Άρθρα
Τζωρτζ Μπεστ, ήταν Βορειοϊρλανδός ποδοσφαιριστής που αγωνιζόταν ως πλάγιος επιθετικός και επιθετικός μέσος
Τζωρτζ Μπεστ
Ο Τζωρτζ Μπεστ ήταν Βορειοϊρλανδός ποδοσφαιριστής. (George Best, 22 Μαΐου 1946 – 25 Νοεμβρίου 2005)
Γεννήθηκε στις 22 Μαΐου 1946 στο Μπέλφαστ. Υπήρξε σημαντικός ποδοσφαιριστής, που αγωνιζόταν ως πλάγιος επιθετικός και επιθετικός μέσος. Έγινε ευρέως γνωστός για την καριέρα του στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αλλά και τα σοβαρά προβλήματα αλκοολισμού που αντιμετώπιζε σε όλη την ενήλικη ζωή και που τελικά τον οδήγησαν στον θάνατο.
Ενας ποδοσφαιριστής που ζούσε σαν... ροκ σταρ.
Τα χρόνια της αθωότητας
Γεννημένος λίγο μετά το τέλος των συρράξεων στο Μπέλφαστ, στις 22 Μαΐου του 1946, ο Τζορτζ Μπεστ πέρασε αρκετά δύσκολα παιδικά χρόνια.
Τα διαθέσιμα χρήματα λιγοστά, αφού η οικογένειά του άνηκε στο εργατικό στρώμα του Κρέγκαφ, στο κέντρο της πρωτεύουσας της Βόρειας Ιρλανδίας.
Στο σχολείο τα πήγαινε καλά. Από τους καλύτερους μαθητές στην τάξη του, ήθελε να εκμεταλλεύεται την ώρα της γυμναστική παίζοντας ποδόσφαιρο.
Εν τούτοις, οι καθηγητές του στο γυμνάσιο "Γκρόσβενορ" δεν του επέτρεπαν να παίζει ποδόσφαιρο.
Ο λόγος, απλός. Οι μαθητές που πήγαιναν σε γραμματικό σχολείο δεν επιτρεπόταν να ασχολούνται με αυτό το άθλημα!
Ευτυχώς, ο μικροκαμωμένος Μπεστ "καταπάτησε" αυτόν τον κανόνα και γράφτηκε στον τοπικό σύλλογο. Σε ένα παιχνίδι της Κρέγκαφ με την Μπόιλαντ (ομάδα γεμάτη με 18χρονους), ο 15χρονος Μπεστ σκόραρε δύο φορές και οδήγησε την ομάδα του στη νίκη με 4-2. Για καλή του τύχη, τον αγώνα παρακολούθησε ο σκάουτ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Μπομπ Μπίσοπ, ο οποίος, μετά το αγώνα, έστειλε σχετικό τηλεγράφημα στον Ματ Μπάσμπι.
Ο τεχνικός των "κόκκινων διαβόλων", ο οποίος είχε ορκιστεί να οδηγήσει την ομάδα στην κορυφή της Ευρώπης μέσα σε δέκα χρόνια από την αεροπορική τραγωδία του Μονάχου (1958), διάβασε το τηλεγράφημα του συνεργάτη του, ο οποίος πίστευε ότι εντόπισε μία "ιδιοφυΐα". Μαζί με τον Έρικ Μακμόρντι της Μίντλεσμπρο, ο Μπεστ δοκιμάστηκε από τη Γιουνάιτεντ ως ερασιτέχνης. Την επόμενη μέρα επέστρεψε στην πατρίδα του, αφού έχοντας μπροστά του μέχρι πρότινος ινδάλματα, όπως ο Μπόμπι Τσάρλτον και ο Χάρι Γκρεγκ (ο τερματοφύλακας της πατρίδας του), δεν μπόρεσε να αντεπεξέλθει.
Ωστόσο, δύο εβδομάδες αργότερα, ο "Τζόρντι" πήγε και πάλι στο Μάντσεστερ, αυτή τη φορά μόνος του. Το πείσμα του τον κράτησε στην ομάδα και το ταλέντο του τον καθιέρωσε ως μία εκ των επιλογών του Μπάσμπι. Εξάλλου, η ηλικία του, μόλις 17 ετών, ήταν απαγορευτική για κάτι περισσότερο. Ή μήπως όχι…
Η ένδοξη δεκαετία
Ο Τζορτζ Μπεστ έκανε το ντεμπούτο του στον κόσμο του πρωτοκλασάτου ποδοσφαίρου στις 14 Σεπτεμβρίου του 1963. Σε ηλικία 17 ετών και 4 μηνών, ο νεαρός Βορειοϊρλανδός αγωνίστηκε κόντρα στην Γουέστ Μπρομ, με τον αντίπαλό του στην δεξιά πτέρυγα, τον Ουαλό Γκράχαμ Γουίλιαμς, να εκθειάζει το ταλέντο του μικρού. Λίγο πριν συμπληρώσει τα 18 του χρόνια, ο Μπεστ συμμετείχε για πρώτη φορά και σε αγώνα με την εθνική ομάδα της πατρίδας του, τη Βόρεια Ιρλανδία. Η αρχή είχε γίνει…
Ο δεξιοπόδαρος μεσοεπιθετικός, ζύγιζε μόλις 50 κιλά στα πρώτα του χρόνια, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να αναπτύξει σε… ακραίο επίπεδο ορισμένα προσόντα. Αυτά που θα τον άφηναν στην ιστορία. Ελαστικότητα, εκρηκτικότητα, ντρίμπλα και πλαστικότητα κινήσεων ήταν τα ατού του Μπεστ, με τα οποία απέφευγε τα ανελέητα τάκλιν των αντιπάλων.
Στο επόμενο παιχνίδι που αγωνίστηκε, κατάφερε να ανοίξει και τον λογαριασμό των γκολ. Ήταν στις 29 Δεκεμβρίου του 1963, σε παιχνίδι απέναντι στην Μπέρνλι στο "Ολντ Τράφορντ", όπου η Γιουνάιτεντ κέρδισε με 5-1. Εκεί φάνηκε ότι ένα μεγάλο κεφάλαιο άνοιγε για τον αγγλικό σύλλογο, έστω και αν το… πακέτο του, δεν γέμιζε το μάτι.
Με το τέλος της σεζόν 1963-64, η Μάντσεστερ είχε δημιουργήσει την επιθετική γραμμή φόβο και τρόμο των αντιπάλων. Μπεστ, Λόου, Χερντ, Τσάρλτον και Κόνελι συνέθεταν το κουϊντέτο εκείνο που, υπό τις μαεστρικές οδηγίες του Μπάσμπι, χάρισε στην ομάδα τον τίτλο του πρωταθλητή το 1965 (μετά από οκτώ χρόνια) και το 1967. Το 1966, στον προημιτελικό του κυπέλλου πρωταθλητριών κόντρα στην μεγάλη Μπενφίκα, η Μάντσεστερ κέρδισε με 5-1, με τον Μπεστ να σημειώνει δύο γκολ και να πραγματοποιεί ίσως την καλύτερη εμφάνιση της καριέρας του.
Οι Χερντ και Κόνελι αποχώρησαν στο τέλος της δεκαετίας, αλλά αυτό δεν πτόησε την ομάδα, η οποία το 1968, απότισε φόρο τιμής στα θύματα της τραγωδίας του 1958. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στέφθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης, επικρατώντας της Μπενφίκα, του Εουσέμπιο και του Κολούνα με 4-1. Ο Μπεστ πέτυχε το δεύτερο γκολ της αναμέτρησης, πραγματοποιώντας ένα σόλο, περνώντας και τον τερματοφύλακα. Αργότερα θα αποκαλύψει ότι όταν το έκανε αυτό, σκέφτηκε να σταματήσει τη μπάλα στη γραμμή και να τη σπρώξει στα δίχτυα με το κεφάλι!
Το τέλος της σεζόν βρίσκει τον Τζορτζ Μπεστ να κατακτά τον τίτλο του κορυφαίου Ευρωπαίου ποδοσφαιριστή. Έτσι, μετά τον Λόου (1964) και τον Τσάρλτον (1966), η… στέψη του Μπεστ έκανε τη Γιουνάιτεντ την ομάδα με τους κορυφαίους (και με τη βούλα) επιθετικούς της "γηραιάς Ηπείρου". Μάλιστα, ο ίδιος ήταν ο πρώτος σκόρερ της ομάδας με 28 γκολ, αν και δεν ήταν "καθαρόαιμος" επιθετικός.
Για τα επόμενα τέσσερα χρόνια θα χριζόταν κορυφαίος σκόρερ του συλλόγου. Το 1970, σε αγώνα κόντρα στην Νορθάμπτον για το κύπελλο Αγγλίας (ένα τρόπαιο που δεν κατέκτησε ποτέ), σημειώνει έξι γκολ και η ομάδα του κερδίζει με 8-2. Έτσι, έγινε ο "κόκκινος διάβολος" με τα περισσότερα τέρματα σε ένα παιχνίδι.
Με το ποσοστό διείσδυσης της τηλεόρασης στα ποδοσφαιρικά γήπεδα να αυξάνεται συνεχώς, όλο και περισσότερες φορές οι κούρσες του με τη μπάλα, όπου ξεπερνούσε δύο και τρεις αντιπάλους μέχρι να βγάλει την ασίστ, ή να σκοράρει μόνος του, έφταναν στα σπίτια των ποδοσφαιρόφιλων. Γρήγορα, έγινε ο αγαπημένος όλης της Βρετανίας. Αυτό, όμως, στάθηκε δίκοπο μαχαίρι, όχι μόνο για την καριέρα του, αλλά για την ίδια τη ζωή του…
Η τραγική ιστορία του 5ου "Beatle"
Η απομυθοποίηση ενός "θρύλου"
Το παρατσούκλι του ήταν "ο πέμπτος Beatle". Τα μακριά του μαλλιά και το όμορφο παρουσιαστικό του παρέπεμπαν στη μανία της εποχής, στην μπάντα από το Λίβερπουλ που μεσουρανούσε. Ήταν μόλις 22 ετών, όταν κατέκτησε τα πάντα, οπότε η διατήρηση στην κορυφή έπρεπε να είναι και ο στόχος του. Μάταια όμως. Είχε ήδη αποκτήσει όλα όσα θα επιθυμούσε κανείς.
