Άρθρα
Άγαλμα της Ελευθερίας, είναι μεγάλου μεγέθους γλυπτό, ένα μνημείο προς τιμήν της γαλλοαμερικανικής φιλίας
Άγαλμα της Ελευθερίας
Το άγαλμα της Ελευθερίας είναι μεγάλου μεγέθους γλυπτό, το οποίο εικονίζει την Ελευθερία ως γυναικεία μορφή, να κρατά στο υψωμένο δεξί της χέρι πυρσό και στο αριστερό μια πλάκα στην οποία αναγράφεται η ημερομηνία «4 Ιουλίου 1776», ημέρα ανεξαρτησίας των Ηνωμένων Πολιτειών.
Το άγαλμα αυτό δεσπόζει στην νησίδα Λίμπερτυ Άιλαντ (Liberty Island) στην είσοδο του λιμανιού της Νέας Υόρκης.
Η ιδέα του αγάλματος ανήκει στον Γάλλο ιστορικό Εντουάρ ντε Λαμπουλέ, ο οποίος πρότεινε να κατασκευαστεί ένα μνημείο προς τιμήν της γαλλοαμερικανικής φιλίας.
Το 1874, ο Φρεντερίκ Μπαρτολντί, έμπειρος γλύπτης, άρχισε να εργάζεται στο Παρίσι για την κατασκευή του, ενώ τη στατική δομή του μελέτησε ο μηχανικός Γκυστάβ Άιφελ, για την κατασκευή ενός τεράστιου χαλύβδινου σκελετού.
Τον σκελετό αυτό κάλυψε ο Μπαρτολντί με φύλλα χαλκού σφυρηλατημένα στο χέρι για να δώσει στο άγαλμα την μορφή που ήθελε και έχει πάχος δυο κερμάτων. Το πράσινο χρώμα είναι λόγο της οδείδωσης του χαλκού.
Το κολοσσιαίο άγαλμα αποσυναρμολογήθηκε σε 350 κομμάτια και μεταφέρθηκε στις ΗΠΑ το 1885, σε 214 κιβώτια και έκανε , όπου συναρμολογήθηκε ξανά σε 4 μήνες.
Το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών αποφάσισε να τοποθετηθεί στη συγκεκριμένη νησίδα, από όπου είναι ορατό σε όποιον μπαίνει ή βγαίνει από το λιμάνι της Νέας Υόρκης.
Εγκαινιάστηκε στις 28 Οκτωβρίου του 1886.
Το άγαλμα ζυγίζει 228,456 τόνους και το ύψος του, χωρίς τη βάση, είναι 46,5 μέτρα, ενώ με τη βάση είναι 93.
Στο εσωτερικό του, 168 σκαλιά επιτρέπουν την άνοδο στο στέμα, και 7 καρφιά που συμβολίζουν τις 7 θάλασσες, όπου υπάρχουν 25 παράθυρα, και άλλα 58 παράθυρα στο χέρι, που κρατάει τον πυρσό, ο οποίος το 1986 καλύφθηκε με λεπτά φύλλα χρυσού 24 καρατίων.
Δεν επιτρέπονταν η είσοδος στο στέμα μέχρι τον Ιούλιο του 2013.
Ετησίως το επισκέπτονται 4 εκατομμύρια άνθρωποι.
Η βάση του φιλοξενεί από το 1972 το Μουσείο Μετανάστευσης, ενώ από το 1986 αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Παγκόσμια Ημέρα κατά της Ερημοποίησης και της Ξηρασίας
Παγκόσμια Ημέρα κατά της Ερημοποίησης και της Ξηρασίας
Έχει καθιερωθεί από τον ΟΗΕ η 17η Ιουνίου ως η Παγκόσμια Ημέρα κατά της Ερημοποίησης και της Ξηρασίας, σε μια προσπάθεια ευαισθητοποίησης του κόσμου.
Η Παγκόσμια Ημέρα κατά της Ερημοποίησης και της Ξηρασίας καθιερώθηκε το 1995.
Η κλιματική αλλαγή και η απώλεια της βιοποικιλότητας είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη, σύμφωνα με την Παγκόσμια Σύνοδο του Ρίο (1992).
Έτσι, από το 1994 προωθήθηκε η Σύμβαση του ΟΗΕ για την Αντιμετώπιση της Ερημοποίησης την οποία υπέγραψαν 195 χώρες με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των ανθρώπων στις περιοχές που κινδυνεύουν με ερημοποίηση, για να διατηρήσουν και να επαναφέρουν την παραγωγικότητα της γης και του εδάφους και για να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της ξηρασίας.
Η Ελλάδα επικύρωσε τη Σύμβαση με το Ν. 2468 (Υπ. Απόφαση 974/27-7-2001, ΦΕΚ 99605/3719), καθώς 30% του ελληνικού εδάφους απειλείται με ερημοποίηση και ιδιαίτερα το ανατολικό τμήμα της Κρήτης, όπως φαίνεται και στο σχετικό χάρτη.
Ερημοποίηση είναι η υποβάθμιση της γης, μια σταδιακή απώλεια της παραγωγικότητας του εδάφους και μείωση της φυτικής κάλυψης που συμβαίνει σαν αποτέλεσμα ανθρώπινων δραστηριοτήτων και κλιματικών φαινομένων όπως οι παρατεταμένες ξηρασίες και οι πλημμύρες.
