Άρθρα
Γερτρούδη Μπελ η τρομερή κατάσκοπος και διπλωμάτης της Βρετανίας που συνεργάστηκε με τον “Λόρενς της Αραβίας”
Γερτρούδη Μπελ
Η τρομερή κατάσκοπος της Βρετανίας που συνεργάστηκε με τον “Λόρενς της Αραβίας”. Οι Άραβες τη σέβονταν και τη θεωρούσαν ως τη γυναίκα με «ανοικτά μάτια και αυτιά»...
Η Βρετανίδα Γερτρούδη Μπελ αφιέρωσε όλη της τη ζωή στον αραβικό κόσμο και εργάστηκε σκληρά για λογαριασμό της βρετανικής κυβέρνησης. Μία από τις πρώτες γυναίκες διπλωμάτες, η Μπελ σε αντίθεση με τις υπόλοιπες γυναίκες της εποχής της, δεν παντρεύτηκε ποτέ, φοίτησε στα καλύτερα σχολεία και πήρε πτυχίο Ιστορίας από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Προερχόμενη από μία αστική οικογένεια, γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου 1868 στο Ντάρχαμ της Αγγλίας. Μόλις ολοκλήρωσε τις σπουδές της πήγε στην Τεχεράνη, όπου ο θείος της ήταν Πρέσβης της Αγγλίας. Η Τεχεράνη ήταν μόνο η αρχή από μία σειρά ταξιδιών που πραγματοποίησε τα επόμενα χρόνια στη Μέση Ανατολή.
Επισκέφτηκε την Παλαιστίνη, τη Συρία, την Κωνσταντινούπολη, τη Βηρυτό και ήταν από τις πρώτες γυναίκες ορειβάτες που ανέβηκαν στις Άλπεις. Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών της έγραψε πολλά πεζογραφήματα και άρθρα σε περιοδικά για τον καινούργιο κόσμο που ανακάλυπτε. Μάλιστα, καθώς εξερευνούσε τις Αραβικές χώρες, δεν παρέλειψε να χαρτογραφήσει την περιοχή.
Ασχολήθηκε με την αρχαιολογία και συμμετείχε σε πολλές ανασκαφές στο Ιράκ και στη Συρία. Χάρη στην Μπελ και τα αρχαιολογικά ευρήματα που συγκέντρωσε τα χρόνια παραμονής της στη Μεσοποταμία, δημιουργήθηκε το αρχαιολογικό μουσείο στη Βαγδάτη.
Εκτός από τη συγγραφή και την αρχαιολογία, η Μπελ έπαιξε σημαντικό ρόλο ως διπλωμάτης και μυστικός πράκτορας της Βρετανίας. Η πολυετής εμπειρία της στις αραβικές χώρες, ο κύκλος γνωριμιών που είχε αποκτήσει και η γνώση της αραβικής γλώσσας οδήγησε τη βρετανική κυβέρνηση να τη διορίσει μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως σύμβουλο στη Βαγδάτη.
Η “Μις Μπελ”, όπως ήταν γνωστή στην Αραβία, εργάστηκε δίπλα στον Λόρενς και οι δύο τους, ως κατάσκοποι της Βρετανίας, ενθάρρυναν τους Άραβες να ξεσηκωθούν εναντίον των Οθωμανών.
Η Μπελ, παρά τις θρησκευτικές διαφορές που ίσχυαν στη Μεσοποταμία, πίστευε ότι εάν υπήρχαν οι κατάλληλοι ηγέτες θα ήταν εφικτή η δημιουργία ενός κράτους. Όπερ και εγένετο, σχεδίασε τα σύνορα του σημερινού Ιράκ και στη Σύνοδο Κορυφής που πραγματοποιήθηκε στο Κάιρο απο τον Ουίνστον Τσώρτσιλ αποφασίστηκε να γίνει ηγέτης του νεοσύστατου κράτους ο Χασεμίτης Φαϊζάλ.
