Άρθρα
Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν από τους επιφανέστερους στρατιωτικούς ηγέτες της Επανάστασης του 1821, έπεσε θύμα των εμφύλιων διαμαχών κατά τη διάρκεια του Αγώνα και σκοτώθηκε από χέρι ελληνικό
Οδυσσέας Ανδρούτσος
Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν από τους επιφανέστερους στρατιωτικούς ηγέτες της Επανάστασης του 1821. Έπεσε θύμα των εμφύλιων διαμαχών κατά τη διάρκεια του Αγώνα και σκοτώθηκε από χέρι ελληνικό.
Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε στην Ιθάκη το 1788 και ήταν ο μονάκριβος γιος του ξακουστού αρβανίτη αρματολού της Ρούμελης Αντρέα Βερούση ή Καπετάν Ανδρούτσου και της Ακριβής Τσαρλαμπά, κόρης προεστού της Πρέβεζας. Στο νησί του Οδυσσέα είχε καταφύγει η μητέρα του για να γλιτώσει από την καταδίωξη των Τούρκων, επειδή ο πατέρας του είχε ακολουθήσει τον θαλασσομάχο Λάμπρο Κατσώνη στις ανά το Αιγαίο περιπέτειές του. Εκεί βαφτίστηκε το 1792 από τη γυναίκα του Κατσώνη, Μαρουδιά, που για τον ίδιο λόγο είχε ζητήσει κι αυτή άσυλο στο νησί. Προς τιμή του ομηρικού ήρωα, του δόθηκε το όνομα Οδυσσέας. Ο ίδιος, όμως, πατρίδα του θεωρούσε την πατρίδα του πατέρα του, τις Λιβανάτες της Λοκρίδας.
Όταν ο Αλή Πασάς έμαθε πως ο φίλος του καπετάν Ανδρούτσος, που εν τω μεταξύ είχε αποκεφαλιστεί από τους Τούρκους το 1797, άφησε γιο, τον πήρε κοντά του στην αυλή του στα Γιάννενα, που αποτελούσε τότε σπουδαίο στρατιωτικό σχολείο, στο οποίο μαθήτευσαν αρκετοί Έλληνες αγωνιστές του '21. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον μεγάλωσε ο μικρός Οδυσσέας. Εκεί έμαθε τα πρώτα γράμματα και να μιλάει ιταλικά και αρβανίτικα. Η σωματική του δύναμη ήταν παροιμιώδης και διηγούνται αναρίθμητα κατορθώματά του. Κάποιος βιογράφος του γράφει, ότι «επήδα ως έλαφος, έτρεχεν ως ίππος και ίππευεν ως Κένταυρος».
Το 1816 ο Αλή Πασάς τον έστειλε αρματολό στη Λειβαδιά, αφού τον πάντρεψε πρώτα με την Ελένη Καρέλη. Εκεί έμεινε ως τις παραμονές του 1821. Τον Οκτώβριο του 1820, μετά από διαμάχη με τους τοπικούς άρχοντες, έφυγε και τη θέση του πήρε ο Αθανάσιος Διάκος. Από το 1818 ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας και ένθερμος υποστηρικτής του Αγώνα.
Μόλις ξέσπασε η Επανάσταση βρέθηκε αμέσως στις πρώτες γραμμές του Αγώνα και ανέλαβε να ξεσηκώσει τους Έλληνες της Ανατολικής Ρούμελης. Στις 8 Μαΐου του 1821 κλείνεται με άλλους 117 πολεμιστές στο Χάνι της Γραβιάς και χαρίζει στον Αγώνα μία από τις πιο δοξασμένες μάχες, που τον επέβαλε ως τον στρατιωτικό αρχηγό της Ρούμελης. Η νίκη του Ανδρούτσου στη Γραβιά έσωσε την επανάσταση από βέβαιο κίνδυνο, καθώς ο Ομέρ Βρυώνης με 8.000 άνδρες βάδιζε ακάθεκτος προς την εξεγερμένη Πελοπόννησο.
Το 1822 φθάνει στην Αθήνα και αναλαμβάνει τη διοίκηση του κάστρου της Ακρόπολης, με φρούραρχο τον Γιάννη Γκούρα. Στην Ακρόπολη έκανε διάφορα οχυρωματικά έργα και την εξασφάλισε με νερό που δεν είχε. Στο μεταξύ, νέα εχθρικά σώματα πλημμύρισαν τη Ρούμελη. Κι επειδή ο Οδυσσέας δεν είχε αρκετές δυνάμεις να αντισταθεί, αναγκάσθηκε να συνθηκολογήσει μαζί τους. Ήταν τα λεγόμενα «καπάκια» (προφορικές συμφωνίες), ένα τέχνασμα για να κερδίσει χρόνο, το οποίο όμως παρεξηγήθηκε από τους εχθρούς του (κοτσαμπάσηδες της Ανατολικής Ρούμελης και Ιωάννης Κωλέττης), που δεν τον συμπαθούσαν, λόγω της μεγάλης επιρροής που ασκούσε στο λαό.
