Άρθρα
Δημήτρης Τερζάκης, συνθέτης σύγχρονης μουσικής και καθηγητής, από το 1985 πολιτογραφημένος Γερμανός
Δημήτρης Τερζάκης
Ο Δημήτρης Τερζάκης είναι Έλληνας, από το 1985 πολιτογραφημένος Γερμανός (γερμανικά: Dimitri Terzakis), συνθέτης σύγχρονης μουσικής και καθηγητής. (Αθήνα, 12 Μαρτίου 1938)
Γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 12 Μαρτίου 1938. Είναι γιος του συγγραφέα Άγγελου Τερζάκη. Σπούδασε αρχικά ανώτερα θωρητικά στο Ωδείο Αθηνών με τον Γεώργιο Σκλάβο και έπειτα μουσική σύνθεση με τον Γιάννη Γ. Παπαϊωάννου (1915-2000) στο Ελληνικό Ωδείο. Στη συνέχεια μετέβη στην Γερμανία (στην Κολωνία) για περαιτέρω σπουδές σύνθεσης κοντά στον συνθέτη Μπέρντ Αλόις Τσίμερμαν και ηλεκτρονικής μουσικής με τον Χέρμπερτ Άιμερτ.
O Tερζάκης το 1970 δημιούργησε διεθνή αίσθηση με το έργο του «Οίκος», σε κείμενο του Ρωμανού του Μελωδού, του οποίου η πρεμιέρα δώθηκε στο Φεστιβάλ στης Βασιλείας, και χαρακτηρίστηκε από τον γερμανικό μουσικό τύπο ως η σπουδαιότερη αποκάλυψη της διοργάνωσης. Δίδαξε σύνθεση στην Ανώτατη Μουσική Ακαδημία του Ντίσελντορφ, στην Ανώτατη Μουσική Ακαδημία του Βερολίνου και στο Ωδείο της Βέρνης. Είναι τακτικός καθηγητής της Ανώτατης Μουσικής Ακαδημίας «Φέλιξ Μέντελσον Μπαρτόλντι» (Musikhochschule Felix Mendelssohn Bartholdy) της Λειψίας.
Ο Δημήτρης Τερζάκης διαμένει μόνιμα στη Λειψία, επισκεπτόμενος τακτικά την Ελλάδα, διατηρώντας ουσιαστική σχέση με αυτήν. Τον Μάρτιο του 2015 ο Τερζάκης εκλέχτηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Στη δημόσια συνεδρία της υποδοχής του, την 3η Νοεμβρίου 2015, ο τιμώμενος συνθέτης εκφώνησε ομιλία με θέμα «Γιατί είναι η ελαφρά μουσική ελαφρά;».
Έργο
Το συνθετικό έργο του Δημήτρη Τερζάκη κινείται «μεταξύ δύο κόσμων», πάνω σε μια προσωπική μουσική γλώσσα με βάση την Ελλάδα και την Ανατολική Μεσόγειο, με την οποία μπολιάζεται το Δυτικοευρωπαϊκό μουσικό ιδίωμα. Από τα παιδικά χρόνια του, ο Δημήτρης Τερζάκης ήθλε σε επαφή με τη βυζαντινή μουσική, παρακολουθώντας τις λειτουργίες μαζί με τον παππού του, ενώ εξοικειώθηκε και με τη λαϊκή μουσική παράδοση της Ελλάδας στο Ναύπλιο, όπου βρισκόταν τα κτήμα της οικογένειάς του. Στην συνέχεια, η γνώση του Τερζάκη για τη βυζαντινή υμνογραφία επεκτάθηκε, και σε αυτό σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι συχνές επισκέψεις του, από το 1970 και έπειτα, στο Άγιον Όρος.
Στα νεανικά κιόλας έργα του Τερζάκη, εντοπίζονται ηχητικοί συμβολισμοί βασισμένοι σε μελωδικά στοιχεία από παλιότερες ή αρχαίες μουσικές, τα οποία χρησιμοποιούνται από το συνθέτη με τρόπο ευέλικτο, χωρίς υποταγή στους παραδοσιακούς κανόνες, για τη δημιουργία μιας νέας, προσωπικής γλώσσας. Όπως αναφέρει ο ίδιος ο Τερζάκης, η μουσική του συνιστά ένα είδος «αιμοδοσίας στο σώμα της Δυτικοευρωπαϊκής μουσικής, η οποία, απομονωμένη για αιώνες από τους μεγάλους Ανατολικοευρωπαϊκούς και Εξωευρωπαϊκούς μουσικούς πολιτισμούς, έχει φτάσει σε αδιέξοδο». Και δηλώνει εμφατικά: «Δεν χρησιμοποίησα ποτέ αυτούσιο παραδοσιακό υλικό. Ρίχνω το βάρος στο μελωδικό στοιχείο, που το τοποθετώ σε βάσεις μη Δυτικές».
Μάνος Ελευθερίου, Έλληνας ποιητής, στιχουργός και πεζογράφος, έχει γράψει ποιητικές συλλογές, διηγήματα, μία νουβέλα, δύο μυθιστορήματα και περισσότερα από 400 τραγούδια
Μάνος Ελευθερίου
Ο Μάνος Ελευθερίου ήταν Έλληνας ποιητής, στιχουργός και πεζογράφος. Έχει γράψει ποιητικές συλλογές, διηγήματα, μία νουβέλα, δύο μυθιστορήματα και περισσότερα από 400 τραγούδια. Παράλληλα έχει εργαστεί ως αρθογράφος, επιμελητής εκδόσεων, εικονογράφος και ραδιοφωνικός παραγωγός. (12 Μαρτίου 1938 - 22 Ιουλίου 2018)
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ερμούπολη της Σύρου. Ο πατέρας του ήταν ναυτικός.
Σε ηλικία 14 ετών έρχεται με την οικογένειά του από την Σύρο στην Αθήνα και τα πρώτα επτά χρόνια κατοικούν στο Χαλάνδρι.
Το 1960 μετακομίζουν οικογενειακώς στο Νέο Ψυχικό.
Το 1955 γνωρίζεται με τον Άγγελο Τερζάκη ο οποίος τον ωθεί να παρακολουθήσει μαθήματα στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου ως ακροατής.
Το 1956 γράφεται στο τμήμα θεάτρου της Σχολής Σταυράκου με καθηγητές τον Χρήστο Βαχλιώτη, Γιώργο Θεοδοσιάδη και Γρηγόρη Γρηγορίου.
Το 1960 στα Ιωάννινα όπου βρέθηκε για να εκτελέσει την στρατιωτική του θητεία αρχίζει να γράφει θεατρικά έργα και ποιήματα.
Το 1962 σε ηλικία μόλις 24 ετών δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Συνοικισμός, με δικά του χρήματα αλλά δεν είχε την αναμενόμενη επιτυχία.
Την ίδια εποχή στα Ιωάννινα γράφει τους πρώτους στίχους, ανάμεσα στους οποίους ήταν και «Το τρένο φεύγει στις 8:00» που αργότερα μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης.
Τον Οκτώβριο του 1963 ξεκινά να εργάζεται στο «Reader's Digest» όπου και παρέμεινε για τα επόμενα δεκαέξι χρόνια. Στο μεταξύ κυκλοφορούν τα δύο πρώτα του βιβλία με διηγήματα, Το διευθυντήριο (1964) και Η σφαγή (1965) για τα οποία γράφτηκαν εξαιρετικές κριτικές.
Το 1964 παρουσιάζεται στην ελληνική δισκογραφία. Συνεργάζεται με το συνθέτη Χρήστο Λεοντή καθώς και τον Μίκη Θεοδωράκη (1967) με τον οποίο η συνεργασία διακόπηκε λόγω της Δικτατορίας.
Τα συγκεκριμένα τραγούδια πρωτοκυκλοφόρησαν το 1970 στο Παρίσι. Συνεργάστηκε με τον Δήμο Μούτση (Άγιος Φεβρουάριος, 1971) και με τον Γιάννη Μαρκόπουλο στον δίσκο Θητεία του οποίου η ηχογράφηση άρχισε το Νοέμβριο του 1973, διακόπηκε από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και τελικά κυκλοφόρησε το 1974 με την Μεταπολίτευση.
Κατά καιρούς έχει συνεργαστεί σχεδόν με όλους τους Έλληνες συνθέτες, όπως με τον συνθέτη Σταύρο Κουγιουμτζή και τον τραγουδιστή Γιώργο Νταλάρα καθώς και με το Θανάση Γκαϊφύλλια στην Ατέλειωτη Εκδρομή (1975), τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Γιάννη Σπανό, τον Γιώργο Ζαμπέτα, τον Σταμάτη Κραουνάκη, τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, τον Γιώργο Χατζηνάσιο, τον Αντώνη Βαρδή και πολλούς άλλους.
Παράλληλα γράφει και εικονογραφεί παραμύθια για παιδιά και επιμελείται την έκδοση λευκωμάτων με θέμα την Σύρο: Ενθύμιον Σύρας, Θέατρο στην Ερμούπολη κ.α. Την δεκαετία του ‘90 αρθρογραφεί και συγχρόνως κάνει ραδιοφωνικές εκπομπές στον Αθήνα 9,84 και στο Δεύτερο Πρόγραμμα.
Το 1994 εκδίδει τη πρώτη του νουβέλα με τίτλο Το άγγιγμα του χρόνου.
Το 2004 δημοσιεύει το πρώτο του μυθιστόρημα Ο Καιρός των Χρυσανθέμων που τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 2005.
Το 2013 ο Μάνος Ελευθερίου, βραβεύθηκε για την συνολική προσφορά του από την Ακαδημία Αθηνών.
Έφυγε από τη ζωή το πρωί της Κυριακής 22 Ιουλίου, σε ηλικία 80 ετών. Πρόσφατα, είχε αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα υγείας, το ξεπέρασε, αλλά τα ξημερώματα απεβίωσε από ανακοπή καρδιάς.
Εσύ όπου κι αν πας, σ’ όποιο ταξίδι, σε λάθος στάση θα κατεβείς.
Βραβεύσεις Μάνου Ελευθερίου
(2005) Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το μυθιστόρημά του "Ο καιρός των χρυσανθέμων".
(2013) Βραβείο ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη για το σύνολο του έργου του, Ακαδημία Αθηνών.
Εργογραφία
Δισκογραφικές επιτυχίες
Το παλληκάρι έχει καημό (Μ.Θεοδωράκης)
Σ' αυτή τη γειτονιά (Μ.Θεοδωράκης)
Ο Άγιος Φεβρουάριος (Δ.Μούτσης)
Η σούστα πήγαινε μπροστά (Δ.Μούτσης)
Άλλος για Χίο τράβηξε (Δ.Μούτσης)
Ο χάρος βγήκε παγανιά (Δ.Μούτσης)
Θητεία (Γ.Μαρκόπουλος)
Μαλαματένια λόγια (Γ.Μαρκόπουλος)
Τα λόγια και τα χρόνια (Γ.Μαρκόπουλος)
Παραπονεμένα λόγια ( Γ.Μαρκόπουλος)
Κάτω απ'τη μαρκίζα (Γ.Σπανός)
Οι ελεύθεροι κι ωραίοι (Στ.Κουγιουμτζής)
Στα χρόνια της υπομονής (Στ.Κουγιουμτζής)
Άμλετ της Σελήνης (Θ.Μικρούτσικος)
Δεν είμαι άλλος (Θ.Μικρούτσικος)
Είναι αρρώστια τα τραγούδια (Στ.Ξαρχάκος)
Έρημοι σταθμοί (Δ.Τσακνής)
Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες (Ηλ.Ανδριόπουλος)
Η Διαθήκη (Χρ.Νικολόπουλος)
Ποιος τη ζωή μου, ποιος την κυνηγά (Μ.Θεοδωράκης)
Το σπίτι γέμισε με λύπη (Χρ.Λεοντής)
Στων αγγέλων τα μπουζούκια (Χρ.Νικολόπουλος)
Μη χτυπάς σ' ένα σπίτι κλειστό (Λ.Κηλαηδόνης)
Ατέλειωτη εκδρομή (Θ.Γκαϊφύλλιας)
Γνωριμία (Θ.Γκαϊφύλλιας)
Ποίηση
(2013) Μαύρα μάτια, Μεταίχμιο
(2013) Τα λόγια και τα χρόνια, Μεταίχμιο
(2010) Ο νοητός λύκος, Μεταίχμιο
(2009) Αγρυπνία για το σκοτεινό τρυγόνι στην εκκλησία του προφήτη Ελισσαίου, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2008) Βλέμματα από την Ελλάδα, Μεταίχμιο
(2008) Παραμονή Πρωτοχρονιάς, Άμμος
(2006) Το άγγιγμα του χρόνου, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2006) Το νεκρό καφενείο, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2005) Ένα καράβι, καραβάκι..., Σχολή Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου
(2005) Ο καιρός των χρυσανθέμων, Μεταίχμιο
(2004) Ο καιρός των χρυσανθέμων, Μεταίχμιο
(2003) Η πόρτα της Πηνελόπης, Γαβριηλίδης
(2002) Είναι αρρώστια τα τραγούδια, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2002) Ο ίσκιος της Αθήνας, Ποταμός
(2000) Η γάτα που ήθελε να γίνει πουλί, Ελληνικά Γράμματα
(1998) Του Γενάρη το φεγγάρι, Κέδρος [κείμενα, εικονογράφηση]
(1997) Ένα καράβι μια φορά, Ωκεανίδα
(1997) Το νεκρό καφενείο, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1994) Το άγγιγμα του χρόνου, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1987) Αναμνήσεις από την Όπερα, εκδόσεις Γνώση
(1983) Το μυστικό πηγάδι, εκδόσεις Γνώση
(1980) Μαθήματα μουσικής/Τα ξόρκια,1972 Επανέκδοση από τις εκδόσεις Ύψιλον
(1978) Τα όρια του μύθου, εκδόσεις Γνώση
(1975) Αγρυπνία για το σκοτεινό τρυγόνι στην εκκλησία του προφήτη Ελισσαίου, Αμοργός
(1973) Τα ξόρκια, Ύψιλον
(1972) Μαθήματα μουσικής
(1962) Συνοικισμός
Πεζογραφία
Μυθιστορήματα
(2004) Ο καιρός των χρυσανθέμων, Μεταίχμιο
(2006) Η γυναίκα που πέθανε δύο φορές, Μεταίχμιο
(2008) Άνθρωπος στο πηγάδι, Μεταίχμιο
(2011) Πριν απ' το ηλιοβασίλεμα, Μεταίχμιο
Φαρμακείον εκστρατείας, Μεταίχμιο 2016
Διηγήματα
(1964) Το διευθυντήριο, Φέξης
(1965) Η σφαγή
(2007) Η μελαγχολία της πατρίδας μετά τις ειδήσεις των οκτώ, Μεταίχμιο
Νουβέλα
(1994) Το άγγιγμα του χρόνου, Καστανιώτης
Μαρτυρίες-Ιστορικά
(2002) Είναι αρρώστια τα τραγούδια (Ανθολόγηση κειμένων του συγγραφέα. Επιμέλεια σειράς Θανάσης Θ. Νιάρχος), Καστανιώτης
(2005) Η δεκαετία του '60 (μαζί με τον Θανάση Θ. Νιάρχο, Καστανιώτης
(2013) Μαύρα Μάτια - Ο Μάρκος Βαμβακάρης και η συριανή κοινωνία στα χρόνια 1905-1920, Μεταίχμιο
Μελέτες-Λευκώματα
Το θέατρο στην Ερμούπολη τον εικοστό αιώνα (τέσσερις τόμοι), Δήμος Ερμούπολης.