Ο Φαϊζαλ ήταν επιλογή της Μπελ και το νεοσύστατο κράτος ήταν το Ιράκ. Το Ιράκ αποτελούνταν από τις πρώην οθωμανικές περιοχές της Βασόρας, της Βαγδάτης και της Μοσούλης. Η Μπελ θεωρούσε τον Φαϊζάλ ικανό να ενώσει τους Σουίτες, τους Σουνίτες και τους Κούρδους και ήταν αυτή που τον βοήθησε να καταστείλει μια εξέγερση το 1920.
Η “Αλ Χατούμ” όπως τη φώναζαν, αγαπήθηκε πολύ από του Άραβες και το όνομά της σήμαινε τη γυναίκα που έχει ανοιχτά τα μάτια και τα αυτιά της για το καλό του κράτους.
Στις 12 Ιουλίου του 1926 η Γερτρούδη Μπελ πέθανε από υπερβολική χρήση βαρβιτουρικών.
Πληροφορίες: mixanitouxronou.gr
Τομ Κάρβελ Ο ελληνοαμερικανός παγωτατζής, πατέρας του Franchise
Τομ Κάρβελ
Ο ελληνοαμερικανός παγωτατζής, πατέρας του Franchise
Ο Θωμάς Καρβέλας γεννήθηκε στην Αθήνα στις 14 Ιουλίου 1906 κι έφτασε σε παιδική ηλικία στις ΗΠΑ.
Εξελίχθηκε σε μορφή του παγκόσμιου εμπορίου και της προώθησης προϊόντων, με αφορμή ένα τυχαίο συμβάν: έχοντας δανειστεί 15$ από τη μέλλουσα σύζυγό του Αγνή, αγόρασε ένα φορτηγό και ζούσε μεταφέροντας και πουλώντας παγωτά.
Το 1934, το αμάξι έπαθε λάστιχο και ο Θωμάς άρχισε να πουλάει το φορτίο του στους περαστικούς, προκειμένου να μην του χαλάσει και το πετάξει. Το συμβάν αυτό του έδωσε την ιδέα να ανοίξει στην ίδια περιοχή – στο Σέντραλ ‘Αβενιου του Γουεστσέστερ – το πρώτο κατάστημα πώλησης παγωτών, που υπάρχει ως τις μέρες μας.
Ως Tom Carvel πλέον άρχισε την εκρηκτική παρουσία του στο αμερικάνικο εμπόριο: δημιούργησε και κατοχύρωσε την πρώτη μηχανή soft παγωτού. Εισάγει την ιδέα προώθησης «με την αγορά ενός, άλλο ένα δωρεάν».
Εισάγει τη μέθοδο franchising δανείζοντας με συγκεκριμένες προδιαγραφές τη φίρμα του σε καταστήματα πώλησης παγωτού και δημιουργώντας το Carvel College of Ice Cream Knowledge για την εκπαίδευση των νέων επιχειρηματιών.
Τοποθετεί ψυγεία με τη φίρμα του σε διάφορους χώρους. Δημιουργεί το παγωτό-σάντουιτς και προτείνει «επετειακά» παγωτά για εορταστικές μέρες. Δημιούργησε πρώτος το παγωτό χωρίς λιπαρά και το γιαούρτι-παγωτό.
Εγκαινίασε το πρώτο σούπερ μάρκετ παγωτού.
Εξαιρετικά σημαντικό βάρος στην επιχειρηματική του δραστηριότητα έδωσε στη διαφήμιση.
Το 1955 ήταν ο πρώτος που έκανε διαφημιστικά μηνύματα για τα παγωτά στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση.
Συμμετέχοντας σχεδόν πάντα ο ίδιος στις διαφημίσεις με τη χαρακτηριστική φωνή και το παρουσιαστικό του, αποτέλεσε για δεκαετίες μια οικεία φυσιογνωμία στο κοινό.
