Άρθρα
Τούπακ Σακούρ, ήταν Αμερικανός ράπερ, μουσικός παραγωγός και ηθοποιός, ενώ υπήρξε σημαντικός κοινωνικός ακτιβιστής
Τούπακ Σακούρ
Ο Τουπάκ Αμάρου Σακούρ, γνωστός και με τα καλλιτεχνικά ψευδώνυμα 2Pac και Makaveli, ήταν Αμερικανός ράπερ, μουσικός παραγωγός και ηθοποιός. Επίσης, υπήρξε πολύ σημαντικός κοινωνικός ακτιβιστής. (Tupac Amaru Shakur, πραγματικό όνομα: Λεσέιν Πάρις Κρουκς, Lesane Parish Crooks, 16 Ιουνίου 1971 - 13 Σεπτεμβρίου 1996)
Η καριέρα του
Το όνομα του 2PAC (Τουπάκ Αμάρου) προέρχεται από έναν αρχηγό των Ίνκα. Το πραγματικό όνομα του ήταν Λεσέϊν Πάρις Κρουκς.
Μεγάλωσε ανάμεσα σε πολλά άτομα που ανήκαν στους Μαύρους Πάνθηρες, όπως η μητέρα του, η οποία τον ανέθρεψε μόνη της, αφού ο πατέρας του είχε εγκαταλείψει την οικογένεια, όταν ο Τούπακ ήταν ακόμη σε μικρή ηλικία.
Αξιοσημείωτο είναι ότι, όταν η μητέρα του ήταν έγκυος στον Τούπακ, βρισκόταν στη φυλακή.
Ο νεαρός Τούπακ ένιωθε πολλή μοναξιά και ξεκίνησε να ασχολείται επαγγελματικά με τη ραπ μουσική από τους Digital Underground το 1990.
Ο Τούπακ αντιλήφθηκε ότι δεν μπορούσε να βρει την αναγνώριση που ήθελε με τους Digital Underground και αποχώρησε από αυτούς. Δημιούργησε το πρώτο του άλμπουμ, το 1991, με τίτλο "2Pacalypse now", το οποίο έγινε τελικά χρυσό και ξεχώρισε το σινγκλ "Brenda's Got a Baby".
Το 1993, ηχογράφησε το δίσκο "Strictly 4 my N.I.G.G.A.Z." ο οποίος τον οδήγησε στις πρώτες θέσεις των πωλήσεων και τον καθιέρωσε ανάμεσα στους κορυφαίους της ραπ. Πούλησε τελικά πάνω από 1,5 εκατομμύριο αντίτυπα στις Η.Π.Α. και ξεχώρισε το χιτ "Keep Ya Head Up".
Έναν χρόνο αργότερα, στις 30 Νοεμβρίου 1994, κι ενώ η αυξανόμενη λάμψη του είχε αρχίσει να γίνεται ενοχλητική σε κάποιους, τον πυροβόλησαν πέντε φορές έξω από στούντιο ηχογράφησης. Σαν από θαύμα, συνήλθε από τα τραύματα του και τα επόμενα δύο χρόνια δημιούργησε μερικά από τα κορυφαία του τραγούδια.
Στις 14 Φεβρουαρίου 1995 οδηγήθηκε στη φυλακή, για σεξουαλική επίθεση καθώς και για άλλες κατηγορίες, από την οποία απελευθερώθηκε στις 12 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου με εγγύηση του Suge Knight, ιδιοκτήτη της Death Row Records.
Έγινε ο πρώτος καλλιτέχνης παγκοσμίως που ένα άλμπουμ του καταφέρνει να φτάσει στο νούμερο ένα των αμερικανικών τσαρτ, ενώ βρίσκεται στη φυλακή.
Συγκεκριμένα το "Μe against the world" που κυκλοφόρησε στις 14 Μαρτίου 1995, ήταν στην πρώτη θέση του Billboard από την 1η Απριλίου εώς τις 28 Απριλίου του ίδιου έτους.
Εν τω μεταξύ, είχε δημιουργήσει ένα ολόκληρο ρεύμα στη ραπ, το οποίο ο ίδιος ονόμασε Thug Life (Ζωή Αλήτη), εμπνευσμένος από τις κατηγορίες που του απέδιδαν.
Μεγάλη επίσης ήταν η κόντρα του με διάφορους ράπερ της ανατολικής ακτής των ΗΠΑ και πιο συγκεκριμένα με τους Notorious B.I.G., Puff Daddy, Mobb Deep, Nas, Lil' Kim, Jay-Z, Chino XL και Junior Mafia.