Χρήματα, γυναίκες, αλκοόλ και τζόγος στάθηκαν οι καλύτεροι… συμπορευτές του στη ζωή. Ο Μπεστ ήταν είδωλο, πια, για άτομα κάθε φύλου και κάθε ηλικίας. Μερικές φορές δεχόταν περισσότερα από 10.000 γράμματα την εβδομάδα, κάτι εξωπραγματικό για ποδοσφαιριστή. Αυτή η εικόνα του pop-symbol που τόσο εξέθρεψε αυτοβούλως, κατάφερε συνάμα να τον καταστρέψει.
Στο επίκεντρο της προσοχής κάθε στιγμή, ο Μπεστ πολλές φορές έχανε την αυτοσυγκέντρωσή του στους αγώνες. Ορισμένες επιχειρηματικές κινήσεις που επεδίωξε (νυχτερινά κλαμπ και μπουτίκ ρούχων) δεν πήγαν όπως περίμενε και γνώρισε αμέσως την εξωαγωνιστική αποτυχία. Στην ερωτική του ζωή, η αστάθεια ήταν κύριο χαρακτηριστικό. Μοντέλα, ηθοποιοί, τραγουδίστριες πέρασαν από το κρεβάτι του, ελάχιστες, όμως, έμειναν για περισσότερο από μία νύχτα.
Το 1969, ο σερ Ματ Μπάσμπι αποχώρησε από την προπονητική και κανείς πλέον δεν μπορούσε να συγκρατήσει τον Μπεστ. Οι Φρανκ Ο’ Φάρελ και Τόμι Ντόχερτι που τον διαδέχθηκαν δεν είχαν το "πατρικό χάδι" του Μπάσμπι, με αποτέλεσμα ο Μπεστ να μην αποδεχθεί ποτέ την παρουσία τους. Οι απουσίες από τις προπονήσεις πολλές, όπως κι η μειωμένη απόδοση στους αγώνες.
Το 1970 αποκλείεται από την εθνική Βόρειας Ιρλανδίας, αφού πέταξε λάσπη σε έναν διαιτητή. Από το 1972 άρχισε η σταδιακή αποχώρησή του από την Μάντσεστερ. Για ένα διάστημα σταματούσε και επανερχόταν λίγο αργότερα, αλλά την Πρωτοχρονιά του 1974 ο σύλλογος δεν τον δέχθηκε ξανά πίσω. Ο Μπεστ αγωνίστηκε κόντρα στην ΚΠΡ (σημαδιακή ήττα με 3-0) και αυτό ήταν το τελευταίο του παιχνίδι με τους "κόκκινους διαβόλους". Η πτώση είχε μόλις αρχίσει…
Σε ηλικία 27 ετών, ο Μπεστ ήταν ένα φθαρμένο είδωλο. Αν και δεν σταμάτησε το ποδόσφαιρο, την επόμενη δεκαετία περιπλανήθηκε στη Βρετανία, τις ΗΠΑ και την Αυστραλία σαν να ήταν ένας ξεπεσμένος γυρολόγος. Ντάνστεϊμπλ Τάουν (1974), Στόκπορτ Κάουντι (1975), Κορκ Σέλτικ (1975), Φούλαμ (1976-77), Λος Αντζελες Άζτεκτς (1977), Φορτ Λόντερντεϊλ Στράικερς (1978), Χιμπέρνιαν (1979-80), Σαν Χοσέ Έρθκουεϊκς (1080-81), Μπρίσμπεϊν Λάιονς (1983). Τελικώς, κατέληξε στην Μπόρνμουθ, όπου το 1983, σε ηλικία 37 ετών, σταμάτησε οριστικά το ποδόσφαιρο.
Η παρακμή του ειδώλου
Η "μαγεία" του ήταν πάντα επιθυμητή σε φιλικά παιχνίδια, ή σε αγώνες φιλανθρωπικού χαρακτήρα. Το 1984 πρωταγωνίστησε μαζί με την γυναίκα του και πρώην Μις Κόσμος, Μέρι Στάβιν, σε βιντεοκασέτα γυμναστικής με τίτλο "Shape Up And Dance".
Το 1988 διεξήχθη αποχαιρετιστήριο παιχνίδι προς τιμήν του στο Μπέλφαστ. Μεταξύ των παρευρισκομένων, ο σερ Ματ Μπάσμπι, ενώ μεταξύ των παικτών ο Όσι Αρντίλες κι ο τερματοφύλακας και στενός του φίλος του Πατ Τζένινγκς.
Ακόμα πιο "κολλητό", όμως, ήταν το ποτό. Οι παμπς παρέμεναν τα αγαπημένα στέκια του Μπεστ και τα προβλήματα υγείας έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση.
Στα τέλη του 1984 καταδικάστηκε σε τρεις μήνες φυλάκιση, επειδή οδηγούσε μεθυσμένος και πρόσβαλε αστυνομικό. Τα Χριστούγεννα τα πέρασε στη φυλακή "Ford Open Prison", αλλά δεν διορθώθηκε. Οι συναναστροφές του με άτομα του αντίθετου φύλου παρέμειναν πολλές και σκανδαλώδεις. Πλέον, το μυαλό του ήταν "θολωμένο" περισσότερο από ποτέ.
Το 1991 έκανε εμφάνιση σε ζωντανό τηλεοπτικό σόου, όπου ορκίστηκε ότι είχε ξεπεράσει το πρόβλημα με το αλκοόλ. Λίγες εβδομάδες αργότερα απολογήθηκε και τόνισε πως τα λόγια του ήταν αποτέλεσμα της εξάρτησής του. Ως σχολιαστής του "SkySpors" προκάλεσε πολλές φορές με τις κριτικές του, ιδιαιτέρως προς το πρόσωπο του Ντέιβιντ Μπέκαμ.
Τον Οκτώβριο του 2003 ο Μπέστ πούλησε το τρόπαιο του καλύτερο ποδοσφαιριστή της Ευρώπης που είχε κερδίσει το 1968, αλλά δεν κατάφερε να πουλήσει και αυτό το καλύτερου παίκτη της χρονιάς, που του είχαν απονείμει οι δημοσιογράφοι της Βρετανίας την ίδια σεζόν. Σκοπός του ήταν να συγκεντρώσει χρήματα ώστε να αγοράσει σπίτι στην Κέρκυρα. Δεν τα κατάφερε…
Το 2003, η νέα σύζυγός του, Άλεξ (πρώην αεροσυνοδός), συμμετέχει σε ριάλιτι, αποκαλύπτοντας άσχημες πτυχές της σχέσης της με τον Μπεστ. Στις 3 Ιανουαρίου του 2004 καταδικάζεται και πάλι για οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ και του αφαιρείται το δίπλωμα οδήγησης για είκοσι μήνες. Τον Απρίλιο του 2004 χωρίζει με την Άλεξ.
Τον Ιούνιο του 2005 συνελήφθη με την κατηγορία ότι παρενόχλησε ένα ανήλικο κορίτσι και χτύπησε μία ενήλικη. Λίγες μέρες αργότερα απαλλάχθηκε των κατηγοριών. Τα χειρότερα, όμως, δεν είχαν έρθει ακόμα…
Ακροβατώντας μεταξύ ζωής και θανάτου σε όλη την ζωή του, ο Τζορτζ Μπεστ επιχείρησε να μπολιάσει σε μία σύντομη καριέρα το απαράμιλλο ταλέντο του, με την ξέφρενη ζωή ενός hippie. Απέτυχε, αλλά κατάφερε να αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα του τόσο στο ποδόσφαιρο, όσο και στο διεθνές lifestyle της εποχής του. Ίσως εκεί έγκειται και το μεγαλείο του, ίσως η 25η Νοέμβρη του 2005.
Ο άνθρωπος που θεωρήθηκε εφάμιλλος του Πελέ και του Μαραντόνα απουσιάζει από τη γη εδώ και 11 χρόνια. Μετά από την ταλαιπωρία που πέρασε στο νοσοκομείο Κρόμγουελ του Λονδίνου το φθινόπωρο του 2005, αναπαύεται πλέον στον ουρανό, εκεί που μπορεί να παίξει και πάλι ποδόσφαιρο, εκεί που μπορεί να κάνει και πάλι τις μαγικές του ντρίμπλες, τα αξέχαστα σλάλομ, να πετύχει τα φανταστικά του γκολ.
Ο Τζορτζ Μπεστ έχασε τη μάχη όχι με τη ζωή αλλά με το αλκοόλ στις 25 Νοεμβρίου του 2005. Το ποτό, η απαγορευμένη αγάπη του, αποδείχθηκε πιο δυνατή από την θέλησή του για ζωή. Η μάχη που έδωσε ήταν σκληρή και άνιση. Αν και πολύπειρος, δεν μπόρεσε να αντεπεξέλθει.
Όπως είχε κάνει τότε, αμούστακο παιδί 17 ετών, όταν είχε δοκιμαστεί από τον σερ Ματ Μπάσμπι στην μεγάλη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και όχι μόνο τα κατάφερε, αλλά σε δέκα χρόνια είχε στο ενεργητικό του 466 εμφανίσεις με τους "κόκκινους διαβόλους", για τους οποίους είχε σκοράρει 178 φορές.
Ο καλύτερος ποδοσφαιριστής της Ευρώπης του 1968 γεννήθηκε στην Βόρεια Ιρλανδία και αυτό του… έκοψε τα φτερά, αφού ήταν σχεδόν πάντα απών από τις κορυφαίες εθνικές διοργανώσεις. Εν τούτοις, αυτό δεν απέτρεψε τον Πελέ να τον χαρακτηρίσει τον καλύτερο ποδοσφαιριστή που έχει δει και να τον συμπεριλάβει στη λίστα του με τους 125 καλύτερους παίκτες όλων των εποχών που εκδόθηκε από τη FIFA το 2004.
Αυτό δεν εμπόδισε τον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα να δηλώσει σε ανύποπτη στιγμή ότι ήταν ο αγαπημένος του παίκτης, αυτός που θεωρούσε ίνδαλμα. Ο Μπεστ στάθηκε η αιτία να ανοίξουν συζητήσεις για μία Ενωμένη Ιρλανδία σε ποδοσφαιρικό επίπεδο, όπως συμβαίνει στο ράγκμπι και το χόκεϊ, έτσι ώστε το Νησί του Βορείου Παγωμένου Ωκεανού να μην είναι πια ο "φτωχός συγγενής" της Μεγάλης Βρετανίας.Ο άνθρωπος αυτός, όμως, εκτός από ποδοσφαιρικό μεγαθήριο αποδείχθηκε και παράδειγμα προς αποφυγή. "Θύμα" του star-system, έχοντας κατακτήσει τα πάντα σε ηλικία 22 ετών, σταμάτησε το ποδόσφαιρο στα 27 του χρόνια. Επηρεασμένος από το αλκοόλ, τις γυναίκες, τα ασύστολα έξοδα και τον τζόγο, το είδωλο απομυθοποιήθηκε και είχε ένα δυσμενές τέλος.
