Άρθρα
Δήμος Μούτσης, ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους Έλληνες συνθέτες
Δήμος Μούτσης
Ο Δήμος Μούτσης γεννήθηκε στον Πειραιά. Θεωρείται ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους Έλληνες συνθέτες.
Βιογραφικά στοιχεία
Γεννημένος στον Πειραιά, και τελειώνοντας τις μουσικές του σπουδές από το Ωδείον Αθηνών με ένα πρώτο βραβείο, ο Δήμος Μούτσης ξεκίνησε την περιπετειώδη ανήσυχη και δημιουργική του διαδρομή στην ελληνική μουσική, προς τα τέλη της δεκαετίας του '60, μια εποχή ρευστή μεν πολιτικά αλλά ιδιαίτερα γόνιμη πνευματικά σε πολλούς τομείς.
Ύστερα από μία σειρά μεγάλων λαϊκών τραγουδιών, κάπου 32 τον αριθμό συν 2 δίσκων «Κάποιο Καλοκαίρι» και «Ένα Χαμόγελο» με τη συμμετοχή γνωστών αλλά και πρωτοεμφανιζόμενων τραγουδιστών (Μητσιάς-Γαλάνη).
Φτάνει στο 1971 όπου με τον «Άγιο Φεβρουάριο» Μητροπάνος-Σαλπέα, ένα πολύ σημαντικό έργο, τελειώνει νοηματικά και μορφολογικά, όλη την πρώτη αυτή περίοδο, ανοίγοντας μάλιστα με αυτό το έργο, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, καινούργιους δρόμους στη μετέπειτα Ελληνική δισκογραφία. Ακολουθούν ακόμα 2 δίσκοι με λαϊκά τραγούδια, ο «Συνοικισμός Α» (μουσική απ το θεατρικό έργο «50 χρόνια δάκρυα 50 χρόνια γέλιο») κατόπιν οι «Στροφές» και το 1974 με τη μεταπολίτευση, ένα ακόμα σημαντικό L.P. οι «Μαρτυρίες» με διάφορα σπουδαία τραγούδια, κομμένα μέχρι τότε από τη λογοκρισία.
Το 1975 επιχειρεί την «Τετραλογία», με πρωτοεμφανιζόμενη την Άλκηστη Πρωτοψάλτη, ένα αρκετά δύσκολο εγχείρημα, αποφασίζοντας να αναμετρηθεί με θηριώδη κείμενα της ελληνικής ποίησης (Καβάφη, Σεφέρη, Καρυωτάκη, Ρίτσο). Εδώ, έχει πολύ ενδιαφέρον να ακούσει κανείς αυτό το έργο, και στην ορχηστρική του εκδοχή. Αν αφαιρούσαμε δηλαδή τις φωνές, ίσως και να έπαιρνε, μια άλλη διάσταση. Ίσως και όχι. Τίποτα από όσα προηγήθηκαν και ακολούθησαν στον χώρο της μελοποιημένης ποίησης δε μοιάζει μαζί του.
Η εντυπωσιακή ενορχήστρωση πολύπλοκη και πολύχρωμη, σε κάνει συχνά, όσο και αν φαίνεται απίστευτο, να ξεχνάς αυτούς τους στίχους, που είναι απ' τους καλύτερους που γράφτηκαν στην ελληνική ποίηση, και να επικεντρώνεσαι μόνο στη μουσική. Και αυτό το μεγάλο επίτευγμα του Μούτση ελάχιστοι το τόλμησαν και ακόμα λιγότεροι το κατάφεραν. Ίσως γι' αυτό σ' όλες τις λίστες, που κατά καιρούς γίνονται από διάφορους ειδικούς μελετητές κι' ερευνητές της ελληνικής μουσικής, αυτό το έργο κατέχει μια από τις πρώτες θέσεις στην τελική κατάταξη των σημαντικότερων κύκλων.
Ακολούθησε το 1976 η «Εργατική συμφωνία», μουσική από το θεατρικό έργο του Γιώργου Σκούρτη «Απεργία», και το 1979 το «Δρομολόγιο». Όμως παρά τα όμορφα τραγούδια που περιέχονταν στους δυο αυτούς κύκλους, και τις ενορχηστρωτικές εκπλήξεις της «Εργατικής συμφωνίας», για όσους γνωρίζουν καλά τον Μούτση και την μέχρι τότε δουλειά του, θα καταλάβουν πως εδώ, και για διαφορετικούς λόγους, σα να μην είχε ο ίδιος την πρωτοβουλία όλων των κινήσεων.
Κατ' αρχήν, η πρώτη μεγάλη παύση (3 ολόκληρα χρόνια), κι ύστερα μια χαλάρωση, που κανείς δεν την περίμενε, και που ποτέ μέχρι τότε δεν είχε δείξει ο Μούτσης. «Φοβάμαι ότι θ' αρχίσω να επαναλαμβάνομαι», είχε πει κάποτε, «Φοβάμαι και δεν το θέλω καθόλου».
Το 1981 κυκλοφόρησε το «Φράγμα» με τον Τριπολίτη. Μια στροφή 180 μοιρών: «Ερηνούλα», «Γράμμα από τη λεγεώνα των ξένων», «Δε λες κουβέντα», κι ένας Μούτσης απ' την αρχή. Μια ιδεολογική, μουσική και αισθητική πρόταση, που σ' όλα τα επίπεδα είχε να προτείνει κάτι φρέσκο και νέο, και το πέτυχε. Και δικαιώθηκε στο χρόνο, και δημιούργησε σχολή ανοίγοντας συγχρόνως στον εαυτό του το δρόμο, για αυτή την τόσο πολυσυζητημένη μετέπειτα, μοναχική του πορεία.
Για τους πάρα πολλούς ανθρώπους που εκτιμούν το έργο του Δήμου Μούτση, τη στάση του που θυμίζει το «Όσο μπορείς» του Καβάφη, ακόμα και την "Ηχηρή" σιωπή του που ανά πάσα στιγμή περιμένουμε να σπάσει και να μας αποκαλύψει το επόμενο του αριστούργημα, οι στίχοι του, η δραματικότητα και αγωνία στην ερμηνεία του, η μουσική που έγραψε στην προσωπική του τριλογία Ενέχυρο - Να...! - Για Πούλημα Λοιπόν!, με την παρεμβολή του Ταξιδιώτη κάπου ενδιάμεσα, όλα αυτά μαζί και ιδιαίτερα, αποτελούν μιαν αρκετά ικανοποιητική εξήγηση για το γιατί έχει τόσα χρόνια να μας δώσει ένα καινούργιο κύκλο τραγουδιών. Αυτό βέβαια καλύπτει τη μισή αλήθεια. Ίσως η άλλη μισή να κρύβεται σε μια παλαιότερη δήλωση του που δείχνει την ταπεινότητα, το μέτρο και την αυτογνωσία με την όποια αντιμετωπίζει το έργο του: «Περνώντας ο καιρός, καταλαβαίνω πως η δουλειά μου γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Ίσως γιατί από τιμιότητα, χρειάζομαι περισσότερες διευκρινήσεις...!».
Πήτερ Ο' Τουλ, ήταν Ιρλανδός ηθοποιός, ο οποίος έγινε διάσημος το 1962 ερμηνεύοντας τον ρόλο του αντισυνταγματάρχη Τόμας Έντουαρντ Λόρενς
Πήτερ Ο' Τουλ
Ο Πήτερ Ο' Τουλ, ήταν Ιρλανδός ηθοποιός, ο οποίος έγινε διάσημος το 1962 ερμηνεύοντας τον ρόλο του αντισυνταγματάρχη Τόμας Έντουαρντ Λόρενς (T. E. Lawrence) στην ταινία Λώρενς της Αραβίας. (πλήρες όνομα: Πήτερ Σέιμους Λόρκαν Ο' Τουλ, Peter Seamus Lorcan O'Toole, 2 Αυγούστου 1932 - 14 Δεκεμβρίου 2013)
Στην καριέρα του τιμήθηκε με πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων τέσσερις Χρυσές Σφαίρες, ένα Βραβείο της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, ένα Βραβείο Έμμυ και ένα Τιμητικό Βραβείο Όσκαρ το 2003 για το συνολικό του έργο.
Αντίθετα, παρότι είχε προταθεί οκτώ φορές για Όσκαρ, δεν κατάφερε ποτέ να το κερδίσει, κατέχοντας ένα μοναδικό ρεκόρ.
Νεαρή ηλικία
Ο Πήτερ Ο' Τουλ γεννήθηκε το 1932, με μερικές πηγές να δίνουν ως τόπο γέννησής του την Κονεμάρα της Ιρλανδίας και άλλες το Λιντς της Αγγλίας, όπου μεγάλωσε.
Ο ίδιος δεν ήταν βέβαιος για τον τόπο ή την ημερομηνία γέννησής του, σημειώνοντας στην αυτοβιογραφία του ότι, ενώ δέχεται ως ημερομηνία γέννησής του την 2 Αυγούστου, κατέχει πιστοποιητικά γέννησης και από τις δύο χώρες, με το ιρλανδικό να αναφέρει ως ημερομηνία γέννησής του τον Ιούνιο του 1932.
Μητέρα του ήταν η Κόνστανς Τζέιν (πατρικό Φέργκιουσον), νοσοκόμα σκωτικής καταγωγής και πατέρας του ο Πάτρικ Τζόζεφ Ο' Τουλ, ένας Ιρλανδός μεταλλουργός, παίκτης ποδοσφαίρου και πράκτορας στοιχημάτων ιπποδρόμου. Όταν ήταν ενός έτους, η οικογένειά του ξεκίνησε μια πενταετή περιήγηση στις κυριότερες πόλεις της Βόρειας Αγγλίας, στις οποίες διεξάγονταν ιπποδρομιακοί αγώνες. Στις αρχές του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου μεταφέρθηκε για ασφάλεια από το Λιντς και παρακολούθησε ένα καθολικό σχολείο για επτά ή οκτώ χρόνια, όπου υποχρεώθηκε να γίνει δεξιόχειρας.
Όταν τελείωσε το σχολείο, άρχισε να εργάζεται ως εκπαιδευόμενος δημοσιογράφος και φωτογράφος στην εφημερίδα Yorkshire Evening Post, έως ότου κλήθηκε να υπηρετήσει τη θητεία του ως σηματωρός στο Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό. Ο ίδιος είχε δηλώσει, σε συνέντευξη το 2006, ότι το όνειρό του ήταν να γίνει ποιητής ή ηθοποιός. Παρακολούθησε με υποτροφία μαθήματα υποκριτικής στη Βασιλική Ακαδημία της Δραματικής τέχνης, από το 1952 έως το 1954, αφού νωρίτερα είχε απορριφθεί από τη σχολή δραματικής τέχνης του Θεάτρου Abbey, από τον διευθυντή Έρνεστ Μπλάιθ, επειδή δεν μπορούσε να μιλήσει Ιρλανδικά. Συμφοιτητές του στην Ακαδημία ήταν οι Άλμπερτ Φίνεϊ, Άλαν Μπέιτς και Μπράιαν Μπέντφορντ.
Καριέρα
Ο Πήτερ Ο' Τουλ άρχισε να εργάζεται στο θέατρο, κερδίζοντας την αναγνώριση ως σαιξπηρικός ηθοποιός στο θέατρο Bristol Old Vic και στη Βρετανική Θεατρική Εταιρεία (English Stage Company), πριν κάνει το ντεμπούτο του το 1954 στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο το 1959, σε ένα πολύ μικρό ρόλο. Ο πρώτος του πρωταγωνιστικός ρόλος ήρθε όταν επιλέχθηκε να ερμηνεύσει τον Τόμας Έντουαρντ Λόρενς στην ταινία του Ντέιβιντ Λην, Λώρενς της Αραβίας, το 1962, αφού ο Μάρλον Μπράντο δεν ήταν διαθέσιμος και ο Άλμπερτ Φίνεϊ απέρριψε τον ρόλο. Η ερμηνεία του αξιολογήθηκε ως η κορυφαία μεταξύ των 100 μεγαλύτερων ερμηνειών όλων των εποχών από το περιοδικό Premiere. Αυτός ο ρόλος τον έκανε γνωστό στους θεατές των Η.Π.Α. και του απέφερε την πρώτη από τις οκτώ υποψηφιότητες για το Όσκαρ Α΄ Ανδρικού ρόλου.
