Άρθρα
Μελ Μπλανκ, ο άνθρωπος με τις χίλιες φωνές
Μελ Μπλανκ
Ο άνθρωπος με τις χίλιες φωνές
Το εύπλαστο λαρύγγι του φωνητικού ηθοποιού γέννησε σύσσωμο σχεδόν το σύμπαν των ηρώων της Warner Bros, δίνοντας ηχητική υπόσταση τόσο στον Μπαγκς Μπάνι και τον Ντάφι Ντακ όσο και στους Πόρκι Πιγκ, Έλμερ Φαντ, Τουίτι, Σιλβέστρο, Κογιότ, Ρόουντ Ράνερ, Γιοσέμιτι Σαμ, Πέπε λε Πιου, Δαίμονα της Τασμανίας, Φόγκορν Λέγκορν, Μάρβιν τον Αρειανό, Σπίντι Γκονζάλες και τόσους και τόσους ακόμα!
Ήταν τέτοιος ο πλούτος της φωνής του που ενσάρκωσε περισσότερους από 400 αξέχαστους χαρακτήρες, τόσο για λογαριασμό των Looney Tunes (το 90% των φωνών του σόου!) όσο για άλλες παιδικές σειρές της ΜGΜ, της Walt Disney, της Columbia, δανείζοντας τη φωνή του ακόμα και στον Γούντι τον Τρυποκάρυδο και τους Φλίντστοουνς!
Η φωνή του αιώνα, με την πρωτοφανή ικανότητα να αλλάζει άρδην τόσο την ένταση όσο και το ηχόχρωμά της, δεν θα μπορούσε να μη δώσει ηχητική ταυτότητα σε εκατοντάδες καρτουνίστικους χαρακτήρες, αναγκάζοντας το Χόλιγουντ να τον αποκαλεί «άνθρωπο με τις χίλιες φωνές», αν και εκείνος το ξεκαθάρισε πάντως στην αυτοβιογραφία του ότι μπορούσε να κάνει μόλις 850!
Η διαχρονική φωνή του Μπαγκς Μπάνι για 49 ολόκληρα χρόνια ήταν μάλιστα αλλεργική στα καρότα, καθώς η ειρωνεία προσπάθησε λες να μιμηθεί το αχτύπητο χιούμορ που διέθετε ως άνθρωπος, καθώς ήταν δίγαμος με την ίδια γυναίκα (παντρεύτηκε τη σύζυγό του δύο φορές)!
Οι φωνές του οσκαρικού Μελ Μπλανκ ακούγονται από περισσότερους από 20 εκατομμύρια ανθρώπους κάθε μέρα στα μήκη και τα πλάτη της γης και όπως θα έλεγε και ο ίδιος «that's not all folks»!
Πρώτα χρόνια
Ο Μέλβιν «Μελ» Τζερόμ Μπλανκ γεννιέται στις 30 Μαΐου 1908 στο Σαν Φρανσίσκο ως το νεότερο από τα δύο παιδιά μιας οικογένειας ρωσοεβραίων μεταναστών. Η καταραμένη φτώχεια ανάγκασε τη φαμίλια να μετακομίσει σύντομα στο Πόρτλαντ, όταν ο Μελ ήταν ακόμα πολύ μικρός, κι εκεί θα περάσει τα σχολικά του χρόνια.
Ο πιτσιρικάς ανακάλυψε από νωρίς το ταλέντο του στις φωνητικές μιμήσεις, κάνοντας όλους να σκάνε στα γέλια. Η φαρέτρα του δεκάχρονου μετρούσε μια σειρά από αχτύπητες μιμήσεις γειτόνων αλλά και εθνικών προφορών από πολλές χώρες του πλανήτη, κάτι που έδειξε στον Μελ τι θα γινόταν όταν μεγάλωνε: φωνητικός ηθοποιός!
Κι έτσι στο γυμνάσιο κατά τη δεκαετία του 1920 ήταν ο κλόουν του σχολείου, ένα έξυπνο παιδί που δεν είχε καμία όρεξη για μαθήματα. Το μόνο που ήθελε ήταν να κάνει τους άλλους να χαμογελούν και ήταν μάλιστα ιδιαίτερα ικανός σε αυτό. Στα σχολικά χρόνια είναι που σκαρφίστηκε το χαρακτηριστικό γέλιο του Γούντι του Τρυποκάρυδου, που θα ερχόταν η στιγμή να το προσαρμόσει για τις ανάγκες του ήρωά του!
Κι έτσι χωρίς καμία δίψα για μάθηση, έκανε συνεχώς σκασιαρχεία για να βρεθεί σε κωμικά σόου και στις αίθουσες του βοντβίλ, όπως και τόσοι εξάλλου καλλιτέχνες της εποχής του. Ήταν ιστορικές στιγμές, καθώς ο πιτσιρικάς κόπιαρε τις φωνές και τα κωμικά γκαγκς των μαέστρων της μαζικής ψυχαγωγίας, γνώση ανεκτίμητη για την κατοπινή δουλειά του…
Πρώτες δουλειές
Ολοκληρώνοντας κακήν κακώς τις σχολικές του υποχρεώσεις, παίρνει δυο φίλους παραμάσχαλα που είχε γνωρίσει στο βοντβίλ και κατηφορίζουν στο Χόλιγουντ, προσπαθώντας να ενταχθούν στη νέα περιπέτεια της κινηματογραφίας αλλά και του ραδιοφώνου, που είχε έρθει για να εξαφανίσει τα παραδοσιακά θεάματα ψυχαγωγίας, όπως το βοντβίλ (που ψυχορραγούσε ήδη εκείνη την εποχή).
Την περίοδο αυτή είναι που θα γνωρίσει τη μελλοντική του σύζυγο, Estelle, σε χολιγουντιανό χορό, με την οποία θα παντρευτούν μυστικά λίγο αργότερα. Ήταν τα χρόνια της Μεγάλης Ύφεσης των ΗΠΑ της δεκαετίας του ’30 και η καριέρα του ερμηνευτή δεν πήγαινε πουθενά.
Κι έτσι όταν του έδωσαν δική του εκπομπή σε ραδιοφωνικό σταθμό του Πόρτλαντ, πήρε τη σύζυγο και επέστρεψε τάχιστα, καθώς δεν ήταν μυστικό ότι είχε αποτύχει στο Χόλιγουντ. Το ραδιοφωνικό σόου του Μελ Μπλανκ και της συζύγου του (το παρουσίαζαν από κοινού) «Cobwebs & Nuts» πήγαινε πολύ καλά, με σπόνσορες και διαφημίσεις κι όλα τα καλά, αν και οι δυο τους ίσα που τα έβγαζαν πέρα οικονομικά.
