Άρθρα
Νίκος Κακλαμανάκης, Έλληνας αθλητής της ιστιοπλοΐας και δύο φορές Ολυμπιονίκης
Nίκος Κακλαμανάκης
ο γιος του ανέμου
Ο Νίκος Κακλαμανάκης (19 Αυγούστου 1968) είναι Έλληνας αθλητής της ιστιοπλοΐας και δύο φορές Ολυμπιονίκης.
Γεννήθηκε στη Βάρκιζα στις 19 Αυγούστου 1968 και ξεκίνησε από πολύ μικρός την ιστιοπλοΐα και στην κατηγορία Μistral.
Το 1986 συμμετέχει για πρώτη φορά σε διεθνή αγώνα και παίρνει την τρίτη θέση, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Μistral νέων. Το 1989 παίρνει τη δεύτερη θέση στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα της Φιλανδίας.
‘’Με τη δύναμη της Ελλάδας’’ ο Νίκος Κακλαμανάκης επιχείρησε για δεύτερη φορά το διάπλου του αιγαίου. Αυτή τη φορά ξεκίνησε από την Άνδρο πέρασε διαδοχικά από τη Μύκονο, από το ιερό νησί της Δήλου και από την Αμοργό, στη συνεχεία από τις μικρές Κυκλάδες (Δονούσα, Κουφονήσια) και μετά από μια στάση στην Τήλο έδεσε τη σανίδα του στην Κάρπαθο.
Αυτό το εγχείρημα το είχε ξανά επιχειρήσει το 1997 αυτή τη φορά από το Σούνιο ως τη Κρήτη σε δυο μέρες. Τότε ήθελε να δοκιμάσει τα όρια του και να αναδείξει τον τουρισμό της χώρας του. Ξανά αυτή τη φορά αναδεικνύει τη δύναμη της Ελλάδας και των Ελλήνων.
Το 1992 για πρώτη φορά παίρνει μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες στη Βαρκελώνη και το 1996 τέσσερα χρόνια μετά και στη δεύτερη εμφάνιση του στους αγώνες χρίζετε χρυσός ολυμπιονίκης και δοξάζει την Ελλάδα από τους ολυμπιακούς της Ατλάντα, όπου παίρνει και την προσωνυμία γιος του ανέμου και ήταν και ο σημαιοφόρος της αποστολής.
Ακολούθησαν οι ολυμπιακοί του Σύδνεϋ καθώς και της Αθήνας στους οποίους κατέκτησε το δεύτερο ολυμπιακό του μετάλλιο, στη πατρίδα του που τόσο εκτιμά και αγωνίζεται γι’ αυτή χρίζετε ασημένιος ολυμπιονίκης.
Οι διακρίσεις του όμως δεν σταματούν εκεί. Είναι 3 φορές παγκόσμιος πρωταθλητής (1996, 2000, 2001) & 2 φορές, δεύτερος παγκόσμιος πρωταθλητής (1995,2003) πρωταθλητής Ευρώπης (1994) & 4 φορές χάλκινος (1992,1993,1995,1998) Χρυσό μετάλλιο στην προ-ολυμπιάδα του (1994, 1995, 2002, 2003) Χάλκινο μετάλλιο στην προ-ολυμπιάδα του (1999) Χρυσό μετάλλιο στους μεσογειακούς αγώνες (1993).
Το 1996 μαζί με την Νίκη Μπακογιάννη ήταν οι τελευταίοι λαμπαδηδρόμοι επί ελληνικού εδάφους. Δυο φορές υπήρξε σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής σε Ολυμπιακούς αγώνες. Στην τελετή λήξης στην Ατλάντα το 1996 και στην τελετή έναρξης στο Σίδνεϋ το 2000.
Το 2004 στου ολυμπιακούς της Αθήνας έκανε την τιμή στους Έλληνες να είναι ο τελευταίος λαμπαδηδρόμος που άναψε τον βωμό στο Ολυμπιακό στάδιο της Αθήνας κηρύσσοντας την έναρξη των αγώνων στην πατρίδα του.
Εκτός από την θάλασσα και το ελεύθερο windsurf (wave), το άλλο μεγάλο πάθος του είναι η ταχύτητα σε τέσσερις τροχούς. Διαθέτει δικό του επαγγελματικό καρτ με το οποίο όποτε βρίσκει λίγο ελεύθερο χρόνο εκτονώνει την ανάγκη του γι’ αγωνιστική οδήγηση αναζητώντας την αίσθηση της ταχύτητας και εκτός ιστιοπλοΐας.