Ο Ο' Τουλ ήταν ένας από τους ελάχιστους υποψήφιους για Όσκαρ ηθοποιούς που προτάθηκε δύο φορές για τον ίδιο ρόλο, σε δύο διαφορετικές ταινίες, ερμηνεύοντας τον Ερρίκο Β' της Αγγλίας στις ταινίες Μπέκετ (Becket, 1964) και Το λιοντάρι του χειμώνα (The Lion in Winter, 1968).
Κατά τη δεκαετία του '60 συμμετείχε επίσης στις ταινίες: Χαρέμι για Δυο (What's New Pussycat), πλάι στο Γούντι Άλλεν, Πώς να Κλέψετε 1.000.000 Δολάρια (How to Steal a Million, 1966) πλάι στην Όντρεϊ Χέπμπορν και Η Νύχτα των Στρατηγών (The Night of the Generals, 1967) πλάι στον Ομάρ Σαρίφ. Έπαιξε τον ομώνυμο ρόλο στον Άμλετ, σε σκηνοθεσία του Λόρενς Ολίβιε, στην παρθενική παραγωγή του Βασιλικού Εθνικού Θεάτρου (Royal National Theatre) το 1963.
Εμφανίστηκε, επίσης, στο Θέατρο Gaiety του Δουβλίνου, στο Juno and the Paycock του Σον Ο' Κέισι, ενώ η επιθυμία του να παίξει στο Θέατρο Abbey, της ίδιας πόλης, εκπληρώθηκε το 1970, όταν εμφανίστηκε στο έργο του Σάμιουελ Μπέκετ, Περιμένοντας τον Γκοντό, μαζί με τον Ντόναλ ΜακΚαν.
Το 1980 έτυχε ευρείας αποδοχής από τους κριτικούς για την ερμηνεία του ως σκηνοθέτης στην ταινία Στάντμαν, ο ριψοκίνδυνος δραπέτης (The Stunt Man). Η ερμηνεία του ως Μάκβεθ, το 1980, θεωρείται συχνά ως μία από τις μεγαλύτερες καταστροφές στη θεατρική ιστορία, όμως ανάκτησε τη θεατρική υπόληψή του με τις ερμηνείες του ως Τζον Τάνερ στο Άνθρωπος και υπεράνθρωπος και ως Χένρι Χίγκινς στον Πυγμαλίωνα, και κέρδισε ένα Βραβείο Λόρενς Ολίβιε για την ερμηνεία του στο έργο Jeffrey Bernard is Unwell, το 1989.
Άλλος ρόλος για τον οποίο προτάθηκε για Όσκαρ πρώτου ανδρικού ρόλου ήταν στην ταινία του 1982 Η Τυχερή μου Χρονιά (My Favorite Year), μια ελαφρή, ρομαντική κωμωδία σχετικά με όσα συμβαίνουν στα παρασκήνια ενός κωμικού βαριετέ σόου της τηλεόρασης, στη δεκαετία του 1950, κατά πολλά όμοιου με το σόου Your Show of Shows, στο οποίο ο Πήτερ Ο' Τουλ παίζει ένα γηραλέο καυχησιάρη κινηματογραφικό αστέρα, που θυμίζει, εσκεμμένα, έντονα τον Έρολ Φλιν.
Το 1972 έπαιξε τον Μιγκέλ ντε Θερβάντες και τον ήρωά του Δον Κιχώτη στο Δον Κιχώτης, ο άνθρωπος απ' την Μάντσα (Man of La Mancha), την κινηματογραφική διασκευή του ομώνυμου πετυχημένου μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ, μαζί με τη Σοφία Λόρεν. Επικρίθηκε ευρέως επειδή χρησιμοποίησε κυρίως μη τραγουδιστές ηθοποιούς και "κέρδισε" την αδιαφορία του κοινού της εποχής. Παρ' όλα αυτά, η ταινία είχε μεγάλη επιτυχία όταν κυκλοφόρησε σε βιντεοκασέτα και DVD, αν και υπάρχουν ακόμη εκείνοι που την κατακρίνουν. Ο Ο' Τουλ τραγουδούσε ντουμπλαρισμένος από τον τενόρο Σάιμον Τζίλμπερτ, όμως οι υπόλοιποι ηθοποιοί τραγούδησαν με την πραγματική τους φωνή. Ο Ο' Τουλ και ο συμπρωταγωνιστής του Τζέιμς Κόκο, που υποδυόταν τον υπηρέτη του Θερβάντες και τον Σάντσο Πάντσα, κέρδισαν υποψηφιότητες για Χρυσές Σφαίρες για την ερμηνεία τους.
Ο Πήτερ Ο' Τουλ κέρδισε ένα βραβείο Έμμυ για τον ρόλο του στη μίνι σειρά Ιωάννα της Λωραίνης το 1999. Το 2004 ερμήνευσε τον Πρίαμο στη μεγάλη επιτυχία Τροία.
Το 2005 εμφανίστηκε στην τηλεόραση ως ο Τζιάκομο Καζανόβα σε προχωρημένη ηλικία, στην ομώνυμη τηλεοπτική σειρά του BBC. Ο ρόλος του ήταν να διηγηθεί την ιστορία της ζωής του σε μια υπηρέτρια. Ο νεαρός Καζανόβα ερμηνεύτηκε από τον Ντέιβιντ Τέναντ, που χρειάστηκε να φορέσει μπλε φακούς επαφής για να μοιάζουν τα μάτια του με του Πήτερ Ο' Τουλ.
Το 2006 προτάθηκε για όγδοη φορά για το Όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου για τον ρόλο τού Μορίς στην ταινία Venus, που σκηνοθέτησε ο Ρότζερ Μίτσελ. Αργότερα, ο Πήτερ Ο' Τουλ συμπρωταγωνίστησε, ως ο κριτικός κουζίνας Αντόν Ήγκο, στην ταινία κινουμένων σχεδίων της Πίξαρ Ο Ρατατούης, στην οποία ένας αρουραίος ονειρεύεται να γίνει ο μεγαλύτερος σεφ του Παρισιού.
Ο Πήτερ Ο' Τουλ εμφανίστηκε στη δεύτερη περίοδο της τηλεοπτικής σειράς Οι Τυδώρ, ως πάπας Παύλος Γ΄, ο οποίος αφορίζει τον βασιλιά Ερρίκο Η' από την Εκκλησία, γεγονός που οδηγεί σε αναμέτρηση μεταξύ των δύο ανδρών στα επτά από τα δέκα συνολικά επεισόδια.
Προσωπική ζωή
Σε μια ραδιοφωνική συνέντευξη στο BBC Radio τον Ιανουάριο του 2007, ο Ο' Τουλ είπε ότι είχε μελετήσει τις γυναίκες για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα προσπαθώντας όσο μπορούσε περισσότερο να τις καταλάβει, αλλά τελικά δεν γνώριζε τίποτε.
Το 1959 παντρεύτηκε την Ουαλή ηθοποιό Σαν Φίλιπς, με την οποία απέκτησε δύο κόρες: το 1961 τη βραβευμένη ηθοποιό Κέιτ Ο' Τουλ και αργότερα την Πατρίσια. Ο Πήτερ και η Σαν πήραν διαζύγιο το 1979.
Η πρώην γυναίκα του έχει αποκαλύψει στις δύο αυτοβιογραφίες της ότι ο Ο' Τουλ την κακομεταχειριζόταν ψυχικά εξαιτίας του ποτού και, επίσης, ότι ήταν αποδέκτης υπερβολικών κρίσεων ζήλειας εκ μέρους του, όταν τελικά τον άφησε για ένα νεότερο εραστή.
Ο Ο' Τουλ και η φιλενάδα του, το μοντέλο Κάρεν Μπράουν, έχουν ένα γιο, τον Λόρκαν Πάτρικ Ο' Τουλ, που γεννήθηκε το 1983, όταν ο Ο' Τουλ ήταν 50 ετών. Ο Λόρκαν, ο οποίος έγινε ηθοποιός, ήταν μαθητής στο Σχολείο Harrow, ζώντας σε οικοτροφείο από το 1996.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 λίγο έλειψε να χάσει τη ζωή του από σοβαρές ασθένειες, εξαιτίας της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ. Εγχειρίστηκε το 1976 και του αφαιρέθηκε το πάγκρεας και μεγάλο μέρος του στομαχιού του, γεγονός το οποίο οδήγησε σε ινσουλινοεξαρτώμενο διαβήτη. Το 1978 έφτασε ένα βήμα από τον θάνατο εξαιτίας αιματολογικής διαταραχής. Τελικά ανάρρωσε και επέστρεψε στη δουλειά, αν και πλέον έβρισκε δυσκολότερα ρόλους σε ταινίες, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται περισσότερο στην τηλεόραση και σποραδικά στο θέατρο.
Παρ' όλα αυτά εμφανίστηκε στην πολυβραβευμένη ταινία Ο Τελευταίος Αυτοκράτορας το 1987. Διέμενε από το 1963 στο Κλίφντεν, της κομητείας Γκόλγουεϊ της Ιρλανδίας. Όταν βρισκόταν στο ζενίθ της καριέρας του απέκτησε σπίτια στο Δουβλίνο, στο Λονδίνο και στο Παρίσι, από τα οποία τα τελευταία χρόνια της ζωής του διατηρούσε μόνον αυτό στο Λονδίνο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 συμμετείχε ενεργά στις διαμαρτυρίες εναντίον του πολέμου της Κορέας και αργότερα, στη δεκαετία του 1960, ήταν ενεργά αντίθετος στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Ο Πήτερ Ο' Τουλ ήταν ίσως ο μοναδικός από τους Βρετανούς ηθοποιούς της γενιάς του, που είχαν ως κέντρο των θεατρικών εμφανίσεών τους το Λονδίνο, που δεν έχει τιμηθεί ως ιππότης του Βρετανικού στέμματος. Σύμφωνα με την εφημερίδα του Λονδίνου Ντέιλι Μέιλ, του έχει προσφερθεί ο τίτλος του ιππότη ή του ιππότη επί τιμή το 1987, όμως αυτός τον αρνήθηκε εξαιτίας των προσωπικών και των πολιτικών του πεποιθήσεων.
Σε μια συνέντευξή του στο National Public Radio τον Δεκέμβριο του 2006, ο Ο' Τουλ αποκάλυψε ότι γνωρίζει από στήθους και τα 154 σονέτα του Σαίξπηρ, τα οποία ο ίδιος διάβαζε καθημερινά, και θεωρούσε ότι αυτά συγκαταλέγονται μεταξύ των καλύτερων αγγλικών ποιημάτων. Στην ταινία Venus απαγγέλει το σονέτο αριθμός 18, "Shall I Compare Thee To A Summer's Day".
Ο Ο' Τουλ είχε γράψει δύο αυτοβιογραφικά βιβλία. Στο πρώτο, με τον τίτλο Loitering With Intent: The Child, περιγράφει αναμνήσεις από την παιδική ηλικία του καλύπτοντας χρονικά την περίοδο μέχρι τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο. Το βιβλίο χαρακτηρίστηκε από την εφημερίδα New York Times ως αξιόλογο βιβλίο του έτους 1992.
Στο δεύτερο, με τον τίτλο Loitering With Intent: The Apprentice, περιγράφει τα χρόνια που έζησε στη Βασιλική Ακαδημία της Δραματικής τέχνης μαζί με τους φίλους του όταν σπούδαζε τη θεατρική τέχνη. Τα βιβλία έχουν επαινεθεί από κριτικούς όπως ο Τσαρλς Σάμπλιν των Los Angeles Times.
Ο Ο'Τουλ ήδη συγγράφει το τρίτο μέρος της αυτοβιογραφίας του, στο οποίο, όπως ο ίδιος περιγράφει, θα περιέχεται το "ζουμί", δηλαδή οι πιο αξιοσημείωτες στιγμές από τη θεατρική και την κινηματογραφική του καριέρα. Ο Ο'Τουλ παρέμεινε στενός φίλος με τον συμπρωταγωνιστή του στον Λώρενς της Αραβίας Ομάρ Σαρίφ και με τον συμφοιτητή του Άλμπερτ Φίνεϊ.
Ήταν γνωστός οπαδός του ράγκμπι 15 παικτών, και συνήθιζε να παρακολουθεί αγώνες μαζί με τους φίλους του Ρίτσαρντ Χάρις, Κένεθ Γκρίφιθ και Ρίτσαρντ Μπάρτον. Επίσης υπήρξε, σε όλη του τη ζωή, παίκτης, προπονητής και λάτρης του κρίκετ, για το οποίο έχει δίπλωμα διδασκαλίας και προπονητικής σε παιδιά. Ο Ο' Τουλ ήταν οπαδός της ποδοσφαιρικής ομάδας Σάντερλαντ ΑΦΚ, όπως δήλωσε το 1996.