Τελευταία του λόγια… "Να μην πεθάνει κανείς όπως εγώ".
Πηγή: contra.gr
Στέλιος Ανεμοδουράς,ήταν Έλληνας δημοσιογράφος, εκδότης και συγγραφέας του ιστορικού αναγνώσματος και περιοδικού "Ο Μικρός Ήρως"
Στέλιος Ανεμοδουράς
πριν από 99 ολόκληρα χρόνια...
Ο Στέλιος Ανεμοδουράς ήταν Έλληνας δημοσιογράφος, εκδότης και συγγραφέας του ιστορικού αναγνώσματος και περιοδικού "Ο Μικρός Ήρως". Με το έντονο αφηγηματικό του ύφος σφράγισε μια μεγάλη περίοδο της ελληνικής ιστορίας, τα δύσκολα δηλαδή χρόνια που ακολούθησαν τις περιπέτειες του πολέμου, της κατοχής και της εμφύλιας σύρραξης. (22 Μαΐου 1917 – 6 Μαΐου 2000)
Ξεκίνησε τη θητεία του στον χώρο των περιοδικών εκδόσεων πλάι στον Απόστολο Μαγγανάρη (και το περιοδικό Μάσκα) και συνέχισε με τις καθαρά δικές του δημιουργίες Υπεράνθρωπο κ.ά., ενώ το 1953 αποφάσισε να συγγράψει, υπό το ψευδώνυμο «Θάνος Αστρίτης», τις περιπέτειες του ηρωικού Γιώργου Θαλάσση (με τη βοήθεια του εικονογράφου Βύρωνα Απτόσογλου), προσπάθεια που συνεχίστηκε αρχικά έως το 1968, αλλά και στη συνέχεια με αλλεπάλληλες επανεκδόσεις.
Τιμήθηκε για τη συνεισφορά του στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και της κουλτούρας των νεαρών αναγνωστών, και παρασημοφορήθηκε λίγο πριν το τέλος της ζωής του από τον Δήμο Αθηναίων. Πέθανε στις 6 Μαΐου 2000.
Σαν σήμερα πριν απο 98 ολόκληρα χρόνια στις 22 Μαϊου 1917 γεννήθηκε στην Αθήνα ο αείμνηστος δημοσιογράφος - εκδότης - συγγραφέας Στέλιος Ανεμοδουράς. Ο Ανεμοδουράς ξεκίνησε την ενασχόληση με τον εκδοτικό χώρο απο νεαρή ηλικία καθώς φοιτητής Νομικής ακόμα, εξέδωσε σε συνεργασία με άλλους το λογοτεχνικό περιοδικό "Αργώ"...
Στη συνέχεια ακολούθησε η "διδασκαλία" της "Μάσκας", όπως ο ίδιος είχε χαρακτηρίσει τα χρόνια τα οποία βρισκόταν στο πλευρό του επίσης αείμνηστου Απόστολου Μαγγανάρη. Εκεί ο Ανεμοδουράς ασχολήθηκε με τη μετάφραση πρωτοτύπων ξένων ιστοριών δράσης, αλλά και με τη συγγραφή ιστοριών χρησιμοποιώντας τους ξένους ήρωες (π.χ. Ζορό) όταν το πρωτότυπο κείμενο αργούσε να ερθει απο το εξωτερικό.
Ο Ανεμοδουράς νεαρός δημοσιογράφος αποφασίζει τον Φεβρουάριο του 1953 για λόγους βιοποριστικούς να εκδόσει ενα δικό του περιοδικό. Έτσι το 1953 στα περίπτερα της χώρας κυκλοφορεί το πρώτο τεύχος του περιοδικού ηρωικών περιπετειών " Ο μικρός ΗΡΩΣ".
Η "συνταγή " συγγραφής του περιοδικού ήταν τέλεια. Το περιοδικό κυκλοφόρησε λιγα χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου με αποτέλεσμα οι πληγές του λαού να είναι ακόμα ανοιχτές και οι μνήμες νωπές. Έτσι τα ελληνόπουλα λάτρεψαν γρήγορα το περιοδικό που αναφερόταν στην συμμετοχή των παιδιών στην εθνική αντίσταση. Παράλληλα το ατού του περιοδικού ηταν η ύπαρξη του κωμικού στοιχείου, το οποίο δεν ήταν άλλο από τον Νίκο Κατσανίκο του Γεωργίου και της Πηνελόπης τον γνωστό σε ολους Σπίθα, ο οποίος με τα κατορθώματα του χάρισε αμέτρητες στιγμές γέλιου σε περίπου τρεις γενιές παιδιών.
Ακόμα η συνεργασία του περιοδικού με τον ταλαντούχο και ακούραστο Βύρωνα Απτόσογλου είχε ως αποτέλεσμα κάθε εξώφυλλο του περιοδικού να είναι και ένας μοναδικός πίνακας ζωγραφικής. Το περιοδικό σταμάτησε την έκδοση του το 1968 αριθμώντας 798 τεύχη.
Ο Ανεμοδουράς εξέδωσε και αλλά περιοδικά που γνώρισαν επιτυχία όπως ο Μπλεκ που εκδίδεται ακόμα και σήμερα. Ο Μικρός Ήρως αποτελεί σήμερα ναυαρχίδα των εκδόσεων Ανεμοδουρά ( Περιοδικός Τύπος Α.Ε. του γιου του Στέλιου Ανεμοδουρά Γιώργου ενώ σήμερα κυκλοφορεί η 7η επανέκδοση των ιστοριών απο την εκδοτική εταιρία του Λεωκράτη Ανεμοδουρά εγγονού του Στέλιου).
Στις 5 Μαϊου 2000 ο Ανεμοδουράς υπέστη οξύ καρδιακό επεισόδιο και μέχρι να μεταφερθεί στο νοσοκομείο είχε ήδη εκπνεύσει. Ο Μικρός Ήρως Γιώργος Θαλάσσης που σταμάτησε το 1968 δακρυσε για τελευταία φορά το 2000....
Ο Ανεμοδουράς έχει χαρακτηριστεί Επαγγελματίας κατασκευαστής διηγήσεων απο τον ιστορικό τέχνης Χάρη Καμπουριδη καθώς επι 16 ολόκληρα έτη έγραφε εβδομαδιαίως ιστορίες για τον Μικρό Ήρωα.
Σήμερα το έργο του Στέλιου Ανεμοδουρά αριθμεί πολλές επανεκδόσεις ενώ παράλληλα γίνονται πολλές εκδηλώσεις για το πρόσωπο του καθώς και θεατρικές παραστάσεις με θέμα τον Μικρό Ήρωα.
Βικτόρ Ουγκώ, ήταν Γάλλος μυθιστοριογράφος, ποιητής και δραματουργός
Βικτόρ Ουγκώ
Ο Βικτόρ Ουγκώ ήταν Γάλλος μυθιστοριογράφος, ποιητής και δραματουργός, ο πλέον σημαντικός και προβεβλημένος εκπρόσωπος του κινήματος του γαλλικού ρομαντισμού. (γαλλικά: Victor Marie Vicomte Hugo) (26 Φεβρουαρίου 1802 – 22 Μαΐου 1885)
Από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας του αντιλήφθηκε το λογοτεχνικό του ταλέντο και ξεκίνησε τις μεταφράσεις έργων από τα λατινικά καθώς και δικές του πρωτότυπες ποιητικές εργασίες. Η αξία του αναγνωρίστηκε σύντομα μέσα στο γαλλικό ακαδημαϊκό κύκλο αλλά και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Ταυτόχρονα ασχολήθηκε με την πολιτική μεταλλασσόμενος βαθμιαία από φιλομοναρχικό συντηρητικό σε ριζοσπάστη δημοκρατικό.
Την τελευταία περίοδο της ζωής του γνώρισε τη λατρεία του γαλλικού έθνους, ταυτιζόμενος με την ίδια τη Γαλλία, όπως ο ίδιος έλεγε στο ποίημά του Lettre à une femme (Γράμμα σε μία γυναίκα): "Je ne sais plus mon nom, je m'appelle Patrie!" (Δε γνωρίζω πλέον το όνομά μου, ονομάζομαι Πατρίς). Προ πάντων, όμως, ήταν ο ποιητής του νέου κόσμου, ο προφητικός, παραισθησιακός φιλόσοφος και μυθοπλάστης μιας ριζικά νέας εποχής.
Η ζωή του
Παιδική ηλικία και νεότητα
Γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1802 στην πόλη Μπεζανσόν του Νομού Φρανς-Κοντέ (Franche-Comté) της ανατολικής Γαλλίας και ήταν ο νεότερος γιος του Ιωσήφ Ουγκώ και της Σοφί Τρεμπισέ. Ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός (έγινε στρατηγός της Αυτοκρατορίας το 1809) του Ναπολέοντα και ιδεολογικά τοποθετημένος στους δημοκρατικούς ενώ θρησκευτικά δήλωνε αθεϊστής. Στο άλλο άκρο η μητέρα του, προερχόμενη από παλιά αριστοκρατική οικογένεια, ήταν φιλομοναρχική και ευσεβής ρωμαιοκαθολική.
Ως αποτέλεσμα της ασυμφωνίας πεποιθήσεων του ζεύγους Ουγκώ ήρθε το 1803 ο σύντομος χωρισμός του και η μετακίνηση της Σοφί και των παιδιών στο Παρίσι.
Το 1807 η οικογένεια επανενώθηκε για δύο χρόνια με την απόφαση της Σοφί να μεταβεί στην Ιταλία, όπου ο σύζυγός της υπηρετούσε ως κυβερνήτης επαρχίας.
Το 1809 φεύγουν πάλι και παραμένουν για δύο χρόνια στην κωμόπολη Φεγιαντίν (Feuillantines). Όμως η πτώση του Ναπολέοντα στέρησε την οικογένεια Ουγκώ από την άνετη και πλούσια ζωή.
Ο πατέρας, που είχε φτάσει τον βαθμό του κόμητος, τέθηκε υπό περιορισμό στο Μπλουά και του περιόρισαν το εισόδημα μόλις σε 40 λίρες το χρόνο.