Τη δεκαετία του ’70 εξέδιδε διαφημιστικά κόμικς και υπάρχουν αναφορές στο όνομά του σε τραγούδια.
Πέθανε στη Νέα Υόρκη στις 21 Οκτωβρίου 1990, κατά τη διάρκεια του ύπνου του.
Πληροφορίες: efisoul63
Λίνο Βεντούρα, ήταν Ιταλός ηθοποιός που πρωταγωνίστησε σε γαλλικές ταινίες
Λίνο Βεντούρα
Ο Λίνο Βεντούρα, ήταν Ιταλός ηθοποιός που πρωταγωνίστησε σε γαλλικές ταινίες.
Γεννήθηκε ως Angiolino Giuseppe Pasquale Ventura στην Πάρμα της Ιταλίας από τους Giovanni Ventura και Luisa Borrini. Οι γονείς του μετακόμισαν στη Γαλλία αμέσως μετά την γέννησή του. (14 Ιουλίου 1919 - 22 Οκτωβρίου 1987)
Το βουβαλόπαιδο από την Πάρμα έχτισε μια στρατοσφαιρική καριέρα ενσαρκώνοντας μούτρα του υποκόσμου με ψυχρό φλέγμα και αντρίκειο κώδικα τιμής, κατορθώνοντας να ταυτιστεί με τη θρυλικότερη περίοδο του γαλλικού σινεμά. Τον θυμόμαστε με στοργή.
«Έχω κάνει πολλά στη ζωή μου. Είμαι μπαλαντέρ. Οπωσδήποτε χρωστάω πολλά στα σπορ». Βλέπετε, ο Λίνο ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στον χώρο του θεάματος σαν παλαιστής. Εξ ου και η τσαλακωμένη μουτσούνα. Που παραμένει αλησμόνητη, ιδιαίτερα σε όποιον παρακολούθησε έστω και μια περφόρμανς του κατόχου της. Ο Λίνο Βεντούρα είδε το πρώτο φως στην Πάρμα, ανήμερα της επετείου της πτώσης της Βαστίλης, υπό το όνομα Αντζιολίνο Τζουζέπε Πασκουάλε Βεντούρα. Παράτησε το σχολείο στα οχτώ και καταπιάστηκε με διάφορες μικροδουλειές, προτού στραφεί στην πάλη με βλέψεις πρωταθλητισμού, τις οποίες υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει εξαιτίας σοβαρών τραυματισμών.
Παρότι Ιταλός, το σινεμά της γενέτειράς του αποτελεί μονάχα υποσημείωση στη λαμπρή του καριέρα. Στη Γαλλία καθιερώθηκε, εκεί διέπρεψε και λατρεύτηκε, έστω και αν δεν απέκτησε την υπηκοότητα ποτέ. Η διττή σχέση του με την πραγματική και τη θετή του πατρίδα πήρε μια περίεργη τροπή κατά τη διάρκεια του πολέμου, όταν κληρώθηκε να υπηρετήσει στον ιταλικό στρατό, από τον οποίο λιποτάκτησε, προκειμένου να μην προδώσει τα γαλλικά ιδεώδη. Αργότερα παντρεύτηκε Γαλλίδα και γέννησε τα τέσσερα παιδιά του εκεί, όμως παρέμεινε επίσημα Ιταλός για να μην κακοκαρδίσει τους γονείς του. Έστω και έτσι, οι Γάλλοι τον κατέταξαν στο πάνθεον των σπουδαιότερων δικών τους ηθοποιών.
Ο Λίνο εισήλθε στην ηθοποιία λαθραία, όταν κάποιος φίλος τον σύστησε στον σκηνοθέτη Ζαν Μπεκέρ, ο οποίος το 1954 γύρευε κάποιον για να παίξει πλάι στον Ζαν Γκαμπέν, στο άψογο «Touchez pas au grispi». Εκείνο τον καιρό κανείς δεν έλεγε όχι στον Μπεκέρ, ωστόσο ο Λίνο, που ψωμολυσσούσε δουλεύοντας ως εφημεριδοπώλης, χαμάλης ξενοδοχείου, μηχανικός, ντελιβεράς, πλασιέ, αρχικά αρνήθηκε, κατόπιν δέχτηκε.
