Άρθρα
Αναστάσιος Βερνάρδος, ήταν Έλληνας νομικός και συγγραφέας
Αναστάσιος Βερνάρδος
Ο Αναστάσιος Βερνάρδος ήταν Έλληνας νομικός και συγγραφέας, ο οποίος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 12 Ιουλίου 1928. (1928 - 1989)
Πατέρας του ο Αριστείδης Βερνάρδος από το Προγκί Κυθήρων και μητέρα του η Πόπη το γένος Σικάκη από το Ηράκλειο Κρήτης.
Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1956 διορίστηκε ειρηνοδίκης στο Ειρηνοδικείο Νέστου με έδρα το Σιδηρόνερο Δράμας, όπου γνώρισε τη μέλλουσα σύζυγο και σύντροφο της υπόλοιπης ζωής του Σωτηρία. Απέκτησαν τρία παιδιά, την Πόπη, την Όλγα και τον Αριστείδη.
Το 1957 πέτυχε στις εξετάσεις για πάρεδρος και τοποθετήθηκε στο Πρωτοδικείο Αθηνών. Από το 1985 έως το 1987 διετέλεσε Προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών. Το Σεπτέμβριο του 1986 έλαβε μέρος ως εκπρόσωπος των Ελλήνων Δικαστών στη συνάντηση των δικαστών των 12 κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έγινε στο Λουξεμβούργο.
Το 1987 ιδρύθηκε το Διεθνές Κέντρο Μελετών Φιλοσοφίας - Θεωρίας - Κοινωνιολογίας και Επιστημολογίας του Δικαίου, στο οποίο εκλέχθηκε πρώτος Πρόεδρος. Σκοπός του Κέντρου ήταν η συμβολή στην ανάπτυξη του ενδιαφέροντος των νομικών για προβλήματα φιλοσοφίας και θεωρίας του δικαίου με την ευρύτερη έννοια. Στα ιδρυτικά μέλη του περιλαμβάνονταν αρκετοί ξένοι πανεπιστημιακοί. Το ίδιο έτος γίνεται μέλος της Εταιρείας Νομικής Μεθοδολογίας (Association Internationale de Methodologie Juridique), που εδρεύει στην Αιξ-αν-Προβάνς της Γαλλίας. Είχε προσκληθεί εκεί για ένα συνέδριο κατά τις 5-7 Σεπτεμβρίου 1988, στο οποίο τελικά δεν πήγε, έστειλε όμως τη σχετική εργασία του που δημοσιεύτηκε στο Revue de la Recherche Juridique – Droit Prospectif (1988 - 4).
Την 23 Ιανουαρίου 1989 ο Αναστάσιος Βερνάρδος δολοφονήθηκε από την τρομοκρατική οργάνωση 1η Μάη σε απόσταση πενήντα μέτρων από το σπίτι του. Ήταν η επομένη ημέρα της ονομαστικής του γιορτής.
Εκδήλωση στη μνήμη του
Το περιοδικό ΥΦΟΣ, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης δεκαεπτά χρόνων από τη δολοφονία του Αναστασίου Βερνάρδου οργάνωσε εκδήλωση στη μεγάλη αίθουσα της Παλαιάς Βουλής την Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2006 και αφιέρωσε ένα τεύχος στον ακέραιο δικαστή και βαθιά φιλοσοφημένο άνθρωπο, προβαίνοντας σε δημοσίευση κάποιων ανέκδοτων δοκιμίων του. Παράλληλα συμπεριέλαβε άρθρα του Βερνάρδου που είχαν δημοσιευτεί στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο (σε κάθε περίπτωση με αναφορά της πηγής) καθώς και κείμενα ανθρώπων που γνώρισαν αυτόν και το έργο του.
Ομιλητές ήταν:ο Γεώργιος - Αλέξανδρος Μαγκάκης, ο Ευριπίδης Αντωνίου, Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, ο Θεοδόσης Τάσιος, καθηγητής ΕΜΠ, ο Γεώργιος Λεοντσίνης, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, η Μαρία Κευγά, δικηγόρος και η Πόπη Βερνάρδου, κόρη του τιμωμένου. Πιάνο έπαιξε η Ιφιγένεια Βερνάρδου – Παπαδογιάννη. Μετά από πρόταση του Γεωργίου – Αλέξανδρου Μαγκάκη, την οποία αποδέχτηκε ο παρευρισκόμενος Πρόεδρος του Αρείου Πάγου Ρωμύλος Κεδίκογλου, φιλοτεχνήθηκε η προτομή του Αναστασίου Βερνάρδου, η οποία από τις 20 Νοεμβρίου 2006 κοσμεί την είσοδο του Αρείου Πάγου.
Σκέψεις
Κάποιες σκέψεις του Αναστασίου Βερνάρδου από μια συλλογή αποφθεγμάτων του με τίτλο «Ψηφίδες»:
«Παραδέχομαι ότι στερούμαι περιουσίας και σημαντικών εισοδημάτων. Δεν ήταν όμως καθόλου εύκολο να το πετύχω.»
«H τιμωρία για την κακή ποιότητα του χαρακτήρα είναι η κακή ποιότητα ζωής».
«Tο να επιχειρεί κάποιος να με υποβαθμίσει πέφτει αυτομάτως στο κενό. Eάν ήμουν όμοιός του, δε θα είχε τίποτε εναντίον μου».
«Φιλοσοφία άξια του ονόματός της είναι η φιλοσοφία που κυρώνει την πράξη και καταξιώνεται από την αυθεντικοποίηση της υπάρξεως».
«Είναι υπέρογκο το κόστος για να φθάσουμε στην κατάσταση εκείνη, που μας επιτρέπει ν’ αδιαφορούμε για τον πλούτο. Με λιτώτερα μέσα αποκτάται ο πλούτος. Έτσι πολλοί άνθρωποι ξενοιάζουν, ακολουθώντας τον ευκολότερο δρόμο».
«Η αυτάρκεια περιλαμβάνει τα πάντα».
«Με μια μονάχα έννοια μπορεί να ερμηνευτεί ως αξία η μακροβιότητα· ως πίστωση χρόνου για την ολοκλήρωση ενός σχεδίου ζωής».
Ο Αναστάσιος Βερνάρδος δε γνώρισε τη μακροβιότητα, δεν ολοκλήρωσε το σχέδιο ζωής πάνω στο οποίο δούλευε τα τελευταία χρόνια πριν το θάνατό του. Επρόκειτο για βιβλίο με τίτλο «Φιλοσοφία του Δικαίου». Παρόλα αυτά άφησε πίσω του πλούσιο συγγραφικό έργο, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου είναι αδημοσίευτο.
Άρθουρ Έβανς, ήταν Άγγλος αρχαιολόγος
Άρθουρ Έβανς
Ο Σέρ Άρθουρ Τζον Έβανς, ήταν Άγγλος αρχαιολόγος. (Sir Arthur John Evans, 8 Ιουλίου, 1851 - 11 Ιουλίου, 1941)
Αποκάλυψε στο σύνολό του τον πολιτισμό που ονόμασε "Μινωικό", ο οποίος ήταν στην εποχή του μόνο μια αμυδρή μυθική ανάμνηση.