Κι έτσι, παρά τη δημοτικότητα της εκπομπής του, ήταν τόσο πενιχρές οι απολαβές που αποφάσισαν να μαζέψουν τα μπογαλάκια τους και να κάνουν μια δεύτερη προσπάθεια στο ηλιόλουστο Χόλιγουντ…
Η περιπέτεια στα Looney Tunes
Παρά το γεγονός ότι πάσχισε πολύ για να τρυπώσει στο Χόλιγουντ, αρκετά χρόνια δηλαδή απογοητεύσεων και ηχηρών «όχι», βρήκε κάποια στιγμή δουλειά στο στούντιο του Ουόλτ Ντίσνεϊ: έκανε τη φωνή της γάτας στην ταινία κινουμένων σχεδίων «Πινόκιο».
Παρά το γεγονός ότι ο Ντίσνεϊ έκοψε τελικά τη φωνή του πριν η ταινία βγει στις αίθουσες, αφήνοντας μόνο έναν λόξυγκα του Μελ(!), τον καλοπλήρωσε για τις υπηρεσίες του, δίνοντάς του έτσι την πρώτη ώθηση και ελπίδα για συνέχεια. Δούλευε εξάλλου για λογαριασμό του καλύτερου στον χώρο, αν και η μοίρα έμελλε να τον κάνει σύντομα να δουλέψει για τους απολύτους χειρότερους, κάποιους αδελφούς Ουόρνερ (η Warner Bros ήταν τότε ένα μικρό χολιγουντιανό στούντιο, στο περιθώριο των 5 Μεγάλων του Χόλιγουντ)!
Την περίοδο λοιπόν που συζητάμε, τόσο τα Looney Tunes όσο και τα Merrie Melodies δεν είχαν κανέναν από τους χαρακτήρες που ξέρουμε σήμερα, εκτός φυσικά από τον Πόρκι Πιγκ. Ο Μπλανκ διέκρινε την ευκαιρία για τη φωνή του και προσπαθούσε ματαίως επί έναν χρόνο να εξασφαλίσει μια οντισιόν στο τμήμα των κινούμενων σχεδίων του στούντιο, αν και κάποτε θα ερχόταν η πολύτιμη ευκαιρία.
Κι έτσι η πρώτη φωνή που ενσάρκωσε ποτέ για λογαριασμό της Warner ήταν του «Drunken Bull» (Μεθυσμένος Ταύρος), χαρακτήρας από τις περιπέτειες του Πόρκι Πιγκ. Ο αντίκτυπος της φωνής του δεν άφησε κανέναν ασυγκίνητο και σύντομα ο Μελ βρέθηκε να ενσαρκώνει τον ίδιο τον Πόρκι Πιγκ, ο οποίος έγινε ξαφνικά δημοφιλέστατος!
Με τον Πόρκι στα πάνω του πια, ο χαρακτήρας χρειαζόταν έναν αντίπαλο, κι έτσι γεννήθηκε ο Ντάφι Ντακ! Κι όταν η φωνή του Μπλανκ απογείωσε και αυτόν τον ήρωα, κάνοντάς τον ακόμα δημοφιλέστερο από τον Πόρκι, άλλος ένας εχθρός χρειαζόταν τώρα για τον Ντάφι. Κι έτσι γεννήθηκε ο Happy Rabbit, ο οποίος όμως δεν πουλούσε καθόλου, κι έτσι ο Μελ σκέφτηκε ότι έπρεπε να φταίει το όνομά του…
Πρότεινε λοιπόν να ονομαστεί Μπαγκς, από το παρατσούκλι του δημιουργού του, Ben Hardaway. «Μπαγκς Ράμπιτ;», του είπαν, «μα αυτό είναι χειρότερο ακόμα και από το Χάπι Ράμπιτ!». «Όχι, όχι Μπαγκς Ράμπιτ», αντιγύρισε ο Μπλανκ, «Μπαγκς Μπάνι». Κι έτσι γεννήθηκε το εμβληματικό καρτούν, στο οποίο έβαλε ο Μελ όλη του τη φωνητική τέχνη, αλλάζοντας άρδην τη μιλιά που έκανε για λογαριασμό του Happy Rabbit, προσθέτοντας πια τη γνώριμη προφορά του Μπρούκλιν. Ο Bugs Bunny είχε έρθει για να μείνει, με το κλασικό «What's up Doc?» και το μασούλημα του καρότου να μένει έτσι στις συνειδήσεις όλων!
Ο ίδιος ήταν μάλιστα αλλεργικός στα καρότα και δοκίμασε διάφορα ζαρζαβατικά για την ηχογράφηση της ατάκας, τολμώντας στο τέλος να το κάνει και με καρότο, σε μία και μοναδική λήψη. Ευτυχώς όλα πήγαν καλά και ο τουμπανιασμένος από την αλλεργία Μπλανκ δεν χρειάστηκε να ξαναβάλει καρότο στο στόμα του! Όσο για τις μαμάδες της Αμερικής, έπειθαν πια τα παιδιά τους να τρώνε καρότα λέγοντας ότι «το κάνει και ο Μπαγκς Μπάνι»!
Η συμβολή του Μελ Μπλανκ στην πορεία των ηρώων ήταν καθοριστικότατη, με τις χαρακτηριστικές τους φωνές να σφραγίζουν τη μοίρα τους. Κάποια στιγμή τα στελέχη της Warner Bros συνειδητοποίησαν ότι ούτε ο Πόρκι ούτε ο Ντάφι ήταν το κατάλληλο ταίρι για τον Μπαγκς Μπάνι, κι έτσι δημιούργησαν τον Έλμερ Φαντ! Ο ρόλος ενσαρκώθηκε αρχικά από τον Arthur Q. Bryan, σύντομα όμως πέρασε κι αυτός στο ρεπερτόριο του Μπλανκ.
Ακόμα και ο Έλμερ όμως δεν ήταν τόσο ξύπνιος και πανούργος για να ξεπεράσει τον Μπαγκς, κι έτσι ζητήθηκε η συνδρομή του Γιοσέμιτι Σαμ, άλλον έναν χαρακτήρα δηλαδή στον οποίο θα έδινε ηχητική υπόσταση ο ανεπανάληπτος Μελ Μπλανκ.
Τα περίφημα ντουέτα της Warner
Οι χαρακτήρες του Μελ Μπλανκ δεν είχαν ωστόσο ταίρια και ερωτικά ειδύλλια και ο φωνητικός ηθοποιός καλούσε συνεχώς τους δημιουργούς να σκαρφιστούν θηλυκές παρέες για τους ήρωές του. Ή κάποιον αξιόλογο αντίπαλο τέλος πάντων! Έτσι λοιπόν γεννήθηκε ο Πέπε Λε Πιου, που διπλάρωνε τη νυφίτσα των ονείρων του, με τη Warner Bros να ακούει κάποια στιγμή τις παραινέσεις του Μπλανκ και να γεννά τα ντουέτα της καρδιάς μας: Τουίτι και Σιλβέστρο, Κογιότ και Ρόουντ Ράνερ και τόσα ακόμα!