Ο Ανδρούτσος, οργισμένος από τη συμπεριφορά των πολιτικών, παραιτείται και η κυβέρνηση στέλνει τον Νούτσο και τον Παλάσκα να τον αντικαταστήσουν. Υποψιαζόμενος ότι οι δύο απεσταλμένοι της κυβέρνησης έρχονται να τον σκοτώσουν, χάνει την ψυχραιμία του και με την ανοχή του οι άνδρες του τους σκοτώνουν. Ο Κωλέττης τον επικηρύσσει για 5.000 γρόσια και ο Υπουργός Εκκλησιαστικών επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ τον αφορίζει. Όμως, η κάθοδος του Δράμαλη αναγκάζει την κυβέρνηση να ανακαλέσει την επικήρυξη και τον αφορισμό του Ανδρούτσου, ο οποίος αναλαμβάνει ξανά δράση. Δεν κατορθώνει να εμποδίσει την κάθοδο του Οθωμανού πολέμαρχου στην Πελοπόννησο, αλλά δεν αφήνει να περάσουν εφοδιοπομπές και ενισχύσεις για τη στρατιά του.
Μετά την καταστροφή του Δράμαλη, ο Ανδρούτσος επέστρεψε στην Αθήνα και ίδρυσε δύο σχολεία στην Αθήνα και κάλεσε τον Κοραή από την Ευρώπη και τον Βάμβα από την Κεφαλλονιά να έρθουν να διδάξουν, χωρίς να εισακουσθεί. Γρήγορα, νέες στρατιωτικές επιχειρήσεις τον έκαναν να φύγει από την Αθήνα για την Ανατολική Ρούμελη. Τον Νοέμβριο του 1822 ηττάται από τον Κιοσέ Μεχμέτ στο Δαδί και παραλίγο να αιχμαλωτισθεί, ενώ τον Ιούλιο του 1823 ανακόπτει στη Βοιωτία την εκστρατεία του Γιουσούφ Περκόφτσαλη Πασά.
Ο ηρωισμός του, το προοδευτικό του πνεύμα και το ομηρικό του όνομα, στάθηκαν αφορμή να θέλουν να τον γνωρίσουν όλοι οι Ευρωπαίοι φιλέλληνες που κατέβηκαν στην επαναστατημένη Ελλάδα. Με πολλούς από αυτούς συνεργάστηκε για διάφορα κοινωφελή έργα και τον φίλο του λόρδου Βύρωνα, τον Άγγλο Έντουαρντ Τρελόνι, τον έκανε γαμπρό του, δίνοντάς του την ετεροθαλή αδελφή του Ταρσίτσα.
Η διαμάχη του και ο παραγκωνισμός του από τους αντιπάλους του ανάγκασαν τον πεισματάρη και οξύθυμο πολέμαρχο να πάρει τους άνδρες του και να έλθει στη Βοιωτία στις αρχές του 1825. Εκεί προέβη σε νέα «καπάκια» με τους Τούρκους, με σκοπό να εκβιάσει την κυβέρνηση, χωρίς όμως να προδώσει την επανάσταση. Οι εχθροί του βρήκαν μία ακόμη ευκαιρία να χαρακτηρίσουν την πράξη του αντεθνική και τον ίδιο προδότη. Η κυβέρνηση έστειλε εναντίον του ισχυρή στρατιωτική δύναμη, με αρχηγό τον παλαιό του φίλο Γιάννη Γκούρα, που από καιρό είχε γίνει ο προσωπικός του εχθρός.
Ο Οδυσσέας, αποφεύγοντας συστηματικά κάθε συμπλοκή με τα κυβερνητικά σώματα για να μη χυθεί πολύτιμο αδελφικό αίμα, αποτραβήχτηκε στις Λιβανάτες. Ύστερα από μερικές μικροσυμπλοκές στις αρχές Απριλίου παραδόθηκε στον Γκούρα (7 Απριλίου 1825), με τη ρητή υπόσχεση ότι θα τον έστελνε στην Πελοπόννησο για να δικαστεί από τη Διοίκηση.
Ο Γκούρας, όμως, δεν κράτησε την υπόσχεσή του. Τον φυλάκισε στην Αθήνα, πάνω στην Ακρόπολη. Επειδή, στο μεταξύ, ξεσηκώθηκαν διάφοροι αγωνιστές, με πρώτο τον Καραΐσκάκη, για την άδικη κακομεταχείριση του Ανδρούτσου κι επειδή ο ίδιος ζητούσε να περάσει το συντομότερο από δίκη, ο Γκούρας πρόσταξε να τον θανατώσουν στις 5 Ιουνίου του 1825.
Για να καλύψουν το έγκλημά τους πέταξαν το πτώμα του στο λιθόστρωτου του Ναού της Απτέρου Νίκης και διέδωσαν πως ο φυλακισμένος προσπάθησε να αποδράσει και σκοτώθηκε. Τον έθαψαν προσωρινά στην εκκλησία της Σωτήρας στο Ριζόκαστρο. Η αλήθεια δεν άργησε να αποκαλυφθεί και η ιστορία τον αποκατέστησε ηθικά, τοποθετώντας τον ανάμεσα στους κορυφαίους ήρωες του της Ελληνικής Επανάστασης. Μα και το κράτος τον δικαίωσε. Το 1865 έγινε με μεγάλη επισημότητα και στρατιωτικές τιμές η μετακομιδή των οστών του στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, όπου σήμερα υπάρχει ο τάφος του.
