Άρθρα
Αλίκη Βουγιουκλάκη, Ελληνίδα ηθοποιός του κινηματογράφου και του θεάτρου, και θεατρική επιχειρηματίας
Αλίκη Βουγιουκλάκη
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη ήταν Ελληνίδα ηθοποιός του κινηματογράφου και του θεάτρου και θεατρική επιχειρηματίας, που φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Υπήρξε μία από τις πιο εμπορικές και πιο δημοφιλείς Ελληνίδες ηθοποιούς. (20 Ιουλίου 1934 - 23 Ιουλίου 1996)
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη έκανε το ντεμπούτο της στο θέατρο το 1953 με το έργο Κατά Φαντασίαν Ασθενής του Μολιέρου. Τον επόμενο χρόνο πραγματοποίησε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο με την ταινία Το Ποντικάκι. Ακολούθησαν 41 κινηματογραφικές ταινίες συμπεριλαμβανομένης και της τουρκικής διασκευής της ταινίας «Χτυποκάρδια στο θρανίο» με τον τουρκικό τίτλο «Siralardaki Heyecanlar» (1963), οι περισσότερες των οποίων έγιναν τεράστιες εισπρακτικές επιτυχίες και κατάφεραν να εκτινάξουν την καριέρα της στα ύψη και να της δοθεί ο χαρακτηρισμός «Εθνική Σταρ».
Το 1960, της απονεμήθηκε το Βραβείο ερμηνείας Α΄ Γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1960 για την ερμηνεία της στην κινηματογραφική ταινία Μανταλένα, σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου.
Πρώτα χρόνια
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1934 στο Μαρούσι Αττικής στην Αθήνα από τους Ιωάννη Βουγιουκλάκη, πρώην Νομάρχη Αρκαδίας και νομικό, και Αιμιλία Κουμουνδούρου. Η οικογένειά της κατάγεται από το χωριό Λάγια της Μάνης. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής ο πατέρας της ήταν κατοχικός νομάρχης, και εκτελέστηκε από τον ΕΛΑΣ και η μητέρα της ανέλαβε μόνη της να μεγαλώσει τα τρία παιδιά, την Αλίκη, τον Αντώνη και τον Τάκη Βουγιουκλάκη.
Καριέρα
Το 1952 έδωσε κρυφά από την οικογένειά της εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου από την οποία αποφοίτησε τρία χρόνια μετά με Λίαν Καλώς, λόγω της αυστηρής βαθμολόγησης του Δημήτρη Χορν. Προτού ακόμη αποφοιτήσει από τη Σχολή ξεκίνησε τη σταδιοδρομία της από το θέατρο. Ο πρώτος της θεατρικός ρόλος ήταν στο έργο Κατά Φαντασίαν Ασθενής του Μολιέρου το 1953 και η πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση έγινε στην ταινία Το Ποντικάκι το 1954. Κατά τη διάρκεια της φοίτησης της στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου συμμετείχε χωρίς άδεια της Σχολής στην παράσταση Ρωμαίος και Ιουλιέτα. Τότε συζητήθηκε από τον σύλλογο των διδασκόντων της Σχολής η παραμονή της ή όχι στη Σχολή: Ο Καρθάιος είχε ισχυρισθεί πως δέχθηκε την επίσκεψη της θείας του Νίκου Χατζίσκου, και του ζήτησε να επιτρέψει ως διευθυντής της Σχολής να παίξει η Βουγιουκλάκη στις παραστάσεις του Εθνικού Κήπου. Ο διευθυντής είπε πως ο κανονισμός της Σχολής δεν το επέτρεπε, αλλά δεν διαβιβάστηκε σωστά στην Βουγιουκλάκη, η οποία παραπλανήθηκε και χωρίς να αντιμετωπίσει το ζήτημα υπεύθυνα, συμμετείχε στις παραστάσεις. Η Βουγιουκλάκη αιτήθηκε συγχώρεσης από το Συμβούλιο των καθηγητών, επικαλούμενη πως και στο παρελθόν είχε αρνηθεί πρόταση συμμετοχής της σε παράσταση του θιάσου της Κοτοπούλη. Τελικά ο Καρθαίος πρότεινε την επιεική κρίση της σε κάτι που συμφώνησε και ο Ροντήρης. Σύντομα καθιερώθηκε στο χώρο και λόγω της εξαιρετικής δημοτικότητας που απέκτησε στο ευρύ κοινό ονομάστηκε (από τον Φιλοποίμενα Φίνο αρχικά) «Εθνική Σταρ» της Ελλάδας.
Το 1960, κέρδισε το βραβείο ερμηνείας Α' Γυναικείου ρόλου στο 1ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία της στην ταινία Μανταλένα, σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, ενώ η ίδια ταινία εκπροσώπησε την Ελλάδα στο διεθνές κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών, όπου άφησε πάρα πολύ καλές εντυπώσεις.
Το 1961 η Αλίκη Βουγιουκλάκη συγκρότησε τον δικό της θίασο, ανεβάζοντας τα έργα Καίσαρ και Κλεοπάτρα, Χτυποκάρδια στο θρανίο, ΟΠρίγκιψ και η χορεύτρια κ.α. Αργότερα γνωρίστηκε με τον Φιλοποίμενα Φίνο και άρχισε μια μόνιμη συνεργασία με την εταιρία του, τη Φίνος Φιλμ. Μαζί έκαναν μερικές από τις μεγαλύτερες εισπρακτικές επιτυχίες του ελληνικού κινηματογράφου, ανάμεσά τους οι ταινίες: Αστέρω, Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο, Μανταλένα, Το κλωτσοσκούφι, Η Αλίκη στο ναυτικό, Η Λίζα και η άλλη, Η ψεύτρα, Το δόλωμα, Η Αρχόντισσα και ο αλήτης, Υπολοχαγός Νατάσσα, Η κόρη του ήλιου, Η Μαρία της Σιωπής κ.α.. Οι, μεταξύ άλλων, κινηματογραφικοί της ρόλοι, άλλοτε της χαριτωμένης σκανδαλιάρας μαθήτριας, άλλοτε του πλουσιοκόριτσου που επαναστατεί εναντίον του πλούσιου πατέρα της, άλλοτε της φτωχής και ασήμαντης κοπέλας που καταφέρνει να ανέβει κοινωνικά, να επιτύχει και να δοξαστεί, είχαν και συνεχίζουν να έχουν, μεγάλη απήχηση στο κοινό εξασφαλίζοντας στην ηθοποιό σπάνια δημοτικότητα ενώ η ταινία Υπολοχαγός Νατάσα ήταν η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου για τρεις δεκαετίες. Επίσης οι δύο επόμενες μεγαλύτερες εισπρακτικές κινηματογραφικές επιτυχίες ανήκουν στην Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Η σημαντική εμπορική κάμψη που σημείωσε από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο ελληνικός κινηματογράφος ώθησε την Αλίκη να ασχοληθεί σχεδόν αποκλειστικά με το θέατρο παίζοντας συνολικά σε 53 θεατρικές παραστάσεις. Το 1975 αλλάζει τον μέχρι τότε τρόπο ανεβάσματος των μιούζικαλ, φέρνοντας στην Ελλάδα τα μιούζικαλ-υπερπαραγωγή, με το έργο του Νιλ Σάιμον Καμπίρια. Ανέβασε επίσης με μεγάλη επιτυχία και άλλα έργα του είδους, όπως το Καμπαρέ, Ωραία μου κυρία, Τζούλια,Άννυ Εβίτα, Βίκτωρ-Βικτώρια με τελευταίο το μιούζικαλ Η μελωδία της ευτυχίας.
Προσωπική ζωή
Στις 18 Ιανουαρίου 1965 παντρεύτηκε με το Δημήτρη Παπαμιχαήλ, συμφοιτητή της στη Δραματική Σχολή. Κουμπάροι ήταν ο Βίκτωρ Μιχαηλίδης, ο Θεοφάνης Δαμασκηνός και ο Δημήτρης Μακρίδης. Το γλέντι που ακολούθησε άφησε εποχή.
Στις 4 Ιουνίου 1969 γεννήθηκε ο γιος τους, Γιάννης. Μαζί πρωταγωνίστησαν σε πολλά κινηματογραφικά και θεατρικά έργα, από τα πιο εμπορικά και πετυχημένα στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Στις 5 Ιουλίου 1975, οι δύο ηθοποιοί πήραν διαζύγιο, λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων.
Η Αλίκη, έπειτα απο πέντε χρόνια σχέσης, έκανε έναν δεύτερο γάμο με τον Κύπριο επιχειρηματία Γιώργο Ηλιάδη στις 25 Ιανουαρίου 1982, ο οποίος δεν κράτησε πολύ και έμεινε μυστικός ακόμα και μετά τη λήξη του. Ο γάμος έγινε στο Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών και το αποκάλυψε το 1993 η ίδια σε συνέντευξή της στον Νίκο Χατζηνικολάου στην τηλεοπτική εκπομπή Ενώπιος Ενωπίω. Στην παράσταση Εβίτα την περίοδο 1981-1982 γνωρίζει τον Βλάσση Μπονάτσο με τον οποίο ήταν μαζί από τον Απρίλιο του 1982 μέχρι το Δεκέμβριο του 1987 σύμφωνα με τα περιοδικά της εποχής. Τελευταίος σύντροφος της ζωής της για οκτώ χρόνια (1988- 1996) ήταν ο ηθοποιός Κώστας Σπυρόπουλος.
