Άρθρα
Θεόφιλος, ο πιο γνωστός Έλληνας λαϊκός ζωγράφος
Θεόφιλος
Ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ ή Θεόφιλος Κεφαλάς ή Κεφάλας, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα , γνωστός απλά και ως Θεόφιλος, ήταν Έλληνας λαϊκός ζωγράφος της νεοελληνικής τέχνης. Κυρίαρχο στοιχείο του έργου του είναι η ελληνικότητά του και η εικονογράφηση της ελληνικής λαϊκής παράδοσης και ιστορίας. (1870 – 24 Μαρτίου 1934)
Ήταν το μεγαλύτερο από τα οκτώ παιδιά του Γαβριήλ και της Πηνελόπης Χατζημιχαήλ. Ο πατέρας του ήταν τσαγκάρης και η μητέρα του κόρη αγιογράφου.
Τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα, λόγω της ισχνής του κράσης, αλλά και της αριστεροχειρίας του. Ο αριστερόχειρας εκείνη την εποχή εθεωρείτο μειονεκτικό άτομο και προκαλούσε αρνητικά σχόλια στον περίγυρό του.
Οι γονείς, αλλά και οι δάσκαλοί του προσπάθησαν με καταπιεστικό και συχνά βίαιο τρόπο να του αλλάξουν χέρι γραφής και να τον κάνουν δεξιόχειρα. Ο μικρός Θεόφιλος κλείστηκε στον κόσμο του και βρήκε αποκούμπι στη ζωγραφική.
Πολύ νέος, ακόμη, δραπετεύει από τη Μυτιλήνη και φεύγει για τη Σμύρνη, την πόλη με τους χιλιάδες Έλληνες, που είναι το οικονομικό κέντρο της Μικράς Ασίας. Δουλεύει θυροφύλακας στο ελληνικό προξενείο και παράλληλα ζωγραφίζει. Στη Σμύρνη, ο Θεόφιλος θα διαμορφώσει την εικαστική του γλώσσα και το βασικό του θεματολόγιο, από τον κόσμο της αρχαιότητας, του Βυζαντίου και της νεώτερης Ελλάδας. Τότε κάνει τη ζωγραφική επάγγελμά του.
Με το ξέσπασμα του Ελληνοτουρκικού πολέμου το 1897 φεύγει για την Ελλάδα, με την πρόθεση να καταταγεί εθελοντής. Πριν προλάβει να γνωρίσει τα πεδία των μαχών, ο πόλεμος τερματίζεται.
Αποφασίζει να μείνει στον Βόλο, πλούσιο αγροτικό και βιομηχανικό κέντρο στις αρχές του 20ου αιώνα. Ζει μέσα στη φτώχεια και ζωγραφίζει για ψίχουλα στους τοίχους μαγαζιών του Βόλου και του Πηλίου.
Παράλληλα, διασκεδάζει τους κατοίκους και γίνεται αντικείμενο αστεϊσμών με το παράξενο φέρσιμο, αλλά και τις φορεσιές του. Από νέος ακόμη, ο Θεόφιλος υιοθετεί τη φουστανέλα ως καθημερινό ένδυμα, ενώ τις Απόκριες του αρέσει να ντύνεται Μέγας Αλέξανδρος, με στολή δικής του επινοήσεως.
Τα οικονομικά του καλυτερεύουν κάπως, όταν ένας πλούσιος γαιοκτήμονας της Μαγνησίας, ο Γιάννης Κοντός, του αναθέτει το 1912 την τοιχογράφηση του σπιτιού του στην Ανακασιά.
Ο Θεόφιλος ζωγραφίζει σκηνές από την Επανάσταση του '21, αρχαίους θεούς και τοπία. Σήμερα, η οικία Κοντού είναι το Μουσείο Θεόφιλου στον Βόλο.
Το 1927, μη μπορώντας νααντέξει ένα χοντρό αστείο που έγινε εις βάρος του, εγκαταλείπει τον Βόλο και επιστρέφει στη γενέτειρά του Μυτιλήνη. Λέγεται ότι κάποιος, για να διασκεδάσει τους θαμώνες ενός καφενείου, έριξε τον Θεόφιλο από μια σκάλα, όπου ήταν ανεβασμένος και ζωγράφιζε.
Εν τω μεταξύ, ο ζωγράφος Γιώργος Γουναρόπουλος μιλά με ενθουσιασμό για το έργο του Θεόφιλου στον μυτιληνιό Στρατή Ελευθεριάδη σημαίνοντα τεχνοκριτικό στο Παρίσι με το γαλλικό όνομα Τεριάν.
Ο Ελευθεριάδης είναι ο άνθρωπος που επιβάλλει τον Θεόφιλο και θα τον κάνει γνωστό, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό. Του αγοράζει χρώματα, πινέλα και πανιά και αναθέτει στον πατέρα του να του στέλνει στο Παρίσι όσα έργα ζωγραφίζει.
Τότε παρατηρείται και μία στροφή στη θεματολογία του Θεόφιλου. Τα ιστορικά και ηρωικά θέματα δίνουν τη θέση τους στα πιο οικεία, τα καθημερινά, τα κοντινά.
Μόλις άρχισε να του χαμογελά η τύχη, ο Θεόφιλος βρέθηκε νεκρός στο άθλιο καμαράκι του, στις 24 Μαρτίου 1934. Η νεκροψία έδειξε ανακοπή καρδιάς.
Στις 20 Σεπτεμβρίου 1935 δημοσιεύεται συνέντευξη του Τεριάντ στην εφημερίδα «Αθηναϊκά Νέα», στην οποία χαρακτηρίζει τον Θόφιλο "μεγάλο έλληνα ζωγράφο".
Μανώλης Χιώτης, υπήρξε μία προσωπικότητα που άλλαξε την ιστορία και την εξέλιξη της μουσικής στην Ελλάδα
Μανώλης Χιώτης
Λαϊκός συνθέτης και δεξιοτέχνης του μπουζουκιού,
που εισήγαγε την τέταρτη -διπλή- χορδή στο μπουζούκι.
Γεννήθηκε στις 21 Μαρτίου του 1920 στη Θεσσαλονίκη, όπου είχε μετακομίσει η οικογένειά του από το Ναύπλιο. Κατά τη διάρκεια των μαθητικών του χρόνων πήρε μαθήματα κιθάρας, μπουζουκιού και ούτι από τον διάσημο μουσικοδιδάσκαλο της εποχής Γεώργιο Λώλο. Το 1935 επέστρεψε με την οικογένειά του στο Ναύπλιο και σε ηλικία μόλις 15 ετών έκανε τις πρώτες εμφανίσεις του σε μαγαζιά της περιοχής.
Η αλήθεια είναι ότι ο Μανώλης Χιώτης δεν έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια. Η οικογένειά του ήταν ευκατάστατη (η μητέρα του μάλιστα διατηρούσε ένα από τα πλέον αριστοκρατικά μπαρ της εποχής) και αυτό το αρχοντικό στυλ στο πάλκο διατήρησε και ο ίδιος στη μετέπειτα πορεία του.
Το 1936 κατέβηκε στην Αθήνα. Εμφανίστηκε για λίγες ημέρες στα «Παγώνια» (στη Σωκράτους και Αγίου Κωνσταντίνου γωνία) και αμέσως μετά στο «Δάσος», πλάι στον μεγάλο Στράτο Παγιουμτζή. Ήταν ακόμα 16 χρονών, ωστόσο ο Παγιουμτζής, διακρίνοντας το ταλέντο του, τον παρουσίασε στην Columbia, με την οποία υπέγραψε το πρώτο του συμβόλαιο, ως «διευθύνον πρίμο όργανο», το χειμώνα του 1936.
Την επόμενη χρονιά φωνογράφησε και το πρώτο του τραγούδι «Γιατί δεν λες το ναι» (Το χρήμα δεν το λογαριάζω), με εκτελεστή τον Στράτο Παγιουμτζή. Λίγο αργότερα γνωρίζεται με τον Μπαγιαντέρα και παίζει μαζί του στις κλασικές εκτελέσεις των προπολεμικών επιτυχιών του, «Νυχτερίδα», «Μ' έχεις μαγεμένο», «Ζούσα μοναχός χωρίς αγάπη» κ.ά.
Αμέσως μετά την απελευθέρωση, ο Μανώλης Χιώτης χρησιμοποιεί για πρώτη φορά τον ενισχυτή στις εμφανίσεις του και η καριέρα του εκτινάσσεται απότομα, όταν ηχογραφεί σε δεύτερη εκτέλεση το ήδη επιτυχημένο τραγούδι του «Ο πασατέμπος» (1946). Σε αυτό το τραγούδι κάνει -σύμφωνα με την κυρίαρχη άποψη- την πρώτη του εμφάνιση το τετράχορδο μπουζούκι, μία καινοτομία που εκτιμάται ότι πρώτος ο Χιώτης χρησιμοποίησε, αν και φαίνεται ότι τελικά το τετράχορδο μπουζούκι υπήρχε και νωρίτερα. Στο πάλκο, χρησιμοποιεί δύο μπουζούκια, ένα κλασικό, με μεταλλικές χορδές, κι ένα με χορδές από έντερα, ώστε η χροιά του να μοιάζει με το ούτι.
Με τη Μαίρη Λίντα.Κατά τη δεκαετία του '40 γράφει τη μια επιτυχία μετά την άλλη: «Πάλι στις τρεις ήρθες εχθές να κοιμηθείς» (Ντουο Χάρμα), «Θα σου πω το μυστικό μου» (Μ. Νίνου), «Το φτωχομπούζουκο» (Στ. Τζουανάκος) κ.ά.
Το 1950, έπειτα από δυο χρόνια χωρίς σουξέ, γράφει σε στίχους του Ν. Ρούτσου (που του έδινε στίχους που απέρριπτε ο Τσιτσάνης) «Τα πεταλάκια» και την ίδια χρονιά το «Σ' αυτό το φτωχοκάλυβο» με τη Στέλλα Χασκίλ.
Το 1954 παντρεύεται την πρώτη του γυναίκα, την τραγουδίστρια Ζωή Νάχη και αποκτά μαζί της δύο παιδιά. Λίγο αργότερα γνωρίζει τη Μαίρη Λίντα και κάνουν μαζί το ανεπανάληπτο ντουέτο που κυριάρχησε στο ελληνικό τραγούδι μέχρι το '66, οπότε και χώρισαν (είχαν παντρευτεί το 1959).
Ανεπανάληπτες επιτυχίες, κλασικές φιγούρες στον κινηματογράφο και λάτιν ρυθμοί, που κορυφώνονταν σε οργιαστικά σόλα. Παράλληλα, δίνει και εκπληκτικά, κλασικού ύφους, σουξέ στον Στέλιο Καζαντζίδη, κυρίως σε στίχους του Χρήστου Κολοκοτρώνη.
Το 1959 ενορχηστρώνει τον «Επιτάφιο» του Μίκη Θεοδωράκη, που έχει κάνει ήδη μια αποτυχημένη έκδοση, και τον απογειώνει. Ακολουθούν οι «Λιποτάκτες», η «Πολιτεία» και το «Αρχιπέλαγος». Με τις ενορχηστρώσεις του Χιώτη και τις φωνές της Μαίρης Λίντα, του Γρηγόρη Μπιθικώτση, του Στέλιου Καζαντζίδη και της Μαρινέλλας, τα έργα του Θεοδωράκη, αλλά και του Χατζιδάκι -του οποίου υπήρξε για καιρό σολίστας- αποκτούν λαϊκή απήχηση. Είναι ουσιαστικά αυτός που ανοίγει το δρόμο και στους άλλους λαϊκούς μουσικούς να συνεργαστούν με τους λόγιους συνθέτες, με αποτέλεσμα την έκρηξη του λεγόμενου «Έντεχνου».
Τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής του ήταν και τα πιο δραματικά. Χωρίζει με τη Λίντα (πράγμα που του στοίχισε πολύ), κάνει αποτυχημένες συνεργασίες και ο καρκίνος αρχίζει να τον κατατρώγει.
Στις21 Μαρτίου του 1970, ανήμερα των 50ων γενεθλίων του, ο Μανώλης Χιώτης αφήνει την τελευταία του πνοή. Στην κηδεία του, στο Α' νεκροταφείο Αθηνών, ο Γιάννης Καραμπεσίνης παίζει με το μπουζούκι του Χιώτη τα «Ηλιοβασιλέματα» και το δακρυσμένο πλήθος τραγουδά. Μαζί και οι τρεις συντρόφισσες της ζωής του: Ζωή Νάχη, Μαίρη Λίντα και Μπέμπα Κυριακίδου.
Ο Μανώλης Χιώτης υπήρξε μία προσωπικότητα που άλλαξε την ιστορία και την εξέλιξη της μουσικής στην Ελλάδα. Η καινοτομία των τεσσάρων χορδών στο μπουζούκι, που είτε αυτός εφάρμοσε πρώτος είτε την επέβαλλε, μπορεί μεν να προκάλεσε το μένος των παραδοσιακών τριχορδάδων, αλλά έκανε αποδεκτό το μπουζούκι σε όλη την Ελλάδα, μιας και μέχρι τότε ήτανε απαγορευμένο και χαρακτηρισμένο ως «υπερβολικά λαϊκό», αλλά και γνωστό στον υπόλοιπο κόσμο.
Αριστοτέλης Ωνάσης, Έλληνας μεγιστάνας
Αριστοτέλης Ωνάσης
Ο έλληνας μεγιστάνας Αριστοτέλης Ωνάσης γεννήθηκε στις 15 ή 20 Ιανουαρίου του 1906 στη Σμύρνη, σε σχετικά εύπορη για την περιοχή και την εποχή εκείνη οικογένεια. Ήταν το δεύτερο παιδί των γονιών του. Είχε προηγηθεί η Άρτεμις, δυο χρόνια πριν.
Ο πατέρας του Σωκράτης Ωνάσης ήταν ένας από τους πλουσιότερους καπνέμπορους και επιχειρηματίες της Σμύρνης. Η μητέρα του Πηνελόπη Δολόγλου παντρεύτηκε στα 17 της χρόνια, αλλά πέθανε νέα στα 33 της. Έξι μήνες μετά, ο πατέρας του ξαναπαντρεύτηκε την Ελένη, από την οποία ο Αριστοτέλης απέκτησε δύο αδελφές, τη Μερόπη και την Καλλιρρόη.
Η γιαγιά του, Γεσθημανή, ήταν πολύ θρήσκα και ονειρευόταν για τον εγγονό της να γίνει παπάς. Από μικρός ήταν παπαδάκι και του άρεσε να μαθαίνει απ’ έξω τους βυζαντινούς ψαλμούς. Ξεστράτισε, όμως, ως μαθητής, παρότι φοίτησε στα καλύτερα σχολεία.
Μεγαλώνοντας έκανε ένα ελκυστικό κορμί, που το επεδείκνυε με καμάρι στα κορίτσια. Είχε δύναμη, τόλμη, διασυνδέσεις και λεφτά... Δωροδοκούσε τους υπαλλήλους των σχολείων του, αγόραζε τσιγάρα που τα κάπνιζαν με τους φίλους του, καβγάδιζε συχνά κι έλεγε ψέματα για πλάκα. Όμως, ήταν αγαπητός για τα ελαττώματα και τις απερισκεψίες του, το πνεύμα του και φυσικά τα χρήματά του. Ήταν τακτικός πελάτης σε οίκο ανοχής και είχε τις πρώτες του εμπειρίες από τη δασκάλα του των γαλλικών, την πλύστρα της οικογένειάς του και μια παντρεμένη Τουρκάλα.
Με τη Μικρασιατική καταστροφή, ο πατέρας του βρέθηκε στη φυλακή. Η επιχείρησή τους περιήλθε στα χέρια των Τούρκων και η αποθήκη τους κάηκε. Μην έχοντας άλλη επιλογή, ο Αριστοτέλης αποφάσισε να ξενιτευτεί για να αναζητήσει μια καλύτερη τύχη για εκείνον και την οικογένειά του.
Ήταν 16 ετών όταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης πάτησε για πρώτη φορά το πόδι του στην Ελλάδα. Αρχικώς έμεινε σε μία υπαίθρια κατασκήνωση και μετά σε δωμάτιο κοντά στην αποβάθρα. Λίγο αργότερα επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και τον Αύγουστο του 1923 ξεκίνησε με 250 δολάρια για την Αργεντινή.
Στο Μπουένος Άιρες έκανε διάφορες δουλειές: Λαντζιέρης, υπάλληλος σε πλυντήριο, νυχτοφύλακας. Όταν η Βρετανική Τηλεφωνική Εταιρία προσέλαβε ανειδίκευτο προσωπικό πήγε κι αυτός ως νυκτερινός τηλεφωνητής. Κρυφακούγοντας τις συνομιλίες, αποσπούσε χρήσιμες πληροφορίες και τις αξιοποιούσε καταλλήλως. Έτσι, ίδρυσε μια μικρή επιχείρηση εισαγωγής καπνού και κατασκευής σιγαρέτων, την οποία διαφήμιζε πετώντας άδεια πακέτα στους πολυσύχναστους σταθμούς της πόλης.
Όταν ήρθε ξανά στην Ελλάδα, γνωρίστηκε με τον υπουργό Ανδρέα Μιχαλακόπουλο και χάρη σ' αυτόν επέστρεψε στο Μπουένος Άιρες με καινούργιο ελληνικό διαβατήριο και τον τίτλο του ειδικού Ακολούθου. Είχε, όμως, και την αργεντινή υπηκοότητα.
Το 1931 έγινε αναπληρωματικός πρόξενος και το 1932 άρχισε ν' ασχολείται με τη ναυτιλία. Αρχικά αγόρασε ένα εμπορικό πλοίο 7.000 τόνων, που ήταν διαλυμένο και βυθίστηκε αγκυροβολημένο στο Μοντεβίδεο από φουρτούνα. Στη συνέχεια αγόρασε 6 καναδέζικα πλοία. Τα δυο πρώτα του στόλου του τα ονόμασε «Πηνελόπη Ωνάση» και «Σωκράτης Ωνάσης» προς τιμήν των γονιών του.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης, εκτός των άλλων ικανοτήτων και χαρισμάτων που είχε, ήταν ικανός για κάτι που πολύ λίγοι στον πλανήτη μπορούν να πουν πως το έχουν: διέθετε ένα σχεδόν αλάθητο ένστικτο, το οποίο τον καθοδηγούσε κατευθείαν στο σημείο όπου υπήρχε μια καινούρια ευκαιρία για εκείνον. Έτσι, διέβλεψε τη βιομηχανική επανάσταση και το ρόλο του πετρελαίου. Παρήγγειλε το πρώτο τάνκερ στον κόσμο, 15.000 τόνων, και το ονόμασε «ΑΡΙΣΤΟΝ». Η άνοδος της ναυτιλίας ήταν αλματώδης και ο Ωνάσης αγόραζε διαρκώς νέα μεγαλύτερα τάνκερ.
Στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου εγκαταλείπει το Λονδίνο και εγκαθίσταται στη Νέα Υόρκη. Εκεί γνώρισε την άνοιξη του 1943 τη 16χρονη κόρη του μεγάλου έλληνα εφοπλιστή Σταύρου Λιβανού, Αθηνά, και την ερωτεύτηκε. Τρία χρόνια αργότερα παντρεύτηκαν κι εγκαταστάθηκαν στο Παρίσι, Στις 30 Απριλίου 1948 απέκτησαν τον γιο τους Αλέξανδρο και στις 11 Δεκεμβρίου 1950 το δεύτερο παιδί τους, τη Χριστίνα, η οποία γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη.
Στη δουλειά του συνέχεια επινοούσε νέα κόλπα. Υπέγραφε μεταφορές κάρβουνου με πλοία που δεν είχε, μεταφορές πετρελαίου με πλοία που ακόμα δεν είχαν ναυπηγηθεί. Παρ' όλα αυτά, μεγάλες εταιρίες πετρελαίου, όπως η Μόμπιλ, η Σοκόνι και η Τεξάκο, προτιμούσαν να υπογράφουν μακροπρόθεσμα σταθερά συμβόλαια μαζί του, παρά να πονοκεφαλιάζουν με άλλους.
Πριν από τον καθένα συνειδητοποίησε το οικονομικό θαύμα της Γερμανίας μετά τον πόλεμο. Παρ' ότι η συμφωνία του Πότσδαμ του 1945 απαγόρευε στους Γερμανούς να ναυπηγούν πλοία πάνω από 15.000 τόνους, ο Ωνάσης σκέφθηκε τα φαλαινοθηρικά. Καμιά συμφωνία δεν απαγόρευε τις μετατροπές. Αυτή την εποχή διάλεξε και το Μόντε Κάρλο για έδρα των επιχειρήσεών του. Το 1953 σχεδόν όλο το Μονακό ήταν δικό του. Την ίδια χρονιά βάφτισε στο Αμβούργο το μεγαλύτερο τάνκερ του κόσμου με το όνομα Τίνα Ωνάση. Ωστόσο, οι σχέσεις με τη σύζυγό του δεν ήταν ιδανικές...
Το 1956 γνωρίστηκε με τον βρετανό πρωθυπουργό Ουίστον Τσόρτσιλ. Ένθερμος υποστηρικτής των Ελληνοκυπρίων και του Μακάριου, δεν δίστασε να τους υπερασπισθεί ανοιχτά, ενώ η Κύπρος βρισκόταν υπό βρετανική κατοχή.
Το 1957 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τον ενθάρρυνε να αναλάβει τη μικρή επιζήμια αεροπορική εταιρία Τ.Α.Ε. Την απέκτησε για 2.000.000 δολάρια, τη μετέτρεψε σε «Ολυμπιακή Αεροπορία» και την ανέπτυξε σε αεροπορική εταιρεία των πέντε Ηπείρων. Ήδη είχε περί τις 70 εταιρίες σ' όλο τον κόσμο, όλοι τον πρόσεχαν, τον θαύμαζαν και τον ζήλευαν. Όταν πίστεψε ότι κατόρθωσε όσα ήθελε, αγόρασε τον Σκορπιό, ένα νησάκι στο Ιόνιο, το οποίο μετέβαλε σε θερινή διαμονή του.
Το 1958 συνάντησε τη διάσημη ελληνίδα σοπράνο Μαρία Κάλλας. Η γνωριμία τους αυτή εξελίχθηκε τα επόμενα χρόνια σ' ένα φλογερό ειδύλλιο, που ποτέ όμως δεν κατέληξε σε γάμο. Ο Αριστοτέλης Ωνάσης παντρεύτηκε για δεύτερη φορά στις 20 Οκτωβρίου του 1968 με την Ζακλίν (Τζάκυ) Μπουβιέ, μετά τη δολοφονία του συζύγου της Τζον Κένεντι. Είχαν γνωριστεί αρκετά χρόνια πριν, όταν ο Ωνάσης είχε συστήσει τον τότε γερουσιαστή της Μασαχουσέτης στον Τσόρτσιλ ως έναν ικανό πολιτικό που είχε τα προσόντα να εξελιχθεί σε πρόεδρο των ΗΠΑ.
Από τη ζωή του έλληνα μεγιστάνα πέρασαν κατά καιρούς πολλές ακόμα διάσημες γυναίκες, όπως η Τζεραλίν Σπερκλς -βαθύπλουτη κληρονόμος περιουσίας ζάχαρης που εθεωρείτο η πιο όμορφη γυναίκα στον κόσμο, η Εύα Περόν, η Μέριλιν Μονρόε, η Γκλόρια Σουανσόν και η Γκρέτα Γκάρμπο.
Η αντίστροφη μέτρηση για τον Αριστοτέλη Ωνάση άρχισε στις 22 Ιανουαρίου του 1973, όταν ο γιος του Αλέξανδρος τραυματίστηκε σοβαρά κατά τη συντριβή του αεροσκάφους του στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες.
