Άρθρα
Σαν σήμερα 23 Μαΐου το 2006 σκοτώθηκε ο Κώστας Ηλιάκης
Σαν σήμερα το 2006 σκοτώθηκε ο Κώστας Ηλιάκης
Αερομαχία στο Αιγαίο. Ένα τουρκικό κι ένα ελληνικό F-16 συγκρούονται κατά τη διάρκεια εμπλοκής πάνω από την Κάρπαθο, με αποτέλεσμα να καταπέσουν αμφότερα στη θάλασσα. Σώος ανασύρεται ο τούρκος πιλότος, νεκρός ο σμηναγός Κωνσταντίνος Ηλιάκης.
Λίγο πριν την μία το μεσημέρι της 23ης Μαΐου του 2006 δύο ελληνικά F-16 απογειώνονταν από την βάση της Σούδας με αποστολή την αναγνώριση έξι τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών που είχαν εισβάλλει στο FIR Αθηνών και κατευθύνονταν προς την Κρήτη.
Τα τουρκικά αεροσκάφη χωρίζονταν σε δύο σχηματισμούς των τριών και κατευθύνονταν προς την περιοχή που βρίσκονταν οι συστοιχίες των αντιαεροπορικών S-300 τα οποία ήθελαν να φωτογραφήσουν.
Ο σμηναγός Κώστας Ηλιάκης πλησίασε την μία τριάδα των τουρκικών μαχητικών για να προβεί στη διαδικασία της αναγνώρισης και εικονικής αναχαίτισης των εισβολέων. Ένα από τα δύο τουρκικά F-16 που συνόδευαν το τουρκικό RF-4 με τις φωτογραφικές μηχανές έκανε άτσαλους και επιθετικούς ελιγμούς για να παρεμποδίσει το ελληνικό μαχητικό.
Λίγα δευτερόλεπτα μετά, κατά τη διάρκεια της σκληρής αερομαχίας, το τουρκικό F-16 διεμβόλιζε το μαχητικό του Κώστα Ηλιάκη.Ήταν 12.42 της 23ης Μαΐου του 2006.
Ο Τούρκος πιλότος έπεσε στη θάλασσα και διασώθηκε από παραπλέον δεξαμενόπλοιο.
Για περίπου 30 λεπτά Ελλάδα και Τουρκία βρίσκονταν στα πρόθυρα της σύρραξης.
Στο ΓΕΕΘΑ, στο Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας, στην 1η Στρατιά, στο Αρχηγείο Τακτικής Αεροπορίας, στο Λιμενικό Σώμα και στην ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Εσωτερικού και Νήσων είχε ηχήσει κόκκινος συναγερμός.
Δεκάδες ελληνικά μαχητικά απογειώθηκαν από τις βάσεις τους. Η φρεγάτα "Λήμνος", οι κανονιοφόροι "Πολεμιστής", "Αρματωλός" και το υδρογραφικό "Πυθέας" έπλευσαν με την μεγίστη ταχύτητα προς την θαλάσσια περιοχή 21 μίλια νοτίως της Καρπάθου, κάτω από το σημείο που έγινε η αερομαχία.
Στις 14.47 τουρκικό ελικόπτερο παρέλαβε τον Τούρκο πιλότο. Οι προσπάθειες για τον εντοπισμό του αγνοούμενου Έλληνα πιλότου ήταν εντατικές. Περίπου στις έξι το απόγευμα της ίδιας μέρας, το πλήρωμα της φρεγάτας "Λήμνος" εντόπισε την κάσκα, το PL και ένα SurvivalKit που έφερε ελληνικές ενδείξεις. Ο σμηναγός Ηλιάκης θεωρείται νεκρός.
ΑΡΧΗ ΤΡΙΩΔΙΟΥ, Τελώνου και Φαρισαίου
ΑΡΧΗ ΤΡΙΩΔΙΟΥ
Τριώδιο ονομάζεται το Λειτουργικό Βιβλίο της Εκκλησίας μας το οποίο περιλαμβάνει τους Ύμνους των Κυριακών, από την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου μέχρι και το Μεγάλο Σάββατο πρίν την Τελετή της Αναστάσεως.
Ονομάζεται έτσι διότι οι περισσότεροι Κανόνες του Όρθρου (πρωινή Ακολουθία) περιέχουν τρείς Ωδές ενώ συνήθως περιέχουν εννέα Ωδές – την 8η και την 9η πάντοτε, ύστερα δε διαδοχικά μία από τις πέντε πρώτες.
Το Τριώδιο τοποθετείται στα Αναλόγια των Ναών μας στον Εσπερινό του Σαββάτου της Κυριακής του Τελώνου και του Φαρισαίου αφού πρώτα ο Πρωτοψάλτης το παραλάβει από την Εικόνα του Χριστού και το ασπασθεί.
Έτσι ανοίγει το Τριώδιο, περίοδος η οποία διαιρείται σε τρείς μικρότερες, δηλ. Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι Κυριακή της Τυροφάγου, Καθαρά Δευτέρα μέχρι το Σάββατο Του Λαζάρου και Κυριακή των Βαίων το βράδυ μέχρι το Μεγάλο Σάββατο πρίν την Ανάσταση.
Παλαιότερα στην περίοδο του τριωδίου συμπεριλαμβάνονταν και η περίοδος από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι την Κυριακή των Αγίων Πάντων. Αργότερα όμως οι ιερές ακολουθίες της περιόδου αυτής περιελήφθησαν σε ιδιαίτερο λειτουργικό βιβλίο το «Πεντηκοστάριο».
Για την διαμόρφωση του Τριωδίου, όπως το έχει στη χρήση της σήμερα η εκκλησία μας, έπαιξαν ρόλο όλες οι χριστιανικές γενεές από τον 5ο μέχρι τον 15ο αιώνα μ.Χ. (Το πρώτο έντυπο του Τριωδίου εξεδόθη το 1522 μ.Χ. στην Βενετία). Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από τις ασματικές ακολουθίες των εορτών του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (Β’ Κυριακή των Νηστειών), του Οσίου Ιωάννου της Κλίμακος (Δ’ Κυριακή των Νηστειών), κ.α.
Αποδεικνύεται επίσης από την εισαγωγή του επιτάφιου θρήνου, εγκωμίων, δηλαδή που ψάλλονται στον Επιτάφιο, και από την εισαγωγή των συναξαρίων του Νικηφόρου Καλλίστου του Ξανθόπουλου. Στην διαμόρφωση των ασματικού κύκλου του τριωδίου συνέβαλαν επίσης και διάσημοι υμνογράφοι και μελωδοί της εκκλησίας μας, όπως ο Ρωμανός ο Μελωδός και ο Ιωάννης Δαμασκηνός
Το τριώδιο περισσότερο από όλα τα εκκλησιαστικά βιβλία που περιέχουν ιερές ακολουθίες οδηγεί τις ψυχές των πιστών τέκνων της ορθοδόξου εκκλησίας στην περισυλλογή και στην κατάνυξη. Για τον λόγο αυτό ονομάζεται και κατανυκτικό τριώδιο. Με τον κύκλο των εορτών του τριωδίου ανανεώνονται τα βιώματα της νηστείας, της εγκράτειας, της μετάνοιας, και της χαρμολύπης.
Οι Κυριακές του Τριωδίου είναι οι εξής:
1. Τελώνου και Φαρισαίου
2. Ασώτου
3. Απόκρεω
4. Τυροφάγου
Η πρώτη εβδομάδα, που τελειώνει την Κυριακή του Ασώτου, λέγεται και Προφωνή ή Προφωνέσιμη, επειδή παλιά προφωνούσαν, δηλαδή διαλαλούσαν ότι άρχιζαν οι αποκριές. Η εβδομάδα αυτή λέγεται και αμόλυτη ή απόλυτη, επειδή τότε οι ψυχές των πεθαμένων βγαίνουν στον Πάνω Κόσμο.
Η δεύτερη εβδομάδα λέγεται Κρεατινή ή της Κρεοφάγου ή Ολόκριγια, επειδή έτρωγαν κρέας και δεν νηστεύουν Τετάρτη και Παρασκευή. Η Κυριακή της εβδομάδας αυτής, η Κυριακή της Απόκρεω, ονομάστηκε έτσι γιατί ήταν η τελευταία μέρα της κρεοφαγίας (από + κρέας) όλης της περιόδου του Τριωδίου.
Η τρίτη εβδομάδα λέγεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή έτρωγαν γαλακτοκομικά προϊόντα.
Από τη Δευτέρα, μια εβδομάδα πριν την Καθαρή Δευτέρα, άρχιζε η αποχή από το κρέας και επιβαλλόταν η χρήση τυριού και γαλακτερών σαν ενδιάμεση άσκηση μεταξύ κρεοφαγίας και νηστείας.
Η Γέφυρα του Ποταμού Κβάι, μια ιστορία του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου που έγινε μυθιστόρημα και μετά ταινία του Χόλυγουντ
Η Γέφυρα του Ποταμού Κβάι
μια ιστορία του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου
που έγινε μυθιστόρημα και μετά ταινία του Χόλυγουντ
Η ταινία Η Γέφυρα του Ποταμού Κβάι (Αγγλ. The Bridge on the River Kwai) είναι πολεμικό δράμα παραγωγής 1957, σε σκηνοθεσία Ντέιβιντ Λιν. Το σενάριο της ταινίας, το οποίο έγραψαν οι Καρλ Φόρμαν και Μάικλ Γουίλσον, είναι βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Πιέρ Μπουλ, που βασίζεται στο πραγματικό γεγονός της κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής της Βιρμανίας μεταξύ του 1942-43, με έντονο το στοιχείο της μυθοπλασίας.
Η ταινία γυρίστηκε στη Σρι Λάνκα (πρώην Κεϋλάνη) και έχει ως πρωταγωνιστές τους Γουίλιαμ Χόλντεν, Άλεκ Γκίνες, Τζακ Χώκινς και Σεσούι Χαγιακάβα.
Η ταινία έλαβε διθυραμβικές κριτικές και απέσπασε 7 βραβεία όσκαρ (μεταξύ των οποίων και Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Το 1997 επελέγη από τη Βιβλιοθήκη του Αμερικάνικου Κογκρέσου ως τμήμα του Εθνικού Μητρώου Κινηματογράφου, την ίδια χρονιά έλαβε επίσης την 13η θέση στη λίστα με τις 100 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου.
Υπόθεση
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης της Ταϊλάνδης, ο Ιάπωνας συνταγματάρχης Σάιτο (Σεσούι Χαγιακάβα) υποχρεώνει τους Βρετανούς αιχμαλώτους να εργαστούν στην κατασκευή μιας γέφυρας τεράστιας στρατηγικής σημασίας, εφόσον επρόκειτο να ενώσει τη Βιρμανία με την Ταϊλάνδη. Ο συνταγματάρχης Νίκολσον, που βρίσκεται σε συνεχή σύγκρουση με τον Ιάπωνα, δέχεται να ηγηθεί των ανδρών του στην κατασκευή της γέφυρας. Η κατασκευή της γέφυρας πρόκειται να αποτελέσει μεγάλη πρόκληση για τον Νίκολσον και τους άνδρες του. Όταν όμως η γέφυρα είναι πια έτοιμη, ένας Αμερικανός διοικητής του ναυτικού, ο Σίαρς (Γουίλιαμ Χόλντεν), που κατάφερε να αποδράσει από την αιχμαλωσία των Γιαπωνέζων βρίσκεται κοντά στην περιοχή, με αποστολή να ανατινάξει τη γέφυρα πάνω από την οποία πρόκειται να περάσει το τρένο για τον ανεφοδιασμό των Ιαπώνων.
Ιστορικές Αλήθειες
Η πλοκή αναφέρεται στην κατασκευή της γέφυρας που περνά πάνω από τον ποταμό Κβάι Γιάι που βρίσκεται σε απόσταση πέντε χιλιομέτρων από την πόλη Καντσαναμπούρι της Ταϊλάνδης.
Σύμφωνα με στοιχεία της Επιτροπής Πολεμικών Τάφων Κοινοπολιτείας η περιβόητη σιδηροδρομική γραμμή, που ενώνει τη Βιρμανία με την Ταϊλάνδη, κατασκευάστηκε από αιχμαλώτους πολέμου και αποτελούσε σχέδιο των Ιαπώνων που αποσκοπούσε στη δημιουργία μιας νέας οδού ανεφοδιασμού των ιαπωνικών στρατευμάτων στη Βιρμανία.
Κατά την κατασκευή της 13.000 αιχμάλωτοι πολέμου πέθαναν και ενταφιάστηκαν πλάι στο σιδηρόδρομο. Υπολογίζεται επίσης ότι κατά τη διάρκεια της κατασκευής της γραμμής πέθαναν επίσης 80.000 με 100.000 Ασιάτες εργάτες ή σκλάβοι που έφτασαν στην περιοχή από τη Μαλαισία, την αποικιοκρατούμενη από τους Ολλανδούς Ανατολική Ινδία. Δυο ομάδες ανδρών εργάστηκαν για τη δημιουργία της γραμμής, η πρώτη ξεκίνησε από την Ταϊλάνδη και η δεύτερη από τη Βιρμανία και συναντήθηκαν στα μισά της γραμμής.
Τα γεγονότα που εξιστορούνται στην ταινία είναι κυρίως φανταστικά και παρά το γεγονός ότι παρουσιάζονται οι κακές συνθήκες και ο πόνος που προκλήθηκε από την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής, η πραγματικότητα ήταν πολύ χειρότερη. Ο Βρετανός συνταγματάρχης αιχμάλωτος των Ιαπώνων, στην περιοχή στην οποία επρόκειτο να δημιουργηθεί η γέφυρα από όπου θα περνούσε ο σιδηρόδρομος, ήταν ο Φίλιπ Τούζι (Philip Toosey).
Υπάρχουν πολλοί που θεωρούν τον χαρακτήρα του συνταγματάρχη Νίκολσον, που υποδύεται ο Άλεκ Γκίνες, βέβηλη παρωδία του χαρακτήρα του Τούζι. Στην εκπομπή του BBC Timewatch ένας πρώην αιχμάλωτος πολέμου δήλωσε ότι ήταν αδύνατο ένας άνθρωπος σαν τον Νίκολσον να έφτανε στο βαθμό του συνταγματάρχη και τόνισε ότι σε περίπτωση που αποφάσιζε να συνεργαστεί με τους Ιάπωνες για την κατασκευή της γέφυρας, θα είχε εξολοθρευτεί από τους υπόλοιπους αιχμαλώτους.
Η Τζούλι Σάμερς στο βιβλίο της The Colonel of Tamarkan έγραψε ότι ο Πιέρ Μπουλ, πρώην αιχμάλωτος στην Ταϊλάνδη, έπλασε τον χαρακτήρα του Νίκολσον στηριγμένος στις αναμνήσεις του από Γάλλους στρατιωτικούς που συνεργάστηκαν με τους Ιάπωνες. Ο Μπουλ αρνήθηκε το γεγονός ότι το μυθιστόρημα του είναι αντιβρετανικό, αντιθέτως πολλοί από τους συντελεστές της ταινίας (μεταξύ των οποίων και ο Άλεκ Γκίνες) το θεωρούσαν αντιβρετανικό.
Ο Τούζι ήταν πολύ διαφορετικός χαρακτήρας από τον Νίκολσον και σίγουρα δε συνεργάστηκε με τους Ιάπωνες, έκανε αντιθέτως οτιδήποτε περνούσε από το χέρι του για να καθυστερήσει την κατασκευή της γέφυρας. Κι ενώ ο Νίκολσον καταδίκαζε οποιαδήποτε προσπάθεια σαμποτάζ της κατασκευής, ο Τούζι ενθάρρυνε τους άνδρες του να μαζέψουν τερμίτες για να καταστρέψουν την ξύλινη κατασκευή της γέφυρας.
Άλλος χαρακτήρας της ταινίας που παρουσιάζει διαφορά με την πραγματικότητα είναι εκείνος του συνταγματάρχη Σάιτο. Ο Σάιτο ήταν στην πραγματικότητα δεύτερος διοικητής του στρατοπέδου και οι αιχμάλωτοι τον σέβονταν και τον εκτιμούσαν, εφόσον ήταν φιλεύσπλαχνος και δίκαιος με εκείνους. Ο Τούζι, μερικά χρόνια αργότερα, κατάθεσε υπέρ του στη δίκη για εγκλήματα πολέμου κι οι δυο τους έγιναν φίλοι.
Η δημιουργία της γέφυρας όπως παρουσιάζεται στην ταινία είναι εντελώς φανταστική. Στην πραγματικότητα δημιουργήθηκαν δυο γέφυρες. Η πρώτη ήταν προσωρινή, κατασκευάστηκε από ξύλο και η άλλη κατασκευάστηκε από ατσάλι μήνες αργότερα. Και οι δυο καταστράφηκαν από τις βόμβες των αεροπλάνων των συμμάχων, ενώ εκείνη από ατσάλι διορθώθηκε και λειτουργεί μέχρι και σήμερα.
Παραγωγή - Σενάριο
Η διασκευή του σεναρίου έγινε από τους Καρλ Φόρμαν και Μάικλ Γουίλσον, δυο σεναριογράφοι που βρίσκονταν στη μαύρη λίστα του Χόλυγουντ και γι' αυτό το λόγο εργάστηκαν κρυφά. Οι δυο τους δεν συνεργάστηκαν, αλλά ο Γουίλσον κλήθηκε από τον Λιν να διορθώσει το αρχικό σενάριο του Φόρμαν. Τα εύσημα για τη συγγραφή του σεναρίου αποδόθηκαν στον Πιέρ Μπουλ, που δεν ήξερε αγγλικά. Η ταινία βραβεύτηκε με Όσκαρ σεναρίου, το οποίο δόθηκε τελικά στον Μπουλ. Μόλις το 1984 η ακαδημία των Όσκαρ αποφάσισε να διορθώσει το λάθος παραχωρώντας μεταθανάτιο Όσκαρ σεναρίου και στους δυο σεναριογράφους. Έπειτα τα ονόματα των πραγματικών σεναριογράφων προστέθηκαν στους τίτλους της ταινίας.
Η ταινία μένει σε γενικές γραμμές πιστή στο μυθιστόρημα παρουσιάζοντας μόνο δυο διαφορές. Η πρώτη έχει να κάνει με τον Αμερικανό Ναύτη Σίαρς, ο οποίος στο μυθιστόρημα είναι Βρετανός αξιωματικός, όπως και ο Γουόρντεν. Επίσης στο μυθιστόρημα η γέφυρα δεν καταστρέφεται στο τέλος, αλλά υφίσταται μόνο μικρές ζημιές. Ο Μπουλ παρά το γεγονός ότι απόλαυσε την μεταφορά του μυθιστορήματός του, διαφωνούσε με το κλείσιμο της ταινίας.
Γυρίσματα
Η ταινία είναι Βρετανοαμερικανική παραγωγή και γυρίστηκε στη Σρι Λάνκα, παρά το γεγονός ότι τα γεγονότα της διαδραματίζονται στην Ταϊλάνδη. Κάποιες σκηνές γυρίστηκαν επίσης στην Αγγλία.
Πολλοί μεγάλοι σκηνοθέτες της περιόδου λήφθηκαν υπόψιν από τους παραγωγούς για να αναλάβουν τη σκηνοθεσία της ταινίας, μεταξύ των οποίων και ο Τζον Φορντ, ο Γουίλιαμ Γουάιλερ, ο Φρεντ Τσίνεμαν, ο Όρσον Γουέλς και ο Χάουαρντ Χοκς.
Ο Ντέιβιντ Λιν, που ανέλαβε τελικά τη σκηνοθεσία, καυγάδιζε συχνά κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων με το επιτελείο των ηθοποιών της ταινίας και κυρίως με τον Άλεκ Γκίνες και τον Τζέιμς Ντόναλντ, που θεωρούσαν ότι το μυθιστόρημα του Μπουλ ήταν αντιβρετανικό. Ο Λιν, που είχε συνεργαστεί πολλές φορές στο παρελθόν με τον Άλεκ Γκίνες, διαφώνησε με τον ηθοποιό πάνω στον τρόπο που ο Γκίνες ήθελε να ερμηνεύσει τον χαρακτήρα του Νίκολσον.
Ο Γκίνες ήθελε να ερμηνεύσει τον ρόλο με χιουμοριστικό τρόπο, προκαλώντας τη συμπάθεια του θεατή, ενώ ο Λιν πίστευε ότι ο Νίκολσον έπρεπε να παρουσιάζεται ως βαρετός άνθρωπος. Άλλος ένας καυγάς μεταξύ των δυο είχε ως θέμα τη σκηνή στην οποία ο Νίκολσον αναπολεί τα στάδια της στρατιωτικής του καριέρας, στην οποία ο σκηνοθέτης αποφάσισε να πάρει λήψη με τον ηθοποιό γυρισμένο με την πλάτη στην κάμερα. Όταν ο Γκίνες τον ρώτησε το λόγο για τον οποίο το έκανε αυτό, προκάλεσε την οργή του σκηνοθέτη. Όταν ο Γκίνες τελείωσε τη σκηνή, ο Λιν του είπε: Τώρα μπορείτε να πάτε όλοι σπίτι σας, παλιοβρετανοί ηθοποιοί. Δόξα τω Θεώ, που αύριο ξεκινάω γυρίσματα με έναν Αμερικανό ηθοποιό (αναφερόμενος στον Γουίλιαμ Χόλντεν).
Ο Άλεκ Γκίνες αργότερα αποκάλυψε ότι στη σκηνή στην οποία ο Νίκολσον βγαίνει από τον φούρνο, μιμήθηκε το βάδισμα του γιου του Μάθιου, όταν ανάρρωνε από προσβολή πολιομυελίτιδας.
Ο Γκίνες παραλίγο να πνιγεί κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, όταν παρασύρθηκε από το ρεύμα του ποταμού. Τη ζωή του έσωσε ο ηθοποιός Τζέφρι Χορν.
Μουσική
Ξεχωριστό ρόλο στην ταινία έχει το μουσικό κομμάτι που σφυρίζουν οι στρατιώτες όταν μπαίνουν στο στρατόπεδο στην αρχή της ταινίας. Πρόκειται για την εισαγωγή του εμβατηρίου Colonel Bogey που έγραψε ο Κένεθ Τ. Άλφορντ το 1914, με το ψευδώνυμο Φρέντερικ Τ. Ρίκετς. Διαδοχικά ακούγεται το μουσικό θέμα που έγραψε Μάλκολμ Άρνολντ.
Το θέμα του Άρνολντ δεν συμπεριλαμβάνεται παρ'όλα αυτά στο δίσκο με το σάουντρακ της ταινίας. Ήταν ο Ντέιβιντ Λιν εκείνος που πρότεινε η πρώτη εμφάνιση των αιχμαλώτων στρατιωτών στο στρατόπεδο συγκέντρωσης να γίνει τραγουδώντας το Hitler Has Only Got One Ball (ο Χίτλερ έχει μόνο ένα μπαλάκι) το οποίο ήταν στη μελωδία του εμβατηρίου του Άλνολντ, αλλά ο παραγωγός Σαμ Σπίγκελ το θεώρησε χυδαίο. Έτσι οι στρατιώτες εμφανίζονται να σφυρίζουν το εμβατήριο.
Πολλές σκηνές της ταινίας δε συνοδεύονται από μουσική υπόκρουση και σε πολλές έντονα δραματικές σκηνές χρησιμοποιείται ο ήχος της φύσης. Ο Άρνολντ βραβεύτηκε με όσκαρ για τη μουσική επένδυση της ταινίας.
Θωρηκτό Ποτέμκιν, η συνταρακτική ιστορία και η ταινία που ενέπνευσε τον Γιόζεφ Γκέμπελς
Θωρηκτό Ποτέμκιν
Η συνταρακτική ιστορία και η ταινία που ενέπνευσε τον Γιόζεφ Γκέμπελς
Το 1905, οι Ρώσοι πολεμούσαν με την Ιαπωνία και οι συνεχείς ήττες των Ρώσων ήταν καταστροφικές για το ηθικό των ναυτών, οι οποίοι έπρεπε να ανέχονται και τη βάναυση συμπεριφορά των αξιωματικών. Αφορμή για την ανταρσία της 27η Ιουνίου ήταν το χαλασμένο κρέας του συσιτίου. Οι ναύτες αρνήθηκαν να το φάνε και παραπονέθηκαν στους ανώτερούς τους.
Ο αξιωματικός Ιππόλυτος Γκιλιαρόβσκι ήταν αδίστακτος στην αντιμετώπιση των ναυτών. Απείλησε ότι θα εκτελέσει όποιον δεν φάει το συσσίτιο. Ο Γκριγκόρι Βακουλίντσουκ, που είχε εκπροσωπήσει τους ναύτες, συνέχισε να διαμαρτύρεται και ο Γκιλιαρόβσκι τον πυροβόλησε. Η εν ψυχρώ εκτέλεση εξόργισε τους υπόλοιπους και επαναστάτησαν.
Έριξαν τον Γκιλιαρόβσκι στη θάλασσα και σκότωσαν 7 απ’ τους 18 αξιωματικούς του θωρηκτού. Όταν το πλοίο πέρασε στην κατοχή τους, οι ναύτες οργάνωσαν μία επιτροπή, με επικεφαλής τον Αφανάσι Ματουσένκο και αποφάσισαν την επόμενη κίνησή τους.
Πήγαν στην Οδησσό, όπου είχε ξεκινήσει γενική απεργία και η πόλη είχε παραλύσει. Οι ναύτες δεν αποβιβάστηκαν απ’ το πλοίο, για να βοηθήσουν τους εξεγερμένους κατοίκους. Περίμεναν να φτάσουν άλλα πλοία απ’ το Στόλο της Μαύρης Θάλασσας, γιατί είχαν μάθει ότι είχαν ξεσπάσει ανταρσίες στα περισσότερα. Τα πλοία δεν εμφανίστηκαν και οι ναύτες του Ποτέμκιν αποφάσισαν να κηδέψουν τον αδικοχαμένο Γκριγκόρι Βακουλίντσουκ.
Κατέβηκαν στην Οδησσό και η κηδεία του ναύτη εξελίχτηκε σε πολιτική διαμαρτυρία. Ο στρατός προσπάθησε να τους συλλάβει, αλλά απέτυχε. Οι αξιωματικοί είχαν καταπνίξει τις ανταρσίες στα υπόλοιπα θωρηκτά του στόλου και το Ποτέμκιν βρέθηκε ανυπεράσπιστο.
Το θωρηκτό έφυγε κυνηγημένο απ’ την Οδησσό για το λιμάνι της Κοστάντα της Ρουμανίας, όπου ήλπιζαν ότι θα έβρισκαν τις απαραίτητες προμήθειες. Οι Ρουμάνοι αρνήθηκαν να τους εξυπηρετήσουν και το Ποτέμκιν στράφηκε στο λιμάνι της Θεοδοσίας στην Κριμέα. Δεν βρήκαν βοήθεια ούτε εκεί. Οι ναύτες δεν είχε φαγητό, νερό και είχαν αρχίσει να καυγαδίζουν μεταξύ τους. Αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Κοστάντα, όπου οι Ρουμάνοι δέχτηκαν να τους προσφέρουν άσυλο και προμήθειες, υπό την προϋπόθεση να εγκαταλείψουν το θωρηκτό.
Οι ναύτες συμφώνησαν και παρέδωσαν το Ποτέμκιν, το οποίο μετονομάστηκε σε Παντελεήμων και πέρασε πάλι στα χέρια του ρώσικου ναυτικού. Το 1907, ο Ματουσένκο προσπάθησε να επιστρέψει στη Ρωσία με ψεύτικο όνομα, όμως συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο. Η ανταρσία θεωρήθηκε «προάγγελος» της ρωσικής Επανάστασης και με αυτό το μήνυμα κατά νου, ο Αϊζενστάιν γύρισε τη θρυλική ταινία. Ήταν μία προπαγανδιστική ταινία, ύμνος για τη ρωσική Επανάσταση. Οι σκάλες της Οδησσού Η σκηνή που έχει μείνει αξέχαστη σε όλους τους θεατές, είναι οι «Σκάλες της Οδησσού».
Στην ταινία, οι στρατιώτες του Τσάρου κατεβαίνουν απειλητικά τις τεράστιες σκάλες της Οδησσού. Ο κόσμος τρέχει να σωθεί, ποδοπατώντας όποιον βρεθεί μπροστά του. Μία μητέρα χάνει τον μικρό της γιο, ο οποίος ποδοπατείται απ’ το πλήθος.
Ένα καρότσι με ένα μωρό, κατρακυλά στις σκάλες, ενώ αίμα τρέχει από τα μάτια μίας γυναίκας που φοράει γυαλιά. Ο Αϊζενστάιν χρησιμοποίησε τις πρωτοεμφανιζόμενες τεχνικές του μοντάζ, για να προκαλέσει έντονη συναισθηματική φόρτιση στο κοινό. Την εποχή που κυκλοφόρησε η ταινία, ο κόσμος είχε σοκαριστεί απ’ τη βίαιη σκηνή.
Ο στρατός δεν βρέθηκε ποτέ στις σκάλες της Οδησσού. Είχαν υπάρξει εντάσεις κατά τη διάρκεια της γενικής απεργίας και ο στρατός είχε ενεργό ρόλο, αλλά ο σκηνοθέτης «διόγκωσε» τα γεγονότα, για τις ανάγκες της ταινίας. Ακόμα και σήμερα, που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε αίμα και βία στη μεγάλη οθόνη, τα τραγικά πρόσωπα στις σκάλες της Οδησσού, με το αριστοτεχνικό μοντάζ του Αϊζενστάιν, είναι αδύνατο να μην συγκινήσουν. Ο ρώσος σκηνοθέτης Σεργκέι Αϊζενστάιν, πέθανε στις 11 Φεβρουαρίου 1948.
Η υπόθεση βασίζεται στην ανταρσία των ναυτών του θωρηκτού Ποτέμκιν, που έγινε στις 27 Ιουνίου του 1905.
«Μία καταπληκτική ταινία, που δεν συγκρίνεται με καμία άλλη. Αν κάποιος δεν είχε καμία πολιτική πεποίθηση, θα γινόταν σίγουρα Μπολσεβίκος, με το που θα έβλεπε την ταινία». Η δήλωση ανήκει στον Γιόζεφ Γκέμπελς, τον υπουργό Προπαγάνδας της ναζιστικής Γερμανίας. Μιλάει για την ταινία του Σεργκέι Αϊζενστάιν, «Το Θωρηκτό Ποτέμκιν», που απαγορεύτηκε στη Γερμανία, γιατί κρίθηκε ότι θα μπορούσε να περάσει επαναστατικά και ανατρεπτικά μηνύματα στον γερμανικό στρατό. Η ανταρσία στο Θωρηκτό Ποτέμκιν Η ταινία του Αϊζενστάιν κυκλοφόρησε το 1925.
Πληροφορίες: mixanitouxronou.gr
Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, από το κίνημα των νεοτούρκων
Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου
Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου αναφέρεται σε σφαγές και εκτοπισμούς εναντίον Ελληνικών πληθυσμών στην περιοχή του Πόντου που πραγματοποιήθηκαν από το κίνημα των Νεότουρκων κατά την περίοδο 1914-1923.
Εκτιμάται ότι στοίχισε τη ζωή περίπου 326.000-382.000 Ελλήνων. Οι επιζώντες κατέφυγαν στον Άνω Πόντο (στην ΕΣΣΔ) και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922, στην Ελλάδα.
Τα γεγονότα αυτά αναγνωρίζονται επισήμως ως γενοκτονία από το ελληνικό κράτος, την Κύπρο, την Αρμενία, την Σουηδία,ορισμένες ομοσπονδιακές δημοκρατίες της Ρωσίας, την Σερβία, οκτώ πολιτείες των ΗΠΑ και την Αυστραλία αλλά και από διεθνείς οργανισμούς όπως η Διεθνής Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών.
Θεωρείται τμήμα της ενιαίας Γενοκτονίας του Ελληνισμού της Ανατολής, η οποία ήταν μια από τις πρώτες σύγχρονες γενοκτονίες.
Η γενοκτονία ήταν ένα προμελετημένο έγκλημα, το οποίο η κυβέρνηση των Νεότουρκων έφερε σε πέρας με συστηματικότητα.
Οι μέθοδοι που χρησιμοποίησε ήταν ο ξεριζωμός, η εξάντληση στις κακουχίες, τα βασανιστήρια, η πείνα και η δίψα, και τα στρατόπεδα θανάτου στην έρημο.
Η διεθνής βιβλιογραφία και τα κρατικά αρχεία πολλών χωρών βρίθουν μαρτυριών για το ειδεχθές έγκλημα, που διαπράχθηκε εναντίον του Ελληνικού λαού. Η Γενοκτονία των Ελλήνων πραγματοποιήθηκε παράλληλα με γενοκτονίες σε βάρος και άλλων χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δηλ. των Αρμενίων και των Ασσυρίων.
Κατόπιν εισήγησης του τότε Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, η Βουλή των Ελλήνων αναγνώρισε τη γενοκτονία το 1994, και ψήφισε την ανακήρυξη της 19ης Μαϊου ως «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο».
Το 1998 η Βουλή ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη της 14ης Σεπτεμβρίου ως «ημέρα εθνικής μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος».
Ιστορικό
Η διαδικασία εξόντωσης των ελληνικών πληθυσμών του Πόντου διακρίνεται ιστορικά σε τρεις συνεχόμενες φάσεις: από την έναρξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ως την κατάληψη της Τραπεζούντας από τον ρωσικό στρατό (1914-1916), η δεύτερη τελειώνει με το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου (1916-1918) και η τελευταία ολοκληρώνεται με την εφαρμογή του Συμφώνου για την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (1918-1923).
Α' και Β' φάση
Το κύμα μαζικών διώξεων ξεκίνησε στον Πόντο με την μορφή εκτοπίσεων το 1915. Οι εκτοπίσεις συνεχίζονταν ακατάπαυστα και κατά την εποχή που τα ρωσικά στρατεύματα εισήλθαν στην Τραπεζούντα στις αρχές του 1916. Ιδιαίτερα με το πρόσχημα ότι οι Πόντιοι υποστήριζαν τις κινήσεις των Ρώσων μεγάλος αριθμός κατοίκων από τις περιοχές της Σινώπης και της Κερασούντας εκτοπίστηκαν στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας. Σημειώθηκαν επίσης και εξαναγκαστικοί εξισλαμισμοί γυναικείων πληθυσμών.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του επίσκοπου Τραπεζούντας, ο αριθμός των θυμάτων αυτών των πολιτικών ανήλθε, για εκείνο το διάστημα, σε 100.000 περίπου. Δεν έπαψαν και οι διαμαρτυρίες από Αυστριακούς και Αμερικανούς διπλωμάτες κατά της οθωμανικής κυβέρνησης.
Γ' φάση
Ύστερα από την συνθηκολόγηση της Ρωσίας και την απόσυρση του ρωσικού στρατού από την περιοχή, εντάθηκαν οι διώξεις στην περιοχή. Με την άφιξη του Κεμάλ Ατατούρκ, τον Μάιο του 1919, στην περιοχή και την έξαρση του κινήματός του εντάθηκε η δράση ατάκτων ομάδων (τσετών) κατά των χριστιανικών πληθυσμών.
Στις 29 Μαϊου ο Κεμάλ ανέθεσε στον περιβόητο τσέτη, Τοπάλ Οσμάν, την επιχείρηση για τη διενέργεια μαζικών επιχειρήσεων εξόντωσης κατά του τοπικού πληθυσμού. Σε αυτό το πλαίσιο, πραγματοποιήθηκαν οι σφαγές και οι εκτοπίσεις των Ελλήνων στη Σαμψούντα και σε 394 χωριά της περιοχής, κατοικημένα από ελληνικούς πληθυσμούς. Σχετικές αναφορές έχουν καταγραφεί από το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, καθώς και από τον Αμερικανό πρέσβη Χένρυ Μοργκεντάου.
Μεταξύ Φεβρουαρίου και Αυγούστου 1920 πραγματοποιήθηκε η πυρπόληση της Μπάφρας και η μαζική εξόντωση των 6.000 Ελλήνων που είχαν σπεύσει να βρουν προστασία στις εκκλησίες της περιοχής. Συνολικά από τους 25.000 Έλληνες που ζούσαν στις περιοχές της Μπάφρας και του Ααζάμ, το 90% δολοφονήθηκε, ενώ από τους υπόλοιπους, οι περισσότεροι εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας.
Οι προύχοντες και οι προσωπικότητες του πνεύματος, συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο από τα λεγόμενα "Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας" στην Αμάσεια, κατά τον Σεπτέμβριο του 1921. Παράλληλα, σημειώνονταν και εξαναγκαστικές αποσπάσεις νεαρών κοριτσιών και αγοριών από τις οικογένειές του, τα οποία δίνονταν για τα χαρέμια των εύπορων Τούρκων.
Θύματα στη Μικρά Ασία και τη Θράκη
Για τον ελληνικό πληθυσμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη από την Άνοιξη του 1914 μέχρι το 1923, ο Αριστοκλής Ι. Αιγίδης στο σημαντικότατο βιβλίο που έγραψε για το προσφυγικό ζήτημα "Η Ελλάς χωρίς τους πρόσφυγας" (Αθήνα 1934) τονίζει ότι «1.200.000 ψυχές αποτελούν τον τραγικόν εις ανθρώπινας απώλειας απολογισμόν του αγώνος». Ο Θεοφάνης Μαλκίδης, διδάκτωρ Κοινωνικών Επιστημών και διδάσκει στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, τονίζει ότι «μιλάμε για πάνω από 800.000 Έλληνες». Στις 20 Μαρτίου 1922, ο Άγγλος διπλωμάτης Ρέντελ συνέταξε ένα μνημόνιο για τις τουρκικές ωμότητες σε βάρος των χριστιανών από το 1919 κι έπειτα. Στο προοίμιο αυτού του μνημονίου διαβάζουμε:
«Η επίτευξη της ανακωχής με την Τουρκία, στις 30 Οκτωβρίου 1918, φάνηκε να επέφερε μια προσωρινή παύση των διωγμών των μειονοτήτων εκ μέρους των Τούρκων, που διαπράχθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Στην επιδίωξη αυτών των διωγμών, είναι γενικώς αποδεκτό ... ότι πάνω από 500.000 ‘Έλληνες εξορίστηκαν, εκ των οποίων συγκριτικώς ελάχιστοι επέζησαν...».
Διεθνής αναγνώριση
Πριν από τον όρο "Γενοκτονία" υπήρχε ο όρος "Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας". Πρόβλημα στη δίκη των γενοκτόνων μπορεί να υπάρξει με το νομικό όρο "nullum crimen nulla poena sine lege", δηλαδή δίχως προϊσχύοντα νόμο δεν υπάρχει έγκλημα ούτε ποινή.
Ο όρος της Γενοκτονίας δεν υπήρχε την εποχή εκείνη, έτσι η τιμωρία και καταδίκη εκείνων τίθεται υπό ερωτηματικό. Το ποινικό Δίκαιο, για να εξασφαλίσει τη δίκαιη μεταχείριση των κατηγορουμένων δεν μπορεί να δράσει αναδρομικά. Από την άλλη άποψη όμως σε όλα τα νομικά πλαίσια υπήρχε η τιμωρία της δολοφονίας.
Στις 24 Φεβρουαρίου 1994 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη της 19ης Μαϊου ως «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο», ημέρα που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα. Επίσης, στο 1998 η Βουλή ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη «της 14ης Σεπτεμβρίου ως ημέρας εθνικής μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος».
Στο Δεκέμβριο 2007 η Διεθνής Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών (International Association of Genocide Scholars ή IAGS) αναγνώρισε επίσημα τη γενοκτονία των Ελλήνων, μαζί με την γενοκτονία των Ασσυρίων, και εξέδωσε το εξής ψήφισμα:
«ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η άρνηση μιας γενοκτονίας αναγνωρίζεται παγκοίνως ως το έσχατο στάδιο γενοκτονίας, που εξασφαλίζει την ατιμωρησία για τους δράστες της γενοκτονίας, και ευαπόδεικτα προετοιμάζει το έδαφος για τις μελλοντικές γενοκτονίες,
ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η Οθωμανική γενοκτονία εναντίον των μειονοτικών πληθυσμών κατά τη διάρκεια και μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, παρουσιάζεται συνήθως ως γενοκτονία εναντίον μόνο των Αρμενίων, με λίγη αναγνώριση των ποιοτικά παρόμοιων γενοκτονιών, εναντίον άλλων χριστιανικών μειονοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας,
ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΤΑΙ ότι είναι πεποίθηση της Διεθνούς Ένωσης των Μελετητών Γενοκτονιών, ότι η Οθωμανική εκστρατεία εναντίον των χριστιανικών μειονοτήτων της αυτοκρατορίας, μεταξύ των έτων 1914 και 1923, συνιστούν γενοκτονία εναντίον των Αρμενίων, Ασσυρίων, Ποντίων και των Έλλήνων της Ανατολίας.
ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΤΑΙ η Ένωση να ζητήσει από την κυβέρνηση της Τουρκίας να αναγνωρίσει τις γενοκτονίες εναντίον αυτών των πληθυσμών, να ζητήσει επίσημα συγγνώμη, και να λάβει τα κατάλληλα και σημαντικά μέτρα προς την αποκατάσταση (μη επανάληψη).»
Η Τουρκία δεν αναγνωρίζει ότι υπήρξε γενοκτονία και αποδίδει τους θανάτους σε απώλειες πολέμου, σε λοιμό και σε ασθένειες και δεν παραδέχεται ότι υπήρξε γενοκτονία.Ωστόσο πολλοί τούρκοι επιστήμονες έχουν δημοσίως χαρακτηρίσει τα γεγονότα ως γενοκτονία.
Ενιαία Γενοκτονία των Ελλήνων
Στο πλαίσιο της συνολικής θέωρησης του θέματος, έχει προταθεί από Φορείς και Ενώσεις προσφύγων η ενιαία και καθολική αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Ανατολής και όχι η αποσπασματική ανάδειξή της με τοπικιστικά χαρακτηριστικά.
Περισσότερα Άρθρα...
- "Οι Άσσοι των Γηπέδων", μία "ανταρσία" που έγινε ταινία
- Παγκόσμια Ημέρα κατά της Aσθενείας Πάρκινσον 11 Απριλίου
- Καθαρά Δευτέρα, το τέλος των Αποκριών και το ξεκίνημα της Σαρακοστής για την Ορθόδοξη Εκκλησία
- "Το βραχιολάκι του Μάρτη", ένα από τα ωραιότερα έθιμα της Ελληνικής παράδοσης και η ιστορία πίσω από το ξεχωριστό αυτό έθιμο