(2002) Ο ίσκιος της Αθήνας: Shadows of Athens (φωτογράφιση Εβίτα Μαχαίρα, μετάφραση Mary Kitroeff, κείμενα Μάνος Ελευθερίου), Ποταμός
Παιδικά
Παραμύθια για τον Αυτοκράτορα, Γνώση
(1997) Ένα καράβι μια φορά (εικονογράφηση Σοφία Φόρτωμα), Ωκεανίδα
(1998) Του Γενάρη το φεγγάρι: Παραμύθια για τους δώδεκα (εικονογράφηση Μάνος Ελευθερίου), Κέδρος
(2000) Η γάτα που ήθελε να γίνει πουλί (εικονογράφηση Σοφία Φόρτωμα), Ελληνικά Γράμματα
(2005) Ένα καράβι, καραβάκι... (εικονογράφηση Μαθητές Α΄ δημοτικού 2004-2005 σχολής Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου), Εκδόσεις της Σχολής Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου
Θέατρο
(2007) Μπλε μελαγχολία. Σας αρέσει ο Μπραμς; Άλτιν (Μάνος Ελευθερίου, Μάρω Δούκα, Μένης Κουμανταρέας), Κέδρος
(2010) Ο Γέρος Χορευτής, Μεταίχμιο
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2013) Ημερολόγιο: Παιδιά του κόσμου, Εκδόσεις Γκοβόστη
(2013) Μακρουλάκης, Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη
(2012) Φύγε για να μείνεις, Οδοιπόρος
(2011) Στίχοι στο καβαλέτο, Εκδόσεις Τέχνης "Οίστρος"
(2011) Τα ποιήματα του 2010, Κοινωνία των (δε)κάτων
(2008) 3.000 χρόνια ελληνική ερωτική ποίηση, Εκδοτική Θεσσαλονίκης
(2008) Μαρία Μοντέζ, Αιγόκερως
(2007) Μπλε μελαγχολία. Σας αρέσει ο Μπραμς; Άλτιν, Κέδρος
(2005) Η δεκαετία του '60, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2005) Το Χαλάνδρι που γνώρισα (19 Έλληνες συγγραφείς γράφουν για το Χαλάνδρι), Ευριπίδης
(2001) Μια πόλη, ένας συγγραφέας, Μίνωας
(1997) Έρωτας σε πρώτο πρόσωπο (29 ιστορίες που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα "Τα Νέα"), Αθήνα - Κέδρος
Επιμέλειες του συγγραφέα
(1981) Φωτογραφίες και σήματα Ελλήνων και ξένων φωτογράφων της περιόδου 1859-1910, εκδόσεις Γνώση
(1993) Ενθύμιο Σύρας φωτογραφίες και καρτ ποστάλ από το 1860-1950, εκδόσεις Γνώση
(2000) Νεοκλασική Ερμούπολη, (Επιμέλεια. Φωτογράφιση Παναγιώτης Δενδρινός, Νίκος Δεσύπρης, Ιάκωβος Καρβώνης κ.ά.) Ελληνικά Γράμματα
(2001) Ενθύμιον Σύρου: Σύρος ένα νησί - Μια ιστορία (Επιμέλεια. Καρτ ποστάλ και φωτογραφίες του 19ου και του 20ού αιώνα, μετάφραση Sophia Phocas), Ελληνικά Γράμματα
(2003) Κοκορέλη, Αργυρώ, Ο Μπαλού στο πάρκο, (εικονογράφηση), Μίλητος
(2004/2011) Ερμούπολη, Μια πόλη στη λογοτεχνία (Επιμέλεια Μάνος Ελευθερίου, επιμέλεια σειράς Κώστας Ακρίβος, φωτογράφιση Καμίλο Νόλλας) Μεταίχμιο
Παλιές αγάπες αγιασμένες και μικρές
κι άλλες που μείνανε στον κόσμο κολασμένες
σαν καραμέλες μες στο στόμα μας πικρές
μας ταξιδεύουν κάθε βράδυ στοιχειωμένες...
"Σε άδειο θέατρο"
Το 2007 που εκδίδεται η συλλογή διηγημάτων "Η μελαγχολία της πατρίδας μετά τις ειδήσεις των οκτώ", ο συγγραφέας επισημαίνει σε συνέντευξη: "Το διήγημα, ως φόρμα είναι δυσκολότερο από ένα μικρό μυθιστόρημα. Πρέπει να εξαντλήσεις όλη σου την τεχνική και να γράψεις μια ολοκληρωμένη, συνοπτική ιστορία χωρίς να παραλείψεις στις περιγραφές σου τίποτα από την ψυχολογία των ηρώων σου και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Τα διηγήματα της Μελαγχολίας... γράφονταν επί πολλά χρόνια. Με είχαν στοιχειώσει. Το 'λάθος' στο διήγημα είναι θανατηφόρο. Το τινάζει στον αέρα".
Ανδρέας Καρκαβίτσας, ήταν Έλληνας λογοτέχνης, υπήρξε ένας από τους τρεις μεγάλους εκπροσώπους της ηθογραφίας, μαζί με τους Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και Γεώργιο Βιζυηνό
Ανδρέας Καρκαβίτσας
Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας ήταν Έλληνας λογοτέχνης. Υπήρξε ένας από τους τρεις μεγάλους εκπροσώπους της ηθογραφίας, μαζί με τους Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και Γεώργιο Βιζυηνό και ο κατ' εξοχήν εκπρόσωπος του νατουραλισμού στη νεοελληνική λογοτεχνία. (Λεχαινά, 12 Μαρτίου 1865 – Μαρούσι, 24 Οκτωβρίου 1922)
Ο Καρκαβίτσας ασχολήθηκε με επιτυχία με όλα τα είδη του γραπτού λόγου εκτός από θεατρικά έργα: διηγήματα, μυθιστορήματα, ποίηση, μελέτες, χρονογραφήματα, ιστορικά σημειώματα, ιστορικά ανέκδοτα, παιδικά βιβλία. Επίσης, συνεργάστηκε με τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής του, καθώς και με εφημερίδες στις οποίες προμήθευε πλήθος άρθρα που αφορούσαν τις συνήθειες και τα γνωρίσματα των διαφόρων τόπων της Ελλάδας.
Τα πιο διάσημα έργα του είναι το μυθιστόρημα Ο ζητιάνος, και η συλλογή διηγημάτων Λόγια της πλώρης, δυο έργα με τα οποία ο Καρκαβίτσας κατέκτησε μια θέση στους κορυφαίους της νεοελληνικής πεζογραφίας. Αυτά τα δυο έργα έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί σε πολλές χώρες του εξωτερικού, αυτοτελώς καθώς και σε ανθολογίες νεοελληνικής πεζογραφίας.
Στρατιωτικός γιατρός στο επάγγελμα, αποστρατεύτηκε λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας — έπασχε στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του από φυματίωση — το 1920, με το βαθμό του αρχίατρου. Ασχολήθηκε ενεργά και με την πολιτική ζωή του τόπου, συμμετέχοντας στο εκστρατευτικό σώμα που πήγε στην Κρήτη κατά την Kρητική Eπανάσταση του 1897, στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912–1913, στο Κίνημα στο Γουδί, κ.α.
Πέθανε από φυματίωση του λάρυγγα τον Οκτώβρio του 1922, στην Αθήνα, σε ηλικία 57 ετών, πικραμένος για την κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας με τη Μικρασιατική καταστροφή, που την είδε να συμβαίνει λίγο πριν πεθάνει.
Η νεότητα
Πρωτότοκος γιος του Δημήτρη Καρκαβίτσα και της Άννας Σκαλτσά, γεννήθηκε το 1865 στα Λεχαινά της Ηλείας, και είχε συνολικά έντεκα αδέρφια από τα οποία επέζησαν μόνο τα οχτώ (τέσσερα αγόρια και τέσσερα κορίτσια). Έλαβε τη βασική εκπαίδευση στην ιδιαίτερη πατρίδα του, έπειτα στο Α΄ Γυμνάσιο Πατρών. Στην Πάτρα, πόλη με σημαντική πνευματική κίνηση, ο Καρκαβίτσας γνώρισε τους Επτανήσιους λόγιους και συνδέθηκε με τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη.
Το 1883 τελειώνοντας το γυμνάσιο γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, περισσότερο λόγω της ανάγκης του για ένα σταθερό και προσοδοφόρο επάγγελμα παρά λόγω έφεσης προς αυτήν την επιστήμη.
Εξάλλου εκείνα τα χρόνια, σφοδρά ερωτευμένος με μια συντοπίτισσά του, τη Γιούλη, έπρεπε να έχει ένα επάγγελμα που θα εξασφάλιζε τη ζωή της Γιούλης για να μπορέσει να την παντρευτεί. Κατά τη διάρκεια της φοιτητικής του ζωής στην Αθήνα, εισχώρησε στον πνευματικό κόσμο της εποχής και γνωρίστηκε με λογοτέχνες όπως τον Παλαμά και τον Ξενόπουλο. Από το 1885 άρχισε να δημοσιεύει διηγήματα και νουβέλες σε λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες, αλλά και άρθρα, ταξιδιωτικές εντυπώσεις και λαογραφικά κείμενα».
Το πρώτο διήγημά του που δημοσιεύτηκε ήταν «Η Ασήμω» το 1885, στο περιοδικό Εβδομάς του Δ. Καμπούρογλου. Τότε άρχισε και τη συνεργασία του με τα περιοδικά Εβδομάς του Καμπούρογλου, Εκλεκτά Μυθιστορήματα του Χιώτη και την Εστία, πολυπόθητος στόχος κάθε νέου συγγραφέα. Το καλοκαίρι του 1886 όταν βρισκόταν στα Λεχαινά αρρώστησε από πνευμονία και ελονοσία, αρχή της εύθραυστης υγιείας του, που συχνά στο εξής του δημιουργούσε προβλήματα.
Το φθινόπωρο του 1887 επισκέφθηκε τη Ζάκυνθο και έγραψε άρθρα για το Αρχειοφυλάκιο και τη Βιβλιοθήκη της Ζακύνθου που δημοσιεύτηκαν στη Νέα εφημερίδα. Το 1888 έμαθε ότι η αγαπημένη του Γιούλη τελικά παντρεύτηκε κάποιον πλούσιο Αθηναίο, και από τότε δεν ξαναερωτεύτηκε ούτε και παντρεύτηκε ποτέ του.
Το καλοκαίρι του 1888 επισκέφθηκε τη Δωρίδα και την Παρνασσίδα. Επισκέφθηκε και τη γνωστή κωμόπολη Χρυσό, όπου αρρώστησε και πάλι από πνευμονία, ενώ παράλληλα συνέλεγε λαογραφικό υλικό για τα μετέπειτα διηγήματά του.
Τα Χριστούγεννα του 1888 αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή με «Λίαν Καλώς». Συνέχισε να δημοσιεύει διηγήματα σε περισσότερα τώρα περιοδικά, όπως στο Ημερολόγιο του Σκόκου και στο Ημερολόγιο «Ποικίλη Στοά», καθώς και σε εφημερίδες, όπως στην Ακρόπολη, την Καθημερινή και την Εφημερίδα.
Η μέση ηλικία
Στις αρχές του 1889 προσλήφθηκε ως αρθρογράφος στην Εφημερίδα με μισθό 100 δρχ. (σημαντικός μισθός εκείνη την εποχή) και παρέδωσε πολλά άρθρα λαογραφικού περιεχομένου, ενώ ταυτόχρονα άρχισε να μαθαίνει Γαλλικά. Όμως η κατάταξη στο στρατό, από τον οποίο είχε ήδη πάρει αναβολή το 1889 τον ανάγκασε να ακυρώσει αυτές τις δραστηριότητες. Υπηρέτησε μεταξύ άλλων στην Αθήνα, στη Λάρισα και από το 1890 στο Μεσολόγγι ως ανθυπίατρος της φρουράς της πόλης. Από εκείνη την περίοδο της παραμονής του στο Μεσολόγγι θα επισκεφτεί πολλές φορές τα Κράβαρα, και θα μαζέψει το υλικό που θα χρησιμοποιήσει αργότερα, στο Ζητιάνο. Μάλιστα, τις πρώτες εντυπώσεις του από το φαινόμενο της ζητιανιάς τις δημοσίευσε αμέσως στην Εφημερίδα προκαλώντας σφοδρές αντιδράσεις από τους απανταχού Κραβαρίτες, που θυμωμένοι κάποιοι τον κάλεσαν σε μονομαχία, ενώ κάποιοι άλλοι έστειλαν επιστολές διαμαρτυρίας στην εφημερίδα του.
Τον Ιούνιο του 1891 μετατέθηκε στη Λάρισα. Η ζωή εκεί θα του προμηθεύσει και το υπόλοιπο υλικό για το Ζητιάνο του. Το 1891 τελείωσε τη θητεία του, και άρχισε περιοδεία στην Πελοπόννησο. Από εκεί έγραψε για το περιοδικό Εστία τα άρθρα του για τις φυλακές του Ναυπλίου, παρουσιάζοντας μια ολοκληρωμένη εικόνα για το τότε σωφρονιστικό σύστημα της Ελλάδας.
Τον Οκτώβριο του 1891 διορίστηκε γιατρός στο ατμόπλοιο Αθηνά της Πανελληνίου Ατμοπλοϊκής Εταιρείας. Οι εμπειρίες από αυτά τα τέσσερα χρόνια συνεχών ταξιδιών καταγράφηκαν αρχικά στο ταξιδιωτικό ημερολόγιο του, με τον τίτλο Σ' Ανατολή και Δύση και στη συνέχεια τροφοδότησαν την συλλογή διηγημάτων Λόγια της πλώρης.
Το καλοκαίρι του 1895 και έχοντας ήδη φύγει από τη θαλασσινή ζωή, επισκέφθηκε ξανά την ορεινή Ναυπακτία και τα Κράβαρα ενόσω διατελούσε ιατρός στην κοινότητα Άμπλιανη Ευρυτανίας. Εκεί τελείωσε τον Ζητιάνο του και άρχισε τον Αρματωλό.
Τον Αύγουστο του 1896 κατατάχθηκε στο Στρατό ως μόνιμος στρατιωτικός γιατρός, αφού πρώτα είχε δημοσιεύσει τον Ζητιάνο του, σε συνέχειες στην εφημερίδα Εστία. Το Ιανουάριο 1897 έφυγε με το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα για την Κρήτη, για να βοηθήσει στην Επανάσταση που είχε ξεσπάσει εκεί, και κατόπιν ακολούθησε το εκστρατευτικό σώμα και στη Θεσσαλία. Την αμέσως επόμενη χρονιά κέρδισε το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό διηγήματος της Εστίας, με το διήγημα «Πάσχα στα πέλαγα».
Η υγεία του εξακολούθησε να μην είναι καλή, ενώ άρχισαν να τον ταλαιπωρούν και ρευματισμοί. Σιγά-σιγά, η λογοτεχνική του παραγωγή στέρευε, για να σταματήσει τελείως το 1910. Ασχολούνταν περισσότερο με την πολιτική και την επιβολή της δημοτικής γλώσσας. Αρθρογραφούσε στον Νουμά, που ήταν το όργανο των δημοτικιστών, στην Ακρόπολη και στον Χρόνο, καταφερόμενος εναντίον του Διληγιάννη και άλλων που τους θεωρούσε εμπόδιο στη προκοπή του έθνους.
Το 1908 έγινε μέλος της Λαογραφικής Εταιρείας του Νικολάου Πολίτη. Το 1909 ξαναπήγε με τη στρατολογική επιτροπή στη Θεσσαλία, και σε ένα γρήγορο ταξίδι στη Σκιάθο, συνάντησε τον Παπαδιαμάντη. Το 1910 συμμετείχε στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου, μαζί με τον Ίωνα Δραγούμη, το Λορέντζο Μαβίλη και άλλους που αγωνίζονταν για την αναμόρφωση της Παιδείας πάνω σε καινούριες βάσεις. Το 1911, μαζί με άλλους συγγραφείς, τιμήθηκε με το παράσημο του Αργυρού Σταυρού για τη λογοτεχνική του προσφορά.
Ενεργό μέλος του Στρατιωτικού Συνδέσμου, υποστήριξε το Κίνημα στο Γουδί και ταυτόχρονα το κίνημα των δημοτικιστών εναντίον των «προγονόπληκτων», ως ενεργό μέλος της Εταιρείας της Εθνικής Γλώσσας που αγωνίζονταν για την καθιέρωση της δημοτικής σε όλες τις δημόσιες πλευρές της ζωής του έθνους.
Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912–1913. Το 1916 αντέδρασε στο κίνημα του Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη και γι' αυτό φυλακίστηκε για λίγους μήνες στη Θεσσαλονίκη και μετά τέθηκε αυτεπάγγελτα σε αποστρατεία. Κατόπιν περιορίστηκε πρώτα στην πατρίδα του, τα Λεχαινά και έπειτα στη Γέρα στη Μυτιλήνη.
H ωριμότητα και το τέλος
Στις αρχές του 1917 νοσηλεύθηκε για φυματίωση στο σανατόριο της Πεντέλης και όταν βγήκε εγκαταστάθηκε μόνιμα πλέον στο Μαρούσι, το οποίο θεωρείτο κατάλληλος τόπος διαμονής για φυματικούς.
Το 1920 επανήλθε στο στράτευμα με το βαθμό του γενικού αρχιάτρου, για να αποστρατευτεί μετά από δική του αίτηση οριστικά το 1922. Το 1920 ανέλαβε &mdash τελευταία του δουλειά — τη συγγραφή και επιμέλεια του Αναγνωστικού της Γ΄, της Δ΄, και της Ε΄ Δημοτικού μαζί με τον Επαμεινώνδα Παπαμιχαήλ. Τον τελευταίο χρόνο της ζωής του, το 1922, εργάσθηκε πάνω στη συγκέντρωση σε δύο τόμους των παλαιότερων διηγημάτων του, τα Διηγήματα των παλικαριών μας και τα Διηγήματα του γυλιού».
Πέθανε στις 24 Οκτωβρίου του 1922, από φυματίωση του λάρυγγα, με την πικρή γεύση της Μικρασιατικής καταστροφής, που αποτέλεσε το τέλος των ονείρων όχι μόνο του Καρκαβίτσα αλλά και μιας ολόκληρης γενιάς Ελλήνων. Άφησε τις εισπράξεις από τα δικαιώματα των έργων του στη σύντροφο των τελευταίων χρόνων της ζωής του και τα χειρόγραφά του στο Γιάννη Βλαχογιάννη, διευθυντή τότε των Αρχείων του Κράτους.
Η προσωπικότητά του
Την πιο χαρακτηριστική περιγραφή της προσωπικότητας του Καρκαβίτσα, την έχει δώσει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο οποίος έχει γράψει τα εξής: «Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη [1888], ὁ Καρκαβίτσας ἦτο μόλις εἰκοσαετής, ἀδέξιος εἰς τὰς κινήσεις καὶ μᾶλλον ἄκομψος ἢ ἀπέριττος εἰς τὴν ἐνδυμασίαν, τύπος σχεδὸν κοινὸς νεαροῦ ἐπαρχιώτου ποὺ πρωτοέρχεται εἰς τὰς Ἀθήνας νὰ σπουδάσῃ, μὲ τὴν μαγκουρίτσαν του, μὲ τὸ μουστακάκι του, μὲ ἀνήσυχα μαῦρα μάτια, ὄχι πολὺ εὔμορφα, μὲ κάποιαν ἔκφρασιν πονηρίας εἰς τὴν φυσιογνωμίαν ἐκείνην, τὴν προδίδουσαν τὴν μοραΐτικη καταγωγήν, καὶ μὲ ὡραῖο πλατὺ μέτωπον, τὸ μόνον ἴσως φωτεινόν χαρακτηριστικόν, τὸ μαρτυροῦν ὅτι ὁ νέος ἐκεῖνος ἦτο κάποιος. Καὶ ἦτο ἤδη ὁ συγγραφεὺς τοῦ Ἀφωρεσμένου Δὲν θαυμάζω μόνον τὸν Καρκαβίτσαν ὡς συγγραφέα, ἀλλὰ καὶ τὸν ἀγαπῶ ὡς ἄνθρωπον. Εἶναι καλός. Οὔτε θὰ ἔβρισκα ἄλλη λέξιν διὰ νὰ τὸν χαρακτηρίσω, ἀπὸ αὐτὴν ποὺ μεταχειριζόμεθα τόσο συχνά καὶ διὰ τόσο πολλούς. Ἁπλοῦς, ἀφελῆς, ἴσιος, δὲν ἔχει οὔτε ταπεινὰ πάθη, οὔτε γελοίους ἐγωισμούς, οὔτε μίση προσωπικὰ καὶ ἀνόητα, οὔτε κἂν τὰς ἀδυναμίας, τὰς στρυφνότητας, τὰς ἰδιοτροπίας ἐκείνας τὰς παιδικάς, ποὺ μερικοὺς ἄλλους "μεγάλους ἄνδρας" τοὺς κάμνουν ἀνυπόφορους. Ποτὲ δὲν ὁμιλεῖ γιὰ τὰ ἔργα του, ποτὲ δὲν προβάλλει ἀπαιτητικὸν καὶ καταθλιπτικὸν τὸ ἐγώ του. Κάποτε εἶχα γράψει μὲ πολὺν ἐνθουσιασμὸν διὰ τὰ Λόγια τῆς Πλώρης του. Τελευταίως εἶχα ἐπικρίνει τὸν Ἀρχαιολόγον του. Ὁ Καρκαβίτσας μὲ εὐχαρίστησε μὲ τὴν ἴδιαν γαλήνην καὶ διὰ τὰς δύο κριτικάς, ἐνῶ ἄλλος διὰ τὴν δευτέραν ἠμποροῦσε νὰ μοῦ θυμώσῃ. Μοῦ ἀρέσει ὁ χαρακτήρ του ὁ ἄκαμπτος, ὁ ἀνένδοτος, ἐκεῖ ποὺ πρέπει, καὶ ὁ μαλακός, ὁ ἐνδοτικότατος, πάλιν ἐκεῖ ποὺ πρέπει. Μοῦ ἀρέσει ἡ ζωή του ἡ ἥσυχη, ἡ ἀθόρυβη, ἡ μοναχική, ἡ ἐλεύθερη καὶ ἡ ἀμέριμνη. Μοῦ ἀρέσει ἡ μουρμούρα του, ὅταν παραπονῆται διὰ τὴν κατάστασιν καὶ τὰ βάζῃ μὲ ὅλους, πρῶτα πρῶτα μὲ τὸν "ἄθλιον" ἑαυτόν του. Μοῦ ἀρέσει ἡ φαιδρότης του, ὅταν ακούῃ ἢ διηγῆται ἀστεῖα, ὅταν πειράζῃ μὲ ἀμίμητην τέχνην τοὺς πειραζομένους, καὶ ὅταν ἀνακαινίζεται εἰς ἕνα θαυμάσιον γέλιο ἀπὸ τὴν καρδιά του, ποὺ εἶναι νομίζεις ἡ μεγαλυτέρα εὐτυχία τῆς ζωῆς του. Μοῦ ἀρέσει ἡ μελαγχολία του, ἡ κατήφεια καὶ ἡ βουβαμάρα ποὺ τὸν πιάνει καμμιὰ φορὰ μεταξὺ φίλων εἰς τὸ καφενεῖον τοῦ Ζαχαράτου ἢ εἰς τὸ σαλόνι τοῦ Παλαμᾶ, ποὺ δὲν ἠξεύρεις ἂν εἶναι θυμός, ἂν εἶναι νύστα ἢ ἂν εἶναι ρέμβη δημιουργίας κανενὸς ἀριστουργήματος.»
Το έργο του
Γλώσσα
Ο Καρκαβίτσας άρχισε να γράφει στην καθαρεύουσα αλλά από τη δεκαετία του 1890 και μετά την εγκατέλειψε για τη δημοτική, που συγκινούσε όλο και περισσότερα πνεύματα την εποχή εκείνη. Γράφει για την καθαρεύουσα, το 1892: «Της ρίχνεις χρυσάφι και σου βγάζει κάρβουνο· της ρίχνεις φωτιά και σου βγάζει στάχτη· της ρίχνεις αίμα και σου βγάζει λαχανόζουμο.» Ωστόσο δεν θα επικροτήσει ούτε τις ακρότητες της γλώσσας του Ψυχάρη, υποστηρίζοντας σε πολλά άρθρα του ότι ήταν μια γλώσσα το ίδιο εργαστηριακή και επινοημένη όσο σχεδόν και η γλώσσα των καθαρευουσιάνων.
Σάιμον Νιούκομπ, ήταν Αμερικανός αστρονόμος και μαθηματικός Καναδικής καταγωγής, συνεισέφερε κυρίως σε θέματα πρακτικής Αστρονομίας
Σάιμον Νιούκομπ
Ο Σάιμον Νιούκομπ ήταν Αμερικανός αστρονόμος και μαθηματικός Καναδικής καταγωγής. Συνεισέφερε κυρίως σε θέματα πρακτικής Αστρονομίας, όπως η χρονομετρία, στα Οικονομικά και στη Στατιστική, ενώ συνέγραψε ακόμα και ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας. (Simon Newcomb, 12 Μαρτίου 1835 – 11 Ιουλίου 1909)
Τα πρώτα του χρόνια
Ο Σάιμον Νιούκομπ γεννήθηκε στην κωμόπολη Γουάλας της Νέας Σκωτίας. Οι γονείς του ήταν οι Έμιλυ Πρινς (Emily Prince), κόρη δικαστή, και ο δάσκαλος Τζων Μπάρτον Νιούκομπ (John Burton Newcomb). Ο Τζων δίδασκε σε διάφορα μέρη του Καναδά και ιδιαίτερα σε χωριά της Νέας Σκωτίας. Ο μικρός Σάιμον φαίνεται ότι εκπαιδεύτηκε κυρίως από τον πατέρα του στο σπίτι και από μία σύντομη μαθητεία κοντά σε κάποιον «δρα. Φόσεϊ» (Foshay), ένα πρακτικό γιατρό στο Νιου Μπράνσγουικ, το 1851. Παρόλα αυτά, ο πατέρας του έδωσε στον Σάιμον θαυμάσιες βάσεις για μελλοντικές σπουδές. Η μαθητεία κοντά στον Φόσεϊ πραγματοποιήθηκε μετά από συμφωνία ότι ο Φόσεϊ θα τον μάθαινε επί πενταετία να χρησιμοποιεί βότανα για να γιατρεύει τους ανθρώπους. Αλλά μετά από δύο χρόνια ο έφηβος Σάιμον απογοητεύθηκε από τη μαθητεία του και από την καθόλου επιστημονική προσέγγιση του Φόσεϊ στο επάγγελμά του, αντιλαμβανόμενος ότι ο άνθρωπος ήταν ένας κομπογιαννίτης. Αποφάσισε λοιπόν να φύγει μακριά του, τερματίζοντας έτσι τη συμφωνία. Περπάτησε τα 190 χιλιόμετρα ως το λιμάνι του Καλαί στο Μέιν των ΗΠΑ, όπου ο καπετάνιος ενός πλοίου συμφώνησε να τον πάρει ως το Σάλεμ της Μασαχουσέτης, όπου βρισκόταν ο πατέρας του, όπως και έγινε. Στη συνέχεια, ταξίδεψαν μαζί και εγκαταστάθηκαν στο Μέριλαντ.
Εκεί ο Σάιμον Νιούκομπ μελέτησε μια ποικιλία θεμάτων, όπως Πολιτική Οικονομία και Θεολογία, ενώ δίδασκε παιδιά του δημοτικού για βιοποριστικούς λόγους. Οι βαθύτερες μελέτες του πάντως με τον καιρό επικεντρώθηκαν στα Μαθηματικά και την Αστρονομία. Συγκεκριμένα, διάβασε το έργο Principia Mathematica του Νεύτωνα. Το 1856 διορίσθηκε ως ιδιωτικός εκπαιδευτικός κοντά στην Ουάσινγκτον και συχνά μετέβαινε στην πρωτεύουσα των ΗΠΑ για να μελετήσει Μαθηματικά στις εκεί βιβλιοθήκες.
Μετά από ένα ακόμα έτος, το 1857, ο Νιούκομπ προσλήφθηκε ως «ανθρώπινος υπολογιστής» στο Γραφείο του Ναυτικού Αλμανάκ, στη Μασαχουσέτη. Τότε εγγράφηκε στη Σχολή Επιστημών Λώρενς (Lawrence Scientific School) του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, από όπου αποφοίτησε το 1858 με πτυχίο Φυσικών Επιστημών.
Σταδιοδρομία
Αστρονομία
Πριν ξεσπάσει ο Αμερικανικός Εμφύλιος Πόλεμος, πολλοί «συμπαθούντες» των Νοτίων υπέβαλαν την παραίτησή τους από το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ, οπότε το 1861 ο Νιούκομπ επωφελήθηκε από τις κενώσεις θέσεων και προσλήφθηκε ως καθηγητής πλέον των Μαθηματικών και αστρονόμος στο Ναυτικό Αστεροσκοπείο των ΗΠΑ, στην πρωτεύουσα Ουάσινγκτον. Ο Νιούκομπ άρχισε να εκτελεί ακριβείς μετρήσεις των θέσεων των πλανητών ως βοήθημα στη ναυσιπλοΐα, με αποτέλεσμα να αυξηθεί πολύ το ενδιαφέρον του για τις θεωρίες των πλανητικών κινήσεων.
Κατάλαβε ότι ο πίνακας σεληνιακών θέσεων του Πέτρου Ανδρέα Χάνσεν έσφαλλε και, όταν επισκέφθηκε το Παρίσι το 1870, ανακάλυψε ότι, εκτός από τα δεδομένα της περιόδου 1750 ως 1838 που είχε χρησιμοποιήσει ο Χάνσεν, υπήρχαν και άλλα, που πήγαιναν πίσω μέχρι το 1672. Δεν είχε, ωστόσο, την απαιτούμενη ηρεμία για επιστημονική δουλειά, καθώς τότε έλαβε χώρα η ήττα του Γάλλου αυτοκράτορα Ναπολέοντα Γ΄ στον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο και την επακόλουθη αλλαγή καθεστώτος στη Γαλλία. Ο Νιούκομπ κατάφερε να διαφύγει από την πόλη έχοντας πάρει τα πρόσθετα στοιχεία, τα οποία του επέτρεψαν να αναθεωρήσει τους πίνακες του Χάνσεν.
Το 1875 του προσφέρθηκε η θέση του διευθυντή του Αστεροσκοπείου του Χάρβαρντ, αλλά ο Νιούκομπ την αρνήθηκε, έχοντας πια κατασταλάξει ότι τα ενδιαφέροντά του βρίσκονταν στη Μαθηματική και όχι στην Παρατηρησιακή Αστρονομία.
Διευθυντής του Γραφείου του Ναυτικού Αλμανάκ
Το 1877 ο Νιούκομπ έγινε διευθυντής του Γραφείου του Ναυτικού Αλμανάκ, όπου με την επαρκή βοήθεια του Τζωρτζ Γουίλιαμ Χιλ εγκαινίασε ένα πρόγραμμα επανυπολογισμού όλων των σημαντικών αστρονομικών σταθερών. Παρά το γεγονός ότι επιφορτίσθηκε με επιπλέον απαιτητικά καθήκοντα ως καθηγητής των Μαθηματικών και της Αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς από το 1884, συνέλαβε με τον Ντάουνινγκ (A.M.W. Downing) ένα σχέδιο για να πάψει η διεθνής σύγχυση που επικρατούσε τότε στο θέμα αυτό. Τον Μάιο 1896, όταν παρακολούθησε ένα σχετικό συνέδριο στο Παρίσι, υπήρχε πια διεθνής ομοφωνία πως όλες οι αστρονομικές εφημερίδες και τα αλμανάκ θα έπρεπε να βασίζονται στους υπολογισμούς του Σάιμον Νιούκομπ. Μέχρι και το 1950 ένα συνέδριο επιβεβαίωσε τις σταθερές του Νιούκομπ ως το διεθνές στάνταρντ.
Το έργο του
Η ταχύτητα του φωτός
Το 1878 ο Νιούκομπ είχε αρχίσει να σχεδιάζει μια νέα και ακριβέστερη μέτρηση της ταχύτητας του φωτός που χρειαζόταν για τις ακριβείς τιμές πολλών αστρονομικών σταθερών. Είχε ήδη αρχίσει να αναπτύσσει μια βελτίωση της μεθόδου του Λεόν Φουκώ όταν έλαβε ένα γράμμα από τον νεαρό αξιωματικό του πολεμικού ναυτικού και φυσικό Άλμπερτ Άμπραχαμ Μάικελσον, ο οποίος σχεδίαζε επίσης μία τέτοια μέτρηση: άρχισε έτσι μία μακρά σχέση συνεργασίας και φιλίας. Το 1880 ο Μάικελσον βοήθησε στην πρώτη μέτρηση που έκανε ο Νιούκομπ, στο Φορτ Μάγιερ και το Ναυτικό Αστεροσκοπείο, που τότε βρισκόταν στον ποταμό Ποτόμακ. Η δεύτερη ομάδα μετρήσεων, μεταξύ του αστεροσκοπείου και του Μνημείου Ουάσινγκτον, έγινε χωρίς τον Μάικελσον, που είχε εγκαινιάσει το δικό του πρόγραμμα μετρήσεων της ταχύτητας του φωτός, για τις οποίες έγινε αργότερα διάσημος. Οι μετρήσεις των δύο επιστημόνων είχαν σημαντική διαφορά μεταξύ τους. Το 1883 ο Μάικελσον αναθεώρησε τη δική του μέτρηση προς μία τιμή εγγύτερα προς αυτή του Νιούκομπ.
Νόμος του Benford
Το 1881 ο Νιούκομπ συνέβαλε στην ανακάλυψη της στατιστικής αρχής που είναι σήμερα γνωστή ως «Νόμος του Benford», όταν είδε ότι οι πρώτες σελίδες των πινάκων λογαρίθμων, που χρησιμοποιούνταν τότε για την εκτέλεση υπολογισμών, ήταν πολύ πιο φθαρμένες από τη χρήση από ό,τι οι τελευταίες. Αυτό τον οδήγησε στο να διατυπώσει την αρχή ότι σε οποιονδήποτε κατάλογο αριθμών λαμβανόμενων από ένα τυχαίο σύνολο δεδομένων, περισσότεροι αριθμοί αρχίζουν από το ψηφίο 1 παρά από οποιοδήποτε άλλο.
Λίκνιση Chandler
Το 1891, λίγο μόλις καιρό μετά την ανακάλυψη από τον Σηθ Κάρλο Τσάντλερ της ελαφράς διακυμάνσεως του γεωγραφικού πλάτους ανά 14 μήνες, που αναφέρεται σήμερα ως Λίκνιση Chandler, ο Νιούκομπ ερμήνευσε τη φαινομενική ασυμφωνία ανάμεσα στην παρατηρούμενη κίνηση και την προβλεπόμενη περίοδο για τη λίκνιση: η αρχική θεωρία βασιζόταν στην παραδοχή ότι η γη είναι ανένδοτο στερεό σώμα, ενώ στην πραγματικότητα έχει μία ελαστικότητα. Ο Νιούκομπ χρησιμοποίησε τη διακύμανση του πλάτους για να εκτιμήσει την ελαστικότητα της Γης και τη βρήκε λίγο σκληρότερη από το ατσάλι.
Συμβολή στις άλλες επιστήμες
Ο Νιούκομπ ήταν ουσιαστικά ένας αυτοδίδακτος πολυμαθής. Συνέγραψε άρθρα οικονομικών και το βιβλίο του Principles of political economy (Αρχές Πολιτικής Οικονομίας, 1885) χαρακτηρίσθηκε από τον Τζων Κέυνς ως «ένα από εκείνα τα πρωτότυπα έργα που μπορεί να δίνει από καιρού σε καιρό κάποιος νέος επιστημονικός νους, που δεν έχει διαστραφεί από την ανάγνωση υπερβολικά μεγάλων ποσοτήτων των ορθόδοξων κειμένων ενός υπό διαμόρφωση ακόμα πεδίου όπως τα οικονομικά». Ο Νιούκομπ μιλούσε γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά και σουηδικά, ήταν ορειβάτης και συγγραφέας εκλαϊκευμένων επιστημονικών βιβλίων και ενός μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας (His Wisdom the Defender, 1900).
Προσωπική ζωή
Η κόρη του Νιούκομπ παντρεύτηκε τον Γενικό Αντεισαγγελέα των ΗΠΑ Έντουαρντ Χουίτνυ (Edward Baldwin Whitney), που ήταν γιος του καθηγητή Γουίλιαμ Χουίτνυ και έγινε παππούς του μαθηματικού Χάσλερ Χουΐτνυ.
Ο Νιούκομπ πέθανε στην Ουάσινγκτον από καρκίνο της ουροδόχου κύστεως και τάφηκε με στρατιωτικές τιμές στο Εθνικό Κοιμητήριο Άρλινγκτον. Στην κηδεία του ήταν παρών ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Γουίλιαμ Ταφτ.
Η άποψή του για την αεροπορία
Αναφέρεται συχνά ότι ο Νιούκομπ πίστευε ότι ήταν αδύνατη η κατασκευή μιας «πτητικής μηχανής». Αυτό δεν είναι ακριβές. Στο φύλλο της 22ης Οκτωβρίου 1903 της εφημερίδας The Independent, ο Νιούκομπ έγραψε ότι ακόμα και αν ένας άνθρωπος πετούσε, δεν θα μπορούσε να σταματήσει: «Μόλις κόψει ταχύτητα, θα αρχίσει να πέφτει. Μόλις σταματήσει, θα πέσει όπως μία αδρανής μάζα.» Εκτός αυτού, δεν είχε στο μυαλό του την έννοια της αεροδυναμικής πτέρυγας. Το αεροπλάνο γι' αυτόν ήταν μία λεπτή επίπεδη σανίδα υπό κλίση. Επομένως έβγαζε το συμπέρασμα ότι ποτέ δεν θα μπορούσε να μεταφέρει το βάρος ενός ανθρώπου. Ο Νιούκομπ απέρριπτε ιδιαίτερα τις απόψεις του Σάμιουελ Λάνγκλεϋ (Samuel Pierpont Langley), ο οποίος ισχυριζόταν ότι θα μπορούσε να κατασκευάσει μία πτητική συσκευή κινούμενη με ατμομηχανή και του οποίου οι πρώτες προσπάθειες ήταν δημόσιες αποτυχίες. Ωστόσο, ο Νιούκομπ έγραφε στη συνέχεια: «Πολύ πιθανά ο εικοστός αιώνας θα δει τις φυσικές πηγές δυνάμεως που θα μας καταστήσουν ικανούς να πετάμε από ήπειρο σε ήπειρο με ταχύτητα πολύ μεγαλύτερη από εκείνη ενός πουλιού. Αλλά όταν ρωτάμε αν η πτήση είναι δυνατή με το σημερινό επίπεδο γνώσεων, αν με τα σημερινά υλικά μπορεί να γίνει ένας συνδυασμός χάλυβα, υφάσματος και σύρματος, ο οποίος, κινούμενος με τη δύναμη του ηλεκτρισμού ή του ατμού, θα αποτελέσει μία επιτυχή πτητική συσκευή, η πρόγνωση ίσως είναι τελείως διαφορετική.» Ο Νιούκομπ αγνοούσε προφανώς τις προσπάθειες των αδελφών Ράιτ στην ίδια του τη χώρα, των οποίων η δουλειά δεν φωτιζόταν αρχικά από τους προβολείς της δημοσιότητας. Ο Νιούκομπ έκλινε προς την ανάπτυξη περιστρεφόμενης πτέρυγας (ελικόπτερο) και αερόπλοιων («ζέπελιν»), όπως και έγινε.
Τιμητικές διακρίσεις
Μέλος της Αμερικανικής Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών (1869)
Χρυσό Μετάλλιο της Βασιλικής Αστρονομικής Εταιρείας (1874)
Μέλος της Βασιλικής Σουηδικής Ακαδημίας Επιστημών (1875)
Εταίρος της Βασιλικής Εταιρείας (FRS) (1877)
Μετάλλιο Χόιχενς της Ακαδημίας Επιστημών του Χάαρλεμ (1878)
Μετάλλιο Copley της Βασιλικής Εταιρείας (1890)
Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής (1893)
Πρόεδρος της Αμερικανικής Μαθηματικής Εταιρείας (1897 - 1898)
Μετάλλιο Bruce της Αστρονομικής Εταιρείας του Ειρηνικού (1898)
Ιδρυτικό μέλος και ο πρώτος πρόεδρος της Αμερικανικής Αστρονομικής Εταιρείας (1899 - 1905)
Ονομάσθηκαν προς τιμή του
Ο αστεροειδής 855 Νιουκόμπια (855 Newcombia), που ανακαλύφθηκε το 1916
Ο κρατήρας Νιούκομπ στη Σελήνη
Το βραβείο για συγγραφή αστρονομικού έργου που απονέμει η Βασιλική Αστρονομική Εταιρεία του Καναδά
Πληροφορίες: el.wikipedia.org
Νίκος Δαδινόπουλος, ήταν Έλληνας ηθοποιός του σινεμά και της τηλεόρασης και τραγουδιστής
Νίκος Δαδινόπουλος
O Νίκος Δαδινόπουλος ήταν Έλληνας ηθοποιός του σινεμά και της τηλεόρασης και τραγουδιστής. (7 Οκτωβρίου 1944 - 10 Μαρτίου 2012)
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 7 Οκτωβρίου του 1944.
Ξεκίνησε την καριέρα του στα μέσα της δεκαετίας του 1960 όταν έλαβε μέρος σε ταινίες ενώ συνέχισε σε πολλά σήριαλ της κρατικής και της ιδιωτικής τηλεόρασης.
Έγινε ευρύτερα γνωστός τη δεκαετία του '70 χάρις στη συμμετοχή του στη σειρά "Λούνα Παρκ".
Ήταν παντρεμένος από το 1979 με τη συμπρωταγωνίστριά του, Μαίρη Ευαγγέλου, με την οποία απέκτησε έναν γιο ο οποίος ασχολείται με τη σκηνοθεσία.
Τα τελευταία χρόνια ζούσε στην Κρήτη, συνεργαζόμενος με το τοπικό ΔΗΠΕΘΕ.
Πέθανε στα Χανιά το 2012.
Πληροφορίες: el.wikipedia.org
Περισσότερα Άρθρα...
- Βασίλης Αυλωνίτης, ήταν ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου
- Γιώργος Ζαμπέτας ήταν Έλληνας συνθέτης, τραγουδιστής και δεξιοτέχνης του μπουζουκιού
- Δόμνα Σαμίου ήταν Ελληνίδα τραγουδίστρια που συνετέλεσε στη διάδοση του παραδοσιακού τραγουδιού
- Γιούρι Αλεξέγιεβιτς Γκαγκάριν, ήταν Σοβιετικός κοσμοναύτης που, στις 12 Απριλίου του 1961, έγινε ο πρώτος άνθρωπος που ταξίδεψε στο διάστημα και μπήκε σε τροχιά γύρω από τη Γη