Άρθρα
Μάνος Χατζιδάκις κορυφαίος Έλληνας συνθέτης και ποιητής
Μάνος Χατζιδάκις
Ο Μάνος Χατζιδάκις, ήταν κορυφαίος Έλληνας συνθέτης και ποιητής. Θεωρείται ο πρώτος που συνέδεσε με το έργο του, θεωρητικό και συνθετικό, τη λόγια μουσική με τη λαϊκή μουσική παράδοση. Πολλά από τα εκατοντάδες έργα του αναγνωρίζονται σήμερα ως κλασικά. (Ξάνθη, 23 Οκτωβρίου 1925 – Αθήνα, 15 Ιουνίου 1994)
Βιογραφία
Γέννηση και νεανικά χρόνια
Ο Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε στην Ξάνθη και ήταν γιος του δικηγόρου Γεωργίου Χατζιδάκι από τον Μύρθιο Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου και της Αλίκης Αρβανιτίδου από την Αδριανούπολη.
Η μουσική του εκπαίδευση ξεκινά σε ηλικία τεσσάρων ετών και περιλαμβάνει μαθήματα πιάνου από την αρμενικής καταγωγής πιανίστρια Αλτουνιάν. Παράλληλα εξασκείται στο βιολί και στο ακορντεόν.
Ο Χατζιδάκις εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα με τη μητέρα του το 1932 έπειτα από το χωρισμό των γονέων του.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1938, ο πατέρας του πεθαίνει σε αεροπορικό δυστύχημα, γεγονός που σε συνδυασμό με την έναρξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου επιφέρει μεγάλες οικονομικές δυσχέρειες στην οικογένεια.
Ο νεαρός Χατζιδάκις εργάζεται για βιοπορισμό ως φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι, παγοπώλης στο εργοστάσιο του Φιξ, υπάλληλος στο φωτογραφείο του Μεγαλοκονόμου και βοηθός νοσοκόμος στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο.
Παράλληλα επεκτείνει τις μουσικές του γνώσεις παρακολουθώντας ανώτερα θεωρητικά μαθήματα με τον Μενέλαο Παλλάντιο την περίοδο 1940 - 1943, ενώ ξεκινά και σπουδές Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τις οποίες όμως δεν θα ολοκληρώσει ποτέ. Την ίδια περίοδο συνδέεται με άλλους καλλιτέχνες και διανοούμενους, μεταξύ των οποίων ήταν οι ποιητές Νίκος Γκάτσος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Άγγελος Σικελιανός και ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης. Κατά την τελευταία περίοδο της Κατοχής συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ, όπου γνώρισε τον επίσης κορυφαίο μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, με τον οποίον σύντομα ανέπτυξε ισχυρή φιλία.
Τα πρώτα έργα
Η πρώτη εμφάνιση του Χατζιδάκι ως συνθέτη πραγματοποιείται το 1944, σε ηλικία 19 ετών, με τη συμμετοχή του στο έργο "Τελευταίος Ασπροκόρακας" του Αλέξη Σολομού, στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ο Χατζιδάκις θα παρακολουθήσει και μαθήματα υποκριτικής, αν και τελικά ο ίδιος ο Κουν θα τον προτρέψει να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη μουσική. Η συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης θα αποδειχθεί ιδιαίτερα παραγωγική και θα διαρκέσει περίπου δεκαπέντε χρόνια. Τέλος, το 1946, καταγράφεται η πρώτη του εργασία για τον κινηματογράφο, στην ταινία Αδούλωτοι Σκλάβοι.
Την περίοδο αυτή, ο Χατζιδάκις ανακαλύπτει το ρεμπέτικο τραγούδι και γίνεται ο πρώτος που θα το μελετήσει σε βάθος και θα κατανοήσει την αξία του. Στις 31 Ιανουαρίου 1949, σε ηλικία 23 ετών, δίνει στο Θέατρο Τέχνης τη διάσημη πλέον διάλεξη για το ρεμπέτικο τραγούδι.
Το 1950 θα αποτελέσει ιδρυτικό στέλεχος και καλλιτεχνικό διευθυντή του Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου, όπου παρουσιάζει τα τέσσερα μπαλέτα του, "Μαρσύας" (1950), "Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές" (1951), "Το Καταραμένο Φίδι" (1951) και "Ερημιά" (1958). Την ίδια εποχή, η τραγωδός Μαρίκα Κοτοπούλη αναθέτει στον Χατζιδάκι τη σύνθεση της μουσικής για τις "Χοηφόρους" (1950) από την "Ορέστεια" του Αισχύλου. Το γεγονός αυτό αποτελεί την απαρχή της ενασχόλησης του Χατζιδάκι με το αρχαίο δράμα. Μερικές από τις τραγωδίες και κωμωδίες για τις οποίες θα γράψει μουσική είναι η "Μήδεια" (1956), ο "Κύκλωπας" (1959), οι "Βάκχες" (1962), οι "Εκκλησιάζουσες" (1956), η "Λυσιστράτη" (1957) και οι "Όρνιθες" (1959). Το 1950 ο Χατζιδάκις συνεργάζεται με τον Άγγελο Σικελιανό προκειμένου να συνθέσει τη μουσική για την τελευταία τραγωδία του ποιητή "Ο Θάνατος του Διγενή".
Την ίδια περίοδο γράφει σημαντικά μουσικά έργα, όπως τα πιανιστικά έργα "Ιονική σουίτα" (1952) και "Για μια μικρή λευκή αχιβάδα" (1947, το πρώτο από 51 έργα που ο ίδιος ξεχωρίζει με ιδιαίτερη αρίθμηση ανάμεσα στο σύνολο της δημιουργίας του ως opus 1) καθώς και τον κύκλο τραγουδιών "Ο Κύκλος του C.N.S." (1954, αφιερωμένο στον Carlos Novi Sanchez για το θάνατο του κοινού τους φίλου Ετιέν Ρέρυ).
Η μεγάλη δημοσιότητα
Το 1957 ξεκινά μία περίοδος έντονης δημιουργικής δράσης. Ο Χατζιδάκις συνθέτει ασταμάτητα για το θέατρο και τον κινηματογράφο, όπου το έργο του γνωρίζει μεγάλη δημοφιλία, ενώ παράλληλα γράφει πολλά σημαντικά μουσικά έργα.
Το 1960 ήταν μία χρονιά με διακρίσεις και βραβεία. Του απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο στο Β' Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού του Ε.Ι.Ρ. για το "Κυπαρισσάκι" και την "Τιμωρία" με την Νάνα Μούσχουρη, απέσπασε το βραβείο για τη μουσική του στο "Ποτάμι" του Νίκου Κούνδουρου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, έγραψε τα "Τα Παιδιά του Πειραιά" για το "Ποτέ την Κυριακή" του Ζυλ Ντασέν, που έκαναν το γύρο του κόσμου "αποδίδοντας" στον συνθέτη και το Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού την επόμενη χρονιά, και επίσης συνέθεσε μουσική για τα θεατρικά έργα "Ευρυδίκη" του Ζαν Ανούιγ, "Το γλυκό πουλί της νιότης" του Τένεσι Ουίλιαμς, "Ο θάνατος του Διγενή" του Άγγελου Σικελιανού, "Η τύχη της Μαρούλας" του Δημητρίου Κορομηλά και για πολλές ταινίες. Ανάμεσά τους οι: "Μανταλένα", "Η Αλίκη στο ναυτικό", "Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος", "Η κυρία δήμαρχος", "Το κλωτσοσκούφι", "Ραντεβού στην Κέρκυρα", κ.α.
Το 1961 κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού για το τραγούδι "Τα παιδιά του Πειραιά". Η βράβευση αυτή του έδωσε παγκόσμια δημοσιότητα, την οποία ο Χατζιδάκις προσπάθησε να αποφύγει με κάθε τρόπο, θεωρώντας ότι του στερούσε τη δυνατότητα να διαμορφώσει ο ίδιος την σχέση του με τον ακροατή του. "Για μένα το Όσκαρ δεν αποτελεί στεφάνωμα μιας σταδιοδρομίας αλλά το αληθινό μου ξεκίνημα", ήταν η απάντηση-δήλωση του συνθέτη. "Τα παιδιά του Πειραιά" έφεραν στην Ελλάδα το δεύτερο Όσκαρ, δεκαπέντε χρόνια μετά την Κατίνα Παξινού και το δικό της Όσκαρ για την ερμηνεία της στην ταινία Για Ποιον Χτυπά η Καμπάνα. Το τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι για το Ποτέ την Κυριακή του Ζυλ Ντασέν, που έκανε το γύρο του κόσμου, επικράτησε των άλλων υποψηφιοτήτων, προσφέροντας στον Έλληνα δημιουργό μία διεθνή διάκριση. Ήταν μια βράβευση την οποία ο ίδιος δεν αντιμετώπισε ποτέ ως ξεχωριστή στιγμή στην καριέρα του. "Μπορεί ένα απλό τραγούδι να μου έφερε το Όσκαρ. Οι φιλοδοξίες μου όμως και οι υποχρεώσεις μου δεν σταματούν σε αυτό...", έλεγε. Την ίδια χρονιά ο Μάνος Χατζιδάκις απέσπασε το Β' βραβείο στο Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού για το τραγούδι του "Κουρασμένο παλληκάρι". Το Α' δόθηκε στον Μίκη Θεοδωράκη για την "Απαγωγή".