Αθηνόδωρος Προύσαλης, ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, που διακρίθηκε σε ρόλους "μάγκα"
Αθηνόδωρος Προύσαλης
Ο Αθηνόδωρος Προύσαλης, ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, που διακρίθηκε σε ρόλους "μάγκα".(15 Δεκεμβρίου 1926 - 5 Ιουνίου 2012)
Γεννήθηκε το 1926 στην Κωνσταντινούπολη και ήρθε στην Ελλάδα το 1932.
Αρχικά εγκαταστάθηκαν στην Κοκκινιά, όπου ο μικρός Αθηνόδωρος είχε την ευκαιρία να μεγαλώσει ανάμεσα σε πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και να αποκτήσει μερικές από τις μερακλίδικες συνήθειες τους.
Ο πατέρας του ήταν μηχανουργός, ο παππούς του ιερέας και λόγω της οικονομικής τους άνεσης δεν χρειάστηκε να δουλέψει από μικρός και έτσι μπόρεσε να σπουδάσει. Στη διάρκεια της κατοχής πέρασε δύσκολα όπως και όλοι οι Έλληνες.
Αυτό που θυμόταν πάντα από εκείνες τις μέρες ήταν ότι το βράδυ έπεφτε να κοιμηθεί και δεν ήξερε αν θα τον συλλάβουν το πρωί, καθώς παντού γίνονταν μπλόκα, τόσο από τους Γερμανούς όσο και από τους ταγματασφαλίτες.
Είχε αναφέρει ότι τότε έζησε για πρώτη φορά τον πόνο της απώλειας, καθώς πολλοί φίλοι του σκοτώθηκαν. Στο τέλος του εμφυλίου γράφτηκε κρυφά από τους δικούς του στη δραματική σχολή του Ωδείου Αθηνών.
«Εσύ πάψε, θα σου ρίξω φλιτ», «Μια αψηλή τσιριμπίμ τσιριμπόμ», «Θα κανελώνανε το ρυζόγαλο;» «Μυρίζεις απήγανο», «Άρχισες πάλι το λιβανιστήρι;” Αυτές είναι μόνο μερικές από τις αξέχαστες ατάκες που έχει πει ο αγαπημένος μάγκας του ελληνικού κινηματογράφου, Αθηνόδωρος Προύσαλης.
Ένας από τους πιο δημοφιλείς και πετυχημένους ηθοποιούς, που στην πενηντάχρονη καριέρα του, έπαιξε σε 100 ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου και 20 του «κουλτουριάρικου», όπως αποκαλούσε τον Νέο Ελληνικό Κινηματογράφο. Κατά κύριο λόγο έπαιζε τον λαϊκό τύπο, περισσότερο σε κωμωδίες.
Καθιερώθηκε ως ηθοποιός σε κινηματογραφικές ταινίες όπου ενσάρκωσε, κυρίως, τον τύπο του μάγκα. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή Ωδείου Αθηνών. Πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο το 1952 με την ταινία «Το στραβόξυλο» και στο θέατρο το 1953 με τον θίασο της Γιώτας Λάσκαρη στο έργο «Ο τρομερός καλόγερος».
Συνεργάστηκε με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, το Πειραϊκό Θέατρο του Δημήτρη Ροντήρη, τον θίασο του Νίκου Χατζίσκου, το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη, το Θέατρο Τέχνης κ.ά. Εξαιρετική ήταν η ερμηνεία του στο «Φυντανάκι» του Παντελή Χορν, που ανέβασε το Θέατρο Τέχνης το 1988.
Συνεργάστηκε και με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο στις ταινίες «Ταξίδι στα Κύθηρα», «Ο μελισσοκόμος», «Το μετέωρο βήμα του πελαργού».
Διακρίθηκε και σε ρόλους σε τηλεοπτικές σειρές. Χαρακτηριστική ήταν η συμμετοχή του στη δημοφιλή σειρά Εγκλήματα.
Στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1990 κέρδισε τιμητική διάκριση για την ερμηνεία του στους «Αθηναίους».
Πρώτα βήματα στον κινηματογράφο
Η πρώτη του εμφάνιση στη μεγάλη οθόνη ήταν το 1952, στην ταινία “Στραβόξυλο”. Τότε που ακόμα το σινεμά ήταν σε πρωτόγονη κατάσταση. Του είχε κάνει εντύπωση που ο εικονολήπτης έπρεπε να γυρίζει με το χέρι του σε σταθερό ρυθμό, το καρούλι του φιλμ. Για να διατηρήσει αυτό το συγχρονισμό έλεγε από μέσα του τον εθνικό ύμνο!
Ο πρώτος επίσημος ρόλος του ήταν στη “Λατέρνα, φτώχεια και γαρύφαλλο” του Αλέκου Σακελλάριου, με τον Βασίλη Αυλωνίτη και τον Μίμη Φωτόπουλο. Στην πρώτη σκηνή της ταινίας ο Προύσαλης ενσαρκώνει έναν μεροκαματιάρη που εξιστορεί τη ζωή των δύο πρωταγωνιστών. Ο Σακελλάριος του υπέδειξε στην πρόβα να πει τα λόγια του μάγκικα.
