Άρθρα
Στράτος Ατταλίδης, ήταν Έλληνας, αρχικά λαϊκός τραγουδιστής και οργανοπαίκτης κρουστών και αργότερα μουσικοσυνθέτης εξαιρετικών λαϊκών τραγουδιών
Στράτος Ατταλίδης
Στράτος Ατταλίδης, ήταν Έλληνας, αρχικά λαϊκός τραγουδιστής και οργανοπαίκτης κρουστών. (10 Αυγούστου 1928 - 26 Μαρτίου 1998)
Αναδείχθηκε κυρίως μουσικοσυνθέτης εξαιρετικών λαϊκών τραγουδιών της δεκαετίας του 1960, πολλά των οποίων έγιναν μεγάλες επιτυχίες παραμένοντας μέχρι σήμερα κλασικά στο είδος τους.
Ο Σ. Ατταλίδης μικρασιατικής καταγωγής ήταν γιος εργοστασιάρχη υφαντουργίας, στη Νέα Ιωνία Αττικής ενώ παράλληλα διατηρούσε και δική του επιχείρηση πρατηρίου υφασμάτων. Ασχολήθηκε με το λαϊκό τραγούδι από πολύ νωρίς, περισσότερο από αγάπη έχοντας κάποια καλλιτεχνική κλίση και όχι ασφαλώς για λόγους βιοπορισμού.
Το έργο του περιλαμβάνει περισσότερα από τριακόσια λαϊκά τραγούδια, που ανάγονται από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1950 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Βασική ερμηνεύτρια των τραγουδιών του ήταν η κατά επτά χρόνια νεότερη, σύζυγός του Γιώτα Λύδια, (της οποίας το πραγματικό όνομα ήταν Παναγιώτα Μανταράκη), με την οποία απέκτησε, ένα χρόνο μετά τον γάμο τους, ένα γιο, τον Σταύρο Ατταλίδη.
Συνεργάσθηκε με τον στιχουργό Κώστα Βίρβο, τον Θόδωρο Δερβενιώτη, τον Βασίλη Τσιτσάνη, τον Άκη Πάνου κ.α. Μερικές από τις πιο γνωστές επιτυχίες του είναι «Γιατί θες να φύγεις», «Πες μου γιατί», «Αχ ας μπορούσα», «Δεν θέλω την συμπόνια κανενός», «Έλα γύφτο μ’ έλα», «Γύρνα πάλι γύρνα», «Εμένα να μη με κλαις», «Ο ταυρομάχος», «Η Τσιγγάνα η Μαρίτσα», «Φύγε - φύγε», «Τρεις αγάπες» κ.α. Τραγούδια του ερμήνευσαν εκτός από τη Γιώτα Λύδια και ο Στράτος Διονυσίου, ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο Γιώργος Χατζηαντωνίου κ.α.
Μπάμπης Μπακάλης, ήταν Έλληνας συνθέτης και στιχουργός του λαϊκού τραγουδιού
Μπάμπης Μπακάλης
Μπάμπης Μπακάλης, ήταν Έλληνας συνθέτης και στιχουργός του λαϊκού τραγουδιού κυρίως της δεκαετίας του 1950-1960 με πολλές επιτυχίες. (Κανάλια Καρδίτσας, 1920 – Αθήνα, 26 Μαρτίου 2007)
Από πολύ νεαρή ηλικία άρχισε να ασχολείται με το μπουζούκι και τον μπαγλαμά. Το 1944 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και εργάστηκε εκεί για τις επόμενες δεκαετίες, με συνεργάτες μεγάλα ονόματα, όπως ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και ο Στράτος Διονυσίου.