Θάνατος
Μετά από δυο μήνες νοσηλείας, η Αλίκη Βουγιουκλάκη πέθανε στις 23 Ιουλίου 1996 στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών από καρκίνο. Ακολούθησε διήμερο λαϊκό προσκύνημα της σορού της στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών. Στις 25 Ιουλίου 1996, η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στον Καθεδρικό Ναό Αθηνών και η ταφή της πραγματοποιήθηκε από το Α' Νεκροταφείο Αθηνών δημοσία δαπάνη, παρουσία πολλών συναδέλφων της και πλήθους κόσμου.
Κριτική αποδοχή
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη ήταν πολύ δημοφιλής ηθοποιός. Οι ρόλοι της είχαν μεγάλη απήχηση στο κοινό, το οποίο την στήριζε συνεχώς. Η ταινία «Υπολοχαγός Νατάσα» θεωρείται η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στον ελληνικό κινηματογράφο, ενώ η Αλίκη Βουγιουκλάκη πρωταγωνιστούσε στη δεύτερη και στη τρίτη. Σήμερα θεωρείται μια από τις πιο δημοφιλείς ηθοποιούς του θεάτρου και του κινηματογράφου με ταινίες οι οποίες αγαπήθηκαν από τέσσερις διαφορετικές γενιές και συνεχίζουν να αποκτούν νέο κοινό, ακόμα και μετά τον θάνατό της. Με την πάροδο των χρόνων η Αλίκη Βουγιουκλάκη ξέφυγε από την σφαίρα του απλού ηθοποιού/καλλιτέχνη και έγινε το σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής. Το 1959, η δημοσιογράφος/χρονογράφος της εφημερίδας «Καθημερινή» Ελένη Βλάχου της έδωσε το προσωνύμιο «Εθνική Σταρ» της Ελλάδας που την ακολούθησε τα επόμενα χρόνια.
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη έχει χαρακτηριστεί από πολλούς κριτικούς, δημοσιογράφους αλλά και από διεθνείς καταξιωμένους Έλληνες σκηνοθέτες όπως ο Κώστας Γαβράς, σαν ένα πανευρωπαϊκό αν όχι παγκόσμιο φαινόμενο διότι καμιά άλλη ηθοποιός δεν ήταν τόσο αγαπητή και δημοφιλής στο κοινό μιας χώρας, για τόσο μεγάλη χρονική περίοδο, όπως η Αλίκη Βουγιουκλάκη. Το 1960 βραβεύτηκε με το βραβείο Α’ Γυναικείου Ρόλου στο Φεστιβάλ Ταινιών Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία της στη ταινία «Μανταλένα». Αποκαλείται επίσης «το Φαινόμενο Αλίκη».
Η επιλογή της Αλίκης να υπηρετήσει ως το τέλος της καριέρας της την εικόνα που την καθιέρωσε στο μεγάλο κοινό και να μην δοκιμαστεί έντονα σε ρόλους του μεγάλου ρεπερτορίου, ήταν οι λόγοι που αμφισβητήθηκε από το πιο επιλεκτικό και απαιτητικό κοινό με ακραίες κάποιες φορές αντιδράσεις. Διάφοροι κριτικοί είχαν επιφυλάξεις κυρίως με τα στερεότυπα τα οποία εισήγαγε και όχι με το ταλέντο ή με τον επαγγελματισμό της.
Στην εκπομπή/ντοκιμαντέρ του τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΙ, «Μεγάλοι Έλληνες» (που βασίστηκε στην αντίστοιχη παραγωγή του αγγλικού τηλεοπτικού σταθμού BBC) και που προβλήθηκε το 2009, η Αλίκη Βουγιουκλάκη συμπεριλήφθηκε στη λίστα των "Μεγάλων Ελλήνων" μετά από ψηφοφορία, καταλαμβάνοντας την 88η θέση.
Τραγούδια
Σημαντικό κεφάλαιο της καριέρας της Αλίκης Βουγιουκλάκη ήταν επίσης τα τραγούδια που ερμήνευσε ως ηθοποιός, τόσο στις κινηματογραφικές της ταινίες όσο και στις θεατρικές της παραστάσεις. Σημαντικοί Έλληνες συνθέτες και στιχουργοί όπως οι Ξαρχάκος, Πλέσσας, Λοΐζος, Μαρκόπουλος, Παπαδόπουλος, Γκάτσος, Μικρούτσικος, Ζαμπέτας, Θεοδωράκης κ.α. με κορωνίδα τον Μάνο Χατζιδάκι, έντυσαν μουσικά/στιχουργικά τα κινηματογραφικά και θεατρικά της έργα. Ο πρώτος χρυσός δίσκος που δόθηκε στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας ήταν αυτός με τα τραγούδια από την ταινία «Το Ξύλο Βγήκε Από Τον Παράδεισο» (1959), σε μουσική του Μ. Χατζιδάκι και ερμηνεύτρια την Αλίκη Βουγιουκλάκη. Οι 75.000 δίσκοι που πωλήθηκαν αποτέλεσαν ένα ρεκόρ. Στα τραγούδια από την εν λόγω ταινία ανήκουν τα πολύ γνωστά «Το Γκρίζο Γατί» και «Έχω Ένα Μυστικό» (Μ. Χατζιδάκι - Αλ. Σακελλάριου). Ο Μ. Χατζιδάκις και η Α. Βουγιουκλάκη συνεργάστηκαν και στις ταινίες «Το κλωτσοσκούφι» (1960), «Μανταλένα» (1960), «Η Αλίκη στο ναυτικό» (1961), «Η Λίζα και η άλλη» (1961), «Αλίκη» (1962) & «Χτυποκάρδια στα θρανία» (1963). Αξιοσημείωτα είναι τα τραγούδια «Θάλασσα πλατιά» (στίχοι Γ.Ρούσου), «Μέσα σ’ αυτή τη βάρκα» (στίχοι Μάνου Χατζιδάκι), «Τράβα μπρος» (στίχοι Αλ.Σακελλάριου), «Ξημερώνει» (στίχοι Βαγγέλη Γκούφα), «Θαλασσοπούλια μου» (στίχοι Ν.Γκάτσου), «Κλωτσοσκούφι» (στίχοι Χρ.Γιαννακόπουλος / Αλ.Σακελλάριος) μαζί με τον Μπιθικώτση , «Σ’ αγαπώ» (στίχοι Αλέκου Σακελλάριου) και «Ο αμαξάς» (στίχοι Αλ. Σακελλάριου). Η Βουγιουκλάκη ερμήνευσε τα τραγούδια από τα «Χτυποκάρδια στα θρανία» και στην τουρκική γλώσσα, για την τουρκική εκδοχή της ταινίας. Το τραγούδι «Μια περιπέτεια στη Νότιο Καρολίνα» (1959) είναι το μοναδικό σόλο τραγούδι της Βουγιουκλάκη, σε μουσική και στίχους του Χατζιδάκι, που δεν έχει κινηματογραφικές ή θεατρικές καταβολές. Με τον Μάνο Χατζιδάκι συνεργάστηκαν δισκογραφικά και το 1970, στο άλμπουμ του συνθέτη «Επιστροφή», σε στίχους του Νίκου Γκάτσου, όπου εμφανίζεται ως έκτακτη συμμετοχή, αφού τα τραγούδια του δίσκου ερμηνεύουν ο Γρ.Μπιθικώτσης και η Δ. Γαλάνη. Το τραγούδι στο οποίο συμμετέχει η Βουγιουκλάκη φέρει τον τίτλο «Το Δεσποινάκι» και το ερμηνεύει μαζί με τον Μπιθικώτση. Η τελευταία φορά που συνεργάστηκαν καλλιτεχνικά ήταν στο ανέβασμα της «Λυσιστράτης» το καλοκαίρι του 1986 στην Επίδαυρο. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη ερμήνευσε κι ένα πλήθος ακόμα διαχρονικών τραγουδιών όπως: «Φως της αυγής» (στίχοι Βαγγέλη Γκούφα) , «Η νύχτα» (στίχοι Ν. Γκάτσος), «Ο Λευτέρης» (Ν.Γκάτσος), «Κατερίνα», «Ξανθομαλλού», «Ήλιος πάνω , ήλιος κάτω» (Γ.Μαρκόπουλος-Λ.Παπαδόπουλος), «Στον ήλιο του μεσημεριού», «Αλητάκι μπατηράκι» και «Η αγάπη θέλει δύο» μαζί με τον Δ. Παπαμιχαήλ, «Άναψε μέσα μου φωτιά» (Ν.Μαμαγκάκη-Ντ.Δημόπουλου), «Μου αρέσουνε τ’ αγόρια» και «Άστο το χεράκι σου» (Κ.Καπνίσης-Α.Σακελλάριος),«Νανούρισμα» (Μ.Λοΐζος-Λ.Παπαδόπουλος), «Χάλι γκάλι», «Το φεγγαράκι», «Το τιμόνι» (Γ. Λαβράνος-Α. Σακελλάριος),«Σήκω χόρεψε συρτάκι», «Η Κυριακή», «Δημήτρη μου», «Είναι το στρώμα μου μονό» (Γ. Ζαμπέτας),«Γείρε στην πέτρα» (Γ.Κατσαρός - Πυθαγόρας) μαζί με τον Δ. Παπαμιχαήλ, «Γεννήθηκα στον Πειραιά» (Γ.Κατσαρός - Πυθαγόρας), «Ποιος, ποιος, ποιος» (Γ. Κατσαρός - Πυθαγόρας), «Αλίμονο στα νιάτα μου» (Ν.Καλλίτσης - Κ.Λιακάκος) μαζί με τον Δ.Παπαμιχαήλ & «Όσα δώσεις στην αγάπη» (Ν. Καλλίτσης - Κ. Λιακάκος) κ.ά. Την περίοδο 1974-75 η Αλίκη Βουγιουκλάκη ανεβάζει την παράσταση "Μαντώ Μαυρογένους" του Γ. Ρούσου, τη μουσική της οποίας υπογράφει ο Μίκης Θεοδωράκης όπως και τη μουσική για την παράσταση της "Αντιγόνης" το 1990. Το 1983-84 η Αλίκη ανέβασε το μιούζικαλ «Βίκτωρ - Βικτώρια» του Σίντσελ. Τη μουσική για την παράσταση έγραψε ο Θάνος Μικρούτσικος. Το 1989 η Αλίκη Βουγιουκλάκη ανέβασε την παράσταση «Σίρλεϋ Βαλεντάιν» ερμηνεύοντας δυο τραγούδια των Κραουνάκη - Νικολακοπούλου, τα «Δεσποινίς Βαλεντάιν» και «Το σπίτι αυτό». Την ίδια χρονιά συμμετείχε στον δίσκο «Δεν έχω ιδέα» των ίδιων δημιουργών με «Το τραγούδι της Αλίκης», το οποίο γράφτηκε για εκείνη.