Το 1962 ο Χατζιδάκις χρηματοδοτεί το "Διαγωνισμό Σύνθεσης Μάνος Χατζιδάκις" στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο Δοξιάδη στην Αθήνα, με το πρώτο βραβείο να απονέμεται από κοινού στους Γιάννη Ξενάκη και Ανέστη Λογοθέτη. Το 1964 ιδρύει και διευθύνει την Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών (1964-66). Στο σύντομο χρονικό διάστημα της λειτουργίας της, η ορχήστρα έδωσε 20 συναυλίες με πρεμιέρες δεκαπέντε έργων Ελλήνων συνθετών. Την ίδια περίοδο αρχίζει και η συνεργασία του με τον Μωρίς Μπεζάρ. Οι Όρνιθες ανεβαίνουν από τα Μπαλέτα του 20ού Αιώνα στις Βρυξέλλες.
Μερικά έργα της περιόδου αυτής είναι η μουσική για την "Μήδεια" του Ευριπίδη (1958), το "Παραμύθι χωρίς όνομα" του Ι. Καμπανέλλη (1959), "Ο κύκλος με την κιμωλία" του Μπρεχτ, η "Οδός ονείρων" (1962), αλλά και "Το χαμόγελο της Τζοκόντας" - δέκα τραγούδια για ορχήστρα γραμμένα αρχικά για φωνή, ειδικά για τη Ζακλίν Ντανό (Παρίσι, 1962).
Στο εξωτερικό
Το 1966 ο Μάνος Χατζιδάκις επισκέπτεται τη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ προκειμένου να ανεβάσει στο Broadway με τον Ζυλ Ντασέν και τη Μελίνα Μερκούρη τη θεατρική διασκευή του "Ποτέ την Κυριακή" με τον τίτλο "Illya Darling". Κατά την παραμονή του στην Αμερική έρχεται σε επαφή με την ποπ και ροκ αμερικανική μουσική σκηνή, γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα την ηχογράφηση του κύκλου τραγουδιών "Reflections" σε συνεργασία με το συγκρότημα "New York Rock and Roll Ensemble", ενώ ηχογραφεί και "Το Χαμόγελο της Τζοκόντας" στην -πασίγνωστη πλέον- συμφωνική του μορφή. Παράλληλα συνεχίζει τη συνεργασία με τα μπαλέτα του 20ού Αιώνα στις Βρυξέλλες, όπου διευθύνει έργα δικά του ή άλλων συνθετών. Άλλα σημαντικά έργα της περιόδου είναι η μουσική για την ταινία "Blue" (1958) του Silvio Narizzano, η "Ρυθμολογία" (έργο για πιάνο) και η "Αμοργός" (1970), πάνω στο εμβληματικό ποίημα του ποιητή Νίκου Γκάτσου, έργο το οποίο ο συνθέτης άφησε ημιτελές.
Επιστροφή στην Ελλάδα - μεταπολίτευση
Το 1972 επιστρέφει στην Αθήνα και τον επόμενο χρόνο ιδρύει το μουσικό καφεθέατρο "Πολύτροπο" με το οποίο επιδιώκει, σύμφωνα με τον ίδιο, "μια τελετουργική παρουσίαση του τραγουδιού, μ' όλα τα μέσα που μας παρέχει η σύγχρονη θεατρική εμπειρία". Η περίοδος αυτή, μέχρι το τέλος της ζωής του, θεωρείται η περισσότερο ώριμη στη μουσική του σταδιοδρομία και σηματοδοτείται από την ηχογράφηση του έργου "Ο Μεγάλος Ερωτικός".
Η πολυεπίπεδη δραστηριοποίηση του Χατζιδάκι στο χώρο της τέχνης και οι παρεμβάσεις του στα κοινά αυτήν την περίοδο κορυφώνονται. Διορίζεται αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Λυρικής Σκηνής το διάστημα 1975 - 1977 ενώ την περίοδο 1975 - 1982 αναλαμβάνει καθήκοντα Διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας καθώς και Διευθυντή του κρατικού ραδιοσταθμού Τρίτο Πρόγραμμα. Η παρουσία του στο Τρίτο Πρόγραμμα αποτελεί μέχρι σήμερα σημείο αναφοράς για την ποιότητα και τις ιδέες στην ελληνική ραδιοφωνία. Η περίοδος εκείνη ήταν σίγουρα η ποιοτικότερη στην ιστορία του συγκεκριμένου ραδιοσταθμού.
Το 1979 ο Μάνος Χατζιδάκις καθιερώνει τις "Μουσικές Γιορτές" στα Ανώγεια της Κρήτης, που περιλαμβάνουν τοπικούς λαϊκούς χορούς και τραγούδια. Παράλληλα διοργανώνει συνέδριο με θέμα την παράδοση, στο οποίο συμμετέχουν διανοούμενοι, καλλιτέχνες και ακαδημαϊκοί. Τον επόμενο χρόνο εγκαινιάζει τον "Μουσικό Αύγουστο" στο Ηράκλειο, ένα καλλιτεχνικό Φεστιβάλ με κύριο στόχο την παρουσίαση νέων ρευμάτων τόσο στη μουσική όσο και στο χορό, τον κινηματογράφο, τη ζωγραφική και το θέατρο. Την περίοδο 1981 - 1982 διοργανώνει επίσης τους αγώνες ελληνικού τραγουδιού στην Κέρκυρα, ένα μουσικό διαγωνισμό για νέους Έλληνες συνθέτες.
Το 1985 παρουσιάζει και εκδίδει το πολιτιστικό περιοδικό "Το Τέταρτο" (1985 - 1986), το οποίο καταγράφει τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά δρώμενα μέσα από τις πολιτικές τους διαστάσεις. Το 1985 επίσης δημιουργεί την πρώτη ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία στην Ελλάδα, "Σείριος", η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα, με σκοπό την ανάδειξη καλλιτεχνών και μουσικών δημιουργιών επί τη βάσει μη εμπορικών κριτηρίων. Παράλληλα παρουσιάζει επιλεγμένα έργα και καλλιτέχνες στην μπουάτ "Σείριος" (Ζουμ) της Πλάκας.
Το 1989, ιδρύει την Ορχήστρα των Χρωμάτων προκειμένου να παρουσιάζει με πρωτότυπο τρόπο έργα κλασικών και σύγχρονων συνθετών. Ο ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκις διηύθυνε την Ορχήστρα των Χρωμάτων μέχρι το τέλος της ζωής του, δίνοντας συνολικά είκοσι συναυλίες και δώδεκα ρεσιτάλ ελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου. Στις 3 Ιουνίου 1990, σε συνεργασία με τον κορυφαίο μουσικό Άστορ Πιατσόλα, διευθύνει την Ορχήστρα των Χρωμάτων σε μια συναυλία που ηχογραφήθηκε ζωντανά στο θέατρο του Ηρώδη του Αττικού. Η συναυλία θεωρείται εξαιρετικά σημαντική καθώς ήταν η τελευταία του Πιατσόλα, ο οποίος ένα μήνα αργότερα, μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο, έπεσε σε κώμα δύο ετών και τελικά έφυγε από τη ζωή το 1992. Το 1991, σε συνεργασία με τον Δήμο Καλαμάτας, ο Μάνος Χατζιδάκις διοργανώνει τους "Πρώτους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού Καλαμάτας".
Η έντονη ενασχόληση του Χατζιδάκι με τα κοινά κατά την περίοδο αυτή αποτυπώνεται σε σημαντικό τμήμα του έργου του. Χαρακτηριστικά έργα της περιόδου είναι "Η εποχή της Μελισσάνθης", έργο αυτοβιογραφικό αλλά και βαθιά πολιτικό, οι κύκλοι τραγουδιών "Τα παράλογα" (1978), "Οι μπαλάντες της οδού Αθηνάς" (1983), η μουσική παράσταση "Πορνογραφία" (1982), σε δική του σκηνοθεσία, η "Σκοτεινή Μητέρα" και "Τα τραγούδια της αμαρτίας".