Έφτασε στα στούντιο Billancourt γεμάτος ανασφάλεια, «το πολύ - πολύ, αν με αποπάρει κανείς, να τον σπάσω στο ξύλο», δήλωσε αργότερα, στο τέλος όμως η ερμηνεία του στον ρόλο του χαμερπούς ντίλερ προκάλεσε εκστατικό αντίκτυπο σε όλο τον καλλιτεχνικό περίγυρο.
Σε εκείνο το σημείο το μικρόβιο του σινεμά δεν είχε μολύνει ακόμη όλη του την ύπαρξη. Είκαζε πως δεν το είχε ανάγκη, ότι δεν επρόκειτο να βιοποριστεί από αυτό, γεγονός που τον βοήθησε να παίξει με περισσή χαλαρότητα ύφους τους επόμενους hardboiled γκανγκστερικούς ρόλους που του προτάθηκαν σωρηδόν. Συνεργάστηκε με όλους τους μεγάλους της nouvelle vague και του γαλλικού νουάρ: με τη Ζαν Μορό και τον Μπελμοντό. Με τον Έντι Κονσταντίν, τον Αλέν Ντελόν, την Ανούκ Αϊμέ, τη Σιμόν Σινιορέ, την Μπριζίτ Μπαρντό και τον Σαρλ Αζναβούρ. Από το ’53 ως το ’87, ο Λίνο αποδρούσε από φυλακές, περιπλανιόταν, οδηγούσε, βανδάλιζε με ατσαλάκωτη καμπαρτίνα, κάπνιζε και έπινε σε ρυθμούς τζαζ, μοίραζε καυτό μολύβι και αεροδιαστημικά μπουνίδια, χωρίς να χαμπαριάζει το παραμικρό.
Εκείνος που φιλοτέχνησε, ωστόσο, την πιο θριαμβική του εκδοχή και εγγυήθηκε την οριστική καθιέρωση του Βεντούρα ως ηθοποιού ολκής ήταν ο Ζαν-Πιερ Μελβίλ. Τα μινιμαλιστικά, υπαρξιστικά πειράματα της χρυσής περιόδου του σκηνοθέτη, η οποία διήρκησε από το 1956 μέχρι το 1969 και χάρισε στον κινηματογράφο σημαδιακές ταινίες σαν το «Bob le flambeur» (γυρισμένο με χειροκίνητη κάμερα και ασυνεχές μοντάζ, συνιστώντας προάγγελο της nouvelle vague), το «Deus hommes dans Manhattan» (με τον Πιερ Γκρασέ και τον ίδιο τον Μελβίλ), το «Le Doulos» (Μπελμοντό), και το «Le Samuraï» (Ντελόν), όπλισαν το αγριεμένο εγώ του Λίνο Βεντούρα με τις μνημειωδέστερες ερμηνείες του. Όπως έλεγε και ο ίδιος, «έχω μια έφεση στους μοναχικούς ήρωες. Ο τύπος του Σούπερμαν μου προκαλεί δυσανεξία. Μπορεί να εξιδανίκευσα τους γκάγκστερ, αλλά τους προσέδωσα ανθρώπινα χαρακτηριστικά».
Υπό την πεφωτισμένη καθοδήγηση του Μελβίλ, ο Βεντούρα γίνεται μαρτυρική φιγούρα ως δραπέτης Gu, στη γεμάτη σασπένς καταδίωξή του από τον επιθεωρητή Blot στο «Le deuxième souffle» του ’66. Ενώ στο «L’ armèe des hombres» (1969) επιτυγχάνει μια υπνωτική ερμηνεία ως μεθοδικός ινστρούκτορας της γαλλικής αντίστασης, σε έναν ρόλο αντιστικτικό με τον πρόσφατο Σμάιλι του Γκάρι Όλντμαν. Η ταινία, που περιείχε τα αρτιότερα πλάνα του Μελβίλ, έμεινε επί τριανταεπτά έτη ακυκλοφόρητη στην Αμερική, μέχρι το ετεροχρονισμένο, αλλά θριαμβικό ντεμπούτο της το 2006.