Πολλά από τα τραγούδια που έγραψε είναι σε στίχους του Κώστα Βίρβου. Επίσης, επηρεάστηκε από τη μουσική χωρών της Ανατολής, ιδιαίτερα από την Ινδία, και έδωσε τραγούδια όπως το «Γράμμα πικραμένο» και το ελληνοποιημένο «Καρδιά μου καημένη», το οποίο τραγουδήθηκε αρχικά από την Ινδή καλλιτέχνιδα Ναργκίς, πρωταγωνίστρια στην κινηματογραφική ταινία (ελληνικό τίτλο) Γη ποτισμένη με ιδρώτα (ή Mother India).
Ο Μπακάλης απεβίωσε σε ηλικία 87 ετών.
Βιτσέντζο Κορνάρος, ήταν Κρητικός ποιητής, θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της κρητικής λογοτεχνίας, συγγραφέας του αφηγηματικού ποίηματος Ερωτόκριτος και πιθανώς του θρησκευτικού δράματος Η Θυσία του Αβραάμ
Βιτσέντζο Κορνάρος
O Βιτσέντζος Κορνάρος ήταν Κρητικός ποιητής. Θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της κρητικής λογοτεχνίας, συγγραφέας του αφηγηματικού ποίηματος Ερωτόκριτος και πιθανώς του θρησκευτικού δράματος Η Θυσία του Αβραάμ. (26 Μαρτίου 1553 – 1613 ή 1614)
Οι πιο ασφαλείς πληροφορίες για την καταγωγή του Κορνάρου είναι αυτές που δίνει ο ποιητής στο τέλος του έργου του: αναφέρει το όνομα Βιτσέντζος, το οικογενειακό όνομα Κορνάρος, τόπο γέννησης τη Σητεία και το Κάστρο (Ηράκλειο), όπου παντρεύτηκε:
Παλαιότερα οι φιλόλογοι τοποθετούσαν την ζωή και την δράση του Κορνάρου γύρω στα μέσα του 17ου αι., πίστευαν δηλαδή ότι η Θυσία του Αβραάμ γράφτηκε το 1635, χρονιά που αναφέρεται στο χειρόγραφο, και ο Ερωτόκριτος αργότερα, μέχρι το 1645 ή το 1648, όταν άρχισε η πολιορκία του Ηρακλείου από τους Οθωμανούς.
Μάλιστα ένα επεισόδιο του Ερωτόκριτου που αφηγείται την μονομαχία του Κρητικού με τον Καραμανίτη εθεωρείτο προσθήκη εκ των υστέρων, η οποία έγινε μάλλον κατά τα χρόνια του Βενετοτουρικού πολέμου και απηχούσε τους αγώνες των Κρητικών εναντίον των Οθωμανών. Αυτή η άποψη διατυπώνεται και σε παλαιότερες Ιστορίες της Νεοελληνικής λογοτεχνίας, όπως αυτή του Λίνου Πολίτη και του Κ.Θ. Δημαρά.
Σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, ο ποιητής του Ερωτόκριτου ταυτίζεται με έναν βενετοκρητικό Βιτσέντζο Κορνάρο, που γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου του 1553 στην Τραπεζόντα της Σητείας, γιος του Ιάκωβου Κορνάρου καί της Ζαμπέτας Ντεμέτζο. Ήταν γόνος εξελληνισμένης και αρχοντικής βενετσιάνικης οικογένειας, πιθανότατα με μεγάλη περιουσία.
Ο αδερφός του, Ανδρέας Κορνάρος, είχε γράψει μια Ιστορία της Κρήτης που δεν εκδόθηκε ποτέ. Έζησε στη Σητεία περίπου μέχρι το 1580 ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στον Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο). Εκεί έλαβε χώρα ο γάμος του με την Μαριέτα Ζένο, με την οποία απέκτησε και δύο κόρες, την Ελένη και την Κατερίνα.
Από το 1591 ανέλαβε διοικητικά αξιώματα, ενώ κατά την διάρκεια της πανούκλας (1591-1593) ανέλαβε καθήκοντα υγειονομικού επόπτη.