Ήταν γιος του Τζον Έβανς, ενός χαρτοβιομηχάνου και ερασιτέχνη αρχαιολόγου ουαλικής καταγωγής.
Έλαβε την εκπαίδευσή του στο Σχολείο Χάροου (Harrow), στο κολέγιο Μπρέιζνοουζ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και στο πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν.
Ενστερνιζόμενος το ενδιαφέρον του πατέρα του στην αρχαιολογία ο Άρθουρ εργάστηκε στο Ασμόλειο Μουσείο, στην Οξφόρδη κατά την περίοδο 1884 - 1908.
Η Κρήτη
O Έβανς ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για την Κρήτη ως πηγή σφραγίδων που περιείχαν πρώιμες επιγραφές μη αποκρυπτογραφημένες. Η αρχαία πόλη του Κεφαλά (Κνωσός) στη βόρεια ακτή της Κρήτης, κοντά στο Ηράκλειο, ήταν γνωστή στους ντόπιους, που ξέθαβαν αρχαία κεραμικά και νομισματικά τέχνεργα, καθώς καλλιεργούσαν τους αγρούς.
Ωστόσο, ο πρώτος που ανέσκαψε την Κνωσό ήταν ένας Ηρακλειώτης έμπορος και αρχαιοδίφης, ο Μίνως Καλοκαιρινός, ο οποίος το 1878 αποκάλυψε τα θεμέλια αποθηκευτικών χώρων γεμάτα πίθους. Η καταγραφή του έργου του Καλοκαιρινού από τον Γουίλιαμ Στίλμαν (William Stillman), πρόξενο των Η.Π.Α. στην Κρήτη εκείνη την εποχή, υποδεικνύει ότι τα ευρήματα ανήκαν στην δυτική πτέρυγα του ανακτόρου. Εκτός από τις αποθήκες ο Καλοκαιρινός ανέσκαψε και ένα τμήμα των θεμελίων της "αίθουσας του θρόνου".
Οι Τούρκοι ιδιοκτήτες της περιοχής, όμως, σύντομα σταμάτησαν τις έρευνες του Καλοκαιρινού. Λίγο μετά ο Γερμανός και ήδη διάσημος αρχαιολόγος Ερρίκος Σλήμαν (Heinrich Schliemann), προσπάθησε να αγοράσει τον 'λόφο του Κεφαλά' στην πραγματικότητα τούμπα δηλαδή τεχνητός γήλοφος που δημιουργήθηκε από αλλεπάλληλες κατοικήσεις της Κνωσού ήδη από την Νεολιθική. Εγκατέλειψε, όμως την προσπάθεια, γιατί θεώρησε τις τιμές που του πρόσφεραν εξοργιστικές.
Το 1894 επισκέπτεται την Κρήτη ο Έβανς, για να μελετήσει και να αποκρυπτογραφήσει δύο τύπους άγνωστης γραφής που εμφανίζονταν σε κρητικές σφραγίδες. Ένα χρόνο αργότερα δημοσίευσε τα αποτελέσματα σε έκδοση του μουσείου Άσμολ με τίτλο Κρητικά εικονογράμματα και προ-Φοινικική γραφή (Evans 1895), αναγνωρίζοντας τα μινωικά ιερόγλυφα ως εικονογράμματα (πικτογράμματα) και τις συλλαβικές ή προαλφαβητικές ("προ-Φοινικικές") γραφές, που ονομάζονται πλέον Γραμμική Α και Γραμμική Β.
Η ανασκαφή
Οι πολιτικές αλλαγές ευνόησαν την πρόσθεση του Έβανς να ξεκινήσει ανασκαφές στην Κρήτη μετά την Κρητική Επανάσταση. Το 1899, χρησιμοποίησε τα χρήματα της πατρικής κληρονομιάς για να αγοράσει την περιοχή στον Κεφαλά. Χρησιμοποιώντας ένα μεγάλο για την εποχή δυναμικό, ο Έβανς ξεκίνησε μιας μεγάλης κλίμακας συστηματική ανασκαφή.
Στο τέλος του 1903 είχε αποκαλύψει ένα μεγάλο μέρος των θεμελίων ενός εκτεταμένου συμπλέγματος, το οποίο προσδιόρισε ως Ανάκτορο της Κνωσού κέντρο του Μινωικού πολιτισμού.
Όχι μόνο αποκάλυψε τα θαμμένα ερείπια και τα δημοσίευσε σε 4εις τόμους στο Το Παλάτι του Μίνωα στην Κνωσσό, (1921 - 1935), κλασικό έργο της αρχαιολογίας, αλλά τα συντήρησε ουσιαστικά με τις μεθόδους της εποχής του και τα αναστήλωσε εν μέρει.
Στην προσπάθεια της αναστήλωσης χρησιμοποίησε ξένα υλικά, σαν το τσιμέντο. Όπως είναι φυσικό, ασκήθηκε κριτική εναντίον του από εκείνους που πίστευαν ότι η αναστήλωση έπρεπε να γίνει με τα μέσα και τις τεχνικές εκείνης της εποχής, αλλά με την προσπάθειά του ο Έβανς βοήθησε και βοηθά ακόμη και σήμερα τον μέσο επισκέπτη να "διαβάσει" τον αρχαιολογικό τόπο.
Έτσι, αν και τα αποτελέσματα για τους σύγχρονους ακαδημαϊκούς ερευνητές είναι ενοχλητικά, τα κίνητρά του στην προκειμένη περίπτωση είναι δικαιολογημένα. Θα πρέπει να μη λησμονείται, άλλωστε, ότι όταν ο Έβανς εργαζόταν στην Κνωσό στην περίοδο 1899 - 1935, πολλοί από τους συγχρόνους του ασχολούνταν μόνο με την αφαίρεση ευρημάτων από τους αρχαιολογικούς τόπους που ανέσκαπταν.
Εκτός από το πρωτοποριακό για την εποχή ανασκαφικό του έργο στην περιοχή του ανακτόρου, σημαντική ανακάλυψη του Έβανς θεωρείται η αποκάλυψη περίπου 3.000 πινακίδων Γραμμικής Α και Γραμμικής. Η Γραμμική Β αποδείχθηκε ότι ήταν πρώιμη μορφή της ελληνικής γλώσσας από την Υπομινωική περίοδο. Η Γραμμική Α, η γλώσσα των Μινωιτών παραμένει έως σήμερα στο μεγαλύτερο τμήμα της μη αποκρυπτογραφημένη.
Ο Έβανς χρίστηκε ιππότης το 1911 για τις υπηρεσίες του στην αρχαιολογία, την Κνωσό και το μουσείο Άσμολ. Η ανασκαφή στην περιοχή της Κνωσού, (την οποία αγόρασε για να μπορεί να τη διατηρήσει από καταστροφές), συνεχίζεται ακόμα και σήμερα από τη Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή στην Αθήνα.
Χρήστος Νικολόπουλος, δεξιοτέχνης του μπουζουκιού και συνθέτης
Χρήστος Νικολόπουλος
Ο Χρήστος Νικολόπουλος (γεν. 11 Ιουλίου 1947) γεννήθηκε στο Νησελούδι (τέως Καψοχώρι) χωριό στην Αλεξάνδρεια (Ημαθίας) είναι δεξιοτέχνης του μπουζουκιού και συνθέτης. Το έργο του εστιάζεται στο λαϊκό τραγούδι έχοντας εμφανή στοιχεία και από την παραδοσιακή μουσική. Συνέθεσε πολλά μουσικά έργα.