Ενώ το εύφορο έδαφος χρειάζεται αιώνες για να δημιουργηθεί, με την κακή διαχείριση μπορεί να διαλυθεί, να παρασυρθεί με μια πλημμύρα ή μια δυνατή βροχή.
Ανάμεσα στις αιτίες της ερημοποίησης βρίσκονται η εντατική καλλιέργεια, η υπερβόσκηση, η αποδάσωση (από τις πυρκαγιές ή από την αποψίλωση των δασών για άλλους λόγους) και οι κακές πρακτικές άρδευσης..
Η ερημοποίηση επηρεάζει περισσότερο τους φτωχούς αγρότες. Περίπου 1,5 δισεκατομμύριο άνθρωποι παγκοσμίως εξαρτώνται από υποβαθμιζόμενες περιοχές για τη ζωή τους, και σχεδόν οι μισοί φτωχοί του κόσμου (42%) ζουν σε υποβαθμισμένες περιοχές. Η κατάσταση αυτή αποσταθεροποιεί πολιτικά τεράστιες περιοχές.
Η ερημοποίηση, η υποβάθμιση της γης και η ξηρασία προκαλεί μεταναστεύσεις. Εκτιμάται ότι ως το 2020 κάπου 60 εκατομμύρια άνθρωποι θα μεταναστεύσουν από τις υπο- Σαχάριες περιοχές προς τη Βόρεια Αφρική και την Ευρώπη.
Στη Σαχάρα η ερημοποίηση επεκτείνεται κατά 2.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα το χρόνο, ερημοποιώντας μια έκταση ίση με το 20% της Ελλάδας και αυξάνοντας τη σκόνη που μεταφέρεται στη χώρα μας μέσω των ανέμων.
Η σκόνη αυτή μεταφέρει ρύπους από την Αφρική, όπως επισημαίνουν επιστήμονες του Πανεπιστημίου Αθηνών (Βλ. Ένθετο Real Planet στην εφημερίδα «Real News», 15-6-2014).
Πάνω από 110 χώρες απειλούνται δυνητικά από την ερημοποίηση, κι αν καταρρεύσει η παραγωγή τροφίμων στις περιοχές που κινδυνεύουν με ερημοποίηση, τότε οι τιμές των τροφίμων θα πάνε στα ύψη.
Οι οικονομικές απώλειες από την ερημοποίηση υπολογίζονται παγκοσμίως σε 42 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο.
Γι’ αυτό ο ΟΗΕ προτείνει αποκατάσταση της υποβαθμισμένης γης, για να αποφύγουμε τις καταστροφές εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, για να παράγουμε επαρκή τροφή και να μειώσουμε τον ανταγωνισμό για τον έλεγχο των φυστικών πόρων.
Απέναντι σε όλα αυτά θα πρέπει να υπάρξει συντονισμένη προσπάθεια υπεράσπισης των δασικών εκτάσεων, εξοικονόμηση νερού και προστασία των υδάτινων αποθεμάτων, αλλαγή σε γεωργικές πρακτικές που σπαταλάνε νερό, αύξηση της φυτοκάλυψης, των χώρων πρασίνου και των δασών, αντιμετώπιση της υπερβόσκησης και των πυρκαγιών.
Πηγή: nafpaktianews.gr
Μεγάλος σεισμός στην Ύδρα στην εορτή του Αγίου Τύχωνα στις 16 Ιουνίου 1769
16 Ιουνίου 1769, η Ύδρα δοκιμάζεται από δυνατό σεισμό
Το ιστορικό του μεγάλου σεισμού του 1769 - Η εορτή του Αγίου Τύχωνα στην Ύδρα
Ο Άγιος Τύχωνας είναι ένα προσφιλέστατο και αναμνηστικό εκκλησάκι από τον Μεγάλο σεισμό που συντάραξε την Ύδρα στις 16 Ιουνίου 1769 (ημέρα εορτής του Αγίου Τύχωνα), αφού κατέστρεψε σπίτια και πιθανότατα υπήρχαν απώλειες μεταξύ των κατοίκων.
Δεν γνωρίζουμε τον κτήτορά του αλλά υποθέτω ότι θα προσφέρθηκαν πολλοί κάτοικοι για την ανέγερσή του σαν ένα Θεϊκό τάμα για τον εξευμενισμό του Θεού και την βοήθεια Του στους δοκιμαζόμενους Υδραίους.
Ως πρώτος εφημέριος αναφέρεται κάποιος Παπα-Δημήτρης και αυτό απο το δελτίο απογραφής του 1828 του Παπα-Παντελή, που υπογράφει ως "Παπα-Παντελής του Παπα-Δημήτρη".
Η άπογραφή του 1828 μας λεει ότι είχε 320 ενορίτες, το δελτίο υπογράφει Παπα-Παντελής Παπα-Δημήτρη (Αρχ. Ύδρ. ΙΔ΄, σελ.152.
Η εκκλησία του Αγίου Τύχωνος είναι παρεκκλήσιο της Ενοριακής εκκλησίας της Υπαπαντής του Χριστού Ύδρας
Το ιστορικό του μεγάλου σεισμού της 16 Ιουνίου 1769
Ένας δυνατός σε ένταση σεισμός συγκλονίζει την Ύδρα στις 16 Ιουνίου 1769, με συνέπεια να πάθει μεγάλες ζημιές το Μοναστήρι της «Κοίμησης της Θεοτόκου» αφού κατ' έπεσε μέρος του και να γκρεμισθούν πάρα πολλά σπίτια.