«Τι θα πει “αγωνιώ για τον ρόλο μου;”» αποπαίρνει ο Βεντούρα κάποια δημοσιογράφο στη διάρκεια συνέντευξης που κυκλοφορεί στο YouTube. «Ασφαλώς και τον επεξεργάζομαι, αλλά παίζω πάγια ενστικτωδώς». «Και γιατί λέτε πως τα θαλασσώνατε;» τον ρωτά ένας άλλος. «Διότι τα έκανα όλα με τον τρόπο μου. Δεν είχα καμιά πειθαρχία. Ήμουν αγρίμι». Ενώ για τον παροιμιώδη αναχωρητισμό του, αιτιολογούνταν ως εξής: «Γιατί να πάω εκεί που νιώθω άβολα; Τι σημαίνει το “οφείλω στο κοινό”; Δεν οφείλω σε κανέναν τίποτε. Χρωστάω μόνο μια καλή ταινία σε εκείνους που με πληρώνουν». Ο ανυπότακτος, αμετροεπώς ταλαντούχος Λίνο Βεντούρα εξόφλησε το χρέος του με 75 ταινίες, και ήταν όλες τους παραπάνω από καλές.
Πέθανε στις 22 Οκτωβρίου 1987 σε ηλικία 68 ετών.
Πληροφορίες: zougla.gr
Ίνγκμαρ Μπέργκμαν σκηνοθέτης σεναριογράφος θεάτρου και κινηματογράφου
Ίνγκμαρ Μπέργκμαν
Ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν (Σουηδικά: Ingmar Bergman) ήταν Σουηδός σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου 1918 στην Ουψάλα, μεγάλωσε όμως στη Στοκχόλμη. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Τμήμα Ιστορίας και Φιλολογίας του πανεπιστημίου της πόλης άρχισε να ασχολείται με τη σκηνοθεσία, πρώτα στο θέατρο και στη συνέχεια στον κινηματογράφο.
Εργάστηκε στα σημαντικότερα θέατρα της Σουηδίας ανεβάζοντας έργα των Στρίντμπεργκ, Σαίξπηρ, Λουίτζι Πιραντέλο, Αλμπέρ Καμύ, Τένεσι Ουίλιαμς, Ζαν Ανούιγ, Μπέρτολντ Μπρεχτ, Άντον Τσέχοφ, αλλά και δικά του. Παράλληλα σκηνοθέτησε μεγάλο αριθμό ταινιών με σενάρια που έγραψε ο ίδιος, με τις οποίες αναδείχτηκε διεθνώς ως ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του κινηματογράφου.
Κύρια θέματα των ταινιών του είναι η αδυναμία ουσιαστικής επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, η αντιπαράθεση του ανθρώπου με τον εαυτό του και με τον Θεό και η αμφισβήτηση του τελευταίου, η ανάλυση των διαπροσωπικών σχέσεων και κυρίως των σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων και η αναζήτηση του νοήματος της ζωής. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 και μετά εγκαταλείπει τη χρήση συμβολισμών και αλληγοριών που κυριαρχούσαν σε παλαιότερες ταινίες του (Η Έβδομη Σφραγίδα, Άγριες φράουλες, Η τριλογία της Σιωπής) και περνά σε περισσότερο λιτές σκηνοθεσίες, ερευνώντας κυρίως τη γυναικεία ψυχοσύνθεση και την προσπάθεια του ανθρώπου να γνωρίσει του εαυτό του.