Οι γνωστοί δίσκοι του είναι πάρα πολλοί (αναφέρεται εκτεταμένη αναφορά στην ενδεικτική του δισκογραφία) και μερικά από τα πλέον γνωστά τραγούδια τα: «Νυχτερίδες και αράχνες» (1968), «Απόψε σ' έχω στην αγκαλιά μου» (1968), «Αγριολούλουδο» (1972), «Νύχτα στάσου» (1975), «Υπάρχω» (1975). «Το σταυροδρόμι», «Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η αγάπη μένει», «Παίξε Χρήστο επειγόντως», «Οι νταλίκες», «Όλοι δικοί μας ήμαστε», «ο Σαλονικιός», «Αγάπη όλο ζήλια», «Το βραδάκι», «Συλλαβιστά - Ψιθυριστά», «Μη μιλάς μη γελάς κινδυνεύει η Ελλάς», «Η Νύχτα θέλει έρωτα», «Όλες του κόσμου οι Κυριακές» κ.α.
Βιογραφία
Ο Χρήστος Νικολόπουλος γεννήθηκε στις 11 Ιουλίου 1947 στο Καψοχώρι της Αλεξάνδρειας του Νομού Ημαθίας. Η οικογένειά του δεν είχε τους απαραίτητους οικονομικούς πόρους για τις σπουδές του. Η ενασχόληση με κάτι επαγγελματικό γύρω από τη μουσική, καθώς ήδη η οικογένειά του ασχολούνταν γύρω από αυτή, φάνταζε ως μονόδρομος για τον Χρήστο Νικολόπουλο από τη νεαρή του ηλικία.
Για λόγους βιοποριστικούς και με σκοπό να βοηθήσει την φτωχή οικογένειά του ασχολήθηκε επαγγελματικά παίζοντας σε όλη την περιφέρεια της ιδιαίτερης πατρίδας του, σε κέντρα, γιορτές, γάμους, πανηγύρια κλπ.
Το 1963, σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών, με την ευχή του πατέρα του ως μόνο εφόδιο, έφτασε στην Αθήνα. Στην οδό Βερανζέρου με Σατωβριάδου στην Ομόνοια υπήρχε το «Καφενείο των Μουσικών». Εκεί γνώρισε μουσικούς που τον βοήθησαν να παίζει σε δίσκους μικρών εταιρειών.
Ο Στέλιος Ζαφειρίου, δεξιοτέχνης στο μπουζούκι τον άκουσε και του πρότεινε να παίζουν μαζί στις ηχογραφήσεις μεγαλύτερων εταιρειών.
Σύντομα ο Χρήστος Νικολόπουλος άρχισε να γίνεται πιο γνωστός και πολλοί μιλούσαν για "μεγάλο μουσικό ταλέντο", εκθειάζοντας παράλληλα την σεμνότητα του. Το 1964 δούλεψε για μία σεζόν εκεί που τραγουδούσε ο Μανώλης Αγγελόπουλος που χαρακτηριζόταν ως μεγάλος τραγουδιστής της περιόδου εκείνης.
Το 1965 ο μουσικός Πέτρος Ιατρού τον σύστησε στον Στέλιο Καζαντζίδη, με τον οποίο δούλεψε μαζί τα τελευταία χρόνια των τότε εμφανίσεων του Καζαντζίδη (1965-1966). Πήγαν σε περιοδείες στην Αμερική, Γερμανία, αλλά και σε όλη την Ελλάδα.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης την άνοιξη του 1966 αποχώρισε από τα κέντρα και από τότε δεν ξαναεμφανίστηκε (παρά μόνο πολύ αργότερα και συμβολικά πλέον).
Μεταγενέστερα και παρά τις καλές σχέσεις που είχαν οι δύο άνδρες κατά το παρελθόν υπήρξε και σχετική έριδα μεταξύ τους για την πατρότητα κάποιων τραγουδιών, που κάλυψαν σε ευρεία κλίμακα τα ΜΜΕ της εποχής αυτής.
Ο Χρήστος Νικολόπουλος συνέχισε την πορεία του αυτόνομα, γνώρισε και εργάστηκε σχεδόν με όλους τους ρεμπέτες της εποχής (Βασίλης Τσιτσάνης, Γιάννης Παπαϊωάννου, Γιώργος Κυριαζής, Μάρκος Βαμβακάρης, Σταύρος Κουγιουμτζής). Από το 1968 άρχισε να γράφει τα πρώτα δικά του πλέον τραγούδια.
Την περίοδο 1969-70 συνεργάστηκε και τον βοήθησε πολύ στις μουσικές σπουδές του ο Μανώλης Χιώτης. Όπως αναφέρει τακτικά ο Χρήστος Νικολόπουλος «Με τον Μανώλη Χιώτη ήταν σαν να απέκτησα μεταπτυχιακό δίπλωμα μαζί του». Είναι ευρέως γνωστό ότι, τουλάχιστον οι παλαιότεροι δεξιοτέχνες του μπουζουκιού είχαν σαν ίνδαλμα τον Μανώλη Χιώτη. Και ο Μανώλης Χιώτης εκφραζόταν με τα καλύτερα λόγια για το Χρήστο Νικολόπουλο. Ο Χρήστος Νικολόπουλος υπήρξε επίσης στενός συνεργάτης με τον Γιώργο Ζαμπέτα και μάλιστα σε μία αφιέρωση του ο Γιώργος Ζαμπέτας τον αποκαλεί "γιο" του. Ο Χρήστος Νικολόπουλος για τουλάχιστον 40 χρόνια έχει παίξει με το μπουζούκι του πολύ μεγάλο μέρος της ελληνικής δισκογραφίας, (κάποιοι μουσικοί συντελεστές το εκτιμούν σε ποσοστό 80% στον τομέα της λαϊκής μουσικής) και έχει συνθέσει επίσης, δουλειά πολύ επίπονη για ένα μουσικό.
Τον Δεκέμβριο του 2005 ο Χρήστος Νικολόπουλος κυκλοφορεί το ομότιτλο soundtrack της γνωστής τηλεοπτικής σειράς «Η Λίμνη Των Στεναγμών». Το άλμπουμ περιλαμβάνει 18 τραγούδια, μερικά από τα οποία είναι ορχηστρικά, με τη μουσική υπογραφή του Χρήστου Νικολόπουλου, αλλά και του γιου του Βασίλη Νικολόπουλου, σε δύο από αυτά («Στην Απέναντι Οχθη», «Πρωινή Βόλτα»), ενώ τους στίχους επιμελείται ο Φίλιππος Γράψας. Τα τραγούδια ερμηνεύει η Μαρία Σπυροπούλου.
Συνεχίζει να εργάζεται μέχρι σήμερα.