Μια καλοκαιρινή μέρα του της 16ης Ιουνίου 1769, τις μεσημεριανές ώρες, ένας δυνατός σε ένταση σεισμός συγκλονίζει την Ύδρα με συνέπεια να πάθει μεγάλες ζημιές το Μοναστήρι της «Κοιμήσεως της Θεοτόκου».
Η δυνατή σεισμική δόνηση είχε σαν συνέπεια να γκρεμισθούν πάρα πολλά σπίτια και άλλα να πάθουν μεγάλες και μικρές ζημιές. «Εκρήμνισε μεν τον ναόν, διέρρηξε δε εις πολλά σημεία την Μονήν, εκρήμνισεν όλα τα ανώγεια των οικιών της πόλεως και ηνάγκασε τους κατοίκους να αποσυρθούν και να παραμείνουν εις την ύπαιθρον επ΄ αρκετόν, επειδή αι δονήσεις του διήρκεσαν επί πολύ».
Ταυτόχρονα ένα σεισμικό ρήγμα άνοιξε από την περιοχή Καμίνια και κατέληξε στην περιοχή που λίγο αργότερα θεμελιώθηκε το «εκκλησάκι του σεισμού» όπως ονομάζεται στο νησί, η εκκλησία του Άγιου Τύχωνα. (Για το ρήγμα του σεισμού δεν υπάρχει ιστορική τεκμηρίωση αλλά αν παρατηρήσουμε την εκκλησία του Αγίου Τύχωνα είναι θεμελιωμένη κατά πολύ κάτω από επίπεδό του δρόμου...)
Οι Υδραίοι ευσεβείς χριστιανοί εκείνης της εποχής προέταξαν και θεμελίωσαν το εκκλησάκι που με την Θεία Δύναμη Του λειτούργησε σαν ένας Θεικός τοίχος απέναντι στην καταστροφική μανία του σεισμού.
Κατά παράδοση μετά την Θεία Λειτουργία στο εκκλησάκι του Αγίου Τύχωνα –όπως και στον Ι. Καθεδρικό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου- διαβάζεται η ευχή για προστασία από σεισμό: «Ὁ Θεός ὁ μέγας, καί φοβερός, καί θαυμαστός, ὁ μόνος ἀληθινός, ὁ ποιῶν πάντα καί μετασκευάζων, ὁ ἐπιβλέπων ἐπί τήν γῆν καί ποιῶν αὐτήν τρέμειν, ὁ ἁπτόμενος τῶν ὀρέων καί καπνίζονται, ὁ σείων τήν ὑπ’ οὐρανόν ἐκ θεμελίων, οἱ δέ στύλοι αὐτῆς οὐ σαλεύονται, ὁ τά θεμέλια της γής σαλεύων, ἤδρασται δέ τῷ σῶ νεύματι, ὄν πάντα φρίσσει καί τρέμει ἀπό προσώπου τῆς δυνάμεώς Σου…».
Η εορτή του Αγίου Τύχωνα στην Ύδρα
Η ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΥΧΩΝΑ ΣΤΟΝ Ι. ΚΑΘΕΔΡΙΚΟ ΝΑΟ ΥΔΡΑΣ
Από: Αιδεσιμολογιώτατο Πρωτοπρεσβύτερο π. Ακίνδυνο Δαρδανό, Γενικό Αρχιερατικό Επίτροπο
«Η εορτή του Αγίου Τύχωνος στον Ι. Καθεδρικό Ναό Ύδρας. Την Πέμπτη 16/6 θα τελεστεί πανηγυρική Θεία Λειτουργία και θα αναγνωστεί η ευχή επί απειλή σεισμού ως είθισται. Η εικόνα ευρίσκεται εις το Δεξιό κλίτος του Ι Καθεδρικού Ναού με χρονολογία 1774 και συντηρήθηκε το 2006.Μγ
Ως πρώτος εφημέριος αναφέρεται κάποιος Παπα-Δημήτρης και αυτό απο το δελτίο απογραφής του 1828 του Παπα-Παντελή, που υπογράφει ως "Παπα-Παντελής του Παπα-Δημήτρη".
Η άπογραφή του 1828 μας λεει ότι είχε 320 ενορίτες, το δελτίο υπογράφει Παπα-Παντελής Παπα-Δημήτρη (Αρχ. Ύδρ. ΙΔ΄, σελ.152).
Πληροφορίες: hydraspoliteia.blogspot.gr/
Πεντηκοστή, η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στους Αποστόλους που συνέβη την πεντηκοστή ημέρα από την Ανάσταση του Ιησού Χριστού
Πεντηκοστή
Πεντηκοστή ονομάζεται κατά την Καινή Διαθήκη η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στους Αποστόλους που συνέβη την πεντηκοστή ημέρα από την Ανάσταση του Ιησού Χριστού (Πράξεις β' 1-41). Σε ανάμνηση του γεγονότος αυτού, κάθε χρόνο, οι Χριστιανοί εορτάζουν με ιδιαίτερη λαμπρότητα την εορτή της Πεντηκοστής και αυτό διότι θεολογικά η ημέρα αυτή θεωρείται η γενέθλια ημέρα της Εκκλησίας.
Η εορτή αυτή αντιστοιχεί με την επίσης μεγάλη ετήσια εορτή των Ιουδαίων η οποία στις Εβραϊκές Γραφές (Παλαιά Διαθήκη) αποκαλείται Γιορτή του Θερισμού ή Γιορτή των Εβδομάδων. (Έξοδος 23:16· 34:22) η οποία ήταν καθαρά γεωργική εορτή με τελείως διαφορετικό περιεχόμενο.