Τα αντίπαλα αυτά ζευγάρια έγιναν τα αγαπημένα του Μελ Μπλανκ, που τόσο βοήθησε στον αντίκτυπο των καρτούν της Warner στην παιδική αγορά. Κι έτσι ο παραγωγός του, Eddie Selzer, θέλοντας να τον τιμήσει ιδιωτικά τον έβαλε να διαλέξει ποιο από τα πέντε Όσκαρ που είχαν μαζέψει μέχρι στιγμής τα κινούμενα σχέδια των Looney Tunes ήθελε για τη συλλογή του.
Η φωνή διάλεξε το χρυσό αγαλματίδιο για το αγαπημένο του καρτούν, μια ιστορία των Τουίτι και Σιλβέστρο («Birds Anonymous»), καθώς το δικαιούταν κι αυτός εξίσου με τις πένες που τους είχαν φέρει στη ζωή…
Το κώμα και ο Μπαγκς Μπάνι που του έσωσε τη ζωή
Ο Μελ Μπλανκ λίγο έλειψε να πεθάνει όταν ήταν 52 ετών. Ήταν στις 24 Ιανουαρίου 1961 όταν είχε μια σοβαρότατη τροχαία και μετωπική σύγκρουση που τον άφησε 2 εβδομάδες σε κώμα. Χωρίς αλληλεπίδραση με το περιβάλλον και μη ανταποκρινόμενος σε κανένα ερέθισμα, οι γιατροί σκέφτηκαν να παίξουν τότε το τελευταίο τους χαρτί: τον αγαπημένο ήρωα του Μελ, Μπαγκς Μπάνι.
Κι έτσι μια ωραία πρωία ο νευρολόγος του Μπλανκ πλησίασε στο αυτί του και του ψιθύρισε: «Μπαγκς Μπάνι, τι κάνεις σήμερα;». Κι αμέσως ο Μελ αντιγύρισε ενστικτωδώς και με τη χαρακτηριστική φωνή του χαρακτήρα του την περίφημη ατάκα: «What’s up doc?»!
Ο γιατρός ρώτησε κατόπιν αν ήταν παρών και ο Τουίτι, για να πάρει άλλη μια αυτόματη αντίδραση: «I tot I taw a puddy tat»! Θα έπαιρνε βέβαια αρκετούς μήνες για να αναρρώσει πλήρως και να βγει από το νοσοκομείο, αν και το γεγονός παραμένει ότι ήταν ο Μπαγκς Μπάνι που του είχε σώσει τη ζωή, φέρνοντάς τον και πάλι σε επαφή με τα εγκόσμια ερεθίσματα.
Πριν βγει μάλιστα από το νοσοκομείο, ηχογραφούσε τους ήρωές του κατάκοιτος στο κρεβάτι! Τόσο τους Φλίντστοουνς όσο και τα Looney Tunes δηλαδή, καθώς κανείς δεν δεχόταν να τον αντικαταστήσει από τον τεράστιο σεβασμό που του έτρεφε η χολιγουντιανή κοινότητα…
Τελευταία χρόνια
Οι δεκαετίες που πέρασε στις εκπομπές των Looney Tunes ήταν και οι πιο χαρούμενες της ζωής του. Αν και η καριέρα του δεν έμελλε να τελειώσει εδώ, καθώς στα τόσα χρόνια που δάνειζε τη φωνή του στα λατρεμένα καρτούν, είχε καταφέρει να δημιουργήσει και άλλη μια αναγνωρίσιμη φωνή: του ίδιου! Ο Μπλανκ ήταν από τους γνωστότερους ραδιοφωνικούς παραγωγούς της Αμερικής, αφήνοντας εποχή σε μια σειρά από μνημειώδη σόου του αμερικανικού ραδιοφώνου («The Jack Benny Show», «The George Burns and Gracie Allen Show», «The Abbot and Costello Show», για να αναφέρουμε μερικά μόνο).
Αφού παρουσίασε και τη δική του εκπομπή στο δίκτυο ΝΒC, εμφανίστηκε εκτεταμένα στην τηλεόραση, σε αφιερωματικές εκπομπές και σόου άλλων καλλιτεχνών, γράφοντας νέα ιστορία με τη δική του πλέον φωνή.
Ταυτοχρόνως, παρά το γεγονός ότι είχε αφήσει πια τους ήρωές του σε καλά χέρια, έπειτα από 5 δεκαετίες συνεχούς δράσης, επέστρεφε μια στο τόσο στο στούντιο για επετειακά καρτούν με τους χαρακτήρες του, που πάντα τόνιζαν ότι ο Μελ Μπλανκ ήταν και πάλι στην ενσάρκωση των καρτουνίστικων μπελάδων.
Ήταν τον Μάιο του 1989, κατά τη διάρκεια του γυρίσματος διαφημιστικού, που διαμετακομίστηκε στο νοσοκομείο για το χρόνιο καρδιακό πρόβλημα που αντιμετώπιζε. Εκεί έπεσε από το κρεβάτι του και ήταν για άλλη μια φορά σε κώμα, τώρα όμως ήταν και κλινικά νεκρός.
Ο «άνθρωπος με τις χίλιες φωνές» άφησε την τελευταία του πνοή δύο μήνες αργότερα, στις 10 Ιουλίου 1989, σε νοσοκομείο του Λος Άντζελες. Ήταν 81 ετών. Όσο για τις τελευταίες του λέξεις, αποχαιρέτισε έναν καλό του φίλο με τη φωνή του Γιοσέμιτι Σαμ!
Τίποτα από τα αγαπημένα μας καρτούν δεν θα ήταν το ίδιο χωρίς τη φωνή που τα απογείωσε και τα έστειλε για πάντα στην αθανασία. Κάθε φορά λοιπόν που γελάμε με τις περιπέτειες του Μπαγκς Μπάνι και της μοναδικής παρέας του, είναι ο Μελ Μπλανκ που πρέπει να ευχαριστούμε που τους έβαλε στην καρδιά μας. Τhat's all Folks.
Άγιος Μιχαήλ Πακνανάς
Μιχαήλ Μπακνανάς
Βιογραφία
Ο Άγιος Μιχαήλ Πακνανάς (ή Μπακνανάς), γεννήθηκε στην Αθήνα από ενάρετους γονείς περί το 1750 μ.Χ. και έζησε στη συνοικία της Βλασσαρούς, η οποία βρισκόταν κάτω από την Ακρόπολη, στο σημερινό χώρο της Αρχαίας Αγοράς. Λόγω της πενίας των γονέων του, έμεινε αγράμματος και έγινε κηπουρός.