Ο Μάνος Χατζιδάκις πέθανε στις 15 Ιουνίου του 1994 από οξύ πνευμονικό οίδημα και ετάφη στην Παιανία.
Οι παρεμβάσεις του στο δημόσιο βίο και οι πολιτικές επιλογές του
Ο Μάνος Χατζιδάκις ανέπτυξε, ήδη από την εποχή της απελευθέρωσης, βαθιά πολιτική σκέψη, κεντρικός άξονας της οποίας ήταν η αμφισβήτηση και η αναθεώρηση. Για την πολιτική του ταυτότητα γράφει ο ίδιος: "Είμαι δημοκράτης αστός, ουμανιστής και αναθεωρητής της δεξιάς. Ποτέ δεν υπήρξα αντικομμουνιστής. Εγώ περιέχω και τον αριστερό. Ο αριστερός όμως δεν με περιέχει. Η πολιτική σκέψη του Μάνου Χατζιδάκι επεκτείνεται στην ουσία των κοινωνικών ζητημάτων, πέρα και έξω από το χώρο που ορίζουν οι ιδεολογίες, και βρίσκεται πανταχού παρούσα στο έργο του -που ωστόσο δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χαρακτηριστεί στρατευμένο.
Από τη μεταπολίτευση και μέχρι το τέλος της ζωής του ο Μάνος Χατζιδάκις παρεμβαίνει συστηματικά και με έντονο τρόπο στο δημόσιο βίο. Αρχικά με το ''Τρίτο Πρόγραμμα'' κι αργότερα με το περιοδικό "Το Τέταρτο" επιχειρεί συνειδητά και μεθοδικά να αντιδράσει σε κατεστημένες αντιλήψεις. Αλλά και με πλήθος συνεντεύξεων, άρθρων και δηλώσεων πάλεψε ενάντια σε αυτά που ο ίδιος θεωρούσε ως μεθοδεύσεις, λαϊκισμό, συντηρητισμό και αμετροέπεια της εξουσίας . Οι παρεμβάσεις του Χατζιδάκι στα δημόσια πράγματα της χώρας δεν γίνονται χωρίς κόστος για τον ίδιο και κορυφώνονται με τη δριμεία κριτική που του ασκεί η εφημερίδα Αυριανή.
Ο Χατζιδάκις είχε αιρετικές ιδέες και πολλοί σύγχρονοι μελετητές του, καθώς και δημοσιογράφοι έχουν αναρωτηθεί για την πραγματική πολιτική ταυτότητά του. Οι περισσότεροι τον θεωρούν ως ''δεξιό'', άποψη η οποία θεωρείται ως η επικρατούσα και η πιο διαδεδομένη. Άλλοι τον θεωρούν ως αναρχικό, λόγω ορισμένων λεγομένων του κατά καιρούς, καθώς και για τη στήριξή του στους αναρχικούς στο τέλος της ζωής του, με τους οποίους βγήκε στους δρόμους. Ο συγγενής του, Γιώργος Χατζιδάκις, ανέφερε ότι:
'' Ο Χατζιδάκις δεν ήταν δεξιός, έτσι δήλωναν οι άλλοι. Τόσα χρόνια μετά, ξέρουμε όλοι την αιτία. Δεν θα μπορούσε να ’χει αποφύγει όλο αυτόν τον μεταπολεμικό διπολισμό, ο οποίος είχε ρίζες στον εμφύλιο. Ο ίδιος διεκδικούσε ελεύθερη σκέψη και δράση και σ’ έναν μεγάλο βαθμό το πέτυχε. Ήθελε να είναι ένας ελεύθερος πολίτης κι ήξερε πως δεν ήταν εύκολο αυτό. Οι απόψεις και οι ιδέες του ήταν ανατρεπτικές, όχι όμως με την έννοια της αναρχίας όπως την εκλαμβάνουμε σήμερα, μιας κατάστασης «χύμα» που τα καίει και τα διαλύει όλα. Πίστευε στην ανατροπή οποιουδήποτε συντηρητικού, δογματικού και υποκριτικού στοιχείου".
Ο Χατζιδάκις επέκρινε με τα χειρότερα λόγια την νεολαία της ΟΝΝΕΔ, στην οποία είχε παρευρεθεί για μία συναυλία του. Συγκεκριμένα σταμάτησε τη συναυλία μετά το εικοσάλεπτο, χαρακτηρίζοντας τους ως '' Νεολαία αναψυκτηρίου''. Αντιθέτως, όταν παρευρέθηκε στο φεστιβάλ της οργάνωσης νεολαίας Ρήγας Φεραίος, μίλησε με τα καλύτερα λόγια για αυτήν και τους χαρακτήρισε ως " Πολιτισμένη Νεολαία". Συγκεκριμένα αναφέρει ότι " Πριν δύο χρόνια με είχαν παρακαλέσει τα παιδιά του Ρήγα Φεραίου να παίξω στο Φεστιβάλ τους. Η νεολαία του ΚΚΕ Εσωτερικού είναι η πιο συμπαθής νεολαία μέχρι σήμερα στον τόπο μας, διότι είναι πάρα πολύ απομακρυσμένη από την εξουσία και δεν έχει φθαρεί καθόλου, δεν έχει καμία προοπτική εξουσίας. Συνεπώς, η ένταξη αυτών των παιδιών στο ΚΚΕ Εσωτερικού είναι γνήσια, από τη στιγμή που δεν έχει βλέψεις εξουσίας ή ωφελημάτων. Έκανα, λοιπόν, μία συναυλία στο ΚΚΕ Εσωτερικού και ήταν περίφημη η επαφή μου με αυτό το κοινό, είχα πραγματικά άριστες εντυπώσεις. Για να μην θεωρηθώ όμως μονομερής ότι ευνόησα τα παιδιά του Ρήγα Φεραίου, δέχτηκα και την πρόσκληση της ΟΝΝΕΔ, διότι ψηφίζω Νέα Δημοκρατία. Έτσι, πήγα και στο δικό τους Φεστιβάλ. Έφυγα σε είκοσι λεπτά, κακήν κακώς. Είχα το αίσθημα ότι έπαιξα σε ένα αναψυκτήριο, όχι σε συναυλία, τέτοια ντροπή δεν είχα ξανανιώσει στη ζωή μου".
Η στάση του Μάνου Χατζιδάκι στα θέματα του δημόσιου βίου καθορίζεται από την αισθητική του και χαρακτηρίζει σημαντικό μέρος του έργου του αυτής της περιόδου. Ορισμένα έργα στα οποία αποτυπώνεται η πολιτική σκέψη του συνθέτη είναι "Τα παράλογα" (1976), "Η εποχή της Μελισσάνθης" (1980), "Πορνογραφία" (1982), "Οι μπαλάντες της οδού Αθηνάς" (1983).
Έργο - Εργογραφία
Η εργογραφία του Μάνου Χατζιδάκι έχει καταγραφεί κατ’ αρχάς από τον ίδιο το συνθέτη και ανασυντάχθηκε από τον Β. Αγγελικόπουλο και την Ρ. Δαλιανούδη.
Στην εκδοχή της τελευταίας περιλαμβάνει 61 έργα για το θέατρο, 10 έργα για το αρχαίο δράμα, 77 έργα για τον κινηματογράφο, 11 οργανικά έργα, 36 κύκλους τραγουδιών και έργα για φωνή, 16 μπαλέτα και 3 όπερες. Κάποια από τα έργα αυτά είναι ανέκδοτα ή ανολοκλήρωτα.
Ο ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκις έχει επιλέξει και αριθμήσει 51 από τα έργα του που θεωρούσε ως τα πλέον σημαντικά.
Η πλήρης εργογραφία και δισκογραφία του συνθέτη, με τα δικά του εισαγωγικά σημειώματα καθώς και πρόσθετο αρχειακό υλικό είναι προσβάσιμη στον επίσημο ιστότοπό του.
Συγγραφικό έργο
Ο Μάνος Χατζιδάκις εξέδωσε δύο ποιητικές συλλογές με τους τίτλους "Μυθολογία" και "Μυθολογία δεύτερη". Ακόμη, εξέδωσε μία επιλογή από τα σχόλιά του στο Τρίτο Πρόγραμμα με τίτλο "Τα σχόλια του Τρίτου" καθώς και μία συλλογή από συνεντεύξεις και άρθρα με τίτλο "Ο καθρέφτης και το μαχαίρι".