Γιώργος Γαβριηλίδης, Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου
Γιώργος Γαβριηλίδης
Ο Γιώργος Γαβριηλίδης ήταν Έλληνας ηθοποιός. (1908 - 23 Ιουλίου 1982)
Υπήρξε σύζυγος της επίσης ηθοποιού Μαρίκας Κρεβατά (1911-14 Σεπτεμβρίου 1994). Αναδείχθηκε από το θέατρο και έπαιξε στη συνέχεια σε πολλές κωμωδίες στον κινηματογράφο και αργότερα στην τηλεόραση.
Ο Γιώργος Γαβριηλίδης, γνωστός Έλληνας ηθοποιός του κινηματογράφου και του θεάτρου, έγινε από τους πιο σημαντικούς δευτερο-ρολίστες σε αγαπημένες ελληνικές ταινίες.
Γεννήθηκε στην Αθήνα και καταγόταν από μεγάλη καλλιτεχνική οικογένεια. Σπούδασε υποκριτική στην Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου και ξεκίνησε από μικρός να μετέχει σε έργα πρόζας. Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1925 με το έργο «Ψυχοπατέρας» και προς το τέλος της δεκαετίας του 1930 άρχισε να μετέχει σε μουσικούς θιάσους και να παίζει σε οπερέτες και επιθεωρήσεις.
Το 1943 εμφανίστηκε στην επιθεώρηση των Ασ. Γιαλαμά – Θ. Σακελλαρίδη «Η Κιβωτός του Νώε» και έκτοτε οι εμφανίσεις του στο μουσικό θέατρο πύκνωσαν. Στο διάστημα 1943-45 συνεργάστηκε με πολλούς θιάσους, και το 1947 έγινε συνθιασάρχης της Μαρίκας Κρεββατία και της Μαρίκας Νέζερ. Από το 1955 ώς το 1957 συνεργάστηκε σε θίασο με την Μ. Κρεββατά και πάλι, αλλά και με τις αδελφές Καλουτά και την Ρένα Ντόρ. Τα επόμενα χρόνια ακολούθησε η ριζική στροφή του προς έργα πρόζας.
Η πρώτη του κινηματογραφική δουλειά ήταν το 1933 στην ταινία «Ο Κακός Δρόμος», αλλά διακρίθηκε πολύ αργότερα, μέσα από τις υπέροχες κωμωδίες της Φίνος Φίλμ της δεκαετίας του ‘50 και του ’60. Η πρώτη του συνεργασία με τη Φίνος Φίλμ ήταν το 1957 στην ταινία «Λατέρνα, Φτώχεια και Γαρύφαλλο», ενώ συνολικά γύρισε 47 ταινίες. Αξέχαστες έχουν μείνει οι ερμηνείες του σε πολλές ταινίες της Φίνος Φίλμ, όπως στο «Μια Ιταλίδα από την Κυψέλη», στον ρόλο του ΕλληνοΑμερικάνου Τζόν Πάρκερ, καθώς επίσης και στην ταινία «Μια Τρελλή Τρελλή Σαραντάρα», στον ρόλο του κουφού γαμπρού που προξενεύουν στην Ρένα Βλαχοπούλου.
Ο Γιώργος Γαβριηλίδης ήταν παντρεμένος με την επίσης ηθοποιό Μαρίκα Κρεββατά, με την οποία έπαιξαν στον κινηματογράφο, τον ρόλο του ζευγαριού που τσακώνεται, στην ταινία «Η Γυναίκα μου Τρελλάθηκε». Ο Γιώργος Γαβριηλίδης, αν και δευτερο-ρολίστας, κατάφερνε να κλέβει πάντα κάτι από την λάμψη των πρωταγωνιστών και να κάνει αισθητή την παρουσία του με το πηγαίο και μεστό παίξιμό του.
Πέθανε στις 23 Ιουλίου 1982 σε ηλικία 73 ετών, από πνευμονικό οίδημα. Κηδεύτηκε στο Γ΄ Νεκροταφείο της Νίκαιας.
Νίκος Γκάλης, Ελληνοαμερικανός πρώην καλαθοσφαιριστής ένας από τους μεγαλύτερους Ευρωπαίους παίκτες και ο κορυφαίος Έλληνας αθλητής
Νίκος Γκάλης
Ο Νίκος Γκάλης (Νικόλαος Γεωργαλής, 23 Ιουλίου 1957) είναι Ελληνοαμερικανός πρώην καλαθοσφαιριστής και ένας από τους μεγαλύτερους Ευρωπαίους παίκτες. Θεωρείται η σημαντικότερη μορφή στην ιστορία του αθλήματος στην Ελλάδα και ο κορυφαίος Έλληνας αθλητής.
Καριέρα -στις ΗΠΑ έως το 1979
Ο Νίκος Γκάλης γεννήθηκε στις 23 Ιουλίου 1957 στο Νιού Τζέρσεϊ των ΗΠΑ. Γιος μεταναστών με καταγωγή από τη Ρόδο (ο πατέρας του ήταν από τον Άγιο Ισίδωρο της Ρόδου), μεγάλωσε στην Αμερική.
Εκεί ασχολήθηκε αρχικά με την πυγμαχία, αλλά γρήγορα τον κέρδισε η καλαθοσφαίριση. Το 1975 εισήχθη στο καθολικό πανεπιστήμιο του Σίτον Χολ, του οποίου η ομάδα μπάσκετ φημίζεται για τις διακρίσεις της.
Ξεχώρισε γρήγορα και έγινε ένας από τους καλύτερους καλαθοσφαιριστές του κολλεγιακού πρωταθλήματος.
Αγωνιζόταν στη θέση του σούτιγκ γκαρντ και σκόραρε με μεγάλη ποικιλία κινήσεων. Αγαπημένη του κίνηση το τζαμπ σουτ από μέση απόσταση ή το λέι απ με σπάσιμο στον αέρα (πολλές φορές με ολόκληρη την αντίπαλη ομάδα να αμύνεται μπροστά του).
Την περίοδο 1978-79 αναδείχθηκε τρίτος σκόρερ στο κολεγιακό πρωτάθλημα του NCAA με 27,5 πόντους μ.ο. πίσω από τον δεύτερο (και μετέπειτα θρύλο του ΝΒΑ) Λάρι Μπερντ. Στο τέλος εκείνης της σεζόν συμμετείχε στο ντραφτ (θεσμοθετημένη διαδικασία επιλογής μελλοντικών επαγγελματιών από αθλητικά σωματεία στις Η.Π.Α.) του NBA και επιλέχθηκε από την ομάδα Boston Celtics μόλις στον τρίτο γύρο της διαδικασίας και συνολικά την 68η θέση.
Η καταξίωση του στην Ελλάδα 1979-1984
Το καλοκαίρι του 1979 οι ελληνικές ομάδες του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού εκδήλωσαν το ενδιαφέρον τους για να τον αποκτήσουν όμως τελικά ο ίδιος προτίμησε να ενταχθεί στην ομάδα Άρη Θεσσαλονίκης ο οποίος είχε αναδειχθεί πρωταθλητής Ελλάδας. Την πρώτη του σεζόν στην Ελλάδα αναδείχθηκε 3ος σκόρερ στο ελληνικό πρωτάθλημα. Από την επόμενη χρονιά όμως έγινε ο πρώτος σκόρερ του ελληνικού πρωταθλήματος και συνέχισε να κατακτά την πρώτη θέση για 11 συνεχόμενα έτη συνολικά. Ολοκλήρωσε την περίοδο 1980-81 με 44 πόντους μ.ο. σημειώντας την καλύτερη επίδοση σε συγκομιδή πόντων σε μέσο όρο στην καριέρα του.
Την περίοδο 1981-82 ο Γκάλης αγωνίστηκε με τον Άρη εναντίον του Ιωνικού Νικαίας που έληξε με σκορ 114-113 υπέρ του Άρη και υπήρξε ένας από τα πιο αξιομνημόνευτους αγώνες της εποχής. Ο Νίκος Γκάλης σημείωσε 63 πόντους για τον Άρη και ο Παναγιώτης Γιαννάκης 72 για τον Ιωνικό Νικαίας. Τα τρία πρώτα του χρόνια στην Ελλάδα δεν κατάφερε να γνωρίσει επιτυχίες σε συλλογικό επίπεδο καθώς η ομάδα του Παναθηναϊκού διατηρούσε την πρώτη θέση όμως το 1983 αναδείχθηκε για πρώτη φορά πρωταθλητής Ελλάδας με την ομάδα του Άρη. Με την εθνική Ελλάδος συμμετείχε στο Ευρωμπάσκετ 1983 και αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης. Την επόμενη χρονιά ο Άρης ήταν φαβορί για να κατακτήσει το πρωτάθλημα όμως το έχασε από τον Παναθηναϊκό, στον αγώνα μπαράζ της Κέρκυρας ενώ εξίσου οδυνηρή για το σύλλογο ήταν και η απώλεια του κυπέλλου στον τελικό των ξυρισμένων κεφαλιών.