Ο Αθηνόδωρος όμως σκέφτηκε ότι δεν ταίριαζε σε ένα τίμιο φτωχό εργάτη να μιλήσει σαν μαγκάκι, αλλά σαν έναν λαϊκό, εργατικό άνθρωπο και έτσι με θράσος υποκρίθηκε, όπως εκείνος έκρινε. Ο Σακελλάριος δεν αντέδρασε. Απεναντίας εκτίμησε το ταλέντο του νέου ηθοποιού και του ζήτησε το τηλέφωνό του για μελλοντικές συνεργασίες. Από τότε, σε όλη του την καλλιτεχνική ζωή, ο Προύσαλης αψηφούσε τους σκηνοθέτες αν πίστευε ότι είχαν λάθος. Πάντα όμως είχε σωστή κρίση και έτσι δεν έχασε ποτέ δουλειά. Ο ίδιος ξεχώριζε την “Επιχείρηση Απόλλων”, γιατί είχε μεγάλο και καλό ρόλο.
Ποτέ δεν παραπονέθηκε για τους μικρούς ρόλους που του έδιναν στο σινεμά, αντιθέτως ήταν ευγνώμων γιατί εκείνες τις δύσκολες εποχές κέρδισε αρκετά χρήματα.
Όπως είχε πει, ένα καλοκαίρι είχε κερδίσει περίπου 15.000 ευρώ (σε σημερινή αναγωγή) και έτσι κατάφερε να αποκτήσει το πρώτο του αυτοκίνητο.
Θαύμαζε πολύ τον Θανάση Βέγγο στους κινηματογραφικούς του ρόλους, γιατί αν και δεν είχε σπουδάσει ποτέ ήταν εξαιρετικά ταλαντούχος!
Στο θέατρο άρχισε να δουλεύει το 1953, όπου υποδύθηκε και δραματικούς και κωμικούς ρόλους, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που έγινε πρωταγωνιστής. Στα πρώτα του βήματα, συνεργάστηκε με την Κυβέλη, που του έδειχνε ιδιαίτερη αδυναμία.
Ένας κακεντρεχής συνάδερφος του, ζήλεψε που τον συμπαθούσε τόσο πολύ η ηλικιωμένη τότε Κυβέλη, που του έβγαλε το παρατσούκλι ο “νεκρόφιλος”. Ο Αθηνόδωρος πικράθηκε πολύ από αυτό το περιστατικό. Για αυτό και πάντοτε έλεγε ότι δύο πράγματα σιχαινόταν στη ζωή του. Τη ζήλια και την αχαριστία.
Προσωπική ζωή και θάνατος
Ποτέ δεν προκάλεσε με τις πράξεις του. Έζησε μία ήρεμη ζωή. Παντρεύτηκε την Τούλα, μια καλόκαρδη κοπέλα από τη Θεσσαλονίκη, που αν και κάποια στιγμή χώρισαν, δεν έπαψε να τον φροντίζει μέχρι το τέλος. Απέκτησαν μία κόρη, τη θεατρολόγο Εύη Προύσαλη, που της είχε μεγάλη αδυναμία.Σε μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις του είχε πει ότι δεν φοβάται το θάνατο, το μόνο που ήθελε ήταν να μην αρρωστήσει, να φύγει μια και έξω.
Αυτό που τον πείραζε ήταν που είχε χάσει τους καλύτερους του φίλους και ένιωθε ορφανός. Λίγους μήνες μετά, στις 5 Ιουνίου του 2012 , έφυγε και εκείνος από τη ζωή στα 86 του χρόνια. Τα τελευταία χρόνια ο πιο επιτυχημένος ρόλος του ήταν στην τηλεοπτική σειρά “Εγκλήματα”.
Αν και είχε αποσυρθεί τυπικά από το σανίδι στα 69 του χρόνια, ήταν ευτυχισμένος που δεν είχε περάσει καμία χρονιά χωρίς να χτυπήσει το τηλέφωνό του για δουλειά.
Φιλμογραφία
1953
Οι εγωιστές
Το στραβόξυλο
1957
Λατέρνα, φτώχεια και γαρύφαλλο
1960
Στρατιώτες δίχως στολή
1963
Ο τρελάρας
Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης
1964
Το δόλωμα
1965
Ιστορία μιας ζωής
Τέντυ μπόι αγάπη μου
Το χώμα βάφτηκε κόκκινο
Ένα έξυπνο έξυπνο μούτρο
Μια τρελή... τρελή οικογένεια
Περάστε την πρώτη του μηνός
1966
Τζένη, Τζένη
1967
Ο μόδιστρος
Πατέρα κάτσε φρόνιμα
Καλώς ήρθε το δολάριο
Πυρετός στην άσφαλτο
Από τα Ιεροσόλυμα με αγάπη
Κάποτε κλαίνε και οι δυνατοί
1968
Η καρδιά ενός αλήτη
Επιχείρησις Απόλλων
Το κανόνι και τ' αηδόνι
Μια Ιταλίδα απ' την Κυψέλη
1969
Το θύμα
Γιατί με πρόδωσες
Η ωραία του κουρέα
Φοβάται ο Γιάννης το θεριό
1970
Βαβυλωνία
Ο τελευταίος αιχμάλωτος
Ο νάνος και οι εφτά Χιονάτες
Ο δασκαλάκος ήταν Λεβεντιά
Ο τελευταίος των κομιτατζήδων
Το παιδί της μαμάς
1971
Η εφοπλιστίνα
Ο αρχιψεύταρος
Ο τρελοπενηντάρης
Αγάπησα μια πολυθρόνα
Ο Μανωλιός στην Ευρώπη
1972
Η Ρένα είναι οφσάιντ
Απ' τα αλώνια στα σαλόνια
1973
Ο προεστός του χωριού
1979
Οι φανταρίνες
Μονά ζυγά δικά μου
Τα παιδιά τις πιάτσας
1980
Ρένα, να η ευκαιρία
Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο
1981
Το μεγάλο κανόνι
1982
Ρεπό
Ο περίεργος
1983
Δάσκαλε τι δίδασκες;
1984
Ταξίδι στα Κύθηρα
1985
Ο Αγκαλίτσας
Μια νύφη για όλους
Αγόρια στην πορνεία
Ο Ράμπο από τα Τρίκαλα
Ράκος Νο 14 και ο πρώτος μπουνάκιας
1986
Ο μελισσοκόμος
Αδελφή μου... Αγάπη μου...
