ από τη καρδιά Kinisis MBI (1978)
Welcome to Greece 12 (1980)
Άπονα μάτια (Γιώργος Νταλάρας) (1985)
Ήχοι του χειμώνα (συμμετοχή με τον «Αμετανόητο») (1988)
The Music of Markos Vamvakaris (1988)
Μαθήματα Πατριδογνωσίας (1991)
Ρεμπέτικο τραγούδι 1935-55 (1992)
Επίσημη Ιστοσελίδα: http://www.steliosvamvakaris.gr
Παλαιότερη συνέντευξη του Στέλιου Βαμβακάρη στο Diaskedasi.info ΕΔΩ
Πληροφορίες: el.wikipedia.org/
Αριστείδης Καμάρας, παλαίμαχος διεθνής ποδοσφαιριστής του Απόλλωνα Σμύρνης και Παναθηναϊκού και δικηγόρος
Αριστείδης Καμάρας
Ο Αριστείδης Καμάρας είναι παλαίμαχος διεθνής ποδοσφαιριστής και δικηγόρος.
Ξεκίνησε την καριέρα του στον Απόλλωνα Σμύρνης (τότε Απόλλων Αθηνών) και το 1961 τον απέκτησε ο Παναθηναϊκός, στον οποίο αγωνίστηκε για δώδεκα χρόνια συμμετέχοντας σε 305 αγώνες της Α΄ Εθνικής σκοράροντας 18 τέρματα στο πρωτάθλημα και 3 στο Κύπελλο. Με τον Παναθηναϊκό κατέκτησε 6 πρωταθλήματα (1962, 1964, 1965, 1969, 1970, 1972) και δύο κύπελλα (1967, 1969).
Ο Αριστείδης Καμάρας συμμετείχε σε 28 ευρωπαϊκά παιχνίδια του Παναθηναϊκού και ήταν μέλος της ομάδας που έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1971 στο Στάδιο Γουέμπλεϊ. Στον δρόμο για τον τελικό σημείωσε το τέρμα του Παναθηναϊκού στην ήττα με 4-1 από τον Ερυθρό Αστέρα και το τρίτο τέρμα στη νίκη πρόκριση 3-0 του επαναληπτικού αγώνα.
Στην Εθνική Ελλάδας
Το ντεμπούτο του με την Ελλάδα πραγματοποιήθηκε στις 3 Ιουλίου 1960, στον εκτός έδρας φιλικό αγώνα εναντίον της Δανίας. Υπήρξε μέλος της για δώδεκα συνολικά χρόνια (1960-1971), έχοντας 30 συμμετοχές.
Καριέρα στη Νομική
Ο Αριστείδης Καμάρας μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας αφοσιώθηκε στη Νομική, που είχε σπουδάσει ταυτόχρονα με την ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο. Έχει μάλιστα χρηματίσει νομικός σύμβουλος του Πανελληνίου Συνδέσμου Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών.
Παράλληλα με την ενασχόλησή του στα νομικά, το 2000 εξελέγη και πρόεδρος της ομάδας που τον ανέδειξε, του Απόλλωνα Σμύρνης.
Ξεκίνησε την καριέρα του στον Απόλλωνα Σμύρνης (τότε Απόλλων Αθηνών) και το 1961 τον απέκτησε ο Παναθηναϊκός, στον οποίο αγωνίστηκε για δώδεκα χρόνια συμμετέχοντας σε 305 αγώνες της Α΄ Εθνικής σκοράροντας 18 τέρματα στο πρωτάθλημα και 3 στο Κύπελλο. Με τον Παναθηναϊκό κατέκτησε 6 πρωταθλήματα (1962, 1964, 1965, 1969, 1970, 1972) και δύο κύπελλα (1967, 1969).
Ο Αριστείδης Καμάρας συμμετείχε σε 28 ευρωπαϊκά παιχνίδια του Παναθηναϊκού και ήταν μέλος της ομάδας που έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1971 στο Στάδιο Γουέμπλεϊ. Στον δρόμο για τον τελικό σημείωσε το τέρμα του Παναθηναϊκού στην ήττα με 4-1 από τον Ερυθρό Αστέρα και το τρίτο τέρμα στη νίκη πρόκριση 3-0 του επαναληπτικού αγώνα.
Στην Εθνική Ελλάδας
Το ντεμπούτο του με την Ελλάδα πραγματοποιήθηκε στις 3 Ιουλίου 1960, στον εκτός έδρας φιλικό αγώνα εναντίον της Δανίας. Υπήρξε μέλος της για δώδεκα συνολικά χρόνια (1960-1971), έχοντας 30 συμμετοχές.
Καριέρα στη Νομική
Ο Αριστείδης Καμάρας μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας αφοσιώθηκε στη Νομική, που είχε σπουδάσει ταυτόχρονα με την ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο. Έχει μάλιστα χρηματίσει νομικός σύμβουλος του Πανελληνίου Συνδέσμου Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών.
Παράλληλα με την ενασχόλησή του στα νομικά, το 2000 εξελέγη και πρόεδρος της ομάδας που τον ανέδειξε, του Απόλλωνα Σμύρνης.
Περισσότερα Άρθρα...
- Ρόρυ Γκάλαχερ, ήταν Ιρλανδός συνθέτης , κιθαρίστας και τραγουδιστής της μπλουζ και ροκ μουσικής
- Νταίϊβιντ Χέρμπερτ Λώρενς, ήταν Άγγλος πεζογράφος, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας, κριτικός και ζωγράφος
- Νικόλαος Τσελεμεντές, ήταν Έλληνας αρχιμάγειρος του 20ου αιώνα
- Γιώργος Κολοκυθάς, ήταν Έλληνας διεθνής καλαθοσφαιριστής, ένας από τους σπουδαιότερους όλων των εποχών στη χώρα