1771 Ιουλίου 9 αποκεφαλίσθη ο Πακνανάς Μιχάλης». Αυτές οι λίγες λέξεις, που είναι χαραγμένες στον μεσημβρινοανατολικό στύλο του Ολυμπίου Διός αποκαλύπτουν το μεγαλείο ενός νεομάρτυρα του αγιολογίου μας, τον οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία μας τιμά ως Άγιον Μιχαήλ τον Νέον. Ήταν μόλις 18 ετών όταν αποκεφαλίστηκε από τους Τούρκους και η πόλη καταγωγής του, η Αθήνα, έδωσε το όνομά του σε έναν δρόμο στον Νέο Κόσμο. Ο Δημήτριος Καμπούρογλους και ο Δημήτρης Φερούσης διέσωσαν πολύτιμες πληροφορίες για τη σύντομη ζωή του.
Τα παιδικά χρόνια
Ο Μιχαήλ Μπακνανάς γεννήθηκε το 1753 στην Αθήνα και κατοικούσε κοντά στους Αγίους Αποστόλους του Σολάκη, στο Θησείο, στον χώρο της Αρχαίας Αγοράς. Προερχόταν από πολύ φτωχή και ταπεινή οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν κηπουρός και πάσχιζε για το μεροκάματο. Αν και έπαιρνε συχνά τον γιο του στις αγροτικές δουλειές του, επιθυμούσε να τον δει να μαθαίνει γράμματα. Το ίδιο όνειρο άλλωστε είχε και ο ίδιος ο Μιχαήλ. Γι’ αυτό και του άρεσε να παρακολουθεί τη λειτουργία κάθε Κυριακή στην Παναγία τη Βλασσαρού. Και του άρεσε ακόμη περισσότερο που μετά το σχόλασμα της Εκκλησίας ο παπα-Νεκτάριος Πρέντζας μάζευε τα παιδιά στο πεζούλι έξω και τους διηγείτο διάφορες ιστορίες ή τους μάθαινε να ψέλνουν.
Περνώντας ο καιρός, ο πατέρας του ήταν πλέον ανήμπορος να εργάζεται και πλέον αναλαμβάνει ο Μιχαήλ να συντηρεί την οικογένεια. Τη δουλειά του κηπουρού την είχε μάθει καλά και έτρεχε μέρα-νύχτα να πουλήσει τα προϊόντα του στην Αθήνα και τα περίχωρα της Αττικής.
Την εποχή εκείνη η Αθήνα βρισκόταν σε μεγάλο αναβρασμό. Οι Τούρκοι είχαν πολιορκήσει την Ακρόπολη και αρκετοί Αθηναίοι είχαν αρχίσει να ξεσηκώνονται. Στις καρδιές όλων είχε ανάψει για τα καλά η φλόγα της λευτεριάς. Αυτός ο πόθος κυριάρχησε και τον Μιχαήλ που άρχισε να παίρνει μέρος στις κρυφές συνάξεις των Αθηναίων που γίνονταν στο κονάκι του κυρ Αναγνώστη Κυριακού στα Σεπόλια. Εκεί άκουγε και έθρεφε τις γνώσεις του, διδασκόταν και ωρίμαζε.
Μια μέρα μέσα στο καλοκαίρι του 1771, ο Μιχαήλ επέστρεφε σπίτι του ξεθεωμένος από τον κάματο της ημέρας. Ενώ έφτασε στη μεγάλη βρύση της Μπουμπουνίστρας και σταμάτησε για να ξαποστάσει και να πιει νερό, δύο Τούρκοι τού είχαν στήσει καρτέρι και τον συνέλαβαν. Ο νέος είχε πέσει θύμα συκοφαντίας ότι τάχα υποστήριζε με αποστολή τροφίμων τούς επαναστάτες στη Σαλαμίνα ή κατά άλλους ότι προμήθευε με μπαρούτι τους κλέφτες των ορεινών της Αττικής. Μέχρι το πρωί η Αθήνα είχε πληροφορηθεί το συμβάν.
Για παραπάνω από 30 ημέρες ο Μιχαήλ ήταν φυλακισμένος στον Γουλέ. Πάμπολλα μαρτύρια υπέστη από τους Τούρκους, προκειμένου να κατορθώσουν να του αποσπάσουν την ομολογία που θα τον ενοχοποιούσε. Όμως εκείνος ήταν αμετακίνητος.
Μπροστά στην άκαμπτη στάση του αγοριού, οι Τούρκοι παραιτήθηκαν από τα βασανιστήρια και έβγαλαν διάταγμα με το οποίο αποφασιζόταν ο αποκεφαλισμός του. Ωστόσο, ο βοεβόδας δεν βιαζόταν να ξεμπερδέψει με την περίπτωση του νέου. Ως την ύστατη στιγμή προσπαθούσε να τον πείσει να αλλαξοπιστήσει. Η Αθήνα από την άλλη ολοένα και πάσχιζε να σώσει τον δέσμιο. Οι δικοί του άνθρωποι κατέβαλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να συγκεντρώσουν λύτρα για την ελευθέρωσή του. Όμως τα χρήματα δεν ήταν αρκετά. Το μόνο που έμενε ήταν κάποιος να τον επισκεφθεί στον Γουλέ και να δώσει θάρρος σε αυτό το γενναίο παιδί που έκανε τα πάντα για να υπερασπιστεί την πατρίδα του. Και αυτό αναλαμβάνει να το κάνει ένας γνωστός του, ονόματι κυρ Γιωργάκης, ο οποίος έμεινε άναυδος με την κατάντια του Ιερού Βράχου της Ακροπόλεως και ακόμη περισσότερο με την όψη του παλικαριού από τη σωματική κακοποίηση.
Ο αποκεφαλισμός
Το πρωί της 9ης Ιουλίου του 1771, δύο φύλακες μπήκαν στο κελί του Μιχαήλ και του ζήτησαν να τους ακολουθήσει. Αφού τον έβγαλαν έξω από τα τείχη, συνοδευόμενο από μεγάλη πομπή, και τον πέρασαν από τις συνοικίες της Πελεχαρίτης, του Ραγκαβά, της Χρυσοκαστριώτισσας και του Αγίου Παντελεήμονα, έφτασαν στο βοϊβοδαλίκι (Διοικητήριο), στο κέντρο της Αθήνας. Εκεί τον περίμεναν οι Αθηναίοι, που συνέρρευσαν από το πρωί για να αποχαιρετήσουν τον ήρωα και μάρτυρα της πίστης τους.