Η γιγάντωση του Άρη και το χρυσό του Ευρωμπάσκετ 1984-1987
Το καλοκαίρι του 1984 ο Άρης προχώρησε σε μια μεταγραφή που θα άλλαζε τις ισορροπίες στο ελληνικό μπάσκετ και θα έκανε την ομάδα πρωταγωνίστρια. Με την απόκτηση του Παναγιώτη Γιαννάκη ο Νίκος Γκάλης μπορούσε πλέον να οδηγήσει τον Άρη σε μεγαλύτερες διακρίσεις. Το 1985 ο Άρης κατέκτησε το Πρωτάθλημα και το Κύπελλο Ελλάδας που ήταν και το πρώτο νταμπλ του συλλόγου. Στην Ευρώπη σημειώθηκε η μεγαλύτερη διάκριση του συλλόγου έως τότε με τη συμμετοχή στον ημιτελικό του Κυπέλλου Κόρατς εναντίον της Ciao Crem Varese. Το 1986 ο Γκάλης κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδας και αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ στο Μουντομπάσκετ της Ισπανίας με την Ελλάδα να τερματίζει 10η συμμετέχοντας για πρώτη φορά στην ιστορία της σε τελική φάση Μουντομπάσκετ.
Το 1987 κατέκτησε το δεύτερο νταμπλ του με τον Άρη. Το 1987 υπήρξε μια από τις πιο σπουδαίες χρονιές στην καριέρα του Γκάλη αλλά και στην ιστορία της ελληνικής καλαθοσφαίρισης. Μετά από την επιτυχημένη σεζόν του με τον Άρη αγωνίστηκε στο Ευρωμπάσκετ 1987 με την εθνική Ελλάδας. Ο Γκάλης αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ (με μ.ο. 37 πόντους) και MVP της διοργάνωσης και η Εθνική Ελλάδας αναδείχθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης, πέρα από κάθε προγνωστικό. Με κορυφαίο αθλητή μακράν το Νίκο Γκάλη η εθνική Ελλάδος που δεν είχε έως τότε καμιά διάκριση σε επίπεδο κορυφής, επικράτησε απέναντι σε ομάδες με τεράστια ιστορία στο θεσμό όπως η Σοβιετική Ένωση και η Γιουγκοσλαβία. Αναδείχθηκε κορυφαίος Ευρωπαίος καλαθοσφαιριστής για το 1987. Πλέον και τυπικά αποτελούσε έναν από τους κορυφαίους αθλητές του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
Στην ελίτ της Ευρώπης με τον Άρη και την Εθνική Ελλάδας 1987-1992
Οι επόμενες τρεις σεζόν αποτέλεσαν μια περίοδο που ο Άρης ήταν κυρίαρχος του αθλήματος στην Ελλάδα αλλά και μια από τις κορυφαίες ομάδες της Ευρώπης. Το 1988, 1989, 1990 ο Άρης κατέκτησε το νταμπλ στην Ελλάδα και συμμετείχε σε τρία διαδοχικά φάιναλ φορ του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης με το Γκάλη να ηγείται της ομάδας.
Το 1989 στο φάιναλ φορ του Μονάχου ο Άρης κατέκτησε την 3η θέση στο Κύπελλο Πρωταθλητριών και αυτή είναι η καλύτερη επίδοση στην ιστορία του συλλόγου στην κορυφαία ευρωπαϊκή διοργάνωση. Το καλοκαίρι του 1989 ο Γκάλης αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ στο Ευρωμπάσκετ 1989 και οδήγησε την εθνική Ελλάδος στην κατάκτηση του ασημένιου μεταλλίου. Η διάκριση θεωρήθηκε ανάλογης αξίας με την κατάκτηση της πρώτης θέση του 1987 καθώς οι αντίπαλοι υπήρξαν ακόμα πιο ισχυροί και το επίπεδο πιο δύσκολο. Στον ημιτελικό απέναντι στη Σοβιετική Ένωση ο Γκάλης σημείωσε 45 πόντους, εξασφαλίζοντας το ασημένιο μετάλλιο και αποδεικνύοντας ότι η Εθνική Ελλάδος ανήκε πλέον στις κορυφαίες εθνικές ομάδες της Ευρώπης.
Το 1991 ο Γκάλης κατέκτησε το τελευταίο του πρωτάθλημα Ελλάδας και αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος σημειώνοντας την 3η καλύτερη επίδοση στην ιστορία του θεσμού με 46 πόντους ενάντια στη Λιμόζ. Με την εθνική Ελλάδος ο Γκάλης αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ στο Ευρωμπάσκετ 1991 για τέταρτη φορά στην καριέρα του. Την ίδια χρονιά ψηφίστηκε μέσα στους 50 κορυφαίους καλαθοσφαιριστές στην ιστορία της ΦΙΜΠΑ από το επίσημο περιοδικό της FIBA Magazine. Το 1992 αναδείχθηκε κυπελλούχος Ελλάδας και για πρώτη φορά μετά από 11 χρόνια δεν αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ απουσιάζοντας και από την πρώτη πεντάδα των πρώτων σκόρερ. Στον τελικό του κυπέλλου Ελλάδας απέναντι στην ΑΕΚ στις 13 Μαΐου του 1992 έκανε την τελευταία του εμφάνιση με τα χρώματα του Άρη και σημείωσε 18 πόντους. Στο τέλος της χρονιάς αποχώρησε από τον Άρη καθώς το συμβόλαιο του δεν ανανεώθηκε.
Αναγεννητής του Παναθηναϊκού 1992-1994
Το 1992 αποκτήθηκε από τον Παναθηναϊκό, ο οποίος είχε τερματίσει στην 8η θέση που αποτέλεσε την πιο άσχημη επίδοση στην ιστορία του. Ο Νίκος Γκάλης υπήρξε ο ηγέτης στην ανάκαμψη του Παναθηναϊκού και η άφιξή του τερμάτισε την περίοδο αγωνιστικής κρίσης και ο σύλλογος επέστρεψε σε πορεία πρωταθλητισμού. Το 1993 με 36 πόντους στον τελικό ενάντια στον Άρη ο Γκάλης οδήγησε τον Παναθηναϊκό στην κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδας μετά από 7 έτη. Οδήγησε τον Παναθηναϊκό στον τελικό του ελληνικού πρωταθλήματος με πλεονέκτημα έδρας όμως μετά από απόφαση του Παύλου Γιαννακόπουλου η ομάδα αποχώρησε διαμαρτυρόμενη για τη διαιτησία. Την περίοδο 1992-93 επανήλθε στην πρώτη τριάδα των σκόρερ και αυτό συνέβη και την επόμενη σεζόν.
Τη χρονιά της άφιξής του ο Παναθηναϊκός είχε μείνει εκτός Ευρώπης μετά από 24 χρόνια, με την άφιξη του Γκάλη ο Παναθηναϊκός απέκτησε και πάλι δικαίωμα συμμετοχής στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα μετά από 9 χρόνια απουσίας και σημείωσε τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή επιτυχία στην ιστορία του έως τότε. Την περίοδο 1993-94 ο Γκάλης αναδείχθηκε με τον Παναθηναϊκό κορυφαίος σκόρερ και πασέρ στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα οδηγώντας το σύλλογο στο φάιναλ φορ του Τελ Αβίβ. Με 30 πόντους του ενάντια στην Μπαρτσελόνα ο Παναθηναϊκός κατέκτησε την τρίτη θέση στην Ευρώπη ενώ ο Γκάλης για δεύτερη φορά στην καριέρα του αναδείχθηκε τριταθλητής Ευρώπης μετά το 1989 με τον Άρη. Επίσης με τη συγκομοιδή των πόντων που σημείωσε στο φάιναλ φορ του Τελ Αβίβ έφτασε τους 231 πόντους σε φάιναλ φορ, επίδοση που τον κατατάσει πρώτο έως σήμερα.
Η χρονιά της αποχώρησής του 1994-1995
Με την έναρξη της περιόδου 1994-95 ο Παναθηναϊκός απέκτησε τον Παναγιώτη Γιαννάκη και έθεσε ως στόχο την κατάκτηση του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος. Ο Γκάλης εξακολουθούσε να είναι ο κορυφαίος σε επιδόσεις όμως η ομαδική λειτουργία παρουσίασε αδυναμίες σε μια περίοδο που ο Παναθηναϊκός έπρεπε να διεκδικήσει προκρίσεις από πολύ νωρίς σε αγώνες νοκ άουτ. Χρειάστηκαν 2 μεγάλες εμφανίσεις του Νίκου Γκάλη στα προκριματικά των ομίλων για να αποφύγει τον αποκλεισμό από τη Μπουντιβέλνικ Κιέβου ενώ στα προκριματικά του Κυπέλλου ο Νίκος Γκάλης ήταν ο κορυφαίος του Παναθηναϊκού στην πρόκριση επί του Ολυμπιακού. Ο προπονητής Κώστας Πολίτης αποφάσισε να περιορίσει το χρόνο συμμετοχής του Νίκου Γκάλη και ο Γκάλης θεώρησε ότι δεν είχε δίκαιη αντιμετώπιση καθώς ο ίδιος εξακολουθούσε να έχει αξιόλογη απόδοση. Στις 18 Οκτωβρίου 1994 σε αγώνα με τους Αμπελόκηπους ο Γκάλης δεν ξεκίνησε ως βασικός και θεωρώντας άδικη τη συμπεριφορά του προπονητή αποχώρησε από το γήπεδο.
