DIASKEDASI.INFO

Η διασκέδαση On Line

Πολ Ρουσεσαμπαγκίνα, "Δεν έσωσα κανέναν, απλώς βοήθησα", η αληθινή ιστορία του ήρωα της ταινίας "Ξενοδοχείο Ρουάντα"

Πολ Ρουσεσαμπαγκίνα
"Δεν έσωσα κανέναν, απλώς βοήθησα"
H αληθινή ιστορία του ήρωα της ταινίας "Ξενοδοχείο Pουάντα"

Paul RousesampakinaAν υπήρχε Όσκαρ ανθρωπιάς, ο Πολ Pουσεσαμπαγκίνα θα ήταν βέβαιος κάτοχός του. Tις ματωμένες ημέρες της γενοκτονίας του 1994, γλίτωσε από τη σφαγή 1.200 ανθρώπους...

Μια ιστορία ενός απλού καθημερινού ανθρώπου, που έγινε ήρωας. Μια ιστορία που έγινε ταινία: «Hotel Rwanda». Κεφάλαιο της ίδιας της Ιστορίας τής Ρουάντα, ο «ήρωας» - εν καιρώ γενοκτονίας - έσωσε 1.200 ανθρώπινες ζωές.

Αν υπήρχε Όσκαρ ανθρωπιάς, ο Πολ Ρουσεσαμπαγκίνα θα ήταν σήμερα ο πλέον βέβαιος κάτοχός του. Παραμένει, όμως, σεμνός: «Δεν έσωσα κανέναν - επιμένει -, απλώς βοήθησα».

Ήταν οι σκοτεινές ημέρες του 1994. H γενοκτονία μόλις είχε αρχίσει στη Ρουάντα, εν μέσω της δυτικής αδιαφορίας. Είχαν περάσει τρεις ημέρες και η πολιτοφυλακή των Χούτου είχε φθάσει στο Κιγκάλι, την πρωτεύουσα. Χούτου ο Πολ, Τούτσι η γυναίκα του Τατιάνα. Αιώνες εχθρότητας ανάμεσα στην πλειοψηφούσα φυλή των Χούτου και τη μειοψηφία των Τούτσι γαιοκτημόνων κορυφώθηκαν. Ο θάνατος - την ίδια χρονιά - του προέδρου Χαμπιαριμάνα λειτούργησε ως αφορμή. Ο Πολ, διευθυντής ενός από τα καλύτερα ξενοδοχεία της Αφρικής, του Milles Collines, δέχεται πιέσεις και απειλές. Οι Χούτου τού ζητούν να σκοτώσει τη γυναίκα του και τα 4 παιδιά του... Είναι η στιγμή που αρχίζει, ουσιαστικά, ο αγώνας του.

H «λίστα». Με τις απειλές να επικρέμανται, συγκεντρώνει την οικογένειά του και σπεύδουν στο ξενοδοχείο. H παρουσία των ξένων, εκεί, αποτελούσε μια μορφή εγγύησης, μια πηγή σιγουριάς! Μέσα σε μερικές ημέρες, κάθε Τούτσι στο Κιγκάλι γνώριζε ότι, εάν θέλει να σωθεί, θα πρέπει να βρει τρόπο για να μείνει στο ξενοδοχείο. Τρεις μήνες κράτησε αυτό... Με νύχια και με δόντια προσπάθησε ο Πολ να προστατεύσει τους 1.200 Τούτσι που είχαν καταφύγει στο 4 αστέρων ξενοδοχείο του: «Έπρεπε καθημερινά να βρίσκω τρόπο για να εξασφαλίσω τροφή γι' αυτούς τους ανθρώπους. Μας κόψανε το νερό και δεν μπορούσαμε να βγούμε έξω για να προμηθευτούμε τρόφιμα».

Γέμισε τότε την πισίνα με πόσιμο νερό - ό,τι είχε απομείνει - και φρόντισε ώστε να διατίθεται στον καθένα κάποια ποσότητα. Τρόφιμα περνούσαν λαθραία στο ξενοδοχείο από κάποια γειτονική αγορά. Ελάχιστοι, μόνον όσοι χρειαζόταν από το υπαλληλικό προσωπικό τού ξενοδοχείου, γνώριζαν το τι συνέβαινε. Το ίδιο διάστημα, όμως, οι πιέσεις να σκοτώσει την οικογένειά του συνεχίζονταν. Μέλη της πολιτοφυλακής των Χούτου και αξιωματούχοι περνούσαν συχνά από το Milles Collines, χωρίς όμως να αντιλαμβάνονται στην ουσία αυτό που συνέβαινε.

Ελάχιστα μέτρα από τα τραπέζια τους, εκατοντάδες Τούτσι κρύβονταν τρομοκρατημένοι σε δωμάτια και αποθήκες. «H πολιτοφυλακή - αποκαλύπτει ο Ρουσεσαμπαγκίνα - ερχόταν συνέχεια στο ξενοδοχείο, καθ' όλην τη διάρκεια της γενοκτονίας. Έρχονταν μέσα, έπιναν ένα ποτό, κουβέντιαζαν λίγο μαζί μου κι έφευγαν. Αν θες να είσαι ενήμερος για κάποιους, καλύτερα να τους έχεις από κοντά...». Σε αυτές τις συναντήσεις ήταν που κατόρθωσε να διαπραγματευθεί για τις ζωές των οικείων του. Ένας τρόπος υπήρχε: η δωροδοκία με χρήματα και με αλκοόλ από τα κελάρια του ξενοδοχείου. Και τα κατάφερε.

Το φαξ. Ενώ γύρω του οι σφαγές συνεχίζονταν και κανείς δεν παρενέβαινε, μέσα από το ξενοδοχείο ο Πολ Ρουσεσαμπαγκίνα έδινε τον δικό του αγώνα. Σε κάποια κρίσιμη στιγμή, η τύχη στάθηκε με το μέρος του. H πολιτοφυλακή των Χούτου προσπάθησε να κόψει όλες τις τηλεφωνικές γραμμές, και σε μεγάλο ποσοστό τα κατάφερε. Μπερδεύτηκαν όμως και άφησαν σε λειτουργία μόνον μία. Ήταν μια γραμμή φαξ του ξενοδοχείου. Ο Πολ το εκμεταλλεύτηκε δεόντως. Αποφασισμένος να βοηθήσει με κάθε τρόπο, τηλεφωνούσε σε όποιον πίστευε ότι θα μπορούσε να κάνει κάτι. Τηλεφώνησε αρχικά στους ιδιοκτήτες του ξενοδοχείου, στο Βέλγιο (η περιοχή υπήρξε πρώην βελγική αποικία) αλλά και στον ΟΗΕ και στον Λευκό Οίκο. «Εξέθετα την κατάσταση. Όταν τηλεφώνησα στον Λευκό Οίκο τους είπα: "Αυτό συμβαίνει. Τι κάνετε εσείς; Δεν μπορούν οι ΗΠΑ να πείσουν τον υπόλοιπο κόσμο να παρέμβει, να βοηθήσει αθώους πολίτες που σφαγιάζονται στη χώρα μου;"», αναφέρει.

Κανείς δεν άκουσε... Ή μάλλον, όπως το λέει ο ίδιος: «Υπήρχαν πάντα καλά λόγια αλλά όχι πράξεις». Όταν άρχισε η γενοκτονία, στις 6 Απριλίου του 1994, υπήρχαν 2.500 στρατιώτες του ΟΗΕ στη Ρουάντα, δεν είχαν όμως εξουσιοδότηση χρήσης όπλων για να σταματήσουν τους Χούτου. Δεκαπέντε ημέρες αργότερα, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ψήφισε ομόφωνα υπέρ της απόσυρσης του μεγαλύτερου μέρους αυτών των στρατευμάτων. «Σχεδόν κατέρρευσα όταν τους είδα να φεύγουν. Φοβήθηκαν μια πολιτοφυλακή;».
«Εσείς δεν κάνατε τίποτα...»
Ο θυμός του κατά της διεθνούς κοινότητας είναι πάντα ζωντανός. «Είμαι ευχαριστημένος με την ταινία για το μήνυμα που μεταδίδει. Ήθελα να πω στη διεθνή κοινότητα ότι είναι αποτυχημένοι. Ήθελα να πω ότι αυτό που βλέπετε στην ταινία, συνέβη και δεν κάνατε τίποτα. Σήμερα, το ίδιο συμβαίνει στο Νταρφούρ...».

H ταινία «Hotel Rwanda», που προβάλλεται από αυτή την εβδομάδα και στην Ελλάδα, προτάθηκε τον περασμένο μήνα για τρία Όσκαρ.
800.000 νεκροί σε 100 ημέρες
Στο «κεφάλαιο Πολ Ρουσεσαμπαγκίνα», όπου σμίγει η Ιστορία με την Τέχνη, προστίθενται ψυχρά κάποιοι αριθμοί: 800.000 νεκροί - Τούτσι και μετριοπαθείς Χούτου - σε 100 ημέρες. «Όταν βλέπω την ταινία, και την είδα πολλές φορές, νιώθω πως οι σφαγές έγιναν χθες». Σήμερα, αυτός ο 50χρονος φύλακας-άγγελος 1.200 ανθρώπων ζει με την οικογένειά του στις Βρυξέλλες. Έχει μια πετυχημένη επιχείρηση μεταφορών και είναι αισιόδοξος για το μέλλον. Όπως όμως εξομολογείται, θα κουβαλά πάντα μαζί του αυτό που έζησε πριν από 11 χρόνια. Δεν μπορεί να γίνει κι αλλιώς, παραδέχεται. «Ύστερα απ' ό,τι πέρασα, έπρεπε να αλλάξω! Εμπιστευόμουν τους ανθρώπους. Όταν όμως είδα ανθρώπους να αλλάζουν, να σκοτώνουν τους γείτονές τους, έχασα την πίστη μου...».

Επιμέλεια: Ρένα Δημητρίου
Πηγή: tanea.gr