Μουσική εκπαίδευση
Ο Χρήστος Νικολόπουλος αποτελεί την πεμπτουσία του να είσαι πραγματικά αυτοδίδακτος. Με τα πρώτα του ακούσματα να έχουν σαφέστατα ρίζες της Ελληνικής μουσικής παράδοσης και με το πρώτο του μπουζούκι στα χέρια -σε ηλικία μόλις δώδεκα ετών- βρέθηκε για πέντε μήνες κοντά σε ένα δάσκαλο μουσικής. Αν και αρίστευσε στο διάβασμα του πενταγράμμου τα μυστικά του οργάνου που διάλεξε: το μπουζούκι, τα έμαθε μόνο αυτοδίδακτα. Αρχισε να μελετάει ατελείωτες ώρες με το μπουζούκι του και παράλληλα να παίζει με κάποια μικρά συγκροτήματα της περιοχής είτε λαϊκά είτε παραδοσιακά τοπικά. Πολύ γρήγορα ο Χρήστος Νικολόπουλος άρχισε να γίνεται ένας δεξιοτέχνης του μπουζουκιού. Για λόγους βιοποριστικούς και με σκοπό να βοηθήσει την οικογένειά του ασχολήθηκε από νωρίς επαγγελματικά παίζοντας σε όλη την περιφέρεια της πατρίδας του, σε κέντρα, γιορτές, γάμους, πανηγύρια κλπ.
Συνθέσεις και δισκογραφία
Οι συμμετοχές του ως μουσικός/δεξιοτέχνης στο μπουζούκι, λέγεται[εκκρεμεί παραπομπή] ότι ξεπερνούν κάθε άλλον μουσικοσυνθέτη στη χώρα. Διεκδικεί το ρεκόρ έως σήμερα έχοντας στο ενεργητικό του πολύ περισσότερα από 20.000 τραγούδια (playbacks/recordings) σε πάρα πολλούς δίσκους, συλλογές κλπ. Ωστόσο πολλά από αυτά είναι καταχωρημένα σε δισκογραφικές κυκλοφορίες της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Τα τραγούδια που έχει γράψει ο ίδιος υπερβαίνουν επίσης τα 1800
Από το 1968 που άρχισε να γράφει τα πρώτα του τραγούδια υπάρχουν πολλές μουσικές επιτυχίες. Ενδεικτικά: «Νυχτερίδες και αράχνες»(1968) , «Απόψε σ' έχω στην αγκαλιά μου» (1968) που ερμηνεύει ο Στέλιος Καζαντζίδης, σε στίχους Κ. Βίρβου, «Αγριολούλουδο» (1972), «Την Παρασκευή το Βράδυ» (1972) σε στίχους Πυθαγόρα με τον Στέλιο Καζαντζίδη, «Νύχτα στάσου» (1975), με την Λίτσα Διαμάντη, και επίσης το «Υπάρχω» (1975), με τον Στέλιο Καζαντζίδη (ρεκόρ πωλήσεων). Ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια οι δίσκοι: «Το σταυροδρόμι» με τον Πάνο Γαβαλά, «Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η αγάπη μένει» - Γιώργος Νταλάρας - Γλυκερία - Δ. Κοντογιάννης σε στίχους Μανώλη Ρασούλη. Μαζί με τον Ρασούλη έγραψαν επίσης άλλους 2 δίσκους, τα: «Παίξε Χρήστο επειγόντως» με την Ελένη Βιτάλη, με τραγούδια, όπως «Οι νταλίκες» με τον Γ. Σαρρή και την Χάρις Αλεξίου, «Όλοι δικοί μας ήμαστε» και με διάφορους άλλους καλλιτέχνες. Ακολουθεί «ο Σαλονικιός», ερμηνεία: Στράτος Διονυσίου, στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος (ρεκόρ πωλήσεων).
Με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο συνεργάστηκαν επίσης και σε άλλους 5 - 6 δίσκους, όπως: «Αγάπη όλο ζήλια», ερμηνεία: Λεωνίδας Βελλής, με τραγούδια όπως: «Το βραδάκι», «Συλλαβιστά - Ψιθυριστά» με το Λεωνίδα Βελλή, «Μη μιλάς μη γελάς κινδυνεύει η Ελλάς» (ο εμπορικότερος δίσκος του, πωλήσεις: 325.000 δίσκους), «Η Νύχτα θέλει έρωτα» με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο και την Χάρις Αλεξίου, «Τραγούδια με τους φίλους μου», σε στίχους του Λ. Χαψιάδη. Ήταν ή πρώτη φορά που ένας συνθέτης κατάφερε να συγκεντρώσει 11 τραγουδιστές σε έναν δίσκο (Γιώργος Νταλάρας, Μανώλης Μητσιάς, Στράτος Διονυσίου, Ελένη Βιτάλη, Διονύσης Θεοδόσης, Δήμητρα Γαλάνη, Γιάννης Πάριος, Χάρις Αλεξίου, Μ. Βάσσου, Λίτσα Διαμάντη, Μανώλης Αγγελόπουλος) και ένα τραγούδι το τραγουδάει ο ίδιος (είναι η πρώτη φορά).
Στη συνέχεια, το 2004, το επανέλαβε με τον δίσκο «Δική μου η χαρά» (Πασχάλης Τερζής, Κώστας Μακεδόνας, Αντώνης Ρέμος, Δημήτρης Μητροπάνος, Ελένη Βιτάλη, Γιώργος Μαρίνος, Κώστας Δόξας, Γιώργος Μαργαρίτης, Γλυκερία, Μαριώ και τρία τραγούδια τραγουδάει ο ίδιος). Ξεχωρίζουν επίσης και άλλοι δίσκοι του όπως: «Μεθυσμένα τραγούδια», με τον Γιώργο Νταλάρα «Βραδιάζει» με το Στέλιο Καζαντζίδη (ρεκόρ πωλήσεων) «Λέω» με το Πασχάλη Τερζή, «Μίλα μου στον ενικό» με τον Πασχάλη Τερζή, «Ξημέρωμα 1 ης Ιανουαρίου 2000 μ.Χ.», ένας δίσκος που είχε τις καλύτερες κριτικές και τραγουδούν: Μανώλης Λιδάκης, Μιχάλης Δημητριάδης, Ελένη Τσαλιγοπούλου, Αρλέτα και ο Χρήστος Νικολόπουλος σε 3 τραγούδια. Μεγάλη επιτυχία του δίσκου ήταν το τραγούδι «στων αγγέλων τα μπουζούκια». «Πάμε για ορθοπεταλιές» με τον Κώστα Μακεδόνα σε στίχους Άρη Δαβαράκη, «Ψίθυροι καρδιάς» με τους: Δημήτρη Μπάση, Εφ. Χαρίδου σε στίχους Ελένης Γιανατσούλια -από το γνωστό σήριαλ (ρεκόρ πωλήσεων). Μεγάλη επιτυχία του δίσκου ήταν το ομώνυμο «Ψίθυροι καρδιάς». «Ανθη Ευλαβείας», που τραγουδά ο ίδιος ο συνθέτης με μικρές συμμετοχές σε ένα τραγούδι η Ελευθερία Αρβανιτάκη, η Γλυκερία. «Τώρα μένω μόνος μου» σε στίχους Άρη Δαβαράκη - Ελένης Γιανατσούλια και τραγούδι Δημήτρης Μπάσης.
Η πιο πρόσφατη δισκογραφική συνεργασία του είναι στα πλαίσια της ταινίας «Μη μου λες αντίο», που έκανε ο σκηνοθέτης Μανούσος Μανουσάκης, σε στίχους Ελένης Γιανατσούλια. Τραγουδούν ο Κώστας Μακεδόνας και η Ραλλία Χριστίδου. Επίσης ο Χρήστος Νικολόπουλος μελοποίησε και ορχηστρικά δίσκους με πρωταγωνιστικό όργανο το μπουζούκι, αλλά πάντα με πρωτοποριακές εvορχηστρώσεις και ηχοχρώματα. Αυτοί είναι: «Λαϊκά περάσματα», «Ανατολικά της Ευρώπης», «Δρόμοι της Ανατολής», «Ελλήνων Πάθη», «Κυκλάμινα του Ολύμπου» με μουσικά θέματα σε διάλογο με τα χάλκινα (συμμετέχει η Μπάντα της Φλώρινας). Ένας ακόμη ορχηστρικός δίσκος και στα πλαίσια της πρώτης συνεργασίας με το γιο του Βασίλη είναι το «Όταν η βροχή». Τέλος, οι χρυσοί και πλατινένιοι δίσκοι του Χρήστου Νικολόπουλου υπερβαίνουν τους 25.
Ενδεικτική δισκογραφία
Η ενδεικτική δισκογραφία του Χρήστου Νικολόπουλου αφορά τόσο σε δικούς του δίσκους, όσο και σε συνεργασίες με πολλούς άλλους καλλιτέχνες και έχει σχετική σήμανση κάποιων από τους δίσκους που έγιναν χρυσοί/πλατινένιοι.
Συμμετοχές - Συναυλίες
Από το 1985 ο Νικολόπουλος με την ορχήστρα του λαμβάνει μέρος σε συναυλίες και σε επιλεγμένους χώρους κάνοντας έως σήμερα έντονη την παρουσία του στο χώρο της Ελληνικής μουσικής. Δύο από τις συναυλίες του ηχογραφήθηκαν και έγιναν δίσκοι. Στο γήπεδο του Παναθηναϊκού το 1987, με τη συμμετοχή 10 τραγουδιστών με τη συμμετοχή 40.000 θεατών. Το 1998 συναυλία στο Ηρώδειο με 70 μουσικούς της σύγχρονης ορχήστρας της ΕΡΤ και συμμετέχουν ως ερμηνευτές η Ελευθερία Αρβανιτάκη, ο Κώστας Μακεδόνας, ο Δημήτρης Μπάσης με 8.000 θεατές, όπου ο ίδιος ο Χρήστος Νικολόπουλος θεωρεί πως ήταν το αποκορύφωμα της καριέρας του. Ο τίτλος του ηχογραφημένου δίσκου είναι: «Χρήστος Νικολόπουλος - Ωδείο Ηρώδου Αττικού».
Συνεργασίες ή αναφορές
Ο Χρήστος Νικολόπουλος συνόδεψε πολλούς Έλληνες τραγουδιστές στα μουσικά στούντιο, στις ηχογραφήσεις και έχει παίξει με το μπουζούκι του πολλά τραγούδια μεγάλων Ελλήνων δημιουργών. Το συνολικό συνθετικό έργο του Χρήστου Νικολόπουλου είναι ιδιαίτερα μεγάλο καθώς επίσης και οι συμμετοχές που έχει κάμει σε LP διαφόρων καλλιτεχνών. Πολλές από αυτές δυστυχώς δεν υπάρχουν πια παρά σε συλλεκτικές φόρμες, καθώς κυκλοφόρησαν σε δισκάκια βινυλίου και σε δισκογραφικές εταιρείες που δεν υπάρχουν σήμερα. Οι περισσότερες συμμετοχές που βρέθηκαν καταχωρημένες ως σήμερα, υπάρχουν κυρίως στην κατηγορία της δισκογραφίας. Αναφέρεται εδώ ενδεικτικά και μόνο ότι με τον συνθέτη Χρήστο Νικολόπουλο έχουν συνεργασθεί, με διάφορους τρόπους, σε δισκογραφίες, συναυλίες και άλλες εκδηλώσεις μαζί με πολλούς άλλους και οι παρακάτω ερμηνευτές, στιχουργοί και άλλοι μουσικοί συντελεστές:
Ερμηνευτές
Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Στέλιος Καζαντζίδης, Μαρινέλλα, Πόλυ Πάνου, Καίτη Γκρεϋ, Γιώτα Λύδια, Τόλης Βοσκόπουλος, Γιάννης Πουλόπουλος, Στράτος Διονυσίου, Γιώργος Νταλάρας, Χάρις Αλεξίου, Λίτσα Διαμάντη, Γλυκερία, Δημήτρης Κοντογιάννης, Πάνος Γαβαλάς, Λεωνίδας Βελλής, Ελένη Βιτάλη, Γ. Σαρρή Μανώλης Μητσιάς, Διονύσης Θεοδόσης, Δήμητρα Γαλάνη, Γιάννης Πάριος, Μ. Βάσσου, Μανώλης Αγγελόπουλος,Πασχάλης Τερζής, Κώστας Μακεδόνας, Αντώνης Ρέμος, Δημήτρης Μητροπάνος, Γιώργος Μαρίνος, Κατερίνα Κούκα, Κώστας Δόξας, Γιώργος Μαργαρίτης, Μαριώ, Μανώλης Λιδάκης, Ελένη Τσαλιγοπούλου, Αρλέτα, Εβελίνα Αγγέλου, Στέλιος Βαμβακάρης, Εφ. Χαρίδου, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Ραλλία Χριστίδου, Καίτη Γαρμπή, Φίλη Γεωργιάδου, Αρχέλαος και Ασεβέστατη χορωδία, Μιχάλης Δημητριάδης κ.α.
Συνθέτες, στιχουργοί και άλλοι μουσικοί συντελεστές
Συνθέτες: Απόστολος Καλδάρας, Γιώργος Μητσάκης, Θεόδωρος Δερβενιώτης, Μπαγιαντέρας, Μ. Μπακάλης, Γιώργος Ζαμπέτας, Μίκης Θεοδωράκης, Δ. Πάνου, Γιάννης Σπανός, Βασίλης Τσιτσάνης, Μάνος Λοϊζος, Μίμης Πλέσσας, Δήμος Μούτσης, Νάκης Πετρίδης, Βασίλης Βασιλειάδης, Γιάννης Παπαϊωάννου, Σπύρος Ιωαννίδης, Μάρκος Βαμβακάρης, Στέλιος Χρυσίνης, Στέλιος Πειραιώτης, Μίμης Τραϊφόρος, Χαράλαμπος Βασιλειάδης, Μανώλης Ρασούλης κ.α. Στιχουργοί: Κ. Βίρβος, Πυθαγόρας, Μ. Παπανικολάου, Ν. Ρασούλης, Λευτέρης Παπαδόπουλος, Λ. Χαψιάδης, Άρης Δαβαράκης, Ελένη Γιανατσούλια, Στέλιος Χρυσίνης, Στέλιος Πειραιώτης, Άκης Σμυρναίου, Ανέστης Αθανασίου, Λίνα Νικολακοπούλου κ.α.
