Άρθρα
Φρίντριχ Βίλχελμ Μπέσελ, ήταν Γερμανός αστρονόμος και μαθηματικός, γνωστός στα μαθηματικά από τη συστηματοποίηση των συναρτήσεων που φέρουν σήμερα το όνομά του
Φρίντριχ Βίλχελμ Μπέσελ
Ο Φρίντριχ Βίλχελμ Μπέσελ ήταν Γερμανός αστρονόμος και μαθηματικός, γνωστός στα μαθηματικά από τη συστηματοποίηση των συναρτήσεων που φέρουν σήμερα το όνομά του, παρότι επινοήθηκαν από τον Ντάνιελ Μπερνούλι. (Friedrich Wilhelm Bessel, 22 Ιουλίου 1784 – 17 Μαρτίου 1846)
Ο Μπέσελ γεννήθηκε στο Μίντεν της Βεστφαλίας και πέθανε από καρκίνο στο Καίνιγκσμπεργκ (Καινιξβέργη), το σημερινό Καλίνινγκραντ της Ρωσίας). Υπήρξε σύγχρονος και φίλος του μέγιστου των Γερμανών μαθηματικών, του Καρλ Φρίντριχ Γκάους, που επίσης ασχολήθηκε με την αστρονομία.
Ο Μπέσελ ήταν γιος ενός δημόσιου υπαλλήλου και σε ηλικία 14 ετών μαθήτευσε στον εμπορικό οίκο Kulenkamp. Για λίγο εργάσθηκε εκεί ως λογιστής, και η εξάρτηση της επιχείρησης από τα φορτηγά πλοία τον οδήγησε να στρέψει τις μαθηματικές του ικανότητες σε προβλήματα ναυσιπλοΐας. Αυτό με τη σειρά του οδήγησε στην ανάπτυξη ενός ενδιαφέροντος για την αστρονομία, ως πρακτικής επιστήμης για τον προσδιορισμό του γεωγραφικού μήκους.
Ο Μπέσελ προσέλκυσε την προσοχή του αστρονόμου Χάινριχ Βίλχελμ Όλμπερς τελειοποιώντας τους υπολογισμούς για την τροχιά του Κομήτη του Χάλεϋ. Σε δύο χρόνια είχε παραιτηθεί από την Kulenkamp και είχε αναλάβει βοηθός στο Αστεροσκοπείο του Λίλιενταλ, κοντά στη Βρέμη. Εκεί εργάσθηκε πάνω στις αστρικές παρατηρήσεις του Τζέιμς Μπράντλεϋ για να εξαγάγει ακριβείς θέσεις για περίπου 3222 αστέρες.
Αυτή η εργασία στην Αστρομετρία έτυχε μεγάλης προσοχής από την αστρονομική κοινότητα και σε ηλικία 26 ετών, ο Μπέσελ διορίσθηκε διευθυντής του Αστεροσκοπείου της Καινιξβέργης από τον Φρειδερίκο Γουλιέλμο της Πρωσίας. Δύο περίπου χρόνια αργότερα, το 1812, έκανε ένα ευτυχισμένο γάμο.
Στην Καινιξβέργη, ο Μπέσελ δημοσίευσε πίνακες της ατμοσφαιρικής διαθλάσεως βασισμένους πάνω στις παρατηρήσεις του Μπράντλεϋ, που του χάρισαν το Βραβείο Λαλάντ της Γαλλίας. Με τη χρήση αυτών των πινάκων, ο Μπέσελ μπόρεσε να προσδιορίσει την ακριβή θέση άνω των 50.000 αστέρων.
Με τη σειρά της, αυτή η εργασία του επέτρεψε να επιτύχει το κατόρθωμα για το οποίο είναι σήμερα γνωστός ως αστρονόμος: υπήρξε ο πρώτος που μέτρησε και χρησιμοποίησε την ηλιοκεντρική ετήσια παράλλαξη για τον υπολογισμό της αποστάσεως των αστέρων από τη Γη. Οι αστρονόμοι θεωρούσαν ήδη ότι η ηλιοκεντρική παράλλαξη θα μπορούσε να δώσει την πρώτη ακριβή μέτρηση των διαστρικών αποστάσεων, και μάλιστα η δεκαετία 1830-40 γνώρισε ένα μεγάλο συναγωνισμό μεταξύ των επιστημόνων για την πρωτιά στη μέτρηση μιας αστρικής παραλλάξεως. Το 1838 ο Μπέσελ κέρδισε τον «αγώνα δρόμου» όταν ανακοίνωσε ότι ο αστέρας 61 Κύκνου είχε παράλλαξη 0,314 δευτερόλεπτο του τόξου, που με δεδομένη τη διάμετρο της τροχιάς της Γης γύρω από τον Ήλιο υπεδείκνυε ότι ο αστέρας απείχε περίπου 28 τρισεκατομμύρια χιλιόμετρα. Η σημερινή τιμή, από τον δορυφόρο Hipparcos, είναι 0,28547 δευτερόλεπτο του τόξου. Αργότερα την ίδια χρονιά, οι Φρίντριχ Γκέοργκ Βίλχελμ φον Στρούβε και Τόμας Χέντερσον μέτρησαν τις παραλλάξεις του Βέγα και του Άλφα Κενταύρου.
Εκτός από τον προσδιορισμό παραλλάξεων, οι ακριβείς αστρομετρικές παρατηρήσεις του Μπέσελ του επέτρεψαν να διακρίνει αποκλίσεις στις κινήσεις του Σειρίου και του Προκυνός, που σωστά κατάλαβε ότι πρέπει να οφείλονταν στις βαρυτικές παρέλξεις αόρατων συνοδών αστρικών σωμάτων. Η σχετική ανακοίνωσή του για τον «σκοτεινό συνοδό» του Σειρίου το έτος 1844 υπήρξε η πρώτη ορθή διαπίστωση ενός αόρατου μέχρι τότε συνοδού αστέρα με μετρήσεις θέσεων. Σήμερα, ο συνοδός είναι γνωστός ως Σείριος B, ο κοντινότερος στη Γη λευκός νάνος. Το 1835 παρατήρησε ένα πίδακα υλικού στον Κομήτη του Χάλεϊ και πρότεινε ότι οι πίδακες αυτοί μπορούν να γίνουν αρκετά ισχυροί ώστε να μπορούν να αλλάξουν την τροχιά των κομητών, εξηγώντας τις μη-βαρυτικές αλλαγές που παρατηρήθηκαν στον κομήτη του Ένκε.
Παρά την έλλειψη πανεπιστημιακής εκπαιδεύσεως, ο Μπέσελ πήρε ένα διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο Georg-August-Universitat του Γκέτινγκεν το 1810 και υπήρξε μεγάλη μορφή στην αστρονομία του 19ου αιώνα. Εκλέχθηκε εταίρος της Βασιλικής Εταιρείας και το 1841 του απονεμήθηκε το χρυσό μετάλλιο της Βασιλικής Αστρονομικής Εταιρείας.
Ονομάστηκαν προς τιμή του
Ο κρατήρας Μπέσελ στη Σελήνη
Ο αστεροειδής 1552 Μπέσελ (1552 Bessel)
Πληροφορίες: el.wikipedia.org
Λουκίνο Βισκόντι, κόμης του Λονάτε Ποτσόλο, ήταν Ιταλός σκηνοθέτης του κινηματογράφου, του θεάτρου και της όπερας
Λουκίνο Βισκόντι
Ο Λουκίνο Βισκόντι του Μοντρόνε, κόμης του Λονάτε Ποτσόλο, ήταν Ιταλός σκηνοθέτης του κινηματογράφου, του θεάτρου και της όπερας. Υπήρξε θεμελιωτής και βασικός εκφραστής του ρεύματος του ιταλικού νεορεαλισμού. (Luchino Visconti di Modrone, Μιλάνο, 2 Νοεμβρίου 1906 - Ρώμη, 17 Μαρτίου 1976)
Η θεματολογία του έργου είναι επηρεασμένη σημαντικά από προσωπικά βιώματα και επιμέρους πτυχές της προσωπικότητάς του, όπως η αριστοκρατική του καταγωγή, η μαρξιστική ιδεολογία του και οι ομοφυλοφιλικές του προτιμήσεις.
Ο Γατόπαρδος (1963), που βραβεύτηκε με τον Χρυσό Φοίνικα του Φεστιβάλ των Καννών, και ο Θάνατος στη Βενετία (1970) είναι ορισμένες από τις ταινίες που σκηνοθέτησε και τον κατέστησαν ευρέως γνωστό. Στα έργα του πρωταγωνίστησαν αρκετοί γνωστοί ηθοποιοί όπως η Άννα Μανιάνι, ο Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι, ο Αλέν Ντελόν, η Κατίνα Παξινού, ο Μπάρτ Λάνκαστερ, η Κλαούντια Καρντινάλε και ο Χέλμουτ Μπέργκερ.
Ο Βισκόντι ήταν ένα από τα εφτά παιδιά μιας από τις πιο πλούσιες οικογένειες της πόλης του Μιλάνου. Ο πατέρας του, Τζουζέπε Βισκόντι, καταγόταν από την αριστοκρατική οικογένεια των Βισκόντι του Μοντρόνε. Η μητέρα του, Κάρλα Έρμπα, ήταν αστή κόρη αυτοδημιούργητων βιομηχάνων. Ο νεαρός Βισκόντι μεγαλώνει σε καλλιτεχνικό περιβάλλον και από μικρό παιδί παρακολουθεί παραστάσεις λυρικού θεάτρου στην περίφημη Σκάλα του Μιλάνου, ενώ στην οικογενειακή οικία παίζει μαζί με τα αδέλφια του σαιξπηρικά έργα. Ξεχωριστό θαυμασμό εκδηλώνει για το συνθέτη Τζιάκομο Πουτσίνι, το μαέστρο Αρτούρο Τοσκανίνι και το συγγραφέα Γκαμπριέλε ντ' Ανούντσιο, με τους οποίους έχει την τύχη να συναναστραφεί, γεγονός που συμβάλλει στην απόφασή του να σπουδάσει μουσική και φιλοσοφία. Το 1926 υπηρετεί στο Ιταλικό Ιππικό και από το 1928 ασχολείται με την οργάνωση ιπποδρομιών.
Τα χρόνια στο Παρίσι
Το 1933 o Βισκόντι ταξιδεύει στη Γερμανία και ζει από κοντά την άνοδο του ναζισμού. Στη συνέχεια, εγκαθίσταται στο Παρίσι όπου γνωρίζει και συναναστρέφεται με τον Ζαν Κοκτώ και την Κοκό Σανέλ. Παράλληλα, εργάζεται ως βοηθός του σκηνοθέτη Ζαν Ρενουάρ στις ταινίες Toni (1935) και Γεύμα στην Εξοχή (Une Partie de Campagne) (1936). Στο Παρίσι η συναναστροφή του με μαρξιστικούς κύκλους και ο ενθουσιασμός του Λαϊκού Μετώπου τον ωθούν, σε πρώτη φάση, να ασπαστεί τον Μαρξισμό και, ακολούθως, να γίνει μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας. Το 1937 ταξιδεύει στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ όπου επισκέπτεται το Χόλυγουντ.
Κινηματογράφος
Νεορεαλισμός
Το 1939, μετά το θάνατο της μητέρας του, ο Βισκόντι μετακομίζει από το Μιλάνο στη Ρώμη. Εκεί γνωρίζει ορισμένους νεαρούς διανοούμενους, μανιώδεις με τον κινηματογράφο και μαρξιστές. Πρόκειται για τον Μάριο Αλικάτα, τον Τζουζέπε Ντε Σάντις, τον Τζιάνι Πουτσίνι και τον Μικελάντζελο Αντονιόνι, μαζί με τους οποίους γράφει στο περιοδικό "Cinema", που διευθύνει ο Βιτόριο Μουσολίνι, γιος του Μπενίτο Μουσολίνι.
Με τα άτομα της ομάδας αυτής ο Βισκόντι θα γυρίσει την πρώτη του ταινία, Διαβολικοί Εραστές (Ossessione) (1943). Βασισμένη πάνω στο μυθιστόρημα του Τζέιμς Μ. Κέιν, Ο Ταχυδρόμος Χτυπάει πάντα δυο Φορές, αποτελεί τη γενέθλια ταινία του ιταλικού νεορεαλισμού, ενός όρου που καθιερώθηκε χάρη στον μοντέρ του φιλμ, Μάριο Σεραντρέι.
Τα γυρίσματα λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια του πολέμου, με αποτέλεσμα οι συντελεστές της ταινίας να αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσχέρειες: όλο το υλικό ελέγχεται από τη λογοκρισία του φασιστικού καθεστώτος, ενώ για να καλυφθούν τα έξοδα της ταινίας ο ίδιος ο Βισκόντι αναγκάζεται να διαθέσει ένα μέρος της οικογενειακής του περισουσίας. Το Ossessione ταράζει τα νερά στον ιταλικό κινηματογράφο και γρήγορα απαγορεύεται από τη λογοκρισία.
Με την ολοκλήρωση της ταινίας, ο Βισκόντι αναλαμβάνει ενεργό ρόλο στην αντίσταση, συλλαμβάνεται και φυλακίζεται από τους Ναζί. Τα γεγονότα αυτά αποτυπώνονται στο ντοκιμαντέρ του Μέρες Δόξας (1945). Το 1948 το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας του αναθέτει να γυρίσει μια τριλογία με θέμα τη ζωή των ψαράδων της Σικελίας, των ανθρακωρύχων και των αγροτών. Τελικά, μόνο το πρώτο μέρος της τριλογίας ολοκληρώνεται· πρόκειται για την ταινία Η Γη Τρέμει, βασισμένη στο μυθιστόρημα του Τζιοβάνι Βέργκα Οι Μαλαβόλιε. Γυρισμένη στο χωρίο Άτσι Τρέτσα της νότιας Σικελίας με ερασιτέχνες ηθοποιούς, κατοίκους του χωριού, θεωρείται χαρακτηριστικό δείγμα του ιταλικού νεορεαλισμού. Παρά τις αντιδράσεις που προκαλεί, η ταινία βραβεύεται με το Ειδικό βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Βενετίας 1948. Ακολουθεί το Bellissima (1951) στο οποίο ξεχωρίζει η ερμηνεία της Άννας Μανιάνι.
