Άρθρα
Φρίντριχ Βίλχελμ Νίτσε, ήταν σημαντικός Γερμανός φιλόσοφος, ποιητής, συνθέτης και φιλόλογος
Φρίντριχ Νίτσε
Ο Φρίντριχ Βίλχελμ Νίτσε, ήταν σημαντικός Γερμανός φιλόσοφος, ποιητής, συνθέτης και φιλόλογος. (γερμ. Friedrich Wilhelm Nietzsche) (Ραίκεν, 15 Οκτωβρίου 1844 – Βαϊμάρη, 25 Αυγούστου 1900)
Έγραψε κριτικά δοκίμια πάνω στη θρησκεία, την ηθική, τον πολιτισμό, τη φιλοσοφία και τις επιστήμες, δείχνοντας ιδιαίτερη κλίση προς τη χρήση μεταφορών, ειρωνείας και αφορισμών.
Οι κεντρικές ιδέες της φιλοσοφίας του Νίτσε περιλαμβάνουν τον «θάνατο του Θεού», την ύπαρξη του υπερανθρώπου, την ατέρμονη επιστροφή, τον προοπτικισμό καθώς και τη θεωρία της ηθικής κυρίων - δούλων. Αναφέρεται συχνά ως ένας από τους πρώτους «υπαρξιστές» φιλοσόφους. Η ριζική αμφισβήτηση από μέρους του της αξίας και της αντικειμενικότητας της αλήθειας έχει οδηγήσει σε αμέτρητες διαμάχες και η επίδρασή του παραμένει ουσιαστική, κυρίως στους κλάδους του υπαρξισμού, του μεταμοντερνισμού και του μεταστρουκτουραλισμού.
Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως κλασικός φιλόσοφος, κάνοντας κριτικές αναλύσεις σε αρχαιοελληνικά και ρωμαϊκά κείμενα, προτού εντρυφήσει στη φιλοσοφία. Το 1869, σε ηλικία 24 ετών, διορίστηκε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας, στην έδρα της Κλασικής Φιλολογίας, όντας ο νεότερος που έχει πετύχει κάτι ανάλογο.
Παραιτήθηκε το καλοκαίρι του 1879 εξαιτίας των προβλημάτων υγείας που τον ταλάνιζαν σχεδόν όλη του τη ζωή. Σε ηλικία 44 ετών, το 1889, υπέστη νευρική κατάρρευση, η οποία αργότερα διεγνώσθη ως συφιλιδική «παραλυτική ψυχική διαταραχή», διάγνωση η οποία αμφισβητείται. Η επανεξέταση των ιατρικών φακέλων του Φρειδερίκου Νίτσε δείχνει ότι κατά πάσα πιθανότητα πέθανε από όγκο στον εγκέφαλο, ενώ η μετά θάνατον σπίλωση του ονόματός του οφείλεται κυρίως στο αντι-ναζιστικό μέτωπο. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ανέλαβε τη φροντίδα του η μητέρα του, μέχρι τον θάνατό της το 1897, και έπειτα η αδελφή του, Ελίζαμπεθ Φούρστερ-Νίτσε, μέχρι τον θάνατό του, το 1900.
Εκτός από τη φροντίδα του, η Ελίζαμπεθ Φούρστερ-Νίτσε ανέλαβε χρέη εκδότριας και επιμελήτριας των χειρογράφων του. Ήταν παντρεμένη με τον Μπέρναρντ Φούρστερ, εξέχουσα μορφή του γερμανικού εθνικιστικού και αντισημιτικού μετώπου, για χάρη του οποίου ξαναδούλεψε αρκετά από τα ανέκδοτα χειρόγραφα του Νίτσε, στην προσπάθειά της να τα «μπολιάσει» με τις ιδέες του, αντιβαίνοντας ριζικά με τις απόψεις του φιλόσοφου, οι οποίες ήταν ξεκάθαρα εναντίον του αντισημιτισμού και του εθνικισμού (βλ. Η κριτική του Νίτσε στον αντισημιτισμό και τον εθνικισμό). Με τη βοήθεια των εκδόσεων της Φούρστερ-Νίτσε, ο Νίτσε έγινε συνώνυμο του γερμανικού μιλιταρισμού και του Ναζισμού, αν και αρκετοί μελετητές του στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα έχουν καταφέρει να αντιστρέψουν την παρερμήνευση των ιδεών του.
Πάντως οι πολιτικές του απόψεις και πεποιθήσεις παραμένουν αμφιλεγόμενες.
Βιογραφία
Νεανικά χρόνια (1844-1864)
Ο Νίτσε γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1844 και μεγάλωσε στην πόλη Ρέκεν (Rocken), κοντά στη Λειψία στην ευρύτερη πρωσική επαρχία της Σαξωνίας. Η ημερομηνία γέννησής του συνέπεσε χρονικά με τα 49α γενέθλια του βασιλιά της Πρωσίας, Φρίντριχ Βίλχελμ Δ΄, προς τιμήν του οποίου έλαβε και το όνομά του (αργότερα ο ίδιος έπαψε να χρησιμοποιεί το όνομα Βίλχελμ).
Ο πατέρας του, Καρλ Λούντβιχ Νίτσε (1813-1849), ήταν λουθηρανός πάστορας, ενώ η μητέρα του, Φραντσίσκα Αίλερ (1826-1897) ήταν κόρη του πάστορα Ντάβιντ Φρήντριχ Αίλερ. Ο Νίτσε ήταν το νεότερο από τα παιδιά της οικογένειας.
Η αδελφή του Ελίζαμπεθ Τερέζα Αλεξάνδρα Νίτσε γεννήθηκε το 1846 παίρνοντας τα ονόματα τριών πριγκιπισσών και μαθητριών του πατέρα της, ενώ ακολούθησε η γέννηση του αδελφού του Λούντβιχ Ιωσήφ το 1848.
Μετά τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του Νίτσε από εγκεφαλική ασθένεια το 1849, αλλά και τον χαμό του αδελφού του τον επόμενο χρόνο, η οικογένεια μετακόμισε στο Νάουμπουργκ. Εκεί διέμειναν όλοι με τη γιαγιά του Νίτσε, καθώς η μητέρα του δεν είχε τη δυνατότητα να συντηρήσει δικό της σπίτι.
Ο Νίτσε φοίτησε σε ένα δημοτικό σχολείο της πόλης μέχρι το 1854. Το σχολικό του πρόγραμμα περιελάμβανε κυρίως θρησκευτική αγωγή, ενώ παράλληλα ξεκίνησε μαθήματα λατινικών και αρχαίων ελληνικών, γλώσσες στις οποίες δεν εμφάνισε ιδιαίτερη κλίση.
Το 1854, ξεκίνησε να φοιτά στο Dom Gymnasium, όπου αφού εξετάστηκε από το διευθυντή του γυμνασίου, μεταπήδησε αμέσως στη δεύτερη τάξη. Ήδη από τα παιδικά του χρόνια έγραφε ποιήματα και μικρά θεατρικά έργα, μέρος των οποίων φρόντιζε να φυλάσσει η αδελφή του.
Αφιέρωνε μεγάλο μέρος του χρόνου του στο γράψιμο, επιδεικνύοντας μία πλούσια λογοτεχνική παραγωγή, ενώ ήδη σε ηλικία 14 ετών ταξινόμησε τα ποιήματά του σε περιόδους.
Στις 5 Οκτωβρίου 1858 εισάχθηκε στο Πφόρτα (Pforta ή Schulpforta), ένα από τα πιο φημισμένα σχολεία κλασικών σπουδών της Γερμανίας, θέση που του προσφέρθηκε έπειτα από εξέταση σχολικού επιθεωρητή στο Dom Gymnasium, ο οποίος επέλεξε τον νεαρό Νίτσε ανάμεσα σε άλλους μαθητές της σχολής. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Πφόρτα παρουσίαζε ομοιότητες με εκείνο των Ιησουιτών, αν και ήταν λουθηρανικό ίδρυμα, στο οποίο δινόταν έμφαση στην πειθαρχία των μαθητών. Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο Πφόρτα, είχε πολύ καλές επιδόσεις στα μαθήματα, ενώ συνέχισε να γράφει ποιήματα στον προσωπικό του χρόνο, ασχολούμενος παράλληλα με τη μουσική, συμμετέχοντας στη σχολική χορωδία και γράφοντας δικές του μουσικές συνθέσεις.
Μαζί με τον φίλο του Γκούσταφ Κρουγκ, ίδρυσε τον σύλλογο «Germania», ένα είδος λογοτεχνικής, μουσικής και επιστημονικής λέσχης, όπου κάθε μέλος υπέβαλλε απαραιτήτως ένα έργο τον μήνα, ποίημα, δοκίμιο, σχέδιο ή ακόμα και μουσική σύνθεση. Την ίδια περίοδο, ο Νίτσε ήρθε σε στενή επαφή με τη λογοτεχνία, εκτιμώντας ιδιαίτερα το έργο του Χαίλντερλιν, του Ανακρέοντα και του Σαίξπηρ. Αν και από νωρίς υπήρχε η γενικευμένη αντίληψη πως επρόκειτο να γίνει κληρικός, ο Νίτσε σταδιακά άρχισε να αμφισβητεί τον Χριστιανισμό και περίπου το φθινόπωρο του 1862 είχε απορρίψει οριστικά ένα τέτοιο ενδεχόμενο, σκεπτόμενος να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική.
Πανεπιστημιακές σπουδές (1864-1869)
Στις 7 Σεπτεμβρίου 1864 αποφοίτησε από το Πφόρτα και ξεκίνησε σπουδές κλασικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο της Βόννης. Παράλληλα, γράφτηκε στο θεολογικό τμήμα του πανεπιστημίου με διάθεση να ασχοληθεί περισσότερο με τη φιλολογική κριτική του Ευαγγελίου και τις πηγές της Καινής Διαθήκης, γεγονός που είναι μάλλον ενδεικτικό των θρησκευτικών αμφιβολιών του, αλλά και της αδυναμίας του να ομολογήσει στην οικογένειά του πως δεν επιθυμούσε να γίνει ιερέας. Στη Βόννη ο Νίτσε προσχώρησε στη φοιτητική αδελφότητα «Franconia», που αποτελούσε ένα είδος συνάθροισης φιλολόγων. Συνέχισε τις θεολογικές του σπουδές μέχρι το Πάσχα του 1865, περίοδο κατά την οποία απέρριψε οριστικά τη θρησκευτική πίστη, με επιχειρήματα που αποτυπώνονται και σε επιστολή του προς την αδελφή του, στην οποία ανέφερε χαρακτηριστικά:
"Κάθε αληθινή πίστη είναι αδιάψευστη, εκπληρώνει αυτό που ο πιστός ελπίζει να βρει σ' αυτήν, δεν προσφέρει όμως ούτε το ελάχιστο έρεισμα για τη θεμελίωση μιας αντικειμενικής αλήθειας. Θέλεις να επιδιώξεις ψυχική ηρεμία και ευτυχία, τότε πίστευε, θέλεις να είσαι ένας απόστολος της αλήθειας, τότε αναζήτησέ την".
Σημαντική επιρροή στον Νίτσε, πάνω στα ζητήματα της πίστης, φαίνεται πως άσκησε επίσης το έργο του Ντάβιντ Στράους, Η ζωή του Χριστού κριτικά επεξεργασμένη και η μεταγενέστερη έκδοση του έργου που εκδόθηκε το 1864 υπό τον τίτλο Η ζωή του Χριστού διασκευασμένη για τον γερμανικό λαό.
Το επόμενο διάστημα αφοσιώθηκε στις φιλολογικές του σπουδές υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Φρήντριχ Βίλχελμ Ριτσλ, τον οποίο ακολούθησε το φθινόπωρο του 1865 στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας. Στα τέλη Οκτωβρίου του 1865 ήρθε σε επαφή με το έργο του Σοπενχάουερ, το οποίο τον επηρέασε καθοριστικά. Εξίσου μεγάλη επίδραση στη φιλοσοφική του σκέψη είχε το έργο του Φρήντριχ Άλμπερτ Λάνγκε, Ιστορία του υλισμού (Geschichte des Materialismus), το οποίο ο Νίτσε θεωρούσε ως το σημαντικότερο φιλοσοφικό έργο των τελευταίων ετών. Τους επόμενους μήνες αφοσιώθηκε στις πανεπιστημιακές του μελέτες, αναλαμβάνοντας να ολοκληρώσει μία φιλολογική κριτική έκδοση πάνω στο έργο του Θεόγνιδος. Παράλληλα ήταν μέλος του φιλολογικού συλλόγου του Ριτσλ και παρέδιδε διαλέξεις στη φοιτητική λέσχη. Το 1867 κατατάχθηκε στο πυροβολικό σώμα του Νάουμπουργκ, όπου διακρίθηκε και πιθανόν να αποκτούσε τον βαθμό του λοχαγού αν δεν είχε υποστεί ένα σοβαρό τραυματισμό που τον κατέστησε «προσωρινά ανίκανο υπηρεσίας», θέτοντας τέλος στη στρατιωτική του σταδιοδρομία. Επέστρεψε στο πανεπιστήμιο της Λειψίας, όπου παρέμεινε ως επί πληρωμή φιλοξενούμενος του καθηγητή Μπήντερμαν και εκδότη της εφημερίδας Deutsche Allgemeine, στην οποία εργάστηκε και ο Νίτσε ως κριτικός όπερας. Παράλληλα προσελήφθη ως βιβλιοκριτικός του περιοδικού Literarisches Zentralblatt. Κατά τη δεύτερη παραμονή του στη Λειψία, συναντήθηκε επίσης για πρώτη φορά με τον Ρίχαρντ Βάγκνερ, γνωριμία που διατηρήθηκε τα επόμενα χρόνια και τον επηρέασε σημαντικά, καθώς ο Βάγκνερ, του οποίου το έργο εκτιμούσε ιδιαίτερα ο Νίτσε, αποτέλεσε ένα είδος πατρικής μορφής για εκείνον.