Ο πρόεδρος της ομάδας Παύλος Γιαννακόπουλος επιχείρησε να γεφυρώσει το χάσμα χωρίς επιτυχία. Στη συνέχεια προχώρησε σε αλλαγή προπονητή με σκοπό την επιστροφή του Γκάλη. Παρά τις αρνήσεις του Γκάλη ο Γιαννακόπουλος εξακολουθούσε να δεσμεύει και να πληρώνει το συμβόλαιο του με σκοπό να επανενταχθεί την επόμενη χρονιά στην ομάδα πλάι στον Ντομινίκ Ουΐλκινς, κίνηση που συνάντησε την άρνηση του Μάλκοβιτς. Προτάθηκε επίσης από το Γιαννακόπουλο στο Γκάλη να επιστρέψει στον Άρη αλλά αρνήθηκε ο προπονητής του Λευτέρης Σούμποτιτς και ο ίδιος ο Γκάλης που προτιμούσε να μεταγραφεί στην ΑΕΚ. Συνέπεια του αδιεξόδου υπήρξε η απόφαση του Νίκου Γκάλη να ανακοινώσει στις 29 Σεπτεμβρίου 1995 το τέλος της καριέρας του. Στις 21 Οκτωβρίου 1999 οι σχέσεις των αδελφών Γιαννακόπουλων και του Γκάλη αποκαταστάθηκαν και επίσημα καθώς βραβεύτηκε από τον Παναθηναϊκό στο ημίχρονο αγώνα της Ευρωλίγκα απέναντι στη Ρεάλ. Στις 6 Μαϊου του 2007, τιμήθηκε από την Ευρωλίγκα στον τελικό του ΟΑΚΑ 20.000 φίλαθλους σε ένα από τα μεγαλύτερα standing ovation στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ.
Μετά την αποχώρηση 1995-
Μετά την απόσυρσή του από το άθλημα, ασχολήθηκε με τη δημιουργία αθλητικής κατασκήνωσης για παιδιά στη Χαλκιδική έως το 2006. Το 2004 μετέφερε την Ολυμπιακή Φλόγα ως πρώτος λαμπηδρόμος μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο για την τελετή έναρξης της διοργάνωσης. Το 2007 τιμήθηκε με το μετάλλιο τιμής στην Ευρωλίγκα και έγινε μέλος του ευρωπαϊκού Hall of Fame της ΦΙΜΠΑ κατά την πρώτη επιλογή του θεσμού. Το 2013 έγινε υποψήφιος για να ενταχθεί στο Hall of Fame του NBA.
Τιμές
Στις 7 Μαϊου του 2013 διοργανώθηκε από την ΚΑΕ Άρης εκδήλωση προς τιμήν του. Η εκδήλωση έλαβε χώρα στο Αλεξάνδρειο Μέλαθρο της Θεσσαλονικής, παρεβρέθησαν μεγάλα αστέρια της ιστορίας του Ευρωπαϊκού μπάσκετ (όπως οι Παναγιώτης Γιαννάκης, Ντίνο Ράτζα, Ζέλικο Ομπράντοβιτς, Στόγιαν Βράνκοβιτς, Ντορόν Τζαμσί, Ρισάρ Ντακουρί, Φρεντερίκ Φορτέ, Αλεξάντερ Βολκόφ, Τζόρντι Βιγιακάμπα, Οντι Νόρις κ.α.). Στα πλαίσια της εκδήλωσης διεξήχθη φιλικός αγώνας μεταξύ Άρη και Λιμόζ. O Νίκος Γκάλης δήλωσε "Αυτό είναι το σπίτι μου (σ.σ. το Αλεξάνδρειο) και όλοι (σ.σ. ο κόσμος του Άρη) η οικογένειά μου. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμή για έναν αθλητή από τη στιγμή που η αγαπημένη του ομάδα κρεμάει ψηλά τη φανέλα του", ενώ ύστερα από απόφαση της Ελληνικής κυβέρνησης, η κεντρική σάλα του Αλεξανδρείου (ο αγωνιστικός χώρος) μετονομάστηκε σε Σάλα Νίκος Γκάλης (Nick Galis Hall), προς τιμήν του Νίκου Γκάλη.
Σχόλια μεγάλων μορφών του αθλήματος για τον Γκάλη
Ντράζεν Πέτροβιτς: "Αν εγώ είμαι ο γιος του διαβόλου, τότε ο Nick Galis είναι ο ίδιος ο διάβολος".
Aλεξάντερ Πέτροβιτς (προπονητής): "O Nτράζεν είναι αδερφός μου, αλλά για καλύτερο αθλητή του 1987 ψήφισα τον Γκάλη".
Αλεξάντερ Γκομέλσκι (προπονητής): "Ο Γκάλης είναι ο παίκτης του 21ου αιώνα. Του βγάζω το καπέλο".
Αντόνιο Ντίαζ Μιγκέλ (προπονητής της Εθνικής Ισπανίας το 1990 πριν τον αγώνα των δυο ομάδων): "Ελάτε κόψτε τη πλάκα. Έχετε φέρει τον Γκάλη μαζί σας, αλλά μου τον κρύβετε"
Άρβιντας Σαμπόνις: "Αν ο Γκάλης θέλει να βάλει καλάθι, θα το βάλει όποιος κι αν είναι ο αντίπαλος".
Μάικλ Τζόρνταν: "Δεν περίμενα ότι θα υπήρχε ένας τόσο καλός επιθετικός παίκτης στην Ευρώπη και ειδικότερα στην Ελλάδα".
Μπομπ Μάκαντου: "Είδα τον Γκάλη να κάνει πράγματα, που δεν γινόντουσαν ούτε στους Λέικερς και τους Σέλτικς".
Bόιτσεκ Kραϊόφσκι (προπονητής της Λεχ Πόζναν): "Είπα στους παίκτες μου πως θα μαρκάραμε τους 4 παίκτες του Άρη και κάναμε τα σχέδια μας. Για τον Γκάλη κάναμε την προσευχή μας".
Pουντ Xαρεβάιν (προπονητής της Ολλανδίας): "Ξέρω έναν τρόπο να σταματήσουμε τον Γκάλη: να τον κλειδώσουμε στο ξενοδοχείο!".
Διακρίσεις - Τίτλοι
8 Πρωταθλήματα Ελλάδας: 1983, 1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1991
7 Κύπελλα Ελλάδας: 1985, 1987, 1988, 1989, 1990,1992,1993
Μετάλλια
1 Χρυσό μετάλλιο Ευρωμπάσκετ: 1987
1 Αργυρό μεταλλιο Ευρωμπάσκετ: 1989
MVP
1 MVP Ευρωμπάσκετ: 1987
5 MVP Πρωταθλήματος Ελλάδας: 1988, 1989, 1990, 1991, 1992
1ος Σκόρερ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
11 φορές Πρώτος σκόρερ Ελληνικού πρωτθλήματος: 1981, 1982, 1983, 1984, 1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1991
2 φορές πρώτος σκόρερ Κυπέλλου Πρωταθλητριών[12]: 1992, 1994
4 φορές Πρώτος σκόρερ Ευρωμπάσκετ: 1983, 1987, 1989, 1991
1 φορά Πρώτος σκόρερ Μουντομπάσκετ: 1986
Έπαιξε σε 854 επίσημα παιγνίδια και σημείωσε 25.995 πόντους, 30.4 κατά μέσο όρο.
Σε 384 αγώνες στη μεγάλη κατηγορία του μπάσκετ σημείωσε 12.849 πόντους (33,4 κατά μέσο όρο) και είναι ο πρώτος σκόρερ όλων των εποχών.
Αγωνίσθηκε 168 φορές με την Εθνική Ελλάδας, με μέσο όρο πόντων 30,46.
Αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1986 και στα Ευρωπαϊκά του 1983, 1987, 1989 και 1991.
Ρεκόρ πόντων σε ένα αγώνα: 62, στον αγώνα Άρη - Ιωνικού το 1981. Στον ίδιο αγώνα ο μελλοντικός του συμπαίκτης στον Άρη Παναγιώτης Γιαννάκης σημείωσε 73 πόντους για λογαριασμό της ομάδας της Νίκαιας.
Ρεκόρ πόντων σε Ευρωπαϊκό Αγώνα: 57, το 1981, στον αγώνα Άρη-Βενέτσια για το κύπελλο Κόρατς.
Μοντγκόμερι Κλιφτ, Αμερικανός ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου
Μοντγκόμερι Κλιφτ
Ο Έντουαρντ Μοντγκόμερι Κλιφτ, γνωστότερος ως Μοντγκόμερι Κλιφτ, ήταν Αμερικανός ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. (Edward Montgomery "Monty" Clift, 17 Οκτωβρίου 1920 - 23 Ιουλίου 1966)
Ήταν ένθερμος υποστηρικτής της υποκριτικής μεθόδου του Στανισλάφσκι και οι ερμηνείες του χαρακτηρίζονται από έντονη φυσικότητα. Ο Κλιφτ στη σύντομη ζωή του συμμετείχε σε μόλις 17 ταινίες και προτάθηκε για βραβείο Όσκαρ 4 φορές.
Πρώτα χρόνια
Γεννημένος στην Ομάχα της Νεμπράσκα το 1920, ο Μοντγκόμερι Κλιφτ ήταν γιος του Γουίλιαμ Μπρουκς Κλιφτ, αντιπροέδρου της εθνικής τράπεζας της Ομάχα και της συζύγου του, Έθελ "Σάνι" Φογκ.