Απομάκρυνση από το νεορεαλισμό
To Senso (1954) αποτελεί σημείο καμπής στο κινηματογραφικό έργο του Βισκόντι, ο οποίος, για πρώτη φορά, απομακρύνεται από τον νεορεαλισμό και υιοθετεί νέα θεματολογία που θα γίνει σήμα κατατεθέν των ταινιών του. Η ερωτική ιστορία μιας κόμισσας και ενός Αυστριακού αξιωματικού γίνεται η αφορμή για μια βαθιά ανάλυση της ιταλικής Ιστορίας και σημαντικών γεγονότων, όπως η ιταλική ενοποίηση, ο καταστροφικός πόλεμος του 1866 και η επιρροή της παρηκμασμένης αριστοκρατικής τάξης στα γεγονότα αυτά. Το σενάριο βασίζεται στην ομότιτλη νουβέλα του Καμίλο Μπόιτο, ενώ για τους πρωταγωνιστικούς ρόλους ο Βισκόντι αρχικά ζητά την Ίνγκριντ Μπέργκμαν και τον Μάρλον Μπράντο, αίτημα που ο παραγωγός αρνείται. Πρόκειται για την πρώτη έγχρωμη ταινία του Βισκόντι, την οποία οι κριτικοί έχουν επαινέσει για την πρωτότυπη φωτογραφία, την πλαστικότητα των εικόνων και την επιβλητική σκηνογραφία.
Το 1956 ο Βισκόντι αντιτίθεται δημόσια στη σοβιετική επέμβαση στην Ουγγαρία και το 1957 γυρίζει τις Λευκές Νύχτες, που αποτελούν διασκευή διηγήματος του Ντοστογιέφσκι και βραβεύονται με τον Αργυρό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας του 1957. Η ταινία, όμως, που ο Βισκόντι αγαπούσε περισσότερο, όπως ο ίδιος είχε δηλώσει, είναι O Ρόκο και τα αδέρφια του (1960). Με αυτήν επιστρέφει στο νεορεαλισμό και καταπιάνεται, για δεύτερη φορά μετά το έργο Η Γη Τρέμει, με το θέμα του ιταλικού Νότου: Τα μέλη μιας οικογένειας του Νότου μεταναστεύουν στο Μιλάνο, ελπίζοντας να ξεφύγουν από τη μιζέρια και να βρουν ένα καλύτερο μέλλον. Παρά, όμως, τις προσπάθειές τους, η βαθμιαία διάλυση της οικογένειας, η δυστυχία και η ηθική κατάπτωση είναι αναπόφευκτες.
Τρία χρόνια αργότερα, το 1963, ο Βισκόντι βραβεύεται με το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών για την ταινία Ο Γατόπαρδος, βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Τζουζέππε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα. Ο Ιταλός σκηνοθέτης εστιάζει, για ακόμη μια φορά, σε ένα από τα αγαπημένα του θέματα: την παρακμή της αριστοκρατίας και την άνοδο της μεγαλοαστικής τάξης με φόντο τη Σικελία κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Χαρακτηριστικό στοιχείο της ταινίας είναι τα εντυπωσιακά σκηνικά, καθώς ακόμη και τα συρτάρια ήταν γεμάτα με αυθεντικά αντικείμενα εποχής. Ξεχωριστή η ερμηνεία του Μπαρτ Λάνκαστερ που ενσαρκώνει τον πρίγκιπα Φαμπρίτσιο Σαλίνα.
Το 1965 ο Βισκόντι βραβεύεται εκ νέου στο Φεστιβάλ Βενετίας, κερδίζοντας τον Χρυσό Λέοντα αυτήν τη φορά με την ταινία Μακρινά Αστέρια της Άρκτου. Ακολούθως, ο Βισκόντι αποφασίζει να μεταφέρει στην κινηματογραφική οθόνη το βιβλίο του Αλμπέρ Καμύ Ο Ξένος (1967), αλλά το αρχικό σενάριο συναντά την αντίδραση της χήρας του συγγραφέα, Φρανσίν Καμύ, που απαιτεί να τηρηθεί πιστά η πλοκή του μυθιστορήματος του συζύγου της. Τελικά, ο Βισκόντι αναγκάζεται να δεχθεί αλλαγές στο σενάριό του και να μην απομακρυνθεί από την αφηγηματική γραμμή του μυθιστορήματος.
Τα τελευταία χρόνια
Τα τελευταία έργα του Λουκίνο Βισκόντι διακρίνονται από έντονη εσωτερικότητα και αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Η παρακμή, η αποσύνθεση και τα ομοφυλοφιλικά ένστικτα χαρακτηρίζουν όλες τις δημιουργίες της τελευταίας περιόδου του σκηνοθέτη. Με την ταινία Οι Καταραμένοι (1969), που προτάθηκε για Όσκαρ Καλύτερου Σεναρίου, κατακρίνει τα εγκλήματα του ναζισμού μέσα από την αποσύνθεση μιας ισχυρής οικογένειας Γερμανών βιομηχάνων τη δεκαετία του 1930. Η αίσθηση παρακμής, η οποία αναδεικνύεται και χάρη στη φωτογραφία της ταινίας, καθιστά το εν λόγω έργο χαρακτηριστικό δείγμα της κινηματογραφικής αισθητικής του Βισκόντι. Ο Θάνατος στη Βενετία (1971), που απέσπασε το Μεγάλο Ειδικό Βραβείο Εικοσιπενταετίας του Φεστιβάλ των Καννών, αποτελεί μεταφορά της ομότιτλης νουβέλας του Τόμας Μαν και μια από τις πιο διάσημες ταινίες του, ενώ η "γερμανική τριλογία" ολοκληρώνεται με Το Λυκόφως των Θεών (Ludwig) (1972).
Το 1974 ο Βισκόντι, παρά την ήδη κλονισμένη υγεία του ολοκληρώνει μια ακόμα ταινία, τη Γοητεία της Αμαρτίας, που αποτελεί ίσως την πιο αυτοβιογραφική δημιουργία του. Οι παραγωγοί είχαν ορίσει ως "εφεδρικό" σκηνοθέτη τον πρωταγωνιστή Μπαρτ Λάνκαστερ, σε περίπτωση που η υγεία του Βισκόντι δεν του επέτρεπε να συνεχίσει τα γυρίσματα. Η πλοκή του έργου περιστρέφεται γύρω από έναν ηλικιωμένο και μοναχικό καθηγητή, ο οποίος αναστατώνεται όταν μια οικογένεια νεόπλουτων αστών και ένας διεφθαρμένος αλλά γοητευτικός νέος εισβάλλουν στη μονότονη ζωή του. Πρόκειται για μια σκληρή κριτική της πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης της μεταπολεμικής Ιταλίας, ενώ σε δεύτερο επίπεδο η ταινία πραγματεύεται τον κρυφό ομοφυλοφιλικό ερωτισμό μεταξύ του καθηγητή και του νεαρού Κόνραντ.
Η τελευταία ταινία του Βισκόντι είναι Ο Αθώος (1976), που γυρίζεται ενώ ο σκηνοθέτης είναι πλέον σχεδόν παράλυτος. Βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Γκαμπριέλε ντ' Ανούντσιο αποτελεί μια σκληρή κριτική της αριστοκρατίας και της αλαζονείας της εξουσίας. Οι δύο κεντρικοί ήρωες της ταινίας (Τούλιο και Τζουλιάνα) δεν αναπαριστούν απλώς την παρακμή της οικογένειας, αλλά όπως ο ίδιος ο Βισκόντι δήλωσε: "αναπαριστούν μια συγκεκριμένη κοινωνία και μια συγκεκριμένη Ιταλία που ανήκει στη μεγαλοαστική τάξη η οποία είναι υπεύθυνη για την έλευση του Φασισμού".
Ενώ τα γυρίσματα για το Ο Αθώος έχουν ολοκληρωθεί και η ταινία βρίσκεται στη φάση του μοντάζ, ο Λουκίνο Βισκόντι πεθαίνει στις 17 Μαρτίου του 1976 στη Ρώμη. Στο πλευρό του βρίσκεται η αδελφή του Ουμπέρτα, η οποία διηγήθηκε αργότερα τις τελευταίες στιγμές του: άκουσε τη Δεύτερη Συμφωνία του Μπράμς, μετά γύρισε προς το μέρος της και και είπε "Αρκετά. Είμαι κουρασμένος".
Η τελευταία ταινία του ολοκληρώνεται από τους συνεργάτες του, με βάση τις δικές του υποδείξεις, και προβάλλεται στο Φεστιβάλ των Καννών της ίδιας χρονιάς ως φόρος τιμής στο σκηνοθέτη.
Θέατρο
Εκτός από τον κινηματογράφο, σημαντική είναι η προσφορά του Βισκόντι και στο θέατρο. Η πρώτη θεατρική παράσταση που ανέβασε ως σκηνοθέτης είναι το έργο Τρομεροί Γονείς του Ζαν Κοκτώ, που ανεβαίνει στο θέατρο Ελιζέο της Ρώμης τον Ιανουάριο του 1945. Η επαναστατική σκηνοθεσία του έργου, βασισμένη στο μοντέλο του νεορεαλισμού του Ossessione, προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση. Ακολούθως, και ιδίως στα πρώτα χρόνια της καριέρας του, ο Βισκόντι σκηνοθετεί αρκετές θεατρικές παραστάσεις, κυρίως έργα των Τσέχωφ, Σαίξπηρ, Τενεσί Ουίλιαμς και Άρθουρ Μίλερ, ενώ το 1953 ανεβάζει τη Μήδεια του Ευριπίδη. Συνεργάζεται επίσης με το θίασο της Ρίνα Μορέλι και του Πάολο Στόππα αλλά και με τον διάσημο ηθοποιό Βιτόριο Γκάσμαν.
Όπερα
Η αγάπη του Βισκόντι για την όπερα είναι εμφανής από την ταινία του 1954 Senso, η οποία ξεκινά με την τέταρτη πράξη του Τροβατόρε, γυρισμένη στο Θέατρο Λα Φενίτσε της Βενετίας. Η πρώτη όπερα που σκηνοθέτησε ήταν η Βεστάλε του Gaspare Spontini που ανέβηκε στη Σκάλα του Μιλάνου τον Δεκέμβριο του 1954.
Ακολούθησαν δύο όπερες που άφησαν εποχή στη Σκάλα του Μιλάνου. Η Τραβιάτα το 1955 και η Άννα Μπολένα το 1957, με πρωταγωνίστρια και στις δύο τη Μαρία Κάλλας. Ο Βισκόντι, άλλωστε, επηρέασε βαθύτατα την καριέρα της μεγάλης ντίβας, αφού μέσα από τη συνεργασία τους τη βοήθησε να τελειοποιήσει το υποκριτικό της ταλέντο. Μετά την Ελβίρα ντε Χιντάλγκο, πρώτη δασκάλα της Κάλλας στο Ωδείο Αθηνών, και τον μαέστρο Τούλιο Σεραφίν, κανένας άλλος δεν επηρέασε τόσο την καλλιτεχνική εξέλιξη της Κάλλας όσο ο Βισκόντι.
Το 1958 ακολούθησαν ο Ντον Κάρλος του Βέρντι από τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου, ο Μάκβεθ του Βέρντι στο Σπολέτο και ο Τροβατόρε στο Κόβεντ Γκάρντεν το 1964. Το 1966 ο Φάλσταφ του Βέρντι στην Κρατική όπερα της Βιέννης απέσπασε διθυραμβικά σχόλια από τους κριτικούς, ενώ αντίθετα η όπερα του Βέρντι Σιμόν Μποκανέγκρα το 1969 με τους ηθοποιούς ντυμένους με γεωμετρικού τύπου κοστούμια προκάλεσε έντονες συζητήσεις.
Προσωπική ζωή
Ο Λουκίνο Βισκόντι δεν έκρυψε ποτέ πως είναι ομοφυλόφιλος. Η ομοφυλοφιλία του εκφράζεται ανοιχτά για πρώτη φορά την περίοδο που ζει στο Παρίσι, ενώ σύντροφοι του υπήρξαν ο σκηνοθέτης και συνεργάτης του Φράνκο Τζεφιρέλι και ο Αυστριακός ηθοποιός Χέλμουτ Μπέργκερ που πρωταγωνιστεί στις ταινίες Οι Καταραμένοι, Το Λυκόφως των Θεών και Η Γοητεία της Αμαρτίας. Η ομοφυλοφιλία είναι ένα θέμα που απαντά σε αρκετές ταινίες του Βισκόντι, κυρίως σε αυτές της τελευταίας περιόδου. Πάντως, σε κανένα έργο του δεν πρωταγωνιστεί κάποιος ανοιχτά ομοφυλόφιλος χαρακτήρας, αλλά συχνά παρατηρείται ένας υφέρπων ομοφυλοφιλικός ερωτισμός και ανεκδήλωτα ομοφυλοφιλικά ένστικτα μεταξύ των ηρώων.
Από την οικογένεια του, ιδιαίτερη αδυναμία είχε στη μητέρα του, Κάρλα, αλλά και στην αδελφή του Ουμπέρτα. Η βίλα του στη νήσο Ίσκια λειτουργεί πλέον ως πολιτιστικό ίδρυμα και μουσείο αφιερωμένο σε αυτόν.
Πληροφορίες: el.wikipedia.org
Ντάνιελ Μπερνούλι, ήταν φυσικός, μαθηματικός και οικονομολόγος γεννημένος στην Ολλανδία, που έζησε ως επί το πλείστον στην Βασιλεία της Ελβετίας
Ντάνιελ Μπερνούλι
O Ντάνιελ Μπερνούλι ήταν φυσικός, μαθηματικός και οικονομολόγος γεννημένος στην Ολλανδία, που έζησε ως επί το πλείστον στην Βασιλεία της Ελβετίας, όπου και πέθανε. Γεννήθηκε σε οικογένεια καταξιωμένων μαθηματικών, φυσικών και μηχανικών. Ο ίδιος έδωσε βάρος σε τομείς όπως η μηχανική των ρευστών και η στατιστική. (Daniel Bernoulli, Χρόνινγκεν, 8 Φεβρουαρίου 1700 - 17 Μαρτίου 1782)
Γεννήθηκε στο Χρόνινγκεν, γιος του Γιόχαν Μπερνούλι, ανιψιός του Γιάκομπ Μπερνούλι, νεότερος αδερφός του Νίκολαους Μπερνούλι, και μεγαλύτερος αδερφός του Γιόχαν Μπερνούλι Β'. Ο Ντάνιελ είχε χαρακτηριστεί ως «μακράν ο ικανότερος από τους νεότερους Μπερνούλι». Φήμες ήθελαν τον Ντάνιελ και τον πατέρα του να μην τρέφουν τις αρτιότερες σχέσεις. Μάλιστα σε έναν επιστημονικό διαγωνισμό που έλαβε χώρα στο πανεπιστήμιο του Παρισιού, πατέρας και γιος ανταγωνίστηκαν και ισοβάθμησαν στην πρώτη θέση. Μην μπορώντας να αντέξει ο πατέρας την σύγκριση με το γιό του, τον έδιωξε από το σπίτι. Αργότερα επίσης, ο Γιόχαν προσπάθησε να κλέψει την ιδέα του βιβλίου του Ντάνιελ Hydrodynamica, μετονομάζοντάς το σε Hydraulica. Παρά τις επίμονες προσπάθειες του Ντάνιελ για συμφιλίωση με τον πατέρα του, εκείνος δεν μαλάκωσε ποτέ.
Ο νεότερος αδερφός του Ντάνιελ, Γιόχαν ο Νεότερος, γεννήθηκε όταν εκείνος ήταν πέντε ετών. Αν και όσο ο Ντάνιελ φοιτούσε στο σχολείο ο πατέρας του τον προέτρεψε να ακολουθήσει καριέρα στα οικονομικά, καθώς το μέλλον των μαθηματικών δεν έδειχνε λαμπρό, ωστόσο ο Ντάνιελ αρνήθηκε. Ο πατέρας του επέμεινε να τον κατευθύνει εκτός των μαθηματικών, αυτή τη φορά στη φαρμακευτική. Ο Ντάνιελ, μην μπορώντας να αντέξει την πίεση, δέχτηκε υπό τον όρο να του κάνει ο πατέρας του ιδιαίτερα στα μαθηματικά που αγαπούσε.
Ήταν συνομήλικος και φίλος με τον Λέοναρντ Όιλερ. Το 1724 δίδαξε σαν μαθηματικός στην Αγία Πετρούπολη, αλλά έφυγε το 1733 δυσαρεστημένος και επέστρεψε στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας, όπου κράτησε διάφορες έδρες στα τμήματα της φαρμακευτικής, της μεταφυσικής και της φυσικής φιλοσοφίας(πρώτη ονομασία της επιστήμης της Φυσικής) μέχρι το τέλος της ζωής του.
Φυσική
Επεσήμανε για πρώτη φορά τη συχνή ανάγκη ανάλυσης μιας σύνθετης κίνησης σε μεταφορική κίνηση και περιστροφική κίνηση. Το κύριο έργο του είναι η Υδροδυναμική (Hydrodynamica), που εκδόθηκε στα 1738 και στην οποία διατυπώνεται η θεωρία της δυναμικής των ρευστών και η περίφημη πλέον Αρχή του Μπερνούλι με την αντίστοιχη Εξίσωση Μπερνούλι. Το έργο μοιάζει με την Αναλυτική Μηχανική του Λαγκράνζ στο ότι όλα τα αποτελέσματα προκύπτουν από μια και μόνη αρχή, τη διατήρηση της ενέργειας.
Η εργασία ακολουθήθηκε από ένα μνημόνιο πάνω στη θεωρία των παλιρροιών για την οποία μοιράστηκε ένα βραβείο από τη Γαλλική Ακαδημία με τους Όιλερ και Μακ Λόριν που είχαν δουλέψει ανεξάρτητα πάνω στο ίδιο θέμα. Οι τρεις αυτές εργασίες αποτέλεσαν τη μόνη θεωρητική έρευνα για τις παλίρροιες μέχρι την έκδοση του Philosophiae Naturalis Principia Mathematica του Νεύτωνα και τις έρευνες του Πιέρ Σιμόν Λαπλάς.
Ο Μπερνούλι έγραψε επίσης ένα μεγάλο αριθμό εργασιών πάνω σε διάφορα θέματα της μηχανικής, ειδικά στα προβλήματα της παλλόμενης χορδής, και τις λύσεις που δόθηκαν από τον Μπρουκ Τέιλορ και τον Ζαν Ντ' Αλαμπέρ.Ο Μπερνούλι είναι ο πρώτος ερευνητής που προσπάθησε να θεμελιώσει μια κινητική θεωρία των αερίων και, ως εφαρμογή των ιδεών του, προσπάθησε να εξηγήσει τον νόμο του Μπόιλ. Εργάστηκε επίσης μαζί με τον Όιλερ πάνω στην ελαστικότητα.
Μαθηματικό έργο
Έργο του ήταν το Exercitationes (Μαθηματικές Ασκήσεις, λύσεις της διαφορικής εξίσωσης Ricatti), που εκδόθηκε το 1724.
Στατιστική
Το 1783 ο Μπερνούλι έγραψε επίσης το βιβλίο Specimen theoriae novae de mensura sortis (Στοιχεία μιας Νέας Θεωρίας για την Εκτίμηση Κινδύνου), στο οποίο το παράδοξο της Αγίας Πετρούπολης γινόταν η βάση της οικονομικής θεωρίας της αποστροφής κινδύνου, του ασφάλιστρου κινδύνου και της οικονομικής ωφέλειας.
Μια από τις πρώτες προσπάθειες ανάλυσης ενός στατιστικού προβλήματος με τη χρήση αποκομμένων δεδομένων ήταν η ανάλυση που στα 1766 έκανε ο Μπερνούλι σχετικά με τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα της ευλογιάς προκειμένου να αποδείξει την αποτελεσματικότητα των εμβολιασμών.
Πληροφορίες: el.wikipedia.org
Χρήστος Τσάγκας, ήταν Έλληνας ηθοποιός θεάτρου, κινηματογράφου, τηλεόρασης αλλά και σκηνοθέτης
Χρήστος Τσάγκας
O Χρήστος Τσάγκας ήταν Έλληνας ηθοποιός.
Γεννήθηκε στις 7 Σεπτεμβρίου 1939 στην Ανάληψη Λειβαδιάς. Σπούδασε υποκριτική στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
Είχε σημαντική διαδρομή στη ζωή του ελληνικού θεάτρου και συνεργάστηκε με τους σπουδαιότερους Έλληνες ηθοποιούς: Χορν, Παπαμιχαήλ, Μυράτ, Ζουμπουλάκη, Παξινού, Μερκούρη, Συνοδινού κ.ά.
Πρωταγωνίστησε σε περισσότερα από 40 θεατρικά έργα.
Σκηνοθέτησε 40 και πλέον θεατρικά έργα και υπήρξε συνιδρυτής του «Παλκοσένικου» και του θεάτρου Κνωσός, όπου ανέβασε επιλεγμένα έργα κλασικού ρεπερτορίου.
Πρωταγωνίστησε σε 27 ταινίες μεταξύ των οποίων τα "Μέχρι το πλοίο" του Αλέξη Δαμιανού, "Safe sex" (1999), "Η Φωτογραφία" του Νίκου Παπατάκη, "Παραγγελιά" του Παύλου Τάσιου, "Ένα γελαστό απόγευμα" (1979), "Αλιόσα" (2000), "Δονούσα" (1992), "Εφήμερη πόλη" (2000), "Η κάθοδος των εννιά" (1984), "Η φωτογραφία" (1986), "Ιφιγένεια" (1977), "Κόκκινος δράκος" (1998), "Ο τοίχος" (1977), "Φτάσαμεε!" (2004) κ.λπ.
Πέθανε στις 17 Μαρτίου 2011 σε ηλικία 71 ετών.
Πληροφορίες: el.wikipedia.org
Άγιος Πατρίκιος, ήταν Χριστιανός ιεραπόστολος και θεωρείται προστάτης Άγιος και φωτιστής της Ιρλανδίας
Άγιος Πατρίκιος
Ο Άγιος Πατρίκιος ήταν Χριστιανός ιεραπόστολος και θεωρείται προστάτης Άγιος και φωτιστής της Ιρλανδίας, μαζί με την Αγία Μπρίγκιντ του Κίλνταρε και τον Άγιο Κολούμπα, επονομαζόμενος "Σούκατ". Άσκησε τα ιεραποστολικά και επικοπικά του καθήκοντα περί το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα.
Γεννήθηκε στο Αίιλκλάιντ της Σκωτίας από πατέρα Ρωμαίο άποικο με το όνομα Καλπόρνιος (Calpornius). Σε νεαρή ηλικία απήχθηκε από πειρατές στο Άντριμ της Ιρλανδίας όπου και εργάσθηκε επί 6 χρόνια ως αγρότης του εκεί ευπατρίδη Μίλιουκ. Δραπετεύοντας αργότερα στη Γαλλία έγινε μαθητής του Αγίου Μαρτίνου και το 432 χειροτονήθηκε επίσκοπος με το όνομα Πατρίκιος. Τότε στάλθηκε από την Αγία Έδρα στην Ιρλανδία προκειμένου να καταπολεμήσει την αίρεση των Πελαγιανών, αλλά και για την περαιτέρω διάδοση του Χριστιανισμού. Παρέμεινε εκεί για πολλά χρόνια ως επίσκοπος της Άρμαγκ, ζώντας υποδειγματικό βίο και λατρευόμενος από το πνευματικό του ποίμνιο.
Έχουν διασωθεί δυο επιστολές του, καθώς και μεταγενέστερες αγιογραφίες από τον 7ο αιώνα και μετά. Αν και δεν υπάρχει απόλυτη βεβαιότητα για το χρόνο της δράσης του, σύμφωνα με κάποιες πηγές ο Άγιος Πατρίκιος έζησε μεταξύ των ετών 373 και 493, ενώ κατ΄ άλλες δίδαξε το Χριστιανισμό στη Βόρειο Ιρλανδία από το 433 μέχρι και το θάνατό του, πιθανώς το 460.
Ο Άγιος Πατρίκιος θεωρείται άγιος από την Ορθόδοξη, την Καθολική, την Λουθηρανική και την Αγγλικανική εκκλησία, ενώ η μνήμη του γιορτάζεται στις 17 Μαρτίου, όπου ιδιαίτερα στην Ιρλανδία πραγματοποιούνται πάνδημες και μεγαλοπρεπείς τελετές. Η ημέρα του Αγίου Πατρίκιου είναι κατάσταση αργίας στη Βόρεια Ιρλανδία, στην Καναδική επαρχία της Νέας Γης και Λαμπραντόρ. Γιορτάζεται γενικά στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε πολλές άλλες χώρες.
Περισσότερα Άρθρα...
- Νίκος Ξυδάκης, Έλληνας συνθέτης γεννημένος στο Κάϊρο της Αιτύπτου
- Ρούντολφ Νουρέγιεφ, ήταν ταταρικής καταγωγής Ρώσος χορευτής και χορογράφος, εκ των κορυφαίων του 20ου αιώνα στο κλασικό μπαλέτο
- Τάκης Σινόπουλος, ήταν Έλληνας ποιητής και συγγραφέας
- Κωνσταντίνος Βολανάκης, ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους του 19ου αιώνα, θωρείται ο "πατέρας της ελληνικής θαλασσογραφίας"