Ο Ο' Τουλ είχε δηλώσει σε συνέντευξη το 2007 ότι ο ηθοποιός που τον επηρέασε περισσότερο ήταν ο Έρικ Πόρτερ.
Επίσης, είχε πει ότι η διαφορά μεταξύ των ηθοποιών του χθες και του σήμερα είναι ότι οι ηθοποιοί της γενιάς του εκπαιδεύονταν για "θέατρο, θέατρο, θέατρο".
Ακόμη πίστευε ότι η πρόκληση για τον ηθοποιό είναι "να χρησιμοποιεί τη φαντασία του για να συνδεθεί με το συναίσθημά του" και ότι "οι καλοί ρόλοι κάνουν καλούς ηθοποιούς". Ο Ο' Τουλ είχε δηλώσει ότι η ηθοποιός με την οποία ευχαριστιόταν να δουλεύει μαζί της ήταν η στενή φίλη του Κάθριν Χέπμπορν.
Το 2003, η Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών τον τίμησε με τιμητικό Όσκαρ για τον συνολικό όγκο της δουλειάς του και την ισόβια προσφορά του στον κινηματογράφο. Ο Ο' Τουλ αρχικά αρνήθηκε να το δεχθεί και έγραψε ένα γράμμα στην Ακαδημία λέγοντας ότι "αφού είμαι ακόμη στο παιχνίδι και θα μπορούσα να κερδίσω τον αγαπητό λεχρίτη στα ίσια, θα μπορούσε παρακαλώ η Ακαδημία να αναβάλλει την τιμή μέχρι να γίνω 80".
Η Ακαδημία τον πληροφόρησε ότι θα του απένειμαν το βραβείο είτε το ήθελε είτε όχι. Εκτός από αυτό, τα παιδιά του τον επέπληξαν λέγοντας ότι αυτή ήταν η μεγαλύτερη τιμή που θα μπορούσε κάποιος να λάβει στη βιομηχανία του κινηματογράφου.
Ο Ο' Τουλ τελικά συμφώνησε να εμφανιστεί στην τελετή και να δεχθεί το τιμητικό του Όσκαρ, το οποίο του παραδόθηκε από την Μέριλ Στριπ, η οποία είχε τις περισσότερες υποψηφιότητες από κάθε ηθοποιό.
Παρ' όλα αυτά ο παλιός του φίλος Κένεθ Γκρίφιθ απογοητεύτηκε πικρά επειδή είχε ταπεινώσει τον εαυτό του δεχόμενος ένα τόσο "γελοίο βραβείο".
Μιχάλης Σουγιούλ, ήταν σημαντικός Έλληνας συνθέτης ελαφράς μουσικής
Μιχάλης Σουγιούλ
Ο συνθέτης που θα μελοποιούσε την Αγία Γραφή
Ο Μιχάλης Σουγιούλ (καλλιτεχνικό επώνυμο του Μιχαήλ Σουγιουλτζόγλου, Αϊδίνιο Μικράς Ασίας, 1 Αυγούστου 1906 - Αθήνα, 16 Οκτωβρίου 1958) ήταν σημαντικός Έλληνας συνθέτης ελαφράς μουσικής.
Ο Μιχάλης Σουγιουλτζόγλου, όπως ήταν το κανονικό του όνομα, γεννήθηκε στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας το 1906. Γύρω από την ημερομηνία γεννήσεως του συνθέτη υπάρχει ένα μικρό μυστήριο. Στο βιβλίο του Γιώργου Τσάμπρα αναφέρεται ότι η αδερφή του συνθέτη Σοφία Σουγιουλτζόγλου θεωρούσε ως έτος γέννησης του συνθέτη το 1904. Τα παιδιά του καθώς και ένα δελτίο ταυτότητας που είχε φτάσει στα χέρια του Τσάμπρα αναφέρουν ως έτος γεννήσεως το 1906. Τέλος, στο «Λεξικό της Ελληνικής Μουσικής» του Τάκη Καλογερόπουλου στο λήμμα για τον συνθέτη αναφέρεται ως ημερομηνία γέννησης το 1900.
Η οικογένεια Σουγιουλτζόγλου μεταβαίνει στην Αθήνα, έξι μήνες περίπου πριν από την Μικρασιατική καταστροφή του 1922. Ο Μιχάλης έχει αρχίσει ήδη τα μαθήματα μουσικής στη Σμύρνη χωρίς όμως να παίρνει κάποια συστηματική μουσική μόρφωση πέραν των μαθημάτων στο πιάνο. Η πρώτη ευκαιρία να παρουσιαστεί μπροστά σε κοινό του δίνεται το καλοκαίρι του 1924 στην Τρίπολη όπου παραθερίζει με την οικογένεια του. Οι γονείς του δεν βλέπουν με καλό μάτι την ενασχόληση του με την μουσική. Μετά από ένα σύντομο ταξίδι στην Γαλλία, ο Σουγιούλ επιστρέφει στην Ελλάδα και αποδέχεται την πρόταση που του γίνεται για να ξαναπαίξει, επαγγελματικά πλέον, στον ίδιο χώρο στην Τρίπολη. Το καλοκαίρι του 1925 δημιουργεί μία τζαζ ορχήστρα και ουσιαστικά αποφασίζει να ασχοληθεί με την μουσική.
Η οικογένεια του υπαναχωρεί και ο Σουγιούλ ξεκινά να εργάζεται σε κέντρα διασκεδάσεως της εποχής. Τα σχόλια που δέχεται είναι πολύ θετικά και το μουσικό μέλλον του διαγράφεται λαμπρό. Πραγματικά, μετά την στράτευση και την απόλυση του από το στρατό θα συνεργαστεί με σημαντικούς καλλιτέχνες της εποχής όπως τους: Εντουάρντο Μπιάνκο και Θεόδωρο Παπαδόπουλο. Συγχρόνως ξεκινά και την καριέρα του ως συνθέτης (στις ορχήστρες του Μπιάνκο και του Παπαδόπουλου απασχολείται ως ακορντεονίστας) και κάποια από τα τραγούδια του δισκογραφούνται.
Πιστός στο «ευρωπαϊκό τραγούδι» (όπως ονομαζόταν η ελαφρά μουσική της εποχής) τα πρώτα χρόνια της συνθετικής του καριέρας, ο Σουγιούλ έγραψε πολλές επιτυχίες. Στο μεταξύ, δουλεύει ακατάπαυστα σε νυχτερινά κέντρα, σε μουσικά θέατρα ενώ δεν ξεχνά να δισκογραφεί τακτικά. Γράφει τραγούδια για τους πιο γνωστούς τραγουδιστές και ηθοποιούς της εποχής, Α. Καλουτά, Σ. Βέμπο, Τ. Μαρούδας, Φ. Πολυμέρης, Ν. Γούναρης ενώ παράλληλα γνωστοί θεατρικοί συγγραφείς και στιχουργοί όπως οι Α. Σακελλάριος, Χ. Γιαννακόπουλος, Μ. Τραϊφόρος, του εμπιστεύονται στίχους τους.
Ο καλλιτεχνικός βίος του Σουγιούλ έχει συνδεθεί άρρηκτα και με την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Πολλά από τα τραγούδια της εποχής που είχαν διασκευαστεί ειδικά για να τονώσουν το δοκιμαζόμενο ηθικό των Ελλήνων ήταν δικές του συνθέσεις. Το πασίγνωστο τραγούδι «Παιδιά της Ελλάδος Παιδιά» σε στίχους Μ. Τραϊφόρου είναι βασισμένο στην μελωδία του τραγουδιού «Ζεχρά» σε μουσική Σουγιούλ και στίχους Αιμ. Σαββίδη, ενώ ο Σουγιούλ έγραψε και πρωτότυπα τραγούδια με αφορμή τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο: «Δύο αγάπες» και το «Μας χωρίζει ο πόλεμος». Παράλληλα, δεν παρέλειπε να ψυχαγωγεί τους στρατευμένους σε φυλάκια και σε συγκεντρώσεις του στρατού.
Μετά την Κατοχή, η επιτυχία του Σουγιούλ φτάνει σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα ενώ σχεδόν όλα του τα τραγούδια γίνονται επιτυχίες. Η συνθετική του πρακτική ακολουθεί πάντα τα δεδομένα της ευρωπαϊκής μουσικής και τα κυρίαρχα είδη είναι το ταγκό, το βαλς, το τσάρλεστον κ.ά. Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1950 ο Σουγιούλ καλείται να γράψει τραγούδια για τον κινηματογράφο. Πολλά από τα γνωστότερα τραγούδια που ακούγονται στις, ακόμα και σήμερα, δημοφιλείς ταινίες της εποχής είναι δικά του, όπως: «'Aρχισαν τα όργανα» (1953)/ Στίχοι: Α. Σακελλάριος, Χ. Γιαννακόπουλος/ Τ. Μαρούδαςαπό την ταινία «Σάντα Τσικίτα», «'Aλα» (1952)/ Στίχοι: Α. Σακελλάριος, Χ. Γιαννακόπουλος/ Δημήτρης Σκούταρης, Βασίλης Λογοθετίδηςαπό την ταινία «Ένα βότσαλο στη λίμνη», «Ο μήνας έχει εννιά ή Μια ζωή την έχουμε» από την ταινία «Το σωφεράκι» και άλλα πολλά. Παράλληλα, ξεκινά και η ενασχόληση του με τα λεγόμενα «αρχοντορεμπέτικα». Όπως αναφέρει και ο Τσάμπρας στο βιβλίο του[iii]: «[το αρχοντορεμπέτικο είναι] δημιούργημα κορυφαίων συνθετών του ‘ελαφρού’ τραγουδιού της εποχής πάνω στους πλέον αντιπροσωπευτικούς λαϊκούς ρυθμούς». Επρόκειτο δηλαδή για τραγούδια που θύμιζαν τα λαϊκά δημιουργήματα της εποχής με πολλά από τα χαρακτηριστικά τους αλλά που διατηρούσαν τη νοοτροπία που διέπει την «ελαφρά» μουσική της περιόδου. Αυτό σημαίνει ότι οι ρυθμοί καθώς και οι ποιότητα των φωνών προέρχονταν από τα ρεμπέτικα. Όμως η θεματολογία καθώς και ο συνδυασμός των οργάνων που χρησιμοποιούνταν παρέπεμπε περισσότερο προς το ελαφρό τραγούδι.
Ο Σουγιούλ συνεργάστηκε με συνθέτες και τραγουδιστές όπως οι Μ. Χιώτης, Β. Τσιτσάνης Όμορφα κι ωραία (1954)/ Στίχοι: Λ. Ζούνης, Η. Λυμπερόπουλος/ Μαίρη Λίντα, Βασίλης Τσιτσάνης, Χάρης Μαυρίδης, Σ. Μπέλλου αλλά είναι γεγονός πως ποτέ δεν εγκατέλειψε το μουσικό ιδίωμα που τον καθιέρωσε, τις «ρομάντζες» όπως τις ονόμαζαν τότε καθώς επίσης και είδη όπως το βαλς και το ταγκό Ξενομανία (1937)/ Στίχοι: Κ. Κοφινιώτης/ Νίκος Γούναρης, Φώτης Πολυμέρης, Ρένος Τάλμας.
Ο συνθέτης έφυγε πρόωρα από την ζωή, τον Οκτώβριο του 1958.
Έργα του Μιχάλη Σουγιούλ στη συλλογή της Βιβλιοθήκης Λίλιαν Βουδούρη
Η συλλογή ελληνικών τραγουδιών της Μουσικής Βιβλιοθήκης «Λίλιαν Βουδούρη» περιέχει πολλά από τα τραγούδια του Μιχάλη Σουγιούλ. Η συλλογή αυτή δημιουργήθηκε σταδιακά μέσω διαφόρων δωρεών και αγορών με σημαντικότερη αυτή του Αρχείου του Χρήστου Καλαμπάκα, και περιέχει περισσότερα από 5500 ελληνικά τραγούδια από το 1870 έως το 1960. Ο αριθμός των τραγουδιών του Μιχάλη Σουγιούλ που περιέχεται στη συλλογή ελληνικών τραγουδιών της Βιβλιοθήκης ανέρχεται σε 147.