Η τήρηση της λάβαινε χώρα την πεντηκοστή ημέρα μετά τις 16 Νισάν του Ιουδαϊκού ημερολογίου, την ημέρα κατά την οποία η κεφαλή κάθε οικογένειας προσέφερε στον Θεό ένα δεμάτι κριθάρι, που υποδήλωνε την επιθυμία για ειρηνική σχέση μαζί Του. (Λευιτικό 23:15, 16) Οι προσφορές για αυτή τη γεωργική γιορτή γίνονταν μέσω του ιερατείου αρχικά στην Σκηνή του Μαρτυρίου, ενώ αργότερα στον Ναό στην Ιερουσαλήμ.
Την ημέρα της Πεντηκοστής έλαβε χώρα η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στους 12 μαθητές (περιλαμβανομένων και των αποστόλων του Ιησού) οπότε, σύμφωνα με τις Πράξεις των Αποστόλων, έλαβαν Άγιο Πνεύμα μιλώντας σε ξένες γλώσσες (γλωσσολαλιά) «για τα θαυμαστά έργα του Θεού», γεγονός που έγινε αντιληπτό από Ιουδαίους και προσήλυτους που ήταν στην Ιερουσαλήμ για τη γιορτή των Εβδομάδων.
Ως αποτέλεσμα, έπειτα και από το κήρυγμα του Πέτρου, βαφτίστηκαν εκείνη την ημέρα 3.000 νέα μέλη της χριστιανικής εκκλησίας. (Πράξεις 1:13-15· 2:1-41) Εκείνη η ημέρα ήταν 50 ημέρες μετά την ανάσταση του Ιησού Χριστού που συνέπεσε στις 16 Νισάν.
Η "Πεντηκοστή" άρχισε να γιορτάζεται από τους αποστολικούς χρόνους είτε στο ναό των Ιεροσολύμων μαζί με τους Ιουδαίους (Πράξεις κ'16), είτε χωριστά.
Σύμφωνα με τους εκκλησιαστικούς Πατέρες και συγγραφείς του β' μισού του 4ου αιώνα γίνεται λόγος περί του εορτασμού από τους αποστολικούς χρόνους όπου κατά την εορτή αυτή γινόταν και η βάπτιση των κατηχουμένων όπου και για το λόγον αυτό συνεχίζεται και ψάλλεται ο τρισάγιος ύμνος: "Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε...".
Η Πεντηκοστή είναι εβδομαδιαία εορτή δηλαδή εορτάζεται όλες τις ημέρες της εβδομάδας με ιδιαίτερη έξαρση το Σάββατο.
Από τις μεθεόρτιες ημέρες ξεχωρίζει η Δευτέρα που είναι αφιερωμένη στο Άγιο Πνεύμα όπου και επαναλαμβάνεται ομοίως όλη η ακολουθία της Κυριακής.
Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος
Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος
Ο Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος ήταν ένοπλη σύγκρουση που εξελίχτηκε από 16 Ιουνίου ως 18 Ιουλίου 1913, ξέσπασε σχεδόν αμέσως μετά τη λήξη του Α' Βαλκανικού Πολέμου. Ο πόλεμος διεξήχθη ανάμεσα στην Βουλγαρία και τις υπόλοιπες χώρες του βαλκανικού συνασπισμού (με τις οποίες είχε συμμαχήσει κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο) τη Σερβία και την Ελλάδα, επίσης κατά της Βουλγαρίας στράφηκαν η Ρουμανία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η διαφορά με τον πρώτο πόλεμο ήταν ότι τώρα η Βουλγαρία πολέμησε τους πρώην συμμάχους της, προκειμένου να πετύχει ευνοϊκότερη διανομή των ευρωπαϊκών εδαφών που αποσπάστηκαν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στον προηγούμενο πόλεμο. Ο Β' Βαλκανικός Πόλεμος τελείωσε με επικράτηση της Σερβίας και της Ελλάδας, οι οποίες πέτυχαν σημαντικές νίκες στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας και των κεντρικών Βαλκανίων. Με την βουλγαρική ήττα αποκρούστηκαν και οι όποιες βλέψεις για τη δημιουργία μιας μεγάλης Βουλγαρίας. Η Ρουμανία απέσπασε την πρώην βουλγαρική Δοβρουτσά, ενώ η Οθωμανική Αυτοκρατορία ανακατέλαβε την περιοχή της Αδριανούπολης. Λίγους μήνες μετά τη λήξη του Β' Βαλκανικού Πολέμου ακολούθησε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος που θα έβαζε και πάλι τα βαλκανικά κράτη σε πολεμικές περιπέτειες.