1987
120 Ντεσιμπέλ
Οι Δεκατρείς γυναίκες
Η ψεύτρα από το Κατάκωλο
Σ' αγαπάω, στο τιμόνι που κρατάω
Το 'πε, το' πε ο παπαγάλος, είσαι κόκορας μεγάλος
1989
Ο τελευταίος πειρασμός του Μήτσου
1990
Ο εραστής
1991
Οι Αθηναίοι & Ο δραπέτης
Το μετέωρο βήμα του πελαργού
2003
Πολίτικη κουζίνα
Τηλεόραση
Ντόλτσε Βίτα
Εγκλήματα
Δύο Ξένοι
Εντιμότατοι κερατάδες
Επτά Θανάσιμες Πεθερές
Το Κόκκινο Δωμάτιο
Οι αταίριαστοι
Άγρια Παιδιά
Η γενιά των 592 ευρώ
Παππούδες εν δρασει
Για μια γυναίκα κι ένα αυτοκίνητο
Οι ιερόσυλοι. (1983)
Θεατρικές παραστάσεις
Κατάλογος βασικών πληροφοριών θεατρικών παραστάσεων, στις οποίες συμμετείχε ο Προύσαλης ως ηθοποιός.
Νίκος Σεργιανόπουλος, ήταν ηθοποιός του θεάτρου και της τηλεόρασης
Νίκος Σεργιανόπουλος
Ο Νίκος Σεργιανόπουλος ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και της τηλεόρασης. (24 Σεπτεμβρίου 1952 - 4 Ιουνίου 2008)
Γεννήθηκε στη Δράμα, σπούδασε στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος από όπου αποφοίτησε το 1979, και στη συνέχεια ίδρυσε την Πειραματική σκηνή Τέχνης στη Θεσσαλονίκη.
Στις 2 Δεκεμβρίου 2007 συνελήφθη έχοντας στην κατοχή του 35 γραμμάρια κοκαΐνης και κατηγορήθηκε για κατοχή και διακίνηση ναρκωτικών, όμως δεν προφυλακίστηκε καθώς δήλωσε και διαγνώστηκε εξαρτημένος χρήστης.
Στις 4 Ιουνίου 2008 βρέθηκε δολοφονημένος στο διαμέρισμά του στο Παγκράτι, τραυματισμένος θανάσιμα με 21 μαχαιριές στην καρδιά, το λαιμό και τους πνεύμονες.
Το μαχαίρι με το οποίο έγινε η δολοφονία βρέθηκε, χωρίς όμως αξιοποιήσιμα αποτυπώματα.
Έπειτα από ταυτοποίηση δακτυλικών αποτυπωμάτων, συνελήφθη τον Ιούλιο του 2008 ο 30χρονος Γεωργιανός Νταβίντ Μουρτχικνέλι, ο οποίος τελικά ομολόγησε το έγκλημα στις 26 Ιουλίου του 2008, ενώ κρίθηκε από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο (10 Νοεμβρίου 2009) ομόφωνα ένοχος για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και ακόμα ληστεία, παράνομη οπλοχρησία και παράνομη είσοδο στη χώρα.
Του αναγνωρίστηκε κατά πλειοψηφία (4-3) το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου και καταδικάστηκε σε 20 χρόνια φυλάκιση.
Ο Γεωργιανός ισχυρίστηκε ότι το θύμα προσπάθησε να του επιβάλει παθητικό ρόλο με στοματικό σεξ και ότι υπό την επήρεια κοκαΐνης (η οποία βρέθηκε και στα ούρα του θύματος) του επιτέθηκε με το μαχαίρι με το οποίο τελικά και τον δολοφόνησε.
Στις 19 Νοεμβρίου, η εισαγγελεύς κυρία Χουδετσανάκη, έκανε αναίρεση της απόφασης με το σκεπτικό ότι το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου δεν ισχύει και ζήτησε να καταδικαστεί χωρίς ελαφρυντικά σε ισόβια.
Ρόναλντ Ρήγκαν, ήταν ηθοποιός, κυβερνήτης της Καλιφόρνιας και κατόπιν έγινε ο 40ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, ο γηραιότερος που εξελέγη ποτέ
Ρόναλντ Ρήγκαν (Ronald Reagan)
Ημ. γεν.: 6/2/1911
Ο Ρόναλντ Ουίλσον Ρήγκαν ήταν ηθοποιός, κυβερνήτης της Καλιφόρνιας και κατόπιν έγινε ο 40ός Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (1981-1989), ο γηραιότερος που εξελέγη ποτέ (69 και 73 ετών αντίστοιχα για τις δύο του θητείες).