Καθηγητής στη Βασιλεία (1869-1879)
Πριν ακόμα αποκτήσει τον διδακτορικό του τίτλο, ο Νίτσε επιλέχθηκε για να καταλάβει την έδρα της κλασικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας, έχοντας την υποστήριξη του Ριτσλ.
Ως καθηγητής παρέδιδε αρχικά διαλέξεις για την ιστορία της αρχαίας ελληνικής ποίησης και για τις Χοηφόρους του Αισχύλου, ωστόσο αργότερα καταπιάστηκε και με θέματα που άπτονταν των προσωπικών του ενδιαφερόντων.
Κατά τη διάρκεια του Γαλλοπρωσικού πολέμου (1870-71) υπηρέτησε εθελοντικά στο πλευρό της Πρωσίας, ως βοηθός νοσοκόμος, καθώς η διοίκηση του πανεπιστημίου δεν του επέτρεπε να γίνει στρατιώτης, όπως ο ίδιος επιθυμούσε.
Κατά τη διάρκεια της σύντομης θητείας του ήρθε σε επαφή με τη σκληρότητα του πολέμου, ενώ προσβλήθηκε και από αρκετές ασθένειες, οι οποίες επιβάρυναν ακόμα περισσότερο την ανέκαθεν ασθενική του υγεία.
Μετά την επιστροφή του στη Βασιλεία, ο αμείωτος ενθουσιασμός του για τον Σοπενχάουερ, ο θαυμασμός του για το έργο του Βάγκνερ και οι φιλολογικές σπουδές και μελέτες του συνδυάστηκαν για την έκδοση του πρώτου βιβλίου του, με τίτλο Η Γέννηση της Τραγωδίας (1872). Ο Βάγκνερ εκθείασε το έργο του Νίτσε, όπως και ο φίλος του (λίγο αργότερα καθηγητής φιλολογίας στο Κίελο) Έρβιν Ρόντε.
Ωστόσο, η εχθρική κριτική του φιλόλογου Ούλριχ φον Βιλαμόβιτς-Μέλεντορφ, ο οποίος επεσήμανε ανακρίβειες και παραλείψεις, καθώς και του καθηγητή φιλολογίας του πανεπιστημίου της Βόννης Ούζενερ, ο οποίος αποκάλεσε το βιβλίο «απόλυτη ανοησία», μετρίασαν τον βαθμό αποδοχής του στον ακαδημαϊκό κόσμο.
Κατά την παραμονή του στην Ελβετία μέχρι το 1879, ο Νίτσε επισκεπτόταν συχνά τον Βάγκνερ στο Μπαϊρόιτ όπου διέμενε. Την περίοδο 1873-1876, ολοκλήρωσε μία σειρά τεσσάρων δοκιμίων που εκδόθηκαν αργότερα σε μία συλλογή με τον γενικό τίτλο Ανεπίκαιροι Στοχασμοί. Τα δοκίμια αυτά πραγματεύονταν γενικότερα τον σύγχρονο γερμανικό πολιτισμό, εστιάζοντας στο έργο του Νταβίντ Στράους (Νταβίντ Στράους:
Ο ομολογητής και ο συγγραφέας), στην κοινωνική αξία της ιστοριογραφίας (Για τα οφέλη και τα μειονεκτήματα της ιστορίας για τη ζωή), στον Σοπενχάουερ (Ο Σοπενχάουερ ως παιδαγωγός) και τέλος στον Βάγκνερ (Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ στο Μπαϊρόιτ). Για τον Νίτσε, ο Σοπενχάουερ και ο Βάγκνερ αποτελούσαν φωτεινά παραδείγματα για την ανάπτυξη ενός νέου πολιτισμικού κινήματος που συνέδεε τη μουσική, τη φιλοσοφία και την κλασική φιλολογία. Αργότερα, μετά την απογοητευτική παραγωγή του φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ το 1876, όπου παρουσιάστηκε το Δαχτυλίδι, άρχισε να επέρχεται ρήξη στη σχέση του με τον Βάγκνερ.
Το 1878, κατά την τελευταία περίοδο της πανεπιστημιακής του σταδιοδρομίας, ο Νίτσε ολοκλήρωσε το βιβλίο με τίτλο Ανθρώπινο, υπερβολικά ανθρώπινο (Menschliches, Allzumenschliches), έργο που επισημοποιούσε τη ρήξη αυτή, σηματοδοτώντας συγχρόνως μία μεταστροφή και διαφοροποίηση των φιλοσοφικών του ιδεών. Το επόμενο διάστημα, η υγεία του κλονίστηκε σοβαρά: υπέφερε από ημικρανίες, που οφείλονταν σε βλάβη του αμφιβληστροειδούς και στα δύο μάτια του, γεγονός που τον ανάγκασε τελικά να υποβάλει παραίτηση από το πανεπιστήμιο, στις 2 Μαΐου 1879, καθώς αδυνατούσε να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του.
Τελευταία χρόνια (1879-1900)
Απελευθερωμένος από τις ακαδημαϊκές υποχρεώσεις, ο Νίτσε πέρασε τα επόμενα χρόνια ταξιδεύοντας συχνά σε πόλεις της Ελβετίας, της Γερμανίας ή της Ιταλίας και αναζητώντας κάθε φορά ένα αναζωογονητικό κλίμα που θα βοηθούσε να βελτιωθεί η κατάσταση της υγείας του. Σημαντική βοήθεια του προσέφερε ο πρώην μαθητής του, Πέτερ Γκαστ, ο οποίος είχε εξελιχθεί σε ένα είδος προσωπικού γραμματέα του Νίτσε, καθώς και ο καθηγητής θεολογίας Φραντς Όβερμπεκ μαζί με τη Μαλβίντα φον Μέυζενμπουγκ, γνώριμή του από την περίοδο φιλίας του με τον Βάγκνερ.
Τις καλοκαιρινές περιόδους επισκεπτόταν συχνά τα ορεινά θέρετρα του Sils-Maria ή του Σαιν Μόριτς, ενώ τους χειμώνες κύριοι σταθμοί στις μετακινήσεις του υπήρξαν οι ιταλικές πόλεις Γένοβα, Τορίνο, Ραπάλλο, καθώς και η γαλλική Νις. Κατά διαστήματα επέστρεφε στο Νάουμπουργκ, όπου επισκεπτόταν την οικογένειά του. Η περίοδος αυτή υπήρξε ιδιαίτερη παραγωγική για τον Νίτσε, παρά τις κρίσεις της ασθένειας και τα διαστήματα βαριάς κατάθλιψης στα οποία υπέκυπτε.
Από το 1881, δημοσίευε ένα ολοκληρωμένο βιβλίο, ή σημαντικό μέρος του, ανά έτος, μέχρι το 1888. Στο διάστημα αυτό ολοκλήρωσε μερικά από τα σημαντικότερα έργα του, όπως η Αυγή (1881), η Χαρούμενη επιστήμη (1882), Τάδε έφη Ζαρατούστρα (1883-85), Πέρα από το καλό και το κακό (1886) και Η γενεαλογία της Ηθικής (1887). Τα τελευταία δημιουργικά του χρόνια συνέπεσαν με την ολοκλήρωση και έκδοση των έργων Το Λυκόφως των Ειδώλων (Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1888), Αντίχριστος (Σεπτέμβριος 1888), Ίδε ο άνθρωπος (Οκτώβριος-Νοέμβριος 1888) και Νίτσε εναντίον Βάγκνερ (Δεκέμβριος 1888).
Στις 3 Ιανουαρίου 1889 υπέστη νευρική κατάρρευση, ενώ βρισκόταν στην πλατεία Κάρλο Αλμπέρτο του Τορίνο. Αν και τα γεγονότα εκείνης της ημέρας δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένα, σύμφωνα με μία διαδεδομένη εκδοχή, ο Νίτσε είδε έναν αμαξά να μαστιγώνει το άλογό του και τότε με δάκρυα στα μάτια τύλιξε τα χέρια του γύρω από το λαιμό του αλόγου για να καταρρεύσει αμέσως μετά. Τις επόμενες ημέρες απέστειλε πολυάριθμες επιστολές σε οικεία πρόσωπα, που φανέρωναν επίσης την ψυχική διαταραχή του, υπογράφοντας άλλοτε ως «ο Εσταυρωμένος» και άλλοτε ως «Διόνυσος». Στις 10 Ιανουαρίου μεταφέρθηκε σε ψυχιατρική κλινική της Βασιλείας και λίγες ημέρες αργότερα σε κλινική της Ιένας, κατόπιν επιθυμίας της μητέρας του, όπου οι γιατροί διέγνωσαν «παραλυτική ψυχική διαταραχή». Ο λόγος του ήταν παραληρηματικός και τον διακατείχαν παραισθήσεις μεγαλείου, κατά τις οποίες αυτοαποκαλούνταν δούκας του Κάμπερλαντ, Κάιζερ ή Φρειδερίκος Γουλιέλμος Δ΄, συνοδευόμενες συχνά από βίαιες συμπεριφορές. Στις 24 Μαρτίου 1890 πήρε εξιτήριο από την κλινική και λίγο αργότερα ανεχώρησε μαζί με τη μητέρα του για το Νάουμπουργκ.
Την ίδια περίοδο η ζήτηση για τα βιβλία του αυξήθηκε σημαντικά. Η αδελφή του, Ελίζαμπετ, ματαίωσε τα σχέδια για μία έκδοση με τα άπαντα του Νίτσε σε επιμέλεια του Πέτερ Γκαστ, επειδή επιθυμούσε να είναι εκείνη η βιογράφος του αδελφού της. Οργάνωσε παράλληλα ένα αρχείο με όλα τα χειρόγραφα και το μεγαλύτερο μέρος της αλληλογραφίας του, ενώ όρισε ως επιμελητή τον Φριτς Καίγκελ αντί του Γκαστ. Τον Δεκέμβριο του 1895 εξασφάλισε επίσης όλα τα δικαιώματα των έργων του Νίτσε, που μέχρι πρότινος κατείχε η μητέρα του.
Μετά τον θάνατό της μητέρας του το 1897, ο Νίτσε έζησε στη Βαϊμάρη μαζί με την αδελφή του. Το καλοκαίρι του 1898 υπέστη ελαφρύ εγκεφαλικό που οδήγησε στην επιδείνωση της κατάστασής του. Τον επόμενο χρόνο ακολούθησε ένα ακόμα σοβαρότερο εγκεφαλικό επεισόδιο και στις 25 Αυγούστου 1900 πέθανε από πνευμονία σε ηλικία 55 ετών. Τα συμπτώματά του οδήγησαν στο συμπέρασμα πως η ασθένειά του ήταν συφιλιδική (αυτή ήταν η αρχική διάγνωση στις κλινικές της Βασιλείας και της Ιένας), ωστόσο παραμένουν αδιευκρίνιστα τα ακριβή αίτια της διαταραχής του. Η ταφή του έγινε στο κοιμητήριο του Ραίκεν και ακολουθήθηκε η παραδοσιακή λουθηρανική τελετουργία, σύμφωνα με επιθυμία της αδελφής του.
Έργο
Ο Αδόλφος Χίτλερ βασίστηκε στα νιτσεϊκά έργα για να οικοδομήσει τη θεωρία του εθνικοσοσιαλισμού ή ναζισμού. Το πρότυπο της Αρείας φυλής βασίστηκε πάνω στον Υπεράνθρωπο («Τάδε έφη Ζαρατούστρα»), το σημαντικότερο ίσως έργο του Νίτσε. Ο Νίτσε όμως, καθώς φαίνεται και μέσα από τα έργα του, υπήρξε δριμύτατος επικριτής τόσο των εθνικιστικών, όσο και κάθε αντισημιτικών τάσεων.
Ο Ζαρατούστρα είναι η υπέρβαση του ανθρώπου προς το ανθρωπινότερο και όχι προς το απανθρωπότερο. Εξάλλου και ο ίδιος ο Νίτσε προέβλεψε ότι τα έργα του θα παρερμηνευθούν και ότι δύσκολα θα υπάρξει κάποιος που θα τα κατανοήσει σε βάθος. Ο ίδιος θα πει: «Αυτό που κάνουμε δεν το καταλαβαίνουν ποτέ, μα μονάχα το επαινούν ή το κατηγορούν».
Το νιτσεϊκό έργο ήταν μια κραυγή μέσα στη βαθιά νύχτα των ανθρώπων. Ο ίδιος παρατηρούσε πως για να σε ακούσει κάποιος πρέπει να του σπάσεις τα αυτιά. Γι' αυτό άλλωστε και πολλές φορές βρίσκουμε στα έργα του έκδηλη την περιφρόνηση για πρόσωπα και πράγματα. Δεν ήταν κακία ή μικρότητα, αλλά μια φωνή που ήθελε σφοδρά να ακουστεί στα αυτιά και τις συνειδήσεις όλων.
Όταν πέθανε στα 1900 όμως, μόνος και τρελός, είχε την πεποίθηση ότι δεν πρόφτασε να ολοκληρώσει το φιλοσοφικό του έργο. Αυτά που είπε στους ανθρώπους τα παρομοίαζε με πρωτόγνωρα λόγια του ανέμου, με πρωτόγνωρα και γνήσια τραγούδια κάποιου βραχνού χωριάτη. Ήταν ριζωμένη βαθιά στη συνείδησή του η αδυναμία κατανόησης των «ασμάτων» του από τους άλλους: «Αυτά που θα ακούσετε, θα είναι τουλάχιστον καινούργια. Κι αν δεν το καταλαβαίνετε, αν δεν καταλαβαίνετε τον τραγουδιστή, τόσο το χειρότερο! Μη δεν είναι αυτός ο κλήρος του; Μη δεν είναι αυτό που ονομάσανε "Κατάρα του Τροβαδούρου";»
Δεν πρόφτασε να χτίσει εκείνη τη γέφυρα που πάντα επιθυμούσε, από τον άνθρωπο στον Υπεράνθρωπο. Οι προσδοκίες του όμως από το ανθρώπινο είδος δε σταμάτησαν ποτέ να είναι μεγάλες. Όταν ρωτήθηκε για το τι είναι αυτό που αγαπάει στους άλλους, απάντησε: «Τις ελπίδες μου».
Θέλημα
Στην Θελημιτική Θρησκεία, ο Νίτσε είναι άγιος της Γνωστικής Καθολικής Εκκλησίας.
Πάουλο Κοέλιο, είναι Βραζιλιάνος συγγραφέας
Πάουλο Κοέλιο
Ο Πάουλο Κοέλιο είναι Βραζιλιάνος συγγραφέας. (Paulo Coelho de Souza, 25 Αυγούστου 1947)
Ο Πάουλο Κοέλιο γεννήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας. Φοίτησε στην νομική αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του το 1970 για να ταξιδέψει σε Μεξικό, Περού, Βολιβία, Χιλή, στην Ευρώπη και την Βόρεια Αφρική.
Δύο χρόνια αργότερα επέστρεψε στη Βραζιλία και άρχισε να γράφει στίχους για μουσική. Φυλακίστηκε για λίγο καιρό το 1974 για υπονομευτικές δραστηριότητες κατά της βραζιλιάνικης δικτατορίας.
Παρότι Χριστιανός Καθολικός, τα κείμενά του συνδυάζουν με ένα ιδιαίτερο τρόπο τη θρησκευτικότητα και τον μυστικισμό, διαλογισμό και πνευματικές ασκήσεις και εμπειρίες από το μυστικιστικό παρελθόν του, που συχνά ίσως να αντιτίθεται στη γραμμή του επίσημου Καθολικισμού.
Τα θέματά του από την άλλη δεν θα εξέφραζαν συγκεκριμένη θρησκευτική ιδεολογία, αν δεν υπήρχαν τα Καθολικά στοιχεία, αλλά αυτή η διάσταση δεν λαμβάνεται έντονα υπόψη από το κοινό του, καθότι υφίσταται απλά ως υπόβαθρο για την κυρίως ιστορία.
Ενδιαφέρον έχει να πούμε ότι η επίσημη Ελληνική Εκκλησία δεν έχει αντιδράσει θετικά ή αρνητικά για την επιτυχία του στην Ελλάδα (σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις, όπως π.χ. με τον Χάρυ Πότερ).
Πολλά από τα έργα του έχουν μία ιδιαίτερη και μυστικιστική ατμόσφαιρα ενώ πολύ σύνηθες θέμα τους είναι η αφοσίωση σε ένα στόχο και η επίτευξη των ονείρων.
Έχει πουλήσει πάνω από 20 εκατομμύρια βιβλία σε ολόκληρο τον κόσμο και τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε τριανταοκτώ γλώσσες.
Του έχουν απονεμηθεί πολλά λογοτεχνικά βραβεία από διάφορες χώρες, συμπεριλαμβανομένης μιας υποψηφιότητας για το περίφημο Διεθνές Λογοτεχνικό Βραβείο του Δουβλίνου για το "Η Βερόνικα αποφασίζει να πεθάνει".
Βιβλία που έχουν μεταφραστεί στα Ελληνικά
Το ημερολόγιο ενός μάγου (1987)
Ο Αλχημιστής (1988)
Μπρίντα (1990)
Βαλκυρίες (1992)
Στις όχθες του ποταμού Πιέδρα κάθισα και έκλαψα (1994)
Το πέμπτο βουνό (1996)
Το εγχειρίδιο του πολεμιστή του φωτός (1997)
Η Βερόνικα αποφασίζει να πεθάνει (1998)
Ο διάβολος και η δεσποινίδα Πριμ (2000)
Έντεκα λεπτά (2003)
Ταξίδια - Μόνιμος σύντροφος και προσωπικό ημερολόγιο (2004)
Ζαχίρ (2005)
Η μάγισσα του Πορτομπέλο (2006)
Ζωή - Επιλεγμένα αποσπάσματα (2007)
Ο Νικητής είναι μόνος (2008)
Οι Βαλκυρίες (2010)
Άλεφ (2011)
Το χειρόγραφο της Άκρα (2012)
Μοιχεία (2014)
Γιάσερ Αραφάτ, πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής και ηγέτης της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης
Γιάσερ Αραφάτ
1929 – 2004
Ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής και ηγέτης της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, Γιάσερ Αραφάτ (Yasser Arafat).
Γεννήθηκε στις 4 ή 24 Αυγούστου 1929 στο Κάιρο ή την Ιερουσαλήμ -όπως υποστήριζε ο ίδιος.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Μοχάμαντ Αμπντ Αλ Ραούφ Αλ Κούντουα Αλ Χουσέινι.
Ο Αραφάτ σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο πανεπιστήμιο του Καΐρου.
Το 1933, μετά το θάνατο της μητέρας του, εγκαταστάθηκε με τον αδερφό του στην Ιερουσαλήμ.
Το 1944 έγινε μέλος της Ένωσης Παλαιστίνιων φοιτητών και το 1950 μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ένωσης Παλαιστίνιων Φοιτητών.
Την τετραετία 1952 - 1956 διετέλεσε πρόεδρος της Ένωσης Παλαιστίνιων Φοιτητών.
Μία από τις ημερομηνίες «σταθμούς» στη ζωή του ήταν στις 12 Ιανουαρίου 1953, όταν υπέβαλε έγγραφη διαμαρτυρία, γραμμένη με αίμα, προς τον αιγύπτιο ηγέτη, στρατηγό Ναγκίμπ, τονίζοντας «Μην ξεχνάς την Παλαιστίνη».
Το 1959 ο Αραφάτ ίδρυσε το κίνημα Φατάχ που σημαίνει «Κίνημα Απελευθέρωσης της Παλαιστίνης» και το 1968 εξελέγη πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Φάταχ. Από το 1968 διετέλεσε πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (Palestine Liberation Organisation, PLO), ενώ από το 1973 Πρόεδρος της Κεντρικής Επιτροπής της PLO και υπεύθυνος του Πολιτικού Τμήματος. Επίσης, ήταν Γενικός Διοικητής των Παλαιστινιακών Επαναστατικών Δυνάμεων.
Το Νοέμβριο του 1988 το Εθνικό Παλαιστινιακό Συμβούλιο προέβη στην ανακήρυξη ανεξάρτητου Παλαιστινιακού κράτους, στο Αλγέρι, ενώ στις 12 Δεκεμβρίου 1988 ο Αραφάτ αναγνώρισε το δικαίωμα ύπαρξης του Ισραήλ και αποκήρυξε την τρομοκρατία.
Στις 2 Απριλίου 1989 ορίστηκε Πρόεδρος του ανεξάρτητου Παλαιστινιακού κράτους έπειτα από ομόφωνη απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου της PLO στην Τύνιδα και στις 8 Αυγούστου 1989 εξελέγη ομόφωνα Πρόεδρος της Κεντρικής Επιτροπής της οργάνωσης Φάταχ, στο πλαίσιο των εργασιών του 5ου Συνεδρίου της οργάνωσης αυτής.
Στις 3 Φεβρουαρίου 1992 ο Αραφάτ παντρεύτηκε μυστικά την 28χρονη γραμματέα του από την Ιερουσαλήμ, Σούχα Ταουίλ, με την οποία αργότερα απέκτησε μία κόρη, τη Ζάχουα.
Την 1η Ιουνίου 1992 εισήχθη επειγόντως σε νοσοκομείο του Αμμάν και εγχειρίστηκε επιτυχώς για την αφαίρεση θρόμβου από τον εγκέφαλο, αποτέλεσμα αεροπορικού ατυχήματος που είχε πάνω από τη Σαχάρα, τον Απρίλιο.
Στις 13 Σεπτεμβρίου 1993 υπεγράφη στο Λευκό Οίκο, ειρηνευτική συμφωνία με το Ισραήλ, που προέβλεπε την αυτοδιοίκηση στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, ενώ είχε προηγηθεί συμφωνία αμοιβαίας αναγνώρισης Ισραήλ - PLO. Ο ίδιος ήταν παρών στο Λευκό Οίκο.
Δεδομένου ότι είχαν επαναληφθεί οι επαφές ΗΠΑ- PLO, δεν υπέγραψε το κείμενο της συμφωνίας, αλλά αντάλλαξε χειραψία με την ισραηλινή αντιπροσωπεία.
Στις 12 Οκτωβρίου 1993 το Κεντρικό Συμβούλιο της PLO ενέκρινε τη συμφωνία ειρήνης με το Ισραήλ και τον διόρισε επικεφαλής της πρώτης κυβέρνησης στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη.
Στις 18 Μαΐου 1994 τα ισραηλινά στρατεύματα αποχώρησαν από τη Γάζα και την Ιεριχώ, παραδίδοντας την εξουσία στην Παλαιστινιακή Αρχή. Την 1η Ιουλίου 1994 επέστρεψε στη Γάζα έπειτα από 27 χρόνια εξορίας.
Οι Παλαιστίνιοι επεφύλαξαν θερμή υποδοχή στον Αραφάτ, ο οποίος συγκάλεσε την πρώτη σύνοδο της κυβέρνησής του στην οποία κατείχε επίσης το αξίωμα του υπουργού Εσωτερικών.
Στις 20 Ιανουαρίου 1996 εξελέγη πρόεδρος με 88,1% των ψήφων, στις πρώτες παλαιστινιακές εκλογές που διεξήχθησαν στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας.
52 από τα 88 εκλεγμένα μέλη του Εκτελεστικού Συμβουλίου ανήκαν στην Φάταχ.
Στις 15 Ιανουαρίου 1997 σύναψε με τον ισραηλινό πρωθυπουργό συμφωνία η οποία προέβλεπε την αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων από τα 4/5 της πόλης της Χεβρώνας στη Δυτική Όχθη.
Στις 24 Οκτωβρίου 1998 υπέγραψε στο Ουέι Πλαντέισον των ΗΠΑ συμφωνία, η οποία προέβλεπε την αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων από το 13% της Δυτικής Όχθης, με αντάλλαγμα την επιβολή μέτρων ασφαλείας από τους Παλαιστινίους για την αντιμετώπιση των ακραίων στοιχείων.
Η συμφωνία προέβλεπε, επίσης, την απελευθέρωση εκατοντάδων παλαιστινίων κρατουμένων από τις ισραηλινές φυλακές και την έναρξη των διαδικασιών για την τροποποίηση της παλαιστινιακής Χάρτας και την απάλειψη των άρθρων που ζητούσαν την καταστροφή του κράτους του Ισραήλ.
Στις 13 Δεκεμβρίου 2001 το Ισραήλ διέκοψε κάθε επαφή μαζί του και του απαγόρευσε την έξοδο από τη Ραμάλα της Δυτικής Όχθης, όπου βρισκόταν το αρχηγείο του.
Στις 11 Σεπτεμβρίου 2003 το υπουργικό συμβούλιο του Ισραήλ αποφάσισε κατ΄ αρχήν την εκδίωξή του από τα παλαιστινιακά εδάφη.
Στις 5 Οκτωβρίου 2003 κήρυξε τα παλαιστινιακά εδάφη σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Στις 29 Οκτωβρίου 2004 ο Αραφάτ διακομίστηκε με ελικόπτερο από το αρχηγείο του στη Ραμάλα στην Ιορδανία και από εκεί με αεροπλάνο στο Παρίσι, προκειμένου να νοσηλευθεί σε στρατιωτικό νοσοκομείο, ειδικευμένο σε παθήσεις του αίματος.
Πέθανε στις 11 Νοεμβρίου 2004, στο νοσοκομείο Περσί όπου νοσηλευόταν.
Στη νεκρώσιμη ακολουθία, στις 12 Νοεμβρίου, στο Κάιρο, παραβρέθηκαν ηγέτες και εκπρόσωποι απ’ όλο τον κόσμο, ενώ ο ενταφιασμός του έγινε σε ειδικό χώρο στο αρχηγείο του στη Ραμάλα, σε χώμα που μεταφέρθηκε από την Ιερουσαλήμ.
Πολλές θεωρίες έχουν αναπτυχθεί για τις αιτίες του θανάτου του Αραφάτ, με επικρατέστερες αυτές του AIDS, της κίρρωσης ήπατος και της δηλητηρίασης από πολώνιο.
Οι Ελβετοί επιστήμονες, που εξέτασαν την σορό του, έκαναν λόγο για πιθανή δηλητηρίασή του από πολώνιο.
Οι Παλαιστίνιοι θεωρούν ως μόνο ύποπτο για τον θάνατο του Αραφάτ, το Ισραήλ.
Βραβεία - Διακρίσεις
Στις 14 Οκτωβρίου 1994 του απονεμήθηκε το Νόμπελ Ειρήνης από κοινού με τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Γιτζάκ Ράμπιν και τον υπουργό Εξωτερικών Σιμόν Πέρες.
Στις 11 Οκτωβρίου 2001, κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, με την ευκαιρία του συνεδρίου του ΠΑΣΟΚ, του απονεμήθηκε το χρυσό κλειδί της πόλης των Αθηνών.
Ζαν Μισέλ Ζαρ, είναι Γάλλος συνθέτης, μουσικός, περφόρμερ και μουσικός παραγωγός
Ζαν Μισέλ Ζαρ
Ο Ζαν Μισέλ Ζαρ (Jean Michel André Jarre), γεννημένος στις 24 Αυγούστου 1948, είναι Γάλλος συνθέτης, μουσικός, περφόρμερ και μουσικός παραγωγός. Υπήρξε πρωτοπόρος στην ηλεκτρονική μουσική, όπως και στα είδη της Ambient και New Age μουσικής, και είναι γνωστός ως οργανωτής υπαίθριων θεαμάτων που συνοδεύουν τη μουσική του, με φωτισμούς λέιζερ και πυροτεχνήματα.
Η πρώτη του επιτυχία ήταν το άλμπουμ του 1976 Oxygène. Ηχογραφημένο σε ένα αυτοσχέδιο στούντιο στο σπίτι του, πούλησε περί τα 12 εκατομμύρια αντίτυπα.
Ακολούθησε το 1978 το Équinoxe (= «Ισημερία») και το επόμενο έτος ο Ζαρ έδωσε συναυλία σε πάνω από ένα εκατομμύριο ακροατές στην Πλας ντε λα Κονκόρντ του Παρισιού, ένα ρεκόρ που έχει από τότε καταρρίψει τρεις φορές.
Αρκετά από τα άλμπουμ του έχουν κυκλοφορήσει ταυτόχρονα με την πραγματοποίηση μεγάλων υπαίθριων events.
Ο Ζαν Μισέλ Ζαρ υπήρξε ο πρώτος δυτικός μουσικός στον οποίο επιτράπηκε να πραγματοποιήσει συναυλίες στη Λαϊκή Κίνα (από όπου προέκυψαν τα «Κοντσέρτα της Κίνας»), ενώ κατέχει και το παγκόσμιο ρεκόρ για το μεγαλύτερο ακροατήριο σε υπαίθρια εκδήλωση. Καθώς φαίνεται και από τίτλους των άλμπουμ και κομματιών του, εμπνέεται αρκετά από τις φυσικές επιστήμες.
Τα πρώτα χρόνια, επιρροές και εκπαίδευση
Ο Ζαν Μισέλ Ζαρ γεννήθηκε στη Λυών. Ο πατέρας του ήταν ο γνωστός (κυρίως για τη δουλειά του στον κινηματογράφο) μουσικοσυνθέτης Μωρίς Ζαρ και η μητέρα του η αντιστασιακή και επιζήσασα από στρατόπεδο συγκέντρωσης Φρανς Πεζό (France Pejot).
Ο πατέρας του μετακόμισε στις ΗΠΑ όταν ο Ζαν Μισέλ ήταν 5 ετών, αφήνοντάς τον με τη μητέρα του.
Οι δυο τους δεν ξανασυναντήθηκαν μέχρι που ο Ζαν Μισέλ έγινε 18 ετών. Τα πρώτα οκτώ χρόνια της ζωής του περνούσε έξι μήνες κάθε χρόνο στο διαμέρισμα του παππού και της γιαγιάς του στο Perrache της Λυών.
Ο παππούς του Ζαν Μισέλ έπαιζε όμποε, ενώ ήταν και μηχανικός και εφευρέτης, καθώς είχε σχεδιάσει έναν πρωτότυπο μίκτη ήχου που χρησιμοποιήθηκε στον ραδιοφωνικό σταθμό της Λυών (Radio Lyon). Δώρισε στον εγγονό του το πρώτο του γραμμόφωνο.
Ψηλά από το μπαλκόνι του ο νέος μπορούσε να βλέπει καλλιτέχνες του δρόμου στη δουλειά τους, μία εμπειρία που αργότερα δήλωσε ότι είχε επίδραση στην τέχνη του.
Ο Ζαρ δυσκολεύθηκε με τις σπουδές του στο κλασικό πιάνο. Ταυτόχρονα, ένα γενικότερο ενδιαφέρον για τα μουσικά όργανα του δημιουργήθηκε καθώς συχνά συνόδευε τη μητέρα του στο τζαζ κλαμπ Le Chat Qui Pêche (= «Η γάτα που ψαρεύει»), στο Παρίσι, όπου οι σαξοφωνίστες `Αρτσι Σεπ και Τζον Κολτρέιν, καθώς και οι τρομπετίστες Ντον Τσέρρυ και Τσετ Μπέικερ ήταν τακτικοί εκτελεστές.
Αυτές οι πρώτες εμπειρίες από την τζαζ του εμφύσησαν την ιδέα πως η μουσική μπορεί να είναι «περιγραφική χωρίς στίχους». Επηρεάσθηκε επίσης από το έργο του Γάλλου καλλιτέχνη Πιερ Σουλάζ, από μία έκθεσή του στο Παρίσι. Οι ζωγραφιές του Σουλάζ είχαν πολλαπλά στρώματα χρώματος και ο Ζαρ αναγνώρισε ότι με τη σύγχρονη τεχνολογία «για πρώτη φορά στη μουσική μπορούσες να ενεργήσεις ως ζωγράφος με τις συχνότητες και τους ήχους».
Αλλά και η παλαιότερη μουσική άσκησε επίδραση επάνω του: σε μία συνέντευξή του το 2004 μίλησε για την επίδραση μιας εκτελέσεως της Ιεροτελεστίας της `Ανοιξης (1913) του Στραβίνσκι: «Υπήρξε ένα τεράστιο σοκ... ...Αμέσως μετά άκουσα το Georgia on My Mind του Ρέι Τσαρλς και συνειδητοποίησα πως η μουσική μπορεί να μιλήσει απευθείας στα σπλάγχνα σου...
...Δεν υπήρχε διανοητική διαδικασία και αυτό ήταν υπέροχο».
Σε νεαρή ηλικία ο Ζαρ έβγαζε χρήματα από τη ζωγραφική, εκθέτοντας κάποια έργα του στην Πινακοθήκη της Λυών, και παίζοντας σε μια μπάντα με την ονομασία Mystère IV. Ενώ ακόμα φοιτούσε στο Λύκειο Michelet, η μητέρα του φρόντισε για τις μουσικές σπουδές του: κανόνισε να πάρει μαθήματα στην αρμονία, την αντίστιξη και τη φούγκα με τη Jeannine Rueff του Ωδείου των Παρισίων (Conservatoire de Paris).
Το 1967 έπαιζε κιθάρα στη μπάντα The Dustbins. Προέβαινε στην ανάμιξη οργάνων όπως η ηλεκτρική κιθάρα και το φλάουτο με άλλους ήχους. Περισσότεροι πειραματισμοί ακολούθησαν το 1968, όταν άρχισε να χρησιμοποιεί ραδιόφωνα και άλλες συσκευές, αλλά πιο καθοριστική υπήρξε η ένταξή του το 1969 στην «Ομάδα Μουσικών Ερευνών» (Groupe de Recherches Musicales, GRM), τότε υπό τη διεύθυνση του Πιερ Σεφέρ.
Ο Ζαρ γνώρισε το modular συνθεσάιζερ του Moog και πέρασε καιρό εργαζόμενος στο στούντιο του σημαντικού Γερμανού συνθέτη Στοκχάουζεν στην Κολωνία.
Στην κουζίνα του διαμερίσματός του στη Rue de la Trémoille στο Παρίσι, κοντά στα Ηλύσια, ο Ζαρ έστησε ένα μικρό στούντιο για ηχογραφήσεις, με το πρώτο του συνθεσάιζερ, ένα EMS VCS 3, και ένα EMS Synthi AKS, συνδεδεμένα με μαγνητόφωνα.
Για μία έκθεση το 1969 στη Ρενς ο Ζαρ έγραψε το πεντάλεπτο τραγούδι "Happiness Is a Sad Song", αλλά η πρώτη του εμπορική κυκλοφορία έγινε την ίδια χρονιά με ένα άλλο κομμάτι, το La Cage, ένα μίγμα αρμονίας, εφέ μαγνητοταινίας και συνθεσάιζερ.
Δεκαετία του 1970
Το 1971 ο Ζαρ δέχθηκε μία παραγγελία από τον χορογράφο Νόρμπερτ Σμούκι (Norbert Schmucki) για ένα μπαλέτο, το AOR, στο Παλαί Γκαρνιέ. Συνέθεσε και άλλη μουσική για μπαλέτο, θέατρο, διαφημίσεις και τηλεοπτικές εκπομπές, όπως και μουσική και στίχους για καλλιτέχνες όπως οι Πατρίκ Ζυβέ και Κριστόφ.
Το 1972 ο Ζαρ έγραψε τη μουσική για την ταινία Les Granges Brûlées με τους Αλαίν Ντελόν και Σιμόν Σινιορέ, και για το Διεθνές Φεστιβάλ Μαγείας.
Το ίδιο έτος κυκλοφόρησε και το πρώτο του σόλο άλμπουμ, το Deserted Palace.
Το 1973–74 έγραψε μουσική για τη Françoise Hardy και τον Ζεράρ Λενορμάν, ενώ σκηνοθέτησε και την παράσταση του Κριστόφ στο «Ολυμπιά».
Το χαμηλού κόστους άλμπουμ Oxygène, το 1976, ηχογραφημένο στο στούντιο του σπιτιού του, έκανε τον Ζαρ διεθνώς γνωστό.
Αποτελείται από έξι αριθμημένα κομμάτια συνθεσάιζερ που χρησιμοποιούν πολύ τη μελωδία αντί του ρυθμού.
Η ηχώ χρησιμοποιήθηκε ελεύθερα σε διάφορα ηχητικά εφέ που δημιουργήθηκαν με το συνθεσάιζερ VCS3.
Αρχικώς το Oxygène είχε προβλήματα στη διανομή του.
Ο Ζαρ απορρίφθηκε από αρκετές δισκογραφικές εταιρείες, μέχρι που μία άλλη μαθήτρια του Σεφέρ, η Ελέν Ντρεϋφύς, έπεισε τον σύζυγό της να το κυκλοφορήσει από την εταιρεία του, την Disques Motors.
Ως τον Απρίλιο του 1977 ο δίσκος είχε πουλήσει 70.000 αντίτυπα στη Γαλλία.
Ο διευθυντής της Disques Motors Stanislas Witold δήλωνε τότε σε συνέντευξή του: «Κατά μία έννοια στοιχηματίζουμε τα περισσότερα στον Ζαν Μισέλ Ζαρ. Είναι μία εξαίρεση και είμαστε βέβαιοι ότι μέχρι το 1980 θα έχει αναγνωρισθεί παγκοσμίως».
Το Oxygène έχει πουλήσει από τότε περί τα 12 εκατομμύρια αντίτυπα, γεγονός που το καθιστά τον γαλλικό δίσκο με τις μεγαλύτερες πωλήσεις όλων των εποχών. Επιπλέον, περιέχει το πλέον αναγνωρίσιμο σινγκλ του καλλιτέχνη, το «Oxygène IV», που έφθασε το νο. 4 των σινγκλ στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Το επόμενο άλμπουμ του Ζαρ, το Équinoxe, κυκλοφόρησε το 1978. Δημιουργήθηκε με sequencers και περιέχει μουσική με πιο κλασικό και μπαρόκ ύφος από το Oxygène, με περισσότερη έμφαση στην ανάπτυξη της μελωδίας. Υπήρξε λιγότερο επιτυχημένο εμπορικά από το Oxygène.
Ωστόσο, το επόμενο έτος ο Ζαρ έδωσε μία μεγάλη υπαίθρια συναυλία κατά την ημέρα της γαλλικής εθνικής εορτής στην Place de la Concorde του Παρισιού: το δωρεάν υπαίθριο θέαμα και ακρόαμα δημιούργησε ένα νέο παγκόσμιο ρεκόρ για τον μεγαλύτερο αριθμό ακροατών σε υπαίθρια συναυλία, με πάνω από 1 εκατομμύριο παρόντες (και άλλα 100 εκατομμύρια από την τηλεόραση σε ζωντανή μετάδοση).
Παρότι δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Ζαρ έδινε συναυλία (είχε προηγηθεί μία στο Μπαλέτο της `Οπερας των Παρισίων), το 40λεπτο αυτό ακρόαμα-πολυθέαμα, που περιελάμβανε προβολές φωτός, εικόνων και πυροτεχνήματα, χρησίμευσε ως οδηγός για τα μελλοντικά κοντσέρτα του Ζαρ. Η δημοφιλία του χρησίμευσε στην απότομη αύξηση των πωλήσεων: άλλες 800.000 δίσκοι πουλήθηκαν μεταξύ της 14ης Ιουλίου και της 31ης Αυγούστου 1979.
1980–1984
Ως την ημέρα της κυκλοφορίας του τρίτου άλμπουμ του Ζαρ, των Μαγνητικών πεδίων (Les Chants Magnétiques), στις 20 Μαΐου 1981, τα Oxygène και Équinoxe είχαν πραγματοποιήσει παγκόσμιες πωλήσεις περίπου 6 εκατομμυρίων. Στους δύο πρώτους μήνες το νέο άλμπουμ πούλησε περί τα 200.000 αντίτυπα μόνο στη Γαλλία. Ο δίσκος αυτός χρησιμοποίησε ήχους από το Fairlight CMI, ένα νέο όργανο του οποίου ο Ζαρ υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους. Η ψηφιακή του τεχνολογία επέτρεψε στον συνθέτη να συνεχίσει τους ηχητικούς πειραματισμούς του με νέους τρόπους.
Η κυκλοφορία του νέου δίσκου συνέπεσε με την πρώτη περιοδεία του Ζαρ στο εξωτερικό: Το 1981 η βρετανική πρεσβεία στο Πεκίνο έδωσε στον εκεί ραδιοσταθμό αντίγραφα των Oxygène και Équinoxe, τα οποία έγιναν τα πρώτα κομμάτια ξένης μουσικής που μεταδόθηκαν από την κινεζική εθνική ραδιοφωνία μετά από δεκαετίες. Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας προσκάλεσε τότε τον Ζαρ να γίνει ο πρώτος δυτικός μουσικός που θα έπαιζε σε αυτή, με τα Κοντσέρτα της Κίνας. Οι συναυλίες προγραμματίσθηκε να γίνουν από τις 18 Οκτωβρίου ως τις 5 Νοεμβρίου 1981. Η πρώτη, στο Πεκίνο, έγινε ενώπιον κοινού που το αποτελούσαν κυρίως αξιωματούχοι. Πριν την έναρξή της οι τεχνικοί συνειδητοποίησαν ότι δεν υπήρχε αρκετή ηλεκτρική ισχύς για τις συνδυασμένες ανάγκες της σκηνής και του χώρου. Οι Κινέζοι αρμόδιοι έλυσαν το πρόβλημα κόβοντας για λίγο το ρεύμα στις γύρω συνοικίες. Το στάδιο είχε σχεδόν γεμίσει όταν άρχισε η συναυλία, αλλά καθώς η κυκλοφορία των λεωφορείων στο Πεκίνο σταματούσε στις 10 το βράδυ, περίπου οι μισοί ακροατές έφυγαν πριν από το τέλος της. Γενικά, ο ενθουσιασμός του κοινού στο Πεκίνο ήταν μικρός, όπως και το χειροκρότημα. Αλλά στον δεύτερο σταθμό της περιοδείας, τη Σαγκάη, ο Ζαρ ενεθάρρυνε ενεργά τη συμμετοχή του κοινού κατεβαίνοντας μέσα στο πλήθος, το οποίο έγινε έτσι πολύ πιο εκδηλωτικό από ό,τι στο Πεκίνο. Ηχογραφήσεις των συναυλιών, που είχαν και ένα από τα γνωστά από τον Ζαρ ηλεκτρονικά όργανα, την «άρπα λέιζερ», κυκλοφόρησαν σε διπλό δίσκο βινυλίου το 1982.
Η Μουσική για τα σούπερ-μάρκετ (Musique pour Supermarché) γράφτηκε για μία εκτέλεση στην έκθεση τέχνης "Supermarché". Ο Ζαρ επέτρεψε στο Radio Luxembourg να την αναμεταδωσει στο σύνολό της και χωρίς διακοπές, προτού δημοπρατήσει ένα αντίτυπο σε βινύλιο στις 5 Ιουλίου 1983 στο Παρίσι. Η πώληση επέφερε περί τα 70.000 φράγκα. Μετά, σε μία «διαμαρτυρία για την ανόητη βιομηχανοποίηση της μουσικής», ο Ζαρ υποσχέθηκε να κάψει τις αρχικές μαγνητοταινίες με την παρουσία επιτροπής. Μέρη του κατεστραμμένου άλμπουμ ξαναδουλεύτηκαν αργότερα στην επόμενη κυκλοφορία του Ζαρ, το Zoolook. Σε αυτό η Λώρι Άντερσον έδωσε τη φωνή της για το κομμάτι "Diva". Πολλοί μουσικοί, ανάμεσά τους οι Adrian Belew και Μάρκους Μίλερ, είχαν επίσης σημαντική συνεισφορά[28]. Το άλμπουμ ήταν κάπως λιγότερο επιτυχημένο από τα προηγούμενα.
1985–1989
Το 1985 ο Ζαρ προσκλήθηκε από τον μουσικό διευθυντή της `Οπερας του Χιούστον να δώσει μία συναυλία για τον εορτασμό των 150 ετών από την ανεξαρτησία του Τέξας. Δέχθηκε μετά από μία επίσκεψή του στην πόλη. Το 1985 ήταν επίσης η 25η επέτειος από την ίδρυση του Διαστημικού Κέντρου Τζόνσον της NASA στο Χιούστον, η οποία ήρθε σε επαφή με τον Ζαρ ώστε να ενσωματώσει και αυτή την επέτειο μέσα στη συναυλία του.
Το Rendez-Vous δημιουργήθηκε μέσα σε μία περίοδο περίπου δύο μηνών και, όπως το Zoolook, εμπεριέχει στοιχεία από το Μουσική για τα σούπερ-μάρκετ. Οι τρεις κινήσεις του αντιπροσωπεύουν την ανάπτυξη του Χιούστον από μία αγροτική οικονομία σε παραγωγό διαστημικής τεχνολογίας. Μπαρόκ στο ύφος, το άλμπουμ χρησιμοποιεί ένα μίγμα κόρνων, τρομπονιών και βιολιών, μαζί με συνθεσάιζερ Elka Synthex.
Ο Ζαρ συνεργάσθηκε με αρκετούς από τους αστροναύτες που είχαν βάση το Χιούστον, μεταξύ αυτών με τον Μπρους Μακκάντλες και τον πρώην τζαζίστα Ρόναλντ Μακνάιρ, που επρόκειτο να παίξει σαξόφωνο στο κομμάτι "Rendez-Vous VI", ηχογραφημένο στο διάστημα, σε συνθήκες ελλείψεως βαρύτητας.
Αυτή η ζωντανή μετάδοση δεν έγινε ποτέ εξαιτίας της Καταστροφής του Τσάλεντζερ στις 28 Ιανουαρίου 1986. Σκέφθηκαν τότε για ματαίωση και της συναυλίας, αλλά ο Μακκάντλες επικοινώνησε με τον Ζαρ και τον προέτρεψε να προχωρήσει, στη μνήμη των μελών του πληρώματος του Τσάλεντζερ.
Το κομμάτι για σαξόφωνο του Μακνάιρ ηχογραφήθηκε από τον as recorded by Κερκ Χουάλουμ (Whalum) και επανατιτλοφορήθηκε «Το κομμάτι του Ρον».
Περίπου δύο χιλιάδες προβολείς προέβαλαν εικόνες πάνω σε κτήρια και γιγάντιες οθόνες σε ύψος μέχρι και 360 μέτρων, μεταμορφώνοντας τους ουρανοξύστες του Χιούστον σε ένα εξίσου θεαματικό φόντο για μια περίτεχνη επίδειξη πυροτεχνημάτων και λέιζερ.
Η συναυλία «Rendez-vous Houston» μπήκε στο Βιβλίο Γκίνες για το κοινό του, πάνω από 1,5 εκατομμύριο, που κατέρριψε το προηγούμενο ρεκόρ του ίδιου του Ζαρ από το 1979. Το θέαμα υπήρξε τόσο εντυπωσιακό, ώστε μία γειτονική λεωφόρος μπλοκαρίστηκε από τα διερχόμενα αυτοκίνητα, αναγκάζοντας τις αρχές να την κλείσουν για τη διάρκεια της συναυλίας. Αρκετούς μήνες αργότερα ο Ζαρ έπαιξε σε ένα ακροατήριο περίπου ενός εκατομμυρίου στη γενέτειρά του Λυών, με την ευκαιρία της επισκέψεως στην πόλη του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β΄. Παρακολουθώντας από τον καθεδρικό ναό της Λυών, ο Πάπας άρχισε τη συναυλία με μία ευλογία.
Το 1988 ο Ζαρ κυκλοφόρησε το Revolutions, ένα άλμπουμ που γεφυρώνει πολλά είδη μουσικής: symphonic industrial, ελαφρή ποπ, αραβικές επιδράσεις και έθνικ electro τζαζ. Μία δίωρη συναυλία με τίτλο Destination Docklands προγραμματίσθηκε να γίνει στην αποβάθρα Royal Victoria Dock στο Ανατολικό Λονδίνο τον Σεπτέμβριο 1988. Κοντά στο κέντρο της πόλης, η τοποθεσία επιλέχθηκε εν μέρει για την ερήμωσή της και επειδή ο Ζαρ ένιωθε ότι η αρχιτεκτονική ταίριαζε ιδανικά με τη μουσική του. Αλλά το δημοτικό συμβούλιο του Νιούχαμ απέρριψε την αίτηση για τη σχετική άδεια. Μετά από βελτιώσεις στην ασφάλεια ο Ζαρ τελικά απέσπασε την υπό όρους έγκριση στις 28/9/1988 για δύο παραστάσεις, στις 8 και 9 Οκτωβρίου.
Η πλωτή σκηνή από όπου έδωσαν τη συναυλία ο Ζαρ και οι μουσικοί του στήθηκε πάνω σε 4 μεγάλες μαούνες. Μεγάλες οθόνες κατασκευάσθηκαν ειδικά για την περίσταση και ένα από τα κτίσματα που θα δέχονταν τις προβολές βάφτηκε άσπρο. Προβολείς του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου εγκαταστάθηκαν για να φωτίσουν τον ουρανό και τα γύρω αρχιτεκτονήματα. Εκτός από το κοινό στους γύρω δρόμους και πάρκα, 200 χιλιάδες άνθρωποι παρακολούθησαν τον Ζαρ και καλλιτέχνες όπως τον κιθαρίστα Χανκ Μάρβιν να παίζουν σε όχι ιδανικές συνθήκες. Η κακοκαιρία είχε απειλήσει να αποσπάσει τη σκηνή από τις δέστρες. Η δύναμη του ανέμου παρέσυρε και τις τηλεοπτικές κάμερες. Το ακροατήριο, που περιελάμβανε την πριγκίπισσα Νταϊάνα, καταβράχηκε το δεύτερο βράδυ από τη βροχή.
Δεκαετία του 1990
Το 1990 ο Ζαρ κυκλοφόρησε τον δίσκο En Attendant Cousteau, εμπνευσμένο από τον Γάλλο εξερευνητή των ωκεανών Ζακ-Υβ Κουστώ. Και πάλι την ημέρα της γαλλικής εθνικής εορτής έδωσε συναυλία στη Λα Ντεφάνς στο Παρίσι, που την παρακολούθησαν δύο περίπου εκατομμύρια άνθρωποι - ένα ακόμα παγκόσμιο ρεκόρ.
Αργότερα είχε την ιδέα μιας συναυλίας κοντά στις πυραμίδες του Τεοτιουακάν στο Μεξικό, η οποία θα λάβαινε χώρα κατά τη διάρκεια της εκλείψεως Ηλίου της 11ης Ιουλίου 1991. Ωστόσο, η αποστολή του απαραίτητου εξοπλισμού καθυστέρησε και το ναυάγιο στον Ατλαντικό Ωκεανό ενός φορτηγού πλοίου με την ειδικά κατασκευασμένη πυραμιδοειδή σκηνή και άλλο τεχνικό εξοπλισμό κατέστησε αδύνατη την πραγμάτωση της συναυλίας.
Η απογοήτευση του Ζαρ ήταν μεγάλη. Περίπου δύο χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε το Chronologie, ένα δίσκο επηρεασμένο από τη μουσική techno. Από την άποψη της τεχνικής το άλμπουμ αποτελεί μία αναδρομή στη σύλληψη της περιόδου των επιτυχημένων Oxygène και Équinoxe, όπου μια μεγαλόπρεπη εισαγωγή προηγείται πιο ρυθμικών κομματιών.
Υπάρχει η παραδοσιακή «συλλογή» μουσικών οργάνων του Ζαρ, όπως των ARP 2600 και Minimoog, όπως και νεότερων συνθεσάιζερ, π.χ. των Roland JD-800 και Kurzweil K2000. Το Chronologie περουσιάσθηκε σε μία σειρά 16 παραστάσεων ανά την Ευρώπη (Λωζάνη, Μον-Σαιν-Μισέλ, Λονδίνο, Μάντσεστερ, Βαρκελώνη, Σεβίλλη και Παλάτι των Βερσαλλιών), που αποκλήθηκε Europe In Concert. Μία συναυλία δόθηκε στο Χονγκ Κονγκ τον Μάρτιο του 1994 για τα εγκαίνια του νέου σταδίου της πόλης.
Ο Ζαρ εκτέλεσε πολλές από τις γνωστότερες επιτυχίες του στη «Συναυλία για την Ανεκτικότητα» (Concert for Tolerance) τον Ιούλιο 1995, με αφορμή τον εορτασμό για τα 50 χρόνια από την ίδρυση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Τον επόμενο Δεκέμβριο δημιούργησε τον ιστοτόπο "A Space for Tolerance", με μουσική από το En Attendant Cousteau, που παίζεται ενώ ο χρήστης περιηγείται μια ποικιλία «οπτικών κόσμων».
Το 1997 ο Ζαρ επέστρεψε στα αναλογικά συνθεσάιζερ της δεκαετίας του 1970 με τον δίσκο του Oxygène 7–13, αφιερωμένο στον μέντορά του στην «Ομάδα Μουσικών Ερευνών», τον Πιέρ Σεφέρ, που είχε πεθάνει δύο χρόνια πριν Σε συνέντευξη στην εφημερίδα The Daily Telegraph είπε:
«Το συναρπαστικό στοιχείο του να είσαι σε θέση να εργάζεσαι πάνω στους ήχους με ένα «χειριστικό», άμεσο τρόπο, είναι αυτό που με τράβηξε εξαρχής στην ηλεκτρονική μουσική ... Η απουσία περιορισμών είναι πολύ επικίνδυνη. Είναι όπως η διαφορά για ένα ζωγράφο μεταξύ του να παίρνει τέσσερα σωληνάρια με τα τέσσερα βασικά χρώματα και του να κάθεται μπροστά σε έναν υπολογιστή με δύο εκατομμύρια χρώματα: θα πρέπει να δεις τα δυο εκατομμύρια χρώματα και όταν φθάσεις στο τελευταίο έχεις προφανώς ξεχάσει το πρώτο. Κατά τη δεκαετία του 1980 γίναμε αρχειοθέτες και ως αποτέλεσμα το καθετί ψυχράνθηκε».
Τον Σεπτέμβριο 1997 ο Ζαρ δημιούργησε το τέταρτο ρεκόρ του για το πολυπληθέστερο κοινό σε υπαίθρια συναυλία παγκοσμίως, με ένα κοντσέρτο στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας, εορτάζοντας τα 850 χρόνια από την ίδρυση της Μόσχας: περί τα 3,5 εκατομμύρια παρακολούθησαν τη συναυλία.
Μία ακόμα μεγάλη συναυλία του Ζαρ έγινε στις 31 Δεκεμβρίου 1999, στην αιγυπτιακή έρημο κοντά στην Γκίζα: Τα δώδεκα όνειρα του Ηλίου εόρτασαν τον ερχομό του έτους 2000 και ταυτόχρονα προσέφεραν μία πρόγευση του επόμενου δίσκου του, Métamorphoses. Η συναυλία-σόου περιελάμβανε πάνω από χίλιους τοπικούς καλλιτέχνες και μουσικούς. Βασιζόταν στην αρχαία αιγυπτιακή μυθολογία σχετικά με το ταξίδι του ήλιου και τις επιδράσεις του πάνω στην ανθρωπότητα.
Δεκαετία του 2000
Ο Ζαρ κυκλοφόρησε το τελευταίο του φωνητικό άλμπουμ, τις Métamorphoses, το 2000. Με αυτό απομακρύνεται από τα παλαιότερα έργα του. Τα ηχητικά εφέ περιλαμβάνουν ραδιοπαρεμβολές από κινητά τηλέφωνα, καθώς και ένα πρόγραμμα υπολογιστή - γεννήτρια στίχων, στο κομμάτι "Love, Love, Love". Συμμετείχαν η Λώρι Άντερσον, η Νατάσα Άτλας και η Σάρον Κορ.
«Κοιτώντας πίσω, απόλαυσα το Oxygène 7–13, αλλά όταν το τελείωσα ήξερα πως έπρεπε να κάνω μία νέα αρχή. Να πάω κάπου τελείως διαφορετικά. Οι Metamorphoses είναι σαν μια λευκή σελίδα για μένα, μία καινούργια αρχή.»
Ακολούθησαν το 2001 ο δίσκος Interior Music, που δεν έχει κυκλοφορήσει στο εμπόριο, και το 2002 ο Sessions 2000, ένα σύνολο πειραματικών κομματιών synth-jazz διαφοροποιημένα από το προηγούμενο έργο του, που απέσπασε καλές κρτικές από το περιοδικό Billboard Magazine. Μία συναυλία τον Σεπτέμβριο του 2002 σε ένα αιολικό πάρκο κοντά στο Άλμποργκ της Δανίας αποδείχθηκε άτυχη όταν 22 χιλιοστά βροχής έπεσαν στον χώρο της, προκαλώντας μεγάλες καθυστερήσεις.
Το 2003 ο Ζαρ κυκλοφόρησε τη Γεωμετρία του έρωτα (Geometry of Love), μία παραγγελία από τον Ζαν-Ρος ως μουσική για το κλαμπ του (το V.I.P. Room) στη Γαλλία.
Περιέχει ένα μίγμα μουσικής «electro-chill», με πινελιές του πιο παραδοσιακού του ύφους. Τον Οκτώβριο του 2004 επιστρέφει στην Κίνα για να εγκαινιάσει τις πολιτιστικές ανταλλαγές του εκεί «`Ετους Γαλλίας» και δίνει δύο παραστάσεις: την πρώτη στη Μεσημβρινή Πύλη της Απαγορευμένης Πόλης και τη δεύτερη στην Πλατεία Τιενανμέν. Αμφότερες μεταδόθηκαν ζωντανά από την τηλεόραση σε όλη τη χώρα. Ο Ζαρ εδώ συνεργάσθηκε με τον μουσικό Τσεν Λιν. Ως συνοδεία του παραδοσιακού του ρεπερτορίου, 600 προβολείς φώτιζαν με χρωματιστό φως και εικόνες διάφορες οθόνες και αντικείμενα.
Τον Σεπτέμβριο 2004 ο Ζαρ κυκλοφόρησε το AERO, ένα DVD και CD μαζί σε ένα πακέτο. Περιείχε επανηχογραφήσεις μερικών από τα διασημότερα κομμάτια του, όπως από τα Oxygène και Équinoxe. Το DVD δείχνει την εικόνα των ματιών της ηθοποιού Ανν Παριγιώ καθώς άκουγε τον δίσκο. Ο Ζαρ χρησιμοποίησε τη μινιμαλιστική αυτή οπτική κάλυψη για να ενισχύσει το ηχητικό περιεχόμενο. Η μίξη ήχου για το CD έγινε σε super-stereo.
Στα πλαίσια του ρόλου του ως «πρεσβευτή καλής θελήσεως» της UNESCO, ο Ζαρ έδωσε μία συναυλία με τον τίτλο «Νερό για τη ζωή» στο Μαρόκο, στις 16 Δεκεμβρίου 2006, με αφορμή το «διεθνές έτος για την ερημοποίηση». Η παράσταση δόθηκε μπροστά από τους αμμόλοφους του Εργκ Τσεμπί στη Σαχάρα και την παρακολούθησαν δωρεάν περίπου 25.000 άνθρωποι. Εικόνες νερού και περιβάλλοντος προβάλλονταν σε εννέα κάθετες οθόνες. Με την ευκαιρία της συναυλίας κατασκευάσθηκαν στην τοποθεσία μερικές δημόσιες βρύσες με πόσιμο νερό και ηλεκτρική εγκατάσταση, κατασκευές που παρέμειναν ως μόνιμες υποδομές. Ο Ζαρ συνοδευόταν από 60 και πλέον Μαροκινούς καλλιτέχνες.
Στις 26 Μαρτίου 2007 ο Ζαρ κυκλοφόρησε τον δίσκο Téo & Téa, όπου περιγράφει τους δυο κατασκευασμένους στον υπολογιστή χαρακτηρες στο κλιπ του κομματιού του τίτλου ως «εικονικά δίδυμα», αρσενικό και θηλυκό. Ο δίσκος υποτίθεται πως περιγράφει τα διαφορετικά στάδια μιας ερωτικής σχέσης και εξερευνά την ιδέα ότι η διάρκεια τέτοιων σχέσεων είναι αδύνατο να πρόβλεφθεί. Ο δίσκος σηματοδοτεί μία κίνηση μακριά από τα εικονικά όργανα και υπολογιστές που χρησιμοποιούσε ο Ζαρ, καθώς περιλαμβάνει μουσική από απλοποιημένα όργανα, μεταξύ των οποίων και αρκετά νέα και πρωτότυπα.
Τον Αύγουστο του 2007 ο Ζαρ υπέγραψε συνεργασία με την EMI Γαλλίας. Τον Νοέμβριο κυκλοφόρησε ένα επετειακό «πακέτο» με ζωντανή ηχογράφηση του κλασικού του Oxygène, σε τριδιάστατο DVD, CD και συνηθισμένο DVD υπό τον τίτλο Oxygène: New Master Recording.
Για πρώτη φορά στην περίπτωση του Ζαρ, το άλμπουμ ηχογραφήθηκε ζωντανό, χωρίς αναπαραγωγή από μαγνητοταινία ή σκληρό δίσκο, με συμμετοχή των Φ. Ριμπέρ, Κλωντ Σαμάρ και Ντομινίκ Περιέ. Περιέχει τρία έξτρα κομμάτια που δεν βρίσκονται αλλού. Την ίδια περίοδο ο Ζαρ χτίζει ένα νέο ιδιωτικό στούντιο ηχογραφήσεων στα προάστια του Παρισιού.
Τον Δεκέμβριο 2007 ο Ζαρ έδωσε 10 συναυλίες (Oxygène Live) στο Παρίσι, στο Θέατρο Μαρινύ. Αργότερα, το 2008, ο Ζαρ έδωσε αρκετές άλλες συναυλίες για να εορτάσει την τριακοστή επέτειο του Oxygène, σε ευρωπαϊκά θέατρα. Μετά από μία τέτοια παράσταση στο Royal Albert Hall ο Ζαρ συνάντησε τον Μπράιαν Μέι, που του πρότεινε μία συναυλία στην Τενερίφη για το Διεθνές Έτος Αστρονομίας, αλλά η έλλειψη χορηγιών ματαίωσε το εγχείρημα, παρά την έντονη επιθυμία του Ζαρ.
Το 2009 ο Ζαρ επιλέχθηκε ως ο καλλιτεχνικός διευθυντής του World Sky Race και επίσης δέχθηκε τον ρόλο του «πρεσβευτή καλής θελήσεως» για το Διεθνές Έτος Αστρονομίας.
Δεκαετία του 2010
Στις 10 Ιουνίου 2010 ο Ζαρ τιμήθηκε με βραβείο για τη συνολική προσφορά του από το μουσικό περιοδικό Mojo.
Στις 30 Μαΐου 2011 κυκλοφόρησε το διπλό CD Essentials & Rarities, μία ανθολογία των γνωστότερων έργων του μαζί με κομμάτια που γράφτηκαν πριν από το Oxygene (ο δίσκος Rarities).
Την 1η Ιουλίου 2011 ο Ζαρ πραγματοποίησε μία μεγάλη συναυλία στο Μονακό στα πλαίσια των εορτασμών των γάμων του πρίγκιπα Αλβέρτου.
Προσωπική ζωή
Ο Ζαν Μισέλ Ζαρ έχει νυμφευθεί τρεις φορές. Πρώτα με τη Φλορ Γκυγιάρ (Flore Guillard), στις 20 Ιανουαρίου 1975. Η κόρη τους Εμιλί Σαρλότ έγινε μοντέλο. Το ζεύγος χώρισε το 1977. Σε μία δεξίωση στο Σεν Τροπέ το 1976 ο Ζαρ συνάντησε την πιο διάσημη ίσως από τις τρεις συζύγους του, την Αγγλίδα ηθοποιό Σαρλότ Ράμπλινγκ. Και οι δύο ήταν έγγαμοι, αλλά πήραν διαζύγιο (η Ράμπλινγκ ήταν παντρεμένη με τον Νεοζηλανδό Μπράιαν Σάουθκομπ). Μετά τον γάμο τους ο Ζαρ κράτησε την κηδεμονία της κόρης του Εμιλί Σαρλότ και η Ράμπλινγκ του γιου της Μπάρναμπυ. Μαζί απέκτησαν ένα γιο, τον Ντέιβιντ. Πήραν διαζύγιο το 2002, αλλά ζούσαν χωριστά ήδη από το 1996. Στη συνέχεια ο Ζαρ είχε μία σύντομη σχέση με την Ιζαμπέλ Αντζανί, αλλά τελικά νυμφεύθηκε την Ανν Παριγιώ τον Μάιο 2005. Τον Νοέμβριο 2010 το ζεύγος ανεκοίνωσε το διαζύγιό τους.
Ο ίδιος ο Ζαν Μισέλ Ζαρ έχει μία ετεροθαλή αδελφή, τη Στεφανί, από τους άλλους γάμους του πατέρα του, Μωρίς Ζαρ. Ο ετεροθαλής αδελφός του Κέβιν, σεναριογράφος και ηθοποιός του κινηματογράφου, πέθανε το 2011. Παρότι ο Ζαν Μισέλ ήταν αποξενωμένος με τον πατέρα του, μετά τον θάνατό του το 2009 ο Ζαρ απέτισε φόρο τιμής στη μνήμη του. Είχε δηλώσει σχετικά με τη σχέση του μαζί του:
«Ο πατέρας μου και εγώ ποτέ δεν πετύχαμε μία αληθινή σχέση. Συναντηθήκαμε ίσως 20 ως 25 φορές στη ζωή μας. Κι όταν μπορείς στην ηλικία μου να μετρήσεις τις φορές που έχεις δει τον πατέρα σου, αυτό λέει κάτι...
Νομίζω ότι είναι καλύτερα να είσαι κοντά και ας συγκρούεσαι, ή, αν πεθάνει ένας γονέας σου πενθείς, αλλά το αίσθημα της απουσίας είναι πολύ δύσκολο να αναπληρωθεί, και χρειάσθηκα κάποιο χρονικό διάστημα για να το απορροφήσω αυτό.».
Τιμητικές διακρίσεις
1976 – Grand Prix du Disque της L'Académie Charles Cros, για το Oxygène
1976 – «Προσωπικότητα της χρονιάς» από το περιοδικό People
1978 – Βραβείο Midem
1979 – Εισαγωγή στο Βιβλίο Γκίνες για τη μεγαλύτερη συναυλία (στο Παρίσι)
1981 – Επίτιμο μέλος του Ωδείου του Πεκίνου
1984 – Grand Prix du Disque της L'Académie Charles Cros, για το Zoolook.
1985 – Οργανικό «άλμπουμ της χρονιάς» στη Γαλλία (Victoires de la Musique), για το Zoolook
1986 – Οργανικό «άλμπουμ της χρονιάς» στη Γαλλία για το Rendez-vous
1986 – «Μουσικό θέαμα της χρονιάς» για τη συναυλία Rendez-Vous Houston
1987 – «Ευρωπαίος μουσικός της χρονιάς» από το περιοδικό People
1993 – «Πρεσβευτής καλής θελήσεως» της UNESCO
1994 – Βραβείο Victoire de la Musique για το Chronologie
1995 – Ιππότης της Λεγεώνος της Τιμής από τη γαλλική κυβέρνηση
1998 – Πλατινένιο Βραβείο Ευρώπης της IFPI
2006 – Βραβείο "Super Wiktor" της πολωνικής Τηλεοπτικής Ακαδημίας για το "Space of Freedom"
2006 – Βραβείο «`Ανθρωπος της χρονιάς 2005» από τον δήμο του Γκντανσκ και επίτιμος δημότης της πόλεως
2007 – Ειδικό Βραβείο Eska
2008 – Επίτιμος διδάκτορας του Ρωσικού Πανεπιστημίου Χημείας και Τεχνολογίας Μεντελέγιεφ
2010 – Βραβείο για τη συνολική προσφορά του από το μουσικό περιοδικό Mojo
2010 – Grand Prix des Musiques Electroniques από τη Société des auteurs, compositeurs et éditeurs de musique (SACEM)
2011 - Διεθνές Βραβείο Cavalchina
2011 - Αξιωματικός της Λεγεώνος της Τιμής από τη γαλλική κυβέρνηση
2012 - "Miembro Honorífico del Claustro Universitario de las Artes" («Επίτιμο μέλος της Πανεπιστημιακής Πρυτανείας των Τεχνών») από το Πανεπιστήμιο της Αλκαλά και την Εταιρεία Καλλιτεχνών της Ισπανίας (AIE).
Ονομάσθηκαν προς τιμή του
Ο αστεροειδής 4422 Ζαρ (4422 Jarre), που ανακαλύφθηκε το 1942 (και προς τιμή του πατέρα του). Είναι επίτιμος δημότης του Γκντανσκ.
Ιστοσελίδα: http://www.jeanmicheljarre.com
Πασχάλης, Έλληνας τραγουδιστής
Πασχάλης
Ο Πασχάλης είναι Έλληνας τραγουδιστής. (πραγματικό όνομα: Πασχάλης Αρβανιτίδης, 24 Αυγούστου 1946)
Η καριέρα του ξεκινά από πολύ μικρή ηλικία με το συγκρότημα των Olympians, ενώ αργότερα ακολούθησε σόλο καριέρα.
Το 1977 συμμετέχει στο διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision μαζί με τους Ρόμπερτ Ουίλιαμς, Μαριάννα Τόλη και Μπέσσυ Αργυράκη, κερδίζοντας για την Ελλάδα την 5η θέση με το τραγούδι Μάθημα Σολφέζ του Γιώργου Χατζηνάσιου και της Σέβης Τηλιακού.
Έχει ηχογραφήσει πάνω από 30 μεγάλους δίσκους, πολλοί εξ αυτών έγιναν χρυσοί και πλατινένιοι ξεπερνώντας τα 200.000 αντίτυπα.
Η κυκλοφορία των δίσκων του Party On The Rocks, 9 Τρόποι Αγάπης, Ερωτικά Μηνύματα, Παντού Φωτογραφίες σου, αποτελούν έως και σήμερα σταθμό στην ελληνική δισκογραφία, με πωλήσεις ρεκόρ 150.000 - 200.000
Βιογραφία
Τα πρώτα βήματα
Γεννήθηκε στις 24 Αυγούστου του 1946 στο Δοξάτο του νομού Δράμας. Ο πατέρας του, Γιάννης, ήταν από την Ανατολική Θράκη (Μάλγαρα – Καρατζάχαλι) και η μητέρα του, Βασιλική, Μακεδόνισσα από τον Άγιο Γεώργιο Γρεβενών.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1950 η πολύτεκνη οικογένειά του (4 αγόρια και 1 κορίτσι) εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη. Η παγκόσμια μουσική επανάσταση των Beatles και Rolling Stones βρήκε τον Πασχάλη στην εφηβεία και δεν τον άφησε ανεπηρέαστο. Στα δεκαέξι του χρόνια δημιούργησε το πρώτο του συγκρότημα, τους Drugstoremen, μετά τους Brahms και στα δεκαοκτώ του τους Olympians.
Είναι παντρεμένος με την Αλίκη Αρβανιτίδη, δικηγόρο και έχουν δύο παιδιά, ένα γιο και μια κόρη, την Ζήνα (Ζηνοβία) η οποία ακολουθεί καριέρα μουσικού και σύνθετη. Το 2014 απέκτησαν μια εγγονή, την μικρή Αλίκη.
Olympians
Tραγουδιστής και μπασίστας του συγκροτήματος, έγραψε το τραγούδι «Ο τρόπος», το οποίο έφερε την επανάσταση στη μοντέρνα ελληνική μουσική. Για πρώτη φορά τραγουδήθηκαν ελληνικοί στίχοι σε ποπ τραγούδι, χωρίς αυτό να ακούγεται αστείο. Η απλότητα και η ανεπιτήδευτη ερμηνεία του Πασχάλη, έβαλε τις βάσεις για την εξέλιξη των ελληνικών στίχων στην ποπ και αργότερα στην ροκ μουσική.
Συνθέτης και στιχουργός πολλών επιτυχιών των Olympians, ο Πασχάλης ξεδίπλωσε από πολύ νωρίς το ταλέντο του, που αναγνωρίσθηκε στις 5 Οκτωβρίου του 1966 στη «Χρυσή Βραδιά» στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο της Αθήνας, όπου 60.000 θεατές, αποθέωσαν και έδωσαν το Α’ Βραβείο στους Θεσσαλονικείς Olympians και τον Πασχάλη.
Το 1967-1968 υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία στην Αεροπορία στη Λάρισα, ενώ παράλληλα συνέχιζε την πορεία του με το συγκρότημά του ως το 1971, που διαλύθηκε οριστικά.
Το 1969 έλαβε μέρος στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης με το τραγούδι «Μίλησε λίγο» σε μουσική Γιώργου Χατζηνάσιου και στίχους Νίκου Ελληναίου. Το 1971 με τη διάλυση των «Olympians» επιχείρησε να εγκαταλείψει τη μουσική και να ασχοληθεί με τη βιοτεχνία πλαστικών ειδών.
Σόλο καριέρα
Το χειμώνα του 1972 μετά από παρότρυνση της δισκογραφικής του εταιρείας, πήρε την μεγάλη απόφαση και κατέβηκε στην Αθήνα για να δοκιμάσει τις δυνάμεις του ως σόλο τραγουδιστής. Η επιτυχία ήρθε αμέσως. «Τρέξε μεσ’ στη συντροφιά μας να μπεις», «Jesus Christo», «Ουρανέ που περνάς», «Το τραγούδι μου» και πολλές άλλες χρυσές επιτυχίες που έκαναν τον Πασχάλη Super Star, το ίνδαλμα της νεολαίας της δεκαετίας του 1970, που οι εμφανίσεις του απαιτούσαν την παρουσία της αστυνομίας, αφού οι αναρίθμητες θαυμάστριές του πάθαιναν, κυριολεκτικά, στη θέα του, υστερία.
Το 1975 μετά από πρόσκληση του παραγωγού και συνθέτη Λέο Λέανδρου ― πατέρα της Βίκυ Λέανδρος ― πήγε στη Γερμανία και ηχογράφησε τέσσερις δίσκους 45 στροφών στα γερμανικά. Τα τραγούδια «Oh Maria» και «Weine nicht Mama» κατάφεραν να μπουν μέσα στα δέκα πρώτα του γερμανικού hit parade.
Παρόλη την επιτυχία που σημείωσε εκεί ο Πασχάλης, την ίδια χρονιά επέστρεψε στην Ελλάδα για να παντρευτεί την αγαπημένη του Αλίκη, ύστερα από δεσμό 8 ετών.
Την επόμενη χρονιά γεννήθηκε η κόρη του Ζίνα, που αργότερα, το 1992, την γνώρισε δίπλα του το πανελλήνιο στην μεγάλη επιτυχία «Οι καταπληκτικοί» των Αλέξη Παπαδημητρίου και Εύης Δρούτσα.
Eurovision 1977 - Μάθημα Σολφέζ
Το 1977 σταθμός στην καριέρα του ήταν η Eurovision, όπου μαζί με τους Ρόμπερτ Ουίλλιαμς, Μπέσσυ Αργυράκη και Μαριάννα Τόλη εκπροσώπησε την Ελλάδα με το τραγούδι του Γιώργου Χατζηνάσιου και της Σέβης Τηλιακού «Μάθημα Σολφέζ», καταλαμβάνοντας την 5η θέση.
Party On The Rocks - 9 Τρόποι Αγάπης
Η επιτυχημένη πορεία του Πασχάλη συνεχίστηκε με πάμπολλες συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, όπως ΗΠΑ, Αυστραλία, Γερμανία, Αγγλία και Κύπρο και με εμφανίσεις στα μεγαλύτερα νυχτερινά κέντρα της Αθήνας, «Δειλινά», «Νεράιδα», «Φαντασία», «Στορκ».
Συνέπραξε και συνεργάσθηκε σε προγράμματα με τους σημαντικότερους Έλληνες τραγουδιστές, όπως το Γιάννη Πουλόπουλο, το Γρηγόρη Μπιθικώτση, το Γιώργο Ζαμπέτα, το Στράτο Διονυσίου, τον Τόλη Βοσκόπουλο, τη Μαρινέλλα, το Γιάννη Πάριο, το Γιώργο Νταλάρα, τη Χαρούλα Αλεξίου, το Δημήτρη Μητροπάνο, το Σταμάτη Κόκοτα, τη Βίκυ Μοσχολιού, τον Αντώνη Καλογιάννη, τη Μαίρη Λίντα, αλλά και με όλους σχεδόν τους μοντέρνους τραγουδιστές από τις δεκαετίες του 1970, του 1980 και του 1990.
Το 1981 γεννήθηκε το δεύτερο παιδί του, ο γιος του Γιάννης
Μετά από μια περίοδο προβληματισμού, που είχε να κάνει με τις μουσικές εξελίξεις στην Ελλάδα, ο Πασχάλης πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει τα λαϊκά νυχτερινά κέντρα της παραλιακής λεωφόρου και να παρουσιάσει την δική του μουσική πρόταση στο Dancing Club «On the Rocks» στη Βάρκιζα, όπου για μια ολόκληρη δεκαετία, 1986 - 1996, άφησε εποχή.
Επίσης, το 1987 κυκλοφόρησε το δίσκο «9 Τρόποι Αγάπης», που περιλάμβανε τραγούδια όπως το «Μπαράκι», «Παραδώσου λοιπόν», «Κατερίνα-Κατερινάκι» και έγινε χρυσός και μετέπειτα πλατινένιος με πωλήσεις πάνω από 150.000 δίσκους.
Το 1989 κυκλοφόρησε σε τριπλό δίσκο η ζωντανή ηχογράφηση του προγράμματος του club με τίτλο «Party on the Rocks», που έγινε κι αυτός χρυσός και πλατινένιος, ξεπερνώντας τις 200.000 πωλήσεις.
Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων - Diamonds
Η νέα χιλιετία βρήκε τον Πασχάλη να συνεργάζεται με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων και παράλληλα να κυκλοφορεί το CD «Diamonds», δοκιμάζοντας πιο κλασσικούς μουσικούς δρόμους.
Μεγάλη στιγμή για τον ίδιο αποτέλεσε η συναυλία του στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης το 2001, όπου τον καταχειροκρότησαν οι συμπατριώτες του, αναγνωρίζοντας την 35χρονη επιτυχημένη πορεία του στο ελληνικό τραγούδι.
Η συναυλία αυτή μεταδόθηκε και από την κρατική τηλεόραση, ηχογραφήθηκε δε και κυκλοφόρησε σε διπλό CD με τίτλο «Διαχρονικά και αγαπημένα».
Στη δεκαετία αυτή ο Πασχάλης άρχισε να εμφανίζεται σε διάφορες μουσικές σκηνές και συναυλίες, παρουσιάζοντας «το Μουσικό του Άλμπουμ», όπου ξεφύλλιζε όλη του την καριέρα, κάτι που άρεσε ιδιαίτερα.
Το 2002 συνεργάστηκε με το Στέφανο Κορκολή, γράφοντας στίχους στο ομώνυμο τραγούδι των τίτλων της πολύ επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς Είσαι το ταίρι μου. Η συνεργασία τους συνεχίστηκε στο CD «Καιρός ν’ αλλάξω» (μουσική Στέφανος Κορκολής, στίχοι Πασχάλης Αρβανιτίδης).
Το 2006 ο Πασχάλης συνεργάστηκε με το hip-hop συγκρότημα Goin' Through, που διασκεύασε την γνωστή επιτυχία των Olympians «Το Σχολείο». Η νέα άποψη του τραγουδιού, ξανά σε ερμηνεία του Πασχάλη, κατέκτησε μικρούς και μεγάλους. Αναγνωρίσθηκε ως η πιο επιτυχημένη διασκευή ποπ τραγουδιού και βραβεύθηκε από τα «Βραβεία MAD». Κυκλοφόρησε σε διπλό CD μαζί με άλλες 40 μεγάλες επιτυχίες με τίτλο «40 χρόνια Olympians και Πασχάλης».
Τον Απρίλιο του 2006 ένα σκάνδαλο που αφορούσε την ιδιωτική ζωή του Πασχάλη τάραξε την ελληνική κοινωνία. Μια 40χρονη γυναίκα κατέθεσε εναντίον του αγωγή αναγνώρισης πατρότητας του δίχρονου εκτός γάμου τέκνου της.
Η υπόθεση έγινε θέμα στις εκπομπές life style για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το test DNA που έγινε το 2008 έδειξε πατέρα του παιδιού τον Πασχάλη. Ο ίδιος αμφισβήτησε το αποτέλεσμα και η υπόθεση πήγε στα δικαστήρια, (Απρίλιος του 2013), χωρίς να έχει ακόμα τελεσιδικήσει.
Το 2008 κυκλοφόρησε μια πρωτοποριακή δισκογραφική δουλειά, που ηχογραφήθηκε στο Μιλάνο με παραγωγό το Νίκο Παπαθανασίου, το «Πειρατής ή Θεός» σε μουσική Depiscopo-Capuano και στίχους Χάρη Καφετζόπουλου.
Το 2009 μέσω του Διαδικτύου διέθεσε δωρεάν στο κοινό του το CD single «Σε παρακαλάω» σε μουσική Κωνσταντίνου Παντζή και στίχους της Ναταλίας Γερμανού, μαζί με ένα remake της επιτυχίας του από το 1989 «Μη με μαρτυρήσεις», σε στίχους δικούς του και μουσική Στ. Βλαβιανού, με παραγωγό τον Κωνσταντίνο Παντζή.
Δισκογραφία
L.P. (Long Play 33’’ στροφών)
«Παρέλασις» (Compilation) (1966)
Olympians – «Τo κορίτσι του Μάη» (1969)
Πασχάλης – «Η συντροφιά μας» (1972)
«Φίλοι και αδελφοί» (1973)
«Το τραγούδι μου» (1974)
«Olympians – Οι μεγαλύτερες επιτυχίες» (Χρυσός 50.000, Πλατινένιος 200.000) (1974)
«Γλυκειά ζωή» (1976)
«Μάθημα Σολφέζ» (1977)
«Αν μια μέρα σε χάσω» (1978)
«Τα ωραιότερά μου τραγούδια» (1978)
«Μ’ ένα χαμόγελο» (1979)
«Πασχάλης – Πορτραίτο» (1980)
«Στη ντισκοτέκ» (compilation) (1980)
«Αχ και να μπορούσα» (1981)
«Πασχάλης ’72-’82» (1982)
«Εγώ ζωγράφισα τη γη» (1983)
«Ερωτικές στιγμές» (1984)
«9 Τρόποι αγάπης» (Χρυσός 50.000, Πλατινένιος 100.000) (1987)
«Στιγμές» (1989)
«Party on the Rocks» (3 L.P’s) (Χρυσό 50.000, Πλατινένιο 150.000) (1989)
«25 Χρόνια Πασχάλης» (1990)
«Ερωτικά μηνύματα» (Χρυσός 30.000) (1990)
«Παντού φωτογραφίες σου» (Χρυσός 30.000) (1991)
«Τι έρωτας κι αυτός» (1993)
«Γλυκειά ζωή» – 14 μεγάλες επιτυχίες (1993)
«Sato Άρης» (compilation) (1993)
Olympians & Πασχάλης – «Χρυσές επιτυχίες» (2 CDs) (1994)
«Πες το πάλι αγάπη μου» (1995)
«Κρατάω την καρδιά σου» (1996)
«Τα ερωτικά» (1996)
«1973-1989 Τα καλύτερά μου χρόνια» (1997)
«Diamonds» (1999)
Οlympians – Πασχάλης «Philips Masters 1966-1989» (5 CDs) (20000
Ο Πασχάλης με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων Live «Διαχρονικά κι αγαπημένα» (2 CDs) (2001)
«Καιρός ν’ αλλάξω» (2003)
«40 χρόνια Olympians και Πασχάλης» 1966-2006 (2 CDs) (2006)
Συμμετοχές σε LPs[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
«Λουκιανού νεκρικοί διάλογοι» (Μ. Πλέσσας, Κ.Βίρβος) (1974)
«Μάθημα Σολφέζ» (Γ. Χατζηνάσιου) (1977)
«Καλά Χριστούγεννα» (Κάλαντα Κ. Κλαββά) (1980)
«Για τα παιδιά» (UNICEF – Α. Παπαδημητρίου – Φ. Νικολάου Με τη συμμετοχή 26 μεγάλων τραγουδιστών) (1985)
«Η μοναξιά του σχοινοβάτη» – (Χάρης & Πάνος Κατσιμίχας - Χρυσός 30.000) (1992)
«Λυκαυγές» – Ζίνα Αρβανιτίδη – «Γλυκειά μου πατρίδα» (1996)
«Vendetta» – «Το τραγούδι μου» (Goin Through - Χρυσός) (2005)
Ξένη δισκογραφία (1975-1977)
Δυτική Γερμανία
Oh Maria – Dir kann ich treu sein (1975)
Meine Τür wird offenstehn (1976)
Weine nicht Mama – Mine konda mu (1976)
Ich hab dich, du hast mich – Eine ganz neue Liebe (1976)
Mathema Solfege – I love I love I love you (Pascalis, Mariana, Robert & Bessy) (1977)
Freude der Νacht (Pascalis, Mariana, Robert & Bessy) (1977)
Μusic Lesson (Pascalis, Mariana, Robert & Bessy) (1977)
Singles 45'' Στροφών
Olympians
Ο Τρόπος – Συμπόσιο (1966)
Συγνώμη – One More Time «Shake» (1966)
Το Σχολείο – Go Man Go (1966)
O Αλέξης – Ιστορία (1967)
Η Ανάμνησις – Σε σκέπτομαι (1967)
Σιγά-Σιγά – Ελπίδες (1967)
Πάντα σ’ αγαπώ – Hopeless Endless Way (1967)
Μείνε κοντά μου – Για ποιαν αιτία (1968)
Το κορίτσι του Μάη – Περνούν τα χρόνια (1969)
Λόλα – Ψεύτικη αλήθεια (1970)
Μεγάλος Δρόμος – Γύρισε πίσω (1970)
Ω Θεέ – Φίλε μου φίλε (1971)
Περήφανοι όλοι – Ιδέα (1971)
Πασχάλης
Μίλησε Λίγο – Τώρα μη φύγεις (1969)
Mamy Blue – Ευχές για σας (1971)
Η συντροφιά μας – Κάποτε θα ‘ρθεί μια μέρα (1972)
Πατέρας και γυιός – Ωσανά (1973)
Σουζάν Σουζάν – Για το Θεό (1974)
Να, να, να – Το τραγούδι μου (1974)
Φίλοι και αδερφοί – Bye bye love (1974)
Ω Μαρία – Μείνε κοντά μου (Jesus Christo) (1974)
Μαθαίνω να ζω τον κόσμο – Το πατάρι (1975)
Ουρανέ που περνάς – Θα πάω να ζήσω μόνος (1975)
Γλυκειά ζωή – Πότε θα ‘ρθείς (1976)
Μάθημα Σολφέζ – I love, I love, I love you (1977)
Πώς – Άκου φίλε (1977)
Το συμβόλαιο – Πού πας να φύγεις (1990)
Μια σταγόνα ουρανό (Cypros) (1993)
Μη σταματάς – Έντυσα τη νύχτα με φιλιά (1995)
Είσαι το ταίρι μου – Ψυχή της καρδιάς μου (2002)
Σχολείο 2006 (Goin' Through) (2006)
Πειρατής ή Θεός (2007)
Σε παρακαλάω – Μη με μαρτυρήσεις (2008)
Περισσότερα Άρθρα...
- Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, Έλληνόρθοδοξος ιερομόναχος, ιερομάρτυρας, ισαπόστολος και εθνεγέρτης
- Μάικλ Φαραντέι, ήταν Άγγλος επιστήμονας με σημαντική συμβολή στην εξέλιξη του ηλεκτρομαγνητισμού και της ηλεκτροχημείας
- Τζέιμς Βατ, ήταν Σκωτσέζος μηχανουργός, μηχανικός και εφευρέτης, ονομάστηκε ο "πατέρας της ατμομηχανής"
- Σερ Τόμας Σον Κόνερι, πολυβραβευμένος ηθοποιός και παραγωγός ταινιών κινηματογράφου