Άρθρα
Ανάσταση του Λαζάρου
Η Έγερσις του Λαζάρου
Πρόσωπο της Καινής Διαθήκης, φίλος και μαθητής του Χριστού, ο οποίος «ηγέρθη εκ νεκρών» προαναγγέλλοντας την Ανάσταση του Κυρίου. Το όνομα «Λάζαρος» είναι εξελληνισμένος τύπος του εβραϊκού Ελεάζαρ.
Ο Λάζαρος, ο επονομαζόμενος Δίκαιος και Τετραήμερος, ήταν αδελφός της Μάρθας και της Μαρίας (η γυναίκα που άλειψε με μύρο τα πόδια του Ιησού λίγες ημέρες πριν από τη σταύρωση και στη συνέχεια τα σπόγγισε με τα μαλλιά της), με τις οποίες ζούσε στη Βηθανία, κοντά στα Ιεροσόλυμα. Στο σπίτι τους είχε φιλοξενηθεί επανειλημμένα ο Χριστός, όταν περνούσε από την περιοχή, με κατεύθυνση προς την Ιερουσαλήμ.
Κατά την Καινή Διαθήκη (Ιωάννου ια' 1-44), μια μέρα ο Λάζαρος αρρώστησε βαριά και πέθανε. Οι αδελφές του ειδοποίησαν τον Ιησού ότι ο φίλος του ασθενεί βαρέως, αλλά εκείνος καθυστέρησε να έλθει. Στους μαθητές του είπε ότι ο φίλος του κοιμήθηκε και ότι θα μεταβεί στη Βηθανία για να τον ξυπνήσει. Όταν έφθασε στη Βηθανία με τους μαθητές του, η Μαρία του παραπονέθηκε ότι αν ερχόταν εγκαίρως δεν θα πέθαινε ο αδελφός της. Τότε, ο Ιησούς δάκρυσε και με φωνή μεγάλη προ του τάφου εκραύγασε: «Λάζαρε δεύρο έξω!» και ανάστησε τον Λάζαρο τέσσερεις ημέρες μετά τον θάνατό του, προκαλώντας τον θαυμασμό των παρισταμένων και το θανάσιμο μίσος των εχθρών του Φαρισαίων (Ιωάννου ια' 45-57).
Σύμφωνα με την παράδοση, ο Λάζαρος ήταν τότε 30 χρονών και έζησε άλλα 30 χρόνια. Έγινε επίσκοπος Κιτίου στην Κύπρο και πέθανε σε ηλικία 60 ετών. Τον Οκτώβριο του 890 ο βυζαντινός αυτοκράτορας Λέων ΣΤ' ο Σοφός βρήκε στην Κύπρο το λείψανο του Λαζάρου και το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Το τοποθέτησε σε αργυρή θήκη στον ομώνυμο ναό που κτίσθηκε στη βασιλεύουσα. Η ανακομιδή των λειψάνων του εορτάζεται στις 17 Οκτωβρίου. Ο τάφος του Λαζάρου έχει υποδειχθεί μέσα σε βράχο (διαστάσεων 3x3μ.) στο Όρος των Ελαιών στην Ιερουσαλήμ.
Η ανάμνηση του θαύματος της Ανάστασης του Λαζάρου εορτάζεται από την Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία το Σάββατο της πέμπτης εβδομάδας («Κουφής») της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και στις 17 Μαρτίου. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία εορτάζει το γεγονός στις 17 Δεκεμβρίου.
Ο Λάζαρος έχει εμπνεύσει τη λαϊκή φαντασία. Γνωστές είναι οι παροιμίες:
«Με τη φωνή και ο Λάζαρος»
«Ξαναζωντάνεψε σαν τον Λάζαρο»
«Κέρινος σαν τον Λάζαρο»
Γενικά, η προσωνυμία «Λάζαρος» δίδεται μεταφορικά σε άτομα που σώθηκαν ανέλπιστα από βέβαιο θάνατο, σε άτομα που θεωρούνταν χαμένα και ξαφνικά επέστρεψαν και σε ανθρώπους καχεκτικούς ή διαρκώς κατηφείς.
Το Λαζαροσάββατο σε πολλά μέρη της Ελλάδας οι νοικοκυρές ζυμώνουν ειδικά ψωμάκια, στα οποία δίνουν το σχήμα ανθρώπου και μάλιστα σαβανωμένου, όπως παριστάνεται ο Λάζαρος στη βυζαντινή εικονογραφία. Τα ψωμάκια αυτά λέγονται λαζάροι, λαζαρούδια, λαζαράκια, λαζόνια, λαζαρέλια κ.α.
Την ίδια ημέρα τα παιδιά (κυρίως τα κορίτσια) γυρίζουν τα σπίτια και τραγουδούν ειδικά κάλαντα, τα λεγόμενα λαζαρικά.
Πούσουν Λάζαρε
και πούνε η φωνή σου
χθες σε ζήταγε η αδελφή σου
ήμουνα στη γη κρυμμένος
και με τους νεκρούς αποθαμένος
Βάγια , βάγια των Βαγιών
τρώνε ψάρι και κολιό
και την άλλη Κυριακή
τρώνε το ψητό τ' αρνί
και το κόκκινο τ' αυγό
που κυλά στον ποταμό.
Γιώργος Οικονομίδης, ήταν Έλληνας κονφερασιέ, τραγουδιστής, σεναριογράφος και εκφωνητής ραδιοφώνου
Γιώργος Οικονομίδης
O Γιώργος Οικονομίδης γεννήθηκε το 1916 και πέθανε στις 22 Απριλίου 1985, υπήρξε Έλληνας κονφερασιέ, τραγουδιστής, σεναριογράφος και εκφωνητής ραδιοφώνου.