Θεωρείται από την πλειοψηφία των Αμερικανών ως ένας από τους πλέον πετυχημένους προέδρους τους.
Γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου του 1911 στο Ταμπίκο του Ιλινόις. Παντρεύτηκε την ηθοποιό Τζέιν Γουάιμαν το 1940 και χώρισαν το 1948. Το 1952 παντρεύτηκε τη Νάνσυ Ντέιβις, με την οποία παρέμεινε για το υπόλοιπο της ζωής του.
Ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία το 1967 ως κυβερνήτης της Πολιτείας της Καλιφόρνια. Υπηρέτησε στο αξίωμα για δύο συνεχόμενες θητείες έως τον Ιανουάριο του 1975. Πέντε χρόνια μετά την αποχώρηση του από τον Λευκό Οίκο ο 40ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών ανακοινώθηκε ότι έπασχε από την νόσο Αλτσχάιμερ. Τότε είχε δηλώσει ότι ξεκίνησε «το ταξίδι που θα με οδηγήσει στο βασίλεμα της ζωής μου».
Ο Ρήγκαν που έζησε περισσότερο από κάθε άλλον Αμερικανό πρόεδρο πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του απομονωμένος με συντροφιά την σύζυγο του, Νάνσι.
Ο Ρήγκαν ανέλαβε τον Λευκό Οίκο σε ηλικία 69 ετών μετά από μια μέτρια καριέρα στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση.
Ήταν βαθιά συντηρητικός και πολέμιος του κομμουνισμού.
Με την ανάληψη της προεδρίας είχε δηλώσει ότι «η κυβέρνηση δεν είναι η λύση, αλλά το πρόβλημα».
Ανέλαβε μια εκστρατεία για τον περιορισμό του κράτους και προώθησε μια οικονομική πολιτική που είχε σαν άξονες την μείωση των φόρων και τον δραστικό περιορισμό των κρατικών δαπανών.
Στην εποχή του όμως, οι Αμερικανοί είδαν τους πλούσιους να γίνονται πλουσιότεροι και τους φτωχούς να γίνονται φτωχότεροι. Τα "Ρηγκανόμικς" (λογοπαίγνιο για τις ακραία νεοφιλελεύθερες οικονομικές αντιλήψεις της κυβέρνησης Ρήγκαν) αποδείχτηκαν καταστροφή για την αμερικανική εργατική τάξη.
Την εποχή του Ρήγκαν η αμερικανική οικονομία γνώρισε τη χειρότερη στασιμότητα των τελευταίων δεκαετιών. Η αξία των μισθών είχε καταβαραρθρωθεί και η φτώχεια είχε αυξηθεί κατά 20%.
Το Νοέμβριο του 1986 δημόσια αρνήθηκε ότι η κυβέρνησή του πουλούσε παράνομα όπλα στο Ιράν για να χρηματοδοτήσει τον αγώνα των Κόντρας στη Νικαράγουα. Μια βδομάδα αργότερα είχε αναγκαστεί να πάρει πίσω τη δήλωσή του αλλά αρνήθηκε ότι όλα αυτά είχαν σχέση με τους Αμερικανούς ομήρους στην Τεχεράνη. Την επόμενη χρονιά ο Ρήγκαν είχε παραδεχτεί ότι υπήρχε σχέδιο «όπλα για να πάρουμε πίσω τους ομήρους», αλλά αρνήθηκε πως το γνώριζε…
Ήταν επίσης γνωστός για τις γκάφες του. Όπως εκείνη η περίφημη φράση «Να βομβαρδίσουμε τώρα τη Σοβιετική Ένωση», που ακούστηκε από το ραδιόφωνο. Την είχε ξεστομίσει επειδή νόμιζε ότι το μικρόφωνο ήταν κλειστό!
Κατά την διάρκεια της προεδρίας του ο «ψυχρός πόλεμος» έφτασε στο απόγειο του, ενώ είχε αρχίσει να διαγράφεται η αρχή του τέλους για την Σοβιετική Ένωση. Ο Ρήγκαν αντιτάχθηκε στην Σοβιετική Ένωση μετά την εισβολή της στο Αφγανιστάν και υποστήριξε το συνδικάτο «Αλληλεγγύη» στην Πολωνία.
Ο Ρήγκαν προώθησε ένα τεράστιο εξοπλιστικό πρόγραμμα για τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις με αιχμή του δόρατος το αμφιλεγόμενο πυρηνικό πρόγραμμα που έγινε γνωστό ως «πόλεμος των άστρων» που θεωρείται εμπνευστής του. Ταυτόχρονα όμως, υπέγραψε μια σειρά συμφωνιών για τον έλεγχο των εξοπλισμών με την Σοβιετική Ένωση, επί προεδρίας του Μ. Γκορμπατσόφ.
Είχε ακόμα δημιουργήσει μια ισχυρή πολιτική και προσωπική συμμαχία με την πρωθυπουργό της Βρετανίας, Μάργκαρετ Θάτσερ, με την οποία είχε συγγενείς ιδεολογικές απόψεις.
Η κοινή νεοφιλελεύθερη/νεοσυντηρητική πολιτική Ρήγκαν-Θάτσερ έμεινε στην ιστορία ως "ΡηγκανοΘατσερισμός".
Ήταν Πρόεδρος για δύο συνεχόμενες τετραετείς θητείες (1981-1989).