Ανάμεσα τους βρίσκονται τραγούδια από μουσικοθεατρικές παραστάσεις, ελαφράς μουσικής καθώς επίσης και αρχοντορεμπέτικα. Οι επισκέπτες της Βιβλιοθήκης που θα αναζητήσουν έργα του Σουγιούλ που περιέχονται στη συλλογή της θα βρεθούν μπροστά σε τίτλους όπως: «Μπέμπα», «Αθήνα και πάλι Αθήνα» Αθήνα και πάλι Αθήνα (1949)/ Στίχοι: Μ. Τραϊφόρος/ Σοφία Βέμπο, «Ας ερχόσουν για λίγο», «Για μας κελαηδούν τα πουλιά», «Ο μήνας έχει εννιά», «Το τελευταίο τραμ» Το τελευταίο τραμ (1948)/ Στίχοι: Α. Σακελλάριος - Χ. Γιαννακόπουλος/ Σπεράντζα Βρανά κ.ά.
Ο χώρος του ελαφρού τραγουδιού της Ελληνικής «μπελ επόκ» καθώς επίσης και της μεταπολεμικής περιόδου κυριαρχείται από τα τραγούδια του Σουγιούλ, γεγονός που τον καθιστά έναν από τους σημαντικότερους τραγουδοποιούς της εποχής. Όμως η μουσική του Σουγιούλ μπορεί να εξετασθεί ποικιλοτρόπως. Για παράδειγμα, αντιλαμβανόμαστε τον τρόπο και την μουσική με την οποία διασκέδαζαν οι Έλληνες την περίοδο του μεσοπολέμου αλλά και μεταπολεμικά. Το ότι τόσα τραγούδια του Σουγιούλ, αλλά και άλλων συνθετών του ιδιώματος που εξέφραζε ο Σουγιούλ, κυκλοφορούσαν σε δίφυλλες παρτιτούρες μαρτυρεί ότι το είδος ήταν δημοφιλές και οι εκδόσεις ήταν ένα από τα μέσα για να διαδοθούν τα τραγούδια στα «μουσικά σαλόνια» της Ελλάδας. Σημαντικό πρέπει να θεωρείται και το γεγονός ότι συνθέτες όπως ο Σουγιούλ ουσιαστικά «αναγκάστηκαν» να συνθέσουν σε λαϊκό ιδίωμα (τα περίφημα «αρχοντορεμπέτικα») για να εξασφαλίσουν τα προς το ζειν. 'Aλλωστε αυτό ήταν κάτι που δεν το αρνούνταν και ο ίδιος ο συνθέτης, όπως αναφέρεται και στο βιβλίο του Τσάμπρα.
Ας ερχόσουν για λίγο - Μια παράσταση αφιερωμένη στον Μιχάλη Σουγιούλ
Θεατρική περίοδος 2015-2016
Περισσότερες πληροφορίες για την θεατρική παράσταση ΕΔΩ
Περισσότερες φωτογραφίες από την θεατρική παράσταση ΕΔΩ
Νίκος Ζαχαριάδης, υπήρξε ιστορικός ηγέτης του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, γενικός γραμματέας του ΚΚΕ και μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας της Κομμουνιστικής Διεθνούς
Νίκος Ζαχαριάδης
Ο Νίκος Ζαχαριάδης υπήρξε ιστορικός ηγέτης του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, γενικός γραμματέας του ΚΚΕ και μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Ως καθοδηγητής του ΚΚΕ κατά την περίοδο της κυριαρχίας του Ιωσήφ Στάλιν στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, αλλά και λόγω των πολιτικών χειρισμών που ακολούθησε, αποτελεί μια από τις πιο αμφιλεγόμενες μορφές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. (Αδριανούπολη, Οθωμανική Αυτοκρατορία, 27 Απριλίου 1903 - Σουργκούτ Χαντιμανσίας, Σοβιετική Ένωση, 1 Αυγούστου 1973)
Νεανικά χρόνια - Οι περιπλανήσεις των πρώτων χρόνωνΓεννήθηκε στις 27 Απριλίου του 1903 στην Αδριανούπολη της Ανατολικής Θράκης, γιος του Παναγιώτη Ζαχαριάδη με καταγωγή από Ρούμελη και της Ερατώς Πρωτόπαπα από τα Άδανα.
Ο πατέρας του εργαζόταν υπάλληλος - πραγματογνώμων - στο γαλλικό Μονοπώλιο Καπνού (Ρεζί) στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, κι έτσι αναγκαζόταν να μετακομίζει σε πολλές πόλεις της Αυτοκρατορίας με την οικογένειά του.
Αρχικά Δημοτικό πήγε στα Σκόπια και το ολοκλήρωσε στο επτατάξιο της Νικομήδειας, ενώ αποφοίτησε από το Γυμνάσιο της Αδριανούπολης. Από τα 15 του χρόνια αναγκάστηκε να δουλέψει στη Ρεζί στη Νικομήδεια και το 1919 ξεκίνησε εργασία στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης αρχικά ως λιμενεργάτης φορτοεκφορτωτής και στη συνέχεια ως πλήρωμα σε ρυμουλκά.
Εκεί ήρθε σε επαφή με τους αναρχοσυνδικαλιστικούς κύκλους της Πανεργατικής που ιδεολογικά επηρεαζόταν από την οργάνωση Industrial Workers of the World (IWW). Την περίοδο εκείνη, 1919 - 1921, έκανε ταξίδια στη μετεπαναστατική Ρωσία όπου και εντάχθηκε στη σοσιαλιστική Διεθνή Πανεργατική Ένωση, που αποτελείτο κυρίως από Έλληνες.
Το 1921, έγινε μέλος της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών της Σοβιετικής Ένωσης, ενώ ένα χρόνο μετά, το 1922, έγινε μέλος και του Κόμματος των Μπολσεβίκων. Το 1923 ευρισκόμενος και πάλι στη Ρωσία, σπούδασε στο νεοϊδρυθέν τότε "KUTV", το Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο Εργαζομένων της Ανατολής· στα ρωσικά Коммунистический университет трудящихся Востока ή КУТВ).
Εγκατάσταση στην Ελλάδα
Το 1924, κατά τους διωγμούς του ελληνικού στοιχείου στην Τουρκία, η οικογένεια Ζαχαριάδη εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, περίοδο που η χώρα βρισκόταν ήδη σε έντονη πολιτική, οικονομική και κοινωνική κρίση. Ο Νίκος Ζαχαριάδης ήρθε μυστικά στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1924 από τη Σοβιετική Ένωση και ανέλαβε καθοδηγητική δουλειά στην Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας (ΟΚΝΕ) στην Αθήνα, όπου σύντομα έγινε γραμματέας της. Τον Σεπτέμβριο του 1924 μετέβη στη Θεσσαλονίκη για την εκεί οργάνωση. Στη δικτατορία του Παγκάλου παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη συμμετέχοντας στην εκεί κομματική οργάνωση, ενώ για ένα διάστημα ήταν γραμματέας και της Περιφερειακής οργάνωσης Θεσσαλίας στον Βόλο.
Τον Μάιο του 1926 με εντολή της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ ανέλαβε γραμματέας της κομματικής οργάνωσης του Πειραιά και τον επόμενο χρόνο στη κομματική οργάνωση Βόλου. Σε όλο αυτό το διάστημα (1924 - 1929) ο Νίκος Ζαχαριάδης συνελήφθη πέντε φορές δραπετεύοντας ισάριθμες. Το 1929 μάλιστα δραπέτευσε με τη βοήθεια του Θανάση Κλάρα (μετέπειτα Άρη Βελουχιώτη), όντας προφυλακισμένος ως ύποπτος για τη δολοφονία του αρχειομαρξιστή Ηλία Γεωργοπαπαδάκου.Όταν η κυβέρνηση Ε. Βενιζέλου έθεσε σε ισχύ τον ιδιώνυμο νόμο (N. 4229), το 1929, ο Ν. Ζαχαριάδης ήταν ο πλέον καταζητούμενος Έλληνας κομμουνιστής.
Έτσι το 1929, η ηγεσία του ΚΚΕ αποφάσισε να στείλει τον Ζαχαριάδη στη Σοβιετική Ένωση, αφενός για να χαθούν τα ίχνη του και αφετέρου για σπουδές στην Ανώτατη Κομματική Σχολή της Μόσχας.
Στην ηγεσία του ΚΚΕ - Η πολιτική ενηλικίωση
Από τη Μόσχα επέστρεψε το 1931, την περίοδο της κορύφωσης της λεγόμενης «φραξιονιστικής πάλης χωρίς αρχές», που ταλαιπώρησε αφάνταστα το ΚΚΕ τη διετία 1929-1931. Τότε η Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ) έκανε Έκκληση, που δημοσιεύτηκε στον "Ριζοσπάστη" στις 2 και 3 Νοεμβρίου 1931 ζητώντας να τερματιστεί η διαμάχη και διορίζοντας ταυτόχρονα νέα ηγεσία με τον Ζαχαριάδη επικεφαλής της τριμελούς καθοδήγησης του ΚΚΕ (Ζαχαριάδης, Μιχαηλίδης, Κωνσταντινίδης).
Ο Ζαχαριάδης θα υπερσκελίσει σύντομα τα άλλα δύο μέλη της τριμελούς καθοδήγησης και θα γίνει ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του ΚΚΕ. Ο μεν Γιάννης Μιχαηλίδης θα υποταχθεί στον Ζαχαριάδη, ο δε Γιώργος Κωνσταντινίδης (ή Ασημίδης) θα αντιπαρατεθεί μαζί του και θα διαγραφεί από το κόμμα το 1934 για τη λεγόμενη "οπορτουνιστική θέση Ασημίδη".
Τον Ιανουάριο του 1934, κατά την 6η Ολομέλεια του Κόμματος εξελέγη Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ (αρχηγός), ενώ η θέση του Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής υποβαθμίστηκε και την ανέλαβε ο Βασίλης Νεφελούδης. Έτσι η νέα ηγεσία υπό τον Ζαχαριάδη κατάφερε να επιβληθεί χωρίς ιδιαίτερες αμφισβητήσεις χάρη στη στήριξη της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Επίσης, ξεκίνησε και μια προσπάθεια προσωπολατρείας του Ζαχαριάδη, απαρχή της οποίας θεωρείται το άρθρο που έγραψε στον Ριζοσπάστη στις 5 Γενάρη του 1933 το μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ Στέλιος Σκλάβαινας με τίτλο "Αυτός μας οδηγεί".
Παράλληλα όμως, την περίοδο 1931-1936 επιτεύχθηκε σημαντική ανάπτυξη του ΚΚΕ στην αναδιοργάνωση και τη μαζικοποίησή του, σε μια περίοδο ανάπτυξης εργατικών και άλλων κοινωνικών αγώνων.
Στις εκλογές του 1932 το ΚΚΕ σαν Ενιαίο Μέτωπο Εργατών Αγροτών (ΕΜΕΑ) εξέλεξε 10 βουλευτές, ενώ στις εκλογές του 1936 σαν Παλλαϊκό Μέτωπο 15 βουλευτές. Μεγάλη αίσθηση προκάλεσε το ότι στις εκλογές του 1936 ο Ζαχαριάδης, αν και ήταν υποψήφιος στον Πειραιά με το Παλλαϊκό Μέτωπο, δεν κατάφερε να εκλεγεί βουλευτής. Στον Πειραιά εξελέγη βουλευτής του Παλλαϊκού Μετώπου ο Μανώλης Μανωλέας. Η αποτυχία να εκλεγεί βουλευτής ο αρχηγός του ΚΚΕ δικαιολογείται λόγω του ότι ο Ζαχαριάδης ζώντας σε ένα καθεστώς ημιπαρανομίας (εκκρεμούσαν σε βάρος του καταδικαστικές αποφάσεις, πχ. Γεωργοπαπαδάτος κλπ) δεν ήταν ευρέως γνωστός στα απλά μέλη και στους ψηφοφόρυς του κόμματος.
Η πολιτική του Ζαχαριάδη ως ηγέτη του νόμιμου ΚΚΕ
Ο Ζαχαριάδης διαμόρφωσε πρωτότυπα στοιχεία σε ζητήματα όπως η νεολαία, η γυναίκα και οι αγρότες. Παρόλο που στηρίχθηκε στην Κ.Δ η ηγεσία του είχε δυναμική και ανεξαρτησία. Εισήγαγε στοιχεία όπως η συμμαχία αγροτιστών και ΚΚΕ όπου μεταξύ άλλων θα διαλύονταν οι κομματικές οργανώσεις του ΚΚΕ στην επαρχία και η ένταξη τους στο ενιαίο αγροτικό κόμμα, ακύρωσε τη θέση για ανεξάρτητη Μακεδονία-Θράκη, ενώ το ΚΚΕ άρχισε να βλέπει την σοσιαλιστική επανάσταση ως περαιτέρω εξέλιξη της αστικής επανάστασης θέση για την οποία επικρίθηκε από πρώην στελέχη. Σε σύγκριση με την περίοδο 1927-1931 η εσωκομματική δημοκρατία ήταν σχετικά καλύτερη αν και μεταγενέστερα επικρίθηκε και για αυτό το θέμα, καθώς και οι διαγραφές εσωκομματικών αντιπάλων στις οποίες προχώρησε δεν ήταν ακραίες.