Υπήρξε επίσης μέλος ενός λογοτεχνικού συλλόγου, της Ακαδημίας των Παράξενων, που είχε ιδρύσει ο αδελφός του Ανδρέας, επίσης συγγραφέας.
Πέθανε στον Χάνδακα το 1613 ή το 1614 από άγνωστη αιτία και θάφτηκε στο μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου. Αυτή η άποψη έχει γίνει αποδεκτή από τους περισσότερους μελετητές.
Την ταύτιση του ποιητή του Ερωτόκριτου με αυτόν τον Κορνάρο δεν αποδέχεται μέχρι σήμερα ο Σπ. Ευαγγελάτος, ο οποίος υποστηρίζει ότι το έργο είναι μεταγενέστερο.
Εργογραφία του Κορνάρου:
Ερωτόκριτος, έμμετρη μυθιστορία
Η Θυσία του Αβραάμ, θρησκευτικό αφηγηματικό δράμα (παραδίδεται ανώνυμο αλλά θεωρείται πιθανόν έργο του Κορνάρου).
Πληροφορίες: el.wikipedia.org
Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, ήταν Γερμανός συνθέτης και πιανίστας
Λούντβιχ βαν Μπετόβεν
Ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν ήταν Γερμανός συνθέτης και πιανίστας. (Ludwig van Beethoven, προφορά στα γερμανικά Λούντβικ φαν Μπεϊτχόφεν, Βόννη, βαπτίστηκε 17 Δεκεμβρίου 1770 — Βιέννη, 26 Μαρτίου 1827)
Αποτέλεσε μία από τις κεντρικότερες μορφές της κλασικής μουσικής και συγκαταλέγεται σήμερα ανάμεσα στους ευρύτερα αποδεκτούς συνθέτες όλων των μουσικών περιόδων και τους πλέον γνωστούς όλων των εποχών. Ο Μπετόβεν αν και ανήκει περισσότερο στην κλασική περίοδο, συνδέθηκε με το κίνημα του ρομαντισμού που ακολούθησε και τα τελευταία του έργα διακρίνονται από έντονα ρομαντικά στοιχεία. Οι συμφωνίες και τα κοντσέρτα για πιάνο που συνέθεσε αποτελούν τα πιο δημοφιλή έργα του. Από πολλούς αναγνωρίζεται ως μια από τις μουσικές ιδιοφυίες, παράδειγμα και μέτρο σύγκρισης για όλους τους μεταγενέστερους συνθέτες.
Ο Μπετόβεν γεννήθηκε στη Βόννη το 1770. Η ακριβής ημερομηνία γέννησης του δεν είναι γνωστή, βαφτίστηκε όμως στις 17 Δεκεμβρίου. Καταγόταν από μουσική οικογένεια, αν και κανένας από τους προγόνους του δεν διακρίθηκε στη σύνθεση. Ο παππούς του ήταν φλαμανδικής καταγωγής και διευθυντής χορωδίας στην Αυλή του Πρίγκηπα Εκλέκτορα της Κολωνίας στη Βόννη. Ο πατέρας του, Γιόχαν βαν Μπετόβεν, εργάστηκε ως επαγγελματίας τενόρος στην ίδια χορωδία ενώ παρέδιδε και μαθήματα πιάνου και τραγουδιού. Παράλληλα αποτέλεσε τον πρώτο δάσκαλο μουσικής του Λούντβιχ, ωστόσο η σχέση τους ήταν μάλλον κακή, καθώς ο πατέρας του τον καταπίεζε διαρκώς και προσπαθούσε να τον εκμεταλλευτεί παρουσιάζοντας τον ως παιδί θαύμα, όπως ήταν ο Μότσαρτ. Αργότερα, ο Κρίστιαν Νέεφε (Christian Neefe) ανέλαβε το έργο της μουσικής του εκπαίδευσης.
