Πελοποννησιακός πόλεμος, η ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς

Aigos Potamoi

Πελοποννησιακός πόλεμος
Η ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς

Τα αποτελέσματα του Πελοποννησιακού πολέμου
Λήψη του αρχείου
KEIMENO: Ευθυμία Δ. Σκαπέτη, Φιλόλογος, Εκπαιδευτικός

ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Η ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς (405 π.Χ.) είναι αυτή που καθόρισε την έκβαση του πολυετούς και σκληρού εμφυλίου πολέμου της ελληνικής αρχαιότητας, του Πελοποννησιακού πολέμου, μετά την οποία ακολούθησε η πολιορκία και η άλωση της Αθήνας από τους Σπαρτιάτες. Οι Αιγός ποταμοί είναι αρχαία κωμόπολη στην ανατολική Θράκη στη χερσόνησο της Καλλίπολης απέναντι από τη Λάμψακο και ομώνυμος ποταμός διέρχεται στην περιοχή, κοντά στις εκβολές του οποίου, στον όρμο των Αιγός ποταμών όπου είχαν προσορμίσει οι Αθηναίοι, έλαβε χώρα η σημαντικότατη ναυμαχία. Οι πιο αξιόπιστες και οι πληρέστερες των πληροφοριών για αυτό το σημαντικό γεγονός προέρχονται από τον Ξενοφώντα, το συνεχιστή, όσον αφορά τον πόλεμο αυτό, του μεγάλου ιστορικού Θουκυδίδη.

Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα τον Αθηναίο, τον Έλληνα ιστορικό, στο έργο του «Ελληνικά», ο οποίος αναφέρεται και στον Πελοποννησιακό πόλεμο ολοκληρώνοντας την αφήγηση του που άφησε ημιτελή ο Θουκυδίδης, και στο 2° Βιβλίο του από τα 7 Βιβλία, κατά το μεταγενέστερο χωρισμό του έργου σε «Βιβλία», d αυτόν το μεγάλο πόλεμο της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, Αθηναίοι Σπαρτιάτες ακολουθούσαν μια πα-νηλη πορεία συγκρούσεων και επιθετικών κινήσεων και λεηλασιών κατά μήκος των παραλίων της Μικράς Ασίας. Προχωρούσαν σταδιακά από το νότο προς το βορρά. Και οι δυο αντιμαχό­μενες πλευρές διέθεταν και συμμαχικά στρατεύματα.

Aigos Potamoi-XartisΟι Αθηναίοι, έχοντας ήδη πετύχει θρίαμβο έναντι των Σπαρτιατών στη ναυμαχία των Αργινουσών (406 π.Χ.), προετοιμάζονταν για ναυμαχία. Για να ικανοποιήσουν αυτή τους την πρό­θεση πρόσθεσαν στους υπάρχοντες στρατηγούς τους Κόνωνα, Φιλοκλή και Αδείμαντο, απ’ τους οποίους ο πρώτος είχε την αρχηγία, και τους Μένανδρο, Τυδέα και Κηφισόδοτο. Έχοντας ως ορμητήριό τους τη Σάμο έκαναν επιδρομές στην περιοχή της Μικράς Ασίας που ανήκε στον Πέρση βασιλιά, όντας εχθρι­κές οι σχέσεις τους με το βασιλιά.

Ο Σπαρτιάτης στρατηγός Λύσανδρος που είχε αναλάβει το αξίωμα του στρατηγού για δεύτερη φορά, τυπικά λόγω σπαρτιατικού νόμου την αρχηγία την είχε ο Άρατος, ο οποίος ουσιαστικά υπάκουε στις διαταγές του Λύσανδρου, εξέπλεε από τη Ρόδο προς τον Ελλήσποντο. Επέλεξε αυτήν την κίνηση του στόλου του για να αποτρέψει να περνούν τα εμπορικά πλοία που τροφοδοτούσαν με σιτηρά προερχόμενα από την περιοχή του Εύξεινου Πόντου την Αθήνα, που βρισκόταν σε συνθήκες πολιορκίας από ξηράς, και για να εμποδίσει την αποστασία των πόλεων – κρατών.

Όλα τα παραπάνω αποτελούν πρόλογο της επικείμενης ναυμαχίας στους Αιγός ποταμούς. Παρακάτω γίνεται αναφορά σε όσα συνέβαιναν στην περιοχή, ώστε να υπάρχει γενικότερη εικόνα του πλαισίου δράσης.
Οι Σπαρτιάτες είχαν ως εκστρατευτική τους βάση τη Χίο, πρώην σύμμαχο της Αθήνας, όπου αντιμετώπιζαν δυσκολίες ως προς τη συντήρηση του εκστρατευτικού τους σώματος εκεί και την Έφεσο για την εξόρμηση του πολεμικού τους στόλου. Οι δυσκολίες αυτές αντιμετωπίστηκαν ύστερα από διπλωματικές κινήσεις του Λύσανδρου, που μόλις είχε αναλάβει ξανά την ηγεσία του σπαρτιατικού στόλου, με την οικονομική ενίσχυση του Πέρση σατράπη της Λυδίας Κύρου προς τη Σπάρτη υποστηρίζοντας τον πολεμικό σχεδιασμό και προγραμματισμό των Σπαρτιατών εναντίον του αντίπαλου δέους τους. Έτσι αναδιαρθρώθηκε το σπαρτιατικό στράτευμα στην περιοχή.

Ο Λύσανδρος, στον οποίο έδειχναν εμπιστοσύνη οι πόλεις – κράτη του ανατολικού Αιγαίου που αποστατούσαν από τη Δηλιακή Συμμαχία, τη συμμαχία των Αθηνών που πλέον είχε μετασχηματισθεί σε Αθηναϊκή Ηγεμονία, προσχωρώντας στο πλευρό της Σπάρτης, πέτυχε αυτήν τη συμφωνία και με τη βοήθεια των Περσών κατασκεύασε 200 πλοία συγκροτώντας αξιόμαχο, τουλάχιστον ως προς τον αριθμό και όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων και στην τακτική και την εκπαίδευση, αντίπαλο πολεμικό ναυτικό στόλο.
Οι Αθηναίοι, αντίστοιχα, είχαν ως ορμητήριο των πολεμικών πλοίων τους τη Σάμο, η οποία ήταν η μόνη εναπομείνασα πιστή σύμμαχος των Αθηναίων στην περιοχή, και επιτίθονταν στη Χίο και στην Έφεσο. Οι υπόλοιπες συμμαχικές πόλεις – κράτη εκεί, δυσαρεστημένες από την ηγεμονική αλαζονεία της Αθήνας απέναντί τους που είχε ανάλογες επιπτώσεις και διαφοροποιήσεις στην αρχική συμμαχία και στην μετατροπή της σε Αθηναϊκή Ηγεμονία και των υπολοίπων συμμάχων σε υποτελείς των Αθηναίων, αποστατούσαν.
Αυτά συνέβαιναν πριν τον ελλιμενισμό των αντίπαλων στόλων στις όχθες του Ελλήσποντου. Προσδιορίζοντας χρονολογικά τα γεγονότα, αναφερόμαστε στην τρίτη περίοδο του

Πελοποννησιακού πολέμου, σε αυτήν του Δεκελεικού πολέμου (413 – 404 π.Χ.), όταν οι Σπαρτιάτες οχυρωμένοι στη Δεκέλεια πολιορκούσαν την Αθήνα από ξηράς και για δέκα χρόνια μέχρι τη ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς είχαν αποκλείσει τον εφοδιασμό των Αθηναίων με τρόφιμα και άλλα αναγκαία από τη χέρσα, αφήνοντας μόνο τις θαλάσσιες διόδους. Η εισαγωγή της εδωδής και των επιτηδείων για τον ανεφοδιασμό και την επιβίωση εξασφαλιζόταν με τον εμπορικό στόλο της πόλης – κράτους των Αθηνών και η προέλευση των προϊόντων ήταν από τη Θράκη και τον Εύξεινο Πόντο. Αυτές τις διόδους στόχευε να αποκλείσει ο Λύσανδρος με την προώθηση του στόλου του προς τον Ελλήσποντο.

Ύστερα από διάφορες κινήσεις οι αντίπαλοι πολεμικοί ναυτικοί στόλοι κατέληξαν να ελλιμενιστούν και να στρατοπεδεύσου σε παράλιες περιοχές των οχθών του Ελλησπόντου. Ο Λύσανδρος αγκυροβόλησε αρχικά στην Άβυδο. Με τη βοήθεια των Αβυδινών που ακολουθουσών πεζοί και των υπολοίπων πεζικάριων συμμάχων και στρατιωτών, το πεζικό τμήμα του εκστρατευτικού σώματος το διέταζε ο Λακεδαιμόνιος Θώρακας, κυρίεψε τη Λάμψακο. Οι Σπαρτιάτες εγκαταστάθηκαν στην πόλη – κράτος ύστερα από την κατάληψή της με έφοδο. Η Λάμψακος βρισκόταν στην περιοχή του Ελλησπόντου και ήταν πόλη επιρροής και σύμμαχος της Αθήνας στη Δηλιακή Συμμαχία, πλούσια σε τρόφιμα και σε όλα τα αναγκαία και με οχυρωμένο και ασφαλές από γεωγραφικής τοποθεσίας λιμάνι.
Οι Σπαρτιάτες μετά την κατάληψη της πόλης δεν ενόχλησαν τους ελεύθερους πολίτες της. Για την εξασφάλιση των τροφίμων που απαιτούνταν για τη σίτιση και τη συντήρηση των στρατι­ωτών ακολουθούσαν την τακτική της αρπαγής.

Οι δε Αθηναίοι μαθαίνοντας ότι οι Λακεδαιμόνιοι κατέλαβαν τη Λάμψακο, έσπευσαν να αντιδράσουν. Ήταν σημαντικό γι’ αυτούς να μην επιτρέπουν στους εχθρούς να καταλαμβάνουν πόλεις – κράτη που άνηκαν στη συμμαχία τους, όπως μπορούμε εύκολα να αντιληφτούμε, και γι’ αυτό, αφού διέκοψαν τις επιδρομές στην περιοχή της Ιωνίας, έπλευσαν με 180 πλοία και ελλιμενίστηκαν αρχικά στην πόλη Ελαιούντα, που βρίσκεται στις αρχές του Ελλησπόντου. Εκεί οι Αθηναίοι πληροφορήθηκαν την κατάληψη της Λαμψάκου. Στη συνέχεια, αφού φρόντισαν για τον ανεφοδιασμό του στρατεύματος στη Σηστό, εισέπλευσαν και άραξαν στους Αιγός ποταμούς στη βόρεια πλευρά του Ελλησπόντου, που βρίσκονταν απέναντι από την πόλη της Λαμψάκου σε απόσταση μόλις λίγων σταδίων, και συγκεκριμένα δεκαπέντε (1 στάδιο = 185 μέτρα, 15 * 185 = 2.775 μέτρα), όπου και εγκαταστάθηκαν.

Σημειώνουμε πως ο μεγάλος αριθμός των αθηναϊκών πλοίων ήταν δημιούργημα της ύστατης προσπάθειας των Αθηναίων να επιβληθούν ξανά στο Αιγαίο πέλαγος, οι οποίοι δε διέθεταν την παλαιά οικονομική ευμάρεια, αν και υπήρχαν αρκετά αποθεματικά οικονομικά στην περιουσία της πόλης – κράτους. Γι’ αυτό και τροφοδοτήθηκαν ξυλεία από τη Μακεδονία και το βασιλιά Αρχέλαο, το νόθο γιο του βασιλιά της Μακεδονίας Περδίκκα, αφετέρου τα αφιερώματα των χρυσών αγαλμάτων των Νικών που υπήρχαν στην Ακρόπολη της Αθήνας, στο ναό της Απτέρου Νίκης, τα έλιωσαν και έκοψαν νομίσματα για να εξυπηρετήσουν τις πολεμικές ανάγκες τους. Έτσι κατασκευάστηκε ο αθηναϊκός στόλος.

Ο Αλκιβιάδης, ο Αθηναίος στρατηγός που ιδιώτευε στην περιοχή λόγω της αποπομπής του και της καθαίρεσής του από την αρχηγία του αθηναϊκού στόλου εξαιτίας της ήττας που υπέστη στη ναυμαχία στο Νότιο και της αυτοεξορίας του σε ιδιόκτητο πύργο κοντά στη Σηστό, μόλις είδε τον ελλιμενισμό των Αθηναίων στους Αιγός ποταμούς αντέδρασε. Κρίνοντας ακατάλληλο για ορμητήριο την τοποθεσία που επέλεξαν οι συμπολίτες του στρατηγοί λόγω του ότι δεν ήταν ασφαλές λιμάνι και ότι απείχε 15 σταδίους από τη Σηστό, πόλη που θα τροφοδοτούσε το στράτευμα, προέ­βη σε συστάσεις προς τους Αθηναίους στρατηγούς. Συνέστησε να μεταβούν και να ελλιμενιστούν στη Σηστό, απ’ όπου οι Αθηναίοι θα μπορούσαν να επιλέξουν το πότε θα ναυμαχήσουν με τους Σπαρτιάτες. Οι επίμονες συμβουλές του, όμως, δεν εισακούσθηκαν και οι στρατηγοί, και ιδιαίτερα ο Τυδέας με το Μένανδρο, τον διέταξαν να φύγει από το στρατόπεδο των Αθηναίων, λέγοντας με ειρωνεία σε αυτόν ότι αυτοί είναι τώρα στρατηγοί και όχι εκείνος. Πράγματι, ο Αλκιβιάδης έφυγε.

Για κάποιες μέρες και οι δυο αντίπαλοι ακολουθούσαν τις δικές τους τακτικές. Οι Αθηναίοι με την ανατολή ξανοίγονταν και παρατάσσονταν με τα πλοία τους για ναυμαχία μπροστά στο λιμάνι της Λαμψάκου. Ο Λύσανδρος, όμως, ο ναύαρχος και στρατηγός της Σπάρτης καθόλου δεν ανταποκρίνονταν στην καθημερινή πρόκληση των Αθηναίων, αλλά, αντιθέτως παρέμενε στο λιμάνι προετοιμασμένος για ναυμαχία, καλύπτοντας τα πλάγια των πλοίων με παραπετάσματα από παλιά δέρματα ή από χοντρά υφάσματα για προστασία των στρατιωτών από τα βέλη των εχθρών και τηρώντας το στόλο του σε εγρήγορση και αναμονή. Στους στρατιώτες και τους αξιωματικούς του είχε δώσει διαταγή κανείς να μην κινηθεί από τις τάξεις και να μην ξανοιχτεί στη θάλασσα, ανταποκρινόμενος με τέτοια τακτική στην εκβιαστική τακτική του εχθρού για άμεση αναμέτρηση σε ναυμαχία. Με τη δύση οι Αθηναίοι επέστρεφαν στη βάση τους και ο Λύσανδρος παρακολουθούσε με τα πιο γρήγορα πλοία του τις κινήσεις τους. Κι όταν οι τριήρεις που είχαν πεμφθεί για να εποπτεύσουν τους εχθρούς, επέστρεφαν με την πληροφορία ότι οι Αθηναίοι είχαν αποβιβαστεί και οι κατάσκοποί του, όπως τους είχε διατάξει, έφταναν από το αντίπαλο στρατόπεδο και τον ενημέρωναν για το τι γινόταν εκεί, τότε μόνο ο Λύσανδρος διέταζε τους ναύτες του να αποβιβαστούν από τα πλοία και να χαλαρώσουν.

Την πέμπτη μέρα ο Λύσανδρος εφάρμοσε την τακτική του αιφνιδιασμού με απόλυτη επιτυχία. Συγκεκριμένα, επειδή γνώριζε πως οι Αθηναίοι επιστρέφοντας στους Αιγός ποταμούς συνεχώς και όλο και περισσότερο σκορπίζονταν στην περιοχή της Χερσονήσου, μακριά από το στόλο τους αφήνοντας τα πλοία τους απροστάτευτα γιατί αναζητούσαν εφόδια και τρόφιμα, στα οποία δεν είχαν εύκολη πρόσβαση αφού ο χώρος όπου διέμεναν απείχε πολύ από πόλη που θα μπορούσε να τους εξασφαλίζει τα αναγκαία για την καθημερινή παραμονή και διαβίωση, και γιατί, συγχρόνως, περιφρονούσαν το Λύσανδρο που δεν ξανοιγόταν για ναυμαχία, έδωσε την εξής διαταγή: τα πλοία που θα παρακολουθούσαν τους Αθηναίους μόλις τους έβλεπαν να αποβιβάζονται και να διασκορπίζονται, όπως συνήθιζαν, να επιστρέψουν και στο μέσο της διαδρομής να κάνουν ναυτικό σήμα και να σηκώσουν ψηλά ασπίδα. Πράγματι, οι στρατιώτες του Λύσανδρου ακολούθησαν πιστά τις διαταγές του αρχηγού τους.
Ο Λύσανδρος μόλις είδε το σήμα πρόσταξε να πλεύσουν ο στόλος του όσο γίνεται πιο γρήγορα. Η στρατηγική του ικανότητα φάνηκε στο σχέδιο αιφνιδιασμού του εχθρικού στόλου.

Ο Κόνωνας, ένας από τους στρατηγούς και αρχιστράτηγος των Αθηναίων, αμέσως μόλις αντιλήφθηκε την επίθεση των αντιπάλων σήμανε να μπουν στα πλοία και να βοηθήσουν όσο μπορούσαν για να αντιμετωπίσουν την επίθεση. Ωστόσο, το ότι ένα μεγάλο τμήμα των στρατιωτών ήταν διασκορπισμένο ακολουθώντας τη συνήθη τακτική προς αναζήτηση εφοδίων, δεν επέτρεψε την πλήρη επάνδρωση ολόκληρου του στόλου. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι περισσότερες τριήρεις να καλυφθούν με δυο σειρές από στρατιώτες, άλλες από μια και άλλες να παραμείνουν κενές. Μόνο η τριήρης του Κόνωνα μαζί με άλλες επτά και η Πάραλος, ένα από τα ιερά πλοία των Αθηναίων που δεν ήταν πολεμικό, κατάφεραν να αντιπαραταχθούν με πλήρη επάνδρωση. Έτσι, ο Λύσανδρος πέτυχε να συλλάβει το μεγαλύτερο μέρος του στόλου και των στρατιωτών στην ξηρά, ενώ κάποιοι κατάφεραν να διαφύγουν σε κάποια οχυρά.

Ο Κόνωνας βλέποντας την εξέλιξη των πραγμάτων και την καταστροφή των Αθηναίων, μαζί με τα εννέα υπόλοιπα πλοία από το σύνολο των 180 τριη­ρών του αθηναϊκού πολεμικού στόλου, έπλευσε στην Αβαρνίδα στο ακρωτήριο της Λαμψάκου. Ανάμεσα στις πλήρως επανδρωμένες τριήρεις που τον ακολουθούσαν και που διέφυγαν μαζί του, πληροφορούμαστε πως τριήραρχοι ήταν ο ρήτορας Λυσίας, Αθηναίος μέτοικος, που συμμετείχε στο αθηναϊκό στράτευμα και έτσι είχε άμεση γνώση των γεγονότων, και σε κάποια άλλη τριήρη κάποιος Ερυξίμαχος, πληροφορία που μας τη δίνει ο ίδιος ο ρήτορας σε λόγο του.

Από την Αβαρνίδα ο Κόνωνας πήρε τα μεγάλα ιστία των πλοίων του Λύσανδρου για να μην μπορέσει ο Σπαρτιάτης στρατηγός να τους ακολουθήσει. Στη συνέχεια και από την τοποθεσία της Αβαρνίδας, αυτός με οκτώ πλοία έπλευσε για το βασιλιά Ευαγόρα στην Κύπρο, σύμμαχο των Αθηναίων, ενώ η Πάραλος απέπλευσε για την Αθήνα για να αναγγείλει τα νέα. Πιθανότατα, ο Κόνωνας δεν επέλεξε την επιστροφή στην Αθήνα για να αποφύγει τις τυχόν σκληρές συνέπειες από την κατατρόπωση και το διασυρμό που υπέστησαν από το Λύσανδρο.
Η νίκη και η πλήρης επικράτηση των Λακεδαιμονίων και των συμμαχικών στρατευμάτων τους έναντι της ναυτικής υπερδύναμης της εποχής ήταν γεγονός. Ο Λύσανδρος για να αναγγείλει τα ευχάριστα νέα στη Σπάρτη έστειλε τον πειρατή Θεόπομπο τον Μιλήσιο, ο οποίος έφτασε και διεμήνυσε τη νίκη στους Σπαρτιάτες τρεις μέρες μετά.