Άρθρα
Αλ Πατσίνο, είναι Αμερικανός ηθοποιός βραβευμένος με Βραβείο Όσκαρ A' ανδρικού ρόλου
Αλφρέντο Τζέημς ή Αλ Πατσίνο
Ο Αλφρέντο Τζέημς "Αλ" Πατσίνο (γεννημένος στις 25 Απριλίου 1940) είναι Αμερικανός ηθοποιός βραβευμένος με Βραβείο Όσκαρ A' ανδρικού ρόλου. Θεωρείται ότι είναι από τους καλύτερους ηθοποιούς όχι μόνο της γενιάς του αλλά και ολόκληρου του κινηματογράφου.
Γεννήθηκε στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης από Ιταλούς γονείς. Ο παππούς του καταγόταν από το Κορλεόνε της Σικελίας. Είναι από τους λίγους ηθοποιούς του Χόλυγουντ που δεν έχει παντρευτεί ποτέ, αλλά παρόλα αυτά έχει μια κόρη με την ηθοποιό Τζούλι Μαρί και δίδυμα με την ηθοποιό Μπέβερλυ Ντ' Άντζελο.
Η πρώτη ταινία στην οποία έπαιξε ήταν το 'Me, Natalie' το 1969. Στην ταινία 'The Panic in Needle Park' το 1971, όπου έπαιζε έναν ηρωινομανή, τράβηξε την προσοχή του Φράνσις Φορντ Κόπολα ο οποίος και τον επέλεξε για τον ρόλο του Μάικλ Κορλεόνε στην ταινία Ο Νονός (για τον ίδιο ρόλο ήταν υποψήφιοι ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο και ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ), για την οποία ήταν υποψήφιος για Βραβείο Όσκαρ Β' Αντρικού ρόλου. Μετά από την ερμηνεία του στο Νονό έπαιξε σε ταινίες όπως Σέρπικο το οποίο του χάρησε την υποψηφιότητα αυτή τη φορά για Όσκαρ Α' Αντρικού ρόλου, το "Dog Day Afternoon" (Σκυλίσια Μέρα),όπου η ερμηνεία του,του έδωσε για δεύτερη φορά υποψηφιότηταςγια Όσκαρ Α' Αντρικού ρόλου , στο "Νονός ΙΙ" (με το οποίο ήταν υποψήφιος για Όσκαρ Α'Αντρικού ρόλου για τρίτη φορά). Το 1979 είχε άλλη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Α'Αντρικού ρόλου για την ταινία ...And Justice for All αλλά και πάλι δεν πήρε το χρυσό αγαλματίδιο.
Κατόπιν έπαιξε το ρόλο του Τόνυ Μοντάνα στο Scarface και το 1985 έπαιξε στο Revolution, που όμως ήταν εμπορική αποτυχία, εξαιτίας της οποίας έκανε τέσσερα χρόνια να εμφανιστεί ξανά σε ταινία. Όμως το 1990 ήρθε η δεύτερη υποψηφιότητα για Όσκαρ Β' Αντρικού ρόλου για το Dick Tracy και η καριέρα του απογειώθηκε εκ νέου. Ακολούθησε το Frankie and Johnny με συμπρωταγωνίστρια την Μισέλ Φάιφερ, το 1992 το Glengarry Glen Ross με το οποίο ήταν για τρίτη φορά υποψήφιος για Όσκαρ Β' Αντρικού ρόλου και την ίδια χρονιά το Άρωμα γυναίκας με το οποίο τελικά κατάφερε να πάρει το Όσκαρ Α'Αντρικού ρόλου. Ακολούθησαν εκπληκτικές ερμηνείες στις ταινίες Carlito's Way, Heat με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Insider με τον υποψήφιο για Όσκαρ Β’ Αντρικού Ράσελ Κρόου , The Devil's Advocate με συμπρωταγωνιστή τον Κιάνου Ριβς και Insomnia το 2002. Οι ταινίες στις οποίες εμφανίστηκε μετά το Insomnia δεν σημείωσαν ιδιαίτερη επιτυχία.