Ο δήμιος, επειδή ήταν νέος, ήθελε να τον δοκιμάσει και να τον κάνει να δειλιάσει. Σήκωσε τη σπάθα για να του κόψει το κεφάλι και απλώς ακούμπησε τον λαιμό του. Τότε ο Μιχαήλ, πιστός στον Χριστό, του φώναξε: «Κτυπάτε διά την πίστιν». Έτσι ο δήμιος τον αποκεφάλισε. Το χρέος του ενταφιασμού ανέλαβε ο παπα-Νεκτάριος, ο πνευματικός του πατέρας. Στο χώρο των Στυλών του Ολυμπίου Διός αποφάσισαν να θάψουν το λείψανο του Μιχαήλ, σε έναν τόπο αναπόσπαστα δεμένο με τη ζωή και την ιστορία της Αθήνας. Εκεί, σε μια από τις κολόνες χάραξε τις λέξεις, όπως συνέβη και με άλλους νεομάρτυρες.
Δεν υπάρχει ναός στη μνήμη του, γιατί στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας δεν επιτρεπόταν η ανέγερση νέων εκκλησιών.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του ως αγίου, στις 30 Ιουνίου και στις 9 Ιουλίου.
Το 2003 ανακηρύχθηκε προστάτης των διατροφολόγων και των διαιτολόγων.
Πληροφορίες: mikros-romios.gr/
Αλέξανδρος Παπαναστασίου, ήταν πολιτικός επιστήμονας, κοινωνιολόγος και ηγέτης του δημοκρατικού φιλελεύθερου χώρου
Αλέξανδρος Παπαναστασίου
Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, ήταν πολιτικός επιστήμονας, κοινωνιολόγος και ηγέτης του δημοκρατικού φιλελεύθερου χώρου, υπουργός σε πολλές κυβερνήσεις και δύο φορές πρωθυπουργός (1924 και 1932), ο ιδρυτής του καθεστώτος της Αβασίλευτης Δημοκρατίας το Μάρτιο του 1924. (8 Ιουλίου 1876 - 17 Νοεμβρίου 1936)
Βιογραφία
Γεννήθηκε στις 8 Ιουλίου 1876 στην Τρίπολη Αρκαδίας. Ήταν γιος του Παναγιώτη Παπαναστασίου και της Μαριγώς Ρογάρη - Αποστολοπούλου.
Ο πατέρας του ήταν γυμνασιάρχης και τμηματάρχης στο Υπουργείο Παιδείας και διετέλεσε βουλευτής Μαντίνειας, ενώ η μητέρα του ήταν κόρη του Δημάρχου Λεβιδίου.
Η οικονομική ευμάρεια των γονιών του, τον πριμοδότησαν με σπουδές που καθόρισαν την μετέπειτα του πορεία. Σπούδασε Νομική και κοινωνικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και κατόπιν συνέχισε τις σπουδές του στη Νομική και τη Φιλοσοφία στα πανεπιστήμια της Χαϊδελβέργης, του Βερολίνου, του Λονδίνου και των Παρισίων. Την εποχή που σπούδαζε στη Γερμανία, επικρατούσαν σοσιαλιστικές ιδέες, από τις οποίες επηρεάστηκε και ο τρόπος σκέψης του.
Ιδιαίτερα ασχολήθηκε με τα θεωρητικά προβλήματα του συνεργατισμού και διαμόρφωσε μέσα του έντονες συνεταιριστικές αντιλήψεις. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1907 και την επόμενη χρονιά ίδρυσε την Κοινωνιολογική Εταιρία και ήταν συνιδρυτής (μαζί με τον Αλέξανδρο Δελμούζο και τον Θρασύβουλο Πετιμεζά) της «Ομάδας των Κοινωνιολόγων».
Το 1910, μέλη της Κοινωνιολογικής Εταιρίας ίδρυσαν το Λαϊκό Κόμμα και στις εκλογές του ίδιου έτους ο Παπαναστασίου εκλέχτηκε βουλευτής. Έδωσε έντονες μάχες για την παραχώρηση των τσιφλικιών στους ακτήμονες της Θεσσαλίας. Το 1916, ως βουλευτής του κόμματος των Φιλελευθέρων, προσχώρησε στο κίνημα της Θεσσαλονίκης και αντιπροσώπευσε την Επαναστατική Κυβέρνηση των Ιονίων Νήσων.
Το Μάρτιο του 1917 του ανατέθηκε από την προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης η Γενική Διοίκηση των Ιονίων Νήσων. Εξελέγη πολλάκις βουλευτής (1910, 1915, 1923, 1926, 1928, 1932, 1933 και 1936). Από το 1917 ως το 1920 ήταν Υπουργός Συγκοινωνιών και προσωρινά Υπουργός Περιθάλψεως και Εσωτερικών στην κυβέρνηση Βενιζέλου. Το 1922 προσυπέγραψε το Δημοκρατικό Μανιφέστο, με το οποίο καταγγέλθηκε η πολιτική των φιλοβασιλικών κυβερνήσεων στο Μικρασιατικό. Για την πράξη αυτή συνελήφθη και φυλακίστηκε.
Όταν στις 14 Ιουνίου 1917 η Προσωρινή κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου μεταφέρεται στην Αθήνα και ανασχηματίζεται, ο Παπαναστασίου αναλαμβάνει το Υπουργείο Συγκοινωνιών και το κρατάει ως τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920. Ως υπουργός Συγκοινωνιών προωθεί την αναδιοργάνωση του Πολυτεχνείου και της Σχολής Καλών Τεχνών και επικυρώνει με νόμο (Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός) το νέο σχέδιο πόλεως της Θεσσαλονίκης, που είχε καταστραφεί από την πυρκαγιά τον Αύγουστο του 1917 και εισηγείται στη Βουλή τη σύσταση επιτροπής για τη μελέτη του σχεδίου πόλεως της Αθήνας.
Οι τέσσερις βασικές φάσεις της σταδιοδρομίας του
1876-1908: Διαμορφώνει την επιστημονική και ιδεολογική του υποδομή στην Ελλάδα και στο εξωτερικό
1908-1917: Εμφανίζεται στην πολιτική σκηνή και αρχίζει να ξεχωρίζει, λειτουργώντας στον ευρύτερο βενιζελικό πολιτικό χώρο
1917-1923: Διατελεί Υπουργός Συγκοινωνιών στην κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου (μέχρι τις εκλογές του 1920). Το 1922 θα γίνει δημοφιλής, ή πάντως ευρύτερα γνωστός, με το Δημοκρατικό Μανιφέστο και τη δίωξη, τη δίκη, τη φυλάκισή του, κ.λπ. Το Νοέμβριο του 1923 ίδρυσε την ημερήσια εφημερίδα «Δημοκρατία», της οποίας υπήρξε ο κύριος αρθρογράφος.
1924-1936: Ως πρωθυπουργός πρωτοστατεί στην εγκαθίδρυση της δημοκρατίας και μετά εναλλάσσει την έντονη παρουσία του στο κοινοβούλιο και στα αξιώματα του πρωθυπουργού και του υπουργού με φυλακίσεις, εκτοπίσεις και διώξεις που τις διαδέχονται ομιλίες, κομματικά συνέδρια και βαλκανικές διασκέψεις. Χωρίς να αποκτήσει μαζική λαϊκή απήχηση, έχει να επιδείξει σημαντική επίδραση κυρίως στη νεολαία του καιρού του. Την ίδια περίοδο αναδεικνύονται οι όψεις μιας εντυπωσιακά πολυσύνθετης πολιτικής φυσιογνωμίας, με εξαιρετική ευρύτητα ενδιαφερόντων και απασχολήσεων.
Ο Παπαναστασίου σε αριθμούς
Ως πρωθυπουργός ο Παπαναστασίου συμπλήρωσε σε 28 χρόνια συνεχούς πολιτικής παρουσίας, 144 ημέρες (134 το 1924, 12 Μαρτίου - 25 Ιουλίου, και 10 το 1932, 26 Μαΐου - 5 Ιουνίου).
Ως υπουργός (χωρίς να είναι ταυτόχρονα και πρωθυπουργός) είχε μια συνολική θητεία 56 μηνών και 18 ημερών: 41 μήνες το 1917-1920 ως Υπουργός Συγκοινωνιών στην κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου, 14 μήνες το 1926-1928, ως Υπουργός Γεωργίας στην «οικουμενική» κυβέρνηση Α. Ζαΐμη και 48 μέρες το 1933, ως Υπουργός Εθνικής Οικονομίας στη βραχύβια κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου.
Ως πρωθυπουργός το 1924 ανέλαβε για 52 μέρες και το Υπουργείο Οικονομικών, ενώ το 1932 για 10 μέρες τα υπουργεία Στρατιωτικών, Ναυτικών, Αεροπορίας και Εξωτερικών.
Υπήρξε πληρεξούσιος στην Α΄ Αναθεωρητική Βουλή το 1910 (1 Σεπτεμβρίου -12 Οκτωβρίου). Στη Β΄ Αναθεωρητική Βουλή το 1911 (8 Ιανουαρίου -1 Ιουνίου) και στην Δ΄ Συντακτική Συνέλευση το 1924-1925 (2 Ιανουαρίου 1924 -29 Σεπτεμβρίου 1925).
Διετέλεσε βουλευτής το 1915 (3 Αυγούστου -21 Οκτωβρίου), το 1917-1920 (12 Ιουλίου 1917 -15 Οκτωβρίου 1920), το 1926-1928 (26 Νοεμβρίου 1926 -28 Αυγούστου 1928), το 1928-1932 (17 Οκτωβρίου 1928 - 20 Αυγούστου 1932), το 1932-1933 (24 Οκτωβρίου 1932 -29 Ιανουαρίου 1933), το 1933-1935 (7 Μαΐου 1933 -1 Απριλίου 1935) και το 1936 (2 Μαρτίου -4 Αυγούστου).
Ως γερουσιαστής για 38 ημέρες το 1933 (30 Μαρτίου - 7 Μαΐου).
Ως πρωθυπουργός
Το Μάρτιο του 1924 σχημάτισε κυβέρνηση με τη στήριξη του κόμματος των Φιλελευθέρων, η οποία κατέθεσε στις 25 Μαρτίου του 1924 ψήφισμα στη Δ΄ Συντακτική Συνέλευση για την ανακήρυξη αβασίλευτης Δημοκρατίας, κηρύσσοντας έκπτωτη τη μοναρχία. Το ψήφισμα επικυρώθηκε με δημοψήφισμα στις 13 Απριλίου 1924. Σημαντικά νομοθετήματα της πρωθυπουργίας του θεωρείται η ίδρυση Πανεπιστήμιου στη Θεσσαλονίκη, η αναγνώριση της δημοτικής γλώσσας κ.ά. Επίσης διατέλεσε και Υπουργός των Εξωτερικών από 12 Μαρτίου 1924 έως 31 Μαρτίου 1924. Από το 1926 έως το 1928 διετέλεσε Υπουργός Γεωργίας στην Οικουμενική Κυβέρνηση Ζαΐμη. Εκεί εφάρμοσε κάποιες από τις συνεταιριστικές του ιδέες και φρόντισε το θέμα των ακτημόνων κ.ά. Στις 26 Μαΐου 1932 πήρε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, η οποία ορκίστηκε αλλά παραιτήθηκε σχεδόν αμέσως, στις 3 Ιουνίου 1932. Επίσης είχε λάβει το χαρτοφυλάκιο του Υπουργείου των Εξωτερικών από 26 Μαΐου 1932 έως 05 Ιουνίου 1932. Από τον Ιανουάριο έως το Μάρτιο του 1933 ήταν υπουργός Εθνικής Οικονομίας και προσωρινά Γεωργίας στην κυβέρνηση Βενιζέλου. Μετά την αποτυχία του κινήματος του 1935 παραπέμφθηκε σε στρατοδικείο, αλλά απαλλάχθηκε.
Υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της βαλκανικής ειρήνης και συνεργασίας και ίδρυσε την οργάνωση «Βαλκανική Ένωση» για το σκοπό αυτό. Αντιτάχθηκε στις δικτατορίες του Θεώδορου Πάγκαλου και του Ιωάννη Μεταξά. Η δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά τον έθεσε σε κατ' οίκον περιορισμό.
Ο θάνατός του
Απεβίωσε ξαφνικά στις 17 Νοεμβρίου 1936 από ανακοπή καρδιάς στην Εκάλη. Η κηδεία του έγινε δημοσία δαπάνη δίνοντας την ευκαιρία μιας σιωπηρής αντιδικτατορικής εκδήλωσης με τη συμμετοχή χιλιάδων πολιτών. Η 4η Αυγούστου απαγόρευσε τη δημοσίευση κάθε πληροφορίας σχετικά με την κηδεία, όπως και άρθρων και νεκρολογιών για τον εκλιπόντα πολιτικό.
Σήμερα, στο Λεβίδι Αρκαδίας υπάρχει Μουσείο προς τιμήν της μνήμης του Αλεξάνδρου Παπαναστασίου. Μάλιστα, πέραν των προσωπικών αντικειμένων του, φυλάσσεται και ο εγκέφαλος του Αρκά πολιτικού σε ειδικό χημικό υγρό.
Στη Θεσσαλονίκη κεντρική οδός φέρει το όνομά του και το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο τον τιμά ως ιδρυτή του με τον ανδριάντα του στο κέντρο της Πανεπιστημιούπολης.
Γιαν Νερούντα, ήταν Τσέχος συγγραφέας, ποιητής και δημοσιογράφος, μια από τις εξέχουσες μορφές του τσέχικου ρεαλισμού στη λογοτεχνία
Γιαν Νερούντα
O Γιαν Νερούντα ήταν Τσέχος συγγραφέας, ποιητής και δημοσιογράφος, μια από τις εξέχουσες μορφές του τσέχικου ρεαλισμού στη λογοτεχνία και μέλος της «Σχολής του Μαΐου», που κυριάρχησε στην τσέχικη λογοτεχνία στις δεκαετίες 1860 – 1870. (Jan Nepomuc Neruda, 1834 – 1891)
Το επώνυμο του Τσέχου αυτού συγγραφέα χρησιμοποίησε ως ψευδώνυμο ο Πάμπλο Νερούδα.
Βιογραφία
Ο Γιαν Νερούντα γεννήθηκε στην Πράγα, γιος παντοπώλη που ζούσε στη Μάλα Στράνα, την αποκαλούμενη «Μικρή Συνοικία» της τσέχικης πρωτεύουσας. Σπούδασε φιλοσοφία και λογοτεχνία και εργάστηκε ως δάσκαλος μέχρι το 1866, οπότε άρχισε να ασχολείται με τη συγγραφή και τη δημοσιογραφία.
Ο Νερούντα δεν παντρεύτηκε ποτέ, αλλά είναι γνωστή η στενή σχέση του με την Καρολίνα Σβέτλα (Karolina Svetla, 1830 – 1899), συγγραφέα που ήταν κι αυτή μέλος της «Σχολής του Μαΐου».
Μεταξύ 1845 – 1857, ο Νερούντα έζησε στο σωζόμενο μέχρι σήμερα σπίτι που βρίσκεται στον αριθ. 47 της οδού Νερούντοβα, ενός γραφικού δρόμου που οδηγεί στο Κάστρο της Πράγας, όπου έγραψε πολλά από τα διηγήματά του, τα οποία διαδραματίζονται σε αυτή την περιοχή. Το σπίτι αυτό είναι γνωστό ως «Οι Δύο Ήλιοι» (τσεχ. U dvou sluncu), από το εραλδικό έμβλημα με τους δύο ήλιους που υπάρχει στην πρόσοψή του.
Το 1865, ο Νερούντα έγινε μέλος της σύνταξης της εφημερίδας «Νάροντνι Λίστυ» (Narodni Listy), στην οποία δημοσίευσε πολυάριθμα μυθιστορήματα σε συνέχειες, όπως «Εικόνες του Παρισιού» (1864), «Μικρά ταξίδια» (1877) κ. ά. Στα έργα του, ο Νερούντα πρόβαλε την ιδέα της αναβίωσης του τσέχικου εθνικισμού. Παράλληλα, καυτηρίαζε μέσα από τη σάτιρά του τον επαρχιωτισμό της μπουρζουαζίας στην κοινωνική ζωή της Πράγας.
Ο Νερούντα άρχισε τη συγγραφική σταδιοδρομία του το 1857 με μια συλλογή ποιημάτων με τον τίτλο «Λουλούδια του κοιμητηρίου». Από τα πιο δημοφιλή έργα του σε πρόζα είναι οι «Διηγήσεις για τη Μάλα Στράνα» (1877), μια συλλογή διηγημάτων, που μεταφέρει τον αναγνώστη στους δρόμους και τις αυλές, τα μαγαζιά, τις εκκλησίες, τις ταβέρνες και τα σπίτια της ιστορικής αυτής περιοχής της τσέχικης πρωτεύουσας.
Το ποιητικό έργο του τον κατέταξε ανάμεσα στους βάρδους του τσέχικου πατριωτισμού. Τα κυριότερα έργα του είναι: «Αραμπέσκ» (1864), «Βιβλία ποίησης» (1867), «Τραγούδια της Παρασκευής» (1869), «Κοσμικά τραγούδια» (1878), «Μπαλάντες και ρομάντζες» (1883), «Απλά μοτίβα» (1883), «Ύμνοι της Μεγάλης Παρασκευής» (1896) κ. ά.
Ο Γιαν Νερούντα πέθανε στην Πράγα στις 22 Αυγούστου 1891 και ενταφιάστηκε στο Κοιμητήριο Βίσεχραντ (Vysehrad), όπου αναπαύονται πολλοί εξέχοντες Τσέχοι συγγραφείς, ζωγράφοι και μουσικοί, όπως ο διάσημος Τσέχος συνθέτης Μπέντριχ Σμέτανα. Μετά το θάνατό του, ένας από τους δρόμους της Μικρής Συνοικίας (Μάλα Στράνα), που περιγράφει στα έργα του, η σημερινή Οδός Νερούντοβα (Nerudova ulice), φέρει τιμητικά το όνομά του.
Δύο από τις Povidky malostranske (Διηγήσεις για τη Μάλα Στράνα) μεταφράστηκαν στα Ελληνικά ως Iστορίες από την παλιά Πράγα : Tyden v tichem Dome (Μια εβδομάδα σ’ ένα ήσυχο σπίτι) και U tri lilli (Οι τρεΙς κρίνοι). Μετάφρ.Παλασίνη-Λάθαμ ("Νησίδες").
Νίκος Ξυλούρης ή Ψαρονίκος, ήταν Έλληνας μουσικός και τραγουδιστής
Νίκος Ξυλούρης
Ο Νίκος Ξυλούρης ή Ψαρονίκος ήταν Έλληνας Κρητικός μουσικός και τραγουδιστής. (7 Ιουλίου 1936 - 8 Φεβρουαρίου 1980)
Βιογραφία
Γεννήθηκε το 1936, στο ορεινό χωριό Ανώγεια Μυλοποτάμου Ρεθύμνου της Κρήτης από οικογένεια με μουσική παράδοση και πολλούς λυράρηδες. Στα πέντε του χρόνια, όταν οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό του, ξεριζώθηκε από τον τόπο του μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους, οι οποίοι μεταφέρθηκαν σε χωριό της επαρχίας Μυλοποτάμου όπου παρέμειναν μέχρι και την απελευθέρωση της Κρήτης. Αδέλφια του είναι οι επίσης γνωστοί μουσικοί της κρητικής μουσικής ο Αντώνης Ξυλούρης (Ψαραντώνης) και ο Γιάννης Ξυλούρης (Ψαρογιάννης).
Η λύρα
Σε νεαρή ακόμα ηλικία, με τη βοήθεια του δασκάλου του, κατάφερε να πείσει τον πατέρα του να του αγοράσει την πρώτη του λύρα και πολύ γρήγορα άρχισε να παίζει σε γάμους και πανηγύρια. Στα 17 του αποφάσισε να μετακομίσει στο Ηράκλειο και έπιασε δουλειά στο νυχτερινό κέντρο "Κάστρο". Τα πράγματα όμως δεν ήταν όπως τα περίμενε γιατί βρέθηκε αντιμέτωπος με τη "μόδα" της Ευρωπαϊκής μουσικής, κάτι τελείως ξένο για αυτόν. Τα έσοδά του μόλις και μετά βίας έφταναν να τον συντηρήσουν και πέρασε δύσκολες εποχές.