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του προσβλήθηκε από τη νόσο του Αλτσχάιμερ και πέθανε στις 5 Ιουνίου του 2004.
Ντίνος Ηλιόπουλος, ήταν Έλληνανς ηθοποιός κινηματογράφου και Θεάτρου, τον αποκάλεσαν "Έλληνα Φρεντ Αστέρ"
Ντίνος Ηλιόπουλος
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος ήταν Έλληνανς ηθοποιός κινηματογράφου και Θεάτρου. Τον αποκάλεσαν "Έλληνα Φρεντ Αστέρ". Χάρισε γέλιο σε γενιές και γενιές Ελλήνων. Ηθοποιός ιδιαίτερα εκφραστικός και αέρινος. Δίδαξε ήθος εντός και εκτός σκηνής. Ένας άνθρωπος ταλαντούχος, συνεσταλμένος, καλοσυνάτος, με φινέτσα, έμφυτη ευγένεια και λεπτό χιούμορ.
Κατέχει και δικαίως ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου. Ο Ντίνος Ηλιόπουλος, μπορεί να «έφυγε» πριν από 11 χρόνια (4 Ιουνίου 2001), αλλά ο «Ατσίδας», «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος», ο «Ανακατωσούρας», είναι ακόμη εδώ, μέσα από την μικρή οθόνη, μας κάνει να γελάμε και χαιρόμαστε να τον βλέπουμε ξανά και ξανά, όλοι, «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες».
55 χρόνια στην κορυφή
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου στις 12 Ιουνίου του 1913. Ο Πελοποννήσιος στην καταγωγή πατέρας του ήταν μεγαλέμπορας και μετά το οικονομικό κραχ του 1929, η πολυάριθμη οικογένειά του έφυγε για τη Μασσαλία, όπου ο Nτίνος τελείωσε το γυμνάσιο. Στην Αθήνα έφτασε έξι χρόνια αργότερα και ακολούθησε εμπορικές σπουδές. Αφού πήρε το πτυχίο του, υπηρέτησε τη θητεία του στο στρατό, όμως η απόλυσή του απ' αυτόν συνέπεσε με την έναρξη του πολέμου του 1940 κι έτσι ξαναντύθηκε στο χακί.
Έπειτα εργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα σε μια αντιπροσωπεία. Αναζητώντας συνεχώς κάτι διαφορετικό, άλλαζε δουλειές «σαν τα ξυραφάκια του» όπως έλεγε και ο ίδιος.
Αργότερα έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του τότε Βασιλικού Θεάτρου, απ' όπου απορρίφθηκε, για να περάσει τελικά στη Σχολή του Γιαννούλη Σαραντίδη.
Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 1944 με το θίασο της Κατερίνας στο έργο του Λέο Λεντς «Κυρία, σας αγαπώ» και έκτοτε συμμετείχε στους θιάσους της Μαρίκας Κοτοπούλη, της Μαίρης Αρώνη, του Δημήτρη Χορν και πολλών άλλων.
Χαρακτηριστικά, ο σπουδαίος ηθοποιός της εποχής Βασίλης Λογοθετίδης είχε πει για το νεαρό, τότε, Ηλιόπουλο: "Τι σπουδαίος! Τι φανταστικός κλόουν! Αυτό θα πει θέατρο!". Tο 1954 συγκρότησε θίασο με τον Μίμη Φωτόπουλο, με τον οποίο αποτέλεσαν ανεπανάληπτο κωμικό δίδυμο. Τρία χρόνια αργότερα και μέχρι το 1969 δημιούργησε δικό του θίασο, ανεβάζοντας έργα όπως: «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος», «Η κυρία του κυρίου», «Το έξυπνο πουλί», «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης», «Εξοχικόν κέντρον ο Έρως» κ.ά.
Τα επόμενα χρόνια στράφηκε στην επιθεώρηση, πρωταγωνίστησε σε μιούζικαλ («Καμπαρέ», «Γλυκιά Ίρμα»), περιόδευσε στις ΗΠΑ και στον Καναδά. Tο 1977 ερμήνευσε τον «Αμφιτρύωνα» του Πλαύτου στο Εθνικό Θέατρο, ενώ το 1978 εμφανίστηκε στην Επίδαυρο και στο Ηρώδειο με τις «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Αλ. Σολωμού.
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος είχε λατρεία και για την έβδομη τέχνη. Ο κινηματογράφος είχε μπει στη ζωή του από το 1948, όταν έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη με την ταινία «Εκατό χιλιάδες λίρες». Ακολούθησαν περισσότερα από 90 φιλμς, πολλά από τα οποία έμειναν ως κλασσικά, όπως: «Ο δράκος» (1956) του Νίκου Κούνδουρου, ρόλος-σταθμός στην καριέρα του που θεωρείται ταινία ορόσημο στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, «Θανασάκης ο πολιτευόμενος» (1954), «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες» (1960), «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος» (1960), «Μερικοί το προτιμούν κρύο» (1962), «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» (1963), «Το δόλωμα» (1964), «Η κοροϊδάρα» (1967), «Ο Στρατής παραστράτησε» (1969). Το 1986 συμμετείχε στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Μελισσοκόμος».