Ο Αλ Πατσίνο έχει αρνηθεί αρκετούς ρόλους. Οι πιο σημαντικοί που απέρριψε είναι του Χαν Σόλο στο Star Wars, τον Κάπταιν Γουίλαρντ στο Αποκάλυψη Τώρα και του Έντγουαρντ Λούις στο Pretty woman. Έχει σκηνοθετήσει και πρωταγωνιστήσει στο ντοκυμαντέρ Looking For Richard. Πρόσφατα σκηνοθέτησε ένα ακόμα ντοκυμαντέρ βασισμένο στη Salome του Oscar Wilde
Γιάννης Σμαραγδής, είναι Έλληνας σκηνοθέτης
Γιάννης Σμαραγδής
Ο Γιάννης Σμαραγδής (Γωνίες Μαλεβιζίου Ηρακλείου 1946) είναι Έλληνας σκηνοθέτης.
Μεγάλωσε στo Ηράκλειο Κρήτης και σπούδασε σκηνοθεσία στην Ελλάδα και το Παρίσι. Εμφανίστηκε το 1972 με τη μικρού μήκους ταινία Δύο τρία πράγματα... (12’), η οποία βραβεύτηκε στην Ελλάδα και διακρίθηκε στο Φεστιβάλ του Μόντρεαλ στον Καναδά.
Έχει διδάξει ΜΜΕ στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και σενάριο και σκηνοθεσία σε σχολές κινηματογράφου.
Ως συγγραφέας έχει εκδώσει τα βιβλία Γεωγραφία του μη ορατού (1995), Καβάφης - λογοτεχνική μορφή του σεναρίου Καβάφης (1996) και το διήγημα Η ελαφίνα της πλατείας Χαλανδρίου (2006). Κόρη του είναι η σκηνογράφος Αθανασία Σμαραγδή.
ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ
"Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι", 2012
Αναζητώντας τον Ιωάννη Βαρβάκη (ντοκιμαντέρ), 2009
El Greco (ρεκόρ εισιτηρίων στην Ελλάδα: 1.200.000 θεατές), 2007
Καβάφης, 1996
Η Δε Πόλις Ελάλησεν (σειρά ντοκιμαντέρ), 1993
"Το Τραγούδι της Επιστροφής", 1983
Καλή σου Νύχτα κυρ’ Αλέξανδρε... (τηλεταινία), 1981
Κελί Μηδέν, 1975
Δύο τρία πράγματα... (ταινία μικρού μήκους), 1972
Πιότρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι, ήταν Ρώσος συνθέτης της ρομαντικής εποχής
Πιότρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι
Ο Πιοτρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι ήταν Ρώσος συνθέτης της ρομαντικής Εποχής, έγραψε μουσική σε ένα μεγάλο φάσμα ειδών, συμπεριλαμβανομένων συμφωνίας, όπερας, μπαλέτου, οργανικής μουσικής, μουσικής δωματίου και τραγουδιού. (7 Μαΐου 1840 – 6 Νοεμβρίου 1893 (Γρηγοριανό Ημερολόγιο), 25 Απριλίου 1840 – 25 Οκτωβρίου 1893 (Ιουλιανό Ημερολόγιο))
Έγραψε μερικά από τα πιο δημοφιλή ορχηστρικά και θεατρικά μουσικά έργα στο σύγχρονο κλασικό ρεπερτόριο, όπως τα μπαλέτα Η λίμνη των κύκνων, Η Ωραία Κοιμωμένη και Ο Καρυοθραύστης, η Ουβερτούρα 1812, το Πρώτο Κοντσέτο για Πιάνο, επτά συμφωνίες και η όπερα Ευγένιος Ονέγκιν.
Ο Τσαϊκόφσκι γεννήθηκε σε μια μεσοαστική οικογένεια. Η εκπαίδευση που έλαβε τον προετοίμασε για δημόσιο υπάλληλο, παρά την πρώιμη μουσική ανάπτυξη που είχε επιδείξει. Ενάντια στις επιθυμίες της οικογένειάς του αποφάσισε να ακολουθήσει σταδιοδρομία στη μουσική και το 1862 μπήκε στο Ωδείο της Αγίας Πετρούπολης, από όπου αποφοίτησε το 1865. Αυτή η τυπική εκπαίδευση, με πολλές επιρροές από τη Δύση, τον ξεχώρισε από τη σύγχρονή του εθνικιστική κίνηση, υλοποιημένη από μια ομάδα νεαρών Ρώσων συνθετών γνωστοί ως Η Ομάδα των Πέντε, με τους οποίους ο Τσαϊκόφσκι είχε μια ανάμικτη επαγγελματική σχέση καθ' όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του.
Ο Τσαϊκόφσκι γεννήθηκε το 1840 στο Βότκινσκ, μια μικρή πόλη στη σημερινή Δημοκρατία των Ουντμούρτ. Ο πατέρας του, Ίλια Πέτροβιτς Τσαϊκόφσκι, ήταν κυβερνητικός μηχανικός ορυχείων ουκρανικής εθνικότητας, ο οποίος δούλευε ως διευθυντής εργοστασίων σε διάφορες ρωσικές πόλεις. Η μητέρα του συνθέτη, Αλεξάνδρα Αντρέγιεβνα Ντ' Ασιέ, είχε εν μέρει γαλλική καταγωγή και ήταν η δεύτερη από τις τρεις συζύγους του Ίλια.
Ο Πιοτρ ήταν το δεύτερο μεγαλύτερο από τα έξι παιδιά από τον δεύτερο γάμο του πατέρα του. Είχε τέσσερις αδελφούς (τον Νικολάι, τον Ιππόλυτο και τους δίδυμους Ανατόλι και Μόντεστ, με τον τελευταίο να είναι μεταφραστής, δραματουργός και λιμπρετίστας) και μία αδερφή, την Αλεξάνδρα. Είχε επίσης μία ετεροθαλή αδερφή, τη Ζιναΐδα, από τον πρώτο γάμο του πατέρα του.
Το 1843, οι γονείς του Τσαϊκόφσκι προσέλαβαν μια Γαλλίδα γκουβερνάντα, τη Φανί Ντουρμπάχ. Η αγάπη και η τρυφερότητά της προς τα παιδιά λέγεται πως ερχόταν σε αντίθεση με την Αλεξάνδρα, η οποία περιγράφεται από έναν βιογράφο ως ένας ψυχρός, δυστυχισμένος, απόμακρος γονιός που δεν ήταν καθόλου επιρρεπής σε εκδηλώσεις τρυφερότητας. Παρόλ' αυτά, άλλοι συγγραφείς υποστηρίζουν πως η Αλεξάνδρα λάτρευε τον γιο της.
Ο Τσαϊκόφσκι ξεκίνησε μαθήματα πιάνου στην ηλικία των πέντε ετών. Ως ένας πολύ ταλαντούχος μαθητής, ο Τσαϊκόφσκι μπορούσε να διαβάζει μουσική τόσο καλά όσο και ο δάσκαλός του μέσα σε τρία χρόνια. Οι γονείς του υποστήριζαν πάρα πολύ το μουσικό ταλέντο του, προσλαμβάνοντας για εκείνον έναν καθηγητή, αγοράζοντάς του ένα όργανο και ενθαρρύνοντας τις σπουδές του στο πιάνο. Ωστόσο, ο ενθουσιασμός των γονιών του για το μουσικό ταλέντο του σύντομα υποχώρησε.
Το 1850, η οικογένεια αποφάσισε να στείλει τον Τσαϊκόφσκι στην Αυτοκρατορική Νομική Σχολή στην Αγία Πετρούπολη. Αυτό το ίδρυμα εξυπηρετούσε τους λιγότερο αριστοκράτες και μεγαλοαστούς, και θα τον προετοίμαζε για μια σταδιοδρομία δημοσίου υπαλλήλου. Καθώς η κατώτατη ηλικία αποδοχής σε αυτήν τη σχολή ήταν τα 12 έτη, ο Τσαϊκόφσκι έπρεπε να περάσει δύο χρόνια εσώκλειστος στο προκαταρκτικό σχολείο της Αυτοκρατορικής Νομικής Σχολής, 1.300 χιλιόμετρα μακριά από την οικογένειά του.
Μόλις πέρασαν αυτά τα δύο χρόνια, ο Τσαϊκόφσκι μεταφέρθηκε στην Αυτοκρατορική Νομική Σχολή για να ξεκινήσει έναν επταετή κύκλο μαθημάτων.
Δημόσιες υπηρεσίες
Στις 25 Ιουνίου 1854, ο Τσαϊκόφσκι υπέστη το σοκ του πρόωρου θανάτου της μητέρας του Αλεξάνδρας, από χολέρα. Επηρεάστηκε τόσο, ώστε δεν ήταν σε θέση να ενημερώσει τη Φανί Ντουρμπάχ πριν περάσουν δύο χρόνια. Παρόλ' αυτά, μέσα σε έναν μήνα από τον θάνατο της μητέρας του έκανε τις πρώτες του σοβαρές προσπάθειες στη σύνθεση, ένα βαλς στη μνήμη της.
Αρκετοί συγγραφείς υποστηρίζουν πως η απώλεια της μητέρας του έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη σεξουαλική ανάπτυξη του Τσαϊκόφσκι, μαζί με την εμπειρία του στην υποτιθέμενη εκτεταμένη ομοφυλοφιλική άσκηση ανάμεσα στους μαθητές της Αυτοκρατορικής Νομικής Σχολής. Όποια κι αν είναι η αλήθεια, κάποιες φιλίες με συμφοιτητές, όπως με τον Αλεξέι Ακπούτιν και τον Βλαντίμιρ Γκέραρντ, ήταν αρκετά έντονες ώστε να διαρκέσουν για το υπόλοιπο της ζωής του.
Η μουσική δεν εθεωρείτο προτεραιότητα στη σχολή, αλλά ο Τσαϊκόφσκι παρακολουθούσε συχνά όπερα και θέατρο με άλλους φοιτητές. Αγαπούσε τα έργα τού Ροσίνι, του Μπελίνι, του Βέρντι και του Μότσαρτ. Ο κατασκευαστής πιάνων Φραντζ Μπέκερ επισκεπτόταν περιστασιακά τη σχολή ως δάσκαλος μουσικής. Αυτή ήταν η μόνη επίσημη μουσική εκπαίδευση που έλαβε ο Τσαϊκόφσκι εκεί.
Από το 1855 ο Ίλια Τσαϊκόφσκι χρηματοδότησε ιδιαίτερα μαθήματα με τον Ρούντολφ Κούντινγκερ, έναν πασίγνωστο δάσκαλο πιάνου από τη Νυρεμβέργη. Ο Ίλια ρώτησε, επίσης, τον Κούντινγκερ σχετικά με τη μουσική σταδιοδρομία του γιου του. Ο Κούντινγκερ απάντησε πως τίποτα δεν υποδείκνυε έναν μελλοντικό συνθέτη ή έστω έναν καλό ερμηνευτή.
Ωριμότητα
Αν και απόλαυσε πολλές επιτυχίες, δεν ήταν ποτέ συναισθηματικά ασφαλής και η ζωή του ήταν γεμάτη με προσωπικές κρίσεις και περιόδους κατάθλιψης. Παράγοντες που συντέλεσαν σε αυτό ήταν η καταπιεσμένη του ομοφυλοφιλία και ο φόβος της διαπόμπευσης, ο καταστροφικός του γάμος και η ξαφνική κατάρρευση της μοναδικής μεγάλης διάρκειας σχέσης στην ενήλικη ζωή του, της δεκατριάχρονης σχέσης του με την πλούσια χήρα Ναντέζντα Φον Μεκ.
Εν μέσω προσωπικών αναταραχών, η φήμη του Τσαϊκόφσκι μεγάλωνε. Τιμήθηκε από τον τσάρο, του χορηγήθηκε ισόβια σύνταξη και εγκωμιαζόταν στα μουσικά μέγαρα όλου του κόσμου. Ο ξαφνικός του θάνατος σε ηλικία 53 ετών αποδίδεται γενικά σε χολέρα. Αλλά κάποιοι τον αποδίδουν σε αυτοκτονία.
Η σχέση του με τη Ναντέζντα Φον Μεκ
Στις 10 Δεκεμβρίου 1876, η πλούσια χήρα Ναντέζντα Φιλαρέτοβνα Φον Μεκ, παρακολούθησε για πρώτη φορά στη ζωή της στο Δημοτικό Θέατρο της Μόσχας μια συναυλία του Τσαϊκόφσκι και ενθουσιάστηκε πάρα πολύ. Την επομένη το πρωί, του έγραψε ένα γράμμα με το οποίο τον ευχαρίστησε και του είπε πως η μουσική του κάνει πολύ ευχάριστη τη ζωή. Μόλις ο Τσαϊκόφσκι πήρε αυτό το γράμμα της και το διάβασε, της απάντησε αμέσως κι εκείνη περίπου 20 μέρες αργότερα του έστειλε νέο γράμμα, στο οποίο έγραψε πως του ήταν πολύ ευγνώμων και αν ποτέ τύχαινε να βρεθεί σε δύσκολη θέση, να της το έλεγε αμέσως και εκείνη θα τον βοηθούσε όπως μπορούσε.
Στις 28 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, η Ναντέζντα Φιλαρέτοβνα Φον Μεκ έχασε το σύζυγό της, τον πλούσιο Βαυαρό επιχειρηματία Κάρολο Γεώργιο Όθωνα Φον Μεκ, ο οποίος ήταν ο κατασκευαστής και ιδιοκτήτης των δύο πρώτων σιδηροδρομικών γραμμών της Ρωσίας. Μαζί του είχε αποκτήσει 12 παιδιά.
Ο Φον Μεκ, σύμφωνα με πληροφορίες, λίγες μέρες νωρίτερα ανακάλυψε πως εκείνος ήταν πατέρας των 11 παιδιών της Ναντέζντα.και πως το 12ο και τελευταίο, το οποίο ήταν κορίτσι, η Ναντέζντα το είχε κάνει με έναν υπάλληλό του. Η ανακάλυψη αυτή συντάραξε τον Κάρολο Φον Μεκ, έπαθε καρδιακή προσβολή και πέθανε. Από τότε, η Ναντέζντα αποφάσισε να αφιερώσει την υπόλοιπη ζωή της στην ανατροφή των 12 παιδιών της και στη μουσική του Τσαϊκόφσκι.
Ο αποτυχημένος γάμος του Τσαϊκόσφσκι με την Αντονίνα Ιβάνοβνα Μιλιούκοβα
Στις 6 Μαρτίου 1877, ο Τσαϊκόφσκι έλαβε ένα ερωτικό γράμμα από την Αντονίνα Ιβάνοβνα Μιλιούκοβα, την οποία είχε μαθήτρια στο ωδείο. Αρχικά την απέρριψε, όμως μόλις η κοπέλα τού δήλωσε πως θα αυτοκτονούσε, αποφάσισε να της κάνει πρόταση γάμου. Σκέφτηκε πως θα ήταν καλύτερα γι' αυτόν να νυμφευθεί εκείνη την κοπέλα χωρίς έρωτα, επειδή με αυτόν τον τρόπο θα έμπαινε ένα τέλος στις φήμες για τις ερωτικές προτιμήσεις του, οι οποίες κάποια στιγμή θα έφταναν στα αφτιά της Φον Μεκ.
Η Αντονίνα δέχτηκε και στις 6 Ιουλίου του ίδιου έτους, εκείνη και ο Τσαϊκόφσκι παντρεύτηκαν.
Δυστυχώς όμως για τον Τσαϊκόφσκι, αυτός ο γάμος ήταν σκέτη κόλαση από την πρώτη μέρα. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του μέλιτος, εκείνος κοιμόταν σε μια πολυθρόνα επειδή δεν ήθελε να μοιράζεται το κρεβάτι με τη θερμή σύζυγό του και μόλις επέστρεψαν στη Μόσχα, προσπάθησε να αυτοκτονήσει πέφτοντας στον ποταμό Νέβα, μα σώθηκε την τελευταία στιγμή.
Βρήκε τον Νικολάι Ρουμπινστάιν, ο οποίος πλήρωσε την Αντονίνα προκειμένου να δεχτεί να χωρίσουν και ύστερα πήρε τον Τσαϊκόφσκι μαζί του στην Ευρώπη σε ένα ταξίδι ανάρρωσης. Μόλις πέρασε ένας μήνας, ο Τσαϊκόφσκι ένιωθε καλύτερα και επέστρεψαν στη Μόσχα.