Επιστροφή στην Κρήτη
Γνώρισε την Ουρανία Μελαμπιανάκη, στις 21 Μαΐου του 1958 παντρεύτηκαν και τον ίδιο Σεπτέμβρη μετακόμισαν στο Ηράκλειο Κρήτης.
Σιγά σιγά οι Κρητικοί άρχισαν να τον στηρίζουν και να οργανώνουν γλέντια για να τον ακούν να παίζει. Έτσι άρχισε να γίνεται γνωστός και το Νοέμβριο του 1958 ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο με τίτλο "Μια μαυροφόρα που περνά". Ο δίσκος αγαπήθηκε από το κοινό κι έτσι ο Νίκος ηχογράφησε κι άλλα τραγούδια σε δίσκους των 45 στροφών. Το 1960 γεννήθηκε ο γιος του Γιώργος (ο οποίος σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό το 2015) και το 1966 η κόρη του Ρηνιώ. Την χρονιά της γέννησης της κόρης του κέρδισε και το πρώτο βραβείο σε ένα φεστιβάλ μουσικής στο Σαν-Ρέμο παίζοντας με τη λύρα του ένα συρτάκι. Την επόμενη χρονιά άνοιξε στο Ηράκλειο το μουσικό κέντρο "Ερωτόκριτος" και πλέον δεν ανησυχεί για την επιβίωση του.
Η αναγνώριση του στην Αθήνα
Το 1969 ηχογράφησε με μεγάλη επιτυχία το δίσκο "Ανυφαντού" και λίγους μήνες αργότερα εμφανίστηκε και πάλι σε Αθηναϊκό μουσικό κέντρο. Οι καταστάσεις όμως πλέον είχαν ωριμάσει και ο κόσμος τον υποστήριζε περισσότερο. Έτσι μετακόμισε και πάλι στην Αθήνα. Γνώρισε τον ποιητή και σκηνοθέτη Ερρίκο Θαλασσινό ο οποίος αποφάσισε να τον συστήσει στο Γιάννη Μαρκόπουλο και έτσι ξεκίνησε μια λαμπρή συνεργασία με το δίσκο "Χρονικό" και τα "Ριζίτικα". Παράλληλα γνωρίστηκε με τον διευθυντή της δισκογραφικής εταιρίας COLUMBIA και έγιναν κουμπάροι.
Για το ποιος «ανακάλυψε» το Νίκο Ξυλούρη, τα λεγόμενα της συζύγου του κ. Ουρανίας Ξυλούρη – όπως δημοσιεύτηκαν σε σχετικά αφιερώματα των περιοδικών «Δίφωνο» και «Μονογραφίες» – διαφέρουν από την ιστορία που συνήθως επικρατεί σε αρκετές βιογραφίες του Νίκου Ξυλούρη: ότι δηλαδή τον ανακάλυψε ο Ερρίκος Θαλασσινός και τον ανέδειξε ο Γιάννης Μαρκόπουλος. Η ανάδειξη του Ξυλούρη οφείλεται στο τραγούδι του «Ανυφαντού» και το πρόσωπο που τον ανακάλυψε και τον ανέδειξε ήταν ο διευθυντής της δισκογραφικής εταιρείας «Κολούμπια» Τάκης Λαμπρόπουλος, ο οποίος τον ηχογράφησε σε ένα γαμήλιο γλέντι στα Ανώγεια κι έστειλε την κασέτα στον συνθέτη Σταύρο Ξαρχάκο ο οποίος ήταν τότε στο Παρίσι, προκειμένου να ακούσει τη φωνή του Ανωγειανού Λυράρη. Οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν ότι ο Λαμπρόπουλος πήγε στην Κρήτη όπου ανακάλυψε μια σπουδαία και σημαντική φωνή. Από εκεί πληροφορήθηκε ο Γιάννης Μαρκόπουλος για το Νίκο Ξυλούρη και του πρότεινε τα τραγούδια του «Χρονικού». Προηγουμένως ο Μαρκόπουλος είχε δοκιμάσει τις φωνές του Γρηγόρη Μπιθικώτση και της Μαρίας Φαρανούρη που όπως φαίνεται δεν τον ικανοποίησαν, μέχρι που γνώρισε τον Ξυλούρη και του εμπιστεύτηκε μερικά από τα τραγούδια του "Χρονικού".
Τα χρόνια της δικτατορίας
Το 1971 ξεκίνησε κοινές εμφανίσεις με το Γιάννη Μαρκόπουλο στη μπουάτ "Λήδρα" και η φωνή του έγινε σύμβολο της αντίστασης. Εκείνα τα χρόνια συνεργάστηκε στενά με τον Θρακιώτη τραγουδοποιό Θανάση Γκαϊφύλλια στις μπουάτ της Πλάκας και σε συναυλίες σε όλη την Ελλάδα.
Το καλοκαίρι του 1973 τραγούδησε στο θεατρικό έργο «Το μεγάλο μας τσίρκο» με πρωταγωνιστές τον Κώστα Καζάκο και τη Τζένη Καρέζη στο θέατρο "Αθήναιον".
Το τέλος
Στην ακμή της καριέρας του, ο Νίκος Ξυλούρης αντιλήφθηκε ότι έχει καρκίνο και πιο συγκεκριμένα όγκο στους πνεύμονες με μετάσταση στον εγκέφαλο. Μετά από μεγάλο αγώνα, πολλαπλές εγχειρήσεις και αρκετή ταλαιπωρία έχασε τη μάχη στο Αντικαρκινικό Πειραιώς στις 8 Φεβρουαρίου 1980, σε ηλικία μόλις 43 χρονών. Με τη φωνή και το ήθος του σημάδεψε τα χρόνια της χούντας, την αντίσταση σε αυτήν, αλλά και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Όπως ο ίδιος έλεγε μετά τη μεταπολίτευση, αναφερόμενος στους ανθρώπους της μουσικής βιομηχανίας "εγώ τους ίδιους ανθρώπους έβλεπα να κανονίζουν επί χούντας, τους ίδιους βλέπω και τώρα". Είναι ενταφιασμένος στο πρώτο νεκροταφείο Αθηνών.
Περισσότερα Άρθρα...
- Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, ήταν Ρώσος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας
- Ανρί Νεστλέ, φαρμακοποιός που καταγόταν από την Φρανκφούρτη και ίδρυσε στην Ελβετία εταιρία προϊόντων βρεφικής και παιδικής διατροφής
- Λούις Άρμστρονγκ, ήταν Αμερικανός μουσικός της τζαζ
- Ζαν Κοκτώ, ήταν Γάλλος ποιητής, μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ζωγράφος και σκηνοθέτης του κινηματογράφου