Η οριστική διάσταση των γονιών του Βίκτωρα φτάνει το 1813, οπότε και εγκαθίστανται με τη μητέρα του οριστικά στο Παρίσι, όπου μόλις που τα έβγαζαν πέρα με τα λίγα χρήματα που είχαν.
Ο Βικτόρ Ουγκώ διέμεινε από το 1815 έως το 1818 στο οικοτροφείο Pension Cordier ενώ παρακολουθούσε μαθήματα στο περίφημο Κολλέγιο του Μεγάλου Λουδοβίκου (Collège Louis-le Grand).
Από πολύ νωρίς ξεκίνησε να γράφει ποιήματα και να μεταφράζει κλασσικούς Λατίνους ποιητές όπως ο Βιργίλιος. Η πρώιμη φιλοδοξία του τον έσπρωξε να γράψει σε ηλικία μόλις 14 ετών σε μία εφημερίδα της εποχής: "Je veux être Chateaubriand ou rien" (Επιθυμώ να γίνω ή Σατωβριάνδος ή τίποτα).
Στα 1817 βραβεύτηκε από τη Γαλλική Ακαδημία για κάποιο ποίημά του και το 1819 βραβεύτηκε από τα Ανθεστήρια της Τουλούζης (Académie des Jeux floraux de Toulouse). Ο Σατωβριάνδος αποκάλεσε τον Ουγκώ "εξαιρετική φυσιογνωμία", προφητεύοντας έτσι το μεγάλο μέλλον του νεαρού συγγραφέα.
Αυτά τα γεγονότα έπεισαν τον πατέρα του να τον αφήσει να αφιερωθεί στη λογοτεχνία παρά τα σχέδιά του να φοιτήσει ο γιος του στην Πολυτεχνική Σχολή. Λίγο καιρό αργότερα θα εγκαταλείψει και τις σπουδές του στη Νομική Σχολή. Άλλωστε τα βραβεία ποιήσεως που κέρδισε, του έδωσαν θάρρος να συνεχίσει.
Αν και επί ένα έτος ήταν αναγκασμένος να μένει σε μία σοφίτα επί της οδού Ντι Ντραγκόν, παρέα με ποντίκια, έγραφε ωστόσο με μεγάλη επιμέλεια, επιμονή και αυτοπεποίθηση, αρετές που δεν του έλειψαν ποτέ στη ζωή του.
Πρώιμη ποιητική και πεζογραφία
Το 1819 ιδρύει μαζί με τους αδερφούς του το περιοδικό Conservateur Littéraire όπου υποστηρίζει τις θέσεις του Σατωβριάνδου (François René Chateaubriand). Στις 27 Ιουνίου 1821 πεθαίνει η μητέρα του και ένα μήνα, περίπου, αργότερα στις 20 Ιουλίου ο πατέρας του ξαναπαντρεύεται.
Το 1822, δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή Nouvelles Odes et Poésies Diverses, η οποία προσήλκυσε την προσοχή και την εύνοια του βασιλές, κι έτσι έλαβε μία βασιλική επιχορήγηση από τον Λουδοβίκο.
Την ίδια εποχή συνεργάζεται με το περιοδικό Muse Française και συχνάζει στο λογοτεχνικό σαλόνι του Καρόλου Νοντιέ (Charles Nodier), όπου συναναστρέφεται με τον Αλφρέ Ντε Βινύ (Alfred de Vigny) και το Λαμαρτίνο (Lamartine). Με γεμάτο τώρα το βαλάντιο, ήταν σε θέση να επιχειρήσει κάτι που πάντα σκεπτόταν, αλλά ποτέ δεν είχε τολμήσει: τον γάμο.
Στις 20 Οκτωβρίου 1822 ο Ουγκώ παντρεύεται την Αντέλ Φουσέ (Adèle Foucher), που την ήθελε από καιρό. Ένας γάμος, που όπως και αυτός των γονιών του, χαρακτηρίζεται από δυσαρμονία μεταξύ των συζύγων και οδηγεί τον συγγραφέα σε μία μακροχρόνια σχέση με τη μούσα και ερωμένη του ηθοποιό Ζυλιέτ Ντρουέ (Juliette Drouet) μέχρι το θάνατό της το 1882.
Πλην αυτού, όμως, ο γάμος του υποκρύπτει και μία τραγωδία, μιας και ο μικρότερος αδερφός του Ευγένιος, όντας κρυφά ερωτευμένος με την Αντέλ, χάνει τα λογικά του την ημέρα του γάμου και παραμένει μέχρι το τέλος της ζωής του σε ίδρυμα.
Το 1823 κάνει το λογοτεχνικό του ντεμπούτο με το μυθιστόρημα Χαν της Ισλανδίας (Han d'Islande), το οποίο κυκλοφόρησε με ψευδώνυμο σε τέσσερις μικρούς τόμους. Η συγγραφική του σταδιοδρομία τώρα είχε αρχίσει επισήμως. Η ποίηση της εποχής εκείνης ήταν έντονα ρομαντική, αλλά ρηχή και επιτηδευμένη. Ο Ουγκώ εγκατέλειψε τον παλιό αυτό ποιητικό τύπο και με το δροσερό λυρισμό του, εγκαινίασε μία νέα ποιητική τέχνη.
Η ποιητική συλλογή, που τον καθιερώνει εκδίδεται στα 1826 και είναι οι Ωδές και Μπαλάντες (Odes et Ballades), με την οποία αναγνωρίζεται σαν αξιόλογος λυρικός ποιητής και τεχνίτης του στίχου. Ακολουθεί τον ίδιο χρόνο το μυθιστόρημα Μπυγκ Ζαργκάλ (Bug-Jargal) και το 1827 το θεατρικό έργο Κρόμγουελ (Cromwell).
Ο Κρόμγουελ είναι το έργο που του εξασφάλισε τον τίτλο του επαναστάτη του ρομαντισμού και του ηγέτη των νεωτεριστικών τάσεων της τέχνης, σ' όλες τις εκδηλώσεις. Στο μνημειώδη Πρόλογο του Κρόμγουελ (Préface de Cromwell) ο Ουγκώ προτείνει στους συγχρόνους του δραματουργούς να απαλλαγούν από τις φόρμες, που επέβαλλε ο γαλλικός θεατρικός κλασικισμός, εισάγοντας στη θεατρική τέχνη το ρομαντικό δράμα.
Έχοντας ήδη γνωρίσει το σαιξπηρικό έργο, τη γερμανική θεατρογραφία και τη δραματουργία του Σλέγκελ (Schlegel) με τον πρόλογό του δίνει το έναυσμα μίας πολύχρονης διαμάχης μεταξύ γαλλικού κλασικισμού και Ρομαντισμού.
Επιπλέον με τον Κρόμβελ εισηγείται ένα υπόδειγμα σύγχρονου ιστορικού δράματος, που υπακούει στη σαιξπηρική τεχνική. Εν τω μεταξύ στις 29 Ιανουαρίου 1828 πεθαίνει ο πατέρας του και από εκείνη τη στιγμή ο Ουγκώ αρχίζει να αυτοαποκαλείται βαρώνος.
Το 1829 εξέδωσε τα Ανατολίτικα, ένα από τα πιο αξιόλογα έργα του, εμπνευσμένο από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ο φιλελληνισμός του Ουγκώ, που φανερώνεται με το έργο αυτό, παρέμεινε θερμός και αγνός και δεν άφησε ευκαιρία, από το 1821 μέχρι την Κρητική Επανάσταση του 1866, να εκδηλώνεται σαν ιερό σύμβολο της θρησκείας του που λεγόταν Ελευθερία.
Από την καταξίωση στην εξορία
Παρόλες τις ποιητικές του δάφνες, τα οικονομικά του Ουγκώ δεν ήταν πολύ ανθηρά μέχρι που καταπιάστηκε με το δράμα.
Η περίοδος των ετών 1830 έως 1843 αποτελεί διάστημα καταξίωσης του Γάλλου λογοτέχνη με πλούσια παραγωγή έργων.
Το 1830 ανεβαίνει με μεγάλη επιτυχία το θεατρικό του έργο Ερνάνης (Hernani), του οποίου η έκδοση τού έφερε πολλά κέρδη.
Λίγο αργότερα, το 1831, κυκλοφορεί το διάσημο μυθιστόρημά του Η Παναγία των Παρισίων (Notre-Dame de Paris), που σύντομα μεταφράστηκε σε πολλές ξένες γλώσσες και τον έκανε ακόμα πιο πλούσιο.
Παράλληλα δημοσιεύει έργα λυρικής ποίησης, εμπνευσμένα από το ειδύλλιό του με τη Ζυλιέτ Ντρουέ. Στα 1841, έπειτα από δύο άκαρπες υποψηφιότητες, εκλέγεται μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας (Académie française).
Η ζωή του, εντούτοις, θα σημαδευτεί μέχρι τέλους από μία προσωπική τραγωδία, το θάνατο από πνιγμό της νεόνυμφης κόρης του Λεοπολδίνης (Léopoldine) και του συζύγου της Καρόλου Βακερί (Charles Vacquerie) στις 4 Σεπτεμβρίου 1843. Ο Ουγκώ εκείνες τις μέρες βρισκόταν σε ταξίδι στα Πυρηναία και πληροφορήθηκε το γεγονός διαβάζοντας τυχαία κάποια εφημερίδα. Η καταλυτική επίδρασή του συμβάντος πάνω του φάνηκε από το ότι δεν δημοσίευσε κανένα έργο του τουλάχιστον για μία δεκαετία.
Το ενδιαφέρον του τώρα κερδίζει η πολιτική και αρχικά υποστηρίζει με θέρμη το βασιλιά Λουδοβίκο Φίλιππο (Louis-Philippe) ενώ λίγο αργότερα συνδέεται φιλικά με τη θερμή θαυμάστρια του έργου του, δούκισσα της Ορλεάνης, προσδοκώντας την ανάθεση κάποιου υπουργείου στην περίπτωση που ο σύζυγός της αναλάμβανε την εξουσία. Ο θάνατος του δούκα της Ορλεάνης, παρά ταύτα, ακυρώνει τις όποιες φιλοδοξίες του συγγραφέα.