Η επαναφορά στο προσκήνιο της Ναντέζντα Φον Μεκ
Εκείνη τη στιγμή επανήλθε η Ναντέζντα Φον Μεκ, η οποία στις αρχές Οκτωβρίου του 1877 τού έστειλε ένα γράμμα στο οποίο ανέφερε πως από εκείνη τη στιγμή θα του χορηγούσε ένα επίδομα 6.000 ρουβλίων. Αυτή η καταβολή του επιδόματος συνεχίστηκε μέχρι τον Οκτώβριο του έτους 1890.
Στις 17 εκείνου του μήνα, η Ναντέζντα έστειλε στον Τσαϊκόφσκι άλλο γράμμα στο οποίο ανέφερε πως ήταν αναγκασμένη να σταματήσει τη χορήγηση του επιδόματος αυτού και να διακόψει κάθε σχέση μαζί του, επικαλούμενη λόγους υγείας. Επίσης του έγραψε πως αυτή η διακοπή των σχέσεών τους επιθυμούσε να είναι οριστική και αμετάκλητη. Μόλις ο Τσαϊκόφσκι διάβασε το γράμμα, έμεινε εμβρόντητος.
Δεν είχε ανάγκη τα ρούβλια της προστάτιδάς του επειδή ήταν ο ίδιος πλούσιος, αλλά τον εξόργισε το γεγονός πως η Ναντέζντα Φον Μεκ ξαφνικά περιφρόνησε τη μουσική του.
Της έστειλε γράμματα στα οποία διαμαρτυρήθηκε εντονότατα, όμως εκείνη αδιαφόρησε. Ένα βράδυ, ο Τσαϊκόφσκι, όπως ήταν ξαπλωμένος άρρωστος στο κρεβάτι του πόνου, φώναξε: Η καταραμένη, η καταραμένη!
Απήχηση
Αν και είναι διαχρονικά δημοφιλής στο φιλόμουσο κοινό όλου του κόσμου, ο Τσαϊκόφσκι έχει κατά καιρούς επικριθεί σκληρά από κριτικούς, μουσικούς και συνθέτες. Ωστόσο, η φήμη του ως σημαντικού και αξιόλογου συνθέτη θεωρείται πλέον γενικά απρόσβλητη.
Στις αρχές και στα μέσα του 20ού αιώνα, οι δυτικοί κριτικοί απέρριπταν τη μουσική του ως κοινή και με έλλειψη υψηλού πνεύματος, αλλά αυτή η περιφρόνηση έχει κατά το πλείστον εξαλειφθεί.
Γουλιέλμο Μαρκόνι, ήταν Ιταλός φυσικός και εφευρέτης της ασύρματης τηλεγραφίας
Γουλιέλμο Μαρκόνι
Ο Ιταλός φυσικός και εφευρέτης της ασύρματης τηλεγραφίας γεννήθηκε στα 1874.
Ο μικρός Γκουλιέλμο ήταν ατίθασος και αδιάφορος για τα μαθήματα, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει το σχολείο προτού καν τελειώσει το γυμνάσιο. Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να βρίσκεται μέσα στο αυτοσχέδιο εργαστήριο που είχε φτιάξει στο σπίτι του και να καταπιάνεται όλη ημέρα με τα καλώδια, τις λαμαρίνες και τα υπόλοιπα υλικά που συγκέντρωνε εκεί. Μάλιστα απ' έξω είχε βάλει μια πινακίδα που έγραφε "My laboratory of elettricity" («Το ηλεκτρικό μου εργαστήριο»).
Γοητεύτηκε με τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα κι άρχισε να πειραματίζεται μ’ αυτά σε ηλικία 19 ετών.
Όταν αγόρασε ένα βιβλίο με πειράματα του Βενιαμίν Φραγκλίνου, του καρφώθηκε η ιδέα να μεταφέρει την ενέργεια χωρίς σύρματα!
Ένα καλοκαιρινό βράδυ του 1894 έκλεψε από τη μητέρα του ένα σιδερένιο βαρέλι που το χρησιμοποιούσε για να μαζεύει το νερό της βροχής και έφτιαξε ένα είδος κεραίας. Πήγε στη συνέχεια στην αποθήκη όπου είχε ο πατέρας του μερικές μπάλες σανό για τα μουλάρια και πήρε τα σύρματα που έδεναν το σανό. Οι γονείς του όταν αντελήφθησαν τι συνέβαινε τον κατσάδιασαν για τα καλά αλλά εκείνος δεν καταλάβαινε τίποτε, στο μυαλό του υπήρχε μόνο το πείραμά του. Έτσι συνέδεσε το βαρέλι και τα σύρματα και στον δέκτη έβαλε ένα κουδουνάκι. Με το πάτημα ενός πλήκτρου στον πομπό το κουδουνάκι ήχησε σε μια απόσταση τριών μέτρων. Αυτό ήταν! Είχε δημιουργηθεί ο πρώτος ασύρματος. Από τη χαρά του ξύπνησε τη μητέρα του, ενώ ο πατέρας του ούτε που ήθελε να ακούσει (ούτε και καταλάβαινε είναι η αλήθεια) για το επίτευγμα του γιου του.
Ο νεαρός Γκουλιέλμο συνέχισε τα πειράματά του και την άνοιξη του 1895 κατάφερε να εκπέμψει σε απόσταση 2,4 χιλιομέτρων. Τον Φεβρουάριο του 1896 ο Μαρκόνι έκανε αίτηση στο υπουργείο Επικοινωνιών της Ιταλίας θέλοντας να παρουσιάσει την εφεύρεσή του, αλλά οι υπεύθυνοι τον αγνόησαν. Το ανήσυχο ιρλανδέζικο πνεύμα της μητέρας του όμως λειτούργησε καταλυτικά αφού εκείνη διαισθάνθηκε ότι κάτι σπουδαίο είχε επιτύχει το παιδί της και έτσι τον πήρε μαζί της στην Αγγλία. Υπέβαλαν αίτηση για άδεια στις 5 Μαρτίου 1896.
Στις 5 Ιουλίου του ίδιου έτους ο Μαρκόνι πήρε στα χέρια του την άδεια ευρεσιτεχνίας με αριθμό 12.039.
Αυτό του έδωσε την ώθηση να συνεχίσει με ακόμη μεγαλύτερο ζήλο.
Στα 1897, πέτυχε ασύρματη τηλεγραφική συνεννόηση με πολεμικά πλοία, που έπλεαν δώδεκα μίλια από την ακτή, απ’ την οποία εξέπεμπε. Μόλις είχε γεννηθεί το επάγγελμα του ασυρματιστή: Του μαρκονιστή και της μαρκόνισσας, όπως τους λένε οι ναυτικοί. Θα ζούσε εκατό χρόνια, καθώς ήδη έχει ήδη αντικατασταθεί από δορυφορικά συστήματα.
Ένα χρόνο αργότερα, στα 1898, ο Μαρκόνι πετύχαινε ασύρματη συνεννόηση ανάμεσα στις δυο πλευρές της Μάγχης και ίδρυε την εταιρεία "Τηλεγραφία Μαρκόνι Co". στο Λονδίνο. Μετά από λίγα χρόνια, η ασύρματη συνεννόηση ήταν εφικτή ανάμεσα στις δυο πλευρές του Ατλαντικού. Μαζί με το Γερμανό συνάδελφό του Καρλ Μπράουν, τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Φυσικής το 1909. Αργότερα εφηύρε συσκευή για να μεταδίδει και να δέχεται ραδιοκύματα στα μεσαία.
Μπάρμπαρα Στρέιζαντ, είναι Αμερικανίδα τραγουδίστρια, ηθοποιός, συγγραφέας, παραγωγός ταινιών και σκηνοθέτης
Μπάρμπρα Στρέιζαντ
Η Μπάρμπρα Στρέιζαντ (Barbra Streisand, 24 Απριλίου 1942 - ...) είναι Αμερικανίδα τραγουδίστρια, ηθοποιός, συγγραφέας, παραγωγός ταινιών και σκηνοθέτης.