Σε ηλικία 12 ετών δημοσιεύτηκε η πρώτη του σύνθεση και ο Νέεφε δήλωσε πως επρόκειτο για τον νέο Μότσαρτ. Ο Μπετόβεν συνέχισε να συνθέτει έργα ενώ συγχρόνως άρχισε να εργάζεται ως οργανίστας στην Αυλή.
Το 1787 μια ξαφνική αρρώστια της μητέρας του, στερεί τη δυνατότητα από τον νεαρό Μπετόβεν να μεταβεί στη Βιέννη προκειμένου να κάνει μαθήματα με τον Μότσαρτ.
Λίγο αργότερα όμως, το 1792, ο Γιόζεφ Χάυντν, κανόνισε να πάει τελικά στη Βιέννη για να αναλάβει τη διδασκαλία του. Η εκπαίδευσή του στο πλευρό του Χάυντν διήρκεσε συνολικά δύο χρόνια.
Επιπλέον σπούδασε αντίστιξη για ένα χρόνο με τον Γιόχαν Γκέοργκ Άλμπρεχτσμπέργκερ και φωνητική σύνθεση με τον Αντόνιο Σαλιέρι (Antonio Salieri).
Σταδιακά, άρχισε να αναγνωρίζεται η αξία του, αρχικά ως πιανίστας αλλά αργότερα και ως συνθέτης. Σε αντίθεση με την πλειοψηφία των συνθετών της εποχής, ο Μπετόβεν δεν ανήκε στην Αυλή ούτε εργάστηκε για την εκκλησία, αλλά διατήρησε την ανεξαρτησία του ως συνθέτης.
Κατόρθωνε να συντηρείται είτε με έσοδα από τις δημόσιες συναυλίες του, είτε παράγοντας και έργα κατά παραγγελία. Την πρώτη δημιουργική του περίοδο κατάφερε να καθιερωθεί στη Βιέννη χάρη στην σημαντική υποστήριξη του αριστοκρατικού κύκλου της Αυστρίας, της Βοημίας και της Ουγγαρίας.
Ένα από τα σημαντικότερα και το πιο τραγικό γεγονός της ζωής του Μπετόβεν αποτέλεσε η κώφωσή του. Άρχισε να χάνει την ακοή του σταδιακά από την ηλικία των 26 ετών, το 1796 (κατά άλλους αρχίζει λίγα χρόνια αργότερα) και, περίπου το 1820, θεωρείται πως ήταν ολοκληρωτικά κωφός.
Το γεγονός αυτό προκαλούσε μεγάλη θλίψη στον Μπετόβεν, η οποία αποτυπώνεται και σε γράμμα του προς τους αδελφούς του, το 1802, με την παράκληση να διαβαστεί μετά το θάνατό του, γνωστό και ως Διαθήκη του Heiligenstadt. Παρά την απώλεια της ακοής του, έγραψε μουσική μέχρι το τέλος της ζωής του.
Η υγεία του Μπετόβεν ήταν γενικά κακή και το 1826 επιδεινώθηκε δραστικά, γεγονός που οδήγησε και στο θάνατο του τον επόμενο χρόνο.
Στην κηδεία του Μπετόβεν που έγινε στις 29 Μαρτίου ο Φραντς Σούμπερτ ήταν ένας από τους 36 λαμπαδηφόρους.
Μουσικό έργο
Το έργο του Μπετόβεν διακρίνεται κυρίως σε τρεις χρονικές περιόδους. Η πρώτη αρχίζει από τις πρώτες δημιουργίες του μέχρι το 1802 που δημιουργεί τελικά ένα προσωπικό ύφος. Η δεύτερη περίοδος διαρκεί περίπου μέχρι το 1816 και ο Μπετόβεν είναι ήδη ένας αναγνωρισμένος συνθέτης. Η τελευταία περίοδος διακρίνεται από την παρουσία του ρομαντικού στοιχείου στις συνθέσεις του.
Πρώτη περίοδος
Τις πρώτες σονάτες που συνέθεσε, ο Μπετόβεν τις αφιέρωσε στον Χάυντν, που αποτέλεσε και τον σημαντικότερο δάσκαλό του. Οι σονάτες αυτές χαρακτηρίζονται και από μεγάλες ομοιότητες με αντίστοιχες συνθέσεις του Χάυντν. Η σημαντικότερη ίσως από αυτές είναι η "Παθητική" (op. 13). Άλλες εμφανείς επιδράσεις είναι ο Μότσαρτ, ο Μούτσιο Κλεμέντι (Muzio Clementi) και ο Γιαν Ντούσεκ (Jan Dussek).
Τον Απρίλιο του 1800 ο Μπετόβεν παρουσίασε την 1η Συμφωνία και δύο χρόνια αργότερα την 2η Συμφωνία. Η πρώτη ακολουθεί περισσότερο τα κλασικά πρότυπα, ενώ η δεύτερη χαρακτηρίζεται από περισσότερες καινοτομίες, κυρίως ως προς τη δομή της.
Τα πρώτα έργα του Μπετόβεν διακρίνονται γενικά από συχνές εναλλαγές στη δυναμική και έντονες αντιθέσεις ή εξάρσεις. Στην πρώτη περίοδο ανήκουν επιπλέον τα έξι πρώτα κουαρτέτα εγχόρδων (op. 18) και τα δύο πρώτα κοντσέρτα για πιάνο.
Δεύτερη περίοδος
Κατά τη διάρκεια της δεύτερης δημιουργικής περιόδου του, ο Μπετόβεν έχει αναγνωριστεί σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη ως συνθέτης και πιανίστας. Παράλληλα αναπτύσσει ένα περισσότερο προσωπικό ύφος το οποίο χαρακτηρίζεται συχνά ως "ηρωικό".
Η περίοδος αυτή ξεκινά με την 3η Συμφωνία (ή Ηρωική Συμφωνία), η οποία είναι πολύ μεγάλη σε διαστάσεις για τα πρότυπα της εποχής και χαρακτηρίζεται από αρκετές παρεκτροπές από την κλασική δομή των συμφωνιών.
Το δεύτερο μέρος (Πένθιμο Εμβατήριο) έχει εμβατηριακό χαρακτήρα και θεωρείται αναφορά στην Γαλλική Επανάσταση. Αφιερώθηκε αρχικά στον Ναπολέοντα Βοναπάρτη.
Την ίδια περίοδο ο Μπετόβεν συνθέτει και την μοναδική του όπερα Φιντέλιο. Κεντρικός χαρακτήρας της είναι η Λεονόρα, η οποία μεταμφιεσμένη σε άνδρα σώζει τον σύζυγο της από τη φυλακή. Η όπερα παραπέμπει επίσης στην Γαλλική Επανάσταση, με την Λεονόρα να ενσαρκώνει τα ιδανικά της. Η πρώτη παράσταση της όπερας δόθηκε το 1805 αλλά ακολούθησαν άλλες δύο εκδοχές της, το 1806 και το 1814.
Την περίοδο 1806 - 1808, ο Μπετόβεν ολοκλήρωσε την 4η, την 5η και την 6η Συμφωνία (ή Ποιμενική), ενώ το 1812 γράφτηκε η 7η και η 8η Συμφωνία. Στην δεύτερη περίοδο του Μπετόβεν ανήκουν ακόμα τα τρία τελευταία κοντσέρτα για πιάνο, το μοναδικό κοντσέρτο για βιολί, πέντε κουαρτέτα εγχόρδων (7-11) και έξι επιπλέον σονάτες για πιάνο στις οποίες περιλαμβάνεται η σονάτα Waldstein και η Appasionata.
Τρίτη περίοδος
Το 1816, το προχωρημένο στάδιο απώλειας ακοής του Μπετόβεν, αναγκάζει τον συνθέτη να αποσυρθεί σε μεγάλο βαθμό από πολλές κοινωνικές εκδηλώσεις. Οι συνθέσεις αυτής της περιόδου είναι μεγαλοπρεπείς, με μεγαλύτερο πνευματικό βάθος, ενώ η δομή τους θεωρείται γενικά πιο αφηρημένη και ασαφής. Στα τελευταία έργα του, ο Μπετόβεν χρησιμοποίησε επίσης πολύ συχνά το στοιχείο των παραλλαγών.
Οι παραλλαγές Diabelli θεωρούνται από τα σημαντικότερα έργα αυτού του είδους και αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για αρκετά έργα της ρομαντικής περιόδου. Η τρίτη δημιουργική περίοδος χαρακτηρίζεται από την ολοκλήρωση της 9ης Συμφωνίας, η οποία παρουσιάστηκε δημόσια τον Μάιο του 1824.
Αναφέρεται πως ο Μπετόβεν, που φαινομενικά διηύθυνε το έργο, δεν ήταν σε θέση να ακούσει τα χειροκροτήματα του πλήθους και χρειάστηκε να τον στρέψει προς το κοινό για υπόκλιση μία από τις σολίστ. Στην ένατη συμφωνία υπάρχει ένα στοιχείο καινοτομίας που είναι η χρήση χορωδίας και τεσσάρων μονωδών στην μελοποίηση του ποιήματος Ωδή στη Χαρά του Σίλερ (Shiller). Θεωρείται ως σήμερα ένα από τα αριστουργήματα στην ιστορία της μουσικής αν και, σε ορισμένα σημεία, ο συνθέτης έχει (πιθανόν λόγω της κώφωσής του) γράψει για ορισμένα όργανα (όπως το κόρνο) νότες που δεν τις διαθέτουν.
Άλλα έργα που ανήκουν στην τελευταία περίοδο δημιουργίας του Μπετόβεν είναι τα τελευταία έξι κουαρτέτα εγχόρδων, οι τελευταίες έξι σονάτες για πιάνο καθώς και η Missa Solemnis (Επίσημη Λειτουργία), έργο θρησκευτικής αντιστικτικής μουσικής.
Πληροφορίες: el.wikipedia.org
Τενεσί Ουίλιαμς, ήταν ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς θεατρικούς συγγραφείς
Τενεσί Ουίλιαμς
Ο Τενεσί Ουίλιαμς, φιλολογικό ψευδώνυμο του Τόμας Λανιέ Ουίλιαμς, ήταν ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς θεατρικούς συγγραφείς, μαζί με το σύγχρονό του, Άρθουρ Μίλλερ. (Thomas Lanier "Tennessee" Williams III, 26 Μαρτίου 1911 - 25 Φεβρουαρίου 1983)
Έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στη Νέα Ορλεάνη, όπου και άλλαξε το όνομά του από την πολιτεία καταγωγής του πατέρα του. Έγραψε ποιήματα, νουβέλες, θεατρικά έργα και παιχνίδια, ιστορίες και μυθιστορήματα.
Κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ το 1948 για το "Λεωφορείον ο Πόθος" και το 1955 για τη "Λυσσασμένη Γάτα". Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε πάνω από 30 γλώσσες, ενώ αποτελούν ιδιαίτερα δημοφιλείς παραστάσεις σε όλο τον κόσμο.
Ο Τενεσί Ουίλιαμς γεννήθηκε το 1911 στο Κολόμπους του Μισισίπι. Η μητέρα του καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια, ενώ ο πατέρας του δούλευε ως πλασιέ για μια εταιρεία παπουτσιών. Σε ηλικία 5 ετών, διαγνώστηκε παράλυση των κάτω άκρων του , ασθένεια που τον καθήλωσε για τα επόμενα δυο χρόνια. Επειδή ήταν ανήμπορος να κάνει οτιδήποτε, η μητέρα του τον ενθάρρυνε να φαντάζεται και να γράφει ιστορίες.
Η οικογένεια του Ουίλιαμς
Σε πολλά από τα έργα του ο Ουίλιαμς εμπνεύστηκε από την ίδια την οικογένειά του για την ανάπτυξη των πρωταγωνιστικών του χαρακτήρων.
Ο πατέρας του Ουίλιαμς υιοθετούσε όλο και πιο βάναυση συμπεριφορά απέναντι στα παιδιά του με το πέρασμα των χρόνων. Συχνά ευνοούσε τον αδερφό του Τενεσί, ίσως λόγω και της ασθένειας και της αδύναμης γενικότερα φύσης του ίδιου στα παιδικά του χρόνια. Η μητέρα του είχε βλέψεις ως εκλεπτυσμένη κυρία της υψηλής κοινωνίας του Νότου, δημιουργούσε μια ασφυκτική ατμόσφαιρα, ενώ πιθανότατα είχε νευρική διαταραχή.
Ο Ουίλιαμς ήταν πολύ κοντά με την αδερφή του, τη Ρόουζ, η ζωή της οποίας τον επηρέασε ίσως περισσότερο από κάθε άλλο. Σε νεαρή ηλικία, έμαθε ότι πάσχει από σχιζοφρένεια και πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής της σε ψυχιατρικές κλινικές. Σε μια προσπάθεια καταπολέμησης της ασθένειάς της, οι γονείς του Ουίλιαμς ενέκριναν τη λοβοτομή στη Ρόουζ το 1937 στην Ουάσινγκτον. Δυστυχώς, τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα και η Ρόουζ σακατεύτηκε για το υπόλοιπο της ζωής της.
Ο Τενεσί υπέστη ισχυρό σοκ από το γεγονός αυτό και δε συγχώρησε ποτέ τους γονείς του. Η ασθένεια της αδερφής του συνέβαλε ίσως στην εξάρτησή του από το αλκοόλ, ωστόσο πιθανώς να υπήρχε γενετική προδιάθεση, καθώς και ο ίδιος υπέφερε από κατάθλιψη.
Μετέπειτα σταδιοδρομία και θεατρική επιτυχία
Στα 16 του κέρδισε το πρώτο του βραβείο για το δοκίμιό του «Can a Good Wife Be a Good Sport?». Σπούδασε δημοσιογραφία το 1929 στο πανεπιστήμιο του Μισούρι, όπου οι συμφοιτητές τού κόλλησαν το παρατσούκλι 'Tennessee λόγω της συρτής νότιας προφοράς του, και θεατρολογία στο πανεπιστήμιο Ουάσινγκτον στο Σαιν Λούις, όπου παρουσιάστηκαν και τα πρώτα του έργα "Κεριά στον Ήλιο" και "Φυγάς". Τελικά, το 1938 παίρνει το πτυχίο του από το Πανεπιστήμιο της Αϊόβα.
Ο Ουίλιαμς μετακόμισε το 1939 στη Λουιζιάνα και έμεινε για κάποιο χρονικό διάστημα στη Γαλλική Συνοικία στη Νέα Ορλεάνη, όπου ξεκίνησε το 1947 να γράφει το έργο "Λεωφορείον ο Πόθος", το οποίο τελείωσε αργότερα στη Φλόριντα. Το έργο γνώρισε τεράστια επιτυχία: πήρε το Βραβείο Κριτικών της Νέας Υόρκης και το βραβείο Πούλιτζερ. Παρουσιάστηκε στη Νέα Υόρκη σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν με τον Μάρλον Μπράντο στον πρωταγωνιστικό ρόλο, ενώ έγινε και ταινία το 1951, όπου χάρισε το βραβείο Όσκαρ στη Βίβιαν Λι.
Το 1947 γνώρισε και ερωτεύτηκε το Φρανκ Μέρλο, Ιταλό δεύτερης γενιάς, μέχρι το θάνατό του από καρκίνο το 1963. Όσο ήταν μαζί έγραψε το "Τριαντάφυλλο στο Στήθος" (μεταφέρθηκε και σε ταινία με την Άννα Μανιάνι και τον Μπαρτ Λάνκαστερ), το μόνο έργο του με ευτυχή κατάληξη, ενώ ο Μέρλο εξισορροπούσε τις κρίσεις κατάθλιψης του Ουίλιαμς και του φόβου του ότι θα οδηγούνταν στην παράνοια και την τρέλα, όπως η αδερφή του.
Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του '50 και του '60, ο Ουίλιαμς ήρθε αντιμέτωπος με σκληρή κριτική από ορισμένους κριτικούς του θεάτρου, εξαιτίας του τρόπου που ζούσε και τόνιζε τις ομοφυλοφιλικές του προτιμήσεις. Με τον καιρό, το ύφος των έργων του Ουίλιαμς ωρίμαζε και σε κάποια προχωρούσε σε πειραματισμούς, κάτι που τον αποξένωσε ακόμη περισσότερο από τους κριτικούς.
Το 1976, υπήρξε Πρόεδρος της επιτροπής του Φεστιβάλ Καννών.
Στις 25 Φεβρουαρίου 1983, ο Τενεσί Ουίλιαμς βρέθηκε νεκρός στο δωμάτιο που είχε νοικιάσει στο ξενοδοχείο Elysee στη Νέα Υόρκη, έχοντας σφηνωμένο στο λαιμό του ένα φελλό. Ο ίδιος επιθυμούσε να αποτεφρωθεί και να σκορπιστούν οι στάχτες του στον Κόλπο του Μεξικού, ωστόσο θάφτηκε στον οικογενειακό τάφο στο Σαιν Λούις.
Σχετικά με το έργο του
Ο Τενεσί Ουίλιαμς είχε επιρροές από τον Άντον Τσέχωφ, τον Αύγουστο Στρίντμπεργκ και άλλους συγγραφείς. Συνήθης φυσιογνωμία στα έργα του είναι η ηρωίδα στα όρια της παράνοιας, με καθαρές επιρροές από τη ζωή της αδερφής του, Ρόουζ. Από την αδερφή του και τη μητέρα του φαίνεται ότι εμπνέεται για τους γυναικείους χαρακτήρες (Laura, Amanda) στο "Γυάλινο Κόσμο", ενώ ο χαρακτήρας της Μπλανς Ντυμπουά στο "Λεωφορείο ο Πόθος" φαίνεται βασίστηκε στη Ρόουζ, αλλά και στον ίδιο, καθώς την περίοδο που έγραφε το έργο, πίστευε ότι θα πεθάνει κι ότι θα αποτελούσε το κύκνειο άσμα του. Στη "Λυσσασμένη Γάτα" διακρίνονται στοιχεία από τη ζωή του Ουίλιαμς, όπως η ομοφυλοφιλία, ο αλκοολισμός και οι ψυχικές διαταραχές.
Πληροφορίες: el.wikipedia.org
Περισσότερα Άρθρα...
- Επαμεινώνδας Γονατάς, ήταν Έλληνας ποιητής και διηγηματογράφος της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, ο οποίος διακρίθηκε κυρίως ως «λογοτέχνης του παράδοξου»
- Τάσος Καψιδέλης, Έλληνας φιλόλογος και ιστορικός συγγραφέας από τη Λήμνο
- Χρήστος Αρδίζογλου, Έλληνας πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής, ο οποίος αγωνιζόταν ως ακραίος επιθετικός αλλά και ως μέσος και φημιζόταν για τη σπουδαία τεχνική του κατάρτιση
- Έλτον Τζον, Άγγλος τραγουδιστής, τραγουδοποιός, συνθέτης και πιανίστας