Στην τηλεόραση εμφανίστηκε σε αρκετές παραγωγές μεταξύ των οποίων : «Αξιότιμοι κύριοι» (1991, ΕΤ1) «Βραδιά επιθεώρησης» (1984,ΕΡΤ), «Δέκα μικροί Μήτσοι» (1992, Mega) «Ο Ντίνος στη χώρα των θαυμάτων» (1972 ,ΥΕΝΕΔ), «Πάτερ ημών» (1995, ΑΝΤ1).
Ανάμεσα στα πολλά του ταλέντα, είχε και γόνιμη θεατρική φαντασία. Έγραψε το μουσικό έργο «Κοντσέρτο για τρομπόνι» (διασκευή από τους «Μέναιχμους» του Πλαύτου και «Γιάννης Τζόνι και Ιβάν» (διασκευή από το έργο του Γκολντόνι «Υπηρέτης δυο αφεντάδων»), καθώς και τα σατυρικά δοκίμια: «Προσδεθείτε» και «Ο Ντίνος στη χώρα των θαυμάτων» καθώς και την αυτοβιογραφία του, με τίτλο: «Ένας Ηλιόπουλος ονόματι Ντίνος» (Εκδόσεις Άγκυρα, 1999). Υπήρξε ακόμη και σπουδαίος χορευτής.
Για την μεγάλη του προσφορά στο θέατρο τιμήθηκε με το Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α'. Επίσης του απενεμήθη το 1999 το Μετάλλιο της Πόλεως των Αθηνών από τον Δήμο Αθηναίων, αλλά και τιμητική πλακέτα το 2000, από τον Δήμο Πειραιά.
Ο Ηλιόπουλος λάτρευε τις γυναίκες, ερωτεύτηκε και τον ερωτεύτηκαν, αλλά ο μεγάλος έρωτας της ζωής του ήταν η γυναίκα του, η πανέμορφη Χίλντεγκαρντ, αυστριακής καταγωγής, την οποία παντρεύτηκε το 1964. Απέκτησαν δύο κόρες, την Εβίτα και την Χίλντα και τρία εγγόνια, τη Νικήτα της Εβίτας, την Έλλη και τον Ντίνο, της Χίλντας.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, αντιμετώπισε διάφορα προβλήματα με την υγεία του.
Απεβίωσε την Δευτέρα 4 Ιουνίου του 2001, στην μονάδα εντατικής θεραπείας της Γενικής Κλινικής Αθηνών, έπειτα από μακρά νοσηλεία.
Κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη στις 6 Ιουνίου 2001 στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών και στον τάφο του υπάρχει μια πλάκα, που γράφει κατ' απαίτησή του: «Με συγχωρείτε κυρίες μου που δεν μπορώ να σηκωθώ».
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος αγαπήθηκε από κοινό και συναδέλφους. Όλοι οι ομότεχνοί του είχαν να πουν τα καλύτερα για εκείνον.
Συνεργάστηκε με όλους τους ηθοποιούς της ελληνικής σκηνής, μεγάλους και μικρούς, τους αγάπησε και τον αγάπησαν, τους σεβάστηκε και τον σεβάστηκαν. Χωρίς ίχνος βεντετισμού και έπαρσης.
Παράδειγμα για πολλούς νεότερους ηθοποιούς, που μόλις κάνουν μια επιτυχία, σηκώνουν τη μύτη ψηλά! Ένας κύριος με Κ κεφαλαίο.
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος μέσα από την αυτοβιογραφία του «Ένας Ηλιόπουλος ονόματι Ντίνος»
«Ο χρόνος… Έτσι και τον πετύχω πουθενά αυτόν! Είναι ο πιο αχάριστος τρομοκράτης. Ενώ εμείς τον κάνουμε βιντεοταινία, αυτός βιάζεται να μας ξεπετάξει με μια Πολαρόιντ» .
«Η ζωή μου ήταν μια ζωή φανταστική με πολλές φανταστικές ζωές. Αυτές των προσώπων που υποδύθηκα. Τα ονόματά τους κατρακυλάνε τηλεχιονοστιβάδα στη μνήμη του κόσμου. Δεν είναι Φάλσταφ ούτε καν Σγαναρέλος, είναι ονόματα καθημερινά, δικά μας. Θανασάκης, Ψευτοθόδωρος, Λευτεράκης. Μικροσκοπικοί ήρωες που όμως άγγιξαν την καρδιά του λαού μας».
«Έκλεβα τις φιγούρες του Φρεντ Αστέρ κι όταν πήγαινα σπίτι μου έβαζα ένα δίσκο στο πικάπ και προσπαθούσα να τον μιμηθώ».
« “Nτίνο, Ντινάκο, Ντινάρα” (έτσι τον προσφωνούσαν στον δρόμο οι θαυμαστές του). Αν υπάρχει σ’ αυτόν τον κόσμο μια μουσική πιο γλυκιά, δεν την έχω ακούσει».
Περισσότερα Άρθρα...
- Γουλιέλμος Β΄ της Γερμανίας, γνωστός και ως Κάιζερ, υπήρξε βασιλιάς της Πρωσίας και τελευταίος αυτοκράτορας της Γερμανίας
- Αντζελίνα Τζολί, είναι ηθοποιός κινηματογράφου και μοντέλο,
- Λάκης Κομνηνός, Έλληνας ηθοποιός και σκηνοθέτης κινηματογράφου και θεάτρου
- Κάρολος Παπούλιας, Έλληνας πολιτικός και τέως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας