Άρθρα
Γκάρι Μουρ, Βορειοϊρλανδός δεξιοτέχνης κιθαρίστας και τραγουδιστής, από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του blues-rock
Γκάρι Μουρ
Βορειοϊρλανδός δεξιοτέχνης κιθαρίστας και τραγουδιστής, από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του blues-rock.
Ο Ρόμπερτ Γουίλιαμ Γκάρι Μουρ (Robert William Gary Moore) γεννήθηκε στις 4 Απριλίου του 1952 στο Ανατολικό Μπέλφαστ, μία από τις προτεσταντικές περιοχές της Βορείου Ιρλανδίας. Ο πατέρας του, Ρόμπερτ Μουρ, ήταν διοργανωτής συναυλιών και ο μικρός Γκάρι μεγάλωσε ακούγοντας πολλές τοπικές μπάντες να παίζουν ζωντανά ποπ και ροκ επιτυχίες της εποχής. Η μητέρα του Γουίνι ήταν νοικοκυρά και είχε άλλα τέσσερα αδέλφια.
Σε ηλικία έξι ετών ανέβηκε για πρώτη φορά στη σκηνή, τραγουδώντας το Sugartime και τέσσερα χρόνια αργότερα απόκτησε την πρώτη του κιθάρα. Οι χορδές της ήταν πολύ σκληρές και του ήταν δύσκολο να παίζει, αλλά παρόλα αυτά έμαθε κάποιες μελωδίες των Shadows. Συνέχισε να μαθαίνει κιθάρα μόνος του, κυρίως από βιβλία, να παρακολουθεί άλλους μουσικούς να παίζουν και να ακούει μουσική από την πλούσια δισκοθήκη του πατέρα του. Αν και αριστερόχειρας, έμαθε να παίζει κιθάρα με τον ορθόδοξο τρόπο.
Το 1965 έγινε μέλος του συγκροτήματος The Beat Boys και έπαιζε στο κλαμπ του πατέρα του στα περίχωρα του Μπέλφαστ. Αργότερα, το συγκρότημα συνέχισε τις εμφανίσεις του σε ξενοδοχεία και χορούς, παίζοντας ό,τι τους ζητούσε το κοινό. Όπως και πολλοί συνομήλικοί του, ο Γκάρι Μουρ στράφηκε στο ροκ εντ ρολ ακούγoντας Έλβις Πρίσλεϊ και Beatles. Βλέποντας τον Τζίμι Χέντριξ και τον Τζον Μάγιαλ στο Μπέλφαστ, του ανοίχθηκε διάπλατα ο δρόμος προς τον πλούσιο μουσικά κόσμο των Μπλουζ.
Το 1966, ο Γκάρι πείθει το πατέρα του να του αγοράσει την πρώτη του ηλεκτρική κιθάρα, μία Φέντερ Στρατοκάστερ, δεχόμενος τον όρο του να παίξει στο συγκρότημα Dave and the Diamonds. Τον επόμενο χρόνο βγαίνει για πρώτη φορά εκτός Μπέλφαστ και ταξιδεύει στο Δουβλίνο για να παίξει με το συγκρότημα The Method. Σε μια συναυλία τους τον ακούει ο μπασίστας των Skid Row, Μπρένταν Σιλντς, και του ζητά να γίνει μέλος του συγκροτήματος, που κινείται στα μονοπάτια του μπλουζ-ροκ.
Ο 15χρονος Γκάρι το σκέφτεται σοβαρά. Το 1968 παίρνει τη μεγάλη απόφαση και αφήνει οριστικά το Μπέλφαστ, που σπαράσσεται από τη διαμάχη Καθολικών και Προτεσταντών. Μετακομίζει στο Δουβλίνο και εντάσσεται στους Skid Row. Τραγουδιστής του συγκροτήματος είναι ο 19χρονος Φιλ Λάινοτ, που θα αναδειχθεί σε μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του χαρντ-ροκ, μέσα από τις τάξεις των Thin Lizzy. Οι δυο τους θα γίνουν στενοί φίλοι και θα συνεργαστούν αργότερα. Όμως, δεν θα είναι και λίγες οι φορές που θα συγκρουστούν και οι δρόμοι τους θα χωρίσουν.
Το 1969 οι Skid Row κυκλοφορούν το πρώτο τους σινγκλ με τίτλο New Faces Old Places και ανοίγουν τις συναυλίες των Fleetwood Mac. O κιθαρίστας τους Πίτερ Γκριν (ίνδαλμα του Γκάρι από τα παιδικά του χρόνια) εντυπωσιάζεται από το παίξιμο του Γκάρι Μουρ και τους βοηθά να υπογράψουν το πρώτο τους δισκογραφικό συμβόλαιο. Ο Φιλ Λάινοτ αποχωρεί για λίγο από το γκρουπ λόγω προβλημάτων με τη φωνή του και όταν επιστρέφει τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ του δείχνουν οριστικά την πόρτα της εξόδου. Με τους Skid Row, ο Γκάρι Μουρ θα ηχογραφήσει τρία άλμπουμ, προτού οι δρόμοι τους χωρίσουν το 1973. Θα προλάβουν να ανακηρυχθούν κορυφαίο συγκρότημα της Ιρλανδίας το 1971.
Το 1973 σχηματίζει τους Gary Moore Band και ηχογραφεί το άλμπουμ Grinding Stone, χωρίς μεγάλη επιτυχία. Τον Ιανουάριο του 1974 δέχεται την πρόσκληση του φίλου του Φιλ Λάινοτ και γίνεται μέλος των Thin Lizzy. Ηχογραφεί το τραγούδι Still In Love With You, το μόνο κομμάτι του άλμπουμ Nightlife στο οποίο συμμετέχει. Θα αποχωρήσει από το συγκρότημα μετά από λίγους μήνες, λόγω διαφωνιών με τον Λάινοτ. Το 1975 ενώνεται με τους Colosseum II, ένα συγκρότημα του τζαζ-ροκ. Μαζί τους θα ηχογραφήσει τρία άλμπουμ.
Το 1977 ξαναγίνεται μέλος των Thin Lizzy και συμμετέχει στην περιοδεία τους με τους Queen ως πρώτο όνομα. Λέγεται ότι το συγκρότημα είναι τόσο καλό, που ο Φρέντι Μέρκιουρι και η παρέα του αναγκάζονται να ψαλιδίσουν το σετ τους για να μη τους κλέψουν τη δόξα. Όταν η περιοδεία τελειώνει, ο Φιλ Λάινοτ του ζητά να μείνει στο συγκρότημα, αλλά ο Γκάρι Μουρ προτιμά να επιστρέψει στους Colosseum II. Τον επόμενο χρόνο o Γκάρι Μουρ συνεργάζεται εκ νέου με τους Thin Lizzy και ξεκινά μαζί τους μεγάλη περιοδεία σε Αμερική και Αυστραλία. Παράλληλα, βρίσκει το χρόνο να ασχοληθεί με το συγκρότημα The Greedy Bastards, που το αποτελούν μέλη των Thin Lizzy και των Sex Pistols, ενώ κυκλοφορεί το άλμπουμ Back On The Street με φιλοξενούμενο τον Φιλ Λάινοτ και μεγάλη επιτυχία το κομμάτι Parisienne Walkways.
Το 1979, οι Thin Lizzy κυκλοφορούν ένα από τα κορυφαία άλμπουμ τους, το Black Rose, με τον Γκάρι Μουρ να έχει καθοριστική συμβολή. Κατά τη διάρκεια της περιοδείας τους στις ΗΠΑ, ο Γκάρι Μουρ εγκαταλείπει οριστικά τους Thin Lizzy, έπειτα από ένα καυγά με τον Φιλ Λάινοτ και σχηματίζει ένα νέο γκρουπ, τους G-Force, με τους οποίους θα κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.
Τα χρόνια που ακολουθούν ο Γκάρι Μουρ θα επικεντρωθεί στις προσωπικές του δουλειές και θα συνεργασθεί με μουσικούς, όπως ο Κόζι Πάουελ και ο Γκρεγκ Λέικ. Το 1984 θα ξανασυναντήσει τον παλιό του φίλο Φιλ Λάινοτ και θα συνεργαστούν τόσο δισκογραφικά, όσο και επί σκηνής. Στις 4 Ιανουαρίου 1986, ο Φιλ Λάινοτ φεύγει ξαφνικά από τη ζωή, σε ηλικία 37 ετών. Ο Μουρ συνεργάζεται με τα εναπομείναντα μέλη των Thin Lizzy σε μια συναυλία - αφιέρωμα στον Λάινοτ, το Μάιο της ίδιας χρονιάς στο Δουβλίνο.
Το 1990 θα έλθει η μεγαλύτερη επιτυχία της καριέρας του με το άλμπουμ Still Got the Blues και επίτιμους φιλοξενούμενους τους μπλουζ κιθαρίστες Άλμπερτ Κινγκ και Άλμπερτ Κόλινς, καθώς και τον πρώην Beatles Τζορτζ Χάρισον. Το ομώνυμο τραγούδι, μία από τις κορυφαίες μπαλάντες όλων των εποχών, γνώρισε επιτυχία ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου ο Γκάρι Μουρ ήταν ιδιαίτερα υποτιμημένος.
Το 1994 σχηματίζει τους BBM με δύο σπουδαίους μουσικούς, τον μπασίστα Τζακ Μπρους και τον ντράμερ Τζίντζερ Μπέικερ, δηλαδή τη ρυθμ σέκτιον των θρυλικών Cream. Θα κυκλοφορήσουν μόνο ένα δίσκο, το θαυμάσιο “Around the next dream”, που επαναφέρει τον Μουρ σε πιο ροκ μονοπάτια. Δυστυχώς, το συγκρότημα είχε βραχύβια διάρκεια και πρόλαβε να δώσει μόνο λίγες συναυλίες στην Ευρώπη. Το 1995 κυκλοφόρησε τον δίσκο Blues for Greeny, φόρο τιμής στον μέντορά του Πίτερ Γκριν.
Το Ιούλιο του 2000 ο Γκάρι Μουρ είχε προγραμματίσει να δώσει συναυλία στην Αθήνα, η οποία ακυρώθηκε. Την ίδια τύχη θα είχε και η εμφάνισή του στις 2 Ιουνίου του 2001, στο πλαίσιο του Athens Blues Festival. To 2002 σχηματίζει τους Scars, με τους οποίους θα κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ. Τη διετία 2007-2008 πραγματοποιεί τη μεγαλύτερη περιοδεία της καριέρας του και η Αθήνα είναι ένας από τους σταθμούς της. Θα εμφανισθεί στο κλειστό του Φαλήρου στις 13 Σεπτεμβρίου 2008.
Τρεις μήνες αργότερα και συγκεκριμένα στις 3 Δεκεμβρίου δικαστήριο του Μονάχου αποφαίνεται ότι το σόλο της μεγάλης του επιτυχίας Still Got The Blues είναι ξεσηκωμένο από το τραγούδι του 1974 Nordrach του γερμανικού συγκροτήματος Jud's Gallery. O ιρλανδός ρόκερ αναγκάζεται να καταβάλει ένα άγνωστο ποσό στον ηγέτη του συγκροτήματος Γιούργκεν Βίντερ.
Ο Γκάρι Μουρ έφυγε ξαφνικά από τη ζωή στις 6 Φεβρουαρίου 2011 στην παραθαλάσσια πόλη Εστεπόνα της Ανδαλουσίας, όπου περνούσε τις διακοπές του με μια φίλη του. Άφησε πίσω του δυο γιους από τον πρώτο του γάμο και μία κόρη από μια πρόσφατη σχέση του.
Δημήτρης Χριστούλας, ήταν Έλληνας συνταξιούχος, ο οποίος δημοσίως έδωσε τέρμα στη ζωή του διαμαρτυρόμενος για την ελληνική κρίση χρέους
Δημήτρης Χριστούλας
Ο Δημήτρης Χριστούλας (1935-2012) ήταν Έλληνας συνταξιούχος, ο οποίος δημοσίως έδωσε τέρμα στη ζωή του διαμαρτυρόμενος για την ελληνική κρίση χρέους.
Γεννήθηκε το 1935 και ήταν φαρμακοποιός. Όπως έγινε γνωστό από μαρτυρίες της κόρης του αλλά και γειτόνων, ο Δημήτρης Χριστούλας ήταν έντονα πολιτικοποιημένο άτομο, με ενεργή συμμετοχή σε όλες τις λαϊκές διεκδικήσεις των τελευταίων ετών. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, ήταν άνθρωπος πράος, καλλιεργημένος, ευγενής.
Αυτοκτόνησε στις 4 Απριλίου 2012 στην Πλατεία Συντάγματος με πιστόλι.
Ο θάνατός του προκάλεσε αυθόρμητη συρροή ανθρώπων που ήρθαν για να τοποθετήσουν άνθη και σημειώματα στον τόπο όπου πέθανε. Τη νύχτα της 4ης Απριλίου ακολούθησαν συμπλοκές με τις αστυνομικές δυνάμεις με αποχώρηση των Ευζώνων, ενώ μια μέρα αργότερα συνεχίζονταν οι μικροεμπλοκές.
Η πολιτική κηδεία του έγινε στις 7 Απριλίου στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, ενώ η σορός του, όπως ήταν η τελευταία του επιθυμία, μεταφέρθηκε στη Βουλγαρία για να αποτεφρωθεί.
Ερμηνεία της πράξης του και δηλώσεις
Τα παραπάνω συντείνουν στο συμπέρασμα ότι προέβη στο απονενοημένο του αυτό διάβημα με στόχο να αφυπνίσει την κοινή γνώμη, όπως άλλωστε αναφέρει ο ίδιος στο σημείωμα που βρέθηκε πάνω του, το οποίο είδε το φως της δημοσιότητας με ευθύνη της κόρης του. Πολλοί έσπευσαν μάλιστα, μεταξύ των οποίων και η ανεξάρτητη βουλευτής Σοφία Σακοράφα, η οποία τον γνώριζε και προσωπικά να χαρακτηρίσουν την πράξη του βαθύτατα πολιτική ενέργεια και να παρομοιάσουν την περίπτωσή του με εκείνη του φοιτητή Κ. Γεωργάκη, που αυτοπυρπολήθηκε στην πλατεία της Γένοβας, αντιδρώντας στην Χούντα των Συνταγματαρχών.
Στον αντίποδα, ατυχείς χαρακτηρίσθηκαν οι δηλώσεις για το θέμα της αυτοκτονίας του συνταξιούχου, στις οποίες προέβησαν κυβερνητικοί παράγοντες, όπως ο Πάρις Κουκουλόπουλος και ο Πάνος Μπεγλίτης.
Ο διεθνής απόηχος
Στις 3 Μαΐου 2012 στη Μαδρίτη, Ισπανοί τραγουδιστές συναντήθηκαν και ηχογράφησαν ένα τραγούδι που συνέθεσε ο Joaquín Carbonell για να τιμήσουν τον Έλληνα συνταξιούχο Δημήτρη Χριστούλα, που αυτοκτόνησε στην Πλατεία Συντάγματος μπροστά από την Ελληνική Βουλή.
Οι στίχοι του έχουν ως εξής:
Τα περιστέρια βρήκαν καταφύγιο
Μια πινελιά από φως βιολετί
Πέταξε το ελληνικό πρωινό.
Ήρεμο το τζιτζίκι
ζαλίστηκε κάτω από το τραπεζομάντιλο
όπου φύλαγε ένα φτωχό πρωινό γεύμα.
Το δέντρο είδε το συντριβάνι
και φύτρωσε φως μέσα από το μέλι.
Οκτώ το πρωί και οι θεοί λείπουν
Ο Δημήτρης είναι δυνατός
ένας γέροντας από χαρτί
μια φωνή που απευθύνεται στον κόσμο χωρίς να φωνάζει.
Η μοίρα μας ωθεί προς το τέλος
και σπάζει όλα τα σήματα.
Ο πυροβολισμός δεν είναι θόρυβος αλλά εκκλησία
που χάνεται σε μια ομίχλη από γυαλί.
Ο Δημήτρης ψάχνει το δέντρο
το μέρος είναι η πλατεία Συντάγματος
μπροστά στη Βουλή των Ελλήνων.
Πιάνει το πιστόλι,
μια κίνηση συνηθισμένη
που δεν τραβάει την προσοχή των περαστικών.
«Δεν θέλω την ελεημοσύνη σας
Σήμερα φεύγω, δεν θα δώσω άλλη μάχη
Δεν θα ψάξω για φαΐ στα σκουπίδια»
Οι ουρανοί έκλεισαν
και η γη έκλαψε
ήταν Απρίλιος στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Η μοίρα μας ωθεί προς το τέλος
και σπάζει όλα τα σήματα.
Ο πυροβολισμός δεν είναι θόρυβος αλλά εκκλησία
που χάνεται σε μια ομίχλη από γυαλί.
Η μοίρα μας ωθεί προς το τέλος
και σπάζει όλα τα σήματα.
«Δεν έχω καμία αξίωση γι’ αυτό το τραγούδι. Απλά θέλω να πω μια ιστορία που να μπορεί να διεγείρει και
να ευαισθητοποιήσει τους ανθρώπους για την πραγματικότητα ζούμε στον κόσμο, είπε Joaquín Carbonell.
Ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Gerry Rice, εξομολογήθηκε ότι παραλίγο να κλάψει.
Μανώλης Καλομοίρης, ήταν κορυφαίος Έλληνας μουσουργός
Μανώλης Καλομοίρης
1883 – 1962
Ο Μανώλης Καλομοίρης ήταν κορυφαίος Έλληνας μουσουργός. Θεωρείται ο δημιουργός της Εθνικής Σχολής, καθώς επιδίωξε να συνθέσει τη λόγια μουσική με την ελληνική ταυτότητα. Το δημοτικό τραγούδι και η ελληνική παράδοση, σε συνδυασμό με τις τεχνικές σύνθεσης της Δύσης, διαμόρφωσαν το ύφος του.
Γεννήθηκε στη Σμύρνη στις 14 Δεκεμβρίου 1883. Σπούδασε μουσική στην γενέτειρά του, την Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα και τη Βιέννη. Από το 1906 έως το 1910 έζησε στο Χάρκοβο της Ουκρανίας, όπου δίδαξε πιάνο στο Λύκειο Ομπολένσκι και γνώρισε από κοντά τη ρωσική εθνική σχολή.
Το 1908 πραγματοποιεί την πρώτη του εμφάνιση στην Αθήνα ως συνθέτης, σε μια ιστορική συναυλία στο Ωδείο Αθηνών στις 11 Ιουνίου. Το γραμμένο στη δημοτική γλώσσα πρόγραμμα της συναυλίας δημιουργεί αίσθηση και αναγνωρίζεται ως το μανιφέστο της Εθνικής Σχολής. Επηρεασμένος από το κίνημα της ρωσικής μουσικής σχολής είναι υπέρμαχος μιας εθνικής μουσικής «βασισμένης από τη μια μεριά στη μουσική των αγνών μας τραγουδιών μα και στολισμένης από την άλλη με όλα τα τεχνικά μέσα που μας χάρισεν η αδιάκοπη εργασία των προοδευμένων στη μουσική λαών και πρώτα πρώτα των Γερμανών, Γάλλων, Ρώσων και Νορβηγών». Ο Καλομοίρης συνδέθηκε με το κίνημα του δημοτικισμού, καθώς και με μεγάλες πνευματικές προσωπικότητες της εποχής του, όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο Άγγελος Σικελιανός και ο Νίκος Καζαντζάκης.
Η μουσική του Καλομοίρη ενσωματώνει πολλά βαγκνερικά στοιχεία (ατέρμονη μελωδία, εξαγγελτικά μοτίβα), αλλά και τη χρήση κλιμάκων του δημοτικού τραγουδιού, προσαρμοσμένων πάντοτε στο συγκερασμένο ευρωπαϊκό σύστημα. Το έργο του χαρακτηρίζεται από έντονη πληθωρικότητα και ενορχηστρωτικό όγκο. Υπήρξε πολυγραφότατος και συνέθεσε 222 έργα (ορχηστρική μουσική, όπερες, έργα για φωνή και ορχήστρα, κύκλους τραγουδιών και μουσική δωματίου). Υπήρξε εχθρικός προς την ιταλική όπερα και τους Ιόνιους συνθέτες, αλλά και στα σύγχρονα ρεύματα του εξπρεσιονισμού και της ατονικής μουσικής.
Σημαντικά έργα του θεωρούνται οι όπερες «Ο Πρωτομάστορας» (1915), αφιερωμένη στο «Πρωτομάστορα της Μεγάλης Ελλάδος» Ελευθέριο Βενιζέλο και το «Δαχτυλίδι της Μάνας» (1917), η «Συμφωνία της Λεβεντιάς» (1929), με την ενσωμάτωση Βυζαντινών Ύμνων και ο κύκλος τραγουδιών «Μαγιοβότανα» (1912-1913) σε ποίηση Κωστή Παλαμά.
Ο Μανώλης Καλομοίρης, πέρα από το συνθετικό του έργο, σφράγισε με την παρουσία του όλους του τομείς της μουσικής. Έγραψε μουσικοπαιδαγωγικά βιβλία, ίδρυσε το Ελληνικό Ωδείο και στη συνέχεια το Εθνικό Ωδείο, δημιούργησε δικό του μελοδραματικό θίασο ελλείψει κρατικής σκηνής, υπήρξε επιθεωρητής των στρατιωτικών Μουσικών (τον απέλυσε το 1936 ο Μεταξάς, επειδή παρακολούθησε την κηδεία του Ελευθέριου Βενιζέλου), συνεισέφερε στην ίδρυση της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, έγραψε κριτικές και άρθρα σε εφημερίδες και αγωνίστηκε με σθένος για τα δικαιώματα των μουσικών. Το αποκορύφωμα της τέχνης του ήταν η αναγόρευσή του σε ακαδημαϊκό στις 8 Ιουνίου 1946 και έγινε ο πρώτος μουσικός που πέρασε την πόρτα της Ακαδημίας Αθηνών.
Ο Μανώλης Καλομοίρης έφυγε από τη ζωή στις 3 Απριλίου του 1962, χωρίς να προλάβει να ακούσει το λυρικό του έργο «Κωνσταντίνος Παλαιολόγος» (1961), η πανελλήνια πρώτη του οποίου δόθηκε στις 12 Αυγούστου 1962 στο Ηρώδειο.
Κωνσταντίνος Μαλέας, από τους πλέον σημαντικούς μεταϊμπρεσιονιστές Έλληνες ζωγράφους των αρχών του 20ού αιώνα
Κωνσταντίνος Μαλέας
O Κωνσταντίνος Μαλέας (Κωνσταντινούπολη, 1879 - Αθήνα, 4 Απριλίου 1928) ήταν ένας από τους πλέον σημαντικούς μεταϊμπρεσιονιστές Έλληνες ζωγράφους των αρχών του 20ού αιώνα. Μαζί με τον Κωνσταντίνο Παρθένη, θεωρείται ως ο «πατέρας της μοντέρνας τέχνης στην Ελλάδα».
Ο Μαλέας γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη ενώ υπήρξε απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής, στην οποία ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τη ζωγραφική. Το 1901 έφυγε για το Παρίσι για να σπουδάσει αρχιτεκτονική. Στη γαλλική πρωτεύουσα έμεινε μέχρι το 1908 και σπούδασε ζωγραφική στην École des Arts Décoratifs και στο εργαστήριο του νεοϊμπρεσιονιστή Ανρί Μαρτέν (Henri Martin).
Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και έπειτα περιηγήθηκε για δύο χρόνια στην Εγγύς Ανατολή (Αίγυπτος, Λίβανος, Συρία) όπου ασχολήθηκε εντατικά με τη ζωγραφική.[1][2] Καρπός αυτών των ταξιδιών είναι ζωγραφικά έργα, σχέδια και κείμενα με φιλολογικές περιγραφές των τόπων, τα οποία δημοσιεύει ως ανταποκρίσεις σε εφημερίδες και περιοδικά της Κωνσταντινούπολης. Το 1910 επιστρέφει και πάλι στη γενέτειρά του. Το 1913 παντρεύεται την Ελένη Τζορμπατζή από τη Σμύρνη και μετά από μια σύντομη παραμονή στο Παρίσι, βρίσκεται, το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, με τη γυναίκα του στην Αθήνα. Το Νοέμβριο του 1913 εγκαθίσταται στη Θεσσαλονίκη, ως αρχιμηχανικός του Δήμου Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, σε μεγάλη πυρκαγιά που αποτέφρωσε ένα μεγάλο τμήμα του κέντρου της πόλης κάηκε άγνωστος αριθμός έργων του, γεγονός που ίσως τον οδήγησε να εγκαταλείψει τη Θεσσαλονίκη και να εγκατασταθεί στην Αθήνα, το Σεπτέμβριο του 1917.
Το 1918 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του νεοσύστατου Μουσείου Λαϊκών Χειροτεχνημάτων, το οποίο είχε ιδρυθεί με απόφαση του Ελευθερίου Βενιζέλου. Παράλληλα συνεργάστηκε με την ομάδα των Μ. Τριανταφυλλίδη, Α. Δελμούζου, Δ. Γληνού, η οποία εργαζόταν στο Υπουργείο Παιδείας για την περίφημη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1917 και ένα πλήθος άλλων θεσμικών αλλαγών. Το ίδιο έτος κυκλοφόρησε το Αναγνωστικό της Α΄ Δημοτικού, το Αλφαβητάρι με τον Ήλιο (το πρώτο αλφαβητάριο γραμμένο στην δημοτική γλώσσα), με δική του εικονογράφηση. Την ίδια περίοδο διορίστηκε μέλος του Καλλιτεχνικού Συμβουλίου της Εθνικής Πινακοθήκης και αποτέλεσε ιδρυτικό μέλος της καλλιτεχνικής «Ομάδας Τέχνη», συμβάλλοντας καθοριστικά στη δημιουργία της.
Έλαβε μέρος σε όλες τις εκθέσεις της στην Αθήνα και το Παρίσι (1917-1921). Το 1920 ταξίδεψε στην Πελοπόννησο και στις Κυκλάδες και τον επόμενο χρόνο, συνοδεύοντας τον αρχαιολόγο Κωνσταντίνο Ρωμαίο, στο Θέρμο Αιτωλοακαρνανίας.
Από το 1921 ως το 1923 έζησε και εργάστηκε στη Χίο και τη Λέσβο και πραγματοποίησε νέο ταξίδι στην Εγγύς Ανατολή ( κατά κύριο λόγο στην Αίγυπτο όπου ζωγράφισε τα τελευταία ανατολικά έργα του ). Μέχρι το 1927 ταξίδεψε συχνά στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Έλαβε μέρος σε αρκετές ομαδικές εκθέσεις ενώ παρουσίασε και 13 συνολικά ατομικές. Πέρα από την ζωγραφική, ο Μαλέας υπήρξε ενεργός και στις κοινωνικοπολιτικές συζητήσεις του καιρού του λαμβάνοντας θέση υπέρ των μεταρρυθμίσεων που υπόσχονταν η βενιζελική παράταξη, της οποίας υπήρξε και ο ίδιος υποστηρικτής. Αρθρογράφησε στον Νουμά, στο Ελεύθερο Βήμα και σε περιοδικά τέχνης. Πέθανε στις 4 Απριλίου 1928 στην Αθήνα.
Τεχνοτροπία & έργο
Ο Μαλέας θεωρείται ως ανανεωτής της ελληνικής ζωγραφικής και ως ο καλλιτέχνης που από κοινού με τον Κωνσταντίνο Παρθένη, αμφισβητώντας τον ακαδημαϊσμό της προηγούμενης καλλιτεχνικής γενιάς που είχε ως πρότυπο τη λεγόμενη σχολή του Μονάχου, προετοίμασε το έδαφος για την εμφάνιση των ζωγράφων της γενιάς του '30, πολλοί από τους οποίους επηρεάστηκαν σημαντικά από αυτόν. Στη διαμόρφωση της τεχνοτροπίας του Μαλέα έπαιξε σημαντικό ρόλο η μαθητεία του στο Παρίσι όπου ήρθε σε επαφή με τα ιμπρεσιονιστικά και μεταϊμπρεσιονιστικά ρεύματα, στα οποία έμεινε πιστός σε όλη τη διάρκεια της καλλιτεχνικής του πορείας. Κατά κύριο λόγο ασχολήθηκε με την τοπιογραφία. Στα έργα του κυρίαρχο ρόλο έχουν η σχηματοποίηση και τα δυνατά και καθαρά χρώματα ενώ κατά τη δεκαετία του 1910 καθιέρωσε στην Ελλάδα την επίπεδη απεικόνιση, η οποία αποτελεί μια βασική αρχή της μοντέρνας τέχνης.
Η αξία του έργου του Μαλέα αναγνωρίστηκε νωρίς και τιμήθηκε αναλόγως καθώς το 1923 έλαβε το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών.
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, επαναστάτης που έδρασε στην Πελοπόννησο
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
1770 – 1843
Επανάστατης, που έδρασε στην Πελοπόννησο και εξ αυτού του λόγου είναι γνωστός και ως «Γέρος του Μοριά».
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γεννήθηκε «εις τα 1770, Απριλίου 3, την Δευτέρα της Λαμπρής... εις ένα βουνό, εις ένα δέντρο αποκάτω, εις την παλαιάν Μεσσηνίαν, ονομαζόμενον Ραμαβούνι», όπως αναφέρει στα Απομνημονεύματά του.
Ήταν γιος του κλεφτοκαπετάνιου Κωνσταντή Κολοκοτρώνη (1747-1780) από το Λιμποβίσι Αρκαδίας και της Γεωργίτσας Κωτσάκη, κόρης προεστού από την Αλωνίσταινα Αρκαδίας.
Η οικογένεια των Κολοκοτρωναίων από το 16ο αιώνα, που εμφανίζεται στο προσκήνιο της ιστορίας, βρίσκεται σε αδιάκοπο πόλεμο με τους Τούρκους.
Μονάχα από το 1762 έως το 1806, 70 Κολοκοτρωναίοι εξοντώθηκαν από τους κατακτητές.
Το 1780, ήταν 10 ετών, όταν ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Τούρκους, ένα γεγονός που σημάδεψε τη ζωή του.
Στα 17 του έγινε οπλαρχηγός του Λεονταρίου και στα 20 του νυμφεύτηκε την κόρη του τοπικού προεστού Αικατερίνη Καρούσου.
Το 1806, κατά τη διάρκεια του μεγάλου διωγμού των κλεφτών από τους κατακτητές, κατόρθωσε να διασωθεί και να καταφύγει στη Ζάκυνθο, όπου κατατάχθηκε στον αγγλικό στρατό κι έφθασε μέχρι το βαθμό του ταγματάρχη. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και στις αρχές του 1821 αποβιβάστηκε στη Μάνη για να λάβει μέρος στον επικείμενο Αγώνα.
Στις 23 Μαρτίου του 1821 συμμετείχε στο υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη στρατιωτικό σώμα που κατέλαβε την Καλαμάτα, σηματοδοτώντας την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Αμέσως μετά έβαλε σκοπό να καταλάβει την Τριπολιτσά, το διοικητικό κέντρο των Οθωμανών στον Μωριά, γιατί αλλιώτικα δεν θα μπορούσε να επικρατήσει η επανάσταση, όπως πίστευε. Η νίκη των Ελλήνων στο Βαλτέτσι (13 Μαΐου 1821) και η άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821), που οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στον Κολοκοτρώνη, τον επέβαλαν ως αρχηγό του επαναστατικού στρατού της Πελοποννήσου.
Στη μάχη των Δερβενακίων (26 - 28 Ιουλίου 1822), όπου καταστράφηκε ο στρατός του Δράμαλη, αναδείχθηκε η στρατηγική του ιδιοφυΐα και η κυβέρνηση Κουντουριώτη τον διόρισε αρχιστράτηγο των επαναστατικών δυνάμεων. Η ίδια, όμως, κυβέρνηση θα τον φυλακίσει στην Ύδρα, κατά τη διάρκεια των εμφύλιων συρράξεων των ετών 1823 και 1824, όπου είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Θα τον απελευθερώσει τον Μάιο του 1825, όταν ο Ιμπραήμ απειλούσε να καταστείλει την επανάσταση και θα του αναθέσει εκ νέου την αρχιστρατηγία του Αγώνα. Μετρ του κλεφτοπολέμου και της «καμμένης γης», θα κατορθώνει να κρατήσει ζωντανή την επανάσταση μέχρι τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου (7 Οκτωβρίου 1827).
Μετά την απελευθέρωση συντάχθηκε με τον Ιωάννη Καποδίστρια κι έγινε ένα από τα επιφανή στελέχη του Ρωσικού Κόμματος. Κατά τη διάρκεια της Αντιβασιλείας διώχθηκε ως αντιβασιλικός και καταδικάσθηκε σε θάνατο τον Μάιο του 1834. Μετά την ενηλικίωσή του, ο Όθωνας του χάρισε την ποινή, τον διόρισε σύμβουλο της Επικρατείας και τον ονόμασε αντιστράτηγο.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Κολοκοτρώνης τα πέρασε στην Αθήνα με την ερωμένη του Μαργαρίτα Βελισσάρη (η σύζυγός του είχε πεθάνει το 1820), στο ιδιόκτητο σπίτι του, στη γωνία των σημερινών οδών Κολοκοτρώνη και Λέκκα. Την ίδια περίοδο υπαγόρευσε στον Γεώργιο Τερτσέτη τα απομνημονεύματά του, που κυκλοφόρησαν το 1851 με τον τίτλο «Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836» και τα οποία αποτελούν πολύτιμη πηγή για την Ελληνική Επανάσταση.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο στις 4 Φεβρουαρίου του 1843, λίγο μετά την επιστροφή στο σπίτι του από δεξίωση στα Ανάκτορα. Από τον γάμο του με την Αικατερίνη Καρούσου απέκτησε τέσσερα παιδιά: τον Πάνο (1798-1824), τον Γενναίο (1806- 1868), τον Κολλίνο (1810-1848) και την Ελένη, ενώ από τη σχέση του με τη Μαργαρίτα Βελισσάρη τον Παναγιωτάκη (1836-1893), τον οποίο αναγνώρισε με τη διαθήκη του.
Περισσότερα Άρθρα...
- Γιοχάνες Μπραμς, ήταν Γερμανός συνθέτης και πιανίστας, ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες κλασικής μουσικής του 19ου αιώνα
- Μιχάλης Ρούσσος, ήταν Έλληνας δημοσιογράφος και τηλεπαρουσιαστής
- Γρηγόρης Λαμπράκης, ήταν ιατρός, αθλητής και πολιτικός που δολοφονήθηκε από παρακρατικούς
- Γεώργιος Τραπεζούντιος, ήταν Έλληνας λόγιος του 15ου αιώνα