Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β΄, ήταν Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος

Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β΄

Xrysostomos Xatzistaurou-1Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρυσόστομος ο Β΄ (κατά κόσμον Θεμιστοκλής Χατζησταύρου) γεννήθηκε στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας το 1880. Γονείς του ο Σταύρος Χατζησταύρου και η Κυριακή Πέρρου, απόγονος της οικογενείας Πετρ. Μαυρομιχάλη.

Αριστούχος του Πυθαγορείου Γυμνασίου και στη συνέχεια της Ιερατικής Σχολής Χάλκης, χειροτονήθηκε Διάκονος το 1902 από τον Μητροπολίτη Δράμας και στη συνέχεια Εθνομάρτυρα Μητροπολίτη Σμύρνης, Χρυσόστομο Καλαφάτη.

Δράση στη Μακεδονία και μεταπτυχιακές σπουδές (1902-1908)
Ως αρχιδιάκονος του Μητροπολίτη Χρυσόστομου, στη Δράμα, έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στον Μακεδονικό Αγώνα στην περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας. Μετά το θάνατο του Παύλου Μελά, ανέλαβε μυστικές επαφές με την Αθήνα, για τη δημιουργία της τοπικής Επιτροπής Αμύνης και την οργάνωση ένοπλης δράσης. Για τη δράση του αυτή καταδικάστηκε, ερήμην, σε φυλάκιση 4 ετών από το Τουρκικό Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης. Φυγαδεύτηκε με τη βοήθεια του Πατριαρχείου, και ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Λωζάννη απο όπου επανήλθε το 1908, μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων και τη γενική αμνηστία.

Δράση στη Μικρά Ασία (1909-1922)
Επίσκοπος Τράλλεων (1910-1913)
Το έτος 1910 ο Μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος Κλαφάτης μετατίθεται στη Μητρόπολη Σμύρνης και τον ακολουθεί ο αρχιδιάκονος Χρυσόστομος. Μετά από εισήγηση του Μητροπολίτου Χρυσοστόμου Καλαφάτη, ο Χρυσόστομος Χατζησταύρου προβιβάζεται και χειροτονείται βοηθός επίσκοπος του Μητροπολιτη Σμύρνης, με τον τίτλο της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής Τράλλεων. Στη Σμύρνη ανέπτυξε σημαντική φιλανθρωπική και ποιμαντική δράση. Εξέδωσε το περιοδικό «Ιερός Πολύκαρπος» της Ιεράς Μητροπόλεως Σμύρνης, το οποίο έμεινε στην ιστορία του εκκλησιαστικού τύπου.

Μητροπολίτης Φιλαδελφείας (1913-1921)
Εξελέγη Μητροπολίτης Φιλαδελφείας, περιοχής όπου κυριαρχούσε ο Τουρκικός Εθνικισμός και όπου οι Έλληνες, Χριστιανοί Ορθόδοξοι, μιλούσαν τουρκικά. Με στόχο τη διατήρηση της ελληνικότητας των κατοίκων ίδρυσε, υπό συνθήκες διωγμών, το Εθνικό Οικοτροφείο Φιλαδελφείας, που αποτελούσε πρότυπο οικοτροφείο για Έλληνες μαθητές όλων των βαθμίδων για το οποίο κατήρτισε, σε συνεργασία με τους δασκάλους, αναλυτικά προγράμματα εκπαίδευσης. Εξέδωσε το περιοδικό «Ο Άγγελος της Φιλαδέλφειας».

Στην αρχή του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, με σκοπό την αλλοίωση των χριστιανικών πληθυσμών, οι Τούρκοι μετέφεραν Έλληνες των παραλίων της Μικράς Ασίας υπό συνθήκες διωγμού στην ενδοχώρα της Ανατολίας. Τότε παρενέβη ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος απειλώντας να καταγγείλει τις τουρκικές ωμότητές στην Δύση. Καταδικάστηκε από τους Τούρκους ερήμην εις θάνατον, με κατασκευασμένες κατηγορίες. Η εκτέλεση της ποινής απετράπη με παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων. Εκλήθη συνοδικός στην Κωνσταντινούπολή από τον Πατριάρχη Γερμανό Ε' και ως πρόεδρος της Επιτροπής Αποκατάστασης, περιόδευσε στη Θράκη και τη Μικρά Ασία, κατέγραψε την έκταση των διωγμών κι έκανε διαβήματα προς την Ελληνική κυβέρνηση. Εξέδωσε το επιστημονικό θεολογικό περιοδικό «Νέος Ποιμήν».

Κατά την Ελληνική προέλαση, το 1919, μεσολάβησε στον Ύπατο Αρμοστή Στεργιάδη υπέρ των αμάχων Τούρκων αλλά και των εμπλεκομένων στους διωγμούς πασάδων, παρά τις σφαγές των Ελλήνων του Αϊδινίου, μεταξύ των οποίων και η άμεση οικογένειά του. Μετά την ανάκτηση του Αϊδινίου από τους Έλληνες, ως τοποτηρητής της εκεί Μητροπόλεως, αγωνίστηκε για την ανασυγκρότηση της πόλης κι οργάνωσε τους αμάχους που με δικό του επιτελικό σχέδιο, απέκρουσαν επί τρία ημερονύχτια επίθεση Τσετών. Για τη δράση του αυτή, του απενεμήθη ο Πολεμικός Σταυρός Γ' τάξεως, με πρόταση της Ι’ Μεραρχίας.

Μητροπολίτης Εφέσου 1922
Διαβλέποντας τον κίνδυνο από τον κάματο του Ελληνικού στρατού και τις δραστηριότητες του Κεμάλ, άρχισε να εξοπλίζει τους αμάχους. Τον πρόλαβε δυστυχώς η υποχώρηση του Ελληνικού Στρατού. Συνεργάστηκε με τον πνευματικό του πατέρα Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο Καλαφάτη στην περίθαλψη προσφύγων που συνέρρεαν από παντού και βρισκόταν μαζί του όταν τον παρέλαβε η άμαξα του Νουρεντίν που τον οδήγησε στο μαρτύριο. Ενώ η Σμύρνη καιγόταν, έφθασε κυνηγημένος στο σπίτι του Άγγλου Ναυάρχου και τον έπεισε να διαθέσει πλοία για την απομάκρυνση των αμάχων, παρά τις αντίθετες εντολές που είχε άνωθεν. Επιβίβασε τους μισούς από τους Έλληνες ιερείς κι επέστρεψε να παραλάβει τους υπολοίπους, αλλά τους βρήκε σκοτωμένους.

Xrysostomos B-2Δράση στην Ελλάδα (1922-1968)
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή (1922-1924)
Ως Αποκρισάριος του Πατριαρχείου στην Αθήνα αγωνίστηκε για την περίθαλψη των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής. Με εντολή της Ελληνικής Κυβέρνησης συνέταξε έκθεση για τις τουρκικές ωμότητες, την οποία χρησιμοποίησε ο Ελευθέριος Βενιζέλος για να ανατρέψει τους ισχυρισμούς των Τούρκων ότι δε βιαιοπράγησαν. Του προτάθηκε η μητρόπολη της υπό Ιταλική κατοχή Ρόδου, αλλά αρνήθηκε λόγω των απαράδεκτων όρων των Ιταλών. Ανέλαβε για λίγο τη Μητρόπολη Βεροίας-Ναούσης, όπου είχε πολύπλευρη δράση.

Μητροπολίτης Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου (1924-1962)
Ο I. Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου Καβάλας κτίσθηκε το 1957 επί Μητροπολίτου Φιλίππων Χρυσοστόμου, και βρίσκεται στην ιστορική συνοικία Παναγία όπου εγκαταστάθηκαν πολλοί Μικρασιάτες πρόσφυγες.
Μετετέθη στην νεοσύστατη Μητρόπολη Φιλίππων και Νεαπόλεως, με έδρα την πόλη της Καβάλας. Ο λαός της πόλης, ανάμεσά τους παλαιοί του σύντροφοι Μακεδονομάχοι, τον υποδέχτηκε με ενθουσιασμό. Στην περιοχή βρίσκονταν 45000 πρόσφυγες για την περίθαλψη των οποίων ο Χρυσόστομος κινητοποίησε ιδρύματα και οργανισμούς. Ίδρυσε τη Χριστιανική Εστία όπου οργάνωσε ένα ενεργό μορφωτικό κέντρο, με αίθουσες διαλέξεων, βιβλιοθήκη, σύγχρονα εποπτικά μέσα, σχολή ιεροψαλτών κλπ. Έκανε ομιλίες και κάλεσε διακεκριμένους επιστήμονες για διαλέξεις. Έχτισε ναούς, σχολεία, οικοτροφεία γηροκομεία ενώ παράλληλα ασχολήθηκε με τη συγγραφή επιστημονικών έργων κι εξέδωσε το περιοδικό «Ο Απόστολος Παύλος».

Κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο πρωτοστάτησε στην ενίσχυση του μετώπου και οργάνωσε στα μετόπισθεν τάγματα εθελοντών. Το «Παράρτημα Πληροφοριών και Διευκολύνσεων» της Μητρόπολης βοήθησε οικογένειες στρατευμένων. Περιόδευσε σε χωριά και μονάδες στρατού που ξεκινούσαν για το μέτωπο και παρενέβη για την σωτηρία νεαρών στρατιωτών από το εκτελεστικό απόσπασμα. Ως πρόεδρος του Ερυθρού Σταυρού Καβάλας, είχε φροντίσει εγκαίρως για την εκπαίδευση εθελοντριών που πλαισίωσαν πολεμικά νοσοκομεία.

Μετά τη γερμανική κατάκτηση ήρθαν στη Μακεδονία παλαιοί κομιτατζήδες που υπό καθεστώς τρομοκρατίας υπήγαγαν τις περιοχές σε Βουλγαρικές Μητροπόλεις. Στην Καβάλα τοποθετήθηκε Βούλγαρος αρχιερατικός επίτροπος και έτσι ό,τι θύμιζε Ελληνική διοίκηση καταστράφηκε. Βοήθησε τους ιερείς του και φρόντισε για το σταμάτημα της βίαιης αλλαγής της υπηκοότητας του πληθυσμού. Μετείχε στη σύνοδο που επανέφερε τον εξόριστο Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό και συχνά χρησιμοποιήθηκε λόγω της γλωσσομάθειας και της διπλωματικής του εμπειρίας, σε επιτυχείς αποστολές προς τις αρχές κατοχής. Διετέλεσε πρόεδρος της Εθνικής Οργάνωση Χριστιανικής Αλληλεγγύης (ΕΟΧΑ), με πρωταγωνιστές εθελοντές, 2000 μόνο στην Αθήνα, που βοήθησαν απόρους, φυλακισμένους και πεινασμένα παιδιά. Έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση βοηθώντας τις αντιστασιακές οργανώσεις. Ειδοποιημένος από ανώνυμο τηλεφώνημα για επικείμενη έρευνα της Γκεστάπο, πρόφθασε να κρύψει τα ενοχοποιητικά στοιχεία αλλά έμεινε έκτοτε υπό συνεχή παρακολούθηση.

Με την απελευθέρωση επέστρεψε στην Μητρόπολή του, όπου βρήκε τα πάντα λεηλατημένα. Τη Χριστιανική Εστία εντελώς κατεστραμμένη, ιερείς διωγμένους και κάποιους νεκρούς. Ξανάχτισε και ενθάρρυνε. Η Μητρόπολη ήταν ανοιχτή για όλους. Στη Μητρόπολη Φιλίππων & Νεαπόλεως προσαρτήθηκε, το 1953, η Θάσος. Με ενέργειές του καλύφθηκαν τα κενά της κατοχής σε ιερείς και χτίστηκαν κατοικίες για τους εφημέριους δίπλα στους ναούς. Χτίστηκε επίσης το μοναστήρι του Αγίου Σίλα. Στις ενορίες οργανώθηκαν ευκίνητες δραστήριες ομάδες, οι Αδελφότητες. Μία από αυτές ενήργησε να χτιστεί παρεκκλήσιο στις φυλακές Καβάλας και βοηθούσε τους αποφυλακιζόμενους. Κάλυπταν τα έξοδα απόρων επιτόκων, ενώ αδελφές του Ερυθρού Σταυρού περιέθαλπαν γέροντες.

Οργάνωσε στην Καβάλα συλλαλητήριο για την Κύπρο όπου εκφώνησε ενθουσιώδη λόγο. Στην ΙΓ' σύνοδο της Ιεραρχίας έκανε εισήγηση για την Οικουμενική Κίνηση και για τους Ρόταρυ. Το 1960, με πρωτοβουλία εκπροσώπων του λαού, εορτάστηκαν στην Καβάλα τα 50 χρόνια Αρχιεροσύνης του. Παρευρέθηκαν εκπρόσωποι Ορθοδόξων Εκκλησιών, Μητροπολίτες, Υπουργοί, Βουλευτές, πλήθος κόσμου. Του απενεμήθησαν μετάλλια και παράσημα. Ο Δήμος ονόμασε μία λεωφόρο «Μητροπολίτου Χρυσοστόμου».

Προήδρευσε στην Α' Πανορθόδοξη Συνάντηση της Ρόδου για τον καθορισμό των θεμάτων της Μεγάλης Συνόδου της Εκκλησίας λόγω της πλούσιας διεθνούς εμπειρίας του (Οικουμενικό Πατριαρχείο 1918, Αλεξάνδρεια 1928, Φανάρι 1959, Μόσχα, Βουλγαρία, Βελιγράδι, Ελσίνκι).

Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος (1962-1968)
Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρυσόστομος Β'.
Εξελέγη σχεδόν παμψηφεί από τη Σύνοδο της Ιεραρχίας, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, μετά τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου Θεοκλήτου και την παραίτηση του διαδόχου του, Ιακώβου, για να ηγηθεί μίας Εκκλησίας σε δεινή κατάσταση. Την εκλογή υποδέχτηκε ο λαός με παραλήρημα χαράς και με κραυγές «Άξιος». Ο τύπος αναφέρθηκε με ενθουσιασμό τον καινούριο Αρχιεπίσκοπο. Στον ενθρονιστήριο λόγο του αναφέρθηκε στους κρίσιμους τομείς της εκκλησίας: Μόρφωση, μισθοδοσία, συνταξιοδότηση κλήρου, σχέση Ορθοδόξων και ξένων Εκκλησιών, ένωση των Εκκλησιών, Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, Καταστατικός Χάρτης Εκκλησίας, διεύρυνση έργου Αποστολικής Διακονίας, οικοδόμηση Συνοδικού Μεγάρου, εξασφάλιση του υπερεκατονταετούς αρχείου της Εκκλησίας, εφημεριακό, κατηχητικά, ανάπτυξη του ΟΔΕΠ, εκκλησιαστικό κτηματολόγιο, βυζαντινή μουσική στους ναούς, εκσυγχρονισμός κηρυγμάτων, τυποποίηση εκκλησιαστικών τελετών, κατάρτιση μοναστηριακών κανονισμών, οργάνωση υπηρεσιών Συνόδου και Ιεραρχίας, ταξινόμηση-διατήρηση αρχείου της Συνόδου, νομοθεσία Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων και κωδικοποίηση Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας.

Στις 16 Νοεμβρίου του 1964 έληξαν στη Ρόδο οι εργασίες της Γ' Πανορθοδόξου Διασκέψεως. Στην τελετή, παρόντες μεταξύ άλλων ήταν ο υπουργός Εξωτερικών Σταύρος Κωστόπουλος και ο υπουργός Βιομηχανίας Ιωάννης Ζίγδης. Η κυριότερη απόφαση της Διάσκεψης ελήφθη στις 13 Νοεμβρίου και αφορούσε το διάλογο με την Καθολική Εκκλησία. Οι ιεράρχες, που αντιπροσώπευαν δεκατέσσερις Ορθόδοξες Εκκλησίες, στην απόφασή τους -αφού υπενθύμισαν ότι η Α' Διάσκεψη απεφάνθη υπέρ της καλλιέργειας διαχριστιανικών σχέσεων και η Β' θέλησε κατ' αρχήν να προτείνει στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία διάλογο επί ίσοις όροις- επανέλαβαν την επιθυμία διαλόγου, αλλά επισήμαναν ότι χρειάζεται η δέουσα προπαρασκευή και η δημιουργία κατάλληλων συνθηκών.

Ταυτόχρονα, δήλωσαν ότι κάθε Ορθόδοξη Εκκλησία είναι ελεύθερη να συνεχίσει, όχι όμως εξ ονόματος και των άλλων, τις αδελφικές σχέσεις με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Οι επιφυλάξεις της Διάρκεψης για διάλογο με τη Ρώμη έγιναν σαφέστερες στις 14 Νοεμβρίου με δήλωση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου, ο οποίος τόνισε: "(...) Αναμένομεν ένδειξιν καλής διαθέσεως εκ μέρους του Βατικανού, η οποία μέχρι στιγμής δεν εφάνη. Ο αρχηγός της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας εμμένει εις τα προνόμιά του περί "αλαθήτου" και "πρωτείων". Εις πρόσφατον εγκύκλιόν του τονίζει ότι "απατώνται όσοι πιστεύουν ότι ημείς θα αποστώμεν των προνομίων μας τα οποία Θεόθεν εδόθησαν δια του Αποστόλου Πέτρου". Υπό τοιαύτας συνθήκας, δεν είναι εύκολος ο διάλογος εν ίσοις όροις"

Τη διοίκηση της Εκκλησίας: Ενέργειες για θέσπιση Νέου Καταστατικού Χάρτη. Ενεργοποίηση εκκλησιαστικών οργανισμών. Δραστηριοποίηση της Ιεράς Συνόδου για διάφορα θέματα. Εκλογή μητροπολιτών.
Τα εφημεριακά προβλήματα: Μικρή βελτίωση μισθών, εξασφάλιση υγειονομικής περίθαλψης των ιερέων. Ποιμαντικές ενασχολήσεις: Χωρισμός των Ναών σε τομείς, με επικεφαλής βοηθούς Επισκόπους. Τήρηση λειτουργικής τάξης και παράδοσης. Προσωπική επίσκεψη σε όλους τους ναούς. Επαναφορά της βυζαντινής μουσικής στις ακολουθίες. Φιλανθρωπικό έργο. Επισκέψεις σε φυλακές και ιδρύματα. Εορτασμός της Χιλιετηρίδας του Αγίου Όρους και μεταφορά στην Αθήνα της Εικόνος «Άξιον Εστί» και του Τιμίου Ξύλου.
Αγώνες για την Ορθοδοξία: Διαφωνία με τον Πατριάρχη Αθηναγόρα για την εσπευσμένη και χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με την Ελληνική Εκκλησία αποστολή παρατηρητών στην Β' Σύνοδο του Βατικανού.

Το 1967 εκδιώχθηκε πραξικοπηματικά από τη Στρατιωτική Κυβέρνηση της 21ης Απριλίου και τα Ανάκτορα και εξαναγκάστηκε να παραμείνει στο Νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού για περισσότερο από ένα μήνα, χωρίς να είναι ασθενής. Στο διάστημα αυτό νομοθετήθηκε όριο ηλικίας και κηρύχθηκε, ζώντος του Αρχιεπισκόπου, ο θρόνος εν χηρεία και εξελέγη νεός Αρχιεπίσκοπος από Αριστίνδην-αντικανονική Σύνοδο ο μέχρι τότε Πρωθιερέας των Ανακτόρων Ιερώνυμος Κοτσώνης που είχε τη στήριξη του δικτατορικού καθεστώτος. Ο Χρυσόστομος, χωρίς να παραιτηθεί, ιδιώτευσε έκτοτε μέχρι τον θάνατό του ως Αρχιεπίσκοπος Πρώην Αθηνών και Πάσης Ελλάδος.

Εκοιμήθη μετά ολιγοήμερη ασθένεια, στις 9 Ιουνίου 1968, Κυριακή της Πεντηκοστής και ετάφη στο Α' Κοιμητήριο Αθηνών.

Στην Καβάλα κεντρική οδός φέρει το όνομά του ενώ στον Βύρωνα έχει ανεγερθεί μαρμάρινος ανδριάντας του.