Στα 1845 ο Λουδοβίκος Φίλιππος τον ονόμασε Pair de France, μέλος δηλαδή της Άνω Βουλής. Εκεί εκφώνησε λόγους ενάντια στη θανατική καταδίκη και την κοινωνική αδικία ενώ υποστήριξε την ελευθερία του Τύπου και την αυτοδιάθεση της Πολωνίας. Μετά την Επανάσταση του 1848 και την ανακήρυξη της Β’ Γαλλικής Δημοκρατία εκλέγεται, με τη βοήθεια του Λέοντος Γαμβέτα, βουλευτής Παρισίων στη Συντακτική και ακόλουθα στη Νομοθετική Συνέλευση. Τότε αναδεικνύεται σε θερμό υποστηρικτή του Ναπολέοντα Γ', ανιψιού του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, συντασσόμενος ενεργά με την προώθηση της υποψηφιότητάς του για την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Η πραξικοπηματική κατάλυση της δημοκρατίας από τον Ναπολέοντα Γ΄ το 1851 και η ανάδειξή του σε Αυτοκράτορα κάνει τον Ουγκώ να αλλάξει τις φιλοβοναπαρτικές του αντιλήψεις και να στραφεί με μένος εναντίον του. Η επικείμενη δίωξή του, μετά από αυτό, τον αναγκάζει να διαφύγει στις Βρυξέλλες μεταμφιεσμένος σε εργάτη. Έτσι εγκαινίασε τη μακρά περίοδο αυτοεξορίας του, που θα διαρκέσει περίπου 20 χρόνια.
Η περίοδος της εξορίας
Στη διάρκεια της εξορίας του δημοσίευσε δύο πολιτικά μανιφέστα ενάντια στον Ναπολέοντα Γ’, το Ναπολέων ο Μικρός (Napoléon le Petit, 1852) και το Επιστολές στο Λουδοβίκο Βοναπάρτη (Lettres à Louis Bonaparte, 1855), που διαδόθηκαν ευρέως παράνομα στη Γαλλία, ενώ αργότερα συνέγραψε αναφορικά με τα γεγονότα της εποχής το έργο Η ιστορία ενός εγκλήματος (Histoire d'un crime, Α’ μέρος 1877 και Β’ μέρος 1878). Το 1853 κυκλοφορεί και την ποιητική του συλλογή Τιμωρίες (Les Châtiments) όπου με λυρισμό επαγγέλλεται το θρίαμβο της παγκόσμιας δημοκρατίας.
Αρχικά εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες, το 1852, όμως, μετέβη στο βρετανικό νησί Τζέρσεϋ, το οποίο η ανησυχία των τοπικών αρχών για τη δράση του τον ανάγκασε να εγκαταλείψει το 1855 για να μεταβεί στο γειτονικό νησί Γκέρνσεϋ. Εν τω μεταξύ το Σεπτέμβριο του 1853 μυείται από την Ντελφίν Ντε Ζιραρντέν (Delphine de Girardin), που τον επισκέπτεται στο Τζέρσεϋ, στον πνευματισμό, την επικοινωνία δηλαδή με πνεύματα νεκρών μέσω περιστρεφόμενων και ομιλούντων τραπεζιών.
Στη διετία της παραμονής του στο Τζέρσεϋ κατατρύχεται από την εμμονή του θανάτου και τον απασχολούν τα μυστήρια της ψυχής και του κόσμου. Τότε συγγράφει τα έργα Το Τέλος του Σατανά (La fin de Satan) και Θεός (Dieu), όπου στο πρώτο μεν πραγματεύεται το πρόβλημα του Κακού και στο δεύτερο το πρόβλημα του Απείρου. Και τα δύο εκδόθηκαν μεταθανάτια και έχουν τη μορφή αποκαλυπτικών οραμάτων κινούμενα από τη λανθάνουσα τάση του Ουγκώ για ποίηση σε φόρμα ενόρασης.
Στο νησί Γκέρνσεϋ διαμένει στο Hauteville - House από όπου έχει τη δυνατότητα να παρατηρεί τη θάλασσα και τις απέναντι γαλλικές ακτές. Εκεί, στρεφόμενος από τη μεταφυσική αναζήτηση στην ανθρώπινη εποποιία, συγγράφει την ποιητική συλλογή Ο Θρύλος των Αιώνων (La Légende des Siècles, 1859) και ολοκληρώνει το αριστούργημά του Οι Άθλιοι (Les Misérables, 1862). Οι Άθλιοι, που άμα τη εκδόσει τους σαγήνευσαν τα λαϊκά στρώματα, θεωρήθηκαν ως το πρώτο μοντέρνο μυθιστόρημα και χαρακτηρίστηκαν σαν κοινωνικό ευαγγέλιο των ηθικών και πολιτικών αρετών και φραγγέλιο των κακιών της τότε αστικής κοινωνίας.
Σε αυτό το έργο, το οποίο δουλεύει περίπου από το 1828, ο Ουγκώ αποτυπώνει μισό αιώνα γαλλικής ιστορίας. Αποτελεί μία επική τοιχογραφία των μεγάλων γεγονότων της Γαλλίας συνδυαζόμενων με την ιστόρηση ενός μεγάλου έρωτα. Ο Ουγκώ χρησιμοποίησε μερικές από τις δικές του περιπέτειες στην κατασκευή του πλαισίου αυτού. Η ζωή του Μάριου στην πανσιόν Γκορμπό δεν είναι παρά η ίδια η ζωή του Ουγκώ στην οδό Ντι Ντραγκόν!
Το βιβλίο δεν ενθουσίασε τον κύκλο των διανοουμένων κριτικών, ενώ περιελήφθη από τον Πάπα Πίο ΙΔ’ στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων. Εντούτοις, το έργο αυτό εξάπλωσε σε όλο τον κόσμο τη φήμη του Ουγκώ. "Οι σελίδες του αποτελούν λυρικές εποποιΐες πρωτογενούς φύσεως" έγραψε ο μεγάλος ποιητής Κωστής Παλαμάς. Η έκδοση του βιβλίου σημείωσε πρωτοφανή επιτυχία στα εκδοτικά χρονικά. Μία επιτυχία που κανένα άλλο βιβλίο, εκτός από την Αγία Γραφή δεν γνώρισε.
Η επιστροφή στη Γαλλία και το τέλος
Το 1859 ο Ναπολέων Γ’ προσφέρει αμνηστία σε όλους τους πολιτικούς εξόριστους αλλά ο Ουγκώ αρνείται να επιστρέψει μην επιθυμώντας να κάνει οποιαδήποτε παραχώρηση έναντι του μονάρχη. Το 1863 κυκλοφορεί μία βιογραφία του από τη γυναίκα του Αδέλα, η οποία πέθανε πέντε χρόνια αργότερα. Το ξέσπασμα του Γαλλοπρωσικού Πολέμου τον οδηγεί στην επιστροφή του στη Γαλλία τον Αύγουστο του 1870, λίγο μετά την ανακήρυξη της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Η είσοδός του στο Παρίσι υπήρξε θριαμβευτική.
Η φήμη του ήταν ήδη παγκόσμια. Οι ικανότητές του δεν είχαν αδυνατίσει από την ηλικία του. Ως βουλευτής της Εθνοσυνέλευσης ψηφίζει κατά της ειρήνης και αμέσως παραιτείται. Ακολουθούν η πολιορκία των Παρισίων και η ήττα της Γαλλίας. Ο Ουγκώ απομακρύνεται και πάλι από την πατρίδα του το 1871 κατά τη διάρκεια της επικράτησης της Παρισινής Κομμούνας και παραμένει στις Βρυξέλλες και το Λουξεμβούργο.
Το ίδιο έτος πεθαίνει ο γιος του Κάρολος (Charles) και το επόμενο η κόρη του Αδέλα εισάγεται στο άσυλο ψυχικά ασθενών Saint-Mandé. Στα δύο προηγούμενα οικογενειακά δράματα προστίθεται το 1873 και ο θάνατος του γιου του Φραγκίσκου – Βίκτωρα (François-Victor).
Στις 30 Ιανουαρίου 1876 ο Βικτόρ Ουγκώ ονομάζεται ισόβιος Γερουσιαστής από τη Γαλλική Δημοκρατία. Την τελευταία αυτή πολιτική περίοδο της ζωής του γίνεται το είδωλο της ριζοσπαστικής αριστεράς. Ο ίδιος είναι πλέον οπαδός ενός ουτοπικού σοσιαλισμού πιστεύοντας στην κοινωνική συμφιλίωση και την ειρηνική επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων, σε σχέση με την επαναστατική βία. Θεωρεί ότι ο ατομικός δρόμος προς την ηθική τελείωση, προς την καλοσύνη οδηγεί στη "σωτηρία" του ατόμου και της κοινωνίας.
Το Φεβρουάριο του 1881 οργανώνεται ένας πανεθνικός εορτασμός προκειμένου να τιμηθεί η είσοδός του στην ένατη δεκαετία της ζωής του. Οι εκδηλώσεις ξεκίνησαν την 25η Φεβρουαρίου με την απόδοση ενός βάζου Σεβρών, παραδοσιακού δώρου προς ηγεμόνες και την 27η Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε προς τιμήν του μία από τις μεγαλύτερες παρελάσεις στη γαλλική ιστορία, όπου τον επευφήμησαν 600.000 συμπατριώτες του.
Ο Βικτόρ Ουγκώ πέθανε στις 22 Μαΐου 1885 σε ηλικία 83 ετών έχοντας λάβει εν ζωή σπάνια δόξα για πνευματικό δημιουργό. Στη Γαλλία κηρύχθηκε εθνικό πένθος και μία νύχτα η σορός του έμεινε με τιμητική φρουρά κάτω από την Αψίδα του Θριάμβου, ταιριαστή τιμή στον μεγάλο άνδρα των Γαλλικών Γραμμάτων. Την ημέρα της κηδείας του (1η Ιουνίου) περίπου 2.000.000 άνθρωποι συνόδευσαν τον επιφανή νεκρό από την Αψίδα του Θριάμβου στο Πάνθεον, το οποίο ορίστηκε ως τελευταία του κατοικία.
Το έργο του
Ποιητική
Ο Ουγκώ επαλήθευσε την πρόβλεψη του Σατωβριάνδου και έγινε μία από τις μεγαλύτερες λογοτεχνικές φυσιογνωμίες της Γαλλίας. Ο Ουγκώ θεωρείται ένας από τους ηγέτες της ρομαντικής κίνησης στη γαλλική λογοτεχνία καθώς επίσης και ένας από τους πλέον παραγωγικούς και πολύπλευρους συγγραφείς της. Αν και εκτός Γαλλίας είναι γνωστός κυρίως για τα μυθιστορήματα Η Παναγία των Παρισίων και Οι Άθλιοι, στη χώρα του διακρίνεται πρώτιστα για τη συνεισφορά του ως ρομαντικός ποιητής.
Ο στίχος του Ουγκώ έχει συγκριθεί με τα έργα του Σαίξπηρ, του Δάντη και του Ομήρου και έχει επηρεάσει διαμετρικά αντίθετους ποιητές όπως ο Κάρολος Μπωντλαίρ, ο Άλφρεντ Λορντ Τέννυσον και ο Ουόλτ Ουίτμαν. Η τεχνική δεξιοτεχνία του Ουγκώ, ο υφολογικός πειραματισμός, η ραγδαία κλιμάκωση των συναισθημάτων, η ποικιλία και η καθολικότητα των θεμάτων του όχι μόνο τον καθιέρωσαν ως ηγέτη της γαλλικής ρομαντικής σχολής αλλά και ως προπομπό της σύγχρονης ποίησης.
Ο Ουγκώ έφερε μια νέα αίσθηση της ομορφιάς των λέξεων, επέκτεινε τους λυρικούς πόρους του γαλλικού στίχου και ενδυνάμωσε τον αλεξανδρινό στίχο με εντυπωσιακά μετρικά διασκελίσματα και τοποθετήσεις της τομής του στίχου. Η παραγωγή του ήταν απέραντη και η ποικιλομορφία της ακόμα καταπλήσσει. Ακόμα έσπασε την παράδοση, όπου η ποιητική γλώσσα θεωρούνταν ως μια εξειδικευμένη μορφή γλώσσας μεταξύ των διάφορων άλλων τεχνικών γλωσσών. Η ποίηση ήταν, για αυτόν, τόσο ελεύθερη και κυρίαρχη όσο οι ίδιοι οι άνθρωποι.
Δραματουργία
Στη θεατρική του γραφή ο Ουγκώ αντιτάχθηκε στις φόρμες του κλασικού δράματος όπως το μέτρο, η επιλογή συγκεκριμένων θεμάτων, οι περιορισμοί στη χρήση λέξεων, εισάγοντας πρώτος στη γαλλική θεατρική παραγωγή το ρομαντικό ύφος γραφής.
Στα εικοσιέξι του χρόνια, συγγράφοντας τον Πρόλογο του Κρόμγουελ, γίνεται ο γεννήτορας ενός νέου θεατρικού είδους, του ρομαντικού δράματος. Σε αυτό το κείμενο ο νεαρός συγγραφέας αμφισβητεί το παραδοσιακό θεατρικό είδος και εισάγει στη σκηνή τη ρομαντική θεματολογία. Εντούτοις το ίδιο το έργο θεωρήθηκε αντιθεατρικό και αδύνατο να ανέβει στη σκηνή λόγω της έκτασής του και των πολλών χαρακτήρων του.
Χάρη στον Ερνάνη, όμως, το 1830 ο Ουγκώ καταφέρνει να καταξιωθεί ως θεατρικός συγγραφέας. Στην πορεία του θα συναντήσει μεγάλες επιτυχίες, όπως η παράσταση του έργου του Λουκρητία Βοργία αλλά και αποτυχίες, με το ανέβασμα π.χ. του Ο Βασιλιάς Διασκεδάζει, προτού αποφασίσουν μαζί με τον Αλέξανδρο Δουμά να ιδρύσουν ένα χώρο αποκλειστικά αφιερωμένο στο ρομαντικό θέατρο. Αυτός θα είναι το Théâtre de la Renaissance, που θα εγκαινιάσει τη σκηνή του με το έργο Ρουί Μπλας.
Μυθιστοριογραφία
Συνολικά ο Ουγκώ συνέγραψε εννέα μυθιστορήματα, από τα οποία το πρώτο σε ηλικία δεκαέξι ετών και το τελευταίο εβδομήντα δύο. Το μυθιστόρημα καλύπτει όλες τις περιόδους της ζωής του συγγραφέα, όλες τις μορφές και τα λογοτεχνικά ρεύματα της εποχής του δίχως ποτέ να ταυτίζεται απόλυτα με κανένα.
Η πορεία του ως μυθιστοριογράφου χωρίζεται σε δύο περιόδους με κομβικό σημείο την εξορία του από τη Γαλλία. Η περίοδος πριν την εξορία έχει σχεδόν πειραματικό χαρακτήρα περιέχοντας πέντε μυθιστορήματα με ποικίλη έκταση και διαφορετική έμπνευση. Κορυφαίο δημιούργημα αυτής της πειραματικής φάσης είναι Η Παναγία των Παρισίων, ένα ιστορικό μυθιστόρημα τοποθετημένο στα 1482 με πρωταγωνιστή το δύσμορφο κωδωνοκρούστη του ναού, Κουασιμόδο, που αποτελεί προσωποποίηση του μεσαιωνικού πνεύματος.
Την περίοδο της εξορίας του και της επακόλουθης επιστροφής του στη Γαλλία ανακαλύπτει τον πραγματικό μυθιστορηματικό του δρόμο συγγράφοντας το πλουσιότερο και διασημότερο μέρος του έργου του. Η μυθιστορηματική του φόρμα βασίζεται στην εξιστόρηση μίας απλής ανθρώπινης ιστορίας, στην οποία παρεμβάλλονται μεγάλες περιγραφές και προσωπογραφίες καθώς και παρεκβάσεις σχετικές με τα αιώνια ανθρώπινα προβλήματα και αναζητήσεις.
Το θεωρούμενο ως αριστούργημά του, Οι Άθλιοι, ακολουθεί ακριβώς αυτή τη διηγηματική μορφή συνδυάζοντας τον έρωτα, την καταδίωξη και την αθλιότητα των ανθρωπίνων πλασμάτων με την εξιστόρηση κορυφαίων ιστορικών στιγμών.
Η θρησκευτικότητα του Ουγκώ
Οι θρησκευτικές, όπως και οι πολιτικές, πεποιθήσεις του Ουγκώ άλλαξαν ριζικά κατά τη διάρκεια της ζωής του. Στη νεότητά του, προσδιοριζόταν ως καθολικός και δήλωνε αφοσίωση στην ιεραρχία και την εκκλησιαστική εξουσία. Αργότερα εξελίχθηκε σε μη ενεργό καθολικό εκφράζοντας όλο και περισσότερο αντιπαπικές και αντικληρικές απόψεις. Την περίοδο της εξορίας του μυήθηκε στον πνευματισμό ενώ τα τελευταία χρόνια της ζωής του υιοθέτησε έναν ορθολογικό ντεϊσμό, όμοιο με αυτό του Βολταίρου. Όταν ένας απογραφέας τον ρώτησε στα 1872 εάν ήταν καθολικός, απάντησε: "Όχι. Ελευθερόφρονας".
Ο Ουγκώ δεν ελάττωσε ποτέ την αντιπάθειά του προς την Καθολική Εκκλησία, οφειλόμενη κατά ένα μεγάλο μέρος στην αδιαφορία της εκκλησίας για τη δύσκολη θέση της εργατικής τάξης υπό τη μοναρχία αλλά και στη συχνότητα με την οποία τα έργα του εμφανίζονταν στις λίστες του Βατικανού με απαγορευμένα βιβλία. Στους θανάτους των γιων του Καρόλου και Φραγκίσκου - Βίκτωρα, επέμεινε να ταφούν δίχως σταυρό και την παρουσία ιερέα, και τον ίδιο όρο θέσπισε για τη δική του κηδεία. Εντούτοις, αν και θεωρούσε το καθολικό δόγμα ξεπερασμένο και νεκρό, δεν επιτέθηκε ποτέ άμεσα στον ίδιο το θεσμό. Παρέμεινε επίσης βαθιά θρησκευόμενο άτομο που πίστευε έντονα στη δύναμη και την ανάγκη της προσευχής.
Ο ορθολογισμός του Ουγκώ μπορεί να επισημανθεί σε ποιήματα όπως το Torquemada (1869, για το θρησκευτικό φανατισμό), το Le Pape (1878, έντονα αντικληρικό), το Religion et Religions (1880, αρνούμενος τη χρησιμότητα των εκκλησιών) και, τα δημοσιευμένα μεταθανάτια, La fin de Satan και Dieu (1886 και 1891 αντίστοιχα, στα οποία αντιπροσωπεύει το χριστιανισμό ως γρύπα και τον ορθολογισμό ως άγγελο).
Εικαστικός δημιουργός
Η ζωγραφική ξεκίνησε για τον Ουγκώ ως ένα ευχάριστο πάρεργο, εξελισσόμενη σταδιακά σε σημαντική πνευματική ενασχόληση ειδικότερα το διάστημα πριν την εξορία του, όταν σταμάτησε προσωρινά τη συγγραφή με σκοπό να αναμιχθεί στην πολιτική. Το διάστημα των ετών 1848 – 1852 υπήρξε η μοναδική δημιουργική διαφυγή του.
Τα έργα του είναι δουλεμένα αποκλειστικά σε χαρτί και σε μικρή κλίμακα, συνήθως με σκούρα καφέ ή μαύρη μελάνη, παρεμβάλλοντας ορισμένες φορές λευκές πινελιές και σπανιότερα άλλα χρώματα. Οι σωζόμενες ζωγραφιές του είναι εξαιρετικά ολοκληρωμένες και μοντέρνες σε ύφος και εκτέλεση, προοιωνίζοντας τις πειραματικές τεχνικές του Σουρεαλισμού και του Αφηρημένου Εξπρεσιονισμού.
Ο Ευγένιος Ντελακρουά είχε γράψει για τον Ουγκώ πως αν αποφάσιζε να γίνει ζωγράφος αντί συγγραφέας, θα είχε επισκιάσει όλους τους καλλιτέχνες του αιώνα του. Στα σωζόμενα έργα του αναγνωρίζεται η δεξιοτεχνία, η τόλμη στην εκτέλεση και μία αίσθηση ισχυρής δημιουργικότητας. Ο Ουγκώ μελέτησε τα χαρακτηριστικά των υλικών και των μέσων του υπό όλες τις πιθανές προοπτικές. Υψώθηκε πάνω από τις σύγχρονες συμβάσεις και δε δίστασε να επεξεργαστεί τυχαίες φόρμες όταν αυτές ικανοποιούσαν την αισθητική του.
Ο Ουγκώ κράτησε τη ζωγραφική του δημιουργία μακριά από τη δημοσιότητα, φοβούμενος ότι θα επισκίαζε το λογοτεχνικό του έργο. Εντούτοις, απολάμβανε να μοιράζεται τα σχέδιά του με την οικογένεια και τους φίλους του, συχνά υπό μορφή περίτεχνων χειροποίητων καρτών επικοινωνίας, πολλές από τις οποίες δίνονταν ως δώρα στους επισκέπτες όταν ήταν εξόριστος.
Ο Βικτόρ Ουγκώ και η Ελλάδα
Ο Βικτόρ Ουγκώ αναφορικά με το ελληνικό ζήτημα υπήρξε από τους πλέον όψιμους Ευρωπαίους διανοούμενους, που έλαβαν φιλελληνική στάση.
Παρότι, όμως, εισέρχεται αργά στον κύκλο των φιλελλήνων παραμένει ο συνεπέστερος των υποστηρικτών του νεότευκτου ελληνικού κράτους.
Οι πρώτες του ποιητικές αναφορές σχετικά με τον αγώνα των Ελλήνων εμφανίζονται το 1826 με τη δημοσίευση στο γαλλικό Τύπο του ποιήματος Τα Κεφάλια του Σαραγιού (Les têtes du serail), εμπνευσμένου από την Έξοδο του Μεσολογγίου, όπου εμφανίζονται μεταξύ των 6000 κεφαλών, που είχαν αποσταλεί στο σαράγι να συνομιλούν μεταξύ τους τα τρία κεφάλια του Μάρκου Μπότσαρη, του Επισκόπου Ρωγών Ιωσήφ και του Κωνσταντίνου Κανάρη.
Το 1827 συνθέτει τα ποιήματα Ναβαρίνο (Navarin) και Ενθουσιασμός (Enthousiasme) και την επόμενη χρονιά τα Κανάρης (Canaris), Λαζάρα (Lazzara) καθώς και το περίφημο Ελληνόπουλο (L' enfant).
Όλα τα παραπάνω ποιήματα περιελήφθησαν στη συλλογή Τα Ανατολίτικα.
Στα 1829 ο κορυφαίος των Ελλήνων διαφωτιστών Αδαμάντιος Κοραής δηλώνει την αντίθεσή του προς το ρομαντικό κίνημα, του οποίου αρχηγέτης είναι ο Ουγκώ. Παρά ταύτα στην Αθήνα τα μέλη του λογοτεχνικού ρεύματος της Αθηναϊκής Σχολής στρέφονται προς το ρομαντισμό. Ο Νικόλαος Σούτσος είναι ο πρώτος που μεταφράζει ποιήματα του Ουγκώ στα 1842.
Κατά τη δεκαετία του 1850 πραγματοποιούνται αρκετές μεταφράσεις θεατρικών έργων του στην ελληνική αρχής γενομένης με το Angelo, tyran de Padoue, και μέσω αυτών καθίσταται γνωστός στο ελληνικό κοινό κυρίως ως δραματικός συγγραφέας. Στα 1862 έρχεται η μετάφραση των Αθλίων από τον Ιωάννη Ισιδωρίδη - Σκυλίτση σχεδόν αμέσως μετά την κυκλοφορία τους στα γαλλικά. Το μυθιστόρημα ενθουσίασε τους Έλληνες αναγνώστες και επηρέασε πολλούς εγχώριους λογοτέχνες.
Το ενδιαφέρον του Ουγκώ για την ελεύθερη πλέον Ελλάδα φάνηκε ιδιαίτερα σε σχέση με το κρητικό ζήτημα. Το διάστημα της Κρητικής Επανάστασης του 1866 – 1869 δημοσιεύει τρεις επιστολές υπέρ των Κρητών στον ευρωπαϊκό τύπο το Δεκέμβριο του 1866, το Φεβρουάριο του 1867 και το Φεβρουάριο του 1869, παρά το γενικότερο αρνητικό για τα ελληνικά ζητήματα κλίμα της εποχής. Εκτός της συμπαράστασης προς τους Κρήτες έδειξε ενδιαφέρον και για την αρπαγή των μαρμάρων του Παρθενώνα κατηγορώντας τον Έλγιν για αυτή του την πράξη, στη βάση της αντίληψής του ότι η πολιτιστική κληρονομιά ενός λαού δεν πρέπει να γίνεται κτήμα ενός άλλου.
Ο θάνατός του, τέλος, είχε μεγάλο αντίκτυπο στην Ελλάδα και στο σύνολό του σχεδόν ο ελληνικός Τύπος κάλυψε το γεγονός της απώλειας του διακεκριμένου φιλέλληνα συγγραφέα. Μάλιστα πραγματοποιήθηκαν τελετές προκειμένου να τιμηθεί ο μεγάλος νεκρός αντίστοιχες με αυτές, που έλαβαν χώρα στη Γαλλία.
Εργογραφία
Θεατρικά έργα
Ινέ ντε Καστρό Inez de Castro (1820)
Κρόμγουελ Cromwell (1827)
Ερνάνης Hernani (1830)
Μαριόν Ντελόρμ Marion Delorme (1831)
Ο Βασιλιάς διασκεδάζει Le Roi s'amuse (1832)
Λουκρητία Βοργία Lucrèce Borgia (1833)
Μαρία Τυδώρ Marie Tudor (1833)
Άγγελος, ο τύραννος της Πάδουας Angelo, tyran de Padoue (1835)
Ρουί Μπλα Ruy Blas (1838)
Οι Στρατιωτικοί Διοικητές Les Burgraves (1843)
Τορκουεμάδα Torquemada (1882)
Το Θέατρο στην ελευθερία Théâtre en liberté (1886)
Αμοιβή Χίλια Φράγκα Mille Francs de récompense (1934)
Μυθιστορήματα
Χαν της Ισλανδίας Han d'Islande (1823)
Μπιγκ Ζαργκάλ Bug-Jargal (1826)
Η Τελευταία Μέρα ενός Κατάδικου Le Dernier Jour d'un condamné (1829)
Η Παναγία των Παρισίων Notre-Dame de Paris (1831)
Κλοντ Γκε Claude Gueux (1834)
Οι Άθλιοι Les Misérables (1862)
Οι Εργάτες της Θάλασσας Les Travailleurs de la mer (1866)
Ο Άνθρωπος που γελά L'Homme qui rit (1869)
Ενενήντα τρία Quatre-vingt-treize (1874)
Ποιητικές συλλογές
Διάφορες Ωδές και ποιήματα Odes et poésies diverses (1822)
Νέες Ωδές Nouvelles Odes (1824)
Ωδές και Μπαλάντες Odes et Ballades (1826)
Τα Ανατολίτικα Les Orientales (1829)
Φθινοπωρινά Φύλλα Les Feuilles d’automne (1831)
Τραγούδια του Δειλινού Les Chants du crépuscule (1835)
Εσωτερικές Φωνές Les Voix intérieures (1837)
Ακτίνες και Σκιές Les Rayons et les ombres (1840)
Τιμωρίες Les Châtiments (1853)
Ενατενίσεις Les Contemplations (1856)
Πρώτη σειρά του Θρύλου των Αιώνων Première série de la Légende des Siècles (1859)
Τραγούδια του δρόμου και του δάσους Les Chansons des rues et des bois (1865)
Το Φοβερό Έτος L'Année terrible (1872)
Η Τέχνη να είσαι παππούς L'Art d'être grand-père (1877)
Νέα σειρά του Θρύλου των Αιώνων Nouvelle série de la Légende des Siècles (1877)
Θρησκείες και Θρησκεία Religions et religion (1880)
Οι Τέσσερις Άνεμοι του Πνεύματος Les Quatre Vents de l'esprit (1881)
Ολοκληρωμένη έκδοση του Θρύλου των Αιώνων Série complémentaire de la Légende des Siècles (1883)
Το Τέλος του Σατανά La Fin de Satan (1886)
Άπαντα Ποιητικά Toute la Lyre (1888)
Θεός Dieu (1891)
Νέα έκδοση των Ποιητικών Απάντων Nouvelle série de Toute la Lyre (1893)
Τα Ολέθρια Χρόνια Les Années funestes (1898)
Τελευταία Δέσμη Dernière Gerbe (1902)
Ωκεανός. Πέτρινη Σωρός Océan. Tas de pierres (1942)
Άλλα κείμενα
Σπουδή στο Μιραμπώ Étude sur Mirabeau (1834)
Λογοτεχνικές και Φιλοσοφικές Διαμάχες Littérature et philosophie mêlées (1834)
Ο Ρήνος Le Rhin (1842)
Ναπολέων ο Μικρός Napoléon le Petit (1852)
Επιστολές στο Λουδοβίκο Βοναπάρτη Lettres à Louis Bonaparte (1855)
Ουίλιαμ Σαίξπηρ William Shakespeare (1864)
Οδηγός των Παρισίων Paris-Guide (1867)
Οι γιοί μου Mes Fils (1874)
Λόγοι και Πράξεις – Πριν την Εξορία Actes et paroles - Avant l'exil (1875)
Λόγοι και Πράξεις – Κατά την Εξορία Actes et paroles - Pendant l'exil (1875)
Λόγοι και Πράξεις – Μετά την Εξορία Actes et paroles - Depuis l'exil (1876)
Η Ιστορία ενός Εγκλήματος – Α’ Μέρος Histoire d'un crime - 1re partie (1877)
Η Ιστορία ενός Εγκλήματος – Β’ Μέρος Histoire d'un crime - 2e partie (1878)
Ο Πάπας Le Pape (1878)
Ο Βλαξ L'Âne (1880)
Το Αρχιπέλαγος της Μάγχης L'Archipel de la Manche (1883)
Μεταθανάτιες Δημοσιεύσεις Œuvres posthumes
Θεωρήσεις – Α’ Σειρά Choses vues - 1re série (1887)
Άλπεις και Πυρηναία Alpes et Pyrénées (1890)
Γαλλία και Βέλγιο France et Belgique (1892)
Αλληλογραφία – Α’ Τόμος Correspondances - Tome I (1896)
Αλληλογραφία – Β’ Τόμος Correspondances - Tome II (1898)
Θεωρήσεις – Β’ Σειρά Choses vues - 2e série (1900)
Υστερόγραφο της Ζωής μου Post-scriptum de ma vie (1901)
Λίθοι Pierres (1951)
Μελαγχολία Mélancholia
Έργα του Ουγκό στην όπερα
Λουκρητία Βοργία : Ντονιτσέττι Lucrezia Borgia (1833)
Άγγελος, ο τύραννος της Πάδουας :
Μερκαντάντε Il Giuramento (1837)
Πονκιέλλι La Gioconda (1876)
Ερνάνης : Βέρντι Εrnani (1844)
Ο Βασιλιάς διασκεδάζει : Βέρντι Rigoletto (1851)
Μαριόν Ντελόρμ : Πονκιέλλι Marion Delorme (1885)
Τορκουεμάδα : Νίνο Ρότα Torquemada (1943)
Ελληνικές μεταφράσεις
Ερνάνης : Ιωάννης Πολέμης ("Νέος Παλμός")
Ρουί Μπλα : Θρασύβουλος Σταύρου ("Γ.Παπαδημητρίου")
Η Παναγία των Παρισίων : Αντ.Μοσχοβάκης ("Βιβλιοθήκη για όλους")
Οι Άθλιοι : Γιώργος Κοτζιούλας ("Σ.Δαρεμάς")
Οι Εργάτες της Θάλασσας : Κ.Θεοφάνους ("Σ.Ι.Ζαχαρόπουλος")
Ο Άνθρωπος που γελά : Δ.Π.Κωστελένος ("Βιβλιοθήκη για όλους")
Ενενήντα τρία : Κ.Θεοφάνους ("Σ.Ι.Ζαχαρόπουλος")
Το 1793 ("Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος")
Φιλοσοφία & φιλολογία ("Μαρής")
Η τελευταία μέρα ενός κατάδικου : Κώστας Σημηριώτης ("Ροδάκης" - "Μεταίχμιο")
Πηγή: el.wikipedia.org/wiki/Βικτόρ_Ουγκώ
Έλλη Αλεξίου, ήταν Ελληνίδα συγγραφέας, δημοσιογράφος, ακαδημαϊκός και παιδαγωγός
Έλλη Αλεξίου
Η Έλλη Αλεξίου ήταν Ελληνίδα συγγραφέας, δημοσιογράφος, ακαδημαϊκός και παιδαγωγός. (Ηράκλειο Κρήτης, 22 Μαΐου 1894 - Αθήνα, 28 Σεπτεμβρίου 1988)
Βιογραφικά στοιχεία
Γεννήθηκε στις 22 Μαΐου του 1894 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σπούδασε στο Διδασκαλείο Ηρακλείου και για έξι χρόνια υπηρέτησε ως δασκάλα στο Γ' Χριστιανικό Παρθεναγωγείο και στη "Στέγη Μικρών Αδελφών".
Το 1920 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα μετά το γάμο της με το Βασίλη Δασκαλάκη. Ακολούθησε σπουδές Παιδαγωγικών και Φιλολογίας, όπου και διορίστηκε καθηγήτρια Μέσης Εκπαίδευσης διδάσκοντας επί 19 χρόνια.
Συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση μέσα από το ΕΑΜ Λογοτεχνών. Το 1945 μετέβη για σπουδές στη Σορβόνη, απ΄ όπου έλαβε δίπλωμα φωνητικής και γαλλικής, ενώ παράλληλα δίδασκε σε σχολεία της ελληνικής παροικίας αλλά της αφαιρέθηκε η ελληνική ιθαγένεια και δεν μπόρεσε να επιστρέψει στην Ελλάδα.
Από το 1949 αυτοεξορίστηκε από την Ελλάδα και μέχρι το 1962 εργαζόταν ως εκπαιδευτικός σύμβουλος των ελληνικών σχολείων των σοσιαλιστικών χωρών.
Το 1962 της επετράπη να επιστρέψει στην Ελλάδα για να μπορέσει να παρευρεθεί στην κηδεία της αδελφής της, Γαλάτειας Καζαντζάκη αργότερα όμως συνελήφθη και το 1965 βρέθηκε στις φυλακές Αβέρωφ. Στη συνέχεια ελευθερώθηκε και μετέβη στη Ρουμανία ως το 1966, οπότε και επέστρεψε οριστικά στην Ελλάδα.
Με την επιστροφή της συνελήφθη με βάση βούλευμα εναντίον της που είχε εκδοθεί το 1952, δικάστηκε και απαλλάχθηκε. Έκτοτε και μέχρι το θάνατό της, στις 28 Σεπτεμβρίου του 1988, αφιερώθηκε στη λογοτεχνία. Τα έργα της διακρίνονται για τον ποιητικό ρεαλισμό του ύφους καθώς και για τον κοινωνικοπολιτικό προβληματισμό τους.
Η Έλλη Αλεξίου είχε λάβει μέρος στο Α' και Β' Συνέδριο της Ειρήνης, στο Παρίσι (1947) και Βαρσοβία (1950) αντίστοιχα, καθώς και στα Συνέδρια: των Διανοουμένων, στο Βρότσλαβ Πολωνίας (1948), για το Παιδί στη Βιέννη (1952), για τη Γυναίκα, στη Κοπεγχάγη (1953) κ.ά. όπως και της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Βερολίνο 1957).
Υπήρξε μέλος του Συλλόγου Γυναικών Επιστημόνων, της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Πανελλήνιας Κίνησης για την Ύφεση και την Ειρήνη κ.ά. Μιλούσε επίσης γαλλικά, γερμανικά και ρωσικά. Κατά την περίοδο της παραμονής της στο εξωτερικό ζούσε στη Ρουμανία ενώ με την επιστροφή της στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα (Λ. Αλεξάνδρας).
Προσωπική ζωή
Ήταν κόρη του λόγιου και εκδότη εφημερίδων, Στυλιανού Αλεξίου. Αδέλφια της ήταν η Γαλάτεια Καζαντζάκη (Γαλάτεια Αλεξίου) και ο φιλόλογος Λευτέρης Αλεξίου. Ήταν παντρεμένη με τον Βασίλη Δασκαλάκη ενώ αργότερα συζούσε για πολλά χρόνια με τον ποιητή Μάρκο Αυγέρη. Ανιψιός της ήταν ο Παύλος Σιδηρόπουλος.
Επιλεγμένα έργα
Σκληροί αγώνες για μικρή ζωή (1931)
Άνθρωποι (1938)
Γ΄ Χριστιανικόν Παρθεναγωγείον (1938)
Ο Χοντρούλης και η Πηδηχτή (1939)
Λούμπεν (1943)
Ήθελε να την λένε κυρία (1956)
Με τη λύρα (1958)
Αναχωρήσεις και μεταλλαγές (1962) 3 τόμοι.
Για να γίνει μεγάλος, βιογραφία του Καζαντζάκη (1966)
Υπέρ των ζώντων, (11 διηγήματα, 1972)
Σπουδή (11 διηγήματα) (1972)
Μυστήρια
Προσοχή! Συνάνθρωποι (1978)
Τόμας Πρωτόπαπας, ήταν Έλληνας ηθοποιός και μοντέλο
Τόμας Πρωτόπαπας
Ο Τόμας Πρωτόπαπας, ήταν Έλληνας ηθοποιός και μοντέλο, καθώς ασχολούταν ερασιτεχνικά και με την γυμναστική. (19 Ιανουαρίου 1988 - 21 Μαΐου 2013)
Ο Τόμας Πρωτόπαπας γεννήθηκε στις 19 Ιανουαρίου 1988 στο Λονδίνο της Αγγλίας, ως Τόμας Νέλσων Πρωτόπαπας.
Απο την ηλικία των 14 ετών ασχολήθηκε με το μόντελινγκ, ενώ αργότερα και με την υποκριτική.
Ως χόμπι του, είχε την πάλη, λαμβάνοντας μέρος σε πολλούς αγώνες.
Στην Ελλάδα, ξεκίνησε την καριέρα του, μέσα απο το μουσικό κανάλι MAD TV, παρουσιάζοντας μια εκπομπή μουσικού περιεχομένου, ενώ το 2010 συμμετείχε στο remake της ταινίας Ρόδα, τσάντα και κοπάνα.
Το 2012, έπαιξε με πρωταγωνιστικό ρόλο στη κωμική σειρά του Mega Channel, Οι Βασιλιάδες, έχοντας το ρόλο του γιού του Αιμίλιου Καννελόπουλου (Γεράσιμος Σκιαδαρέσης), Αλέξη Καννελόπουλου.
Το 2013 θα συμμετείχε στην εκπομπή μαγειρικής Doctor Cook, που προβλήθηκε απο το ίδιο κανάλι, ως μαθητευόμενος σεφ.
Το πρωΐ της Κυριακής 17 Μαρτίου 2013, ξεκίνησε με το αυτοκίνητό του από το σπίτι του, με προορισμό το στούντιο στο οποίο θα γίνονταν τα γυρίσματα της εκπομπής Dr Cook.
Κάποια στιγμή και ενώ είχε ήδη μπει στην Αττική Οδό, σταμάτησε στην άκρη του δρόμου για να τηλεφωνήσει, και λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, έπεσε με ιλιγγιώδη ταχύτητα πάνω του ένα λευκό βανάκι. Η σύγκρουση ήταν σφοδρή και είχε ως αποτέλεσμα να χτυπήσει ο ηθοποιός στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου του και να υποστεί βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και πολύ σοβαρούς τραυματισμούς. Αμέσως μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο ΚΑΤ στην Κηφισιά Αττικής, όπου υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση. Μετά το τέλος της επέμβασης, μεταφέρθηκε στην Εντατική Μονάδα Παρακολούθησης του ΚΑΤ, όπου παρέμεινε νοσηλευόμενος, για 66 ημέρες, μέχρι το απόγευμα της Τρίτης 21 Μαΐου 2013, οπότε και έφυγε απο τη ζωή.
Μετά το θάνατο του, ο δεύτερος κύκλος της σειράς Οι Βασιλιάδες αφιερώθηκε εις μνήμην του.
Προσωπική Ζωή
Ο Τόμας είχε σχέση με την φοιτήτρια Ιωάννα Ζεμπερλίγκου, η οποία ήταν δίπλα του μέχρι την στιγμή του θανάτου του.
Περισσότερα Άρθρα...
- Φρέντυ Γερμανός, δημοσιογράφος, παραγωγός και παρουσιαστής σημαντικών τηλεοπτικών εκπομπών αλλά και πολύ επιτυχημένος συγγραφέας
- Τζίνα Μπαχάουερ ήταν Ελληνίδα κλασική πιανίστρια διεθνούς φήμης
- Άγιος Κωνσταντίνος και Αγία Ελένη, γιατί όμως ένας αυτοκράτορας και η μητέρα του αγιοποιήθηκαν και γιορτάζουν
- Ονορέ ντε Μπαλζάκ, ήταν Γάλλος λογοτέχνης του πρώτου μισού του 19ου αιώνα