Τα τραύματα στον εγκέφαλο ήταν σοβαρότατα κι έπειτα από ιατρική σύσκεψη και με τη συγκατάθεση του πατέρα του οι γιατροί αφαίρεσαν τη μηχανική υποστήριξη. Ο ίδιος δεν πίστεψε ποτέ ότι ο μοναχογιός του σκοτώθηκε σε ατύχημα και πρόσφερε 1 εκατομμύριο δολάρια σε όποιον έδινε πληροφορία ότι επρόκειτο για σαμποτάζ.
Το Δεκέμβριο του 1973, με την πτώση της παγκόσμιας αγοράς τάνκερ, οι ζημίες για τον Αριστοτέλη Ωνάση ανέρχονταν σε 12,5 εκατομμύρια δολάρια. Το διυλιστήριο στο Νιου Χαμσάιρ έκλεισε και στις 15 Ιανουαρίου του 1975 επέστρεψε την «Ολυμπιακή Αεροπορία» στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος την εθνικοποίησε.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης είχε ήδη χάσει κάθε ενδιαφέρον για τη ζωή. Προσβλήθηκε από μυασθένεια, μία νόσο που σιγά - σιγά εξασθενεί το μυϊκό σύστημα, κι αποσύρθηκε στο ιδιωτικό του νησί, τον Σκορπιό. Οι καλύτεροι γιατροί του κόσμου δυστυχώς δε μπόρεσαν να κάνουν τίποτε για τον άλλοτε παντοδύναμο Σμυρνιό, που τελικά έσβησε στις 15 Μαρτίου του 1975, στο Αμερικανικό Νοσοκομείο του Παρισιού.
Μοναδική κληρονόμος της αμύθητης περιουσίας του σήμερα είναι η εγγονή του Αθηνά, γόνος της Χριστίνας Ωνάση και του Τιερί Ρουσέλ. Η μοναχοκόρη του Αριστοτέλη Ωνάση βρέθηκε νεκρή το 1988 στο μπάνιο της, με αδιευκρίνιστα τα αίτια του θανάτου της. Η μητέρα των παιδιών του Τίνα βρέθηκε επίσης νεκρή στο κρεβάτι της, λόγω υπερβολικής χρήσης βαρβιτουρικών, ενώ η δεύτερη σύζυγός του Τζάκι πέθανε το 1994 από καρκίνο.
Τζέρι Λιούις, ήταν Αμερικανός κωμικός, ηθοποιός, τραγουδιστής και σκηνοθέτης
Τζέρι Λιούις - Jerry Lewis
Ο Τζέρι Λιούις, ήταν Αμερικανός κωμικός, ηθοποιός, τραγουδιστής, σκηνοθέτης, παραγωγός, σεναριογράφος και ανθρωπιστής, ιδιαίτερα γνωστός για το Slapstick χιούμορ του σε ταινίες της τηλεόρασης, του κινηματογράφου, του θεάτρου και του ραδιοφώνου. (αγγλικά: Jerry Lewis, γεννημένος είτε ως Τζέρομ Λέβιτς είτε ως Τζόζεφ Λέβιτς ανάλογα με την πηγή, 16 Μαρτίου 1926 - 20 Αυγούστου 2017)
Η καριέρα του ξεκίνησε το 1946 όταν ήταν δίδυμο κωμικών με τον ηθοποιό Ντιν Μάρτιν, δημιουργώντας το ντουέτο Martin and Lewis, δίνοντας παραστάσεις σε νυχτερινά κέντρα, τηλεοπτικές εκπομπές, ραδιοφωνικά σόου, συναυλίες, ηχογραφήσεις και θεατρικές ταινίες.
Όλα αυτά μέχρι το 1956 καθότι μετά έκαστος ακολούθησε διαφορετικές πορείες στον χώρο.
Μετά το 1957 ο Λιούις, στη σόλο καριέρα του, πρωταγωνίστησε σε πολλές κινηματογραφικές ταινίες, όπως το The Delicate Delinquent, (στην οποία έκανε την παρθενική του εμφάνιση ως παραγωγός), The Bellboy (στην οποία έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο, γράφοντας για πρώτη φορά και το σενάριο), το The Nutty Professor αλλά και σε πολλές άλλες ταινίες και τηλεοπτικές εκπομπές ενώ κυκλοφόρησε και δίσκους, δίνοντας και ζωντανές ερμηνείες, και άλλα πολλά.
Από το 1966 έως και το 2010, ο Λιούς ήταν ο κεντρικός παρουσιαστής του Labor Day Telethon, ένας ετήσιος τηλεμαραθώνιος που πραγματοποιούνταν την Ημέρα της Εργασίας, για την Muscular Dystrophy Association.
Ο Λιούις έλαβε, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, πολλά βραβεία από Βραβεία American Comedy, το Los Angeles Film Critics Association, το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας, το Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, αλλά και απέκτησε δύο αστέρια στη Λεωφόρο της Δόξας στο Χόλυγουντ.
Ο Λιούις γεννήθηκε στις 16 Μαρτίου 1926 στο Νιου Τζέρσεϋ, από ρωσο-εβραίους γονείς. Ο πατέρας του Ντάνιελ Λέβιτς (1902-1980) είχε γραφείο τελετών και ήταν διασκεδαστής στο Βόντεβιλ όπου χρησιμοποιούσε το καλλιτεχνικό όνομα Ντάνυ Λιούις. Η μητέρα του Ρέιτσελ Λέβιτς (γεννημένη Μπρότσκυ) έπαιζε πιάνο για έναν ραδιοφωνικό σταθμό. Ο Λιούις άρχισε να παίζει πιάνο στην ηλικία των πέντε ετών και συχνά έπαιζε μαζί με τους γονείς του στην Νέα Υόρκη. Μέχρι την ηλικία των 15 ετών, είχε αναπτύξει το προσωπικό του μουσικό στυλ στο οποίο με υπερβολικό τρόπο μιμούνταν τους στίχους από τραγούδια των φωνογράφων. Χρησιμοποίησε το επαγγελματικό όνομα Τζόει Λιούις αλλά γρήγορα το άλλαξε σε Τζέρυ Λιούις για να αποφύγει την σύγχυση με τον κωμικό ηθοποιό Τζόει Ε. Λιούις και τον πρωταθλητή βαρέων βαρών Τζόει Λιούις. Εγκατέλειψε τις σπουδές του στο Γυμνάσιο του Ίρβινγκτον. Είχε έναν προσωπικό "χαρακτήρα" ακόμα και στα εφηβικά του χρόνια, κάνοντας φάρσες στην γειτονιά του, συμπεριλαμβανομένου το να γλιστράει κρυφά στις κουζίνες των σπιτιών προκειμένου να κλέψει τηγανητό κοτόπουλο και πίτες. Κατά την διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου απορρίφθηκε από τον στρατό εξαιτίας ενός καρδιακού φυσήματος.