Έχει βραβευτεί με δύο βραβεία Όσκαρ (ένα Α' Γυναικείου Ρόλου κι ένα Καλύτερου Τραγουδιού), οχτώ Βραβεία Γκράμι, πέντε Βραβεία Έμμυ, ένα ειδικό Βραβείο Τόνυ, βραβείο του Αμερικανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου και βραβείο Peabody και είναι μίας από τους λίγους καλλιτέχνες που έχουν κερδίσει Όσκαρ, Έμμυ, Γκράμι και Βραβείο Τόνι.
Είναι μία από τις πιο επιτυχημένες καλλιτέχνες στη μοντέρνα ιστορία της καλλιτεχνικής βιομηχανίας με πωλήσεις πάνω από 71,5 εκατομμύρια δίσκους στις Ηνωμένες Πολιτείες και 140 εκατομμύρια δίσκους παγκοσμίως.
Είναι η μεγαλύτερη σε πωλήσεις γυναίκα καλλιτέχνης στι λίστα των Μεγαλύτερων σε Πωλήσεις Καλλιτεχνών της RIAA, η μόνη γυναίκα που βρίσκεται μέσα στο top 10 και η μόνη καλλιτέχνης εκτός της σκηνής του ροκ. Μαζί με τον Φρανκ Σινάτρα, τη Σερ και τη Σίρλεϊ Τζόουνς, μοιράζεται τη διάκριση να έχει βραβευτεί με Όσκαρ υποκριτικής και να έχει φτάσει στην κορυφή του U.S. Billboard Hot 100 chart.
Σύμφωνα με την RIAA, η Στράιζαντ κατέχει το ρεκόρ για τα περισσότερους δίσκους στο τοπ 10 από όλες τις γυναίκες καλλιτέχνες - σύνολο 32 από το 1963. Συνολικά έχει 51 χρυσούς δίσκους, 30 πλατινένιους και 13 πολυπλατινένιους στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Πέρα από την καριέρα της στο χώρο της μουσικής, η Στράιζαντ έχει διαγράψει λαμπρή πορεία στο χώρο του κινηματογράφου. Έκανε την πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση το 1968 στο μιούζικαλ Ένα Αστείο Κορίτσι (Funny Girl) σε σκηνοθεσία Γουίλιαμ Γουάιλερ, ενώ ήταν ήδη καταξιωμένη στο χώρο της μουσικής. Η ταινία της χάρισε Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου το οποίο μοιράστηκε με την Κάθριν Χέπμπορν επίσης νικήτρια εκείνη τη χρονιά για την ταινία Το Λιοντάρι του Χειμώνα (Lion in the Winter). Έπειτα ακολούθησε μια σειρά από επιτυχημένες ταινίες όπως: Άλο, Ντόλι! (Hello Dolly, 1969), Μια Τρελή Τρελή Καταδίωξη (What's up Doc?, 1972), Τα καλύτερά μας χρόνια (The Way We Were, 1973) (για το οποίο έλαβε την δεύτερή της υποψηφιότητα για Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου και Ένα Αστέρι Γεννιέται (A Star Is Born, 1976).
Το 1982 σκηνοθέτησε και έκανε την παραγωγή της ταινίας Yentl, ενώ το δεύτερό της σκηνοθετικό εγχείρημα, η ταινία του 1991 Ο Πρίγκηπας της Παλίρροιας (The Prince of Tides) της χάρισε μια υποψηφιότητα για την παραγωγή της ταινίας. Το 1996 σκηνοθέτησε τη ρομαντική κωμωδία Ο Καθρέφτης Έχει Δυο Πρόσωπα (The Mirror Has Two Faces) στην οποία είχε επίσης τον πρωταγωνιστικό ρόλο που της χάρισε μια υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ερμηνείας σε μιούζικαλ ή κωμωδία. Π
ιο πρόσφατος αξιοσημείωτος κινηματογραφικός της ρόλος είναι εκείνος της Ροζ Φόκερ στην κωμωδία Πεθερικά της Συμφοράς (Meet the Fockers, 2004) (σίκουελ της ταινίας του 2000 Γαμπρός της Συμφοράς (Meet the Parents) ) και στο σίκουελ Γονείς της Συμφοράς (Little Fockers, 2010).