Στις 13 Φεβρουαρίου 1996 κυκλοφόρησε το "All Eyez on Me", το οποίο φτάνει στο νούμερο ένα και μάλιστα την πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του.
Τον Αύγουστο του 1996 τελείωσε την παραγωγή του τελευταίου του άλμπουμ (The Don Killuminati: The 7 Day Theory), που κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του ίδιου έτους.
Έγινε τέσσερις φορές πλατινένιο και το τρίτο κατά σειρά άλμπουμ του 2pac που φτάνει στο νούμερο 1 του Billboard.
Η δολοφονία του
Ο Τούπακ απεβίωσε στις 13 Σεπτεμβρίου 1996 (σε μία ανεξιχνίαστη υπόθεση), ενώ βρισκόταν στο απόγειο της δόξας του.
Πιο συγκεκριμένα, στις 7 Σεπτεμβρίου είχε πάει να παρακολουθήσει, στο γήπεδο MGM Grand του Λας Βέγκας, έναν αγώνα μποξ μεταξύ του Μάικ Τάισον (Mike Tyson) και του Μπρους Σέλντον (Bruce Seldon), με τον ιδιοκτήτη της δισκογραφικής εταιρίας του, Death Row Records.
Ο Τάισον δεν άφησε και πολλά περιθώρια στον αντίπαλο του και έτσι ο αγώνας τελείωσε στον πρώτο κιόλας γύρο, αναδεικνύοντάς τον ως νικητή. Αργότερα, ο Τούπακ καθώς επέβαινε στο αυτοκίνητο του ιδιοκτήτη της εταιρίας του, στη θέση του συνοδηγού, κατευθυνόταν στο Club 662.
Η επίθεση έγινε στις 11:17 το βράδυ, στο αυτοκίνητο του Suge Knight.
Πέθανε, μετά από 6 ημέρες στο νοσοκομείο, από εσωτερική αιμορραγία.
Δύο μήνες μετά τον θάνατό του, κυκλοφόρησε ο δίσκος "The Don Killuminati: The 7 Day Theory".
Οι "Amaru Records"
Ο Τούπακ άφησε πίσω του πολλά μη ηχογραφημένα τραγούδια τα οποία ανέλαβε να δημοσιοποιήσει η μητέρα του, Αφένι Σακούρ, ιδρύοντας το 1997 την εταιρία Amaru Records. Έκτοτε έχουν κυκλοφορήσει αρκετοί δίσκοι του με κλασσικότερους το "Resurrection" και το "Loyal to the Game".
Το άλμπουμ "Until the end of time", που κυκλοφόρησε το 2001, αποτέλεσε τεράστια επιτυχία, πούλησε περισσότερα από 38 εκατομμύρια αντίτυπα, κάνοντας τον Τούπακ τον χιπ χοπ καλλιτέχνη με τις περισσότερες πωλήσεις όλων των εποχών μετά τον Eminem, γεγονός για το οποίo είχε γραφτεί στο βιβλίο Γκίνες (πωλήσεις περισσότερων από 120.000.000 δίσκων παγκοσμίως).
Επιρροές - Κοινωνικός αντίκτυπος
Ο Τούπακ επηρέασε μια μεγάλη γενιά από ακροατές και μια μεγάλη γενιά ράπερ. Πολλοί καλλιτέχνες της ραπ τον διαδέχτηκαν στο ρεύμα που δημιούργησε: Οι The Outlawz τον συνόδευσαν σε όλη του την καριέρα, συνεργάστηκε με τον Dr. Dre στο γνωστό "California love", ο Eminem, ο Snoop Dogg, πολύ επιτυχημένοι καλλιτέχνες της ραπ επηρεάστηκαν βαθύτατα από τον κορυφαίο ράπερ.
Δε δίστασε να ασκήσει έντονη κοινωνική και πολιτική κριτική. Ήρθε αρκετές φορές σε σύγκρουση με υψηλά ιστάμενα πολιτικά πρόσωπα, ενώ από νωρίς αποτέλεσε στόχο για δικηγόρους και αστυνομικούς.
Ο Τούπακ ξέφυγε από τα γκέτο στα οποία ζούσε (συχνά, οι οπαδοί του τον μνημονεύουν ως "ο Τσε των γκέτο της Αμερικής", πάλεψε για μια καλύτερη ζωή και για ίσα δικαιώματα και έγινε ο κορυφαίος καλλιτέχνης της ραπ μουσικής παγκοσμίως.