Καριέρα
Ντουέτο με τον Ντιν Μάρτιν
Ο Λιούις κέρδισε την προσοχή όντας μέλος ενός ντουέτου με τον τραγουδιστή Ντιν Μάρτιν, ο οποίος εργάστηκε ως καλλιτέχνης στις κωμωδίες του Λιούις στην ομάδα Μάρτιν και Λιούις.
Εκείνη την εποχή οι καλλιτέχνες διαφοροποιούνταν από τις περισσότερες κωμωδίες επειδή βασίζονταν στην αλληλεπίδρασή τους αντί για τα προγραμματισμένα σκετς.
Μετά τον σχηματισμό τους το 1946, γρήγορα προωθήθηκαν σε εθνικό επίπεδο, πρώτα με το δημοφιλές θεατρικό τους σε ένα νυχτερινό κέντρο και στην συνέχεια ως αστέρια του δικού τους προγράμματος The Martin and Lewis Show στο δίκτυο NBC.
Οι δυο άνδρες έκαναν πολλές εμφανίσεις στα πρωινά τηλεοπτικά προγράμματα, με την πρώτη εμφάνιση στις 20 Ιουλίου 1948 στην εκπομπή Toast of the Town στο κανάλι CBS (αυτή η εκπομπή αργότερα μετονομάστηκε επισήμως σε The Ed Sullivan Show στις 25 Σεπτεμβρίου 1955).
Στις 3 Οκτωβρίου 1948 εμφανίστηκαν στην σειρά Welcome Aboard στο κανάλι NBC και στην συνέχεια ως οι πρώτοι οικοδεσπότες στην εκπομπή The Colgate Comedy Hour το 1950.
Λίγο προτού εμφανιστούν στην εκπομπή The Colgate Comedy Hour, ο Λιούις προσέλαβε τον Νόρμαν Λέαρ και τον Εντ Σίμμονς ώστε να γίνουν μόνιμοι συγγραφείς για τις παραστάσεις τους The Martin and Lewis Show.
Το δίδυμο ξεκίνησε την κινηματογραφική του καριέρα στην εταιρεία Paramount όντας συνθέτες στην ταινία My Friend Irma (1949), η οποία βασίστηκε στις δημοφιλείς ραδιοφωνικές σειρές με το ίδιο όνομα. Ακολούθησε μια συνέχεια με την ταινία My Friend Irma Goes West (1950).
Μάρτιν και Λιούις το 1955
Ξεκινώντας με την ταινία At War With The Army (1950), οι Μάρτιν και Λιούις έγιναν τα αστέρια των δικών τους ταινιών σε δεκατέσσερις διαφορετικούς τίτλους : That's My Boy (1951), Sailor Beware (1952), Jumping Jacks (1952; also appearing in the Crosby and Hope film, Road to Bali as cameos), The Stooge (1952), Scared Stiff (1953), The Caddy (1953), Money from Home (1953), Living It Up (1954), 3 Ring Circus (1954), You're Never Too Young (1955), Artists and Models (1955) and Pardners (1956) at Paramount, ending with Hollywood or Bust (1956).
Ο Χαλ Γουάλις έκανε την παραγωγή και στις 16 ταινίες. Το περιοδικό DC Comics, που πιστοποιεί την δημοτικότητα των κωμικών ηθοποιών, δημοσίευσε το μπεστ-σέλλερ κωμικό περιοδικό The Adventures of Dean Martin and Jerry Lewis από το 1952 έως το 1957.
Το 1954 το δίδυμο εμφανίστηκε στο επεισόδιο 191 της σειράς What's My Line? ως μυστηριώδεις καλεσμένοι. Καθώς οι ρόλοι του Μάρτιν στις ταινίες τους γίνονται όλο και λιγότερο σημαντικοί με την πάροδο του χρόνου, η συνεργασία τους δημιούργησε προβλήματα.
Η συμμετοχή του Μάρτιν έφερε αμηχανία το 1954 όταν το περιοδικό Look δημοσίευσε μια φωτογραφία της ομάδας για την ταινία εκείνης της χρονιάς προκειμένου να μπει στο εξώφυλλο του περιοδικού αλλά δεν συμπεριέλαβε τον Μάρτιν. Η επαγγελματική σχέση του έληξε στις 24 Ιουλίου 1956.
Τόσο ο Μάρτιν όσο και ο Λιούις ακολούθησαν επιτυχημένες σόλο καριέρες και κανένας από τους δυο δεν σχολίασε την διάσπαση της ομάδας ούτε σκέφτηκε μια ενδεχόμενη επανένωση.
Πραγματοποίησαν μέχρι το 1961 περιστασιακές δημόσιες εμφανίσεις μαζί αλλά δεν ξαναεμφανίστηκαν μέχρι μια επανεμφάνιση-έκπληξη στην εκπομπή Muscular Dystrophy Telethon το 1976 την οποία διοργάνωσε ο Φρανκ Σινάτρα.
Το δίδυμο τελικά συμφιλιώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1980 μετά τον θάνατο του γιου του Μάρτιν, Ντιν Πολ Μάρτιν, το 1987.
Οι δυο άνδρες εμφανίστηκαν μαζί στην σκηνή για τελευταία φορά όταν ο Μάρτιν έκανε την τελευταία του ζωντανή παράσταση στο Bally's Hotel and Casino στο Λας Βέγκας το 1989.