Βιβλία του συνθέτη
Έχουν εκδοθεί γύρω στα 12 βιβλία με τραγούδια του, σε νότες (παρτιτούρες), για πιάνο από τις εκδόσεις Φ. Νάκα. Στο τέλος του 2000, με τη συνεργασία του Κ. Γανωσέλη, μετά από μακρόχρονη έρευνα εκδόθηκε ένα βιβλίο του, με διδακτικό χαρακτήρα. Ο τίτλος του είναι «Οι λαϊκοί δρόμοι». Συνοδεύεται από ένα CD όπου ακούγονται όλοι οι λαϊκοί δρόμοι με το μπουζούκι του Χρήστου Νικολόπουλου και με πολλά μουσικά παραδείγματα. Επίσης τα κείμενα υπάρχουν και στα Αγγλικά.
Γιούλι Μπρίνερ, ήταν Ρώσος ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου, βραβευμένος με Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου
Γιουλ Μπρίνερ
Ο Γιούλι Μπορίσοβιτς Μπρίνερ (Julij Borisovič Briner), γνωστότερος ως Γιουλ Μπρίνερ (11 Ιουλίου, 1920 - 10 Οκτωβρίου 1985), ήταν Ρώσος ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου, βραβευμένος με Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου για την ταινία του 1956 Ο βασιλιάς κι εγώ (The King And I). Ο Μπρίνερ είναι επίσης γνωστός για τη συμμετοχή του στις ταινίες Οι δέκα εντολές (The Ten Commandments, 1956), Ο Σολομών και η βασίλισσα του Σαβά (Solomon and Sheba, 1959), Και οι επτά ήταν υπέροχοι (The Magnificent Seven, 1960) και Μοριτούρι (Morituri, 1965), καθώς και για τη βαθιά του φωνή και το ξυρισμένο του κεφάλι, που έγινε χαρακτηριστικό του γνώρισμα μετά τη συμμετοχή του στην ταινία Ο βασιλιάς και εγώ και λάνσαρε μόδα στα τέλη της δεκαετίας του πενήντα. Ο Μπρίνερ ήταν επίσης φωτογράφος καθώς και συγγραφέας δυο μυθιστορημάτων.
Πρώτα χρόνια
Ο Γιουλ Μπρίνερ γεννήθηκε Γιούλι Μπορίσοβιτς Μπρίνερ το 1920[3], αν και κάποιες πηγές αναφέρουν το 1915 ως έτος γέννησής του, στο Βλαδιβοστόκ της Σιβηρίας στη Ρωσία. Η φήμη που είχε αφήσει να διαρρεύσει στον τύπο στο ξεκίνημα της καριέρας του, ότι γεννήθηκε στη ρωσική νήσο Σαχαλίνη και ότι ήταν μογγολικής και ταταρικής καταγωγής είναι αναληθής, σύμφωνα με τη βιογραφία του, που κυκλοφόρησε το 1989 και που έγραψε ο γιος του, Ροκ. Ήταν επίσης γνωστός και ως Τζούλιους Μπρίνερ.
Ο πατέρας του, Μπόρις Γιούλιεβιτς Μπρίνερ, που ήταν μηχανικός ορυχείων, ήταν ελβετικής καταγωγής και ρώσικης καταγωγής. Ο παππούς του Μπρίνερ ήταν Ελβετός και η γιαγιά του ήταν Ρωσίδα μπουργιατικής και μογγολικής καταγωγής, γεννημένη στο Ιρκούτσκ της Σιβηρίας. Η μητέρα του, Μαρούσια Δημήτρεβνα, ήταν κόρη γιατρού και είχε σπουδάσει υποκριτική και μουσική. Ήταν επίσης στενά συνδεδεμένος με τη νομαδική φυλή Ρομ χάρη στη στενή συνεργασία του με την οικογένεια Dmitrievitch, με τους οποίους έπαιζε στο Παρίσι σε νυχτερινά κέντρα στη δεκαετία του 1930. Το 1977, ονομάστηκε Επίτιμος Πρόεδρος της διεθνούς ένωσης Ρόμα, τίτλο που διατήρησε μέχρι και το θάνατό του. Ο Μπρίνερ είχε επίσης μια αδελφή τη Βέρα.
Όταν ο Μπρίνερ βρισκόταν στην παιδική ηλικία, ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια, αναγκάζοντας τη μητέρα του να τους μεταφέρει στην Κίνα, όπου ο Γιουλ και η αδελφή του παρακολούθησαν μαθήματα σ' ένα σχολείο της χριστιανικής αδελφότητας νέων και στη συνέχεια, το 1934 η οικογένεια εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Κατά τη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου πολέμου ο Μπρίνερ, είχε αναλάβει χρέη γαλλόφωνου ραδιοφωνικού εκφωνητή και εξαπέλυε προπαγάνδα στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Γαλλία, για λογαριασμό του γραφείου τύπου και πληροφοριών των ΗΠΑ.
Καριέρα
Ο Μπρίνερ μεταφέρθηκε το 1941 στις ΗΠΑ όπου σπούδασε υποκριτική με καθηγητή τον Μάικλ Τσέχοφ και έπειτα ακολούθησε το θίασο του Τσέχοφ σε περιοδείες. Την ίδια χρονιά έκανε ντεμπούτο στο Μπρόντγουεϊ, αναλαμβάνοντας το ρόλο του Φάμπιαν στο έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ Δωδέκατη Νύχτα. Την ίδια περίοδο φωτογραφήθηκε γυμνός από τον φωτογράφο Τζορτζ Πλατ Λάινς, ενώ συνέχισε να εμφανίζεται σε παραστάσεις στο Μπρόντγουεϊ κατά τη δεκαετία του 40'. Το 1949 έκανε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο με ένα μικρό ρόλο στην ταινία Μπλόκο στο λιμάνι της Νέας Υόρκης (Port of New York) και δυο χρόνια αργότερα υποδύθηκε στο Μπρόντγουεϊ, το βασιλιά του Σιάμ Μογκούτ, στο μιούζικαλ των Ρότζερς και Χαμερστάιν Ο βασιλιάς και εγώ (The King And I). Ο Μπρίνερ έμελλε να ερμηνεύσει αυτό το ρόλο 4.525 φορές, κατά τη διάρκεια της καριέρας του και το 1952 τιμήθηκε με βραβείο ΤΟΝΥ. Η επιτυχία του θεατρικού οδήγησε στην κινηματογραφική του μεταφορά το 1956, όπου ο Μπρίνερ ανέλαβε να υποδυθεί τον Ασιάτη βασιλιά στο πλευρό της Ντέμπορα Κερ. Το κοινό και οι κριτικοί λάτρεψαν τόσο την ταινία, όσο και το χαρακτήρα που υποδυόταν ο Μπρίνερ, ο οποίος τιμήθηκε με όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου το 1956. Η επιτυχία του Γιουλ Μπρίνερ στο Ο βασιλιάς και εγώ του απέφερε επιπλέον ρόλους και την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε στην επική παραγωγή του Σέσιλ Μπι Ντε Μιλ Οι δέκα εντολές πλάι στον Τσάρλτον Ίστον και την Αν Μπάξτερ καθώς και στην ταινία Αναστασία (Anastasia) στο πλευρό της Ίνγκριντ Μπέργκμαν.