Είχε μια δίδυμη αδερφή, τη Ρομπέρτα κι έναν μεγαλύτερο αδερφό, τον Γουίλιαμ Μπρουκς Κλιφτ το νεώτερο. Η μητέρα του Κλιφτ ανάθρεψε τα παιδιά της ως αριστοκράτες. Μια ομάδα εκπαιδευτικών είχε επιστρατευτεί για να κάνει μαθήματα κατ' οίκον στους γόνους της οικογένειας Κλιφτ.
Ο Κλιφτ που έμαθε να μιλάει, γερμανικά, γαλλικά και ιταλικά, βρισκόταν στην εφηβεία του όταν πήγε σε κανονικό σχολείο και η προσαρμογή ήταν πολύ δύσκολη για εκείνον.
Πρώτες επιτυχίες
Στα 13 του, ο Κλιφτ, ξεκίνησε μια μακρά θητεία στο Μπρόντγουεϊ και στα 18 του άρχισε να αναλαμβάνει πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Στα 28 του έχοντας πρωταγωνιστήσει σε 10 θεατρικές παραστάσεις έκανε το ντεμπούτο του στο Χολιγουντ συμπρωταγωνιστώντας με τον Τζον Γουέιν στο γουέστερν του Χάουαρντ Χοκς Το κόκκινο ποτάμι (Red River, 1948). Δεύτερη του κινηματογραφική εμφάνιση την ίδια χρονιά ήταν στην ταινία του Φρεντ Τσίνεμαν Παιδιά χωρίς όνομα (The Search, 1948). Ο Κλιφτ δεν ήταν ευχαριστημένος με το σενάριο και ξανάγραψε μεγάλο μέρος, ενώ η νατουραλιστική του ερμηνεία εντυπωσίασε τους θεατές. Προτάθηκε για το Όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου γι' αυτή του την ερμηνεία, αλλά το έχασε από τον Λώρενς Ολίβιε για την ταινία Άμλετ.
Την επόμενη χρονιά συμπρωταγωνίστησε με την Ολίβια Ντε Χάβιλαντ στην κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Χένρι Τζέιμς Πλατεία Ουάσινγκτον, με τίτλο Η κληρονόμος. Ο Κλιφτ δεν είχε καλές σχέσεις τόσο με την Ντε Χάβιλαντ, όσο και με τους υπόλοιπους συντελεστές της ταινίας. Δεν ήταν ευχαριστημένος με το σενάριο κι εκμυστηρεύτηκε σε φίλους του ότι ήθελε να αλλάξει τους διαλόγους του με την Ντε Χάβιλαντ. Κατηγόρησε επίσης τη Ντε Χάβιλαντ για το γεγονός ότι επέτρεψε στο σκηνοθέτη Γουίλιαμ Γουάιλερ να διαπλάσει την ερμηνεία της. Ο Κλιφτ δεν έμεινε ευχαριστημένος από την ερμηνεία του κι αποχώρησε νωρίτερα κατά τη διάρκεια της πρεμιέρας της ταινίας. Το 1950 έδωσε μια ακόμη αξιομνημόνευτη ερμηνεία στην ταινία Φλογισμένος διάδρομος (The Big Lift), αλλά η ταινία πάτωσε στο αμερικανικό box-office. Ο Μπίλι Γουάιλντερ έγραψε το ρόλο του ζιγκολό Τζο Γκίλις στην ταινία Η Λεωφόρος της Δύσης (Sunset Boulevard) αποκλειστικά για τον Κλιφτ, αλλά ο Κλιφτ αποφάσισε να τον απορρίψει την τελευταία στιγμή. Ο αντικαταστάτης του Γουίλιαμ Χόλντεν έλαβε υποψηφιότητα για Όσκαρ Α΄ ανδρικού ρόλου για τον συγκεκριμένο ρόλο.
Χρόνια δόξας
Στις αρχές της δεκαετίας του 50 ο Κλιφτ ήταν ο πιο περιζήτητος νέος σταρ του Χόλιγουντ. Μόνος του αντίπαλος ήταν ο Μάρλον Μπράντο που αναδείχτηκε επίσης εκείνη την περίοδο. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης προσπάθησαν να δημιουργήσουν αντιπαλότητα μεταξύ των δυο κι τους συνέκριναν μονίμως λόγω της κοινής τους καταγωγής (κι οι δύο ήταν από την Ομάχα) και του παρόμοιου τρόπου ερμηνείας. Το 1951 ο Κλιφτ ερμήνευσε τον γνωστό του μέχρι σήμερα ρόλο στην ταινία Μια θέση στον ήλιο (A Place In The Sun), πλάι στην Ελίζαμπεθ Τέιλορ. Οι ερωτικές του σκηνές με την Τέιλορ ενίσχυσαν την εικόνα και των δυο ως συμβόλων του σεξ, ενώ λόγω αυτής τους της συνεργασίας θεωρούνται μέχρι και σήμερα ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα κι ομορφότερα κινηματογραφικά ζεύγη. Οι δυο τους δέθηκαν με μεγάλη φιλία, η οποία διήρκεσε μέχρι και το θάνατο του Κλιφτ. Η ταινία ήταν τεράστια επιτυχία το 1951 κι ο Τσάρλι Τσάπλιν δήλωσε ότι επρόκειτο για την καλύτερη αμερικανική ταινία όλων των εποχών. Ο Κλιφτ έλαβε άλλη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου και βρέθηκε συνυποψήφιος με τον Μπράντο που ήταν υποψήφιος για το Λεωφορείον ο πόθος (A Streetcar Named Desire, 1951). Οι δυο τους θεωρούνταν φαβορί κι ο Μπράντο που είχε συγκινηθεί από την ερμηνεία του Κλιφτ, ψήφισε εκείνον για το βραβείο. Ομοίως όμως έπραξε και ο Κλιφτ, ο οποίος ψήφισε τον Μπράντο ως νικητή εκείνη τη χρονιά. Νικητής όμως αναδείχτηκε ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ για την ταινία Η βασίλισσα της Αφρικής (The African Queen).
Ο Κλιφτ για έναν χρόνο δεν εμφανίστηκε σε καμιά ταινία κι επανήλθε το 1953 με τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του Άλφρεντ Χίτσκοκ Η Εξομολόγηση (I Confess), όπου υποδύθηκε με πειστικότητα έναν καθολικό παπά[3]. Επόμενη ταινία του Κλιφτ ήταν το βραβευμένο με όσκαρ καλύτερης ταινίας Όσο υπάρχουν άνθρωποι (From Here To Eternity, 1953) του Φρεντ Τσίνεμαν. Ο Κλιφτ δούλεψε σκληρά για να καταφέρει να υποδυθεί τον στρατιώτη Προύιτ με φυσικότητα. Ο Προύιτ στρατιωτικός και στην πολεμική βάση του Περλ Χάρμπορ, πρώην πυγμάχος που αρνούνταν να κατέβει σε αγώνες παρά τις πιέσεις του διοικητή του, εξωτερίκευε τα συναισθήματά του παίζοντας σάλπιγγα. Ο Κλιφτ έμαθε να παίζει σάλπιγγα κι υποδύθηκε το θάνατο του Προύιτ με τέτοια φυσικότητα που έκανε όλο το κινηματογραφικό συνεργείο να κλάψει. Βρέθηκε πάλι υποψήφιος για το Όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου, όπου θεωρούνταν φαβορί, αλλά έχασε από έναν έκπληκτο Γουίλιαμ Χόλντεν, που ούτε ο ίδιος δεν περίμενε να κερδίσει για την ταινία Ο καταδότης του θαλάμου 17 (Stalag 17, 1953). Άλλη μια ταινία που γύρισε το 1953, ήταν Ο τελευταίας σταθμός (The Indiscretion Of The American Wife aka Stazione Termini) σε σκηνοθεσία Βιττόριο ντε Σίκα. Ο ρόλος του, εκείνος ενός Ιταλού, ερωτευμένου με μια Αμερικανίδα που υποδύεται η Τζένιφερ Τζόουνς, έλαβε καλές κριτικές, αλλά η ταινία απέτυχε να προσελκύσει το κοινό.
Τα επόμενα τρία χρόνια ο Κλιφτ απείχε από τα κινηματογραφικά δρώμενα. Κατά τη διάρκεια αυτών των τριών χρόνων, απέρριψε τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στις ταινίες του Ηλία Καζάν Το λιμάνι της αγωνίας (On The Waterfront, 1954) και Ανατολικά της Εδέμ (East Of Eden) και εμφανίστηκε στη μεταφορά του θεατρικού του Άντον Τσέχωφ Ο γλάρος στο Μπρόντγουεϊ. Ο εθισμός του στο αλκοόλ και σε ναρκωτικές ουσίες κι η μάχη του με τον ίδιο του τον εαυτό τον είχαν καταβάλει, ο Κλιφτ οδηγούσε τον εαυτό του αργά αλλά σταθερά προς την αυτοκτονία. Το 1956 δέχτηκε να εμφανιστεί πλάι στην Ελίζαμπεθ Τέιλορ στην ταινία Όσα δε σβήνει ο χρόνος, (Raintree County, 1957).