Από το 1970 και μετά γύρισε τις ταινίες Η επαφή (1970), Κραυγές και ψίθυροι (1972), Πρόσωπο με πρόσωπο (1976), Το αβγό του φιδιού (1977), Φθινοπωρινή σονάτα (1978) και Οι μαριονέτες (1980).
Σε αντίθεση με άλλους μεγάλους σκηνοθέτες που τήρησαν αρνητική στάση απέναντι στην τηλεόραση, σκηνοθέτησε πολλές τηλεοπτικές διασκευές θεατρικών έργων, αλλά και σειρές ή ταινίες για την τηλεόραση που μεταφέρθηκαν και στον κινηματογράφο, συχνά σε συντομότερες εκδοχές, όπως Σκηνές από έναν γάμο (1973), Ο μαγεμένος αυλός (1974), το ντοκιμαντέρ Οι άνθρωποι του Φάρο (1979), το αυτοβιογραφικό Φάνι και Αλέξανδρος (1983), που απέσπασε πολλά βραβεία σε διεθνή φεστιβάλ, μεταξύ των οποίων και Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 1984, και το Μετά την πρόβα (1984).
Μετά το γύρισμα της τελευταίας του ταινίας, συνέχισε να ασχολείται με τη σκηνοθεσία στο θέατρο και με τη συγγραφή σεναρίων, κάποια από τα οποία γυρίστηκαν ταινίες, όπως Οι καλύτερες προθέσεις (1991) του Μπιλ Άουγκουστ και Το παιδί της Κυριακής (1992) του γιου του Ντάνιελ Μπέργκμαν. Το 1987 εξέδωσε την αυτοβιογραφία του με τον τίτλο Η μαγική κάμερα και το 1990 μια συλλογή από σκέψεις του με τον τίτλο Εικόνες.
Για το συνολικό του έργο έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις, όπως το Μεγάλο Χρυσό Παράσημο της Σουηδικής Ακαδημίας Γραμμάτων και Τεχνών (1977), το Βραβείο της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (1987), το Ειδικό Βραβείο Φελίξ (1988) και το Βραβείο Ζόνινγκ του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης (1989). Επίσης, από το 1978 έχει θεσμοθετηθεί κινηματογραφικό βραβείο με το όνομά του από το Σουηδικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου.
Σύζυγος: Else Fisher (1943–45), Ellen Lundström (1945–50), Gun Grut (1951–59), Käbi Laretei (1959–69), Ingrid von Rosen (1971–95)
Σύντροφος: Χάριετ Άντερσον
Τέκνα: Lena Bergman, Eva Bergman, Jan Bergman, Anna Bergman, Mats Bergman, Maria von Rosen, Daniel Bergman, Linn Ullmann
Πέθανε στις 30 Ιουλίου 2007.
Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης (6 Ιουνίου 1749 - 14 Ιουλίου 1809)
Νικόδημος ο Αγιορείτης
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης είναι άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και υπήρξε από τις σημαντικότερες ασκητικές μορφές της σύγχρονης ορθόδοξης χριστιανικής πίστης. (6 Ιουνίου 1749 - 14 Ιουλίου 1809)
Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Νικόλαος Καλλιβρούτσης. Θεωρείται ως μια από τις ηγετικές μορφές της κίνησης των Κολλυβάδων Πατέρων, μαζί με τους Μακάριο Νοταρά και Αθανάσιο Πάριο. Η συνεισφορά του υπήρξε πολύπλευρη και αφορούσε ποιμαντικό και συγγραφικό έργο, ενώ είναι και ο συγγραφέας του Πηδαλίου, της Φιλοκαλίας και του Ευεργετινού.
Ο βίος του
Παιδική ηλικία και μόρφωση
Γεννήθηκε στη Νάξο το 1749. Ο πατέρας του λεγόταν Αντώνιος και η μητέρα του Αναστασία. Το βαπτιστικό του όνομα ήταν Νικόλαος. Από μικρός γαλουχήθηκε με χριστιανική ανατροφή από τους γονείς του. Ακολούθησε σπουδές και αποφοίτησε αρχικά από τη σχολή του Αγίου Γεωργίου στη Νάξο όπου είχε διδάσκαλο τον αδελφό του Κοσμά του Αιτωλού αρχιμανδρίτη Χρύσανθο. Εν συνεχεία ανεχώρησε για ανώτερες σπουδές στη Σμύρνη. Εκεί σπούδασε στην Ευαγγελική σχολή της Σμύρνης, για πέντε έτη. Διέπρεψε μάλιστα τόσο στη σχολή αυτή ώστε ο Ιερόθεος Σμύρνης τον ήθελε για μελλοντικό διευθυντή της σχολής του. Η μόρφωσή που έλαβε στη Σμύρνη εκτός από τη θεολογική επιστήμη περιελάμβανε και άλλες γνώσεις όπως φιλοσοφικές, οικονομικές, ιατρικές, αστρονομικές και στρατιωτικές. Στα ιδιαίτερα χαρίσματά του ήταν ο εξαιρετικός χειρισμός της γλώσσας, η γνώση γαλλικών, ιταλικών και λατινικών καθώς και η ισχυρή μνήμη.
Στροφή στο μοναχισμό
Το 1770, αφού αποφοίτησε από την Σχολή, επέστρεψε στην Νάξο και για μια πενταετία (1770-1774) περίπου εργάστηκε ως Γραμματέας της Μητροπόλεως Παροναξίας υπό την εποπτεία και την καθοδήγηση του Μητροπολίτου Παροναξίας Ανθίμου του Γ΄ (1742-1779). Ο Νικόδημος ήταν λάτρης της μοναστικής πολιτείας. Αυτή η επιθυμία του, γιγάντωσε με τη γνωριμία με μοναχούς του Αγίου Όρους και με άλλες προσωπικότητες, όπως είναι ο Άγιος Μακάριος Νοταράς, επίσκοπος Κορίνθου. Το 1775 ήρθε στην Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους. Εκεί εκάρη μοναχός με το όνομα Νικόδημος. Σε αυτή την απόφαση ίσως να συνέβαλε και η μητέρα του, η οποία είχε και αυτή καρεί μοναχή στη Νάξο ονομαζόμενη Αγαθή.
Ο μοναστικός βίος
Ο Νικόδημος, υπήρξε πολύ δραστήριος: είχε αναλάβει παράλληλα το διακόνημα-οφφίκιο του Αναγνώστη στις Ακολουθίες και του Γραμματέα της μονής. Έτσι ως εργόχειρο του είχε την αντιγραφή κωδίκων. Διατηρούσε αλληλογραφία με πολλούς λογίους της εποχής του και ιδιαιτέρως με τον Οικουμενικό Πατριάρχη και εθνομάρτυρα Γρηγόριο Ε' και τον όσιο Αθανάσιο τον Πάριο. Ως μοναχός συνέταξε μεγάλο αριθμό συγγραμμάτων και βιβλίων που γίνεται εμφανής η ορθόδοξος θεολογία. Στόχος του ήταν μια δυναμική απόκρουση των αιρέσεων και των κακοδοξιών των ημερών του.
Ο Νικόδημος ο Αγιορείτης υπήρξε η προεξάρχουσα μορφή των Κολλυβάδων, μιας μερίδας μοναχών το Αγίου Όρους που αρχικά ήθελαν τα μνημόσυνα των νεκρών να γίνονται όπως η παράδοση επέβαλε Σάββατο ή οποιαδήποτε άλλη μέρα εκτός από Κυριακή ή δεσποτική εορτή, κάτι που εκείνη την περίοδο είχε επιτραπεί για διαφόρους λόγους. Η στάση τους αυτή βρήκε την αντίρρηση μιας άλλης μερίδας μοναχών που έγινε γνωστή ως Αντικολλυβάδες, που υποστήριζε πως μπορούσαν να γίνονται μνημόσυνα την Κυριακή, αλλά και του Οικουμενικού Πατριαρχείου ( υπό του Πατριάρχη Σωφρόνιου ) που τους καταδίκασε τελικά το 1776. Ένεκα της εμμονής του στις παραδόσεις και στο Πνεύμα των Ιερών κανόνων της Εκκλησίας, υπέστη ταπεινώσεις και διωγμούς, διότι απέρριπτε τις λατινογενείς προσμίξεις στην ορθόδοξη θεολογία και λειτουργική ζωή. Επίσης ήταν σφοδρός πολέμιος της εκκοσμίκευσης της εκκλησίας και της αλλοίωσης της ορθόδοξης ασκητικής παράδοσης, που κέντρα στην εποχή του προωθούσαν στα πρότυπα της λατινικής μοναχικής παράδοσης. Έτσι οι Κολλυβάδες μετατράπηκαν στο αντίπαλο δέος του Νεοελληνικού Διαφωτισμού.
Απεβίωσε την Τετάρτη 14 Ιουλίου του 1809, σε ηλικία 60 ετών
στο κελί των Σκουρταίων, στις Καρυές του Αγίου Όρους.
Αγιότητα και Εορτή
Η Ορθόδοξη Εκκλησία από τις 31 Μαΐου 1955 τον κατέταξε στο Αγιολόγιό της, με σχετική πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, μετά από αίτημα των Μονών του Αγίου Όρους το οποίο υποβλήθηκε από τον Γέροντα Ανανία τον Λαυριώτη. Η μνήμη του Αγίου Νικοδήμου εορτάζεται στις 14 Ιουλίου με ασματικές ακολουθίες τις οποίες συνέταξαν οι Γεράσιμος Μικρογιαννανίτης και ο πρώην Πατρών Νικόδημος Βαλλινδράς, και ο αρχιμανδρίτης Νικόδημος Παυλόπουλος. Επίσης εορτάζεται και την πρώτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου, κατά την καθιερωμένη Σύναξη των Πέντε Αγίων της Παροναξίας, αλλά και την τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου στην Πάρο, όπου τελείται η Σύναξη των Αγίων.
Οι Νάξιοι της Αθήνας στο ναό τους της Αγίας Βαρβάρας, τέρμα Πατησίων, στο νότιο κλίτος του ναού τοποθέτησαν άλλη μία Αγία Τράπεζα προς τιμήν του νέου Αγίου και ονόμασαν το κλίτος αυτό Αγίου Νικόδημου Αγιορείτου.
Εργογραφία
Ακτημοσύνη, παρθενία και υπακοή είναι τα στοιχεία που κυρίως πραγματεύεται στη βιβλιογραφία του. Κυριότερα έργα είναι ο Αόρατος Πόλεμος, τα Πνευματικά Γυμνάσματα, το Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον, ο Κήπος Χαρίτων‚ το Νέον Μαρτυρολόγιον, το Εορτοδρόμιον, ο Συναξαριστής, η Ερμηνεία των επιστολών του Παύλου κ.α. Επίσης συνέγραψε το «Πηδάλιον», ενώ θεωρείται ένας από τους κορυφαίους εκκλησιαστικούς συναξαριστές.
Περισσότερα Άρθρα...
- Δημήτρης Μαρωνίτης, σπουδαίος Έλληνας φιλόλογος, μεταφραστής αρχαίων συγγραφέων και δοκιμιογράφος
- Μπαντ Σπένσερ, ο Ολυμπιονίκης και περίφημος πρωταγωνιστής των ταινιών σπαγγέτι γουέστερν
- Μάχη Κιλκίς-Λαχανά, διεξήχθη μεταξύ ελληνικών και βουλγαρικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια του Β' Βαλκανικού Πολέμου
- Διεθνής Ημέρα κατά της Ομοφυλοφοβίας