Την επιτυχία του όσκαρ επισφράγισε η συμμετοχή στις ταινίες του 1958, Οι αδελφοί Καραμαζόφ (The Brothers Karamazov), βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι και Λαφιτέ, ο πειρατής (The Buccaneer). Έπειτα το 1959 συμπρωταγωνίστησε με την Τζίνα Λολομπρίτζιτα στην επική παραγωγή Ο Σολομών και η βασίλισσα του Σαβά (Solomon and Sheba) και συνεργάστηκε για δεύτερη φορά με την Ντέμπορα Κερ στην ταινία του Άνατολ Λίτβακ Το ταξίδι (The Journey). Το 1960 έκανε και πάλι επιτυχία με την ταινία Και οι επτά ήταν υπέροχοι (The Magnificent Seven) σε σκηνοθεσία Τζον Στέρτζις. Η ταινία Και οι επτά ήταν υπέροχοι, αποτελεί διασκευή του θρυλικού Οι επτά σαμουράι του Ακίρα Κουροσάβα. Το 1965 συμπρωταγωνίστησε με τον Μάρλον Μπράντο στο Μοριτούρι (Morituri, 1965) και το 1969 με την Κάθριν Χέπμπορν στη μεταφορά του θεατρικού του Ζαν Ζιροντού, Η τρελή του Σαγιό (The Madwoman of Chaillot, 1969). Επιτυχημένη ήταν επίσης η συνεργασία του με το Μάικλ Κράιτον στην ταινία Ο επαναστάτης της νύχτας (Westworld, 1973). Μια από τις τελευταίες του ταινίες ήταν, το ιταλικής παραγωγής Άγριο κυνηγητό του φονιά (Con la rabbia agli occhi, 1976), πλάι στη Μπάρμπαρα Μπουσέ. Ο Μπρίνερ εμφανίστηκε επίσης μαζί με τον Ρόμαν Πολάνσκι, ως τραβεστί, στην κωμωδία του Πίτερ Σέλερς Δυο εύθυμοι γλεντζέδες (The Magic Christian) του 1969.
Φωτογράφος, συγγραφέας μυθιστορημάτων και μουσικός
Ο Μπρίνερ ήταν επίσης φωτογράφος καθώς και συγγραφέας δυο βιβλίων. Η κόρη του Βικτόρια, συγκέντρωσε όλες τις φωτογραφίες που είχε τραβήξει ο Μπρίνερ κατά τη διάρκεια της ζωής του και εξέδωσε τη συλλογή φωτογραφιών Yul Brynner: Photographer.
Τα δυο βιβλία που συνέγραψε ο Γιουλ Μπρίνερ είναι: Bring Forth the Children: A Journey to the Forgotten People of Europe and the Middle East (1960) και The Yul Brynner Cookbook: Food Fit for the King and You (1983).
Ο Μπρίνερ μελέτησε μουσική από την παιδική του ηλικία και ήταν ικανότατος κιθαρίστας και τραγουδιστής. Στα πρώτα του καλλιτεχνικά βήματα στην Ευρώπη εμφανιζόταν σε παριζιάνικα κέντρα διασκέδασης, με τον Αλίοσα Ντιμίτριεβιτς, όπου έπαιζε κιθάρα και τραγουδούσε τσιγγάνικα τραγούδια. Ορισμένα από αυτά τα τραγούδια, τα τραγούδησε στην ταινία Οι Αδελφοί Καραμαζόφ. Το 1967, αυτός και ο Ντιμίτριεβιτς κυκλοφόρησε ένα δίσκο με τίτλο, The Gypsy and I: Yul Brynner Sings Gypsy Songs.
Προσωπική ζωή
Ο Μπρίνερ παντρεύτηκε συνολικά τέσσερις φορές και απέκτησε πέντε παιδιά. Από τον πρώτο του γάμος, με την ηθοποιό Βικτόρια Γκίλμορ, απέκτησε ένα γιο το Ροκ. Ο γάμος του διήρκεσε δεκατέσσερα χρόνια και οι δυο τους χώρισαν το 1960, ενώ παράλληλα είχε αποκτήσει μια κόρη, την οποία και αναγνώρισε, από εξωσυζυγική σχέση το 1958.
Το 1962 απέκτησε μια κόρη τη Βικτόρια, από το δεύτερό του γάμο με το χιλιανό μοντέλο Ντόρις Κλάινερ. Νονά της Βικτόρια ήταν η Όντρεϊ Χέπμπορν. Ο γάμος του με την Κλάινερ έληξε το 1967 και έπειτα το 1971 παντρεύτηκε την κοσμική Ζακλίν Τιον Ντε Λα Σομ. Υιοθέτησε δυο παιδιά από το Βιετνάμ με την τρίτη του σύζυγο, η οποία πέθανε σε τροχαίο το 1981.
Τελευταία του σύζυγος ήταν η 24χρονη Κάθι Λι από τη Μαλαισία. Οι δυο τους παντρεύτηκαν το 1983 και έμειναν παντρεμένοι μέχρι και το θάνατο του Μπρινερ το 1985.
Ο Μπρίνερ υπήρξε επίσης εραστής της Μάρλεν Ντίτριχ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '50.
Θάνατος
Ο Μπρίνερ πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα στις 10 Οκτωβρίου του 1985 στη Νέα Υόρκη, την ίδια ημέρα με τον Όρσον Γουέλς.
Γνωρίζοντας ότι πέθαινε από καρκίνο, ο Μπρίνερ πρωταγωνίστησε, στο Μπρόντγουεϊ, σε μια αποχαιρετιστήρια αναβίωση του Ο βασιλιάς και εγώ. Οι παραστάσεις κράτησαν περίπου επτά μήνες.
Ο Μπρίνερ κάπνιζε για το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του. Τον Ιανουάριο του 1985, εννέα μήνες πριν από το θάνατό του, έδωσε συνέντευξη στην εκπομπή Good Morning America, εκφράζοντας την επιθυμία του να κάνει διαφήμιση κατά του καπνίσματος.
Ο Μπρίνερ κηδεύτηκε στη ρώσικη ορθόδοξη μονή του Saint-Michel-de-Bois-Aubry Ρωσική Ορθόδοξη Μονή, κοντά στη Λιζέ της Γαλλίας.
Τζόρτζιο Αρμάνι, Ιταλός σχεδιαστής μόδας, παγκοσμίως γνωστός για τα ανδρικά του κοστούμια και τη διακόσμηση πολλών ξενοδοχείων
Τζόρτζιο Αρμάνι
Ο Τζόρτζιο Αρμάνι, ορθότερα Τζόρτζο Αρμάνι (ιταλικά: Giorgio Armani), γεννημένος στις 11 Ιουλίου 1934, είναι Ιταλός σχεδιαστής μόδας, παγκοσμίως γνωστός για τα ανδρικά του κοστούμια και τη διακόσμηση πολλών ξενοδοχείων. Ίδρυσε την εταιρεία παραγωγής του (Αρμάνι) το 1975 και πλέον θεωρείται ένας από τους πλέον επιτυχημένους σχεδιαστές της Ιταλίας, με ετήσιο τζίρο που ξεπερνά το 1,5 δις δολάρια. Η δε προσωπική του περιουσία, μέχρι το 2011, εκτιμάται στα 7 δις δολάρια.
Όχι, ο Τζόρτζιο Αρμάνι δεν υποβλήθηκε σε πλαστική επέμβαση στη μύτη, σίγουρα δε σκέφτεται καν να βγει στη σύνταξη και ναι, μπορεί και χρησιμοποιεί και άλλα χρώματα εκτός από το μπεζ και το γκρι: στην αυτοβιογραφία του ο σπουδαίος σχεδιαστής, ηλικίας 81 ετών πλέον, τα λέει όλα.
Η αυτοβιογραφία του μόδιστρου παρουσιάστηκε με αφορμή την κολεξιόν του για την άνοιξη- καλοκαίρι του 2016 και φέρει την υπογραφή της Σούζι Μένκες —μιας παλιάς φίλης του— ενώ έχει τον λιτό και απέριττο τίτλο «Giorgio Armani». Τα έσοδα από τις πωλήσεις του βιβλίου το οποίο εκδίδεται από τον οίκο Rizolli New York θα δωριστούν στο Ταμείο του ΟΗΕ για τα παιδιά (UNICEF).
Βέβαια όπως σωστά σημειώνει το Γαλλικό Πρακτορείο, θα μπορούσε να έχει απλά τον τίτλο «Giorgio», καθώς το όνομα αυτό παραπέμπει χωρίς δεύτερη σκέψη στον περίφημο οίκο μόδας του σπουδαιότερου μόδιστρου που γέννησε η Ιταλία, την 11η Ιουλίου του 1934 στη Πιατσέντσα.
Στο εξώφυλλο του βιβλίου φιγουράρει ο ίδιος, σε μια φωτογραφία από την εποχή που ήταν μωρό. Όχι γιατί οι αναγνώστες ανέμεναν να δουν φωτογραφίες πολύ προσωπικές –410 στο σύνολό τους, η πλειονότητα εκ των οποίων προέρχεται από τα προσωπικά αρχεία του σχεδιαστή– αλλά για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο: «Είναι εξαιτίας της μύτης μου» εκμυστηρεύεται ο Αρμάνι. «Πολλοί το έχουν ισχυριστεί, με τρόπο αρκετά αυθάδη ότι ο Αρμάνι έχει κάνει πλαστική στη μύτη του, για αυτό ακριβώς το λόγο έχει έναν αέρα τόσο νεανικό. Τη βλέπετε καλά αυτή τη μύτη, την είχα ήδη όταν ήμουν παιδί, είναι η ίδια» τονίζει χαμογελώντας.
Εκτός από αυτή τη λεπτομέρεια, στην οποία ο Τζόρτζιο Αρμάνι δίνει μεγάλη σημασία, στην αυτοβιογραφία του ο Ιταλός σχεδιαστής αναπολεί την απίστευτη καριέρα του στον χώρο της μόδας, όπου ξεκίνησε ως διακοσμητής βιτρίνας στο μεγάλο κατάστημα της Ιταλίας, La Rinascente, λίγο αφότου είχε εγκαταλείψει τις σπουδές του στην ιατρική και κατόπιν στην φωτογραφία.
Αφού ξεκίνησε να εργάζεται για τον οίκο Cerruti άρχισε να σχεδιάζει τις δικές του κολεξιόν το 1975 αρχικά με μια γραμμή ανδρική, και μετέπειτα προσθέτοντας την γυναικεία.
Η συνέχεια της ιστορίας είναι λίγο πολύ γνωστή: ο Ιταλός κατέληξε επικεφαλής μιας αυτοκρατορίας πολυτελών ειδών (αξεσουάρ, αρώματα, ξενοδοχεία, εστιατόρια, κοσμήματα κ.α..), ντύνει τους κομψότερους αστέρες και το στυλ του είναι αναγνωρίσιμο παντού: σύγχρονο, διαχρονικό, κλασικό και σικάτο κάθε φορά.
Στην παλέτα του οι επιλογές χρωμάτων ποικίλουν, από το μπεζ έως το γκρι και από το γαλάζιο στο ροζ, με την τελευταία κολεξιόν να πρωταγωνιστεί το κόκκινο. Ένδειξη ότι αλλάζει; Στο ερώτημα πως φαντάζεται την αυτοκρατορία του τα επόμενα 30 ή 40 χρόνια, ο Αρμάνι τη βλέπει… κόκκινη.
«Δεν θα είμαι εδώ για να το δω» παραδέχεται ψυχρά και εκφράζει τον φόβο ότι η αυτοκρατορία του, χωρίς εκείνον επικεφαλής, θα δυσκολευτεί να παραμείνει ανεξάρτητη.
«Το να είσαι ανεξάρτητος είναι κάτι το φανταστικό. Μπορείς να τα επιλέγεις όλα, από το είδος της λάμπας που θα βάλεις στο γραφείο σου έως τον τρόπο που έχεις όρεξη να δημιουργήσεις» επιβεβαίωσε ο ίδιος.
Ωστόσο προσθέτει: «την ανεξαρτησία, πρέπει να διαθέτεις τα μέσα για να την διατηρήσεις. Για όσο διάστημα θα ζω, αυτός ο οίκος θα είναι ανεξάρτητος».
Ερωτηθείς μάλιστα σχετικά με το ενδεχόμενο να αποσυρθεί και να αντικατασταθεί, εκείνος καταφεύγει στην ειρωνεία: «το εγώ μου επιθυμεί να πει ότι προφανώς κανείς δε μπορεί να εργαστεί όπως ο Αρμάνι», για να προσθέσει λίγο μετά: «υπάρχουν νέα ταλέντα που είναι ικανά».
Ωστόσο αμφισβητεί ότι ακόμα και αν κάποιος μπορέσει να πάρει τα ηνία της αυτοκρατορίας του, θα μπορέσει να παραμείνει στην κορυφή όπως εκείνος τα τελευταία 40 χρόνια.
«Η κατάσταση έχει αλλάξει πολύ. Ένας σχεδιαστής, αυτή τη στιγμή, πρέπει να είναι πάνω απ’ όλα δημιουργικός και να εξουσιοδοτεί μία εταιρεία να αναλάβει το εμπορικό κομμάτι. Εάν όχι, είναι πολύ περίπλοκο».
Σύμφωνα άλλωστε με τη Σούζι Μένκες, μία από τις διασημότερες συντάκτριες μόδας, το θέμα να αποσυρθεί ο Αρμάνι δεν τίθεται καν επί τάπητος.
«Δεν θα βγει ποτέ στη σύνταξη» εκτιμά εκείνη. «Θα το παλέψει μέχρι να εξαντλήσει τις δυνάμεις του, έως το τέλος. Και αυτό είναι καλό για εκείνον».
Πληροφορίες: newsbeast.gr
Περισσότερα Άρθρα...
- Μελ Μπλανκ, ο άνθρωπος με τις χίλιες φωνές
- Άγιος Μιχαήλ Πακνανάς
- Γιαν Νερούντα, ήταν Τσέχος συγγραφέας, ποιητής και δημοσιογράφος, μια από τις εξέχουσες μορφές του τσέχικου ρεαλισμού στη λογοτεχνία
- Αλέξανδρος Παπαναστασίου, ήταν πολιτικός επιστήμονας, κοινωνιολόγος και ηγέτης του δημοκρατικού φιλελεύθερου χώρου