Το ατύχημα
Το Μάιο του 1956, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του Όσα δε σβήνει ο χρόνος, ο Κλιφτ προσέκρουσε με το αυτοκίνητό του πάνω σε έναν τηλεφωνικό θάλαμο, φεύγοντας από ένα πάρτι που έλαβε χώρα στο σπίτι της Τέιλορ και του τότε συζύγου της Μάικλ Γουάιλντινγκ. Μόλις ακούστηκε ο ήχος που προκλήθηκε από το ατύχημα η Τέιλορ έτρεξε προς το αυτοκίνητο του Κλιφτ απ' όπου τον ανέσυρε και τον βοήθησε να αναπνεύσει αφαιρώντας ένα δόντι που είχε σφηνωθεί στο λαιμό του. Ο Κλιφτ, που είχε σπάσει τη μύτη και την κάτω γνάθο, είχε κοπεί σε πολλά σημεία του προσώπου, υπέστη μια σειρά πλαστικών επεμβάσεων, αλλά η υπέροχη μορφή του προσώπου του είχε πλέον χαθεί καθώς παραμορφώθηκε.
Μετά τις επεμβάσεις ολοκλήρωσε τα γυρίσματα του Όσα δε σβήνει ο χρόνος. Οι παραγωγοί της ταινίας φοβούνταν ότι η ταινία θα έχανε χρήματα, αλλά ο Κλιφτ τους διαβεβαίωσε ότι θα είχε επιτυχία καθώς ο κόσμος θα είχε την περιέργεια να εντοπίσει τις διαφορές στο πρόσωπο του Κλιφτ πριν και μετά τις επεμβάσεις. Ο Κλιφτ συνέχισε να εθίζεται σε αλκοόλ και χάπια μετά το ατύχημα προκειμένου να εξαλείψει τους πόνους του ατυχήματος και να ξεχάσει το γεγονός ότι το κάλλος του προσώπου του είχε πλέον χαθεί. Στα 37 του έδειχνε πλέον πολύ μεγαλύτερος.
Τελευταίες ταινίες
Η καριέρα του στο Χόλιγουντ μετά το ατύχημα, έχει χαρακτηριστεί ως αργή αυτοκτονία, λόγω της κατάχρησης χαπιών και αλκοόλ. Επόμενη του ταινία ήταν το Γεννημένοι για την αμαρτία (Lonelyhearts, 1958), ενώ ακολούθησε η συνεργασία του με τον Μάρλον Μπράντο στο φιλμ του Έντουαρντ Ντμίτρικ Ο χορός των καταραμένων (The Young Lions). Το 1959 συνεργάστηκε για τρίτη και τελευταία φορά με την Ελίζαμπεθ Τέιλορ στην κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού του Τένεσι Γουίλιαμς Ξαφνικά, Πέρυσι το Καλοκαίρι (Suddenly Last Summer, 1959). Στην ταινία του Τζόζεφ Λ. Μάνκιεβιτς συμμετείχε και η Κάθριν Χέπμπορν. Στη συνέχεια το 1960 πρωταγωνίστησε στην ταινία του Ηλία Καζάν Λάσπη στ' αστέρια (Wild River, 1960) και το 1961 έλαβε την τελευταία του υποψηφιότητα για Όσκαρ στην ταινία του Στάνλεϊ Κρέιμερ Τα απόρρητα της Νυρεμβέργης (Judgement at Nuremberg, 1961), όπου εμφανίστηκε μόλις δώδεκα λεπτά.
Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε στην ταινία του Τζον Χιούστον Οι αταίριαστοι, (The Misfits), πλάι στην Μέριλιν Μονρόε και τον Κλαρκ Γκέιμπλ. Η ταινία αυτή έμελλε να είναι η τελευταία τόσο του Γκέιμπλ όσο και της Μονρόε. Ο Γκέιμπλ πέθανε λίγο μετά τη λήξη των γυρισμάτων κι η Μονρόε ένα χρόνο αργότερα. Το 1962 ο Κλιφτ πρωταγωνίστησε στην ταινία Φρόιντ: Απόκρυφα πάθη, ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα γύρισε την τελευταία του ταινία Ο λιποτάκτης (The Defector, 1966). Την ίδια χρονιά είχε υπογράψει για να εμφανιστεί πλάι στη φίλη του Ελίζαμπεθ Τέιλορ στην ταινία Ανταύγειες σε χρυσά μάτια (Reflections On A Golden Eye), που θα επισφράγιζε την τέταρτή τους συνεργασία, αλλά τον πρόφτασε ο θάνατός του από καρδιακή προσβολή.
Θάνατος
Ο Κλιφτ είχε περάσει όλη την ημέρα της 22ας Ιουλίου του 1966 στο σπίτι του στη Νέα Υόρκη, όπου ζούσε με τον γραμματέα του Λορέντσο Τζέιμς. Ο Τζέιμς στη 1 π.μ της 23ης πήγε στο δωμάτιό του για να τον καληνυχτίσει και τον ρώτησε αν ήθελε να δει την ταινία Οι αταίριαστοι την οποία πρόβαλε η τηλεόραση και στην οποία είχε πρωταγωνιστήσει ο Κλιφτ. Η απάντηση ήταν ένα απόλυτο "Όχι". Αυτή ήταν κι η τελευταία φορά που ο Κλιφτ μίλησε σε άνθρωπο. Στις 6 π.μ. της 23ης βρέθηκε να κείτεται γυμνός στο κρεβάτι του. Είχε πεθάνει σε ηλικία 46 ετών από έμφραγμα λόγω απόφραξης των στεφανιαίων αρτηριών.
Προσωπική ζωή
Ο Κλιφτ ήταν αμφισεξουαλικός, κάτι που τον ταλαιπώρησε καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του. Η Πατρίτσια Μπόσγουορθ, φίλη της οικογένειας και συνεργάτιδα του Κλιφτ, δήλωσε ότι: Ο Μόντι είχε σχέσεις τόσο με άνδρες, όσο και με γυναίκες. Μετά το ατύχημά του, και παρά τα θεαματικά αποτελέσματα των επεμβάσεων, ο χρόνος δεν έσβησε τα σημάδια από το πρόσωπο και την ψυχή του, με αποτέλεσμα να προσθέσει στην προσωπική του ζωή το αλκοόλ και τα χάπια για τον πόνο, καταβάλλοντας έτσι την υγεία του. Ο ίδιος είχε δηλώσει: Αγαπώ τους άνδρες στο κρεβάτι, αλλά περισσότερο αγαπώ τις γυναίκες. Έμεινε πιστός για μια ζωή στη φιλία του με τις: Ελίζαμπεθ Τέιλορ, Λίμπι Χόλμαν, Νάνσι Γουόκερ και Αν Λίνκολν. Με την Ελίζαμπεθ Τέιλορ ήταν αχώριστος από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους, η Τέιλορ ήταν ερωτευμένη μαζί του ενώ εκείνος την είχε χαρακτηρίσει αδελφή ψυχή. Η ομοφυλοφιλία του Κλιφτ ήταν γνωστή στο Χόλιγουντ και αποτελούσε εμπόδιο για ρομαντικές σχέσεις με το αντίθετο φύλο.
Υποψηφιότητες για Όσκαρ - Βραβεία Ακαδημίας Κινηματογράφου
Υποψηφιότητες:
1948: Α΄ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία Παιδιά χωρίς όνομα
1951: Α΄ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία Μια θέση στον ήλιο
1953: Α΄ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία Όσο υπάρχουν άνθρωποι
1961: Β΄ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία Το απόρρητα της Νυρεμβέργης
Φιλμογραφία
Διάττων αστέρας στον ουρανό του Χόλυγουντ, ο Μοντγκόμερι Κλιφτ άφησε τη σφραγίδα του ως ηθοποιός: κάου μπόι στο Κόκκινο Ποτάμι (Red River, 1948), μικρομεσαίος αριβίστας στο Μια θέση στον ήλιο (A Place in the Sun, 1951), ιερέας δέσμιος του μυστηρίου της εξομολόγησης στην Εξομολόγηση (I Confess, 1952) του Άλφρεντ Χίτσκοκ, στρατιώτης στο Όσο υπάρχουν άνθρωποι (From Here to Eternity, 1953), ένας από τους Αταίριαστους (The Misfits, 1961) στην ταινία του Τζον Χιούστον. Ερμήνευε πάντα χαρακτήρες ευάλωτους, ευαίσθητους, διφορούμενους.
Δημήτρης Λιαντίνης, Έλληνας πανεπιστημιακός, φιλόσοφος και συγγραφέας
Δημήτρης Λιαντίνης
Ο Δημήτρης Λιαντίνης (23 Ιουλίου 1942 - εξαφανίστηκε την 1η Ιουνίου 1998) ήταν Έλληνας πανεπιστημιακός, Φιλόσοφος και συγγραφέας. Στο ευρύ κοινό έγινε γνωστός το 1998, οπότε και η υπόθεση της εξαφάνισής του απασχόλησε την κοινή γνώμη. Τελικά η σορός του βρέθηκε το 2005 σε μία σπηλιά κοντά στην κορυφή του Ταϋγέτου.
Η ζωή του
Το επώνυμό του ήταν Νικολακάκος, το οποίο άλλαξε για να τιμήσει την ιδιαίτερη πατρίδα του, το χωριό Λιαντίνα της Λακωνίας. Τελείωσε το εξατάξιο γυμνάσιο της Σπάρτης.
Το 1966 αποφοίτησε από το Τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών.
Από το 1968 μέχρι το 1970 υπηρέτησε ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση στους Μολάους Λακωνίας.
Τον Οκτώβριο του 1970 μετέβη στο Μόναχο, όπου παρέμεινε μέχρι το 1972 και σπούδασε τη γερμανική γλώσσα, διδάσκοντας συγχρόνως ως φιλόλογος στο ιδιωτικό ελληνικό σχολείο της Otto Gesellschaft του Μονάχου.