Ο Μάνος Χατζιδάκις δεν συνέγραψε αμιγώς θεωρητικά έργα. Η θεωρητική του τοποθέτηση, τόσο σε θέματα μουσικής όσο και σε ευρύτερα ζητήματα της τέχνης και του δημόσιου βίου, αποτυπώνεται σε ένα πλήθος συνεντεύξεων, άρθρων, διαλέξεων και σχολίων καθώς και στο συνθετικό του έργο.
Η στάση του στην τέχνη, στη μουσική και στην παράδοση - Η σύνδεση του λαϊκού με το λόγιο
Η στροφή των Ελλήνων συνθετών στην παράδοση είχε ήδη ξεκινήσει από τη γενιά του μεσοπολέμου. Συνθέτες όπως ο Νίκος Σκαλκώτας και ο Μανώλης Καλομοίρης, που εντάσσονται χρονολογικά στη λεγόμενη γενιά του ’30, επηρεάστηκαν από το πνεύμα της εποχής και αντιμετώπισαν το ζήτημα της ελληνικότητας στον χώρο της μουσικής. Ωστόσο, οι συνθέτες αυτοί παρέμειναν προσκολλημένοι σε μία ηθογραφική προσέγγιση του παραδοσιακού -δημοτικού κυρίως- μουσικού υλικού.
Ο Χατζιδάκις είναι ο πρώτος που αντιμετωπίζει την παράδοση έξω από το ηθογραφικό πλαίσιο και σε όλη της την έκταση, προσλαμβάνοντας και τα πλέον απορριπτέα -για την κοινωνία της εποχής του- λαϊκά στοιχεία, και εντάσσοντάς τα σε ένα νέο μουσικό κράμα. Από αυτήν τη σκοπιά ο Χατζιδάκις θα μπορούσε να θεωρηθεί ως συνεχιστής της γενιάς του ’30 στο χώρο της μουσικής. Εξάλλου, ο Χατζιδάκις γαλουχήθηκε με τις ιδέες της γενιάς του ’30 και διατηρούσε ισχυρή φιλία με τους σημαντικότερους εκπροσώπους της.
Στην πορεία αυτή θα ενταχθούν πολύ νωρίς -ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1940- και άλλοι συνθέτες, όπως ο Αργύρης Κουνάδης και ο Μίκης Θεοδωράκης, μετατρέποντας την ιδέα της σύνδεσης της λόγιας μουσικής με τη λαϊκή παράδοση σε κίνημα. Αποτέλεσμα υπήρξε η δημιουργία του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού, όρος που επινοήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη για να περιγράψει το νέο αυτό μουσικό κράμα. Το δίπολο Χατζιδάκις - Θεοδωράκης, με το τεράστιο συνθετικό και θεωρητικό τους έργο, καθώς και με τη σιγουριά της ποιότητας, θα αποτελέσει έκτοτε το βασικό πυλώνα που θα καθορίσει τις εξελίξεις στην ελληνική μουσική.
Η στάση του απέναντι στο λαϊκό
Στο νέο χώρο που δημιουργεί η σύνδεση του λαϊκού με το λόγιο ο Χατζιδάκις διατηρεί μία θεωρητική αλλά και αισθητική απόσταση που τον διαφοροποιεί σαφώς από τον Θεοδωράκη: διατηρεί πάντα τη συναίσθηση ότι ο ίδιος είναι μη λαϊκός, ένας αστός παρατηρητής. Παράλληλα προσεγγίζει τον όρο "λαϊκός" με αυστηρότητα, αποδίδοντάς του μία σαφή και αφαιρετική έννοια, πέρα από τις συνήθεις κοινοτοπίες:
"… Και για να εξηγηθούμε, όταν λέω κάτι λαϊκό δεν το εννοώ και για τον Λαό. Κατά σύμπτωση, ο Λαός κάθε άλλο παρά λαϊκός είναι. Τα μπουζούκια, οι μπαγλαμάδες και οι ζουρνάδες είναι η συνήθεια του. Εμένα μ΄ ενδιαφέρουν εκείνες οι λίγες, οι μοναδικές του στιγμές που ζει, χωρίς καλά-καλά να καταλαβαίνει, την αλήθεια του. Είναι οι στιγμές που είναι σκέτα άνθρωπος, χωρίς τη βία του Χρόνου, χωρίς την αγωνία του Χώρου, χωρίς τη φθορά της Τάξης του…"
Η τοποθέτηση αυτή του Χατζιδάκι τον οδηγεί να αναζητήσει ένα ουσιαστικό περιεχόμενο για τη μουσική του και μία γνήσια σχέση με τον κόσμο. Αδιαφορεί για το ελαφρό τραγούδι, αυτό που δεν εκφράζει μία βαθύτερη ανάγκη του ανθρώπου, ενώ αποκηρύσσει μεγάλο μέρος του "λαϊκότροπου" έργου του -γραμμένου κατά βάση για τον ελληνικό κινηματογράφο- για τον ίδιο λόγο. Αναφέρει χαρακτηριστικά για τη μεγάλη επιτυχία του "Ποτέ την Κυριακή":
"Μου στέρησε τη δυνατότητα να ’χω τη σωστή επαφή με τον κόσμο… Και ο κόσμος επί ένα μεγάλο διάστημα εισέπραττε κάτι που ήταν απ’ έξω από το τραγούδι κι όχι από μέσα".
Το τραγούδι
Ο Χατζιδάκις επιδιώκει μια μουσική ζωντανή που να εκφράζει τους ανθρώπους και τον καιρό τους και να μην είναι απλώς μια έκφραση τέχνης. Για το λόγο αυτό απέρριψε το οικοδόμημα της κλασσικής μουσικής, και επέλεξε απ’ την αρχή την ενασχόλησή του με το τραγούδι ως "ερωτική πράξη και όχι ως μια έκφραση τέχνης". "Πιστεύω" -γράφει ο Χατζιδάκις- "στο τραγούδι που μας αποκαλύπτει και μας εκφράζει εκ βαθέων κι όχι σ' αυτό που κολακεύει τις επιπόλαιες και βιαίως αποκτηθείσες συνήθειές μας".
Το τραγούδι κατά τον Μάνο Χατζιδάκι πρέπει να βασίζεται σε υψηλό ποιητικό λόγο αλλά και να περιέχει έναν ισχυρό μύθο. Το στόχο αυτό θεωρεί ότι τον επιτυγχάνει για πρώτη φορά με τον κύκλο τραγουδιών «Μυθολογία» (1965).
Λόγω της τοποθέτησης αυτής πάνω στο τραγούδι, το έργο του Μάνου Χατζιδάκι είναι συνυφασμένο με τη γενικότερη στάση του στα ζητήματα της τέχνης και του δημόσιου βίου.
Ο Χατζιδάκις στο έργο άλλων δημιουργών
Το έργο του Μάνου Χατζιδάκι "Ο Μεγάλος Ερωτικός" αποτέλεσε το αντικείμενο της ομώνυμης ταινίας του σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη.
Ο Μίκης Θεοδωράκης, όταν ήταν εξόριστος στη Ζάτουνα, χρησιμοποίησε ως ρεφραίν στο τραγούδι "Είμαι Ευρωπαίος" μέρος από το τραγούδι του Χατζιδκι "Εκεί ψηλά στον Υμηττό", φοβούμενος ότι αν τον άκουγαν οι φρουροί να παίζει ένα δικό του τραγούδι θα έκαναν εφαρμογή του διατάγματος Αγγελή.
Το τραγούδι "Τώρα που πας στην ξενιτιά" επιλέχθηκε για την τελετή έναρξης των Μεσογειακών Αγώνων του 1991 στην Αθήνα.
Μουσικές και τραγούδια του επιλέχθηκαν για τις τελετές έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα. Στην Τελετή Έναρξης ακούγονται τα: "Νυχτερινός Περίπατος" από το έργο "Ποτέ την Κυριακή" και "Το αστέρι του βοριά" από το έργο "Αμέρικα, Αμέρικα". Το τραγούδι "Μητέρα κι αδελφή" από το έργο "Η Εποχή της Μελισσάνθης" επιλέχθηκε για την τελετή λήξης των Ολυμπιακών αγώνων του 2004 στην Αθήνα.
Το 2003 ο μουσικός Κωνσταντίνος Βήτα κυκλοφόρησε το άλμπουμ με τίτλο "Transformations". Ο δίσκος περιλαμβάνει συνθέσεις και τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι διασκευασμένα (σε μορφή ηλεκτρονικής μουσικής) από τον Κ. Βήτα. Η κυκλοφορία του δίσκου έγινε από την εταιρεία Σείριος.
Το 1995 ο τραγουδοποιός Φοίβος Δεληβοριάς αφιέρωσε το τραγούδι "Ταχυδρόμος" απο το δίσκο του "Η ζωή μόνο έτσι είναι ωραία" στον Μάνο Χατζιδάκι, ο οποίος αναφέρεται στους στίχους του τραγουδιού.
Ποιήματα του Μάνου Χατζιδάκι έχουν μελοποιήσει οι συνθέτες Σταύρος Ξαρχάκος, Νότης Μαυρουδής και Γιώργος Ρωμανός. Το ποίημα "Κρίση" μελοποιήθηκε τόσο από τον Σ. Ξαρχάκο όσο και από τον Ν. Μαυρουδή.
Νότης Μαυρουδής, κιθαρίστας μουσικοσυνθέτης και ραδιοφωνικός παραγωγός
Νότης Μαυρουδής
Ο Νότης (Παναγιώτης) Μαυρουδής είναι Έλληνας κιθαρίστας, μουσικοσυνθέτης και ραδιοφωνικός παραγωγός. (Γεννήθηκε στις 16 Ιουλίου 1945 στην Αθήνα)
Βιογραφία
Τα δυο πρώτα χρόνια της ζωής του τα έζησε στη φυλακή δίπλα στη μητέρα του, που ήταν πολιτική κρατούμενη. Το 1958 ξεκίνησε μαθήματα κιθάρας στο Εθνικό Ωδείο με καθηγητή τον Δημήτρη Φάμπα και πήρε το δίπλωμά το 1969 με Άριστα. Το 1970 εγκαταστάθηκε στην Ιταλία, όπου του ανατέθηκε η έδρα κλασικής κιθάρας στη Scuola Ciciva di Milano, στην οποία δίδαξε ώς το 1975.
Το 1970 επίσης παρακολούθησε τα μαθήματα της Ακαδημίας Santiago de Compostella στην Ισπανία με τον Jose Tomas. Το 1975 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα και από αυτή τη χρονιά δίδαξε κλασική κιθάρα στο Εθνικό Ωδείο. Τα έτη 1975, 1977 και 1979 έδωσε ρεσιτάλ στο Φεστιβάλ Κλασικής Κιθάρας του Esztergom της Ουγγαρίας.
Το 1978 πήρε μέρος στο διεθνές Φεστιβάλ Πολιτικού Τραγουδιού στο Ανατολικό Βερολίνο και στο 11ο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στην Αβάνα της Κούβας. Ως συνθέτης και σολίστ έχει δώσει πολλά ρεσιτάλ σε πολλές χώρες (Ελλάδα, Ιταλία, Φινλανδία, Ελβετία, Γερμανία, Ουγγαρία, Αυστρία, Κούβα). Ως καθηγητής στο Εθνικό Ωδείο Αθήνας, είχε μαθητές αρκετούς δημοφιλείς καλλιτέχνες όπως οι Μανώλης Ανδρουλιδάκης, Σωκράτης Μάλαμας, Παναγιώτης Μάργαρης, Γιώργος Μελάς, Λάμπρος Ντούσικος, Δημήτρης Σωτηρόπουλος, κ.ά.. Από το 1994 ανέλαβε καθήκοντα προέδρου στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Υπουργείου Πολιτισμού και από το 1995 ανέλαβε καλλιτεχνικός διευθυντής στο διεθνές Φεστιβάλ της Πάτρας (από το 1999 τη θέση κατέχει ο Αλέξανδρος Μυράτ).
Διακρίσεις
Το 1965 κατέκτησε το Α΄ βραβείο στο 4ο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης, με το τραγούδι «Ήταν μεγάλη η νύχτα» (στίχοι: Γιάννης Κακουλίδης, ερμηνεία: Σούλα Μπιρμπίλη).
Το 1969 τιμήθηκε με το Α΄ βραβείο στον διεθνή διαγωνισμό κιθάρας στο Μιλάνο, και το βραβείο του ιταλικού μουσικού Τύπου "Mario de Luigi".
Το 1990 βραβεύεται στον διεθνή διαγωνισμό παιδικού τραγουδιού στη Λισαβόνα. Την ίδια χρονιά η πρεσβεία της Βραζιλίας στην Ελλάδα του απένειμε το βραβείο «Heitor Villa-Lobos» για την προσφορά του στη διάδοση του έργου του Βραζιλιάνου συνθέτη στην Ελλάδα.
Την ίδια χρονιά, το τραγούδι του «Ο παλιάτσος» με την παιδική χορωδία του Δημήτρη Τυπάλδου, πήρε το Α΄ βραβείο στον 12ο διεθνή Διαγωνισμό Παιδικών Χορωδιών στη Λισαβόνα.
Το 2005 και 2006 του απονέμεται το βραβείο «Αρίων» για τους δίσκους Cafe de l' art - Cinema και Cafe de l' art - Τσιτσάνης - Βαμβακάρης.
Δισκογραφία
Ο Νότης Μαυρουδής μπήκε στη δισκογραφία το 1964 με τα τραγούδια «Άκρη δεν έχει ο ουρανός» και «Τα γιορτινά σου φόρεσε», σε στίχους του Γιάννη Κακουλίδη με ερμηνευτή τον Γιώργο Ζωγράφο. Το 1966 έγραψε μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο.
Μερικοί δίσκοι-σταθμοί στη δισκογραφία του:
Το 1968 μελοποίησε το έργο του του Οδυσσέα Ελύτη Άσμα ηρωϊκό και πένθιμο για τον χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας, που είναι ένα λαϊκό ορατόριο για φωνή-χορωδία και ορχήστρα.
Το 1976 κυκλοφορεί ο δίσκος Ζωγραφιές απ' τον Θεόφιλο σε στίχους του Άκου Δασκαλόπουλου, εμπνευσμένους από τις ζωγραφιές του Θεόφιλου.
Το 1977, μελοποιεί ποιήματα του Μάνου Χατζιδάκι στον δίσκο Παιδί της Γης.
Το 1985 κυκλοφορεί ο δίσκος Έρως ανίκατε μάχαν σε ποίηση του Ηλία Πετρόπουλου.
Από το 1990 έχει γράψει τραγούδια για Παιδική Χορωδία, και συνεργάζεται με την Παιδική Χορωδία Δημήτρη Τυπάλδου.
Το 1998 κυκλοφόρησαν οι δίσκοι με μουσική για τις θεατρικές παραστάσεις «Όλιβερ Τουίστ» (με μουσική και τραγούδια του για την παράσταση του «Θιάσου 81»), και «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» (με μουσική και 3 τραγούδια, για την παράσταση της ομώνυμης τραγωδίας από τον Θίασο «Θυμέλη»). Από το 1999 ξεκίνησε μαζί με τον μαθητή του Παναγιώτη Μάργαρη τη σειρά Cafe de l' art, στην οποία διασκευάζουν γνωστά τραγούδια από το ελληνικό και διεθνές ρεπερτόριο, για δύο κιθάρες.
Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί ο δίσκος Λούνα Πάρκ, με την Παιδική Χορωδία του Δημήτρη Τυπάλδου και συμμετοχή του Γιώργου Νταλάρα. Το 2002 γράφει τραγούδια για γυναικείες φωνές, στον δίσκο Στην ηχώ του έρωτα, στον οποίον συμμετέχουν μεγάλα ονόματα όπως η Χάρις Αλεξίου, η Γλυκερία, η Ελευθερία Αρβανιτάκη, η Έλλη Πασπαλά. Το 2006 γράφουν με τον Ηλία Κατσούλη τραγούδια που «αφηγούνται» τις ιστορίες μεγάλων ελλήνων καλλιτεχνών (Γρ. Μπιθικώτσης, Στ. Χασκήλ, Ρόζα Εσκενάζυ, Μαρίνα Νίνου, Φλέρυ Νταντωνάκη, Σωτηρία Μπέλλου κ.ά.) και κυκλοφορούν στον δίσκο Carte Postale.
Ο Νότης Μαυρουδής συνεργαστεί με σπουδαίους ποιητές όπως ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Γιάννης Κακουλίδης, ο Ηλίας Πετρόπουλος, ο Άκος Δασκαλόπουλος, Μάνο Χατζιδάκι, και τραγουδιστές όπως Θανάσης Γκαϊφύλλιας, Γιώργο Ζωγράφο, Αρλέτα, Ελένη Βιτάλη, Γιώργο Μουφλουζέλη, Γιάννη Σαμσιάρη, Νένα Βενετσάνου, Πέτρο Πανδή, Κώστα Θωμαΐδη, Σταμάτη Κραουνάκη, Τάνια Τσανακλίδου, Μανώλη Μητσιά, Χάρις Αλεξίου, Γιώργο Νταλάρα, Γλυκερία, Παντελή Θαλασσινό, Έλλη Πασπαλά, Αναστασία Μουτσάτσου κ.ά..
Ως ερμηνευτή τον συναντάμε σε ένα μόνο τραγούδι, στο «Πόλη Κωνσταντινούπολη» από τον δίσκο Εάλω η Πόλις, όπου οι συνθέτες ερμηνεύουν τα τραγούδια τους, καθώς επίσης και με δεύτερες φωνές σε πέντε (5) τραγούδια στον δίσκο Μικρές νυχτερινές μουσικές.
Από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης, κυκλοφόρησε το βιβλίο του Περί ελληνικού τραγουδιού το ανάγνωσμα με ένα ένθετο cd στο οπισθόφυλλο ¨Με δανεικά ιδανικά¨ που περιλαμβάνει επτά νέα τραγούδια του.
Δημήτρης Π. Κρανιώτης γιατρός και ποιητής που τα ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε 25 γλώσσες
Δημήτρης Π. Κρανιώτης
Ο Δημήτρης Π. Κρανιώτης είναι γιατρός και ποιητής. Γεννήθηκε το 1966 στο Νέσσωνα Λάρισας και κατάγεται από το Στόμιο Λάρισας, όπου μεγάλωσε. Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ζει και εργάζεται στην Λάρισα ως Ιατρός Ειδικός Παθολόγος.
Έχει εκδώσει 7 ποιητικές συλλογές: “Ίχνη” (Λάρισα 1985), “Πήλινα Πρόσωπα” (Λάρισα 1992), “Νοητή Γραμμή” (ποιήματα στα Ελληνικά και μεταφρασμένα στα Αγγλικά & Γαλλικά, Λάρισα 2005), “Dunes (Θίνες)” (μεταφρασμένα ποιήματα στα Γαλλικά & Ρουμάνικα, Βουκουρέστι, Ρουμανία 2007), “Ενδόγραμμα” (Εκδόσεις Μαλλιάρης Παιδεία, Θεσσαλονίκη 2011), “Edda (Έδδα)” (μεταφρασμένα ποιήματα στα Γαλλικά & Ρουμάνικα, Βουκουρέστι, Ρουμανία 2010) και “Iluzione (Ψευδαισθήσεις)” (μεταφρασμένα ποιήματα στα Αλβανικά, Βουκουρέστι, Ρουμανία 2010). Επίσης το 2011 επιμελήθηκε την έκδοση της ανθολογίας του 22ου Παγκοσμίου Συνεδρίου Ποιητών «World Poetry 2011» με τη συμμετοχή 205 ποιητών από 65 χώρες.
Ποιήματά του μεταφράστηκαν σε 25 γλώσσες (Αγγλικά, Γαλλικά, Ρουμανικά, Ιταλικά, Αραβικά, Βουλγαρικά, Αλβανικά, Τουρκικά, Σερβικά, Ολλανδικά, Ισπανικά, Πορτογαλικά, Ρωσικά, Πολωνικά, Τσέχικα, Κινέζικα, Ιαπωνικά, Γερμανικά, Περσικά, Μπενγκάλι, Γκουζαράτι, κ.ά.) κι έχουν δημοσιευθεί σε διάφορες χώρες του κόσμου.
Στην Ιταλία αναγορεύτηκε Ακαδημαϊκός το 2009 από την Ακαδημία Tiberina της Ρώμης και το 2008 από τη Διεθνή Ακαδημία Micenei. Το 2007 εκλέχθηκε στις ΗΠΑ Πρόεδρος του 22ου Παγκοσμίου Συνεδρίου Ποιητών (World Congress of Poets) από το Δ.Σ. της Διεθνούς Ένωσης Τιμημένων Ποιητών (United Poets Laureate International) , το οποίο διοργανώθηκε το 2011 για πρώτη φορά στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στη Λάρισα. To 2007 στην Ινδία αναγορεύτηκε Διδάκτωρ Λογοτεχνίας από την World Academy of Arts and Culture. Tο 2011 τιμήθηκε ως «Laureate Man of Letters» από την United Poets Laureate International (UPLI) και το 2012 τιμήθηκε με διδακτορικό τίτλο (Doctorate of Arts in Poetry) από την International Art Academy. Το 2011 ίδρυσε το Μεσογειακό Φεστιβάλ Ποίησης και διοργάνωσε στη Λάρισα το 1ο Μεσογειακό Φεστιβάλ Ποίησης και την ποιητική εκδήλωση «100 Χιλιάδες Ποιητές για την Αλλαγή».
Είναι Πρόεδρος της World Poets Society, Αντιπρόεδρος της United Poets Laureate International, Αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών Θεσσαλίας, Ειδικός Γραμματέας του Ιατρικού Συλλόγου Λάρισας και τακτικό μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών, της Ελληνικής Εταιρείας Ιατρών Λογοτεχνών, του Ελληνικού Κέντρου του ΡΕΝ International, της Διεθνούς Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών, της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών, της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδας και διεθνών λογοτεχνικών οργανισμών (WPM, UPLI, WAAC, IWA, UMEM, UHE, AEADO, SELAE, Poetas del Mundo, κ.ά.). Επίσης διετέλεσε Αντιπρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Λάρισας, Αντιπρόεδρος της Ένωσης Λογοτεχνών Συγγραφέων Λάρισας (ΕΛΟΣΥΛ), Μέλος της συντακτικής επιτροπής του λογοτεχνικών περιοδικών «Γραφή» (του Δήμου Λαρισαίων) και «Πνευματική Λάρισα», Γεν. Γραμματέας της Ιατρικής Εταιρείας Λάρισας, Διευθυντής Σύνταξης του ιατρικού περιοδικού “Ιπποκράτης” Λάρισας και Καθηγητής του Τμήματος Νοσηλευτικής στα ΤΕΙ Λάρισας.
Συμμετείχε στο εξωτερικό σε διεθνή λογοτεχνικά συνέδρια και φεστιβάλ ποίησης (σε Η.Π.Α., Ιταλία, Ινδία, Γαλλία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Νικαράγουα, Τσεχία, ΠΓΔΜ, κ.ά.) μετά από επίσημη πρόσκληση των διοργανωτών εκπροσωπώντας την Ελλάδα, ενώ για την ποίησή του βραβεύτηκε στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Στην Ελλάδα του απένειμαν τιμητικές πλακέτες για την προσφορά του στην ποίηση: ο Νομάρχης Λάρισας, ο Ιατρικός Σύλλογος Λάρισας, ο Δήμαρχος Ευρυμενών Λάρισας, η Ένωση Λογοτεχνών Συγγραφέων Λάρισας κ.ά.
Στις Η.Π.Α ανακηρύχθηκε το 2005 βραβεύτηκε στην Ουάσινγκτον με το «International Poet of Merit Award». Το 2007 ανακηρύχθηκε «Πρεσβευτής Ποίησης» από την Αμερικάνικη Επιτροπή για τον Εθνικό Μήνα Ποίησης. To 2005 τιμήθηκε με το αμερικάνικο ποιητικό βραβείο «Muses Prize» για το βιβλίο του «Νοητή γραμμή» ως το «καλύτερο πολύγλωσσο ποιητικό βιβλίο της χρονιάς». Το 2011 βραβεύτηκε με το «Golden Seal Book Award», το οποίο παρέλαβε ο Πρόξενος της Ελλάδας στο Σαν Φρανσίσκο. Επίσης το 2011 το ποίημά του “Ψευδαισθήσεις” (“Illusions”) ανακηρύχθηκε πρώτο σε ψήφους στον Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης για την Ειρήνη “Poetry for Peace” του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Στην Ινδία το 2013 τιμήθηκε με το «Mahatma Fule International Award for Poetry».
Στη Ρουμανία ανακηρύχθηκε ένας από τους δύο υποψήφιους για το «Μεγάλο Βαλκανικό Βραβείο Ποίησης» για το 2007 (The Balkan Grand Prize for Poetry) από τη Διεθνή Ακαδημία Orient Occident του Βουκουρεστίου.
Στην Ισπανία συμπεριλήφθηκε στην έκδοση «Elogio de la palabra» (Εγκώμιο Λέξης) μαζί με κορυφαίους συγγραφείς του κόσμου (Jose Saramago, Mario Vargas Llosa, Paulo Coelho, κ.ά.) και 11 Νομπελίστες (Λογοτεχνίας, Ιατρικής, Ειρήνης, κ.ά.).
Στην Βουλγαρία το 2007 συμμετείχε στην «5η Ετήσια Συνάντηση Συγγραφέων Βαλκανικών Χωρών», επίσημος προσκεκλημένος από την Ένωση Βούλγαρων Συγγραφέων, την Ακαδημία Orpheeva Lira της Σόφιας και το Υπουργείο Πολιτισμού της Βουλγαρίας.
Στη Ρωσία είναι μέλος του Δ.Σ. του «Παγκόσμιου Οργανισμού Αρμονίας» (Global Harmony Association).
Στην Ελβετία το 2007 ανακηρύχθηκε Παγκόσμιος Πρεσβευτής της Ειρήνης (Universal Peace Ambassador) από τον οργανισμό Universal Peace Embassy.
Επίσημη ιστοσελίδα του ποιητή Δημήτρη Π. Κρανιώτη: http://www.dimitriskraniotis.com/
Μπίλι Χόλιντεϊ διακεκριμένη Αμερικανίδα τραγουδίστρια και τραγουδοποιός της τζαζ
Μπίλι Χολιντέι
Η Μπίλι Χόλιντεϊ ήταν διακεκριμένη Αμερικανίδα τραγουδίστρια και τραγουδοποιός της τζαζ. (Billie Holiday, 7 Απριλίου 1915 - 17 Ιουλίου 1959)
Περισσότερο γνωστή για τις ερμηνείες της σε συνθέσεις άλλων μουσικών και τις φωνητικές ικανότητές της, η ίδια έγραψε περιορισμένο αριθμό τραγουδιών, ορισμένα από τα οποία συγκαταλέγονται στα κλασικά του τζαζ ρεπερτορίου, όπως τα Lady Sings the Blues και God Bless the Child.
Χαρακτηρίζεται συχνά ως η επιφανέστερη τραγουδίστρια στην ιστορία της τζαζ, λαμβάνοντας υπόψη και την επίδραση που άσκησε σε μεταγενέστερους καλλιτέχνες. Ερμήνευσε επίσης τραγούδια του μπλουζ ρεπερτορίου. Θεωρείται πως οι εγκάρδιες ερμηνείες της βρίσκονται στον αντίποδα των περισσότερο χαρούμενων αυτοσχεδιασμών της Έλα Φιτζέραλντ.
Βιογραφία
Γεννήθηκε στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ και μεγάλωσε στην πόλη της Βαλτιμόρης. Σε επίσημα έγγραφα εμφανίζεται με μία πληθώρα παραλλαγών του πραγματικού ονόματός της.
Ήταν γνωστή κυρίως ως Eleanora Fagan, σύμφωνα με το επώνυμο της μητέρας της, ωστόσο σε νοσοκομειακά έγγραφα αναφέρεται ως Eleanor Harris (ή Elinore στο πιστοποιητικό γέννησής της).
Σε παιδική ηλικία απέκτησε το παρωνύμιο Μπίλι, ενώ βαπτίστηκε με το όνομα Eleanor Gough. Παράλληλα ήταν γνωστή ως Ματζ (Madge). Σε εφηβική ηλικία άρχισε να χρησιμοποιεί συστηματικά το όνοματ Μπίλι, πιθανώς λόγω της εκτίμησης που έτρεφε για την ηθοποιό του βωβού κινηματογράφου Μπίλι Νταβ (Billie Dove), ενώ αργότερα υιοθέτησε το επώνυμο του πατέρα της, ελαφρά παραλλαγμένο (Halliday), με το οποίο ξεκίνησε την επαγγελματική σταδιοδρομία της στο τραγούδι. Ο τζαζ μουσικός Λέστερ Γιανγκ τής έδωσε επίσης το γνωστό παρωνύμιο Lady Day.
Τα παιδικά της χρόνια χαρακτηρίστηκαν από έντονες δυσκολίες. Ο πατέρας της εγκατέλειψε την οικογένεια αρνούμενος να αναγνωρίσει την πατρότητα της Χόλιντεϊ, κάτι που τελικά έκανε μόνο μετά την πρώτη επαγγελματική επιτυχία της. Ο ίδιος ήταν επίσης μουσικός, παίζοντας κιθάρα σε μεγάλες ορχήστρες (big bands), καθώς και στην ορχήστρα του Φλέτσερ Χέντερσον.
Στην αυτοβιογραφία της περιγράφει την κακομεταχείρισή της από συγγενείς με τους οποίους αναγκάστηκε να συμβιώσει όταν η μητέρα της εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, ενώ για σύντομο χρονικό διάστημα φυλακίστηκε για πορνεία.
Η ενασχόλησή της με το τραγούδι ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1930, τραγουδώντας σε μικρούς χώρους του Μπρούκλιν. Ο μουσικός παραγωγός και κυνηγός ταλέντων Τζον Χάμοντ ήταν ο πρώτος που διέκρινε τις δυνατότητές της και οργάνωσε τις πρώτες ηχογραφήσεις της, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν σε συνεργασία με τον Μπένι Γκούντμαν.
Από το 1935 ηχογραφούσε συστηματικά, αποκτώντας σταδιακά ένα ευρύτερο ακροατήριο. Υπήρξε από τις πρώτες Αφροαμερικανίδες τραγουδίστριες που συμμετείχαν σε ορχήστρα λευκών, συνεργαζόμενη με τον Άρτι Σο (Artie Shaw) το 1938, και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1940 αποτελούσε μία από τις δημοφιλέστερες τραγουδίστριες.
Την ίδια περίοδο, πολλά προβλήματα σημάδευαν την προσωπική ζωή της, σε αντιδιαστολή με την επιτυχημένη επαγγελματική εξέλιξή της. Άρχισε να χρησιμοποιεί ναρκωτικές ουσίες καταδικαζόμενη σε φυλάκιση το 1947, ενώ συνδέθηκε συχνά με συντρόφους που την κακομεταχειρίστηκαν.
Σε συνδυασμό με την εξάρτηση από το οινόπνευμα, η υγεία της επιδεινώθηκε. Συνέχισε να τραγουδά και να περιοδεύει μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950, ωστόσο η φωνή της τραχύνθηκε εμφανώς από τις καταχρήσεις.
Πέθανε από κίρρωση του ήπατος σε ηλικία 44 ετών και σε δεινή οικονομική κατάσταση, έχοντας απωλέσει τα κέρδη της από τη μουσική.
Λουκιανός Κηλαηδόνης, σύγχρονος τραγουδοποιός, αρχικά συνθέτης και στη συνέχεια στιχουργός και ερμηνευτής
Λουκιανός Κηλαηδόνης
Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης είναι ένας σύγχρονος Έλληνας τραγουδοποιός, αρχικά συνθέτης και στη συνέχεια στιχουργός και ερμηνευτής.
Γεννήθηκε στην Κυψέλη (Αθήνα) στις 15 Ιουλίου του 1943. Σπούδασε στο Λεόντειο Λύκειο Πατησίων και κατόπιν Αρχιτεκτονική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, καθώς και στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (Αθήνας), χωρίς ποτέ να ασκήσει αυτό το επάγγελμα.
Είναι παντρεμένος με την Άννα Βαγενά και έχουν δύο κόρες. Το 1999 δημιουργούν μαζί τη δική τους μουσική σκηνή, το «Μεταξουργείο», στο οποίο εμφανίζονται μέχρι σήμερα.
Η καλλιτεχνική του καριέρα ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του ’70, όταν γράφει τη μουσική για τη θεατρική παράσταση του έργου της Κωστούλας Μητροπούλου Η Πόλη μας.
Τα τραγούδια, στον ομότιτλο δίσκο που κυκλοφόρησε, ερμηνεύουν η Βίκυ Μοσχολιού και ο Μανώλης Μητσιάς.
Ακολουθεί ο δίσκος «Κόκκινη Κλωστή» σε στίχους Νίκου Γκάτσου με την Δήμητρα Γαλάνη και τον Μανώλη Μητσιά.
Το 1973 κυκλοφορούν σε κόκκινο βινύλιο τα «Μικρoαστικά» σε στίχους Γιάννη Νεγρεπόντη, όπου για πρώτη φορά ο Λουκιανός Κηλαηδόνης ερμηνεύει δικές του συνθέσεις.
Αυτή η δουλειά είναι σταθμός στην καλλιτεχνική πορεία του Λουκιανού, αλλά και στα μουσικά μας πράγματα, γιατί τα «Μικροαστικά» πριν εκδοθούν σε δίσκο κυκλοφορούν παράνομα στη διάρκεια της δικτατορίας και γίνονται σημείο αναφοράς για μια ολόκληρη γενιά. Επόμενη δισκογραφική δουλειά του είναι τα «Απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας» πάλι σε στίχους Γιάννη Νεγρεπόντη.
Συνεχίζει παραγωγικότατος με πολλά τραγούδια και περισσότερη μουσική (προσωπικοί δίσκοι, συμμετοχές και συνεργασίες, μουσική ή/και στίχους για θεατρικές και κινηματογραφικές παραστάσεις, για τηλεοπτικές εκπομπές, κ.α.).
Πολλά από τα τραγούδια του αγαπήθηκαν και τραγουδήθηκαν πολύ («Είμαι ένας φτωχός και μόνος κάουμποϋ», «Μια μέρα μιας Μαίρης», «Ο ύμνος των μαύρων σκυλιών» κ.α.).
Το 1976 ο Λουκιανός γράφει την «Media Luz» τον μοναδικό του δίσκο με ορχηστρική μουσική, που είναι το soundtrack μιας υποθετικής ταινίας “Film Noir”.
Από το 1978 και μέχρι το 1991 κυκλοφορούν πέντε απόλυτα προσωπικοί του δίσκοι : «Είμαι ένας φτωχός και μόνος καουμπόϋ», «Ψυχραιμία Παιδιά», «Χαμηλή πτήση», «Τραγούδια για κακά παιδιά», «Γιατί θα γίνω μαραγκός» και ένας δίσκος με τραγούδια της δεκαετίας του ’50 με τίτλο «Fifties και ξερό ψωμί».
Το 1993 κυκλοφορεί το διπλό του άλμπουμ με τίτλο : «Αχ! Πατρίδα μου γλυκειά» που είναι μια καταγραφή της μουσικής πορείας της Ελλάδας τα τελευταία 50 χρόνια. Στην δουλειά αυτή παρουσιάζονται δισκογραφικά για πρώτη φορά κατηγορίες τραγουδιών που ανήκουν στο χώρο της προφορικής παράδοσης. Όπως σχολικά, τραγούδια της γειτονιάς, του δρόμου, της κατασκήνωσης, του κατηχητικού, προσκοπικά και ακόμη επτανησιακά, καντάδες, ελαφρά και ρεμπέτικα.
Παράλληλα γράφει θεατρική και κινηματογραφική μουσική.
Για δέκα συνεχή χρόνια γράφει αποκλειστικά τη μουσική για το «Ελεύθερο Θέατρο» – «Ελεύθερη Σκηνή» (Μουσική από τις παραστάσεις αυτές κυκλοφορεί και σε διπλό άλμπουμ με τίτλο : «Πάμε μαέστρο») και είναι βασικός συνθέτης των παραστάσεων του «Θεσσαλικού Θεάτρου» της πρώτης περιόδου.
Συνεργάζεται επίσης με το Εθνικό Θέατρο, με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, με το Λαϊκό Θέατρο του Λ. Τριβιζά, καθώς και με την παιδική σκηνή της Ξένιας Καλογεροπούλου.
Γράφει μουσική για τις ταινίες : «Οι κυνηγοί» και «Ο θίασος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, «Ελευθέριος Βενιζέλος» του Παντελή Βούλγαρη και «Οι Αθηναίοι» του Βασίλη Αλεξάκη. Καθώς και μουσική για πολλές τηλεοπτικές εκπομπές.
Το πάρτυ στη Βουλιαγμένη
Παράλληλα όλα αυτά τα χρόνια ο Λουκιανός κάνει πάρα πολλές ζωντανές εμφανίσεις σε ολόκληρη την Ελλάδα και στην Κύπρο. Γνωστότερη από αυτές είναι το περίφημο «Πάρτυ στη Βουλιαγμένη», που έγινε το 1983 και που συγκέντρωσε περίπου 70.000 κόσμο.
Το «Πάρτυ στη Βουλιαγμένη» θεωρήθηκε το ελληνικό “Woodstock” και ο Λουκιανός με αυτήν την εκδήλωση ήταν ο πρώτος καλλιτέχνης που έβγαλε τις συναυλίες από τα γήπεδα και τα θέατρα σε φυσικούς χώρους.
Ιδιαίτερη μνεία απαιτεί η πρώτη μεγάλης κλίμακας συναυλία του, το περίφημο Πάρτυ στη Βουλιαγμένη, που έγινε στις 25 Ιουλίου του 1983 και που συγκέντρωσε πάνω από 70.000 άτομα (άλλες εκτιμήσεις ανεβάζουν τον αριθμό στις 100.000).
…όσοι πηγαίνουν στη Βουλιαγμένη,
λέει ένας νόμος παλιός,
νύχτα με φεγγάρι κι είναι λίγο φτιαγμένοι,
πάντα τη βρίσκουν αλλιώς…
Στο πάρτυ αυτό εμφανίστηκαν διαδοχικά οι Διονύσης Σαββόπουλος, Μαργαρίτα Ζορμπαλά, Βαγγέλης Γερμανός, Γιώργος Νταλάρας, Αφροδίτη Μάνου και Μαντώ, αποβιβαζόμενοι με ταχύπλοα στην πλωτή εξέδρα. Σε μια εποχή που ο όρος ‘beach party’ δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστός, αυτό το πάρτυ κατάφερε να δημιουργήσει το αδιαχώρητο σε όλη την παραλιακή λεωφόρο, από τη Βουλιαγμένη μέχρι τη Λεωφόρο Συγγρού.
Επίσης, τα τελευταία χρόνια πλουτίζει τις συναυλίες του με πολλά θεατρικά και εικαστικά στοιχεία κάνοντάς τες περισσότερο μουσικές θεατρικές παραστάσεις, με αποκορύφωμα την παράσταση του «Αχ! Πατρίδα μου γλυκειά» στο Θέατρο Λυκαβητού το καλοκαίρι του 1993, που ονομάστηκε το πρώτο ελληνικό λαϊκό μιούζικαλ και στη συνέχεια παρουσιάστηκε στην Κύπρο, τη Ρόδο και την Νέα Υόρκη με πολύ μεγάλη επιτυχία.
Ακόμα σημαντικές του εμφανίσεις στο Λυκαβητό ήταν η «Σκοτεινή πλευρά» και το “Cocktail Party”.
Άλλη θεατρική του δουλειά ήταν η παράσταση : «Τα καλύτερά μας χρόνια» σε κείμενο Βαγγέλη Γκούφα.
Επόμενες δισκογραφικές του δουλειές το: «Νέα Κυψέλη – Νέα Ορλεάνη» που προήλθε από την συνεργασία του με το περίφημο συγκρότημα της Νέας Ορλεάνης Preservation Hall Jazz Band και «Τα φανταρίστικα», πάνω σε στίχους ανώνυμων φαντάρων.
Το καλοκαίρι του 2006 συνεργάστηκε με την Κρατική Ορχήστρα Ελληνικής Μουσικής (ΚΟΕΜ) πραγματοποιώντας συναυλίες στην Ελλάδα, το εξωτερικό καθώς και στο Ηρώδειο από όπου προέκυψε ένα διπλό cd με τίτλο «Μ’ Αγιόκλημα και γιασεμιά». Οι συναυλίες συνεχίστηκαν και το καλοκαίρι του 2007.
Φέτος, σε μία ωραία αναδρομή στα 35 χρόνια της πορείας του, ανθολογεί στο Φεστιβάλ Ρεματιάς 2011 αγαπημένα τραγούδια από τους δίσκους του που έχουν γίνει κλασικοί: «Η Πόλη μας», «Κόκκινη Κλωστή», «Μικροαστικά», «Φτωχός και μόνος καουμπόυ», «Τραγούδια για κακά παιδιά», «Χαμηλή Πτήση».
Πληροφορίες: metaxourgeio.com, el.wikipedia.org & tralala.gr
Πληροφορίες σαν στιχουργός, συνθέτης και εκτελεστής: http://www.stixoi.info/stixoi.php?info=Lyrics&act=index&sort=alpha&composer_id=5
Περισσότερα Άρθρα...
- Μιχάλης Γενίτσαρης συνθέτης και τραγουδιστής του ρεμπέτικου τραγουδιού
- Ρέμπραντ Χάρμενσοον φαν Ράιν Ολλανδός ζωγράφος και χαράκτης του 17ου αιώνα, μεταξύ των κορυφαίων ζωγράφων όλων των εποχών
- Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχωφ, Ρώσος ιατρός, δραματουργός και συγγραφέας και από τους σημαντικότερους συγγραφείς διηγημάτων στην ιστορία
- Δημήτριος Γκογκολάκης (καπετάν Μητρούσης) Μακεδονομάχος οπλαρχηγός