Το ΚΚΕ μαζί με το Αγροτικό Κόμμα του Απόστολου Βογιατζή δημιούργησαν τον Ιανουάριο του 1936 το Παλλαϊκό Μέτωπο, που κατέβηκε τότε στις εκλογές λαμβάνοντας 15 έδρες, και το οποίο λίγο αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1936, ήρθε σε μυστική συμφωνία με τον αρχηγό των Φιλελευθέρων Θεμιστοκλή Σοφούλη, στο λεγόμενο Σύμφωνο Σοφούλη-Σκλάβαινα. Όμως, αυτή η συμφωνία δεν μακροημέρευσε γιατί αθετήθηκαν όροι της από την πλευρά των Φιλελευθέρων. Η χώρα όμως όδευε προς τον ολοκληρωτισμό, ο οποίος και εγκαθιδρύθηκε τον Αύγουστο του ίδιου έτους με τη συναίνεση του βασιλιά Γεωργίου Β', αλλά και των Άγγλων. Με την κήρυξη της Δικτατορίας της 4ης Αυγούστου ο Ζαχαριάδης πέρασε στην παρανομία.
Στην Ακτίνα Θ' των φυλακών της Κέρκυρας
Το Σεπτέμβριο του 1936, ένα μήνα μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του Μεταξά, συνελήφθη -μετά από προδοσία- και κλείστηκε σε απομόνωση στις φυλακές Κέρκυρας, στην Ακτίνα Θ΄. Από την Κέρκυρα προσπάθησε να καθοδηγεί το ΚΚΕ σε συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες (απόλυτη απομόνωση, τρομοκρατία, θάνατος από βασανιστήρια του γραμματέα της ΟΚΝΕ Χρήστου Μαλτέζου). Ο Ζαχαριάδης, με σύμφωνη γνώμη των επίσης έγκλειστων στην Ακτίνα Θ' Νεφελούδη-Παρτσαλίδη, έδωσε εντολή στο μέλος του Π.Γ του ΚΚΕ Γιάννη Μιχαηλίδη (αργότερα φαίνεται ότι όντως συνεργάστηκε με τις αστυνομικές αρχές) το 1939 να κάνει ψευδή δήλωση μετανοίας ώστε να ελευθερωθεί και να ξεκαθαρίσει την κατάσταση μέσα στο κόμμα που είχε διαβρωθεί από την Ασφάλεια. Πληροφορίες που είχαν φθάσει στην φυλακή ανέφεραν ότι κάποια στελέχη του είχαν γίνει όργανα της Ασφάλειας, όπως ο Μιχάλης Τυρίμος, κατέδιδαν τους συντρόφους τους που συλλαμβάνονταν, πρόδιδαν "γιάφκες" που ανακαλύπτονταν και έφθασαν μέχρι του σημείου να εκδίδουν πλαστό Ριζοσπάστη.
Στις αρχές του 1940 ο Ζαχαριάδης μεταφέρθηκε από την Κέρκυρα στα κρατητήρια της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών γιατί το καθεστώς φοβόταν μήπως δραπετεύσει ή πέσει στα χέρια των Ιταλών σε ενδεχόμενη κατάληψη του νησιού από αυτούς. Από εκεί στήριξε για ένα διάστημα την Προσωρινή Διοίκηση του ΚΚΕ, που όμως ήταν όργανο του Μανιαδάκη, ενώ κατήγγειλε την καθαρή Παλιά Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ.
Στη δίνη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου
Τρεις ημέρες μετά την εισβολή των Ιταλών, στις 31 Οκτωβρίου 1940, κρατούμενος στη Γενική Ασφάλεια Αθηνών, δημοσίευσε τη γνωστή ανοικτή επιστολή προς τον ελληνικό λαό, με την οποία τον καλούσε να αντισταθεί τονίζοντας μεταξύ άλλων:
"Ο Λαός της Ελλάδας διεξάγει σήμερα έναν πόλεμο απελευθερωτικό ενάντια στο Φασισμό του Μουσολίνι. Στον πόλεμο αυτό, που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη. Όλοι στον αγώνα, ο καθένας στη θέση του και η νίκη θάναι νίκη της Ελλάδας και του λαού της".
Ακολούθησαν δυο ακόμη επιστολές, στις 26 Νοεμβρίου και 15 Ιανουαρίου του 1941, στις οποίες όμως χαρακτήριζε σε αυτή τη νέα φάση τον πόλεμο ως ιμπεριαλιστικό. Η μεταξική δικτατορία απέφυγε τη δημοσίευσή τους.
Στις 10-1-1941 η Κομμουνιστική Διεθνής απέστειλε επιστολή υποδείξεων όπου κατέκρινε την στήριξη του Ζαχαριάδη στην κυβέρνηση Μεταξά.
Παράδοση του Ζαχαριάδη στους Γερμανούς
Με την εισβολή των Γερμανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα ο Ζαχαριάδης, που κρατείτο στη Διεύθυνση Γενικής Ασφαλείας Αθηνών, παραδόθηκε στη Γκεστάπο στις 27 Απριλίου, όπως και εκατοντάδες άλλοι πολιτικοί κρατούμενοι που κρατούνταν σε φυλακές ή ήταν εξόριστοι. Ο Ζαχαριάδης μεταφέρθηκε αρχικά στο Τατόι και από εκεί αεροπορικώς στη Θεσσαλονίκη, στο Βελιγράδι και τέλος στη Βιέννη στις φυλακές "Λέζελ".
Στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Νταχάου
Έξι μήνες αργότερα, στις 30 Νοεμβρίου του 1941 μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου, όπου έμεινε κρατούμενος μέχρι τη λήξη του πολέμου. Τον Μάιο του 1945 οι Αμερικανοί έφθασαν στο Νταχάου και απελευθέρωσαν τους κρατούμενους μεταξύ των οποίων βρισκόταν και ο Ζαχαριάδης. Μετά από ιατρικές φροντίδες επέστρεψε στην Ελλάδα αεροπορικώς μέσω Παρισιού στις 29 Μαΐου του 1945. Ο Ζαχαριάδης στο στρατόπεδο εκτελούσε χρέη μεταφραστή γιατί γνώριζε γερμανικά, ενώ παράλληλα διατηρούσε σχέσεις με την κρυφή διοίκηση των κρατουμένων δίνοντας τους πληροφορίες και συμβουλές.
Ο Ζαχαριάδης κατηγορήθηκε από τους πολιτικούς του αντιπάλους και για συνεργάτης των Γερμανών (κάπο) στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, και μάλιστα ως αποδεικτικό στοιχείο υπήρχε πλαστογραφημένο γράμμα του συγκρατούμενού του Κοσμά Τζίφου. Όμως ο συγκρατούμενος του Παναγιώτης Καραπιπέρης αναφέρει οτι σώθηκε στο Νταχάου χάρη σε συμβουλή του Ζαχαριάδη.
Επιστροφή στην Ελλάδα
Την Πρωτομαγιά του 1945 με έκτακτο παράρτημα ο Ριζοσπάστης πληροφορούσε τους αναγνώστες του ότι ο Ν. Ζαχαριάδης ήταν ζωντανός και επέστρεφε από το Νταχάου. Με την επιστροφή του ανέλαβε και πάλι την θέση του Γενικού Γραμματέα και την ηγεσία του ΚΚΕ από τον Γιώργο Σιάντο. Σύμφωνα με την απόφαση της 11ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ τον Απρίλιο του 1945, 13 ημέρες αφότου ανέλαβε ο Ζαχαριάδης την ηγεσία, στις 12 Ιουνίου, ο Ριζοσπάστης ανακοίνωσε την καταδίκη και απομόνωση του Άρη Βελουχιώτη σημειώνοντας σχετικά:
"Ο σ. Ζαχαριάδης μας ανακοίνωσε ότι η Κ.Ε. του ΚΚΕ αφού συζήτησε πάνω σε εκθέσεις που ήλθαν από διάφορες κομματικές οργανώσεις, αποφάσισε να καταγγείλει ανοιχτά την ύποπτη και τυχοδιωκτική δράση του Άρη Βελουχιώτη, ή Θανάση Κλάρα, ή Μιζέρια.
Ξανά στην ηγεσία του ΚΚΕ
Παράλληλα με την αποκήρυξη του Βελουχιώτη, έκανε δήλωση στις 31 Μαΐου ότι η συμφωνία της Βάρκιζας έπρεπε να εκτελεστεί κατά γράμμα και μια βδομάδα αργότερα δήλωσε "είμαι έτοιμος, για τη Δημοκρατία, να πολεμήσω σαν απλός στρατιώτης κάτω από τις διαταγές του στρατηγού Πλαστήρα". Ακόμα δήλωσε ότι σε περίπτωση που η δημοκρατική πλειοψηφία αποφάσιζε την ένοπλη κατάληψη της Βόρειας Ηπείρου το κόμμα παρά τις διαφωνίες του θα υποτάσσονταν
Επίσης διατύπωσε τη θεωρία των δύο πόλων, λέγοντας ότι η Ελλάδα λόγω της γεωγραφικής της θέσης βρίσκεται μεταξύ της σφαίρας επιρροής της θαλασσοκράτειρας Μεγάλης Βρετανίας και αυτής της Σοβιετικής Ένωσης, οπότε είναι υποχρεωμένη να τηρεί ίσες αποστάσεις από τις δύο αυτές μεγάλες δυνάμεις. Για τη θέση του αυτή κατηγορήθηκε ότι εξομοίωνε την ιμπεριαλιστική πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας με αυτή της Σοβιετικής Ένωσης.
Προσπάθειες συμβιβασμού
Λίγο μετά την ανάληψη της ηγεσίας ο Ζαχαριάδης έκανε συνεχόμενες προτάσεις για πραγματοποίηση Δημοκρατικού Μετώπου με τα κόμματα του κέντρου, καθώς και υπαγωγής στην κυβέρνηση Σοφούλη, διέγραψε από το ΚΚΕ χιλιάδες μέλη που είχαν αγροτική καταγωγή ώστε να ενταχθούν στο Αγροτικό κόμμα παράλληλα διεγράφησαν και πολλοί άλλοι απογοητευμένοι από την πολιτική του κόμματος. Ο Ζαχαριάδης μιλούσε υποτιμητικά για τα καθυστερημένα στρώματα που εξέτρεφαν περιπτώσεις σαν τον Βελουχιώτη. Μετά τα γεγονότα της Καλαμάτας με τον Μαγγανά, στις 7 Μάρτιου 1946, ο Ζαχαριάδης πρότεινε στον Θεμιστοκλή Σοφούλη την κατανομή των 50% των βουλευτικών εδρών μεταξύ ΕΑΜ και το σχετικά μικρό κόμμα των Φιλελευθέρων που αυτός ηγείτο με κοινό ψηφοδέλτιο, καθώς και σε περίπτωση νίκης την πρωθυπουργοποίηση του Σοφούλη και εκλογή καθαρά υπουργικού συμβουλίου της αρεσκείας του με δέσμευση για στήριξη 4 ετών.
Το ΚΚΕ, μαζί με άλλα κόμματα του κέντρου, απείχε στις 31 Μαρτίου από τις εκλογές του 1946, ενώ συμμετείχε κανονικά στο δημοψήφισμα της 1 Σεπτεμβρίου για την επιστροφή του Βασιλιά, το οποίο θεωρήθηκε κατά τους επικριτές του νομιμοποίηση της ανώμαλης εσωτερικής κατάστασης της χώρας. Επιπλέον με πρωτοβουλία του Ζαχαριάδη διοργανώθηκαν ιδιότυπα δημόσια debate με τροτσκιστικά κόμματα τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 1946.
Προς τον εμφύλιο
Στις παραμονές των εκλογών του 1946 ο Ζαχαριάδης έφυγε για τις ανατολικές χώρες όπου άρχισε επαφές για τη διερεύνηση του ένοπλου αγώνα, με ενδιάμεσο σταθμό τη Θεσσαλονίκη. Από εκεί φαίνεται ότι έδωσε την εντολή για το χτύπημα στο Λιτόχωρο τη μέρα των εκλογών, το οποίο ιστορικά θεωρείται ως η έναρξη του εμφυλίου. Στη Μόσχα, οι ηγέτες της ΕΣΣΔ του έκαναν κριτική για την αποχή στις εκλογές ενώ ο ηγέτης της Γιουγκοσλαβίας Τίτο ήταν ενθαρρυντικός για την δημιουργία ένοπλου κινήματος.
Σύμφωνα με τη μια πλευρά των ιστορικών η άκαμπτη λενινιστική προσωπικότητα του Νίκου Ζαχαριάδη ήθελε μόνο το αποτέλεσμα της κατάληψης της εξουσίας και της μετάβασης στο σοσιαλισμό όλα τα άλλα ήταν ζήτημα τακτικής ενώ άλλη πλευρά των ιστορικών αναφέρει ότι ο Ζαχαριάδης και η γενική στρατηγική του ΚΚΕ προσπάθησε να συμβιβαστεί με τη δεδομένη πραγματικότητα.
Στον Εμφύλιο πόλεμο
Μετά την κηδεία του δολοφονημένου Γιάννη Ζέβγου, αναπληρωματικού μέλος του Π.Γ. του ΚΚΕ τον Μάρτιο του 1947 ο Ζαχαριάδης μετέβηκε μυστικά στη Γιουγκοσλαβία στις αρχές Απριλίου, από όπου διακήρυξε τη γενίκευση των πολεμικών επιχειρήσεων με το σχέδιο "Λίμνες". Όταν λίγους μήνες μετά επέστρεψε στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε στον ορεινό όγκο της βόρειας Πίνδου και συμμετείχε στη διεύθυνση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου (1946-1949). Σε όλη την περίοδο του εμφυλίου, η ηγεσία του ΚΚΕ, πρότεινε πολλάκις ανακωχή.
Στην 5η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ 30-31 Ιανουαρίου του 1949 αποφασίστηκε η αλλαγή του χαρακτήρα της επανάστασης σε σοσιαλιστική και η πλήρης εθνική αποκατάσταση των Σλαβομακεδόνων. Επίσης η Ολομέλεια αυτή καθαίρεσε από αρχηγό του ΔΣΕ τον Μάρκο Βαφειάδη και τον διέγραψε από το ΚΚΕ ενώ παράλληλα, απάλλαξε τη Χρύσα Χατζηβασιλείου από τα καθήκοντά της για λόγους υγείας. Παράλληλα ψήφισε την εισήγηση του Ζαχαριάδη περί της έντασης της προσπάθειας του ΔΣΕ μέχρι την τελική νίκη που δεν θα αργήσει γιατί "ο μοναρχοφασιμός παραδέρνει μέσα σε ολόπλευρη κρίση και θα συντριβεί, οπότε το κόμμα θα αρχίσει χωρίς καθυστέρηση τη σοσιαλιστική οικοδόμηση της χώρας".
Βέβαια αυτή η πρόβλεψη του Ζαχαριάδη για νίκη διαψεύστηκε αφού τον Αύγουστο του 1949 ο ΔΣΕ ηττήθηκε ολοκληρωτικά και εγκατέλειψε την Ελλάδα, με κύρια κατεύθυνση την Αλβανία.
Υπόθεση Βαφειάδη
Ο αρχηγός του ΔΣΕ, Μάρκος Βαφειάδης, το φθινόπωρο του 1948 απευθύνθηκε με δύο επιστολές προς το ΚΚΣΕ για να εκφράσει τη διαφωνία του με τη πολιτική του ΚΚΕ. Η πρώτη επιστολή είναι γνωστή ως η οπορτουνιστική πλατφόρμα του Μ.Βαφειάδη στην οποία γίνεται κριτική στην θεωρούμενη ανυπαρξία εσωκομματικής δημοκρατίας, στην καθυστέρηση του ένοπλου αγώνα, στην αποχή των εκλογών του 46, στην συμμετοχή στο δημοψήφισμα μετά από λίγους μήνες σε χειρότερες συνθήκες και όσον αφορά την τύχη του ΔΣΕ ο Βαφειάδης ζητούσε τη διαμόρφωση στρατού με καθαρά παρτιζάνικη λογική. Η δεύτερη επιστολή είναι αδημοσίευτη, αλλά ο ίδιος ο Βαφειάδης αναφέρθηκε σε αυτή το 1950 και είπε ότι μεταξύ άλλων χαρακτήριζε τον Ζαχαριάδη ως πράκτορα του εχθρού μέσα στις γραμμές του ΚΚΕ, πεποίθηση που είχε ως το τέλος της ζωής του. Με απόφαση του Πολιτικού Γραφείου στις 15 Νοεμβρίου 1948 ο Βαφειάδης καθαιρέθηκε από την ηγεσία του ΔΣΕ την οποία και ανέλαβε ο ίδιος ο Ζαχαριάδης.
Μετά τον εμφύλιο - Ήττα και εξορία
Μετά την ήττα του ΔΣΕ τον Αύγουστο του 1949 ο Ζαχαριάδης υποχώρησε μαζί με τους μαχητές και τα στελέχη στις σοσιαλιστικές χώρες με πρώτο σταθμό την Αλβανία. Αν και ο ΔΣΕ έπαυσε ουσιαστικά να υπάρχει στην Ελλάδα, ο Ζαχαριάδης επέμενε στην λεκτική άρνηση της ήττας και κρατούσε τους μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού στις σοσιαλιστικές χώρες με το "όπλο παρά πόδα" και σε στρατιωτική εγρήγορση. Παρόλα αυτά η πολιτική του ΚΚΕ εντός της Ελλάδας ήταν η δημιουργία πολιτικών αριστερών μετώπων η οποία γινόταν σε πολύ δύσκολες συνθήκες.
Μετά την ήττα του ΔΣΕ, σε συνάντηση του Ζαχαριάδη με τον Στάλιν και άλλους κομμουνιστές ηγέτες οι κατηγορίες από το δεύτερο γράμμα του Βαφειάδη ξαναναφέρθηκαν. Αντίθετα άλλα πρώην στελέχη του ΚΚΕ όπως ο Βασίλης Νεφελούδης μεταπολεμικά θα χαρακτηρίσουν τον Ζαχαριάδη πράκτορα με το βαθμό του ταγματάρχη των μυστικών υπηρεσιών της ΕΣΣΔ.
Υπόθεση Πλουμπίδη και Μπελογιάννη
Μετά την ήττα του ΔΣΕ και τον τερματισμό του εμφυλίου στην Αθήνα υπήρχαν δύο παράνομοι μηχανισμοί του ΚΚΕ, στον έναν ήταν υπεύθυνος ο παλαίμαχος κομμουνιστής Νίκος Πλουμπίδης, ενώ στο άλλο το στέλεχος της ΕΠΟΝ Σταύρος Κασσιμάτης και πραγματοποιούνταν συνεχώς συλλήψεις και εκτελέσεις των λίγων (περίπου 150 με 450) κομμουνιστών που δρούσαν ενεργά στην Αθήνα, όπως για παράδειγμα η σύλληψη του μέλους του Πολιτικού Γραφείου Στέργιου Αναστασιάδη και των βοηθών του. Ο υπεύθυνος των ασυρμάτων Νίκος Βαβούδης έστελνε αναφορές ότι υπήρχαν χαφιέδες στον παράνομο μηχανισμό. Λόγω φόβου, κακής συνεννόησης αλλά και διαφορετικού πολιτικού υποβάθρου διατυπώνονταν διαφορετικές πολιτικές από τους δυο μηχανισμούς, καθώς και υπήρχε αμοιβαία καχυποψία λόγω των συνεχιζόμενων συλλήψεων. Μετά την σύλληψη Μπελογιάννη ο δεύτερος μηχανισμός καθώς και ο Βαβούδης, διατυπώνανε υποψίες περί προδοσίας του Πλουμπίδη, ενώ και η Έλλη Παππά είχε διατυπώσει ερωτηματικά για τη δράση του αν και τον υπερασπιζόταν.
Τελικώς ο Πλουμπίδης καταγγέλθηκε από τον Ζαχαριάδη ως χαφιές και ενώ εκτελέστηκε, διατυπώθηκε η θέση ότι έφυγε στο εξωτερικό με τα αργύρια της προδοσίας. Η χαφιεδολογία του Πλουμπίδη έχει αναφερθεί ότι έγινε για προσωπικούς και πολιτικούς λόγους καθώς ο Πλουμπίδης ήταν αντίθετος με τη συμμετοχή του ΚΚΕ στον πόλεμο του 1940 και είχε καταγγείλει το πρώτο γράμμα του Ζαχαριάδη ως πλαστό, αντίθετος με την υποχωρητικότητα του ΚΚΕ προς τους Βρετανούς την περίοδο της Κατοχής με την συμφωνία της Καζέρτας, αντίθετος με την μη γενίκευση των μαχών στα Δεκεμβριανά σε όλη την Ελλάδα, ενώ δεν συμφώνησε με την αποχή του 1946 και την ολίσθηση στον Εμφύλιο, παράλληλα με την επιστροφή του Ζαχαριάδη από το Νταχάου είχε ζητήσει να αναφέρει τα πεπραγμένα του στις Γερμανικές φυλακές ενώ ο Ζαχαριάδης κατηγορήθηκε από στελέχη της Αριστεράς ότι για εσωκομματικούς λόγους χρειαζόταν να αναδείξει έναν μάρτυρα και ένα προδότη.
Διαχείριση της ήττας
Αν και οι επικρίσεις εναντίον της ηγεσίας του Ζαχαριάδη είχαν ξεκινήσει αρκετά πιο πριν, μετά την ήττα εντάθηκαν και ο Ζαχαριάδης επικρίθηκε από στελέχη του ΚΚΕ για τη τακτική που ακολούθησε. Ο Ζαχαριάδης δικαιολόγησε την ήττα του ΔΣΕ βάσει του "πισώπλατου μαχαιρώματος" του Τίτο και δικαιολόγησε τις επιλογές του, ενώ ανώτατα στελέχη του ΚΚΕ όπως ο Κώστας Καραγιώργης, Μήτσος Παρτσαλίδης απευθύνονταν με επιστολές στο ΚΚΣΕ και έδειξαν ως υπεύθυνο της ήττας τον Ζαχαριάδη, ανάλογη κριτική γινόταν και από άλλα στελέχη εντός του ΚΚΕ και η οποία κατέληξε σε διαγραφές αυτών των στελεχών.
Αποκαθήλωση και τέλος
Το 1956, ως αποτέλεσμα και της αποσταλινοποίησης στην ΕΣΣΔ και μετά από παρέμβαση του ΚΚΣΕ και άλλων κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων της ανατολικής Ευρώπης στην 6η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ και της ΚΕΕ του ΚΚΕ, ο Ζαχαριάδης καθαιρέθηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ ως «σεχταριστής».
7η Πλατιά Ολομέλεια
Η 7η Πλατιά Ολομέλεια καθαίρεσε από μέλος του ΚΚΕ τον Ζαχαριάδη ως αντικομματικό, φραξιονιστικό, αντιδιεθνιστικό, εχθρικό στοιχείο, ενώ έγινε μνεία στην υπόθεση Γουσόπουλου, ενός στελέχους του ΚΚΕ, που πήγε στην Ελλάδα, πιάστηκε και έσπασε από την ασφάλεια, αλλά στην επιστροφή του στην ΕΣΣΔ το ανάφερε στον Ζαχαριάδη και αυτός του πρότεινε να παίξει το ρόλο του διπλού πράκτορα. Παράλληλα, έγινε κριτική για τις εκτελέσεις μαχητών στο Μπούλκες, καθώς και για ανάλογα γεγονότα στην 7η Μεραρχία του ΔΣΕ. Πολιτικά του χρέωνε ότι δικαιώνε την επέμβαση των Άγγλων στην Ελλάδα το 1945, ενώ ότι με την αποχή οδηγούνταν η χώρα στον εμφύλιο. Επιπλέον, του χρέωσε σοβινισμό για το θέμα της Βόρειας Αλβανίας, καθώς και την απομόνωση του ΚΚΕ για το σύνθημα του κρατικού αποχωρισμού των Σλαβομακεδόνων. Τέλος, του χρέωνε εσωκομματικό ανώμαλο καθεστώς.
Εξορίστηκε αρχικά στο Μποροβίτσι, της ΕΣΣΔ, κοντά στο Νόβγκοροντ, όπου μέχρι το 1962 εργάστηκε σε δασική επιχείρηση, συνεχίζοντας την πολιτική του δραστηριότητα και τις επαφές με τα διαγραμμένα μέλη του ΚΚΕ. Τότε μετέβη μυστικά στη Μόσχα και ζήτησε από την Ελληνική Πρεσβεία να γυρίσει στην Ελλάδα και να δικαστεί αναλαμβάνοντας την πλήρη ευθύνη της πολιτικής του ΚΚΕ κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Η κίνηση αυτή του Ζαχαριάδη έγινε γνωστή στις σοβιετικές αρχές και εκτοπίστηκε στο Σουργκούτ της Σιβηρίας.
Εξορία στο Σουργκούτ
Στο Σουργκούτ, ο Ζαχαριάδης, ζώντας με το ψευδώνυμο Νικολάι Νικολάγιεβιτς Νικολάγιεφ και υπό 24ωρη επιτήρηση, προέβη σε 3 απεργίες πείνας ζητώντας την αποκατάσταση της φήμης του και την απελευθέρωσή του. Ο Ζαχαριάδης στην εξορία έγραψε γράμματα ενάντια στον Μάο. Τα γράμματα αυτά από μερικούς οπαδούς του Μάο και του Ζαχαριάδη θεωρήθηκαν πλαστά, αν και στο τέλος οδήγησαν σε διάσπαση των εναπομεινάντων οπαδών του. Ως διαμαρτυρία στις συνθήκες εξορίας του, ο Ζαχαριάδης, έχοντας ταλαιπωρηθεί από αλλεπάλληλες απεργίες πείνας, απείλησε ότι, αν δεν αλλάξουν τα περιοριστικά μέτρα εναντίον του (εξορία, μη ελεύθερη διακίνηση, αναχώρηση από την ΕΣΣΔ), θα αυτοκτονούσε, όπως και τελικά έπραξε.
Σήμερα, ύστερα απόλα αφτά, δηλώνω ότι αν δεν αρθούν ΟΛΑ τα μέτρα περιορισμού, εξορίας, στέρησης ελευθερίας μετακίνησης και αναχώρησης απτή Σοβ. Ένωση κτλ. κτλ. που εφαρμόζονται ενάντιά μου, τότε την 1η Αυγούστου 1973, σαν έκφραση έσχατης ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ, θ’ αφτοκτονήσω. Αν υπάρξει απάντησή σας να μου μεταβιβαστεί μονάχα με το γιο μου Σηφάκο (Αλέξη).
Την 1η Αυγούστου του 1973 ο Ζαχαριάδης αυτοκτόνησε με απαγχονισμό στο σπίτι που διέμενε, ενώ από την ΚΕ του ΚΚΕ ανακοινώθηκε ότι πέθανε από καρδιολογικά αίτια. Το 1989 ανακοινώθηκε νέα εκδοχή θανάτου του: η αυτοκτονία, η οποία αμφισβητήθηκε και αμφισβητείται από ορισμένους οπαδούς του Ζαχαριάδη. Η σορός του Νίκου Ζαχαριάδη μεταφέρθηκε στην Ελλάδα το 1991 και τάφηκε στο 1ο Νεκροταφείο, με πρωτοβουλία της οικογένειάς του και της ΚΕ του ΚΚΕ.
Οικογενειακή κατάσταση
Ήταν παντρεμένος δυο φορές και είχε τρία παιδιά. Είχε παντρευτεί στη Μόσχα τη Μάνια Νοβάκοβα, Τσέχα κομμουνίστρια που δούλευε σαν γραμματέας στην Κομιντέρν, με την οποία απέκτησε δυο παιδιά, τον Κύρο και την Όλγα. Στην διάρκεια του εμφυλίου, παντρεύτηκε, σε τελετή με ιερέα του ΔΣΕ, τη Ρούλα Κουκούλου, μέλος του ΚΚΕ, με την οποία απέκτησε ένα γιο, τον Ιωσήφ (Σήφη).
Κομματική αποκατάσταση
Με την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ, που έγινε τον Ιούλιο του 2011 με θέμα την ιστορία του Κόμματος για την περίοδο 1949-1968, ο ιστορικός γραμματέας του ΚΚΕ αποκαταστάθηκε και επίσημα. Εκδήλωση για την παρουσίαση της Απόφασης της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του ΚΚΕ (16 Ιουλίου 2011) και για την αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011, στις 11:30 το πρωί στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Η κομματική αποκατάσταση του ιστορικού ηγέτη του ΚΚΕ έγινε 54 χρόνια μετά την διαγραφή του, με απόφαση της κεντρικής επιτροπής. Η απόφαση αυτή αναιρεί τις προηγούμενες αποφάσεις του κόμματος, που τον διέγραψαν με τους χαρακτηρισμούς «πράκτορας του ταξικού εχθρού», «εχθρός του Κόμματος και του Λαού». Το ΚΚΕ έδωσε στη δημοσιότητα στις 13/10/2014 απόσπασμα με ηχητικό απόσπασμα από μια ραδιοφωνική ομιλία του Ζαχαριάδη.
Φάκελοι Ζαχαριάδη
Φάκελος με στοιχεία για τον Νίκο Ζαχαριάδη υπάρχει στην Ελλάδα και είναι απόρρητος μέχρι το 2029. Αντίστοιχοι απόρρητοι φάκελοι, υπάρχουν και στα "Αρχεία Σύγχρονης Ιστορίας" της Ρωσίας.
Είπαν για τον Νίκο Ζαχαριάδη
Η δυσκολία μαζί του ήταν μια: ήταν πολύ απαιτητικός, απελπιστικά απαιτητικός. Δε μου χάριζε ούτε τις Κυριακές, ούτε τις γιορτές. Δεν εύρισκα ώρα ν' ανασάνω. Θυμάμαι κάποτε του είπα "έχε χάρη που δουλεύω για το κόμμα, για τον κοσμάκη αν δούλευα στα χωράφια του πατέρα σου θα τα μούτζωνα και θα έφευγα".
Πολύδωρος Δανιηλίδης ως μέλος της Περιφερειακής οργάνωσης Θεσσαλία με γραμματέα τον Ζαχαριάδη το 1925.
Ο Ζαχαριάδης έπλασε την ηγετική ομάδα κατ' ομοίωσή του. Έτσι, τόσο τα γενικά όσο και τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της ηγετικής ομάδας τα βρίσκουμε στην πιο καθαρή μορφή τους στο πρόσωπο του Ζαχαριάδη: επίλεκτος, εμπειριστής, απόδημος, αντιδιανοούμενος-αλλά περισσότερο διανοούμενος απ' όλους τους άλλους-υπερσυγκεντωτικός, αυτάρκης, περιχαρακωμένος στον εαυτό του, αγωνιστής και άφοβος όσο λίγοι. Το δόγμα, τόσο συνηθισμένο στις μέρες μας, ότι ο Ζαχαριάδης φταίει για όλα τα δύσμορφα χαρακτηριστικά του ΚΚΕ, ότι εισήγαγε ο ίδιος - η ΚΔ και ο Στάλιν - την προσωπολατρεία, δεν είναι παρά ένα δόγμα. Εφόσον σκέπτονται έτσι οι επίγονοι και σημερινοί του αντίπαλοι, τότε θα πρέπει να του αποδώσουν κι όλα τα καλά και μεγάλα του κομμουνιστικού κινήματος, πράγμα που δεν συνηθίζουν βέβαια.
Άγγελος Ελεφάντης
Ο Ζαχαριάδης ήταν ένας τριτοκοσμικός δικτάτορας με όλα τα χαρακτηριστικά. Δεν ήταν αυτόνομα φαινόμενα ο Τσαουσέσκου, Χότζα, Γιαρουζέλσκι, Χούζακ, Κιμ Ιλ Σουνγκ. Ο σταλινισμός για να στηριχθεί διεθνώς είχε ανάγκη από τέτοιους δικτατορίσκους. Ο Ζαχαριάδης ήταν κομμένος ακριβώς σε αυτό το πρότυπο.
Νίκος Μπελογιάννης (γιος του Μπελογιάννη)
Ποτέ δεν ήρθε να με πάρει από το αεροδρόμιο, ποτέ δεν με συνόδευσε στο σταθμό. Μόνο την τελευταία φορά βγήκε από το σπίτι και με χαιρέτησε. Ηξερε ότι δεν θα με ξαναδεί. Ποτέ δεν φίλησε κανέναν. Νομίζω ότι αγάπησε το κόμμα, τη μάνα του, τη Σοβιετική Ενωση.
Ιωσήφ Ζαχαριάδης, γιος του Νίκου Ζαχαριάδη.
Τον Νίκο τον Ζαχαριάδη τον γνώρισα το Σεπτ. του '26, όταν ήλθα από την εξορία. Ανήκε στην ομάδα των στελεχών που κατέβηκαν την περίοδο του 22-23 από την Κων/πολη στην Ελλάδα. Συνδέθηκα μαζί του στα 1927 όταν έρχομαι από την Κέρκυρα για να εγκατασταθώ στην Αθήνα. Είχα ήδη περάσει μια σκληρή δοκιμασία από τις αλλεπάληλες φυλακίσεις την περιόδο του 23-26 με επιστέγασμα την εξορία μου στους Φούρνους και την Ανάφη. Ήμουν άνεργος και αυτός μόλις είχε προσληφθεί σαν ειδικός γραμματέας στην Ένωση Ηλεκτρισμού. Τότε μόνος του και εντελώς αυθόρμητα μου προσέφερε την θέση του. Αυτό που λένε ότι ήταν όργανο του Χαϊτά είναι τελείως εσφαλμένο. Εγώ θα έλεγα ότι τότε μόλις είχε σχηματίσει κάτι σαν δικό του πυρήνα. Ήταν ένας ζωντανός άνθρωπος, ριψοκίνδυνος με χρυσή καρδιά για τους δικούς του όμως μόνον. Αν διαφωνούσες μαζί του χρησιμοποιούσε όλες τις δυνατές μεθόδους για να σε καταστρέψει.
Άγις Στίνας
Η ιδέα της κατάληψης της εξουσίας με έφοδο των πρωτοπόρων εργατών, ανεξάρτητα, από τους συσχετισμούς δυνάμεων, τους εθνικούς και τους διεθνείς όρους κ.λ.π ανταποκρινόταν στην υπεροψία του Ν. Ζαχαριάδη στην "επαναστατική" βιασύνη του και στον αδίστακτο τυχοδιωκτισμό του.
Βασίλης Νεφελούδης
Την ανάμνηση ενός συντρόφου ολοκληρωτικά δοσμένου στο κίνημα, στο οποίο αυτοί άνηκαν, με ξεχωριστές οργανωτικές ικανότητες, τολμηρού θαρραλέου πολλές φορές μέχρι τρέλας(για αυτό και όσοι ήταν στενά συνδεδεμένοι μαζί του του είχαν δώσει το παρατσούκλι ο "τρελός") που πάντα όταν χρειαζόταν, τους βοηθούσε στη δουλειά τους, στα προβλήματα τους.
Λευτέρης Αποστόλου, για τη δράση του Ζαχαριάδη πριν το 1931.
Έκανα να φύγω, όταν ο Ζαχαριάδης μου λέει: «μια στιγμή παρακαλώ», λέω ορίστε! Και με ρωτάει: «Αυτή τη στιγμή οι μαχητές, εδώ στο Αρχηγείο, και οι τραυματίες στο Αναρρωτήριο τρώνε πατάτες στο φούρνο με κρέας;» Του είπα όχι. Σήμερα έχουμε καρότο με κεχρί, τότε, μου λέει: «πάρε το ταψί και πήγαινέ το στο μαγειρείο και πέστους να το στείλουν στους τραυματίες, κι’ αν έχεις την καλοσύνη φέρε μου από το φαΐ που θα φάνε όλοι στο Αρχηγείο...». Πήρα το ταψί, πήγα στη θεία Αθηνά, της λέω πάρε το φαΐ σου πίσω. «Γιατί, μου λέει, δεν του άρεσε;». Του άρεσε της λέω αλλά μου είπε να του στείλεις φαΐ από το καζάνι και αυτό κι’ όλο το κρέας που περίσσεψε να πάει στους τραυματίες. Και η θεία μου λέει στα ποντιακά: «...αυτός πα ντο άρθεπος εν».
Νίκος Κυριακίδης (μαχητής του ΔΣΕ).
Ο Ζαχαριάδης ήταν θαυμαστής του Στάλιν. Τον αντέγραψε σε όλα, εκτός από την θηριωδία του. Στη περίοδο του εμφυλίου πολέμου μπορούσε να εξοντώσει όποιον ήθηλε, αλλά δεν εξόντωσε κανένα. Στη συμπεριφορά του ήταν βάναυσος, κυρίως σε ηγετικά στελέχη και μέλη της Κεντρικής Επιτροπής. Πραγματική αυτοκριτική δεν έκανε, φόρτωνε ευθύνες σε άλλους. Αυτή είναι η ουσία του σταλινικού στυλ καθοδήγησης.
Δημήτρης Βλαντάς, μέλος του Πολιτικού Γραφείου και υποστράτηγος του Δημοκρατικού Στρατού.
"Κομπλεξικός" χαρακτήρας, γιατί ο Ζαχαριάδης δεν μπορούσε να συμφιλιωθεί με την ιδέα οτι η πιο ένδοξη σελίδα στην ιστορία του ΚΚΕ, η Εαμική Εθνική Αντίσταση, γράφτηκε δίχως τη δική του συμμετοχή. "Μεγαλομανία", γιατί ήθελε να αποδείξει πως αυτός, κάτω από πολύ δυσμενέστερες συνθήκες, θα οδηγούσε το λαϊκό κίνημα στη νίκη και το ΚΚΕ στην εξουσία
Πάνος Δημητρίου, στέλεχος του ΚΚΕ.
Υπήρξε ο δαίμων του Κόμματος. Ευφυής, δυναμικός, παράτολμος, με ασύγκριτες οργανωτικές ικανότητες και άμετρο τυχοδιωκτισμό, επιβάλλει το μοντέλο του αφοσιωμένου κομματανθρώπου, το οποίο θα επικρατήσει από τότε. Το Κόμμα θα αποκτήσει μεταφυσική υπόσταση, στο βωμό της κομματικότητας πρέπει να θυσιάζεται κάθε άλλος σύνδεσμος - οικογενειακός, ερωτικός ή φιλικός. Ο νέος Γραμματέας οργάνωσε τους συντρόφους και εξόντωσε τη συντροφικότητα. Η διαλεκτική υποτάχθηκε στη μονολιθικότητα, η εσωκομματική δημοκρατία στην προσωπολατρεία, κάθε άλλη γνώμη πέρα από τη δική του και της έμπιστης σέχτας που τον περιβάλλει ισοδυναμεί με προδοσία.
Διονύσης Χαριτόπουλος, συγγραφέας.
Αλέξανδρος Α΄ ήταν Βασιλιάς των Ελλήνων από τις 11 Ιουνίου 1917 έως τις 25 Οκτωβρίου 1920
Αλέξανδρος Α΄των Ελλήνων
Ο Αλέξανδρος Α΄ ήταν Βασιλιάς των Ελλήνων από τις 11 Ιουνίου 1917 έως τις 25 Οκτωβρίου 1920.
Βιογραφία
Ήταν ο δευτερότοκος γιος του Βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄ και της Βασίλισσας Σοφίας, γεννήθηκε στις 1 Αυγούστου 1893 και πέθανε στις 25 Οκτωβρίου 1920. Σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από όπου αποφοίτησε το 1912. Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους ως αξιωματικός του πυροβολικού.
Η περίοδος της Βασιλείας τουΑνέβηκε στο θρόνο στις 11 Ιουνίου 1917, ύστερα από την απομάκρυνση του πατέρα του και του Διαδόχου, πρίγκιπα Γεωργίου, από τις δυνάμεις της Αντάντ που είχαν καταλάβει τον Πειραιά και τον ισθμό της Κορίνθου και είχαν επιβάλει ναυτικό αποκλεισμό στην Αθήνα, η οποία έζησε ημέρες πείνας, ενώ υπέστη και βομβαρδισμό. Η ανάληψη του Θρόνου ήταν συνταγματικό πραξικόπημα ουσιαστικά, διότι δεν ακολουθήθηκαν οι περί διαδοχής διατάξεις του συντάγματος. Ο Βενιζέλος εκλάμβανε την αναχώρηση του Κωνσταντίνου ως παραίτηση κάτι που ανέτρεπε την τάξη διαδοχής σύμφωνα με το άρθρο 45 υπέρ του Γεωργίου. Για το λόγο αυτό ο Κωνσταντίνος δεν αποδέχθηκε ποτέ τον Αλέξανδρο ως βασιλέα, και στον τάφο του στο Τατόι αναγράφεται ως "Αλέξανδρος, βασιλόπαις της Ελλάδος, βασίλεψε αντί του πατρός αυτού". Επίσης η μητέρα του Σοφία στην αλληλογραφία μαζί του τον προσφωνούσε Προς τον Πρίγκηπα Αλέξανδρο. Αρχικά ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε εκφράσει την προτίμηση του προς τον νεότερο γιο του Κωνσταντίνου, τον ανήλικο τότε Παύλο και τον ορισμό Αντιβασιλέα. Όμως οι Μεγάλες Δυνάμεις επέτρεψαν στον Κωνσταντίνο να επιλέξει ο ίδιος το διάδοχό του. Αν και ορκίστηκε Βασιλιάς, ο Αλέξανδρος ανάλαβε τα καθήκοντά του με την πεποίθηση ότι εκτελούσε χρέη τοποτηρητή του θρόνου και ότι η προσωρινή ηγεμονία του θα έληγε με το τέλος του πολέμου και την επιστροφή του πατέρα του, καθώς ο Κωνσταντίνος δεν υπέβαλε επίσημα την παραίτησή του όταν αποχώρησε από την Ελλάδα.
Η σχέση και ο γάμος του με την Ασπασία Μάνου
Νυμφεύθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1919 την Ασπασία Μάνου, κόρη του Συνταγματάρχη της Χωροφυλακής Πέτρου Μάνου, παρουσία ενός ιερέα και του φίλου του Αλέξανδρου, συγγραφέα Χρήστου Ζαλοκώστα. Απέκτησαν μία κόρη, την πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, την οποία ο Αλέξανδρος δεν πρόλαβε να γνωρίσει, καθώς γεννήθηκε περίπου πέντε μήνες μετά τον θάνατό του, στις 25 Μαρτίου 1921. Η κόρη του πριγκίπισσα Αλεξάνδρα -η οποία πέθανε στις αρχές του 1993- παντρεύτηκε τον Βασιλιά Πέτρο Β΄ της Γιουγκοσλαβίας το 1944 στο Λονδίνο και απέκτησε έναν γιο, τον πρίγκιπα Διάδοχο Αλέξανδρο Β΄ Καραγιώργεβιτς.
Η σχέση του με τον Ελευθέριο Βενιζέλο
Στην αρχή η σχέση Βενιζέλου Αλέξανδρου ήταν τραυματική. Ο Αλέξανδρος παρέμενε πιστός στον έκπτωτο πατέρα του και στη μυστική επικοινωνία που είχε με τους γονείς του παρωτρυνόταν να συγκρουσθεί με τον Βενιζέλο. Σύμφωνα με τον Χρήστο Ζαλοκώστα, στις ιδιωτικές συνομιλίες που είχε μαζί με τον Αλέξανδρο, ο δεύτερος αποκαλούσε τον πρωθυπουργό Σατανά και πως όταν τον όρκισε δεν τον συνεχάρη. Ο Αλέξανδρος υπήρξε φειδωλός στην υπογραφή των διαταγμάτων επιστρατεύσεως. Γενικά οι σποραδικές εντάσεις μεταξύ βασιλιά και κυβέρνησης δεν επιβάρυναν τη μεταξύ τους συνεργασία. Έτσι ο Αλέξανδρος δεν αντέδρασε στην ομιλία του θρόνου που είχε συντάξει ο Βενιζέλος,με καθαρή αποδοκιμασία του καθεστώτος του πατέρα του. Τον Ιανουάριο του 1919 ο Αλέξανδρος έβγαλε λόγο σε στρατιωτική μονάδα υπέρ του καθεστώτος και με την οποία καλούσε τους στρατιωτικούς να μην συνωμοτούν σε βάρος της κυβέρνησης.
Κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας του, η Ελλάδα πήρε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Με το τέλος του και ύστερα από την υπογραφή της Συνθήκης του Νεϊγύ, παραχωρήθηκε στην Ελλάδα η ανατολική Μακεδονία και η δυτική Θράκη από τη Βουλγαρία, ενώ με την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, έναν χρόνο αργότερα, προσαρτήθηκε η ανατολική Θράκη, με εξαίρεση την Κωνσταντινούπολη, και η περιοχή της Σμύρνης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Τραγικός θάνατος
Πέθανε ξαφνικά, στις 12 Οκτωβρίου / (25 Οκτωβρίου με το νέο ημερολόγιο) 1920 από σηψαιμία. Ο θάνατός του αποδόθηκε σε μόλυνση η οποία προκλήθηκε όταν ένας από τους δύο μακάκους (Macaca sylvanus) που είχε για κατοικίδια, στο βασιλικό κτήμα Τατοΐου τον δάγκωσε. Αναλυτικότερα, στις 30 Σεπτεμβρίου (με το νέο ημερολόγιο), καθώς ο Αλέξανδρος έκανε περίπατο στο βασιλικό κτήμα, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες ο σκύλος του ενεπλάκη με έναν απ´ τους μακάκους-κατοικίδια του Γερμανού φύλακα του βασιλικού κτήματος. Ενώ ο Αλεξανδρος προσπαθούσε να διαχωρίσει τα δύο ζώα, ο δεύτερος μακάκος του επιτέθηκε και τον δάγκωσε στο πόδι και τον κορμό. Λίγο αργότερα, υπηρέτες κατέφτασαν και έδιωξαν τους Μακάκους, τους οποίους και σκότωσαν μετά τον θάνατο του βασιλιά. Οι πληγές του βασιλιά δέχτηκαν ιατρική περίθαλψη αλλά όχι και καυτηριασμό, γεγονός που οδήγησε στη μόλυνσή τους. Τέσσερις εβδομάδες αργότερα και αφού είχαν μεσολαβήσει εφτά εγχειρήσεις ο 27χρονος βασιλιάς υπέκυψε στην ασθένειά του. Είναι πολύ πιθανότερο ο Βασιλιάς να είχε επιζήσει εάν είχε ακρωτηριαστεί, αλλά κανένας απ´ τους ιατρούς δεν θέλησε να πάρει την ευθύνη για κάτι τέτοιο. Η διατύπωση του τελευταίου ιατρικού δελτίου ήταν πολύ άκομψη, μοναδική στη νεότερη ελληνική ιστορία:
Μετά βραχείαν αγωνία, καθ΄ ην η Αυτού Μεγαλειότης κατελήφθη υπό σπασμωδικών κινήσεων του προσώπου, εξέπνευσε περί 4ην και 12 λεπτά μετά μεσημβρίαν.
Ενταφιάστηκε στο βασιλικό κοιμητήριο στο Τατόι. Ο Βενιζέλος έπλεξε το εγκώμιο του νεκρού βασιλιά τονίζοντας ότι εμπνεύσθηκε από το παράδειγμα του παππού του Γεωργίου του Α' και υπήρξε υπόδειγμα δημοκρατικού βασιλιά που σεβάσθηκε το πολίτευμα της χώρας.
Η προσωπικότητα
Ο φίλος του Χρήστος Ζαλοκώστας τον περιγράφει ως ένα μαθητή μέτριο στην στρατιωτική σχολή και ως άτομο που κατά τα νεανικά του χρόνια διακρινόταν για τον ατίθασο χαρακτήρα του, τις επιτυχίες του στο γυναικείο φύλο και την αγάπη του για τα αυτοκίνητα. Ήπιος γενικά χαρακτήρας ένιωθε συχνά να τον καταπιέζει η αυλική εθιμοτυπία και είχε ροπή στα ξενύχτια και το τάβλι, χωρίς ιδιαίτερη φροντίδα για τις κρατικές υποθέσεις μα πιο πολύ για τα γρήγορα αυτοκίνητα.
Δεδέαγάτς -Αλεξανδρούπολη
Στις 8 Ιουλίου 1920 επισκέφθηκε το Δεδέαγατς ο βασιλιάς Αλέξανδρος και ο δήμαρχος Εμμανουήλ Αλτιλναμτζής, προσφωνώντας τον βασιλιά, είπε ότι η πόλη προς τιμήν του μετονομάζεται σε Αλεξανδρούπολη.
Περισσότερα Άρθρα...
- Χέρμαν Μέλβιλ, ήταν Αμερικανός συγγραφέας, περισσότερο γνωστός για το κλασικό του έργο "Μόμπυ Ντικ"
- Ερρίκος Θαλασσινός ήταν Έλληνας σκηνοθέτης και σεναριογράφος του κινηματογράφου και της τηλεόρασης καθώς και ποιητής
- Λουί ντε Φυνές, ήταν Γάλλος ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου
- Μίλτος Πασχαλίδης, Έλληνας τραγουδιστής και τραγουδοποιός