Από το 1973 μέχρι το 1975 υπηρέτησε εκ νέου στη Μέση Εκπαίδευση στις Θεσπιές Βοιωτίας. Το 1975 διορίστηκε βοηθός στο Εργαστήριο Παιδαγωγικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1978 έγινε Διδάκτωρ με βαθμό «άριστα» και θέμα της διδακτορικής διατριβής: «Η παρουσία του ελληνικού πνεύματος στις ελεγείες του Duino του Ράινερ Μαρία Ρίλκε».
Υπήρξε από το 1975 μέχρι το 1998 βοηθός, επιμελητής, λέκτορας, επίκουρος καθηγητής και αναπληρωτής καθηγητής της Φιλοσοφίας της Aγωγής και της Διδακτικής των ελληνικών μαθημάτων στον Τομέα Παιδαγωγικής του Τμήματος Φ.Π.Ψ. του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1978-79 με εκπαιδευτική άδεια παρακολούθησε στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης φιλοσοφία και συγχρόνως δίδασκε σε εντεταγμένο ελληνικό σχολείο στο Λουντβισχάφεν. Εκτός του Πανεπιστημίου στην Ελλάδα δίδαξε στο Μαράσλειο Διδασκαλείο στη Μετεκπαίδευση των δασκάλων, σε διάφορα ΠΕΚ και στη Σχολή της Αστυνομίας.
Ήταν συγγραφέας εννέα βιβλίων με φιλοσοφικό και παιδαγωγικό περιεχόμενο. Επίσης απέδωσε στην ελληνική το «Ίδε ο Άνθρωπος» του Νίτσε.
Το 1973 παντρεύτηκε την καθηγήτρια Φιλοσοφίας του τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Νικολίτσα Γεωργοπούλου. Από το γάμο τους απέκτησαν μια κόρη.
Ο θάνατός του
Την 1η Ιουνίου 1998 ο Λιαντίνης εξαφανίστηκε αφήνοντας γράμμα προς την κόρη του, στο οποίο δήλωνε πως είχε αποφασίσει «να αφανισθεί αυτοθέλητα», όπως χαρακτηριστικά έγραφε. Η υπόθεση της εξαφάνισής του απασχόλησε την κοινή γνώμη, λόγω ιδιαίτερης προβολής από τα ΜΜΕ. Τον Ιούλιο του 2005 ο συγγενής του Παναγιώτης Νικολακάκος οδήγησε την κόρη του Λιαντίνη σε μία σπηλιά του Ταϋγέτου, όπου μέσα κείτονταν ο ίδιος. Όπως έγραψε στο τελευταίο γράμμα στην κόρη του, είχε προετοιμάσει αυτή τη στιγμή βήμα-βήμα μια ολόκληρη ζωή.
Μετά την ανεύρεση του σκελετού, έγιναν ιατροδικαστικές εξετάσεις που κατέληξαν ότι ο νεκρός ήταν ο Λιαντίνης. Όμως άφησαν αναπάντητο το πώς πέθανε, δεδομένου ότι δεν ανευρέθη στις τοξικολογικές εξετάσεις κάποια ουσία που να επιφέρει τον θάνατο. Άγνωστη είναι και η ακριβής ημερομηνία του θανάτου. Παρότι η επιθυμία του ίδιου ήταν αν βρεθούν τα οστά του να μείνουν στον Ταΰγετο, τελικά ενταφιάστηκαν στις 20 Αυγούστου 2005 στο νεκροταφείο των Κεχρεών Κορινθίας.
Το γράμμα
Ο Λιαντίνης έφησε ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα στην κόρη του, Διοτίμα, με αναφορές στην τελευταία πράξη του:
Διοτίμα μου,
Φεύγω αυτοθέλητα. Αφανίζομαι όρθιος, στιβαρός και περήφανος. Ετοίμασα τούτη την ώρα βήμα- βήμα ολόκληρη τη ζωή μου, που υπήρξε πολλά πράγματα, αλλά πάνω από όλα εστάθηκε μια προσεκτική μελέτη θανάτου. Τώρα που ανοίγω τα χέρια μου και μέσα τους συντρίβω τον κόσμο, είμαι κατάφορτος με αισθήματα επιδοκιμασίας και κατάφασης.
Πεθαίνω υγιής στο σώμα και στο μυαλό, όσο καθαρό είναι το νωπό χιόνι στα όρη και το επεξεργασμένο γαλάζιο διαμάντι.
Να ζήσεις απλά, σεμνόπρεπα, και τίμια, όπως σε δίδαξα. Να θυμάσαι ότι έρχουνται χαλεποί καιροί για τις νέες γενεές. Και είναι άδικο και μεγάλο παράξενο να χαρίζεται τέτοιο το δώρο της ζωής στους ανθρώπους, και οι πλείστοι να ζούνε μέσα στη ζάλη αυτού του αστείου παραλογισμού.
Η τελευταία μου πράξη έχει το νόημα της διαμαρτύρησης για το κακό που ετοιμάζουμε εμείς οι ενήλικοι στις αθώες νέες γενεές που έρχουνται. Ζούμε τη ζωή μας τρώγοντας τις σάρκες τους. Ένα κακό αβυσσαλέο στη φρίκη του. Η λύπη μου γι' αυτό το έγκλημα με σκοτώνει.
Να φροντίσεις να κλείσεις με τα χέρια σου τα μάτια της γιαγιάς Πολυτίμης, όταν πεθάνει. Αγάπησα πολλούς ανθρώπους. Αλλά περισσότερο τρεις. Το φίλο μου Αντώνη Δανασσή, τον αδερφοποιτό μου Δημήτρη Τρομπουκη, και τον Παναγιώταρο το συγγενή μου, γιο και πατέρα του Ηρακλή.
Κάποια στοιχεία από το αρχείο μου το κρατά ως ιδιοκτησία ο Ηλίας Αναγνώστου.
Να αγαπάς τη μανούλα ως την τελευταία της ώρα. Υπήρξε ένας υπέροχος άνθρωπος για μένα, για σένα, και για τους άλλους. Όμως γεννήθηκε με μοίρα. Γιατί της ορίστηκε το σπάνιο, να λάβει σύντροφο στη ζωή της όχι απλά έναν άντρα, αλλά τον ποταμό και τον άνεμο. Το γράμμα του αποχαιρετισμού που της έγραψα το παίρνω μαζί μου.
Σας αφήνω εσένα, τη μανούλα και το Διγενή, το σπίτι μου δηλαδή, που του στάθηκα στύλος και στέμμα, Γκέμμα πες, σε υψηλούς βαθμούς ποιότητας και τάξης. Στην μεγαλύτερη δυνατή αρνητική εντροπία. Να σώζετε αυτή τη σωφροσύνη και αυτή την τιμή. Θα δοκιμάσω να πορευτώ τον ακριβό θάνατο του Οιδίποδα. Αν όμως δεν αντέξω να υψωθώ στην ανδρεία που αξιώνει αυτός ο τρόπος, και ευρεθεί ο νεκρός μου σε τόπο όχι ασφαλή, να φροντίσεις με τη μανούλα και το Διγενή, να τον κάψετε σε ένα αποτεφρωτήριο της Ευρώπης.
Έζησα έρημος και ισχυρός.
Λιαντίνης
Τη μέρα που θα πέσω έδωσα εντολή να στεφανωθούν οι μορφές Σολωμού στη Ζάκυνθο κ' Λυκούργου στη Σπάρτη.
Εργογραφία
Έξυπνον Ενύπνιον (1977): Ερμηνεύει φιλοσοφικά και σε σχέση με την αρχαία Ελλάδα τις ελεγείες του Ντούινο του Ρίλκε. Το βιβλίο με μικρές διαφοροποιήσεις αποτελεί απόδοση στη δημοτική της διδακτορικής του διατριβής (που ήταν σε καθαρεύουσα) με τον τίτλο "Η παρουσία του ελληνικού πνεύματος στις ελεγείες του Duino του R. M. Rilke".
Χάσμα σεισμού (1977): Ερμηνεύει φιλοσοφικά το έργο του Σολωμού. Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1978.
Ίδε ο άνθρωπος (1979) του Νίτσε: Απόδοση στην ελληνική με προλόγισμα (ο Λιαντίνης αναφερόμενος στη μεταφραστική του εργασία χρησιμοποιεί το ρήμα "ελλήνισε").
Ο Νηφομανής (1982): Αναλύεται η ποίηση του Γιώργου Σεφέρη με φιλοσοφικές συντεταγμένες.
Homo educandus (1984): Διαπραγματεύεται την φιλοσοφία της αγωγής.
Πολυχρόνιο (1987): Εξετάζει τη φιλοσοφία της στοάς και την επίδρασή της στην πολιτική παιδαγωγική της Ρώμης.
Διδακτική (1989): Παιδαγωγικό εγχειρίδιο αρχών και μεθόδων της διδακτικής, προορισμένο για τους φοιτητές.
Τα Ελληνικά (1992): Αναφέρεται στη διδακτική των νέων και των αρχαίων ελληνικών, κυρίως της λογοτεχνίας (με κριτήρια για την αποτίμηση του ποιητικού έργου), και προορίζεται για εκπαιδευτικούς. Περιέχει ενδεικτικό κατάλογο κειμένων τα οποία πρέπει να κατέχει ο εκπαιδευτικός για προσωπική του κατάρτιση.
Γκέμμα (1997): Περιέχει 16 αυτόνομα κεφάλαια με κυρίαρχα ζητήματα το περί Θεού ερώτημα, τη συνείδηση του "ελληνοέλληνα" και το πρόβλημα του θανάτου στη σύζευξή του με τον έρωτα.
Έργα που εκδόθηκαν μετά θάνατον από τους κληρονόμους του:
Οι ώρες των άστρων (2006) - Ποιητική συλλογή που εκδόθηκε από τη σύζυγό του με Προλόγισμα της ίδιας.