Με έμπνευση και ευαισθησία που έμοιαζε αστείρευτη, έγινε η φωνή της αλήθειας για εκατομμύρια νέους ανθρώπους σε όλον τον κόσμο. Επιχείρησε, με το στίχο του και τις ομιλίες του, ένα καίριο χτύπημα στον κομφορμισμό και τη μισαλλοδοξία.
Πολέμησε το ρατσισμό σε κάθε του μορφή και δε δίστασε να ανοίξει διάλογο με κάθε κοινωνική ομάδα (με τους μαύρους, με τους λευκούς, με τα παιδιά).
Το 2003 ψηφίστηκε από τους θεατές του MTV ως ο υπ' αριθμόν ένα καλλιτέχνης της ραπ (number 1 MC) όλων των εποχών.
Δημήτριος Νανόπουλος είναι διακεκριμένος Έλληνας θεωρητικός φυσικός
Δημήτρης Νανόπουλος
Ο Δημήτριος Νανόπουλος είναι διακεκριμένος Έλληνας θεωρητικός φυσικός.
Ο Δημήτριος Νανόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 13 Σεπτεμβρίου 1948. Από την πλευρά του πατέρα του κατάγεται από τη Βόρεια Ήπειρο. Σπούδασε φυσική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Σάσσεξ της Αγγλίας, όπου απέκτησε το διδακτορικό του το 1973 στη Θεωρητική Φυσική των Yψηλών Eνεργειών.
Επαγγελματική πορεία
Διετέλεσε ερευνητής στο Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών Ευρώπης (CERN) στη Γενεύη της Ελβετίας και επί σειρά ετών ανήκε στο ανώτερο ερευνητικό προσωπικό του Κέντρου.
Διετέλεσε ερευνητής στην École Normale Supérieure (στο Παρίσι) και στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ των ΗΠΑ. Το 1989 εξελέγη καθηγητής στο τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Τέξας A&M, College Station, όπου από το 1992 είναι διακεκριμένος καθηγητής και όπου από το 2002 κατέχει την έδρα Mitchell/Heep της Φυσικής Υψηλών Ενεργειών.
Είναι διευθυντής του Κέντρου Αστροσωματιδιακής Φυσικής του Κέντρου Προχωρημένων Ερευνών (HARC), στο Χιούστον, Τέξας, όπου διευθύνει ερευνητικό τμήμα του World Laboratory, που εδρεύει στη Λωζάνη.
Ερευνητικό έργο
Το κύριο ερευνητικό του έργο ανήκει στο πεδίο της σωματιδιακής φυσικής (ή φυσική υψηλών ενεργειών) και της κοσμολογίας, ενώ στα ερευνητικά του ενδιαφέροντα ανήκουν και η δημιουργία μιας ενοποιημένης θεωρίας όλων των δυνάμεων της φύσης, η θεωρία του Παντός, η υπερσυμμετρία, η υπερβαρύτητα, οι θεωρίες υπερχορδών και η βιοφυσική.
Έχει συγγράψει πάνω από 680 πρωτότυπες εργασίες, όλες δημοσιευμένες σε περιοδικά με κριτές και υψηλό παράγοντα επιρροής, συμπεριλαμβανομένων 15 βιβλίων. Έχει πάνω από 45.290 ετεροαναφορές (δείκτης h=102) και τον Νοέμβριο 2001 βρέθηκε ότι είχε τον 4ο υψηλότερο h-index στον κόσμο ανάμεσα στους θεωρητικούς φυσικούς, σε κατάταξη που έγινε από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ.
Η συγκεκριμένη κατάταξη προκύπτει υπολογιστικά και αφορά τον συνολικό αριθμό δημοσιεύσεων ενός επιστήμονα, λαμβάνοντας υπ' όψιν και τις παραπομπές που έχουν γίνει από άλλους προς αυτές τις δημοσιεύσεις.
Τιμητικές διακρίσεις
Το 1996 του απονεμήθηκε ο Tαξιάρχης του τάγματος της τιμής της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Το 1997 εκλέχθηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Το 1999 και για δεύτερη φορά το 2005 απέσπασε το βραβείο του Ιδρύματος Ερευνών της Βαρύτητας, που εδρεύει στη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ.
Το 2005 του δόθηκε το Μακεδονικό Βραβείο για το σύνολο του έργου του, ενώ το 2006 του απονεμήθηκε το διεθνές βραβείο του Κοινωφελούς Ιδρύματος Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης. Το 2009 τιμήθηκε με το βραβείο Ενρίκο Φέρμι της Ιταλικής Εταιρείας Φυσικής (SIF).
Από το 1988 είναι εταίρος της Αμερικανικής Κοινότητας Φυσικών και από το 1992 μέλος της Ιταλικής Κοινότητας Φυσικών. Στις αρχές του 2014 έγινε η εγκατάστασή του ως αντιπροέδρου στην Ακαδημία Αθηνών, ενώ στις 15 Ιανουαρίου 2015 έγινε πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών για το έτος 2015.
Μετάκληση
Το 1998 υπήρξε πρωτοβουλία ομάδας 32 πανεπιστημιακών (κυρίως μέλη ΔΕΠ) του τμήματος Φυσικής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών για την μετάκληση του στο συγκεκριμένο τμήμα.
Το εντεκαμελές εκλεκτορικό σώμα που κλήθηκε να αποφασίσει απέρριψε την πρόταση με ψήφους 6-4. Κατά ψήφισαν οι: Νίκος Αντωνίου, Ανδρέας Κοντογούρης, Χρήστος Κτορίδης, Απόστολος Παναγιώτου, Κωνσταντίνος Παπανικόλας και Ανδρέας Πολύδωρος, ενώ υπέρ οι: Δημοσθένης Ασημακόπουλος, Αθανάσιος Λαχανάς, Γεώργιος Παπαδόπουλος και Λεωνίδας Ρεσβάνης. Ο Παναγιώτης Βαρώτσος ήταν απών.
Αυτοβιογραφία
Το 2015 ο Δημήτρης Νανόπουλος δημοσίευσε την αυτοβιογραφία του, συγγεγραμμένη με τη βοήθεια του δημοσιογράφου Μάκη Προβατά, υπό τον τίτλο Στον τρίτο βράχο από τον ήλιο και υπότιτλο «Μία ζωή, η επιστήμη κι άλλα παράλληλα σύμπαντα» (εκδ. «Πατάκη», Αθήνα 2015).
Κάρολος Κουν, ήταν κορυφαίος Έλληνας θεατρικός σκηνοθέτης εβραϊκής καταγωγής
Κάρολος Κουν
Ο Κάρολος Κουν του Ερρίκου, ήταν κορυφαίος Έλληνας θεατρικός σκηνοθέτης εβραϊκής καταγωγής. (Προύσα 13 Σεπτεμβρίου 1908 - Αθήνα 14 Φεβρουαρίου 1987)
Ο Κάρολος Κουν γεννήθηκε στην Προύσα της Μικράς Ασίας στις 13 Σεπτεμβρίου 1908. Φοίτησε στη Ροβέρτειο Σχολή της Κωνσταντινούπολης και σπούδασε αισθητική στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης.
Το 1929 διορίστηκε καθηγητής αγγλικών στο Κολλέγιο Αθηνών. Η πρώτη του εμφάνιση ως σκηνοθέτη ήταν στο Τέλος του ταξιδιού του Σέριφ και με μαθητές του, από το Κολλέγιο, παρουσίασε έργα του Αριστοφάνη (Όρνιθες, Βάτραχοι, Κύκλωπας, Πλούτος) και του Σαίξπηρ (Όνειρο Θερινής Νυκτός). Ίδρυσε τη Λαϊκή Σκηνή (1934-36) και συνεργάστηκε με διάφορους θιάσους (Κατερίνας, Κοτοπούλη, κ.ά.).
Το 1942 ίδρυσε το Θέατρο Τέχνης όπου και ανέβασε Ίψεν, Τζορτζ Μπέρναρντ Σω, Πιραντέλλο και μετά την απελευθέρωση για πρώτη φορά στην Ελλάδα Λόρκα, Τένεσι Ουίλιαμς, Μίλερ κ.ά. Επίσης το ίδιο έτος (1942) ίδρυσε τη Δραματική Σχολή του θεάτρου του, στην οποία μαθήτευσαν οι σημαντικότεροι σκηνοθέτες και ηθοποιοί της μεταπολεμικής γενιάς.
Οικονομικές όμως δυσχέρειες ανάγκασαν το Θέατρο Τέχνης να διαλυθεί (1949) το οποίο άνοιξε πάλι το 1954 σε μορφή κυκλικού θεάτρου. Τη περίοδο εκείνη (1950-53) ο Κουν συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, σκηνοθετώντας Τσέχοφ (Ο θείος Βάνιας, Οι τρεις αδερφές), Πιραντέλο (Ερρίκος Δ΄), κ.λπ.