Ίσως η μεγαλύτερη προσωπικότητα του καλλιτεχνικού κόσμου της χώρας μας, υπήρξε ο ''μεγάλος'' Γιώργος Οικονομίδης. Ήταν ο πιο γνωστός κονφερασιέ (παρουσιαστής εκδηλώσεων και εκπομπών, διασκεδαστής) και επίσης ηθοποιός, τραγουδιστής, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής, σεναριογράφος, στιχουργός και «κυνηγός ταλέντων. Ήταν ο πρώτος (ίσως και ο τελευταίος) που συνέβαλε αποφασιστικά στην ποιότητα του θεάματος-ακροάματος. Έγραψε στίχους σε εκατοντάδες τραγούδια από τα οποία πάρα πολλά έγιναν μεγάλες επιτυχίες.
Συνεργάστηκε σχεδόν με όλους τους μεγάλους συνθέτες του ελαφρού τραγουδιού (Σουγιούλ, Μωράκης, Μουζάκης,Γούναρης,Μαρκέας, Σπάθης, Πλέσσας,Ζαχά, Καπνίσης, Κατσαρός κλπ) αλλά και σχεδόν όλους τους μεγάλους τραγουδιστές της εποχής. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1916 και ήταν το μεγαλύτερο παιδί από τα τρια του Σοφοκλή και της Μαρίας. Τα άλλα του αδέλφια λεγόταν Νίκος και Νίκη. Σπούδασε νομικά αλλά γρήγορα τον τράβηξε η ''παρουσίαση''. Μυήθηκε και «εκπαιδεύτηκε» ως κονφερασιέ στην περίφημη «Μάντρα» του Αττίκ όπου και κέρδισε τα πρώτα του χειροκροτήματα.
Ξεκίνησε τις παρουσιάσεις σε θέατρα, σε διάφορα κέντρα διασκεδάσεως και αναψυκτήρια ή σε εκδηλώσεις στα τέλη της δεκαετίας του 1930. Το 1940 έγραψε τους στίχους στο τραγούδι «Στη Ρώμη» (Κορόϊδο Μουσολίνι) το οποίο όπου ακουγόταν, αναπτέρωνε το ηθικό όλων των Ελλήνων κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου (οι στίχοι του δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Βραδυνή»). Το τραγούδι ήταν ιταλικό με τίτλο «Reginella Campagnola (η χωριατοπούλα Ρετζινέλα) και τη μουσική του την είχε γράψει ο Eldo di Lazzaro. Συνεργάστηκε με τον Κώστα Πρετεντέρη και μαζί έγραψαν πληθώρα θεατρικών επιθεωρήσεων που έγιναν μεγάλες επιτυχίες. Στις αρχές του 1950 ο Γιώργος Οικονομίδης, εκτός από πολύ δημοφιλής στα βαριετέ και στις πίστες, ήταν και πιο επιτυχημένος και δημοφιλής άνθρωπος του ραδιοφώνου, ο πρώτος πραγματικός σταρ που έβγαλε αυτό το μέσο στην Ελλάδα, κυρίως με τα νέα ταλέντα του και όχι μόνο. Ξεκίνησε τις εκπομπές του στο ραδιόφωνο (Ε.Ι.Ρ.) και κάθε Κυριακή στις 12 το μεσημέρι η φωνή του έδινε μέσω της εκπομπής του «Χαρούμενα Ταλέντα»την ευκαιρία σε νέα παιδιά με φωνή, φιλοδοξίες και όνειρα να τραγουδήσουν μπροστά στο κοινό και να αναδείξουν το ταλέντο τους!
Η περίφημη φράση του όταν άνοιγε τις εκπομές του...''Φίλοι μου αγαπημένοι'', ήταν το σήμα κατατεθέν του. Από τις ραδιοφωνικές του εκπομπές ανεδείχθησαν πάρα πολλοί τραγουδιστές όπως η Νάνα Μούσχουρη, ο Χάρρυ Κλυνν, η Τζένη Βάνου, Ο Πάνος Τζανετής, η Καίτη Χωματά, ο Γιάννης Βογιατζής, ακόμα και η Καίτη Γαρμπή με τη Λιάνα τότε, που συμμετείχαν ως «Αδερφές Γαρμπή». Αναδείχθηκε ο πιο δημοφιλής και ταλαντούχος παρουσιαστής του ραδιοφώνου και χαρακτηριστικό είναι ότι την ώρα της εκπομπής του, εδημιουργείτο τεράστια κοσμοσυρροή σε πεζοδρόμια, καφενεία και όπου υπήρχαν ραδιόφωνα! Επίσης όταν ήρθε η τηλεόραση, ήταν για 7-8 χρόνια το πιο δημοφιλές πρόσωπό της.
Ήταν φίλαθλος του Παναθηναϊκού και το 1958 έγραψε τους στίχους του ύμνου της ομάδας ενώ κατηφόριζε την Λεωφόρο Αλεξάνδρας με τον Γιώργο Μουζάκη που έγραψε τότε την μουσική, μετά από νίκη της ομάδας τους επί του Απόλλωνα.
Επίσης έγραψε τους στίχους στον «Ύμνο της 21 Απριλίου 1967» σε μουσική του Γιώργου Κατσαρού και τον τραγούδησαν σε πρώτη εκτέλεση ο «αριστερός» και τραγουδιστής της «Ρωμιοσύνης» και του «Αξιον Εστί» Γρηγόρης Μπιθικώτσης και η Βίκυ Μοσχολιού. Η φήμη του αμαυρώθηκε από το γεγονός αυτό και από το ότι μετείχε σε διάφορες εκδηλώσεις της τότε κυβέρνησης ως παρουσιαστής στο Παναθηναϊκό Στάδιο , ενώ άλλοι καλλιτέχνες που μετείχαν και αυτοί, όπως η Μαρινέλλα, ο Τόλης Βοσκόπουλος, η Βίκυ Μοσχολιού, ο Γρηγόρης Μπηθικώτσης, η Τζένη Βάνου, ο Γιάννης Πουλόπουλος, η Ζωή Κουρούκλη, η Κλειώ Δενάρδου,η Ρένα Βλαχοπούλου, ο Γιάννης Βογιατζής, ο Νίκος Σταυρίδης, ο Ντίνος Ηλιόπουλος, ο Γιώργος Ζαμπέτας, ο Κώστας Βουτσάς, ο Τώνης Μαρούδας, η Νάντια Κωνσταντοπούλου, η Ρένα Ντορ, η Βίκυ Λέανδρος, η Σοφία Βέμπο, ο Σώτος Παναγόπουλος, ο Σταμάτης Κόκοτας - και τόσοι άλλοι- σήμερα είναι στο απυρόβλητο.
Ο αδελφός του Νίκος ήταν στέλεχος του Κ.Κ.Ε. και ήταν συντάκτης στην εφημερίδα ''Ριζοσπάστης'' έχοντας την στήλη ''Έμμετρος Ρίζος'' και διώχθηκε για τις πολιτικές του πεποιθήσεις στα χρόνια του Εμφυλίου και της Δικτατορίας. Έλαβε μέρος σε αρκετές ελληνικές ταινίες, παρουσίασε ''άπειρες'' φιλανθρωπικές εκδηλώσεις χωρίς ποτέ να ζητήσει έστω μια δραχμή και έκανε ο ίδιος μεγάλες δωρεές σε διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα. Επίσης βάφτισε αρκετά ορφανά παιδάκια, αναλαμβάνοντας τα έξοδά τους έως ότου υιοθετηθούν.
Πέθανε στις 22 Απριλίου 1985 σε ηλικία 69 ετών από καρκίνο του πνεύμονα. Ήταν παντρεμένος με την Λιάνα Βιτσώρη (στιχουργός και ηθοποιός που αποσύρθηκε πολύ νωρίς από το θέατρο - κόρη των ηθοποιών, Νίτσας Τσαγανέα και Γ. Βιτσώρη) που πέθανε το 1996. Η κόρη του Μαριλένα, είναι επίσης συνθέτρια και τραγουδίστρια, όπως και η εγγονή του Λιάνα Κοριέρε-Οικονομίδη.
Φιλμογραφία
Ως σεναριογράφος
Κάλλιο πέντε και στο χέρι (1965)
Έξω φτώχεια και καλή καρδιά (1964)
Ως ηθοποιός
Έγκλημα στο Καβούρι (1974)
Ο καουμπόη του Μεταξουργείου (1971)
Ο Αστραπόγιαννος (1970)
Σε ικετεύω αγάπη μου (1970)
Για την τιμή και τον έρωτα (1969)
Το ΠΡΟ-ΠΟ και τα μπουζούκια (1968)
Τρούμπα (1967)
Ήρωες (1966)
Με τη λάμψη στα μάτια (1966)
Ευτυχώς... τρελάθηκα! (1966)
Κάλλιο πέντε και στο χέρι (1965) [Τζορτζ Κωνσταντινέας]
Έξω φτώχεια και καλή καρδιά (1964) [Γιώργος Οικονομίδης] Κάθε λιμάνι και καημός (1964)
Μην ερωτεύεσαι το Σάββατο (1962)
Ο παλληκαράς (1961)
Καλημέρα Αθήνα (1960)
Χριστίνα (1960)
Κρυστάλλω (1959)
Γερακίνα (1958)
Μαρία η Πενταγιώτισσα (1957)
Χαρούμενο ξεκίνημα (1954) [Γιώργος Μαΐδης]
Μιγκέλ ντε Θερβάντες Σααβέδρα, ήταν Ισπανός συγγραφέας, ο οποίος θεωρείται ευρέως ως ο μεγαλύτερος συγγραφέας στην ισπανική γλώσσα
Μιγκέλ ντε Θερβάντες
Ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες Σααβέδρα, ήταν Ισπανός συγγραφέας, ο οποίος θεωρείται ευρέως ως ο μεγαλύτερος συγγραφέας στην ισπανική γλώσσα και ο κατ' εξοχήν μυθιστοριογράφος παγκοσμίως. (Miguel de Cervantes Saavedra), 29 Σεπτεμβρίου 1547 – 22 Απριλίου 1616,
Το έργο του ανήκει χρονικά στην «χρυσή εποχή» (περ. 1492-1648) της Ισπανίας, κατά την οποία παρατηρήθηκε εξαιρετική άνθηση στις τέχνες.
Το διασημότερο μυθιστόρημά του, ο Δον Κιχώτης, συγκαταλέγεται στα κλασικά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, μεταφρασμένο σε περισσότερες από εξήντα γλώσσες και έχοντας υποβληθεί σε συστηματική ανάλυση και κριτικό σχολιασμό από τον 18ο αιώνα.
Ο Θερβάντες γεννήθηκε στο Αλκαλά ντε Ενάρες, περίπου 30 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Μαδρίτης, τέταρτος από τα συνολικά επτά παιδιά της οικογένειάς του.
Τα νεανικά του χρόνια, για τα οποία διαθέτουμε ελάχιστες πληροφορίες, χαρακτηρίστηκαν από τις πολυάριθμες μετακινήσεις της οικογένειας σε διαφορετικές ισπανικές πόλεις. Τα παλαιότερα λογοτεχνικά έργα του χρονολογούνται το 1568, ενώ το πρώτο μυθιστόρημα του, Γαλάτεια, εκδόθηκε το 1585.
Από το 1570, και για αρκετά χρόνια, πρόσφερε τις υπηρεσίες του ως επαγγελματίας στρατιώτης, λαμβάνοντας μέρος στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου ως υπαξιωματικός του πολεμικού πλοίου Μαρκέσα (Marquesa), στην πολιορκία της Κέρκυρας (1571), καθώς και στην εκστρατεία της Τύνιδας. Κατά την επιστροφή του στην Ισπανία, εργάστηκε στην Αυλή του Φιλίππου Β' ως φοροεισπράκτορας, ενώ λίγα χρόνια αργότερα εκδόθηκε ο πρώτος τόμος του Δον Κιχώτη (1605), έργο που τον καθιέρωσε στο λογοτεχνικό κόσμο.
Το 1607 εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη, όπου ολοκλήρωσε το μεγαλύτερο μέρος του λογοτεχνικού έργου του και έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Βιογραφία
Καταγωγή και νεανικά χρόνια.
O Θερβάντες γεννήθηκε πιθανώς στις 29 Σεπτεμβρίου του 1547, ενώ η βάπτισή του, όπως γνωρίζουμε από αρχειακά έγγραφα, πραγματοποιήθηκε στις 9 Οκτωβρίου. Λαμβάνοντας υπόψη την πρακτική της εποχής εκείνης να βαπτίζονται τα νεογνά λίγες μόνο ημέρες μετά τη γέννησή τους, καθίσταται πιθανό και το ενδεχόμενο να γεννήθηκε μία εβδομάδα αργότερα, κατά τον μήνα Οκτώβριο.
Σύμφωνα με το πιστοποιητικό της βάπτισής του, ως τόπος γέννησής του θεωρείται σήμερα με βεβαιότητα η ισπανική πόλη Αλκαλά ντε Ενάρες, αν και για αρκετά χρόνια πολυάριθμα χωριά ή πόλεις της Ισπανίας διεκδίκησαν τον τίτλο της γενέτειράς του. Καταγόταν από οικογένεια πρώην ευγενών, γιος του χειρούργου και πρακτικού ιατρού Ροδρίγο ντε Θερβάντες και της Λεονόρ ντε Κορτίνας, πιθανώς εβραϊκής καταγωγής που αργότερα μεταστράφηκαν στον καθολικισμό
Επιφανή μέλη της οικογένειας Θερβάντες υπήρξαν ο προπάππους του, Ροδρίγο Ντίαθ ντε Θερβάντες, ασχολούμενος με το εμπόριο υφασμάτων και ο παππούς του Χουάν ντε Θερβάντες, νομικός και κατώτερος δικαστικός υπάλληλος.
Για τα νεανικά του χρόνια, τα οποία χαρακτηρίστηκαν από συχνές μετακινήσεις της οικογένειάς του σε πολυάριθμες ισπανικές πόλεις όπου εξασκούσε το επάγγελμά του ο πατέρας του, διαθέτουμε λίγες πληροφορίες, όπως και για την εκπαίδευσή του.
Σύμφωνα με μία διαδεδομένη αντίληψη, εκπαιδεύτηκε για ένα διάστημα στο περιβάλλον Ιησουιτών, πιθανώς στην Κόρδοβα, στη Σεβίλη ή στη Σαλαμάνκα, ενδεχόμενο που ωστόσο παραμένει υπό αμφισβήτηση.
Σε αντίθεση με την πλειοψηφία των Ισπανών λογοτεχνών της εποχής του, ο Θερβάντες δεν φοίτησε στο πανεπιστήμιο, αν και από νεαρή ηλικία εκδήλωσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία και εξελίχθηκε σε δεινό αναγνώστη λογοτεχνικών έργων. Την περίοδο κατά την οποία η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη, φοίτησε κοντά στον ουμανιστή Χουάν Λόπεθ ντε Όγιος (Juan López de Hoyos), ο οποίος ξεχώρισε τον Θερβάντες για την κλίση του στα γράμματα.
Σε μια ποιητική συλλογή που εξέδωσε ο Όγιος το 1569, με κεντρικό θέμα το θάνατο της βασίλισσας Ελισάβετ του Βαλουά, τον χαρακτήρισε ως «αγαπημένο μαθητή» του.
Στην ίδια συλλογή συναντώνται τα τέσσερα πρώτα δημοσιευμένα ποίηματά τού Θερβάντες, συνολικά τέσσερις συνθέσεις, μεταξύ των οποίων μία ελεγεία και ένας επιτάφιος στη μορφή σονέτου.
Σταδιοδρομία ως στρατιώτης
To 1569, ο Θερβάντες εγκαταστάθηκε στην Ιταλία, για λόγους που μέχρι σήμερα παραμένουν άγνωστοι. Σύμφωνα με ένα διαδεδομένο ισχυρισμό, η φυγή του συνδεόταν με ένα επισήμως καταγεγραμμένο περιστατικό, κατά το οποίο τραυματίστηκε ένας πολίτης ονόματι Αντόνιο ντι Σιγκούρα.
Όπως βεβαιώνεται από επίσημο έγγραφο της 15ης Σεπτεμβρίου του 1569, για την πράξη αυτή καταδικάστηκε ένας Ισπανός με το όνομα Μιγκέλ ντε Θερβάντες, ωστόσο δεν θεωρείται βέβαιο πως επρόκειτο πράγματι για τον γιο του Ροδρίγο ντε Θερβάντες από το Αλκαλά ντε Εναρές.
Η μετάβασή του στην Ιταλία ερμηνεύεται από ορισμένους βιογράφους του ως προσπάθεια φυγής του καταζητούμενου Θερβάντες, ωστόσο, πιθανώς αποτέλεσε απλώς κοινή πρακτική με αυτήν που ακολουθούσαν αρκετοί συμπατριώτες του, προκειμένου να προωθήσουν την επαγγελματική τους σταδιοδρομία
Για σύντομο χρονικό διάστημα προσέφερε τις υπηρεσίες του ως αυλάρχης στον οίκο του Τζούλιο Ακουαβίβα, μετέπειτα καρδινάλιου, στην Ρώμη, όπου είχε την δυνατότητα να έρθει σε επαφή με την πλούσια πολιτιστική παράδοση της πόλης, την αναγεννησιακή τέχνη, αλλά και με την ιταλική λογοτεχνία.
Εκτιμάται ότι η θέση του θα μπορούσε να τού εξασφαλίσει την ανέλιξή του στην παπική Αυλή, ωστόσο την εγκατέλειψε έπειτα από περίπου δεκαπέντε μήνες και το 1570 ξεκίνησε να υπηρετεί στο πεζικό σώμα του ισπανικού στρατού στη Νάπολι, έδαφος που τότε βρισκόταν υπό ισπανική κατοχή.
Τον Σεπτέμβριο του 1571 υπηρέτησε ως υπαξιωματικός με το πολεμικό πλοίο Μαρκέσα που αποτελούσε τμήμα του μεγάλου στόλου υπό τις διαταγές του Δον Χουάν της Αυστρίας και πολέμησε νικηφόρα στη ναυμαχία της Ναυπάκτου (ή Λεπάντο) στις 7 Οκτωβρίου, εναντίον του οθωμανικού στόλου, αμφισβητώντας για πρώτη φορά την κυριαρχία του στη Μεσόγειο.
Σύμφωνα με ανεξάρτητες μαρτυρίες που διασώζονται, η στάση του Θερβάντες υπήρξε γενναία, αρνούμενος να περιοριστεί στα «μετόπισθεν», παρά το γεγονός πως ήταν προσβεβλημένος από πυρετό. Κατά την διάρκεια της μάχης τραυματίστηκε δύο φορές στο στέρνο, ενώ ένας τρίτος τραυματισμός προκάλεσε μόνιμη βλάβη, αχρηστεύοντας το αριστερό του χέρι.
Ο ίδιος, στον πρόλογο του δεύτερου μέρους του Δον Κιχώτη (1615) περιγράφει με υπερηφάνεια την συμμετοχή του στη μάχη, την οποία χαρακτήρισε ως την πλέον ένδοξη των όσων είδαν ή θα δουν οι αιώνες. Στο δε Ταξίδι στον Παρνασσό (1614) υπαινισσόμενος την κατοπινή επιτυχία του πρώτου μέρους του Δον Κιχώτη (1605), αναφέρει ότι στη Ναύπακτο αχρηστεύτηκε το αριστερό του χέρι "προς δόξαν του δεξιού".
H σοβαρότητα των τραυμάτων του φαίνεται από το γεγονός πως, μετά το τέλος της μάχης, παρέμεινε στο νοσοκομείο για περίπου έξι μήνες, μέχρι να επουλωθούν οι πληγές του.
Το 1572 επανήλθε στην υπηρεσία του ισπανικού στρατού στη Νάπολη και τα επόμενα τρία χρόνια συμμετείχε στις εκστρατείες της Κέρκυρας, του Ναυαρίνου και της Τύνιδας.
Τον Σεπτέμβριο του 1575, κατά την διάρκεια του ταξιδιού της επιστροφής του στην Ισπανία, η γαλέρα με την οποία έπλεε δέχθηκε επίθεση από πειρατές και ο Θερβάντες συνελήφθη μαζί με τον αδελφό του Ροδρίγο και μεταφέρθηκε αιχμάλωτος στο Αλγέρι, όπου παρέμεινε για πέντε χρόνια ως δούλος.
Η αλληλογραφία που έφερε πάνω του πιθανότατα μεγέθυνε την αξία του στα μάτια των κυρίων του, γεγονός που ίσως συνέβαλε στην αύξηση του τιμήματος που έπρεπε να καταβληθεί για την απελευθέρωσή του και στην παράταση της παραμονής του στο Αλγέρι.
Στη διάρκεια των πέντε ετών της αιχμαλωσίας του, επιχείρησε ανεπιτυχώς να δραπετεύσει τέσσερις φορές. Ανέκτησε τελικά την ελευθερία του, τον Σεπτέμβριο του 1580, χάρη στη συνδρομή Τριαδιστών καλόγερων και της οικογένειάς του που κατάφεραν να συγκεντρώσουν το οικονομικό ποσό που απαιτείτο.
Αυτή η περιπετειώδης περίοδος της ζωής του αποτυπώθηκε μεταγενέστερα στο λογοτεχνικό έργο του, ειδικότερα στα θεατρικά έργα Τα κάτεργα του Αλγερίου (Los baños de Argel) και H ζωή στο Αλγέρι (El trato de Argel).
Ισπανία
Επιστρέφοντας στην Ισπανία, ο Θερβάντες έζησε μια ζωή αρκετά διαφορετική από αυτήν της προηγούμενης δεκαετίας, αντιμετωπίζοντας συχνά οικονομικά προβλήματα, πριν καθιερωθεί στον χώρο της λογοτεχνίας.
Στα τέλη του 1584 παντρεύτηκε την, κατά είκοσι περίπου χρόνια νεότερή του, Καταλίνα ντε Σαλαθάρ ι Παλάθιος, ενώ νωρίτερα είχε ήδη αποκτήσει μία κόρη, την Ισαμπέλ ντε Σααβέδρα, καρπό της σχέσης του με την Άνα ντε Βιγιαφράνκα (ή Άνα Φράνκα ντε Ρόχας).
Τον επόμενο χρόνο, εκδόθηκε το πρώτο λογοτεχνικό έργο του, με τίτλο Γαλάτεια (La Galatea), ένα ποιμενικό μυθιστόρημα που αφιέρωσε στον Ασκάνιο Κολόνα, πιστό φίλο τού Τζούλιο Ακουαβίβα, προσδοκώντας πιθανότατα στην αιγίδα του, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Με την έκδοση του πρώτου βιβλίου του, ο Θερβάντες κατάφερε να αποκτήσει περιορισμένη φήμη, υποστηριζόμενος εν μέρει και από ένα στενό κύκλο λογοτεχνών, χωρίς ωστόσο να γνωρίσει την καταξίωση που θα ερχόταν αρκετά χρόνια αργότερα.
Οι μοναδικές επανεκδόσεις της Γαλάτειας που τυπώθηκαν ενόσω ήταν εν ζωή, ήταν αυτές του 1590 και 1611, στη Λισαβώνα και το Παρίσι αντίστοιχα.
Το 1585, υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με τον θεατρικό επιχειρηματία Γκασπάρ ντε Πόρρας για την συγγραφή δύο δραματικών έργων, ένα εκ των οποίων ονομάστηκε Η σύγχυση (La Confusa) και αποτελούσε κατά τον Θερβάντες το κορυφαίο έργο που έγραψε για το θέατρο.
Όπως ο ίδιος ισχυριζόταν, κατά την περίοδο αυτή ολοκλήρωσε περισσότερα από είκοσι θεατρικά έργα, από τα οποία όμως διασώθηκαν μόλις δύο τραγωδίες, Η πολιορκία της Νουμαντίας (El cerco de Numancia) και Η ζωή στο Αλγέρι (Los tratos de Argel), που χρονολογούνται στη δεκαετία του 1580.
Ως δραματικός συγγραφέας, ο Θερβάντες δεν διακρίθηκε, ούτε κατάφερε να αποκομίσει οικονομικά οφέλη, την ίδια περίοδο που δέσποζε η ισχυρή παρουσία του Λόπε ντε Βέγα, με καθοριστική συμβολή στο ισπανικό θέατρο και θεμελιωτής της comedia nueva.
Η αδυναμία του Θερβάντες να καταξιωθεί ως λογοτέχνης, τον οδήγησε στην αναζήτηση διαφορετικής κατεύθυνσης και, το 1587, διορίστηκε ως υπεύθυνος επισιτισμού και εφοδιασμού της ισπανικής αρμάδας, ενώ τον επόμενο χρόνο εγκαταστάθηκε στη Σεβίλλη, που αποτελούσε σημαντικό οικονομικό κέντρο της Ισπανίας και μία από τις μεγαλύτερες Ευρωπαϊκές πόλεις της εποχής.
Η οικονομική διαχείριση που επωμίστηκε, επισκιάστηκε από καταχρήσεις, πιθανώς υπό το βάρος των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε, για τις οποίες φυλακίστηκε το 1592 για δύο ημέρες στο Κάστρο ντελ Ρίο. Από το 1594 μέχρι το 1596, εργάστηκε ως φοροεισπράκτορας με έδρα την Ανδαλουσία, αντιμετωπίζοντας εκ νέου την κατηγορία της κατάχρησης, που τον οδήγησε σε νέα φυλάκιση, μέχρι τον Απρίλιο του 1598, αυτή τη φορά στη Σεβίλλη.
Στον πρόλογο που συνόδευσε τον πρώτο τόμο τού Δον Κιχώτη, ο Θερβάντες αφήνει να εννοηθεί πως πιθανώς συνέλαβε την ιδέα του έργου κατά την περίοδο της φυλάκισής του.
Τον Ιανουάριο του 1605 εκδόθηκε το σημαντικότερο ίσως έργο του Θερβάντες, 0 ευφάνταστος ευπατρίδης Δον Κιχώτης της Μάντσα, γνωστό περισσότερο ως Δον Κιχώτης. Το μυθιστόρημα είχε αξιοσημείωτη επιτυχία και μέχρι το καλοκαίρι του ίδιου έτους είχαν τυπωθεί δύο εκδόσεις του στη Μαδρίτη και τη Λισαβόνα, καθώς και μία έκδοση στη Βαλένθια.
O Θερβάντες είχε ήδη παραχωρήσει τα δικαιώματα εκμετάλλευσης του μυθιστορήματος στον Ισπανό εκδότη Φρανθίσκο ντε Ρόβλες, για άγνωστο χρηματικό ποσό, με αποτέλεσμα να μην επωφεληθεί οικονομικά από τη μεταγενέστερη επιτυχία και τις πολλαπλές εκδόσεις του. Σημαντική οικονομική ενίσχυση τού πρόσφεραν ο προστάτης του, Κόντε ντε Λεμός, και ο αρχιεπίσκοπος Τολέδου Μπερνάρδο ντε Σαντοβάλ ι Ρόχας.
Ο Θερβάντες αφιέρωσε στον πρώτο ορισμένα από τα έργα του, μεταξύ αυτών και το δεύτερο μέρος του Δον Κιχώτη. Παρά το γεγονός πως άρχισε να αναγνωρίζεται στο λογοτεχνικό κόσμο σε αρκετά προχωρημένη ηλικία, η τελευταία περίοδος της ζωής του υπήρξε η πιο δημιουργική.
Άγαλμα προς τιμή του Θερβάντες στην είσοδο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ισπανίας στη Μαδρίτη.
Το 1613 εκδόθηκαν οι Υποδειγματικές νουβέλες (Novelas ejemplares), σειρά διηγημάτων που συνιστούσαν την απαρχή της σύντομης αφήγησης στην καστιλλιάνικη λογοτεχνία. Στον πρόλογο της έκδοσης, ο Θερβάντες αποκάλυψε πως πρόθεσή του ήταν η συγγραφή διηγημάτων που να μην αποτελούν μεταφράσεις ή μεταφορές έργων ξένων δημιουργών, αναγνωρίζοντας πως ήταν ο πρώτος που έγραψε νουβέλες στη γλώσσα της Καστίλλης, τις οποίες ονόμασε «υποδειγματικές» για τον διδακτικό χαρακτήρα τους.
Ο χρόνος της συγγραφής τους δεν είναι γνωστός με βεβαιότητα. Τον επόμενο χρόνο εκδόθηκε το Ταξίδι στον Παρνασσό, ένα μακροσκελές αλληγορικό ποίημα, στον πρόλογο του οποίου ξεχωρίζει η ομολογία του Θερβάντες σχετικά με τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε στο είδος της ποίησης.
Το 1615 εκδόθηκαν οκτώ θεατρικά έργα του, γνωστά ως οι Οκτώ κωμωδίες (Ocho comedias, y ocho entremeses nuevos), συνοδευόμενα από ισάριθμα κωμικά ιντερμέτζα, σύντομα μέρη που απαγγέλλονταν συνήθως στα διαλείμματα των θεατρικών πράξεων. Η έκδοσή τους συνδέεται πιθανώς με το γεγονός πως δεν υπήρξε ενδιαφέρον ώστε να παρουσιαστούν σε θεατρικές σκηνές.
Από το 1614 θα πρέπει να ξεκίνησε και η συγγραφή του δεύτερου μέρους του Δον Κιχώτη. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους εκδόθηκε μια πλαστή έκδοσή του, από τον Αλόνσο Φερνάντεθ ντε Αβεγιανέδα (Alonso Fernández de Avellaneda), γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση του Θερβάντες, η οποία μάλιστα εκδηλώθηκε στον πρόλογο της πραγματικής έκδοσης του έργου (1615).
Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, ακολούθησαν ανατυπώσεις του στις Βρυξέλλες, στη Βαλένθια και στη Λισαβόνα, ενώ οι πρώτες μεταφράσεις του ολοκληρώθηκαν το 1618 και το 1620, στη Γαλλική και Αγγλική γλώσσα αντίστοιχα.
Ο Θερβάντες πέθανε στις 22 Απριλίου του 1616. Η 23η Απριλίου ήταν η ημερομηνία της ταφής του, όπως βεβαιώνεται από το πιστοποιητικό έγγραφο της εποχής.
Τον επόμενο χρόνο εκδόθηκαν Τα πάθη του Περσίλεως και της Σιγισμούνδης (Los trabajos de Persiles y Sigismunda, historia setentrional), ένα από τα τελευταία ρομαντικά αφηγήματά του, με σημαντική απήχηση όπως μαρτυρούν οι οκτώ ισπανικές εκδόσεις που τυπώθηκαν σε διάστημα δύο ετών, καθώς και οι μεταφράσεις του στην Αγγλική και Γαλλική γλώσσα που ολοκληρώθηκαν μέχρι το 1619.
Στις 11 Ιουνίου 2015 ο Θερβάντες τάφηκε με επίσημη ταφή σε αβαείο της Μαδρίτης, σε μνημείο όπου εναποτέθηκαν τα λείψανα που ανευρέθηκαν το 2005 και πιστεύεται ότι ανήκουν στον ίδιο.
Στην τελετή παρέστησαν η δήμαρχος Άνα Μποτέγια και ο στρατός.
Ρίτσαρντ Νίξον, Αμερικανός πολιτικός, που διετέλεσε πρόεδρος των ΗΠΑ
Σαν σήμερα το 1994 πέθανε ο Ρίτσαρντ Νίξον
Ο Ρίτσαρντ Νίξον, Αμερικανός πολιτικός, που διετέλεσε πρόεδρος των ΗΠΑ από το 1969 έως το 1974, πέθανε στις 22 Απριλίου του 1994.
Ο Ρίτσαρντ Μίλχους Νίξον (αγγλ. Richard Milhous Nixon, Καλιφόρνια, 9 Ιανουαρίου 1913 - 22 Απριλίου 1994) ήταν ο 37ος Πρόεδρος των Η.Π.Α. (1969-1974). Επίσης διετέλεσε αντιπρόεδρος των Η.Π.Α. κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Αϊζενχάουερ (1953-1961).
Είναι μέχρι στιγμής ο μοναδικός που έχει εκλεγεί ως πρόεδρος και αντιπρόεδρος σε 2 διαφορετικές περιόδους, αλλά και ο μόνος Πρόεδρος που παραιτήθηκε από τη θέση του.
Η παραίτησή του ήρθε ως συνέχεια του σκανδάλου Ουώτεργκεϊτ σε μια απόπειρα να αποφύγει την καθαίρεσή του από το αξίωμα του Προέδρου. Η θητεία του συνδέθηκε τόσο με την κλιμάκωση του πολέμου στο Βιετνάμ, όσο και με την αποχώρηση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων από εκεί το 1973.
Τον αντικατέστησε ο δεύτερος αντιπρόεδρός του, Τζέραλντ Φορντ, ο οποίος και του απέδωσε χάρη για οποιοδήποτε αδίκημα διέπραξε επί θητείας του, από τις 20 Ιανουαρίου 1969 έως τις 9 Αυγούστου 1974.
Νίκος Ρίζος, ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου
Νίκος Ρίζος
1924 – 1999
Ο Νίκος Ρίζος (Πέτα Άρτας, 30 Σεπτεμβρίου 1924 - Αθήνα, 20 Απριλίου 1999) ήταν Έλληνας ηθοποιός. Πρωταγωνίστησε σε πολλές κωμωδίες του ελληνικού κινηματογράφου και θεάτρου. Παντρεύτηκε την επίσης ηθοποιό, Έλσα Ρίζου (Ελένη Λαμπροπούλου γ. 10/12/1933), με την οποία απέκτησε έναν γιο, τον Κωνσταντίνο (γ . 1/5/1966).
Πρωτοεμφανίστηκε στην επιθεώρηση του Αλέκου Σακελλάριου «Άνθρωποι, άνθρωποι» το 1948, στο θέατρο «Μετροπόλιταν», μαζί με τη Σπεράντζα Βρανά στο νούμερο «Το τραμ το τελευταίο».
Στα χρόνια που ακολούθησαν συμμετείχε σε διάφορους θιάσους και το 1959 δημιούργησε δικό του, μαζί με τους Γιάννη Γκιωνάκη και Τάκη Μηλιάδη, με τους οποίους συμπρωταγωνίστησε στις επιθεωρήσεις των Δημήτρη Βασιλειάδη και Ναπολέοντα Ελευθερίου «Ομόνοια πλατς-πλουτς» και «Μαντουμπάλα».
Με τους ίδιους συνθιασάρχες και τις αδελφές Καλουτά έπαιξε στο θέατρο «Κυβέλης» στις επιθεωρήσεις «Καινούργια Αθήνα», «Άνθρωποι του ’60» και στη μουσική κωμωδία του Στέφανου Φωτιάδη «Ζητείται τεμπέλης».
Το καλοκαίρι του 1960 συνεργάστηκε με τους Βασίλη Αυλωνίτη, Γιάννη Γκιωνάκη, Τάκη Μηλιάδη και Ρένα Βλαχοπούλου, στο θέατρο «Μετροπόλιταν», στο έργο του Γ. Γιαννακόπουλου «Κάθε καρυδιάς καρύδι».
Το 1961 δημιουργήθηκε η θιασαρχική τριάδα «Βασίλης Αυλωνίτης - Γεωργία Βασιλειάδου - Νίκος Ρίζος», που διατηρήθηκε, σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία, έως το 1965, παρουσιάζοντας διάφορες κωμωδίες τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Γερμανία για τους μετανάστες. Το 1986 μετέτρεψε τον κινηματογράφο «Άστορ» της οδού Σταδίου σε θέατρο, το οποίο λειτούργησε υπό την καλλιτεχνική διεύθυνσή του έως το 1990. Από το ’90 και μετά άρχισε να συνεργάζεται και πάλι με άλλους θιάσους.
Ο Νίκος Ρίζος έκανε και πολλές κινηματογραφικές ταινίες, που φτάνουν τις 300. Ξεχωρίζουν: «Η Αγνή του λιμανιού» (1952) και «Το σοφεράκι» (1953) του Γιώργου Τζαβέλλα, «Χαρούμενο ξεκίνημα» (1954) και «Τζο, ο τρομερός» (1955) του Ντίνου Δημόπουλου, «Ο θησαυρός του μακαρίτη» (1959) του Νίκου Τσιφόρου, «Η κόμισσα της φάμπρικας» (1969) του Ντίμη Δαδήρα, «Ο αισιόδοξος» (1973) του Κώστα Καραγιάννη, «Η αρχόντισσα και ο αλήτης» (1969), «Ο γίγας της Κυψέλης» (1968), «Συμμορία εραστών» (1972) του Βαγγέλη Σερντάρη κ.ά.
Στη μικρή οθόνη πρωταγωνίστησε μαζί με τη Μάρθα Καραγιάννη στη σειρά «Ο δρόμος» του Κώστα Λυχναρά, σε σενάριο Κώστα Πρετεντέρη, καθώς και στην τηλεοπτική μεταφορά του μυθιστορήματος του ακαδημαϊκού Τάσου Αθανασιάδη «Η αίθουσα του θρόνου», στο MEGA.
Πέθανε στις 20 Απριλίου του 1999, σε ηλικία 75 χρόνων.
Περισσότερα Άρθρα...
- Αναστάσιος Λειβαδίτης, ήταν σημαντικός Έλληνας ποιητής
- Αδόλφος Χίτλερ, ήταν Γερμανός πολιτικός, αυστριακής καταγωγής, που κυβέρνησε δικτατορικά τη Γερμανία
- Βασίλισσα Ελισάβετ Β΄ του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας, και των άλλων Βασιλείων
- Πέτρος Αβελάρδος, ήταν Γάλλος φιλόσοφος και θεολόγος του Μεσαίωνα