Αυτός λοιπόν είναι ένας μεγάλος σύγχρονος Έλλην ο όποιος πρεσβεύει στο έπακρο την ευγενή άμιλλα καθώς και το μεγαλείο των Ελλήνων ,το αποδεικνύει συνεχώς και όχι μόνο μέσα από τους αγώνες του. Αν και όπως λέει ο ίδιος «Όταν ζεις στη θάλασσα, νιώθεις πάντα μικρός, όσο μεγάλος και αν είσαι.
Κοκό Σανέλ, Γαλλίδα μοδίστρα και επιχειρηματίας
Κοκό Σανέλ
1883 – 1971
Κοκό Σανέλ, Γαλλίδα μοδίστρα και επιχειρηματίας, που κυριάρχησε για σχεδόν έξι δεκαετίες στον κόσμο της γυναικείας υψηλής ραπτικής, εισάγοντας επαναστατικές καινοτομίες, με δημιουργίες που θεωρούνται κλασικές.
Καθιέρωσε το ύφασμα ζέρσεϊ, το ταγιέρ, το άνετο παντελόνι, τα κοντά σε γραμμή «καρέ» μαλλιά, τα αδιάβροχα, τα πουλόβερ με γυριστό λαιμό, τα φαντεζί ψεύτικα κοσμήματα και το απλό μαύρο φόρεμα.
Η Γκαμπριέλ Μπονέρ Σανέλ (Gabrielle Bonheur Chanel) γεννήθηκε στις 19 Αυγούστου 1883 στο Σομίρ της Δυτικής Γαλλίας.
Ο πατέρας της, Αλμπέρ Σανέλ, ήταν περιοδεύων πωλητής ρούχων και εσωρούχων και η μητέρα της, Εζενί Ντεβόλ, πλύστρα σ’ ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα για απόρους.
Μετά το θάνατο της μητέρας της μπήκε εσωτερική σ’ ένα εκκλησιαστικό ίδρυμα, όπου έμαθε την τέχνη της μοδιστρικής.
Όταν δεν έπιανε τη βελόνα για να ράψει, τραγουδούσε σ’ ένα κλαμπ στο Μουλέν, όπου σύχναζαν αξιωματικοί του ιππικού. Εκεί ήταν που της κόλλησαν το χαϊδευτικό Κοκό (Coco), με το οποίο έγινε γνωστή τα επόμενα χρόνια. Το Κοκό, σύμφωνα με τους βιογράφους της, μπορεί να προέρχεται από τα δημοφιλή τραγούδια εκείνης της εποχής «Ko Ko Ri Ko» και «Qui qu'a vu Coco» ή ακόμα και από τη λέξη cocotte (κοκότα). Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, που κυκλοφορούσε την εποχή της μεγάλης της δόξας στα παρισινά σαλόνια, η Σανέλ αποκλήθηκε Κοκό, επειδή διοργάνωσε τα καλύτερα πάρτι στο Παρίσι, όπου προσφερόταν άφθονη κοκαΐνη. Ή ίδια ήταν γνωστό ότι ήταν εθισμένη στις ναρκωτικές ουσίες και παρέμεινε ως το τέλος της ζωής της χρήστρια μορφίνης.
Το 1906 σ’ ένα κλαμπ, όπου εμφανιζόταν, γνώρισε τον Ετιέν Μπαλσάν, πρώην αξιωματικό του ιππικού και γόνο πλούσιας οικογένειας υφαντουργών, με τον οποίο πέρασε τρία χρόνια πλούσιας και τρυφηλής ζωής. Το 1909 δημιούργησε σχέση με τον φίλο του Μπαλσάν, τον άγγλο λογαχό Μπόι Κέιπελ, επίλεκτο μέλος της αγγλικής υψηλής κοινωνίας, ο οποίος χρηματοδότησε και τα πρώτα της σχέδια στον κόσμο της μόδας.
Η σταδιοδρομία της Σανέλ στον κόσμο της μόδας ξεκίνησε το 1913, όταν αποφάσισε να εγκαταλείψει το τραγούδι, στο οποίο, όπως διαπίστωσε κι η ίδια, δεν είχε καμία τύχη. Άνοιξε ένα μικρό κατάστημα στη Ντοβίλ, στο οποίο πουλούσε καπέλα που έφτιαχνε η ίδια. Σύντομα άρχισε να σχεδιάζει πουλόβερ, φούστες και διάφορα αξεσουάρ και να χρησιμοποιεί το ζέρσεϊ. Το 1914 άνοιξε το πρώτο της κατάστημα στο Παρίσι και το 1916 ίδρυσε τον οίκο υψηλής ραπτικής «Chanel». Μέσα σε πέντε χρόνια είχε επιβληθεί, προκαλώντας επανάσταση στο γυναικείο ντύσιμο, με ένα απλό και άνετο στυλ, που ο συνεταίρος της Πολ Πουαρέ αποκαλούσε «φτωχοπροδρομισμό πολυτελείας» («le miserabilisme de luxe»).
Η απλότητα και η άνεση των ρούχων της τονίζονταν από τα ασυνήθιστα τότε φαντεζί ψεύτικα κοσμήματα. Επέβαλε τα μάλλινα ρούχα, το φόρεμα - σεμιζιέ, το απλό μαύρο φόρεμα, την κοντή πλισέ φούστα, το πανταλόνι για πρωινή και βραδινή εμφάνιση. Το 1926 σχεδίασε το πρώτο της ταγιέρ, ενώ από το 1922 είχε συνδυάσει τις δημιουργίες της με το άρωμα «5».
Το 1935 άρχισε να παράγει υφάσματα ζέρσεϊ σε δικό της εργοστάσιο. Την περίοδο του Μεσοπολέμου, ο Οίκος της ήταν από τους μεγαλύτερους στο Παρίσι, με κύκλο εργασιών 120 εκατομμυρίων γαλλικών φράγκων της εποχής και οι επιχειρήσεις της (οίκος μόδας, εργοστάσιο υφασμάτων, εργαστήρια παραγωγής αρωμάτων και κοσμημάτων) απασχολούσαν 3.500 άτομα.
Το 1938 αποσύρθηκε και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στη Γαλλία έκλεισε τις επιχειρήσεις και άφησε στο δρόμο χιλιάδες εργαζομένους. Κατηγορήθηκε για σχέσεις με τους Ναζί, αλλά η εις βάρος της δικαστική έρευνα δεν προχώρησε μετά το τέλος του πολέμου. Πάντως, ήταν γνωστή η ερωτική της σχέση με τον στρατηγό των Ες-Ες Βάλτερ Σέλενμπεργκ.
Το 1954 επανήλθε στο προσκήνιο της υψηλής ραπτικής, όταν παρουσίασε ολοκληρωμένο το κλασικό «ταγιέρ Σανέλ», με την κομψή, άνετη φούστα και τη χαρακτηριστική ζακέτα χωρίς πέτα, φινιρισμένη με σειρήτια.
Η Κοκό Σανέλ πέθανε στο Παρίσι στις 10 Ιανουαρίου 1971, σε ηλικία 87 ετών.
Ο Οίκος της εξακολούθησε να λειτουργεί και μετά το θάνατό της, παραμένοντας πιστός στην παράδοση του «στυλ Σανέλ». Το 1977 δημιουργήθηκε η πρώτη συλλογή σινιέ έτοιμων ενδυμάτων (πρετ -α- πορτέ), με προορισμό την αγορά των ΗΠΑ. Τον επόμενο χρόνο άνοιξε το πρώτο κατάστημα ετοίμων ενδυμάτων στο Παρίσι και τα επόμενα χρόνια σε πολλές χώρες του κόσμου.
Θεόδωρος Λάσκαρης ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας της Νίκαιας
Θεόδωρος Λάσκαρης
ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας της Νίκαιας (1205-1222)
Ο Θεόδωρος Α' ήταν υιός του Μανουήλ Λάσκαρη (γεν.π.1140) και της Ιωάννας Καράτζαινας (γεν.π.1148).
Ήταν στρατιωτικός και γαμπρός του αυτοκράτορα Αλεξίου Γ΄ Αγγέλου (1195-1203).
Γεννήθηκε γύρω στα 1175 και όντας μέλος επιφανούς οικογένειας του Βυζαντίου προωθήθηκε γρήγορα σε υψηλά στρατιωτικά αξιώματα, στα οποία και διακρίθηκε για την γενναιότητα και τις ικανότητές του.
Το 1204, την παραμονή της πτώσης της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους κατά τη Δ΄ Σταυροφορία και ενώ ο Αλέξιος Ε΄ Μούρτζουφλος είχε εγκαταλείψει την Πόλη, ο λαός εξέλεξε ως αυτοκράτορα τον αδελφό του Κωνσταντίνο Λάσκαρη.
Οι συνθήκες όμως οδήγησαν στη φυγή των Λασκαριδών από την Πόλη και τη διαφυγή τους στη Μικρά Ασία.
Εκεί την ηγεσία της αντίστασης ανέλαβε ο Θεόδωρος, ο οποίος αφού κατάφερε να επιβληθεί στους Μικρασιάτες μεγιστάνες άρχισε τον πόλεμο κατά των Σταυροφόρων και των αυτοκρατόρων της Τραπεζούντας.
Η Λατινική Αυτοκρατορία, η Αυτοκρατορία της Νίκαιας, η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και το Δεσποτάτο της Ηπείρου. Τα όρια είναι ασαφή.
Μεταξύ των προσφύγων από την Πόλη συγκαταλεγόταν και ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως με πολλούς κληρικούς, έτσι γύρω στο 1208 στέφθηκε αυτοκράτορας.
Οι επιτυχίες του, καθώς και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι Λατίνοι στα Βαλκάνια από τους Βουλγάρους οδήγησαν τελικά στην υπογραφή συνθήκης ειρήνης με τον Ερρίκο αυτοκράτορα της Λατινικής Αυτοκρατορίας, το 1214 στο Νυμφαίο, με βάση την οποία οι Λατίνοι περιορίζονταν σε μια στενή λωρίδα στη βορειοδυτική Μικρά Ασία.
Τα επόμενα χρόνια ασχολήθηκε με την οργάνωση του κράτους του, την ενίσχυση της οικονομίας και του στρατού πάνω σε υγιείς βάσεις και την προετοιμασία της επιστροφής στην Κωνσταντινούπολη.
Πέθανε το 1222 αφήνοντας ως διάδοχό του τον γαμπρό του, Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη.
Οικογένεια
Ο Θεόδωρος Α' νυμφεύθηκε τρεις φορές. Πρώτα το 1198/9 την Άννα Αγγελίνα, θυγατέρα του Αλεξίου Γ' Αγγέλου, αυτοκράτορα των Ρωμαίων και της Ευφροσύνης Δούκαινας Καματηράς.
Παιδιά αυτού του γάμου είναι: Ειρήνη Λασκαρίνα, η οποία παντρεύθηκε πρώτα τον Ανδρόνικο Παλαιολόγο και μετά τον Ιωάννη Γ' Δούκα Βατάτζη μετέπειτα αυτοκράτορα των Ρωμαίων,
Μαρία Λασκαρίνα (π.1206-1270), που παντρεύτηκε τον Μπέλα Δ' Άρπαντ μετέπειτα βασιλιά της Ουγγαρίας (του υιού τους Στεφάνου Ε' η κόρη Άννα Άρπαντ θα παντρευθεί τον Ανδρόνικο Β' Παλαιολόγο αυτοκράτορα των Ρωμαίων),
και άλλα τρία τέκνα.
Μετά το θάνατο της Άννας Αγγελίνας το 1212, ο Θεόδωρος Α' παντρεύτηκε την Φιλίππα Ρουπενιδών, κόρη του Ρουπέν Γ' κυρίου της Μικράς Αρμενίας (στην Κιλικία) και της Ισαβέλλας Τορών. Από αυτό τον γάμο γεννήθηκε τo 1214 ο Κωνσταντίνος Λάσκαρης.
Ο Θεόδωρος Α' χώρισε τη σύζυγό του το 1216 και το 1219 παντρεύτηκε τη Μαρία του Κουρτεναί, κόρη του Πέτρου του Κουρτεναί Λατίνου αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης και της Γιολάντας της Φλάνδρας. Ο γάμος δεν είχε απογόνους.
Ονορέ ντε Μπαλζάκ, άφησε το επάγγελμα του συμβολαιογράφου και αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία
Ονορέ ντε Μπαλζάκ
Βιογραφία
Ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ γεννήθηκε στην πόλη Τουρ με καταγωγή από αστική οικογένεια της εποχής. To 1814 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, ενώ σε ηλικία 17 ετών άρχισε σπουδές νομικής στη Σορβόνη.
Το 1819, απέκτησε το πτυχίο του baccalauréat και εργάστηκε για ένα διάστημα ως βοηθός σε δικηγορικό γραφείο, ωστόσο τελικά δεν ακολούθησε το επάγγελμα του συμβολαιογράφου, αλλά αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία.
Εγκατέλειψε το πατρικό του σπίτι για να μείνει μόνος σε μια φτωχική σοφίτα και να αφιερωθεί στη συγγραφή φιλοσοφικών δοκιμίων, μυθιστορημάτων σε μορφή επιστολών ή τραγωδιών.
Μέχρι το 1822 ο Μπαλζάκ ήταν ήδη δημιουργός αρκετών έργων – για τα οποία χρησιμοποιούσε και αρκετά ψευδώνυμα – που δεν γίνονταν όμως ευρύτερα αποδεκτά.
Το 1825 ξεκίνησε η σχέση του με τη Δούκισσα Ντ' Αμπραντές, με την βοήθεια της οποίας έγινε γνωστός στους κοσμικούς κύκλους του Παρισιού. Την ίδια περίοδο συνέβη ο θάνατος της αδελφής του Λορ, που ήταν έμπιστή του. Παράλληλα, έγινε εκδότης ενώ το διάστημα 1826-1828 εργάστηκε ως τυπογράφος με οδυνηρές όμως οικονομικές συνέπειες, καθώς καταστράφηκε οικονομικά, καταρρέοντας από τα χρέη.
Το 1829 δημοσιεύτηκε το μυθιστόρημά του Οι Σουάνοι (Les Chouans), που αποτέλεσε την πρώτη εμπορική του επιτυχία και την αρχή της αναγνώρισής του ως συγγραφέα. Τον επόμενο χρόνο, δηλώνοντας πως κατάγεται από τους Μπαλζάκ της Αντράγκ, πρόσθεσε αυθαίρετα στο όνομά του τον όρο «ντε».
Στις 18 Φεβρουαρίου του 1832, έλαβε το πρώτο γράμμα της Εβελίνα Χάνσκα, πολωνικής καταγωγής, με την οποία αλληλογραφούσε για περίπου 15 χρόνια και αργότερα παντρεύτηκε. Το 1835 ανέλαβε την επιθεώρηση La Chronique De Paris, την οποία εγκατέλειψε τον Ιούλιο του 1836 ακόμη περισσότερο χρεωμένος.
Το 1837 δημοσιεύτηκαν οι Χαμένες Ψευδαισθήσεις και ο Μπαλζάκ αγόρασε τις «Jardies», αγρόκτημα στη περιοχή των Σεβρών που, λόγω χρεών όμως αναγκάστηκε να πουλήσει το 1845.
Το 1838 πραγματοποίησε αποτυχημένες επενδύσεις στο χρηματιστήριο χωρίς να μπορέσει να βελτιώσει ούτε στο ελάχιστο την οικονομική του κατάσταση.
Το 1840 προσπάθησε να επανακυκλοφορήσει την «Revue Parisienne», χωρίς επιτυχία. Λόγω των οικονομικών του προβλημάτων, αναγκάστηκε να κρυφτεί στο Πασσύ για να ξεφύγει από τους πιστωτές του.
Στις 4 Μαρτίου του 1850 νυμφεύτηκε την Εβελίνα Χάνσκα και πέντε μήνες αργότερα, στις 18 Αυγούστου, πέθανε στο Παρίσι, σε ηλικία μόλις 51 ετών.
Έργο
O Μπαλζάκ υπήρξε ένας από τους πολυγραφότερους συγγραφείς όλων των εποχών, δημιουργός 2.504 ηρώων μέσα από τα βιβλία του.
Η μέθοδος εργασίας του παρουσιάζει επίσης αξιοσημείωτο ενδιαφέρον. Εργαζόταν περίπου 15 ώρες ημερησίως, καταναλώνοντας μεγάλες ποσότητες καφέ για να διατηρεί τη διαύγειά του.
Κατά τη διαδικασία εκτύπωσης των έργων του στο τυπογραφείο, πραγματοποιούσε αλλεπάλληλες διορθώσεις ή ακόμα και αλλαγές.
Στο Παρίσι, πόλη 2.000.000 κατοίκων, δοκιμασμένη από αλλεπάλληλες πολιτικές και κοινωνικές ανακατατάξεις, η συγγραφή μπορούσε να προσφέρει χρήματα, δόξα, εξουσία.
Στη γαλλική, πρώτη μεταξύ των γλωσσών, ενισχυμένη με το σφρίγος των νέων ιδεών του μετεπαναστατικού κόσμου, οι επιφυλλίδες είχαν απήχηση στο πλατύ κοινό.
Χρειάστηκαν όμως αρκετά χρόνια ακατάβλητης προσπάθειας, γράφοντας μυθιστορήματα της σειράς χωρίς να υπογράφει ωσότου αγγίξει την επιτυχία.
Στον σκληρό ανταγωνισμό, όπου όλα τα ρομαντικά θέματα είχαν αξιοποιηθεί, απέδωσε συστηματικά μιαν ολόκληρη κοινωνία, τους νόμους και τους αδυσώπητους μηχανισμούς της: χαρακτήρες από τον επιχειρηματικό, δημοσιογραφικό, καλλιτεχνικό κόσμο, άντρες και γυναίκες της αριστοκρατίας, παιδιά του δρόμου, παπάδες και γιατροί που εξομολογούν τις αμαρτίες του πνεύματος και της σάρκας, στη μεγαλούπολη ή στην επαρχία, διαπλέκονται μεταξύ τους σ' άπειρους συνδυασμούς, αναλώνουν καθένας τη ζωή του στην ένταση των παθών.
Επί 20 χρόνια, ως τον αιφνίδιο θάνατό του στο αποκορύφωμα της δόξας του, έγραψε συνολικά 91 μυθιστορήματα, 30 νουβέλες, 5 θεατρικά έργα: άμεσα, επίκαιρα, αποτελεσματικά, έπεισαν τους αναγνώστες, που πολλαπλασίαζαν τις πωλήσεις των εφημερίδων. Κι όλα αυτά σε χρονικό διάστημα 25 περίπου ετών.
Τα θέματά του κρίθηκαν συχνά υπερβολικά, προσβλητικά για τα χρηστά ήθη: η απουσία του καλού φάνταζε περισσότερο ακόμη καθώς προέκυπτε άδηλα από τα γεγονότα. Για ένα διάστημα τα έργα του θεωρούνταν εμπορικά, ελαφρά κι υποδεέστερης σημασίας. Σήμερα θεωρείται ένας από τους μείζονες συγγραφείς της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Η Ανθρώπινη Κωμωδία, θεωρείται άξια εκπρόσωπος του λογοτεχνικού ρεαλισμού, βαθιά και με ζωντανά χρώματα τοιχογραφία, που περιγράφει ανθρώπινους χαρακτήρες κι αδυναμίες που ξεπερνούν την εποχή του. Πιστεύεται πως επέλεξε τον τίτλο του σε αντιδιαστολή με το έργο του Δάντη Θεία Κωμωδία.
Ανθρώπινη κωμωδία
H «Ανθρώπινη κωμωδία» (La Comédie humaine) αποτελεί το σύνολο 91 ολοκληρωμένων και 48 ημιτελών έργων του Μπαλζάκ, μεταξύ των οποίων νουβέλες, μυθιστορήματα και πραγματείες. Δεν περιέχονται ωστόσο τα θεατρικά του έργα ή οι κωμικές ιστορίες Contes drôlatiques (1832-37).
Στόχος του στην «Ανθρώπινη Κωμωδία» ήταν να παραθέσει μια σφαιρική άποψη της γαλλικής κοινωνίας, από τη στιγμή που εκδηλώθηκε η Γαλλική Επανάσταση έως τη σύγχρονη εποχή του. Στον πρόλογο αυτού του έργου που συνέγραψε το 1842 η φιλοσοφία του συνοψίζεται στην άποψή του, ότι, όπως οι περιβαλλοντικές διαφορές και η κληρονομικότητα ευθύνονται για την ύπαρξη διαφόρων ειδών στο ζωικό βασίλειο, έτσι και οι ποικίλες κοινωνικές πιέσεις ευθύνονται για τις διαφορές ανάμεσα στα ανθρώπινα όντα.
Πάτρικ Σουέιζι, ήταν χορευτης και χορογράφος στο Μπρόντγουεϊ και ηθοποιός σε κινηματογράφο και τηλεόραση
Πάτρικ Σουέιζι
Ο Πάτρικ Σουέιζι, από χορευτής στο Μπρόντγουεϊ, πρωταγωνιστής στο εμβληματικό Dirty Dancing και το Ghost, έφυγε από καρκίνο στο πάγκρεας.
Ο Patrick Swayze γεννήθηκε στις 18 Αυγούστου του 1952 στο Τέξας. Η μητέρα του ήταν χορογράφος και διεύθυνε μια σχολή χορού στο Χιούστον.
Ασχολήθηκε από μικρός με το χορό και το 1972 μετακόμισε στη Νέα Υόρκη προκειμένου να ολοκληρώσει τις σπουδές του στη χορογραφία και το μπαλέτο.
Οι πρώτες του εμφανίσεις επί σκηνής ήταν σε διάφορα μιούζικαλ που ανέβαιναν σε θέατρα της Νέας Υόρκης.
Ο πρώτος του ρόλος ήταν μια μικρή εμφάνιση σε μια τηλεοπτική σειρά, μέχρι που το 1985 πρωταγωνίστησε στη γνωστή μίνι σειρά «Βόρειοι και Νότιοι».
Το 1987 ο Σουέιζι δέχτηκε να πρωταγωνιστήσει σε μια φτηνή παραγωγή με τίτλο «Dirty dancing», η οποία επρόκειτο να προβληθεί δύο μέρες στους κινηματογράφους κι έπειτα να βγει στα βίντεο κλαμπ.
Η επιτυχία της ταινίας ήταν τέτοια που όχι μόνο εκτόξευσε τη φήμη του Σουέιζι, αλλά ο ίδιος προτάθηκε για Χρυσή Σφαίρα, τραγούδησε το κομμάτι-soundtrack «She’s like the wind», για το οποίο έλαβε εξαιρετικές κριτικές, και έγινε το νέο σύμβολο του σεξ για τις γυναίκες σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το 1990 πρωταγωνίστησε στην ταινία «Ghost» με τις Ντέμι Μουρ και Γούπι Γκόλντμπεργκ, ενώ το 1991 έδειξε τις δυνατότητές του στην περιπέτεια «Στην κόψη του κύματος» μαζί με τον Κιάνου Ριβς.
Την ίδια χρονιά ανακηρύχθηκε από το περιοδικό «People» πιο σέξι άντρας.
Ακολούθησαν ταινίες όπως οι «City of joy», «Ο μπράβος»,«Father Hood», «Τρεις ευχές», «Γράμματα από ένα δολοφόνο», «Ντόνι Ντάρκο», «11:14» και πολλές άλλες.
Λίγο πριν πεθάνει, και ενώ έκανε χημειοθεραπεία, πρωταγωνίστησε στην αστυνομική σειρά «The beast».
Ο Σουέιζι παντρεύτηκε το 1975 τη Λίσα Νιέμι με την οποία γνωρίστηκε στα 18 του στη σχολή όπου δούλευε η μητέρα του.
Με τη Λίσα έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του, χωρίς να κάνουν παιδιά. Αντιμετώπιζε προβλήματα με τον αλκοολισμό, αλλά και την κατάθλιψη.
Το 2007 του ανακοινώνεται ότι πάσχει από καρκίνο στο πάγκρεας, μετά από ενοχλήσεις στο στομάχι που τον ανάγκασαν να μεταβεί στο νοσοκομείο.
Τα ταμπλόιντς τον ήθελαν να έχει λίγες εβδομάδες ζωής. Φήμες αργότερα ήθελαν τον καρκίνο να έχει κάνει μετάσταση στο στομάχι και στο συκώτι.
20 μήνες μετά την πρώτη διάγνωση, ο Σουέιζι παθαίνει, κάτι που θεωρήθηκε ως παρενέργεια των χημιοθεραπειών.
Μετά από σκληρή μάχη πεθαίνει στις 14 Σεπτεμβρίου 2009 σε ηλικία 57 χρόνων.
Περισσότερα Άρθρα...
- Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Αμερικανός ηθοποιός, σκηνοθέτης, παραγωγός και ακτιβιστής
- Ρόμαν Πολάνσκι, Γαλλο-Πολωνός σκηνοθέτης, παραγωγός, σεναριογράφος και ηθοποιός έχοντας κάνει ταινίες στην Πολωνία, τη Βρετανία, την Αμερική και τη Γαλλία
- Φραγκίσκος Ιωσήφ Α΄ της Αυστρίας
- Ζαννίνο, Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου, που διακρίθηκε σε δεύτερους ρόλους