Με μαθητές της Δραματικής Σχολής του όταν συγκρότησε και πάλι το 1954 το Θέατρο Τέχνης, με τη μορφή κυκλικού θεάτρου, εκτός τους παλαιούς συγγραφείς ο Κουν παρουσίασε τα καινούργια ρεύματα του ξένου μεταπολεμικού θεάτρου (Μπρεχτ, Ιονέσκο, Μπέκετ, Πίντερ, Ντάριο Φο, Αραμπάλ κ.ά.) και παράλληλα παρουσίασε έργα πολλών νέων Ελλήνων προικισμένων συγγραφέων - Σεβαστίκογλου, Καμπανέλλη, Κεχαΐδη, Σκούρτη, Αναγνωστάκη και Ευθυμιάδη επιστρέφοντας σε έργα των αρχαίων τραγικών και του Αριστοφάνη.
Από το 1957 ανεβάζει αρχαίο δράμα, αρχικά στο θέατρό του παρουσίασε τον Πλούτο και το 1959 τους Όρνιθες του Αριστοφάνη, που θεωρήθηκε παράσταση-σκάνδαλο λόγω της πρωτοποριακής της μορφής, και στη συνέχεια στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, για να συνεχίσει στο "Θέατρο των Εθνών" του Παρισιού, Λονδίνο, Ζυρίχη, Μόναχο, Μόσχα, Λένινγκραντ, Βαρσοβία, Βενετία, Φεστιβάλ Βιέννης, Διεθνές θεατρικό Φεστιβάλ Βελιγραδίου, Ελληνική Εβδομάδα του Ντόρτμουντ, Φεστιβάλ Φλάνδρας και σκανδιναβικές πρωτεύουσες με τα έργα "Όρνιθες", "Πέρσες", "Επτά επί Θήβας", "Αχαρνής", "Οιδίπους Τύραννος", "Λυσιστράτη", "Βάκχες" και "Ειρήνη".
Επίσης, παρουσίασε έργα ξένων συγγραφέων, όπως των Ουάιλντερ (Μικρή μας πόλη), Σαρτρ (Κεκλεισμένων των θυρών), Πάτρικ (Αυγουστιάτικο φεγγάρι), Ουίλιαμς (Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι, Τριαντάφυλλο στο στήθος, Καλοκαίρι και καταχνιά), Μπρεχτ (Ο κύκλος με την κιμωλία, Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν), Ιονέσκο (Ρινόκερος), Μίλερ (Ο θάνατος του εμποράκου), Ο' Νιλ (Ο παγοπώλης έρχεται), Μπέκετ (Περιμένοντας τον Γκοντό), Πίντερ, Άλμπι, Αραμπάλ, Ζενέ, Βάις, κ.ά.
Οι περισσότεροι μάλιστα απ' αυτούς τους συγγραφείς πρωτοπαρουσιάστηκαν στην Ελλάδα από το Θέατρο Τέχνης. Παράλληλα, σκηνοθέτησε έργα νέων Ελλήνων θεατρικών συγγραφέων, όπως των Καμπανέλλη, Κεχαΐδη, Σκούρτη, Σεβαστίκογλου, Αρμένη, Λ. Αναγνωστάκη (Η αυλή των θαυμάτων, Αγγέλα, Η πόλη, Βαβυλωνία, κ.λπ.).
Απ' τα έργα που σκηνοθέτησε τα τελευταία χρόνια ξεχωρίζουν: Το παιχνίδι της σφαγής του Ε. Ιονέσκο (1970-71), Τρωίλος και Χρυσηίδα του Σαίξπηρ (1972-73), Ο τρόμος και η αθλιότητα του Γ΄ Ράιχ του Μπ. Μπρεχτ (1974-75), Τρεις αδερφές του Α. Τσέχοφ (1975-76), Η αληθινή απολογία του Σωκράτη του Κ. Βάρναλη (1976-77), Ο αυτόχειρ του Ν. Έρντμαν (1977-78), Τα τέσσερα πόδια του τραπεζιού του Ι. Καμπανέλλη (1978-79), Δάφνες και Πικροδάφνες των Δ. Κεχαΐδη - Ε. Χαβιαρά (1979-80), Το σόι του Γ. Αρμένη (1980-81), Το Πιστοποιητικό του Ν. Έρντμαν (1981-82), Το Πανηγύρι του Δ. Κεχαΐδη (1982-83), Θαμμένο παιδί του Σ. Σέπαρντ (1983-84), Ούτε κρύο ούτε ζέστη του Φ. Κρετς (1984-85), Ριχάρδος Γ΄ του Σαίξπηρ (1985-86), Εσωτερικές φωνές του Ε. ντε Φιλίππο (1986-87), Ο ήχος του Όπλου της Λ. Αναγνωστάκη (1986-87).
Το Θέατρο Τέχνης συμμετείχε σε πολλά ελληνικά (Αθηνών, Επιδαύρου, Φιλίππων κ.ά.) και ξένα (Λονδίνου, Παρισιού, Μονάχου, Βιέννης κ.ά.) φεστιβάλ.
Το 1984 το ελληνικό κράτος παραχώρησε έναν χώρο στην Πλάκα, για την ανέγερση του θεάτρου Κ. Κουν.
Τιμήθηκε με το παράσημο Φοίνικα, το Αργυρό Μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών και το βραβείο Θεάτρου των Εθνών. Με τη διαθήκη του, που δημοσιεύτηκε λίγες μέρες μετά το θάνατό του τον Φεβρουάριο του 1987, κληροδότησε τον τίτλο Θέατρο Τέχνης στους Γ. Λαζάνη, Μ. Κουγιουμτζή και Γ. Αρμένη με την προτροπή να συνεχίσουν τη συνεργασία τους στο Θέατρο Τέχνης Κ. Κουν.
Έγραψε τις μελέτες «Η αρχαία τραγωδία-κωμωδία» και «Ο σκηνοθέτης και το αρχαίο δράμα». Υπήρξε γεγονός πως ως σκηνοθέτη τον Κουν απασχολούσε το σύγχρονο νεοελληνικό έργο, η νεοελληνική θεατρική παράσταση, το αρχαίο δράμα και το κλασσικό θέατρο σε σύγχρονη απόδοση.
Ο Κάρολος Κουν ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών (οδό Λυκαβηττού) και μιλούσε επίσης αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά.
Προς τιμήν του θεσμοθετήθηκε το Βραβεία Κάρολος Κουν.
Ούμα Σουμάκ, ήταν διάσημη κολορατούρα σοπράνο από το Περού
Ούμα Σουμάκ
Η Ούμα Σουμάκ, ήταν διάσημη κολορατούρα σοπράνο από το Περού. Στη δεκαετία του 1950 αποτέλεσε μία από τις κυριότερες ερμηνεύτριες εξωτικής μουσικής (είδος τζαζ με στοιχεία λατινοαμερικάνικης και πολυνησιακής μουσικής). (Yma Sumac, 13 Σεπτεμβρίου 1922 - 1 Νοεμβρίου 2008)
Σημείωσε παγκόσμια επιτυχία, κυρίως λόγω του ακραίου φωνητικού εύρους της, που ξεπερνούσε τις τέσσερις οκτάβες (Σι 2 - Ντο# 7), καλύπτοντας μια έκταση από το φωνητικό φάσμα ενός βαρύτονου έως και αρκετά πάνω απ' αυτό μιας συνηθισμένης σοπράνο.
Το πραγματικό της όνομα ήταν Zoila Augusta Emperatriz Chávarri del Castillo και γεννήθηκε στο χωριό Ιτσοκάν του Περού.
Πριν φύγει για τις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1940 υιοθέτησε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Ίμα Σουμάκ, που σύμφωνα με την ίδια σημαίνει "όμορφη κοπέλα".
Πρωτοεμφανίστηκε στο ραδιόφωνο το 1942, ενώ στις 6 Ιουνίου του ιδίου χρόνου παντρεύτηκε τον συνθέτη και διευθυντή μουσικού σχήματος Μόισες Βιβάνκο (Moisés Vivanco). Τον επόμενο χρόνο μαζί με τον σύζυγό της και το μουσικό σχήμα του Compañía Peruana de Arte, ηχογράφησαν παραδοσιακά περουβιανά τραγούδια στην Αργεντινή, για την δισκογραφική εταιρεία Odeon.
Το 1946 βρίσκονται και οι δύο στην Νέα Υόρκη, όπου μαζί και με τον εξάδελφό της Τσολίτα Ριβέρο (Cholita Rivero) αποτελούν το μουσικό σχήμα Inka Taky Trio. Ο γιος της, Τσαρλς, γεννιέται το 1949 και τον επόμενο χρόνο υπογράφει συμβόλαιο με την Capitol Records, οπόταν και εδραιώνεται με το όνομα Ίμα Σουμάκ.
Η απογείωση της καριέρας της
Στη δεκαετία του 1950 συνεργάστηκε με τους Λες Μπάξτερ και Μπίλυ Μέη· έκαναν πολλές ηχογραφήσεις, πολλές από τις οποίες θεωρούνται πλέον θρυλικές. Το υβριδικό ύφος της μουσικής τους, ημι-χολυγουντιανό ημι-παραδοσιακό, σε συνδυασμό με την εξαιρετική της φωνή και εξωτική παρουσία, κέρδισε αμέσως τους Αμερικανούς ακροατές.
Το 1951 μάλιστα, έπαιξε τον ρόλο της ξένης πριγκίπισσας στο μιούζικαλ Flahooley που ανέβηκε στο θέατρο Μπρόντγουεϊ. Το έργο γράφτηκε από τον Σάμυ Φέιν και τον Έντγκαρ Χάρμπουργκ, αλλά τα τρία κομμάτια που τραγουδούσε η Σουμάκ ήταν του συζύγου της, Βιβάνκο.
Παράλληλα με το τραγούδι, η Σουμάκ εμφανίστηκε και στις ταινίες "Secret of the Incas" (1954) και "Omar Khayyam" (1957). Στις 22 Ιουνίου 1955 παίρνει την αμερικανική υπηκοότητα, ενώ το 1957 παίρνει διαζύγιο από τον Βιβάνκο. Τον ίδιο χρόνο τον ξαναπαντρεύεται και τον χωρίζει ξανά οριστικά το 1965.
Λόγω οικονομικών δυσκολιών, το 1961, η Σουμάκ και το Inka Taky Trio κάνουν μια πενταετή παγκόσμια περιοδεία, παίζοντας σε 40 πόλεις της Σοβιετικής Ένωσης, και σε όλη την Ευρώπη, την Ασία και τη Λατινική Αμερική.
Η ηχογράφηση από τη συναυλία στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας αποτέλεσε και το μοναδικό της "λάιβ" δίσκο, με τίτλο "Recital", ενώ το υπόλοιπο της δεκαετίας του 1960 εμφανίζεται μόνο σποραδικά.
Το 1971 κάνει έναν δίσκο με ροκ μουσική, το "Miracles" ("θαύματα") και επιστρέφει μόνιμα στο Περού. Οι εμφανίσεις της τη δεκαετία του 1970 είναι περιορισμένες, κυρίως στο Περού και την Νέα Υόρκη.
Εντούτοις την επόμενη δεκαετία επιστρέφει στο προσκήνιο, με ατζέντη τον Άλαν Άισλερ· δίνει αρκετές συναυλίες στις Ηνωμένες Πολιτείες (Χόλυγουντ, Νέα Υόρκη, Σαν Φρανσίσκο) και το εξωτερικό.
Το 1987 χαρίζει τη φωνή της στο τραγούδι "I Wonder" για την ταινία της Ντίσνεϋ "Ωραία Κοιμωμένη" και ακόμη ηχογραφεί έναν δίσκο με γερμανική τέκνο μουσική, με τίτλο "Mambo ConFusion".
Οι εμφανίσεις της συνεχίζονται τόσο στην Αμερική όσο και την Ευρώπη, ενώ το 1990 παίζει την Χάϊντι στο θεατρικό έργο του Στέφεν Σόντχάιμ "Follies" ("τρέλες").
Τα τελευταία χρόνια
Στα τέλη του 1990, με το ενδιαφέρον για την lounge μουσική να αναθερμαίνεται, η Σουμάκ αναδεικνύεται και πάλι στο προσκήνιο, μέσα από το τραγούδι "Ataypura" που ακούγεται στην ταινία των Αδελφών Κοέν "Ο μεγάλος Λεμπόφσκι".
Ένα άλλο τραγούδι, το "Bo Mambo", ακούγεται σε τηλεοπτικές διαφημίσεις σε όλο τον κόσμο, ενώ πολλά άλλα της τραγούδια εντάσσονται στην μουσική επένδυση αρκετών κινηματογραφικών ταινιών.
Στις 6 Μαΐου, στη Λίμα, ο πρόεδρος του Περού Αλεχάντρο Τολέδο της απονέμει το μετάλλιο του Τάγματος του Ηλίου. Επιπλέον, το μετάλλιο Χόρχε Μπασάδρε της απονέμεται από το Universidad Nacional Mayor του Σαν Μάρκος.
Η Ίμα Σουμάκ πεθαίνει την 1η Νοεμβρίου του 2008, στα 86 της χρόνια στο Λος Άντζελες· εννέα μήνες πριν, της είχε διαγνωστεί καρκίνος του παχέος εντέρου. Ο τάφος της βρίσκεται στο κοιμητήριο Hollywood Forever της Καλιφόρνια.