Ο Λιούις έφερε μια τούρτα για τα 72α γενέθλια του Μάρτιν, τραγουδώντας του το τραγούδι των γενεθλίων αστειευόμενος : "Γιατί χωρίσαμε ποτέ δεν θα το μάθω".
Σόλο καριέρα
Μετά την λήξη της συνεργασίας του με τον Μάρτιν, ο ίδιος και η σύζυγός του Πάττυ έκαναν διακοπές στο Λας Βέγκας προκειμένου να εξετάσουν την πορεία της καριέρας του. Ένιωθε ότι η ζωή του βρισκόταν σε κατάσταση κρίσης : "Δεν μπόρεσα να βάλω το ένα πόδι πάνω στο άλλο με απόλυτη εμπισοστύνη. Ήμουν εντελώς αποστασιοποιημένος για να είμαι μόνος ..." Ενώ βρισκόταν ακόμα εκεί, έλαβε ένα επείγον αίτημα από την φίλη του Σιντ Λουφτ, η οποία ήταν σύζυγος της Τζούντι Γκάρλαντ και μάνατζερ, στο οποίο του έλεγε ότι δεν μπορούσε να κάνει παράσταση εκείνη την νύχτα στο Λας Βέγκας εξαιτίας ενός προβλήματος υγείας και ρωτούσε εάν ο Λιούις μπορούσε να την αντικαταστήσει. Ωστόσο ο Λιούις δεν είχε ξανατραγουδήσει σε σκηνή από τότε που ήταν πέντε ετών, δηλαδή είκοσι πέντε χρόνια πριν. Παρόλα αυτά εμφανίστηκε μπροστά στο κοινό και έκανε αστεία κόλπα με το ακροατήριο ενώ ο Γκάρλαντ έκατσε στο πίσω μέρος της σκηνής και παρακολούθησε το σόου. Ο Λιούις τραγούδησε μια διαφορετική απόδοση ενός τραγουδιού που είχε μάθει από παιδί το "Rock-A-Bye Baby", μαζί με το "Come Rain or Come Shine." Ο ίδιος θυμάται : "Όταν τελείωσα το τραγούδι, ο χώρος εξερράγη. Κατέβηκα από την σκηνή γνωρίζοντας ότι θα μπορούσα να τα καταφέρω μόνος μου". Στις διαμαρτυρίες της συζύγου του, ο Λιούις χρησιμοποίησε τα δικά του χρήματα για να ηχογραφήσει τα τραγούδια σε έναν δίσκο.
Η εταιρεία Capitol Records άκουσε τα τραγούδια του και επέμεινε να του κάνει δίσκο. Το άλμπουμ αυτό ονομάστηκε Jerry Lewis Just Sings και έφτασε στο νούμερο 3 στα διαγράμματα του Billboard, παραμένοντας στην κορυφή για περίπου 4 μήνες και πουλώντας 1,5 εκατομμύριο αντίτυπα. Έχοντας πλέον αποδείξει ότι θα μπορούσε να τραγουδήσει μόνος του και να κάνει ζωντανές εμφανίσεις, άρχισε να εμφανίζεται τακτικά στο Sands Hotel στο Λας Βέγκας ξεκινώντας από τα τέλη του 1956. Αυτές οι εμφανίσεις σηματοδότησαν μια καμπή στη ζωή και τη σταδιοδρομία του. Υπέγραψε πενταετές συμβόλαιο με το Sands Hotel έτσι ώστε να εμφανίζεται επί έξι εβδομάδες κάθε χρόνο και έλαβε το ίδιο ποσό που λάβαιναν οι Martin and Lewis ως ομάδα. Οι κριτικοί του χάρισαν θετικά λόγια : "Ο Τζέρι είναι υπέροχος, έχει αποδείξει ότι μπορεί να έχει επιτυχία και μόνος του", ανέφερε ένας. Ο Λιούις εμφανίστηκε στην πρώτη του προσωπική τηλεοπτική εκπομπή για το κανάλι NBC τον Ιανουάριο του 1957 και ακολούθησαν παραστάσεις για συλλόγους στο Μαϊάμι, την Νέα Υόρκη, το Σικάγο και την Ουάσινγκτον. Τον Φεβρουάριο του ίδιους έτους ακολούθησε την Τζούντι Γκάρλαντ στο Palace Theater της Νέας Υόρκης. Ο πρώην συνεργάτης του Μάρτιν του τηλεφώνησε κατά την διάρκεια εκείνης της περιόδου για να του ευχηθεί καλή τύχη. "Ποτέ δεν ήμουν πιο ευτυχισμένος", είπε ο Λιούις. "Για πρώτη φορά έχω ήρεμο μυαλό".
Ακτιβισμός
Κατά την διάρκεια όλης της ζωής και της καριέρας του, ο Λιούις ήταν ένας παγκοσμίου φήμης ανθρωπιστής που υποστήριζε τη συλλογή χρημάτων για την έρευνα σχετικά με την μυϊκή δυστροφία. Μέχρι το 2011 διετέλεσε πρόεδρος της χώρας και εκπρόσωπος του Συλλόγου Μυϊκής Δυστροφίας (πρώην Σύλλογος Μυϊκής Δυστροφίας Αμερικής). Ο Λιούις άρχισε να φιλοξενεί Telethons προς όφελος της εταιρείας από το 1952 έως το 1959 και στη συνέχεια φιλοξένησε το ετήσιο ζωντανό σόου Jerry Lewis MDA Telethon (επίσης αποκαλούμενο Jerry Lewis Extra Special Special, Jerry Lewis Super Show και Jerry Lewis Stars Across America) κάθε Σαββατοκύριακο της Ημέρας Εργασίας από το 1966 έως το 2010. Για πάνω από σχεδόν μισό αιώνα συγκέντρωσε πάνω από 2,6 δις δολλάρια σε δωρεές για την μυϊκή δυστροφία.