Αίτια
Η διάσπαση του βαλκανικού συνασπισμού
Κύριο αίτιο του πολέμου ήταν το θέμα της διανομής των νεοαποκτηθέντων από τον Α΄Βαλκανικό Πόλεμο πρώην οθωμανικών εδαφών. Μεταξύ των μελών του βαλκανικού συνασπισμού, και ιδιαίτερα μεταξύ της Βουλγαρίας από τη μία πλευρά και Σερβίας και Ελλάδας από την άλλη, είχαν ενσκήψει σοβαρές διαφορές. Αν και η Σερβία με τη Βουλγαρία είχαν συνάψει συμφωνία διανομής, η Σερβία έπαψε να την αναγνωρίζει λόγω του ότι τμήμα του προβλεπόμενου μεριδίου της γινόταν ανεξάρτητη Ηγεμονία, (η Αλβανία), μη αποκτώντας διέξοδο στην Αδριατική, περιοριζόμενη έτσι από τα δυτικά. Η Βουλγαρία όμως επέμενε στα συμφωνηθέντα εδάφη. Αντίθετα με την Ελλάδα δεν υπήρξε καμία συμφωνία διανομής, η μεν Σερβία αναγνώριζε τα δικαιώματα κατοχής του ελληνικού στρατού, (Πρωτόκολλο Αθηνών (1913), γνωστό και ως Πρωτόκολλο Κορομηλά - Μπόσκοβιτς, ενώ η Βουλγαρία επεδίωκε την έξωση των Ελλήνων από τα εδάφη αυτά, προκειμένου να ιδρύσει την προβλεπόμενη Μεγάλη Βουλγαρία της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου.
Τα βουλγαρικά στρατεύματα κατά τον χρόνο που είχαν καταλάβει την Ανατολική Μακεδονία διέπραξαν εγκλήματα κατά των (αλλοθρήσκων) Τούρκων κατοίκων. Επίσης τους (ομόθρησκους) Έλληνες και Σέρβους κατοίκους ανάγκαζαν να υπαχθούν εκκλησιαστικά στη Βουλγαρική εξαρχία, να χρησιμοποιούν τη βουλγαρική γλώσσα και να εκβουλγαρίζουν τα ονοματεπώνυμά τους. Μάλιστα στις Σέρρες προχώρησαν και σε αλλαγή των καταλήξεων των ονομάτων στους τάφους στο νεκροταφείο της πόλης. Ειδικότερα στη γραμμή επαφής των στρατευμάτων οι Βούλγαροι συνεχώς χρησιμοποιούσαν μεθόδους συνεχούς διείσδυσης με συνέπεια ν΄ ακολουθούν συγκρούσεις. Βλέποντας τότε η Σερβία και η Ελλάδα τη Βουλγαρία ως κοινό κίνδυνο στις 19 Μαΐου (π.ημ.), ή 1 Ιουνίου (ν.ημ.) του 1913 συνδέθηκαν με αμυντική συμφωνία γνωστή ως Συνθήκη συμμαχίας Θεσσαλονίκης.
Έτσι η Βουλγαρία υπό την πεποίθηση της πολιτικής και στρατιωτικής της ηγεσίας στην υπεροχή του βουλγαρικού στρατού και στις στρατηγικές ικανότητές του πήρε την απόφαση της αιφνιδιαστικής ομόχρονης επίθεσης κατά των τότε θέσεων του Σερβικού και Ελληνικού στρατού. Ορισμένοι ιστορικοί καταλογίζουν ένα μέρος της ευθύνης αυτής στην "υπερβολικά διαλλακτική" στάση της ελληνικής κυβέρνησης έναντι της Βουλγαρίας στη διάρκεια των προστριβών που προηγήθηκαν του πολέμου, που ενδεχομένως δημιούργησε την εντύπωση στο βουλγαρικό στρατηγείο πως μια βίαιη ενέργεια θα δημιουργούσε τετελεσμένα γεγονότα τα οποία οι Μεγάλες Δυνάμεις επεμβαίνοντας κατευναστικά θα αποδέχονταν. Η Αυστρία υποστήριζε τις διεκδικήσεις της Ρουμανίας στη Βουλγαρική Δοβρουτσά με αντάλλαγμα την παραχώρηση της Θεσσαλονίκης στη Βουλγαρία. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, η ανάληψη της εξουσίας από τους Νεότουρκους υπό την ηγεσία του Εμβέρ Πασά και του Ταλαάτ Πασά μετά την παραίτηση των φιλελευθέρων, προοιώνιζαν δυσάρεστες εκπλήξεις για το μέλλον.
Η πολιτική υψηλών τόνων της Βουλγαρίας (κυβέρνηση Ντάνεφ)
Στις 14 Ιουνίου, στην Βουλγαρία σχηματίστηκε νέα κυβέρνηση υπό τον Στόγιαν Ντάνεφ. Αν και ρωσόφιλος, στις νέες συγκυρίες της εποχής εκείνης υποχώρησε στις πιέσεις φιλοπόλεμων στρατιωτικών κύκλων. Στις 15 Ιουνίου ο υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας κάλεσε τους πρωθυπουργούς των χριστιανικών βαλκανικών κρατών σε διάσκεψη στην Πετρούπολη, υπό την διαιτησία του Τσάρου για την εξομάλυνση των διαφορών. Η βουλγαρική πλευρά έθεσε υπερβολικούς όρους στις συνομιλίες, ταυτόχρονα η ρουμανική πλευρά δήλωνε ότι σε περίπτωση που διασπαστεί οριστικά η βαλκανική συμμαχία θα εισέλθει στον πόλεμο για να εξασφαλίσει τα συμφέροντά της στα διαφιλονικούμενα εδάφη με την Βουλγαρία.
Η βουλγαρική πολιτική στην ουσία καθοριζόταν περισσότερο από το υπουργείο πολέμου και τους στρατιωτικούς κύκλους και όχι τόσο από τον ίδιο τον πρωθυπουργό της. Έτσι, στις 21 Ιουνίου, ο στρατηγός Μιχαήλ Σαβόφ, επικαλούμενος την εξάντληση του στρατού του, επέδωσε τελεσίγραφο στον Βούλγαρο πρωθυπουργό να αποσαφηνίσει άμεσα τη θέση του: πόλεμος ή αποστράτευση. Ο βασιλιάς της Βουλγαρίας Φερδινάνδος, τασσόμενος με τις πληροφορίες του Σαβόφ συνηγόρησε υπέρ της στρατιωτικής λύσης. Έτσι ήταν όλα έτοιμα για την επικείμενη σύγκρουση.
Αντίπαλες δυνάμεις
Ελληνικός στρατός
Κατά το Β' Βαλκανικό πόλεμο ο ελληνικός στρατός είχε αυξηθεί κατά πολύ με εκγυμνάσεις και νεότερων κλάσεων και της παρένταξης αυτών σε παλαιότερες μονάδες. Επίσης το Γενικό Επιτελείο είχε οργανώσει ακόμη μια μεραρχία τη 10η, από 8 αρχικά σε 9 περί το τέλος του πολέμου. Έτσι ο ελληνικός στρατός που είχε ταχθεί υπό την αρχιστρατηγία του Βασιλέως Κωνσταντίνου του Α' με επιτελάρχη τον συνταγματάρχη Β. Δούσμανη, συγκροτούνταν από τις εξής μεραρχίες:
Σερβικός στρατός
Ο Σερβικός στρατός όπως και ο Ελληνικός είχε ενισχυθεί ιδιαίτερα με την είσοδο νεότερων κλάσεων με παρένταξη αυτών σε υπάρχουσες μονάδες, αποφεύγοντας όμως να δημιουργήσει νέες. Ενισχύθηκε επίσης και από μια μεραρχία (12.000 άνδρες) από το Βασίλειο του Μαυροβουνίου. Έτσι ο σερβικός στρατός που είχε ταχθεί υπό την αρχιστρατηγία του Βασιλιά Πέτρου Α' με επιτελάρχη τον Βοεβόδα Ραντομίρ Πούτνικ συγκροτούνταν από τις εξής 11 μεραχίες και μια ταξιαρχία:
Βουλγαρικός στρατός
Ομοίως και η δύναμη του βουλγαρικού στρατού είχε αυξηθεί σημαντικά, αφού εκτός της εκγύμνασης πολλών νεότερων κλάσεων κλήθηκαν και πολλές κλάσεις εθνοφρουράς από τις οποίες και δημιουργήθηκαν 4 νέες μεραρχίες: η 12η, η 13η, η 14η και η 15η.
Ο βουλγαρικός στρατός είχε ταχθεί υπό την αρχιστρατηγία του Βασιλέως Φερδινάνδου με βοηθό τον στρατηγό Μιχαήλ Σαβόφ, μέχρι τις 21 Ιουνίου (π.ημ.), όταν ανέλαβε ο στρατηγός Ράντκο Δημητρίεφ. Αυτοί ήταν και οι πραγματικοί αρχιστράτηγοι με γενικό επιτελάρχη τον στρατηγό Φίτσεφ.
Η συνολική δύναμη του βουλγαρικού στρατού ξεπερνούσε τις 576,878 με 1,116 πυροβόλα. Συνεπώς, ο βουλγαρικός στρατός υπερείχε συντριπτικά της αντίπαλης συμμαχίας Ελλήνων και Σέρβων τόσο σε άνδρες όσο και σε πυροβολικό. Η υπεροχή αυτή σε συνδυασμό με το βουλγαρικό μεγαλοϊδεατισμό που είχε δημιουργήσει η παλαιότερη, κατά 35 χρόνια, συνθήκη του Αγίου Στεφάνου ήταν αυτές που οδήγησαν τη Βουλγαρία στη τυχοδιωκτική απόφαση να στρέψει τα όπλα της κατά των συμμάχων της, σ΄ έναν ακήρυχτο μεν, αλλά και αιφνίδιο πόλεμο.
Πολεμικές επιχειρήσεις
Πρώτες κινήσεις
Η κύρια βουλγαρική επίθεση κατά των Σέρβων πραγματοποιήθηκε με τις 1η, 3η, 4η και 5η μεραρχίες, ενώ η 2η κατευθύνθηκε κατά ελληνικών θέσεων στην Θεσσαλονίκη. Οι Βούλγαροι ήταν λιγότεροι σε αριθμό όσον αφορά τις επιχειρήσεις κατά του ελληνικού στρατού. Η ασθενής επίθεση στη Νιγρίτα όχι μόνο απωθήθηκε αλλά μετατράπηκε σε αμυντικό αγώνα σε ολόκληρο το μέτωπο από τις 19 Ιουνίου. Οι βουλγαρικές δυνάμεις γρήγορα υποχώρησαν βόρεια και οχυρώθηκαν μεταξύ Κιλκίς και Στρυμώνα.
Ο βουλγαρικός στρατός ταυτόχρονα επιτέθηκε και στους Σέρβους, στη Γευγελή. Οι σερβικές δυνάμεις αρχικά αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν μπροστά στη βουλγαρική επίθεση, η οποία αποσκοπούσε να καταλάβει το Κρίβολακ για να αποκόψει την επαφή Ελλήνων και Σέρβων. Γρήγορα όμως κατόρθωσαν να σταματήσουν τη βουλγαρική προέλαση και να εισέλθουν σε βουλγαρικό έδαφος. Η σερβική αντεπίθεση ήταν ορμητική και πολύ σύντομα ο σερβικός στρατός κατάφερε να καταλάβει βασικούς αντικειμενικούς του στόχους.
Ταυτόχρονα, στην πόλη της Θεσσαλονίκης, με την βοήθεια της Κρητικής χωροφυλακής αλλά και των κατοίκων της πόλης, αιχμαλωτίστηκαν οι βουλγαρικές μονάδες που είχαν στρατοπεδεύσει πριν από την έναρξη των επιχειρήσεων.
Βουλγαρική υποχώρηση
Η 2η βουλγαρική στρατιά υπό τον Ιβανόφ ήταν παρατεταγμένη στη γραμμή Δοϊράνη-Κορώνεια-Βόλβη. Σύμφωνα με τη επίσημη βουλγαρική έκθεση επιχειρήσεων του 1932 η δύναμή της αριθμούσε 108.000 στρατιώτες σύμφωνα με μεταγενέστερη έκδοση (1941) 80.000 και 175 πυροβόλα. Οi Βούλγαροι είχαν οχυρωθεί σε στρατηγικές τοποθεσίες. Ιδιαίτερα, στο Κιλκίς είχαν κατασκεύασει ισχυρές οχυρώσεις.
Στις 3 Ιουλίου η 2η, 4η και 5η ελληνική μεραρχία ξεκίνησε την επίθεση, υποστηριζόμενη από πυροβολικό. Παρόλο που υπήρξαν σημαντικές απώλειες κατάφεραν να προωθηθούν. Εν τω μεταξύ, η 7η μεραρχία κατέλαβε τη Νιγρίτα και η 1η και 6η τον Λαχανά. Το δυτικό άκρο του μετώπου, στους Ευζώνους καταλήφθηκε ύστερα από έφοδο, απειλώντας έτσι όποια ενέργεια για βουλγαρική υποχώρηση. Από φόβο κυκλωτικής ενέργειας το βουλγαρικό επιτελείο διέταξε σύμπτυξη η οποία μετατράπηκε εν μέρει και σε άτακτη υποχώρηση. Οι βουλγαρικές ενισχύσεις καθυστέρησαν να μεταβούν στο μέτωπο. Στις 5 Ιουλίου, οι ελληνικές δυνάμεις κατέλαβαν την Δοϊράνη, όμως δεν κατάφεραν να κυκλώσουν τον βουλγαρικό στρατό. Στη συνέχεια με συνδυασμένες Σερβο-Ελληνικές ενέργειες, από τις 11 Ιουλίου, οι Βούλγαροι απωθήθηκαν προς βορά, κατά μήκος του ποταμού Στρυμώνα.
Κατά την διάρκεια τον επιχειρήσεων απελευθερώθηκαν από τον ελληνικό στρατό, το Σιδηρόκαστρο, οι Σέρρες, μάλιστα ελληνικές δυνάμεις προωθήθηκαν βαθιά στο βουλγαρικό έδαφος, ακόμα και σε εδάφη της "Παλαιάς Βουλγαρίας" (1878-1912), απειλώντας την ίδια την πόλη της Σόφιας από τα νότια.
Οριστική βουλγαρική ήττα και λήξη των συγκρούσεων
Όταν ο Σερβικός στρατός σταμάτησε τις επιχειρήσεις, ο διάδοχος Κωνσταντίνος πιστεύοντας ότι οι Βούλγαροι είχαν ήδη ηττηθεί συνέχισε την προέλαση του Ελληνικού Στρατού βόρεια παρά τις έντονες αντιρρήσεις του Βενιζέλου με σκοπό να συντρίψει και να ταπεινώσει τους Βουλγάρους. Στις 24 Ιουλίου, οι ελληνικές δυνάμεις προωθήθηκαν στα στενά της Κρέσνας. Ταυτόχρονα, οι Βούλγαροι μετέφεραν δυνάμεις από το Σερβικό μέτωπο ενώ οι ελληνικές δυνάμεις προήλασαν κατά μήκος του ποταμού Στρυμώνα διαδοχικά από Κρέσνα σε Σιμιτλή και τελικά έφτασαν στην Τζουμαγιά (Μπλαγκόεβγκραντ). Ο Ελληνικός Στρατός τελικά, λόγω εφοδιαστικών προβλημάτων αλλά και λόγω εξάντλησης από την επίμονη επέλαση, αναγκάστηκε να ανακόψει την πορεία του. Σε αυτό το σημείο και οι δύο πλευρές θεώρησαν ότι περαιτέρω παράταση των συγκρούσεων δεν οδηγούσε πουθενά και συμφώνησαν σε ανακωχή.
Εν τω μεταξύ, η Ρουμανία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία, επωφελούμενες από τη δύσκολη θέση της Βουλγαρίας, της κήρυξαν τον πόλεμο και προέλασαν χωρίς να συναντήσουν αντίσταση στο βουλγαρικό έδαφος.
Χρονολόγιο πολεμικών επιχειρήσεων
Το χρονολόγιο των πολεμικών επιχειρήσεων του Β' Βαλκανικού Πολέμου κατά το παλαιό ημερολόγιο (1913) έχει ως ακολούθως:
16 Ιουνίου Αιφνίδια έναρξη επιχειρήσεων εκ μέρους Βουλγάρων. Βουλγαρική κατάληψη Ιστίπ
17 Ιουνίου Εκκαθάριση Θεσσαλονίκης.
18 Ιουνίου Βουλγαρική κατάληψη Κρίβολακ.
19 Ιουνίου Μάχη Καλίνοβου (ελληνοβουλγαρική).
20 Ιουνίου Ελληνική κατάληψη Γευγελής και Νιγρίτας.
21 Ιουνίου Μάχη Κιλκίς Λαχανά. Ελληνική κατάληψη Κιλκίς, Λαχανά και ολοκληρωτική του Καλίνοβου. Ο Βασιλεύς Φερδινάνδος ζητεί τη βοήθεια της Αυστρίας. Παραιτείται ο στρατηγός Μ. Σαβόφ και τη θέση του αναλαμβάνει ο στρατηγός Ράντκο Δημητρίεφ.
22 Ιουνίου Σερβική κατάληψη Κοτσάνων
23 Ιουνίου Ελληνική κατάληψη Δοϊράνης
24 Ιουνίου Σερβική ανακατάληψη Κρίβολακ
25 Ιουνίου Ελληνική κατάληψη Κωστουρίνο. Σερβική ανακατάληψη Ιστίπ
26 Ιουνίου Μάχη Βέτρινα (ελληνοβουλγαρική). Ελληνική κατάληψη Στρώμνιτσας. Σερβική κατάληψη Ραδοβίστας.
27 Ιουνίου Ελληνική κατάληψη Δεμίρ, Χισάρ και Καβάλας. Έναρξη μάχης Πιρότ (σερβοβουλγαρική). Η Ρουμανία εισέρχεται στο πόλεμο.
28 Ιουνίου Ελληνική κατάληψη Σερρών. Συνέχιση ελληνικής προέλασης
29 Ιουνίου Τουρκική προέλαση υπό τον Ισμέτ πασά.
1 Ιουλίου Ελληνική κατάληψη Δράμας.
6 Ιουλίου Ελληνική κατάληψη Νευροκοπίου. Συνέχιση προέλασης.
7 Ιουλίου Ελληνική κατάληψη Πέτσοβου.
9 Ιουλίου Ελληνική κατάληψη Μαχομίας. Ρουμανική προέλαση. Τουρκική κατάληψη Αδριανούπολης και περιοχής Κιρκιλισέ.
10 Ιουλίου Ελληνικός αποκλεισμός Στενών Κρέσνας. Η 7η βουλγαρική μεραρχία παραδίδεται αμαχητί στη 1η ρουμανική μεραρχία ιππικού.
12 Ιουλίου Έναρξη Μάχης Σιμιτλί (ελληνοβουλγαρική). Ελληνική κατάληψη Πρέβελ Χαν και Δεδέαγατς. Σερβική κατάληψη Βιδινίου.
13 Ιουλίου Ελληνική κατάληψη Ξάνθης
14 Ιουλίου Ελληνική κατάληψη Σιμιτλί, πέρας μάχης.
15 Ιουλίου Ελληνική υποχώρηση από Πέτσοβο.
16 Ιουλίου Ελληνική κατάληψη Γκιουμουλτζίνας. Έναρξη σερβοβουλγαρικών μαχών στο Τσάρεβο σέλο.
17 Ιουλίου Ελληνοβουλγαρική μάχη Πρέδελ Χαν, ελληνική ανακατάληψη Πετσόβου και Παντζάρεβου.
18 Ιουλίου Γενική ανακωχή
28 Ιουλίου Συνθήκη Ειρήνης Βουκουρεστίου (με το νέο ημερ. 10 Αυγούστου).
Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου
Ο Β' Βαλκανικός Πόλεμος έληξε με τη συνθήκη Βουκουρεστίου (1913) δημιουργώντας μια νέα κατάσταση στα Βαλκάνια. Η Ελλάδα προσάρτησε την νότια Μακεδονία με τη Θεσσαλονίκη, την Καβάλα μέχρι τις εκβολές του Νέστου ποταμού, τη Νότια Ήπειρο και την Κρήτη. Η συμφιλίωση της Ελληνικής με την Γερμανική βασιλική οικογένεια μέσω του γάμου του Κωνσταντίνου με την αδελφή του Κάιζερ εξαργυρώθηκε με την προσάρτηση της Καβάλας, όταν στην συνθήκη του Βουκουρεστίου, παρενέβη ο ίδιος ο Κάιζερ υπέρ της Ελλάδος. Λίγα χρόνια αργότερα, στην αρχή του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και πριν η Ελλάδα εισέλθει στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, η Βουλγαρία θα καταλάβει προκλητικά την πόλη της Καβάλας.
Η Σερβία προσάρτησε τη βόρεια Μακεδονία με το Μοναστήρι, τα Σκόπια και τη Στρώμνιτσα. Η Βουλγαρία απέκτησε έξοδο στο Αιγαίο μεταξύ Αλεξανδρούπολης και Πόρτο Λάγος, ενώ η Οθωμανική Αυτοκρατορία με την επίθεση που έκανε στον B' Βαλκανικό Πόλεμο μπόρεσε και κράτησε την ανατολική Θράκη μέχρι και την Αδριανούπολη.
Η Ρουμανία επίσης τακτοποίησε προς όφελος της τις συνοριακές της διαφορές με την Βουλγαρία στην περιοχή της Δοβρουτσάς.
Η Αλβανία έγινε ανεξάρτητο κράτος, στο οποίο περιλήφθηκε και η Βόρεια Ήπειρος, ύστερα από εντονότατες ιταλικές πιέσεις και απειλές εναντίον της Ελλάδος, ενώ τα νησιά του Αιγαίου αποδόθηκαν στην Ελλάδα ένα χρόνο αργότερα με το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας (13 Φεβρουαρίου 1914). Τα Δωδεκάνησα παρέμειναν προσωρινά υπό ιταλική κατοχή.