Δισκογραφία
18 ηχογραφημένα κομμάτια για την εταιρία Odeon στην Αργεντινή, 1943
Voice of the Xtabay (1950)
Flahooley (1951)
Legend of the Sun Virgin (1952)
Inca Taqui (1953)
Mambo! (1954)
Voice of the Xtabay & Inca Taqui, (1955)
Legend of the Jivaro, (1957)
Fuego Del Ande, (1959)
Recital, (1961)
Miracles, (1971)
I Wonder on Stay Awake, 1988 (ερμηνείες τραγουδιών από παλαιές ταινίες της Ντίσνεϋ)
Mambo ConFusion, (1991)
Τζέσε Όουενς, ήταν Αμερικανός αθλητής του στίβου, συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 στο Βερολίνο, όπου και κέρδισε 4 χρυσά μετάλλια
Τζέσε Όουενς
Ο Τζέσε Όουενς, ήταν Αμερικανός αθλητής του στίβου. (James Cleveland "Jesse" Owens, 12 Σεπτεμβρίου 1913 - 31 Μαρτίου 1980)
Συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 στο Βερολίνο, όπου και κέρδισε 4 χρυσά μετάλλια στα 100 μέτρα, στα 200 μέτρα, στο άλμα εις μήκος και αγωνιζόμενος στη Σκυταλοδρομία 4x100. Θεωρείται ένας από τους διασημότερους και σπουδαιότερους αθλητές όλων των εποχών.
Ο Τζέιμς Κλίβελαντ Όουενς γεννήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 1913 στο Όουκβιλ της Αλαμπάμα και ήταν το έβδομο από έντεκα παιδιά των Χένρι και Έμμα Αλεξάντερ Όουενς.
Αναγνωρίστηκε σε εθνικό επίπεδο το 1933 στους Εθνικούς Αγώνες Στίβου Λυκείων των ΗΠΑ που διεξαγόταν στο Σικάγο, όπου ισοφάρισε το παγκόσμιο ρεκόρ των 100 γιαρδών (91 μέτρα) και πήδηξε 24 πόδια και ½ της ίντσας (7,56 μέτρα) στο άλμα εις μήκος. Αργότερα, ο Όουενς μπήκε στο Πανεπιστήμιο Οχάιο Στέιτ με αθλητική υποτροφία.
Στις 25 Μαΐου 1935, στο Ανν Άρμπορ του Μίσιγκαν κατέρριψε 3 παγκόσμια ρεκόρ και ισοφάρισε ένα τέταρτο. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1936, ο Τζέσε Όουενς κέρδισε 4 χρυσά ολυμπιακά μετάλλια, προκαλώντας έκπληξη και θαυμασμό, αλλά και την οργή των φυλετιστών του Γ' Ράιχ, κυρίως του Χίτλερ.
Βέβαια ο ίδιος, ο Τζέσε Όουενς δήλωσε: Ο Χίτλερ έπρεπε να έρθει και να φύγει απ’ το στάδιο πολύ συγκεκριμένες ώρες. Χρειάστηκε να αποχωρήσει πριν την απονομή των μεταλλίων για τα 100 μέτρα, αλλά πριν φύγει έτυχε να περάσω δίπλα απ’ τις θέσεις του επιτελείου του. Με χαιρέτησε από μακριά και τον χαιρέτησα κι εγώ.
Στο βιβλίο του Τζέρεμι Σαπ, για τους Ολυμπιακούς του ’36, υπάρχει η εξής δήλωση του Όουενς: Δεν με σνόμπαρε ο Χίτλερ, αλλά ο Φράνκλιν Ρούσβελτ. Ο Πρόεδρος δεν μου έστειλε ούτε ένα τηλεγράφημα...
Σημείωσε και παγκόσμιο ρεκόρ στο άλμα σε μήκος, το οποίο έμεινε ακατάρριπτο για 25 χρόνια (καταρρίφθηκε το 1960 από τον Ραλφ Μπόστον). Ο Τζέσε Όουενς εγκατέλειψε τον αθλητισμό, ενώ ύστερα από 35 χρόνια καπνίσματος πέθανε στις 31 Μαρτίου 1980 στο Τουσόν της Αριζόνα, σε ηλικία 66 ετών.
Περισσότερα Άρθρα...
- Ιρέν Ζολιό-Κιουρί, ήταν Γαλλίδα επιστήμονας, κόρη της Μαρίας Κιουρί και του Πιερ Κιουρί
- Άνσελμ Φόιερμπαχ, θεωρείται κορυφαίος ζωγράφος του νεοκλασικισμού του 19ου αιώνα
- Τζόνι Κας, ήταν Αμερικανός τραγουδιστής, τραγουδοποιός, ηθοποιός και συγγραφέας
- Άντονι Πέρκινς, ήταν Αμερικανός ηθοποιός και σκηνοθέτης