Στις 3 Αυγούστου 2011 ανακοινώθηκε ότι ο Λιούις δεν θα παρουσίαζε πλέον τους MDA Telethons και δεν συνδεόταν πλέον με την Ένωση Μυϊκής Δυστροφίας. Την 1η Μαΐου 2015 ανακοινώθηκε ότι "ενόψει των νέων πραγματικοτήτων της τηλεοπτικής προβολής και της φιλανθρωπικής διανομής", τα Telethons τερματίστηκαν. Στις αρχές του 2016 ο Λιούις έσπασε μετά από πενταετή σιωπή και έκανε μια δήλωση μέσω βίντεο για τον οργανισμό στον προσωπικό του ιστότοπο προς τιμήν του ανασχεδιασμού του, σηματοδοτώντας την πρώτη του εμφάνιση (και όπως αποδείχθηκε και την τελευταία) υπέρ της υποστήριξης της MDA ήδη από το τελευταίο του Telethon το 2010 και το τέλος της δικής του θητείας ως προέδρου της το 2011.
Πολιτικές απόψεις
Ο Λιούις για πολλά χρόνια διατηρούσε ένα χαμηλό πολιτικό προφίλ, έχοντα ςλάβει συμβουλές από τον φίλο του και Πρόεδρο Τζον Κέννεντυ ο οποίος του είχε πει : "Μην πετύχετε τίποτα πολιτικό, μην το κάνετε αυτό επειδή θα σφετεριστούν την ενέργειά σας". Ο Λιούις ανέφερε κάποτε ότι η πολιτική "δεν ανήκε" στα Όσκαρ. Σε μια συνέντευξή του το 2004, ο Λιούις ρωτήθηκε για ποιο πράγμα ήταν λιγότερο περήφανος, με τον ίδιο να απαντά για την πολιτική - όχι την δική του, αλλά του κόσμου γενικότερα. Επέτρεψε την έλλειψη περηφάνιας των πολιτών στην χώρα τους δηλώνοντας "Ο Πρόεδρος Μπους είναι ο πρόεδρός μου. Δεν θα πω τίποτα τίποτα αρνητικό για τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών. Δεν το κάνω αυτό και δεν επιτρέπω στα παιδιά μου να το κάνουν. Και όταν έρχομαι στην Αγγλία μην τολμήσετε να μου κάνετε κανένα αστείο για τη "Μαμά". Αυτή είναι η Βασίλισσα της Αγγλίας, ανόητε".
Σε μια συνέντευξή του τον Δεκέμβριο του 2015 σχετικά με την κόντρα της EWTN World με τον Ρέιμοντ Αρόγιο, ο Λιούις εξέφρασε την αντίθεσή του προς τις Ηνωμένες Πολιτείες που επέτρεψαν την είσοδο στην χώρα Συίρων προσφύγων, λέγοντας : "Κανένας δεν εργάστηκε σκληρότερα για την ανθρώπινη υπόσταση όσο έχω εγώ, αλλά δεν αποτελούν μέρος της ανθρώπινης υπόστασης εάν τα 50 παιδιά στην ομάδα των 10.000 ανήκουν στο ISIS. Πώς μπορώ να έχω αυτή την ευκαιρία;" Στην ίδια συνέντευξη επέκρινε τον Πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα πως δεν ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει τον ISIS και εξέφρασε παράλληλα την υποστήριξή του στον Ντόναλντ Τραμπ λέγοντας ότι θα γινόταν ένας καλός πρόεδρος επειδή ήταν ένας καλός showman. Πρόσθεσε επίσης ότι θαύμαζε την προεδρία του Ρόναλντ Ρέιγκαν.
Ευαγόρας Παλληκαρίδης, μάρτυρας του αγώνα των ελληνοκυπρίων για την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού
Ευαγόρας Παλληκαρίδης
1938 – 1957
Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης ήταν μάρτυρας του αγώνα των ελληνοκυπρίων για την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και την Ένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα.
Γεννήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 1938 στο χωριό Τσάδα, της επαρχίας Πάφου. Μπήκε νωρίς στον αγώνα, από τα μαθητικά του χρόνια κιόλας. Το 1953, σε ηλικία 15 ετών, κατεβάζει και τεμαχίζει την αγγλική σημαία στο Κολέγιο της Πάφου, κατά την ημέρα στέψης της Βασίλισσας Ελισάβετ στο Λονδίνο. Δύο χρόνια αργότερα, συλλαμβάνεται ως μέλος της νεολαίας της ΕΟΚΑ, επειδή συμμετείχε σε παράνομη πορεία.
Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 συλλαμβάνεται εκ νέου και κατηγορείται για κατοχή και διακίνηση παράνομου οπλισμού. Η δίκη του ορίζεται για τον Μάρτιο του 1957. Στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας δεν αφήνει περιθώρια στους δικηγόρους του για να τον υπερασπιστούν. Παραδέχεται την ενοχή του, με αξιοθαύμαστο τρόπο: «Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο».
Την επομένη της καταδίκης του Παλληκαρίδη σε θάνατο, ο κόσμος ξεσηκώνεται για να σώσει τον νεαρό μαθητή. Οι εκκλήσεις για την απονομή χάριτος από την Ελλάδα, την Αγγλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες απορρίπτονται από τον άγγλο κυβερνήτη Τζον Χάρντινγκ και την αγγλική διπλωματία.
Βαγορής, όπως ήταν το χαϊδευτικό του, δεν πτοείται. Στο τελευταίο γράμμα του δηλώνει: «Θ' ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να 'ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το καθετί. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα, τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί.»
Τα μεσάνυχτα της 13ης Μαρτίου 1957 οδηγείται στην αγχόνη. Τραγουδά τον Εθνικό Ύμνο. Δύο λεπτά αργότερα (14 Μαρτίου) η καταπακτή ανοίγει και ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης περνά στην αιωνιότητα.
Περισσότερα Άρθρα...
- Άλμπερτ Αϊνστάιν, Γερμανός φυσικός τιμημένος με το Νόμπελ Φυσικής
- Γιώργος Σεφέρης, Έλληνας ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής και διπλωμάτης, τιμήθηκε με Νόμπελ Λογοτεχνίας
- Άννα Φρανκ, ένα από τα πιο γνωστά και πολυσυζητημένα θύματα του Ολοκαυτώματος
- Μελίνα Μερκούρη, όραμά της ήταν μέχρι το θάνατό της η επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο