Άρθρα
Αλέκος Σακελλάριος, κορυφαίος θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός, δημοσιογράφος και σκηνοθέτης
Αλέκος Σακελλάριος
1913 – 1991
Κορυφαίος θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός, δημοσιογράφος και σκηνοθέτης. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 7 Νοεμβρίου του 1913. Σπούδασε νομικά και ξεκίνησε την πολυσήμαντη καριέρα του ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα «Μαθητής». Η πένα του δημοσιογράφου δεν σταμάτησε να τον συντροφεύει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, αφού αρθρογραφούσε και κρατούσε μόνιμη στήλη χρονογραφήματος σε διάφορα περιοδικά κι εφημερίδες για περίπου 60 χρόνια.
Γρήγορα άρχισε ν’ ασχολείται με τη συγγραφή θεατρικών έργων και κειμένων για επιθεωρήσεις, ξεκινώντας το 1935 με το «Βασιλιά του Χαλβά», που ανέβασε ο θίασος του Πέτρου Κυριακού στο θέατρο «Κοτοπούλη». Πολυγραφότατος, στο θέατρο έγραψε 185 έργα, πολλά απ’ τα οποία είναι καρποί της ευδόκιμης συνεργασίας του με το Χρήστο Γιαννακόπουλο.
Αυτοδίδακτος κινηματογραφιστής, το 1946 ξεκίνησε εξίσου λαμπρή καριέρα και στον κινηματογράφο, σκηνοθετώντας ύστερα από παράκληση του Φιλοποίμενα Φίνου την ταινία «Παπούτσι από τον τόπο σου», σε σενάριο δικό του και του Χρήστου Γιαννακόπουλου.
Γρήγορα διέπρεψε και στον τομέα του κινηματογράφου, μεταφέροντας αρχικά τα ήδη δοκιμασμένα στη σκηνή θεατρικά του έργα και αργότερα με ταινίες που βασίζονταν σε αυτούσια κινηματογραφικά του σενάρια, ταινίες που αποτέλεσαν σταθμό εμπορικότητας, («Λατέρνα φτώχια και φιλότιμο», «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο», «Η θεία απ’ το Σικάγο» κ.ά.) και ανέδειξαν τους γνωστότερους σήμερα ηθοποιούς του κινηματογράφου (Τζένη Καρέζη, Αλίκη Βουγιουκλάκη, κ.ά.)
Έγραψε στίχους αμέτρητων τραγουδιών, που είχαν ως αφετηρία τη θεατρική σκηνή, αλλά γρήγορα αποκτούσαν πανελλήνια εμβέλεια («Άστα τα μαλλάκια σου...», «Πάμε σαν άλλοτε», «Πού να’ σαι τώρα», «Το τραμ το τελευταίο», «Ο Ταμπαρίφας» κ.ά.). Περίπου 1.500 τραγούδια φιλοξενούν τους στίχους του, ανάμεσά τους κι αυτά που ξεκινούσαν την πορεία τους από το πανί της μεγάλης οθόνης και συγκεκριμένα από τις ταινίες του («Γαρύφαλλο στ’ αυτί», «Πες μου μία λέξη», «Τράβα μπρος», «Αστο το χεράκι σου», «Νιάου-νιάου βρε γατούλα», «Υπομονή» κ.ά.).
Η πορεία του φυσικά δεν σταμάτησε εδώ. Προσέγγισε το χώρο της τηλεόρασης από το πειραματικό της ακόμη στάδιο και υπήρξε ο συγγραφέας και ο σκηνοθέτης πάνω από 40 τηλεοπτικών κωμωδιών («Δόκτωρ Τικ», «Μία Αθηναία στην Αθήνα» κ.ά.), ενώ παράλληλα παρουσίαζε μόνιμες ψυχαγωγικές εκπομπές («Εγώ κι εγώ», «60 λεπτά χωρίς λεπτά», «Μόνο για σας», «Έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα», «Η παλιά επιθεώρηση», κ.ά.).
Τιμήθηκε με το «Έπαθλο Ξενόπουλου» για τα θεατρικά του έργα «Θανασάκης ο πολιτευόμενος» (αργότερα ταινία με πρωταγωνιστές τους Ντίνο Ηλιόπουλο και τον Βύρωνα Πάλλη), «Ένα βότσαλο στη λίμνη» (αργότερα ταινία με πρωταγωνιστή τον αξεπέραστο Βασίλη Λογοθετίδη και πολλά χρόνια μετά ρημέϊκ με τίτλο «Ο Σπαγγοραμένος» με πρωταγωνιστή τον Λάμπρο Κωνσταντάρα), ενώ η ταινία του «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» ψηφίστηκε ως η καλύτερη ταινία της πενταετίας 1955-60, κατά τη διάρκεια της α’ εβδομάδας του Ελληνικού Κινηματογράφου στη Θεσσαλονίκη (μαζί με τη Στέλλα και το Δράκο).
Η αφηγηματική του δεινότητα στην ενθύμηση παλιών και αξέχαστων στιγμών αποτυπώθηκε στις σελίδες του βιβλίου του «Λες κι ήταν χθες» (Εκδόσεις Σμυρνιωτάκη).
Ο Αλέκος Σακελλάριος είναι γνωστός στο ευρύ κοινό σαν σκηνοθέτης και σεναριογράφος παλιών ελληνικών κινηματογραφικών ταινιών, που προβάλλονται με επιτυχία έως σήμερα. Στην πραγματικότητα ήταν ένας πολύ δραστήριος και πολυπράγμων άνθρωπος, αφού έκανε λαμπρή καριέρα και σαν δημοσιογράφος, εκδότης και στιχουργός. Ερασιτεχνικά, ασχολήθηκε με τη μουσική παίζοντας φυσαρμόνικα, αλλά και με την υποκριτική, καθώς εμφανίστηκε ερμηνεύοντας μικρούς ρόλους σε αρκετές από τις ταινίες του. Έδειξε την κλίση του προς τις τέχνες και τη συγγραφή από νεαρή ηλικία.
Όταν ήταν παιδί, οργάνωνε και παρουσίαζε δικές του θεατρικές παραστάσεις και αργότερα, ως μαθητής γυμνασίου εξέδιδε μαζί με τον συμμαθητή του Τάσο Βουρνά, τη σχολική εφημερίδα «Ο μαθητής». Με τα μαθήματα δεν τα πήγαινε και τόσο καλά και όπως έχουν αναφέρει δικοί του άνθρωποι, περνούσε τις τάξεις με το ζόρι, ωστόσο όταν αποφοίτησε από το ιστορικό 8ο γυμνάσιο Αθηνών, όπου ήταν συμμαθητής με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, κατάφερε να μπει στη Νομική Σχολή.
Αν και ολοκλήρωσε με επιτυχία τις σπουδές του, δεν ασχολήθηκε ποτέ με τη δικηγορία γιατί προτίμησε τη δημοσιογραφία. Το ντεμπούτο του στο χώρο, το έκανε στη φιλολογική στήλη της εφημερίδας «Καθημερινή», μετά από γράμμα που έστειλε στον διευθυντή Γεώργιο Βλάχο.
Αργότερα εργάστηκε στις εφημερίδες Ελεύθερη Ελλάδα, Ακρόπολις, Απογευματινή, Ελεύθερος κόσμος, Εθνικός Κήρυξ και άλλες. Έως το τέλος της ζωής του δεν έπαψε ποτέ να γράφει, ενώ κατά τη διάρκεια της καριέρας του διετέλεσε και εκδότης και διευθυντής εντύπων. Η πορεία του στον καλλιτεχνικό χώρο και η ανακάλυψή του από το Φίνο.
Η πορεία του Αλέκου Σακελλάριου στον καλλιτεχνικό χώρο ξεκίνησε το 1935 με την οπερέτα «ο βασιλιάς του χαλβά», που γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Το ένστικτο του Φίνου σχετικά με τον Σακελλάριο, αποδείχτηκε αλάνθαστο. Ο ίδιος είχε αναφέρει για την απήχηση του έργου, πως η παράσταση κράτησε για ένα χρόνο, τη στιγμή που οι υπόλοιπες διαρκούσαν το πολύ έναν μήνα.
Μετά την πρώτη του επιτυχία συνέχισε να γράφει θεατρικά έργα, τα περισσότερα κωμωδίες και σε αρκετά συνεργάστηκε με τον Χρήστο Γιαννακόπουλο. Με τα σενάρια κινηματογραφικών ταινιών δεν είχε ασχοληθεί, μέχρι που εμφανίστηκε στο χώρο ο Φιλοποίμην Φίνος. Ο Σακελλάριος είχε περιγράψει την αρχή της συνεργασίας τους στο πρόγραμμα του θεατρικού έργου «ο φίλος μου ο Λευτεράκης» που ανέβηκε από το Εθνικό Θέατρο το 1989: Και ξαφνικά εμφανίστηκε ο Φίνος. Νέος, γιος φαρμακοποιού, αλλά με μεγάλη κλίση και ταλέντο σε όλα τα μηχανικά πράγματα. Γύριζε συνέχεια με κατσαβίδια στις τσέπες και έλυνε και έδενε μηχανές, αυτό ήταν το ψώνιο του.
Εγώ εκείνη την περίοδο έγραφα κωμωδίες για το θέατρο. Ο Φίνος που το ήξερε ήρθε και μου είπε: – Γιατί δεν γράφεις και μια κωμωδία για τον κινηματογράφο; Εγώ απάντησα ότι θα έγραφα κωμωδία, αλλά με την προϋπόθεση ότι θα την γύριζε είτε ο Τζαβέλας είτε ο Ιωαννόπουλος οι οποίοι ήταν οι μόνοι που έκαναν εκείνη την εποχή ορθογραφημένο κινηματογράφο. Συμφωνήσαμε τελικά να τη γυρίσει ο Τζαβέλας. Έτσι έγραψα το «παπούτσι απ΄ τον τόπο σου». Ο Φίνος το διάβασε, ενθουσιάστηκε και είπε «Εντάξει αύριο αρχίζεις το γύρισμα. Απόρησα εγώ – ποιος εγώ; Ο Τζαβέλας δε θα γυρίσει την ταινία; – Όχι τελικά δεν θα έρθει. Θα τη γυρίσεις μόνος σου. -Μα εγώ δεν έχω ιδέα, αποκρίθηκα. Δεν ξέρω καν τι είναι μια κινηματογραφική μηχανή. -Δεν έχει σημασία θα σου δείξω εγώ, επέμεινε ο Φίνος. Έτσι άρχισε να μου μιλάει για τα πλάνα και τους όρους. Εγώ άρχισα να μπερδεύομαι με τους όρους. «Θα γυρίσω την ταινία, αλλά με μια συμφωνία, αντί για τους όρους θα χρησιμοποιώ τα χέρια μου για να δείχνω στον οπερατέρ μέχρι που θέλω να είναι το πλάνο. Έτσι γυρίστηκε η πρώτη ταινία με την υπογραφή του Αλέκου Σακελλάριου, όπου εμφανίστηκε για πρώτη φορά και η Γεωργία Βασιλειάδου.
Η λαμπρή πορεία της καριέρας του, απέδειξε πως το ένστικτο του Φίνου ήταν για μια ακόμα φορά αλάνθαστο. Ο Σακελλάριος έγραψε και σκηνοθέτησε πάνω από 50 ταινίες που γνώρισαν οι περισσότερες, μεγάλη επιτυχία. «Χτυποκάρδια στο θρανίο», «Υπάρχει και φιλότιμο», «Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο», «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», «Λατέρνα Φτώχεια και Φιλότιμο», «Ένας Ήρως με Παντούφλες», «Η Κυρά μας η Μαμή», «Ο Ηλίας του 16ου», είναι μόνο μερικές από τις ταινίες του.
Με την Αλίκη Βουγιουκλάκη συνεργάστηκε πολλές φορές. Συνεργάστηκε με όλα τα μεγάλα ονόματα του κινηματογράφου και «ανακάλυψε» αρκετούς από τους μεγάλους πρωταγωνιστές. Εξίσου δραστήριος ήταν και στο χώρο του τραγουδιού. Έγραψε στίχους για πάνω από 2.000 τραγούδια με πιο γνωστά τα «Άστα τα μαλλάκια σου ανακατεμένα», «θα σε πάρω να φύγουμε», «το τραμ το τελευταίο» και άλλα, ενώ έβαλε την υπογραφή του και σε περίπου 40 τηλεοπτικές κωμωδίες.
Η προσωπική του ζωή
Παρόλο που ο Αλέκος Σακελλάριος έκανε τρεις γάμους και απέκτησε δύο κόρες, η προσωπική του ζωή δεν απασχολούσε πολύ τα μέσα της εποχής.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε με την τελευταία του σύζυγο, Κωνσταντίνα Βρεττού- Σακελλάριου, μέχρι που έφυγε από τη ζωή στις 28 Αυγούστου του 1991. Ο πολυπράγμων δημιουργός γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου του 1913 και μεγάλωσε στην Αθήνα. Ο πατέρας του καταγόταν από τα Ιωάννινα, ενώ η μητέρα του ήταν απόγονος του εθνικού ευεργέτη, Κωνσταντίνου Ζάππα. Αν και έχουν περάσει πάνω από 20 χρόνια από το θάνατο του μεγάλου δημιουργού, τα έργα του σημειώνουν ακόμα μεγάλη επιτυχία.
Γεράσιμος Μαρκοράς ήταν Κερκυραίος ποιητής, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Επτανησιακής Σχολής
Γεράσιμος Μαρκοράς
1826 – 1911
Ο Γεράσιμος Μαρκοράς ήταν Κερκυραίος ποιητής, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Επτανησιακής Σχολής. Είναι γνωστός για τα ποιήματά του Μάνα και Εργασία, που ανέθρεψαν γενιές ελληνοπαίδων μέσα από τα σχολικά Αναγνωστικά. Μείζον έργο του θεωρείται το επικολυρικό ποίημα Ο Όρκος, που αναφέρεται στο ολοκαύτωμα του Αρκαδίου.
Ο Γεράσιμος Μαρκοράς γεννήθηκε το 1826 στην Κεφαλληνία, όπου ο πατέρας του Γεώργιος Μαρκοράς υπηρετούσε ως εισαγγελέας. Καταγόταν από παλαιά αρχοντική οικογένεια της Κέρκυρας, πολλά μέλη της οποίας διέπρεψαν στις επιστήμες, τα γράμματα και τις καλές τέχνες. Ο πατέρας του ήταν στενός φίλος του Διονυσίου Σολωμού και διακρίθηκε και ως πολιτικός. Μετά την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα το 1864 εξελέγη βουλευτής και διατέλεσε αντιπρόεδρος της Βουλής το 1865.
Ο νεαρός Μαρκοράς φοίτησε στο Κερκυραϊκό Γυμνάσιο, με διευθυντές πρώτα τον Οριόλη και έπειτα τον Ανδρέα Κάλβο. Το 1849 ξεκίνησε σπουδές νομικής μαζί με τον αδελφό του Σπύρο στην Ιταλία (Πανεπιστήμιο της Παβίας), όπου ήρθε σε επαφή με τα έργα του Δάντη, του Αριόστο και άλλων σπουδαίων Ιταλών συγγραφέων. Ο θάνατος του μεγαλύτερου αδελφού του Στυλιανού τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Κέρκυρα το 1852 και να πάρει το πτυχίο του της Νομικής από την Ιόνιο Ακαδημία, χωρίς ποτέ να ασχοληθεί με την επιστήμη του.
Το 1854 νυμφεύθηκε την αρχοντοπούλα Αικατερίνη Δούσμανη, κόρη του κόντε Αντωνίου Δούσμανη, με την οποία απέκτησε ένα γιο, τον Ευστάθιο Μαρκορά, ο οποίος δεν ακολούθησε τα χνάρια του πατέρα του, αλλά ασχολήθηκε ως αγρότης με την οικογενειακή περιουσία. Μετά τον πρόωρο χαμό της συζύγου του από φυματίωση (1870) έζησε απομονωμένος στην Κέρκυρα μαζί με τη χήρα αδελφή του, αφοσιωμένος στην τέχνη της ποίησης έως το θάνατό του. Τον Μάιο του 1896 επισκέφθηκε για πρώτη και τελευταία φορά την Αθήνα, όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από τον λογοτεχνικό κόσμο της πρωτεύουσας.
Σε νεαρή ηλικία γνώρισε μέσω του πατέρα του τον Διονύσιο Σολωμό και επηρεάστηκε βαθιά από τις ιδέες και το έργο του. Δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο δημοσιευμένο ποίημά του είναι η Το πρώτο ψυχοσάββατο (1857), μια έμμετρη νεκρολογία για το θάνατο του Σολωμού, όπου διαδηλώνει την πίστη του για τη συνέχιση της δημιουργίας του εθνικού ποιητή από τους μαθητές του.
Η ποίηση του Μαρκορά στρέφεται σε γενικές γραμμές γύρω από τον έρωτα, τον θάνατο και την πατρίδα, «τους τρεις κοινούς, αλλά και μεγάλους τόπους της ποίησης», όπως παρατηρεί ο Κωστής Παλαμάς. «Την χαρακτηρίζει αβρότητα και ευγένεια, μια γλώσσα δροσισμένη από την εφτανησιώτικη παράδοση, κι ακόμα μια σπάνια τελειότητα μορφική» (Λίνος Πολίτης).
Ο Μαρκοράς έτρεφε ακράδαντη πίστη στην ολοκλήρωση του Ελληνικού Έθνους και κάθε αγώνας που είχε σκοπό την ελευθερία τον συγκινούσε βαθύτατα. Ιδιαίτερα τον συγκίνησε η εποποιία της Κρητικής Επανάστασης του 1866 και το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου, που του ενέπνευσε το περίφημο ποίημά του Ο Όρκος (1875), το σημαντικότερο της ποιητικής του παραγωγής. Αποτελείται από 1216 ομοιοκατάληκτους δεκαπεντασύλλαβους στίχους και ο Παλαμάς το θεωρεί ως μία θαυμαστή συγχώνευση του Κρητικού και των Ελευθέρων Πολιορκημένων του Σολωμού, «το Άσμα Ασμάτων του συγχρόνου ηρωισμού».
Όλο του το ποιητικό έργο του Μαρκορά συγκεντρώθηκε σε δύο συλλογές, τα Ποιητικά Έργα (1890) και τα Μικρά Ταξίδια (1899). Το μεταφραστικό του έργο περιλαμβάνει αποσπάσματα του Ομήρου και του Δάντη στη δημοτική (Ο Μαρκοράς ήταν από τους πρώτους δημοτικιστές), ποιήματα του Σίλερ, του Φώσκολου και ιταλικούς στίχους του Σολωμού. Μαζί με τους Ψυχάρη, Παλαμά, Καρκαβίτσα και Πολυλά συνέβαλε στην επιβολή της δημοτικής και στην αναγέννηση των νεοελληνικών γραμμάτων.
Ο Γεράσιμος Μαρκοράς πέθανε στην Κέρκυρα στις 28 Αυγούστου του 1911 σε ηλικία 85 ετών.
Ο Μαρκοράς αυτοβιογραφούμενος
«Όταν σας ειπώ ότι εγεννήθηκα το 1826 στην Κεφαλωνιά, όπου ο πατέρας μου έμενε σαν εισαγγελέας εφτάμιση χρόνια, ότι εμπήκα στο Κερκυραϊκό Γυμνάσιο σαν ήταν διευθυντής πρώτα ο Οριόλης και μετά ο Κάλβος, ότι τα 1849 επήγα με τον αδελφό μου Σπύρο στην Ιταλία για να σπουδάξω Νομικά, ότι κατόπι από δυο χρόνια ξαναγύρισα στην πατρίδα μας εξ αιτίας όπου απέθανε ο πρωτότοκος αδελφός μου Στυλιανός κι ο πατέρας μου απέμεινε μόνος του, ότι έλαβα εδώ το δίπλωμα, ότι δεν άνοιξα από τότε κανένα νομικό βιβλίο, ότι έγραψα κάπου-κάπου στίχο, είναι όσα ημπορώ να σας γράψω για το άτομό μου. Δεν επιθυμώ να δημοσιέψετε ότι ελάβατε από με τέτοιες ασήμαντες πληροφορίες».
Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε, ήταν παγκοσμίου αναστήματος Γερμανός ποιητής, μυθιστοριογράφος, δραματουργός, θεωρητικός της τέχνης και επιστήμονας
Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε
ο μεγαλοφυής λογοτέχνης και διανοητής
Ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε (Johann Wolfgang Goethe, Φρανκφούρτη, 28 Αυγούστου 1749 – Βαϊμάρη, 22 Μαρτίου 1832) ήταν παγκοσμίου αναστήματος Γερμανός ποιητής, μυθιστοριογράφος, δραματουργός, θεωρητικός της τέχνης και επιστήμονας.
Υπήρξε μία από τις κορυφαίες διάνοιες όχι μόνο της Γερμανίας, αλλά ολόκληρου του κόσμου. Μεγαλοφυΐα της εποχής του, ο Γκαίτε διακρίθηκε ως ποιητής, συγγραφέας θεατρικών έργων, φιλόσοφος, ζωγράφος, αλλά και επιστήμονας και πολιτικός.
Αρκετοί σίγουρα γνωρίζουν ότι ο Ιωάννης Γείθιος γνωστός ως Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκέτε ήταν φιλόσοφος και συγγραφέας («Φάουστ»). Λιγότεροι είναι σίγουρα εκείνοι που γνωρίζουν ότι ήταν μεγάλος φιλέλληνας* καθώς το πονεμένο από την μεσαιωνική σκοτεινιά πνεύμα του καταπραΰνθηκε από την αρχαία ελληνική διαύγεια και έφτασε σε μια γαλήνια ανωτερότητα που κατά καιρούς εξόργιζε τους Γερμανούς. Έγραψε (και) τα έργα: «Γανυμήδης», «Προμηθεύς» που είναι ύμνοι ενός κοσμικού πανθεϊσμού και αποτελούν κορυφαία έργα του γερμανικού λυρισμού, όπως επίσης την τραγωδία «Ιφιγένεια εν Ταύροις» όπου εξυμνείται η ανθρωπιά που θριαμβεύει κατά της παράνοιας και βαρβαρότητας.
*"Από όλους τους λαούς της γης οι Έλληνες ονειρεύτηκαν το όνειρο της ζωής ομορφότερα".
Ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε, που γεννήθηκε στις 28 Αυγούστου 1749, ήταν γιος μιας ιδιαίτερα εύπορης οικογένειας. Διδάχτηκε κατ’ οίκον πάνω σε μια ευρεία σειρά θέματα, με έμφαση στους κλασικούς συγγραφείς και τις γλώσσες (λατινικά, ελληνικά, αγγλικά και γαλλικά). Από μικρός εκδηλώνει κλίση προς τη λογοτεχνία και το θέατρο, κάτι που ενθαρρύνει η μητέρα του, ενώ αγαπάει με πάθος τη ζωγραφική. Αντιπαθεί ιδιαίτερα την Εκκλησία, την ιστορία της οποίας χαρακτήρισε «συνονθύλευμα πλανών και βίας».
Σε ηλικία 16 ετών ξεκινά σπουδές Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας, ενώ παράλληλα έκανε μαθήματα σχεδίου με τον Adam Oeser. Με αφορμή έναν άτυχο έρωτα, δημιουργεί το πρώτο του θεατρικό έργο το 1767. Ολοκληρώνει τις σπουδές της Νομικής το 1768 και από το 171 εξασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου. Σε ηλικία του 1774, σε ηλικία 25 ετών δημοσιεύει το έργο που του χάρισε την πανευρωπαϊκή αναγνώριση: Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου, με το οποίο δημιουργεί το πρότυπο του ρομαντικού ήρωα.
Ο νεαρός Γκαίτε ήταν έρμαιο των συναισθημάτων του, όπως ανέφερε, σε τέτοιο βαθμό ώστε ανησυχούσε για την πνευματική ισορροπία του. Με το ποίημά του «Προμηθέας», όπου υποστήριξε ότι άνθρωπος πρέπει να πιστεύει στον εαυτό του κι όχι στους θεούς, γίνεται ο εκπρόσωπος ενός ολόκληρου κινήματος. Το 1775 επισκέπτεται τον Δούκα της Βαϊμάρης, Karl August, και αναλαμβάνει διαδοχικά διάφορα κυβερνητικά αξιώματα. Στην πόλη αυτή έζησε ως το θάνατό του.
Παράλληλα με τη λογοτεχνία και τη δραματουργία, μελέτησε φυσική, χημεία και ανατομία – ήταν αυτός ο οποίος, 70 χρόνια πριν από τον Δαρβίνο, διατύπωσε την θεωρία της ενότητας και της συνέχειας στη φύση, παρατηρώντας τις μορφολογικές ομοιότητες μεταξύ ειδών. Το δε 1784 ανακάλυψε την ύπαρξη του μη διακρινόμενου (λόγω της απώθησής του στο πρόσθιο τμήμα των άνω γνάθων και της συνοστέωσής του με αυτά) μεσογνάθιου οστού στον άνθρωπο. Η μελέτη της συγκριτικής ανατομίας τον οδήγησε να εισηγηθεί το 1790 ένα νέο κλάδο των επιστημών της φύσης, τη Μορφολογία. Σε μια πραγματεία του, το 1795, ορίζει τη Μορφολογία, ως «αυτοτελή επιστήμη και βοηθητική της Φυσιολογίας που πρέπει να περιλαμβάνει τη διδασκαλία περί της μορφής, σχηματισμού και μετασχηματισμού των οργανικών σωμάτων».
Τα χρόνια 1791 - 1817 διεύθυνε το Αυλικό Θέατρο της Βαϊμάρης. Το 1795 γνωρίζεται με τον Friedrich Schiller κι αναπτύσσουν μεταξύ τους μια βαθιά φιλία, που κράτησε ως το θάνατο του δεύτερου, το 1805. Ο Γκαίτε, το 1806 παντρεύτηκε τη Christiane Vulpius, με την οποία είχε ήδη από το 1789 ένα γιο, χρονιά κατά την οποία ξέσπασε η Γαλλική Επανάσταση, της οποίας υπήρξε θαυμαστής.
Ο Φάουστ, το διασημότερο έργο του και το δημιούργημα μιας ολόκληρης ζωής, ολοκληρώθηκε ένα έτος πριν το θάνατο του, ενώ η αυτοβιογραφία του «Ποίηση και Αλήθεια», θεωρείται από τ' αριστουργήματα του γερμανικού πεζού λόγου.
Πέθανε στις 22 Μαρτίου του 1832, μετά από μια ζωή κορυφαίας δημιουργίας. Ο τάφος του βρίσκεται στο ιστορικό κοιμητήριο της Βαϊμάρης.
Αυγουστίνος Ιππώνος, γνωστός ως Άγιος Αυγουστίνος ήταν χριστιανός θεολόγος
Ιερός Αυγουστίνος Ιππώνος
Ο Αυγουστίνος Ιππώνος (Aurelius Augustinus Hipponensis, 13 Νοεμβρίου 354 - 28 Αυγούστου 430), γνωστός και ως Άγιος Αυγουστίνος, ήταν χριστιανός θεολόγος, του οποίου τα γραπτά είχαν πολύ μεγάλη επιρροή στην ανάπτυξη του Δυτικού Χριστιανισμού και της Δυτικής φιλοσοφίας. Επίσης, ήταν ένας από τους πολυγραφότερους συγγραφείς της λατινικής πατρολογίας.
Γεννήθηκε στην Ταγάστη της Νουμιδίας της Αφρικής, το σημερινό Σουκ Αράς της Αλγερίας, μικρή ορεινή επαρχιακή πόλη. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος της Αγίας Μόνικας - όνομα Βερβέρικο - και του Πατρικίου, Ρωμαίου πολίτη ειδωλολάτρη ως προς τις θρησκευτικές πεποιθήσεις. Ο πατέρας του βαφτίστηκε χριστιανός λίγο πριν πεθάνει.
Την πρώτη μόρφωσή του την έλαβε στην Ταγκάστα και ήταν λατινική αποκλειστικά, τα Μάδαυρα και εν συνεχεία σπούδασε ρητορική στην Καρχηδόνα, ακολουθώντας τις πατρικές επιθυμίες για ρητορικές σπουδές. Όταν πέθανε ο πατέρας του διέκοψε τις σπουδές του και επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Ένας όμως συντοπίτης του, ο Ρωμανιανός θέλησε να τον ενισχύσει οικονομικά για να συνεχίσει τις σπουδές του. Σε αυτόν θα αφιερώσει αργότερα το πρώτο του σύγγραμμα ο Αυγουστίνος.
Ο Ιερός Αυγουστίνος σε μικρή ηλικία ακολούθησε το φιλοσοφικό ρεύμα του Ορτενσίου του Μάρκου Τύλλιου Κικέρωνος. Εν συνεχεία εντάσσεται στο ρεύμα του Μανιχαϊσμού που ήταν σε ιδιαίτερη έξαρση τον 4ο αιώνα και παραμένει ακόλουθός του για 7 έτη. Σε ηλικία δεκαέξι ετών γνωρίζεται και με μία χριστιανή με την οποία ζει εκτός γάμου για δεκαπέντε χρόνια και αποκτά μαζί της έναν γιο, τον Αδεοδάτο. Θα την εγκαταλείψει μετά από σχετική προτροπή της μητέρας του, αργότερα στο Μιλάνο επειδή τον εμπόδιζε στην σταδιοδρομία του. Στο ίδιο διάστημα δρα ως διδάσκαλος της ρητορικής στην Ταγκάστα και την Καρχηδόνα. Το 383 μεταβαίνει στη Ρώμη, οπου και συνεχίζει το διδακτικό του έργο. Στη Ρώμη και μετά από έντονη εσωτερική αναζήτηση, καθώς πλέον και η διδασκαλία του Μανιχαϊσμού δεν κάλυπτε τις πνευματικές ανησυχίες και αναζητήσεις του, θέλγεται από τη διδασκαλία του Αμβροσίου επισκόπου Μεδιολάνων και σε συνδυασμό με την έντονη ενασχόλησή του με τον Πλάτωνα προσέρχεται στο χριστιανισμό.
Το 387 βαπτίζεται Χριστιανός από τον Αμβρόσιο. Το 391 χειροτονείται ιερέας αφού ήδη από το 388 έχει επιστρέψει στην Βόρειο Αφρική. Το 395 εκλέγεται επίσκοπος Βασιλικού Ιππώνος (Hippo Regio), της Νουμιδίας. Εκεί θα ξεχωρίσει για την ποιμαντική του δραστηριότητα αλλά και την έντονη αντι-αιρετική του δράση.
Το τέλος της ζωής του ήλθε στις 28 Αυγούστου 430 κατα την διάρκεια της πολιορκίας της Ιππώνος από τους Βανδάλους, όταν προσεβλήθη από υψηλό πυρετό.
Η θεολογία του Αυγουστίνου
Πίστη και λόγος
Η πίστη και ο λόγος συνυπάρχουν με την διαφορά πως η πρώτη προηγείται χρονικά του δεύτερου. Και η μία προϋποθέτει την άλλη. Η πίστη και ειδικότερα η χριστιανική, αποσκοπεί ιδιαιτέρως στο να δείξει πως υπάρχουν και πράγματα που δεν είναι ορατά όπως υπάρχουν και τα ορατά. Η πίστη βασίζεται στην Αγία Γραφή η αυθεντικότητα της οποίας στηρίζεται στην ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Όσα περιέχονται σε αυτήν είναι προσλήψιμα δια της πίστεως κι όχι μόνο μέσω του νου.
Ανθρωπολογία και κοσμολογία
Στον Θεό δεν διακρίνει ουσία και άκτιστες ενέργειες. Στον νου του αμετάβλητου Θεού υπάρχουν ιδέες, ο κόσμος των νοερών, και βάσει αυτών εν χρόνω δημιουργούνται τα πράγματα και ο άνθρωπος , ο Αδάμ. Ένεκα των ουσιοκρατικών αντιλήψεών του υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατ΄εικόνα όλης της Τριάδος κι όχι μόνο του Υιού, διότι τότε τα τρία πρόσωπα θα ήταν ανόμοια ως προς την ουσία τους.
Ο άνθρωπος προικίζεται με ελεύθερη βούληση και μπορούσε να μην αμαρτήσει
Ο άνθρωπος είναι σύνθετος, αποτελούμενος από σώμα και ψυχή:η δεύτερη διαφέρει του πρώτου καθώς είνα άυλη, απλή, νοερή ουσία και αθάνατη. Απορρίπτει την προΰπαρξη της ψυχής και ισχυρίζεται πως γεννήθηκε μαζί με τη γέννηση του σώματος που την φέρει. Διακρίνεται σε δύο μέρη: το κατώτερο που είναι η αισθητική ψυχή, και το ανώτερο που είναι η νοητική ψυχή. Στην αισθητική ψυχή αντιστοιχούν οι γνώσεις δια των αισθήσεων,η ηδονή και η λύπη. Στη νοητική ψυχή ανήκουν η μνήμη,η νόηση και η βούληση. Από τα τρία αυτά πιο σημαντικό για τον Αυγουστίνο είναι η βούληση, κυριότερο χαρακτηριστικό της οποίας είναι η ελευθερία.
Ο κόσμος παρουσιάζεται στη σκέψη του Αυγουστίνου, ιεραρχημένος κατά τρόπο πλατωνικό. Ό,τι αγαθότερο και αξιολογότερο βρίσκεται πιο ψηλά. Κι ο Θεός βρίσκεται στην κορυφή, όπως και το πλατωνικό αγαθό. Σε πιο χαμηλή θέση βρίσκονται τα φυσικά αντικείμενα, οι ανθρώπινες ψυχές ενδιάμεσα,οι ψυχές των αμαρτωλών χαμηλότερα από εκείνες των εναρέτων ανθρώπων. Η αξιολογική ιεράρχηση είναι μια ιεραρχία πραγματικότητας. Όσο πιο χαμηλά βρίσκεται κάτι τόσο πιο κοντά στο μηδέν βρίσκεται χωρίς να είναι ολοκληρωτικά μηδέν. Υπάρχουν κατά τρόπο μεταβλητό. Η αντίληψη αυτή της αλλαγής και μεταβολής είναι δάνεια, αριστοτελική. Μια άλλη παράμετρος αυτής της ιεράρχησης είναι και η συνθετότητα των δημιουργημάτων. Μόνο ο Θεός είναι αμετάβλητος και ασύνθετος.
Το καλό και το κακό
Με την ιεράρχηση του είναι συνδέεται και η ιεράρχηση του αγαθού: δεν υπάρχει τίποτα που να μην έχει κάποιο ποσοστό αγαθότητας. Ερχόμενος σε πλήρη διαφωνία με τον μανιχαϊσμό δεν δέχεται καμία απόλυτη ύπαρξη στο κακό. Επίσης δεν δέχεται και την μίξη καλού και κακού. Στην πραγματικότητα πρόκειται για βαθμίδες αγαθότητας. Το κακό συνδέεται με το ιεραρχημένο σύστημα του Αυγουστίνου και κατά έναν άλλο τρόπο: τα ανώτερα πράγματα πρέπει να άρχουν των κατώτερων πραγμάτων. Αυτή είναι η τάξη και η δίκαιη κατανομή. Αν ισχύει το αντίστροφο, δηλαδή τα κατώτερα εξουσιάζουν τα ανώτερα, τότε έχουμε το κακό, δηλαδή μια αντεστραμμένη ταξινόμηση.
Η πτώση του ανθρώπου
Η ελεύθερη βούληση προϋποθέτει την δυνατότητα επιλογής του καλού και του κακού και κατανοείται ως έφεση – επιθυμία έντονη(concupiscentia) που μπορεί να στραφεί προς το καλό και προς το κακό. Η προς το κακό έφεση επιθυμία έγινε η αιτία της πτώσης και συνιστά το προπατορικό αμάρτημα. Έτσι ο άνθρωπος δεν μπορεί να μην αμαρτήσει είναι μάζα καταδικασμένη και άρα μάζα απωλείας.
Το προπατορικό αμάρτημα διαποτίζει όλο το ανθρώπινο γένος όχι λόγω μίμησης αλλά κληρονομικότητας επειδή στο είναι του Αδάμ ενυπήρξαμε όλοι ως ένας άνθρωπος. Αν και αγέννητοι ακόμα είμαστε μέσα στο σπέρμα από το οποίο προήλθαμε. Το σπέρμα ήταν διεφθαρμένο από την αμαρτία.
Η Τριαδολογία του Αυγουστίνου
Ο Τριαδικός Θεός είναι απλός και άτρεπτος, και είναι απλός επειδή ταυτίζεται το έχειν με το είναι του. Αντίθετα ο κτιστός κόσμος είναι τρεπτός και σύνθετος και μπορεί να χάσει ότι έχει. Υπάρχει χαώδης διαφορά ανάμεσα στον Θεό και τον κόσμο, κι ο άνθρωπος δεν γνωρίζει επί της ουσίας τον Θεό. Το χάσμα αυτό όμως δεν είναι και αγεφύρωτο επειδή υπάρχει ένας μεσίτης ο Υιός του Θεού [10] Ο Τριαδικός θεός είναι συγχρόνως ενότητα και διάκριση των θείων προσώπων. Η ενότητα ξεκινά από την κοινή θεία ουσία και φύση και επεκτείνεται και στην κοινή θέληση, πράξη ή ενέργεια. Μέχρις εδώ ο Αυγουστίνος ακολουθεί την σκέψη των Καππαδοκών πατέρων, την οποία γνωρίζει έμμεσα μόνο, αφού αγνοεί την ελληνική γλώσσα, δια μέσου άλλων θεολόγων που την γνωρίζουν όπως ο Ιλάριος Πικταβίου και ο Αμβρόσιος Μεδιολάνων.
Ο Αυγουστίνος επιχειρεί να περιγράψει τις ενδοτριαδικές σχέσεις με εικόνες ειλημμένες από τις λειτουργίες της ανθρώπινης ψυχής: όπως είμαστε ,λέει, μια αδιαίρετη ενότητα, αλλά αποτελούμαστε από ‘’μνήμη’’, ‘’νου’’ και ‘’θέληση’’ έτσι συμβαίνει και με τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος.
Αποκλίνει από την Καππαδοκική θεολογία κατά το ότι δίνει έμφαση στη ενότητα του τριαδικού Θεού παρά στις υποστατικές διακρίσεις, εκκινώντας από την ‘’φύση’’ ή ‘’ ουσία’’ του Θεού κι όχι από τα ‘’Πρόσωπα’’. Αντίθετα οι Καππαδόκες εκκινούν από τα ‘’Πρόσωπα’’ και στη συνέχεια επιχειρούν κατά το δυνατόν να μιλήσουν για τη θεία φύση.
Ο Αυγουστίνος αναπτύσσει την περί σχέσεων θεολογία του για να απαντήσει στον Αρειανισμό, ο οποίος θεωρούσε πως στον Θεό δεν υπάρχει συμβεβηκός, δηλαδή αλλαγή ή ποιότητα, κάτι που συνεπαγόταν πως ο Υιός ήταν ετερούσιος. Ο Αυγουστίνος απαντούσε πως, η μεταξύ του Υιού και του Πατρός σχέση είναι σχέση ουσίας. Και οι δύο είναι ομοούσιοι.
Ένα μειονέκτημα της θεολογίας του ήταν η ανυπαρξία στην λατινική γλώσσα όρων επαρκών να αποδώσουν της θεολογικές έννοιες. Έτσι για τον όρο ‘’Υπόστασις’’ χρησιμοποιεί τον όρο ‘’Πρόσωπο’’ και αποδίδει στην λατινική τον όρο ‘’Υπόστασις’’ ως substantia, ο οποίος χρησιμοποιείται για να αποδοθεί η ουσία και το θείο είναι.
Ανεξάρτητα από αυτό ο λόγος που ο Αυγουστίνος δεν αναπτύσσει εκτενώς μία τριαδική θεολογία έχει να κάνει με το ενδεχόμενο να οδηγηθεί στην παραδοχή τριών θεοτήτων ή μιας τριπλής θεότητας Η πολιτική φιλοσοφία του
Ο Αυγουστίνος δεν καταπιάστηκε συστηματικά με τη φιλοσοφία των σχέσεων ΄΄Εκκλησίας΄΄ - ΄΄Πολιτείας΄. Οι απόψεις του όμως αποτέλεσαν βασικό στοιχείο της χριστιανικής σκέψης για τις σχέσεις των δύο θεσμών. Στο έργο του Η Πολιτεία του Θεού, ο άνθρωπος είναι πολίτης δύο πόλεων, της πόλης όπου γεννήθηκε και της πόλης του Θεού κι αυτό επειδή ο άνθρωπος είναι διφυής, αποτελούμενος από σώμα και πνεύμα. Οι δύο αυτές κοινωνίες διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη φύση, την προέλευση και το σκοπό τους. Έτσι έχουμε το Ουράνιο κράτος του Θεού και το επίγειο κράτος του Σατανά. Και τα δύο ανάγονται στην εποχή που ακόμα ο άνθρωπος δεν υπήρχε. Η πρώτη θεμελιώθηκε από τους αγγέλους και η δεύτερη, η επίγεια, από τους αποστάτες και τιμωρημένους αγγέλους.
Αγιότητα
Για την Καθολική Εκκλησία θεωρείται άγιος και Δάσκαλος της Εκκλησίας, καθώς και ο προστάτης άγιος του Τάγματος των Αυγουστίνων. Παρά την επίσημη αναγνώρισή του ως αγίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία, πολλοί Ορθόδοξοι αποφεύγουν να τον αποκαλέσουν «Άγιο», καθώς υπήρξε υπέρμαχος του Παπικού πρωτείου και του filioque. Σύμφωνα ομως με άλλη άποψη η διδασκαλία του δε θεωρείται εναρμόνιση με το filioque όπως αυτό εμφανίζεται κατα τον 8ο αιώνα, καθότι σύμφωνα με αυτή το «filioque» το οποίο εισάγει ο Αυγουστίνος δεν εισάγεται για την προαιώνο σχέση και προέλευση του Υιού με τον παράκλητο αλλά για την σχέση διαδοχής σε ότι αφορά τη Θεία Οικονομία. Επίσης ονοματίζεται συχνά ως "Ιερός Αυγουστίνος". Ο Αυγουστίνος θεωρείται επίσης άγιος από την Λουθηρανική και την Αγγλικανική εκκλησία.
Το συγγραφικό του έργο
Το συγγραφικό έργο του είναι πληθωρικό :έγραψε για να απολογηθεί για την μεταστροφή του στην Εκκλησία, και να πείσει τον εαυτό του και τους άλλους για την ορθότητα της επιλογής του αυτής. Για να καταπολεμήσει τους εθνικούς και τους Μανιχαίους που αρχικά τον είχαν προσελκύσει, να ανατρέψει τους Δονατιστές και τους Πελαγιανούς, να οικοδομήσει τους πιστούς επιλύοντας πρακτικά προβλήματα ηθικής και πνευματικής ζωής, να αναλύσει και να υποστηρίξει τη δογματική διδασκαλία. Να αναλύσει τη σχέση της σώζουσας εκκλησίας και του κοσμικού κράτους στην ιστορία και να ερμηνεύσει την Αγία Γραφή.
Τα χαρακτηριστικά του είναι η δημιουργικότητα, η ορμητικότητα, ο έντονα συναισθηματικός και πολεμικός χαρακτήρας του. Ο λόγος του είναι προσωπικός, εξομολογητικός, προσευχητικός. Επίσης η απουσία στερεής δομής, ενώ όχι σπάνια είναι φλύαρος για να καλύπτει την θεολογική του αδυναμία.
Λυκούργος Καλλέργης, Έλληνας ηθοποιός, μεταφραστής, σκηνοθέτης, θιασάρχης και πολιτικός, υπήρξε από τις σημαντικές προσωπικότητες του νεοελληνικού θεάτρου
Λυκούργος Καλλέργης
1914 – 2011
Έλληνας ηθοποιός, μεταφραστής, σκηνοθέτης, θιασάρχης και πολιτικός (ΚΚΕ).
Υπήρξε από τις σημαντικές προσωπικότητες του νεοελληνικού θεάτρου.
Ο Λυκούργος Καλλέργης γεννήθηκε στις 7 Μαρτίου 1914 στο Χουμέρι Μυλοποτάμου Κρήτης.
Καταγόταν από οικογένεια Κρητικών οπλαρχηγών και ήταν γιος του πρωτοπόρου σοσιαλιστή Σταύρου Καλλέργη (1865-1926), πρωτεργάτη της Εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα.
Σπούδασε στη δραματική σχολή της «Λαϊκής Σκηνής» του Καρόλου Κουν κι έκανε την πρώτη του εμφάνιση το 1934 στο ρόλο του Πανάρετου στην «Ερωφίλη» του Γεωργίου Χορτάτση.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρωταγωνιστής του Θεάτρου Τέχνης (1942-1950), όπου έμελλε να γνωρίσει την πρώτη σύζυγό του, επίσης ηθοποιό, Μαρία Φωκά, η οποία βρέθηκε κατηγορούμενη το 1952 στη δίκη Μπελογιάννη.
Με τη θανούσα ηθοποιό Μαρία Φωκά, απέκτησε μία κόρη, τρεις εγγονές και οκτώ δισέγγονα που κατοικούν μόνιμα στην Αγγλία.
Από το 1972 ήταν παντρεμένος με την ηθοποιό Τζένη Κολλάρου και είχε ένα γιο, τον Σταύρο, και έναν εγγονό, τον Λυκούργο Σ. Καλλέργη.
Στην πολύχρονη διαδρομή του στην ελληνική θεατρική σκηνή, ερμήνευσε πλήθος ρόλων σε σπουδαία έργα του ελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου.
Πρωταγωνίστησε σε πολλούς θιάσους του ελεύθερου θεάτρου και επί 18 χρόνια στο Εθνικό Θέατρο, του οποίου και διετέλεσε καθηγητής της Δραματικής Σχολής.
Συμμετείχε σε παραγωγές στην Αθήνα, την επαρχία και το εξωτερικό, ερμηνεύοντας εξέχοντες ρόλους σε θεατρικά έργα του ελληνικού και διεθνούς δραματολογίου: Αρχαία τραγωδία, Σαίξπηρ, Ίψεν, Τσέχωφ, Στρίνμπεργκ, Πιραντέλλο, Γκόγκολ, Γκόρκι, Ο'Νηλ, Πρίσλεϋ κ.ά.
Συνεργάστηκε με όλα τα μεγάλα ονόματα του ελληνικού θεάτρου: Μαρίκα Κοτοπούλη, Κατερίνα Ανδρεάδη, Αιμίλιο Βεάκη, Κατίνα Παξινού, Αλέξη Μινωτή κ.ά.
Έπαιξε σε πολλές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, ξεκινώντας το 1949 από τον «Κόκκινο Βράχο» του Γρηγόρη Γρηγορίου και ολοκληρώνοντας την παρουσία του στη μεγάλη οθόνη το 2001 με τον «Αλέξανδρο και Αϊσέ» του Δημήτρη Κολλάτου. Συμμετείχε στις σειρές «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» (1975) και «Πανθέοι» (1977), που έγραψαν ιστορία στα ελληνικά τηλεοπτικά χρονικά.
Διετέλεσε γενικός γραμματέας του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών για μία δεκαετία από το 1956 και για μικρό διάστημα πρόεδρος.
Επίσης, υπήρξε πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θεάματος – Ακροάματος, καθώς και Αντιπρόεδρος του Ταμείου Συντάξεως Ηθοποιών.
Στο διεθνή χώρο είχε λάβει μέρος στα Συνέδρια για την Ειρήνη στη Φραγκφούρτη (1976) και τη Σόφια (1977. Ήταν επίσης μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών, επίτιμο μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών του Πειραιά και επίτιμο μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός.
Το 2007, αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ήταν ο μόνος Έλληνας ηθοποιός που είχε τιμηθεί με το Βραβείο Πιραντέλλο, ενώ είχε λάβει το Βραβείο Βεάκη καθώς και τιμητικές διακρίσεις από το Δήμο Αθηναίων, πολλούς δήμους της χώρας, πολιτιστικούς συλλόγους και φορείς.
Μετά τη μεταπολίτευση ασχολήθηκε με την πολιτική και το 1977 εξελέγη Βουλευτής του ΚΚΕ στην Α΄ Περιφέρεια Αθηνών.
Στο συγγραφικό του έργο περιλαμβάνονται μεταφράσεις θεατρικών έργων (Τσέχοφ, Γκόγκολ, Γκόρκι, Μπάρι, Πρίσλεϊ), η συλλογή στοχασμών «Συγκομιδή Ιδεών Αγαθών», το ιστορικό έργο «Σταύρος Καλλέργης: Το Διεθνές Σοσιελεργατικό Κίνημα από τον 19ο αιώνα και ο υπαρκτός σοσιαλισμός» και η αυτοβιογραφία του «Λυκούργος Καλλέργης: Στο διάβα του πολυτάραχου 20ου αιώνα».
Ο Λυκούργος Καλλέργης πέθανε στις 27 Αυγούστου 2011 στο νοσοκομείο «Γ. Γεννηματάς» της Αθήνας, όπου νοσηλευόταν με σοβαρά προβλήματα υγείας έπειτα από επέμβαση στο ισχίο, σε ηλικία 97 ετών.
Το καμαρίνι του Λυκούργου Καλέργη
διατηρείται στον θριάσειο χώρο του Θεάτρου Ελεύθερη Έκφραση
της Μαίρης Ιγγλέση στην Κυψέλη.
Επιλεγμένη Φιλμογραφία
Ο κόκκινος βράχος (1949) .... Άγγελος Μαρίνης
Θύελλα στο φάρο - Το σφάλμα μιας μητέρας (1950) .... καπετάν Μπόχαλης
Ο Μιμίκος και η Μαίρη (1958) ... Βέμπερ, πατέρας της Μαίρης
Το νησί των γενναίων (1959) .... Φον Έρχαρτ, γερμανός ταγματάρχης
Ο Αλή πασάς και η Κυρά Φροσύνη - Η λίμνη των στεναγμών (1959)
Ραντεβού στην Κέρκυρα (1960)... Λανίτης, εφοπλιστής
Στην πόρτα της κολάσεως (1960)
Ο ξένος της νύχτας (1960)
Πόθοι στα στάχια (1960) ..... Αντώνης Τσάκας
Ραντεβού στη Βενετία (1960)... πλοίαρχος Μαρκάτος
Αμαρτωλά νιάτα (1960) .... πατέρας
Ενώ σφύριζε το τρένο (1961) .... Παπαγιάννης, αστυνόμος
Οργή (1962) ... γιατρός
Κατρακύλισμα στο βούρκο (1962) .... Πατεράκης
Αμαρτίες γονέων (1963) .... Νίκος Βαλέρης
Σκάνδαλα στο νησί του έρωτα (1963) .... Δαρζέντας
Συντρίμμια της ζωής (1963)
Αθώα ή ένοχη (1963)
Καρδιές στην καταιγίδα (1963)
Η καρδιά της μάνας (1963)
Λίγο πριν ξημερώσει (1963) ... γιατρός, καθηγητής πανεπιστημίου
Ευχή και κατάρα (1964) .... Πέτρος Βελλίδης
Παιδί μου δεν αμάρτησα (1964)
Ευχή και κατάρα (1964)
Θα ζήσω για σένα (1965) .... Αρβανίτης
Οι καταφρονεμένοι (1965) .... Φαίδων Καραλής
Ο νικητής (1965)... Βασίλης Βασιλειάδης
Ήθελε να γίνει βασιλιάς (1967) .... Γερόλυμος
Η ώρα της δικαιοσύνης (1967) .... Φώτης Αντωνιάδης
Ραντεβού με μια άγνωστη (1968) .... πρόεδρος δικαστηρίου
Ένα κορίτσι αλλιώτικο από τα άλλα (1968)
Το κορίτσι του λουναπάρκ (1968)... Λαμπρινός, χειρούργος καθηγητής πανεπιστημίου
Πήρε ο άνεμος τα όνειρά μας (1968)
Η ζωή ενός ανθρώπου (1968) .... Βασίλης Χατζηπέτρος
Ζήσε για την αγάπη μας (1968)
Οι ελπίδες που ναυάγησαν(1968)...Δεληγιάννης
Οι άνδρες δε λυγίζουν ποτέ (1968)
Η ώρα της οργής (1968)... Γεώργιος Παπαμίχας
Ας με κρίνουν οι ένορκοι (1969) .... Χρήστος
Το κορίτσι του 17 (1969)
Το φθινόπωρο μιας καρδιάς (1969)
Τελευταίο αντίο (1969)
Η δίκη ενός αθώου (1969)
Κυνηγημένη προσφυγοπούλα (1969) .... ένας χρήσιμος άγνωστος
Στον ίλιγγο της ζωής (1969)... Τίμος Γεωργίου
Στον ίσκιο του Θεού (1969) .... Λεωνίδας Μαντίκας
Η οδύσσεια ενός ξεριζωμένου (1969)...
Η Μεσόγειος φλέγεται (1970)... Δελής
Φουκαράδες και λεφτάδες (1970) .... Βασίλης Βρανάς, βιομήχανος
Η άγνωστη της νύχτας (1970) .... Φερώνης
Δεν υπάρχουν λιποτάχτες (1970)
Μια γυναίκα στην αντίσταση (1970)... συνταγματάρχης Κωλέτης
Sex 13 Μποφώρ[4] (1971) .... Νικόλας, ο Φαροφύλακας
Μια γυναίκα, μια αγάπη, μια ζωή (1971) .... κύριος Καλφάρας
Ο άγνωστος εκείνης της νύχτας (1972) .... Καίσαρης
Επιχείρηση Κράιπε, ο τάφος του Γ΄Ράιχ (1972)
Στη θύελλα της μεγάλης αγάπης (1972)
Ένα κορίτσι που τα θέλει όλα (1972) .... Νέστορας
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται (1975) .... παπα-Γρηγόρης
Απόδραση στην Αθήνα (1979) .... ορθόδοξος παπάς
Αλέξανδρος και Αϊσέ (2001)
Θέατρο
Θεσμοφοριάζουσες (1979)
Κούρος (1977)
Το φιντανάκι (1971)
Το ατλαζένιο γοβάκι (1971)
Κοκτέιλ πάρτι (1970)
Μις Μπα (1968)
Το όνειρο (1963)
Μια γυναίκα χωρίς σημασία (1954)
Άμπλετ (1954)
Τζων Γαβριήλ Μπόρκμαν (1948)
Αχ, αυτά τα φαντάσματα (1948)
Ήταν όλοι τους παιδιά μου (1947)
Υπόθεση Ουίσλο (1947)
Ο ανακριτής έρχεται (1947)
Πόθοι κάτω απ' τις λεύκες (1946)
Εμείς και ο χρόνος (1946)
Γιάλινος κόσμος (1946)
Για ένα κομμάτι γης (1946)
Αντιγόνη (1946)
Ο γάμος της Μπάρμπαρα - Αίτηση σε γάμο - Στις θάλασσες του Βορρά (1946)
Το φιόρο του Λεβάντε (1946)
Το πρώτο έργο της Φάννυ (1942)
Σουάνεβιτς (1942)
Τηλεοπτικό θέατρο
Πλέι Στρινμπεργκ (1988) ΕΤ1
Ο θείος Βάνιας (1986) ΕΡΤ (Δεύτερη φορά)
Οι μικροαστοί (1982) ΕΡΤ
Ο γλάρος (1981) ΕΡΤ
Πριν απ' το ηλιοβασίλεμε (1979) ΕΡΤ
Αγριόπαπια (1977) ΕΡΤ
Εμείς και ο χρόνος (1977) ΕΡΤ
Το ατμόπλοιο "Τζοανς Ντανβερς" (1975) ΕΙΡΤ
Συγνώμη (1975) ΥΕΝΕΔ
Ο θείος Βάνιας (1974) ΕΡΤ (Πρώτη φορά)
Άλκηστις (1974) ΒΟΥΛΗ TV
Στέλλα Βιολάντι (1973) ΥΕΝΕΔ
Η σιωπή της θάλασσας (1973) ΕΙΡΤ
Άνοιξις και φθινόπωρο (1972) ΥΕΝΕΔ
Το φυντανάκι (1972) ΥΕΝΕΔ
Ο επιθεωρητής έρχεται (1972) ΥΕΝΕΔ
Το αστεράκι (1972) ΕΙΡΤ
Η μαργαρίτα (1972) ΕΙΡΤ
Σεσίλ και Έβελυν (1972) ΕΙΡΤ
Κύκνειο άσμα (1972) ΥΕΝΕΔ
Ο κύριος με τα παρφαλά (1972) ΕΙΡΤ
Η αρκούδα (1972) ΥΕΝΕΔ
Κηφισοφών (1972) ΥΕΝΕΔ
Μια τρύπια στον τοίχο (1971) ΥΕΝΕΔ
Περισσότερα Άρθρα...
- Αντώνιος Βασιλάκης, ήταν σημαντικός Έλληνας αναγεννησιακός ζωγράφος που εργάστηκε κυρίως στην Βενετία και στο Βένετο
- Χρυσόστομος Καλαφάτης, ήταν Έλληνας Μικρασιάτης θεολόγος και ιεράρχης καθώς και τελευταίος Μητροπολίτης Σμύρνης, ανακηρύχθηκε άγιος ως ιερομάρτυρας
- Σεζάρια Εβόρα, διάσημη τραγουδίστρια από το Πράσινο Ακρωτήριο, γνωστή και ως "ξυπόλητη ντίβα", επειδή συνήθιζε να τραγουδά ανυπόδητη, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τη φτώχεια που επικρατούσε στην πατρίδα της
- Σεζάρια Εβόρα, διάσημη τραγουδίστρια από το Πράσινο Ακρωτήριο, γνωστή και ως "ξυπόλητη ντίβα", επειδή συνήθιζε να τραγουδά ανυπόδητη, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τη φτώχεια που επικρατούσε στην πατρίδα της