Άρθρα
Κατερίνα Θάνου, πρώην αθλήτρια του στίβου, αγωνιζόταν στους δρόμους ταχύτητας
Κατερίνα Θάνου
Η Κατερίνα Θάνου είναι πρώην αθλήτρια του στίβου, αγωνιζόταν στους δρόμους ταχύτητας. Κατέκτησε την πρώτη θέση στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στο Μαεμπάσι της Ιαπωνίας το 1999 και στους Πανευρωπαϊκούς αγώνες κλειστού στίβου στα 60 μέτρα το 1996 και το 2000. (1 Φεβρουαρίου 1975)
Πρώτες διακρίσεις
Γεννήθηκε την 1η Φεβρουαρίου του 1975 στην Αθήνα και έχει καταγωγή από την Πρέβεζα. Με χρόνο 10.87 πέτυχε πανελλήνια επίδοση στους πανευρωπαϊκούς αγώνες του 1998 και κατέκτησε τον τίτλο της παγκόσμιας πρωταθλήτριας κλειστού στίβου το Μάρτιο του 1999 στους αγώνες του Μαεμπάσι της Ιαπωνίας.
Στις 22 Αυγούστου 1999 πήρε το χάλκινο μετάλλιο στα 100 μέτρα του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος της Σεβίλλης πετυχαίνοντας χρόνο 10.84. Υπήρξε αθλήτρια του Εθνικού Γυμναστικού Συλλόγου και αργότερα του Ολυμπιακού και προπονούνταν με το Χρήστο Τζέκο.
Σπουδαία επιτυχία στην καριέρα της αποτέλεσε το αργυρό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς του 2000. Οι διακρίσεις της, ωστόσο, είναι πάμπολλες.
Σκάνδαλο αναβολικών
Το 2004 στους θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, η Κατερίνα Θάνου ήταν μία από τις αθλήτριες που αναμενόταν να πρωταγωνιστήσουν στα 100 μέτρα των γυναικών. Εντούτοις, την ημέρα πριν από την τελετή έναρξης, η Κατερίνα Θάνου και ο συναθλητής της Κωνσταντίνος Κεντέρης δεν εμφανίστηκαν σε αιφνιδιαστική κλήση για έλεγχο αντί-ντόπινγκ και αργότερα την ίδια νύχτα νοσηλεύθηκαν και οι δύο, ισχυριζόμενοι ότι είχαν τραυματιστεί σε τροχαίο ατύχημα με μοτοσικλέτα.
Στο σκάνδαλο που ακολούθησε σε σχέση με την εξέτασή τους, οι Κατερίνα Θάνου και Κωνσταντίνος Κεντέρης ανήγγειλαν την απόσυρσή τους από τους αγώνες στις 18 Αυγούστου 2004, μετά από ακρόαση ενώπιον της πειθαρχικής Επιτροπής της ΔΟΕ.
Μια επίσημη έρευνα των ελληνικών Αρχών σχετικά με το υποτιθέμενο ατύχημά τους, κατέληξε στο συμπέρασμα να αμφισβητήσει το ατύχημα.
Η IAAF τους επέβαλε προσωρινή ποινή αποκλεισμού από κάθε αγωνιστική δραστηριότητα που άρχισε να ισχύει από τις 22 Δεκεμβρίου 2004.
Μετά από μια μακροχρόνια νομική μάχη, στις 26 Ιουνίου 2006 ενώπιον του αθλητικού διαιτητικού δικαστηρίου της Λωζάνης οι Έλληνες αθλητές αποδέχτηκαν τις κατηγορίες για την παραβίαση του κανόνα αποφυγής τριών ελέγχων αντί-ντόπινγκ μεταξύ 27 Ιουλίου και 12 Αυγούστου 2004 (στην παραβίαση του κανόνα 32.2 (δ)) και μια αποφυγή να δώσουν δείγμα ούρων και δείγμα αίματος στις 12 Αυγούστου 2004 (στην παραβίαση του κανόνα 32.2 (γ)).
Η ποινή τους έληξε στις 22 Δεκεμβρίου 2006.
Επιστροφή στην ενεργό δράση
Η επιστροφή της στην ενεργό δράση έγινε το Φεβρουάριο του 2007. Στα 60 μέτρα, περιορίστηκε στην 6η θέση στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στο Μπέρμιγχαμ της Αγγλίας, στις 4 Μαρτίου 2007 με επίδοση 7.26. Στη συνέχεια της χρονιάς ταλαιπωρήθηκε από τραυματισμούς και έκανε μόνο δύο κούρσες στον ανοιχτό με καλύτερη στα 11.35. Στις 10 Αυγούστου 2008 ανακοινώθηκε επίσημα από την Δ.Ο.Ε. ο αποκλεισμός της από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου επειδή με τις ενέργειές της "δυσφήμισε το Ολυμπιακό Κίνημα". Η απάντηση της αθλήτριας ήταν άμεση.
Παλαιών Πατρών Γερμανός, ήταν Ιεράρχης και πρωταγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης
Παλαιών Πατρών Γερμανός
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ήταν Ιεράρχης και πρωταγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης. Ονομαζόταν Γεώργιος Γκόζιας και γεννήθηκε στη Δημητσάνα στις 25 Μαρτίου 1771, τη Μεγάλη Παρασκευή. Ήταν η δύσκολη εποχή των Ορλωφικών, που σημαδεύτηκε από τις θηριωδίες των Αλβανών στην Πελοπόννησο. Είχε τη τύχη να φοιτήσει στη Σχολή της Δημητσάνας κοντά στον προικισμένο δάσκαλο Αγάπιο Παπαδόπουλο ή Παπαντωνόπουλο, ο οποίος τη διεύθυνε με επιτυχία επί 32 χρόνια, αναμορφώνοντάς την και δίνοντάς της αίγλη και φήμη.
Στη συνέχεια έγινε γραμματέας του μητροπολίτη Αργολίδας Ιάκωβου Πετράκη, οπότε και χειροτονήθηκε ως διάκονος και πήρε το όνομα Γερμανός. Αργότερα μετέβη στην Κωνσταντινούπολη όπου παρακολούθησε ανώτερα μαθήματα στην περίφημη Πατριαρχική Σχολή Κουρούτσεσμε. Το 1804, ο Γερμανός συμμετείχε σε μια ομάδα κληρικών με ανώτερη μόρφωση, μελών της Πατριαρχικής Σχολής Κουρούτσεσμε, η οποία επιμελήθηκε και εξέδωσε ελληνικό λεξικό, το οποίο αργότερα χαρακτηρίστηκε ως "Κιβωτός της Ελληνικής Γλώσσης". Επικεφαλής της ομάδας ήταν ο μητροπολίτης Κυζίκου Ιωακείμ, από τους αρχαιότερους δασκάλους της Πατριαρχικής Σχολής, μέλος της Πατριαρχικής Συνόδου και ο μεγάλος γνώστης και μελετητής της Ελληνικής Γραμματείας.
Ο Γερμανός ανέπτυξε στενές σχέσεις με τον Ιωακείμ, ο οποίος τον περιέλαβε με την εμπιστοσύνη του και την αγάπη του και αργότερα έμελε να τον στηρίξει έμπρακτα.
Το Μάρτιο του 1806 ο Γερμανός, μετά την παραίτηση του Ιωακείμ, εκλέχτηκε σε ηλικία 36 ετών μητροπολίτης Παλαιών Πατρών και η ενθρόνισή του στην Πάτρα έγινε τον Μάιο του 1806. Κατά τον ερχομό του Γερμανού στην Πάτρα, οι πιστοί του επιφύλαξα θερμή υποδοχή. Η ποιμαντορία του στην Πάτρα ήταν επιτυχημένη και ο λαός τον περιέλαβε με μεγάλη αγάπη, σεβασμό και αφοσίωση.
Κατά τα έτη 1815-1817, ο Γερμανός διετέλεσε και μέλος της πατριαρχικής Συνόδου της Κωνσταντινούπολης. Σε όλη τη διάρκειά της ποιμαντορία του ο Γερμανός εκδήλωσε έμπρακτα την αγάπη του και για τη γενέτειρά του και τους συμπατριώτες του, ενισχύοντας ηθικά και οικονομικά τη Σχολή της Δημητσάνας και χρηματοδοτώντας την κατασκευή του υδραγωγείου της πόλης και μιας γέφυρας στο Λούσιο.
Νοέμβριο του 1818 ο Γερμανός μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Τα χρόνια της προετοιμασίας του αγώνα είχε δυναμική συμβολή. Στις 13 Μαρτίου του 1821 ευλόγησε τη σημαία της Επανάστασης στη Μονή της Αγίας Λαύρας. Την 25η Μαρτίου την ύψωσε στην Πάτρα και όρκισε τους επαναστάτες στην πλατεία Αγίου Γεωργίου. Πέθανε το 1826 στη διάρκεια της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης, της οποίας είχε εκλεγεί μέλος. Κατά το εναρκτήριο έναυσμα της ελληνικής επανάστασης στην Πάτρα στις 25 Μαρτίου 1821, ο Γερμανός οργάνωσε και πραγματοποιήθηκε τελετή ύψωσης και ευλογίας των επαναστατημένων όπλων στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου, σε μια μεγαλειώδη συγκέντρωση.
Εκεί, αφού τοποθέτησε φρουρούς και έναν πρόχειρο βωμό για την τοποθέτηση του Τιμίου Σταυρού, μέσα σε έξαλλο ενθουσιασμό ευλόγησε τα όπλα και την πρώτη ελληνική σημαία, δεήθηκε για την έναρξη του αγώνα, για τους αγωνιστές και για τα θύματα και έδωσε θάρρος και ενθουσιασμό στον λαό. Το πλήθος ασπάζονταν το Σταυρό, φώναξε επαναστατικά συνθήματα και ορκίζονταν ζητωκραυγάζοντας "ΖΗΤΩ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ". Την επομένη, ο Γερμανός έστειλε εγκύκλιο στους πρόξενους των ξένων δυνάμεων με τον σκοπό της εξέγερσης, ζητώντας υποστήριξη και προστασία.
Τον Οκτώβριο του 1822 μετέβη στη Ρώμη μαζί με τον Γ. Μαυρομιχάλη, σαν απεσταλμένος του αγωνιζόμενου Έθνους για την ενημέρωση της γειτονικής Ιταλίας και του Βατικανού, όπου και παρέμεινε μέχρι τα μέσα Ιουνίου του 1824. Παράλληλα οι δύο άνδρες είχαν την αποστολή να ενημερώσουν όλους τους επιφανείς πατριώτες του εξωτερικού, μεταδίδοντας και διαδίδοντας την επιθυμία των Ελλήνων για αποτίναξη του ζυγού και ελευθερία και αποκομίζοντας κάθε είδους υποστήριξη από αυτούς και από τα ξένα κράτη. Η αποστολή του Γερμανού εξέφρασε εκείνη την περίοδο την επίσημη φωνή της επαναστατημένης Ελλάδας στο εξωτερικό και απέφερε αρκετά οφέλη στην επανάσταση .
Όταν επέστρεψε ο Γερμανός στην Ελλάδα, μαινόταν ο εμφύλιος σπαραγμός. Αφού είδε ότι οι παραινέσεις του δεν γίνονταν αποδεκτές, αποσύρθηκε αποκαρδιωμένος στη μονή της Χρυσοποδαρίτισσας. Εκεί, με εντολή του Γκούρα, οι στρατιώτες τον απήγαγαν με βία και τον έσυραν πεζό μέχρι τη Γαστούνη, το χειμώνα του 1825. Αποτέλεσμα αυτού ήταν ο σοβαρός κλονισμός της υγείας του. Αργότερα ο Γερμανός ενεργοποιήθηκε σαν μέλος της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου. Στο Ναύπλιο ο Γερμανός προσεβλήθη από λοιμώδη νόσο από την οποία και απεβίωσε στις 30 Μαΐου 1826.
Αργότερα, το λείψανό του Γερμανού μεταφέρθηκε στη γενέτειρά του Δημητσάνα και τοποθετήθηκε σε ορειχάλκινη λάρνακα. Από τότε φυλάσσεται στη μεγάλη αίθουσα της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Σχολής της Δημητσάνας. Αργότερα, το 1930, οι Δημητσανίτες έστησαν προς τιμή του επιβλητικό μνημείο στη γενέτειρά του. Στη θέση Καλλιθέα, στην είσοδο της Δημητσάνας από τη Στεμνίτσα, σε μαρμάρινο βάθρο στήθηκε ο χάλκινος ανδριάντας του, έργο του Ιταλού γλύπτη Caparelo. Στη βάση του τοποθετήθηκαν συμβολικά δυο μαρμάρινα αγάλματα, το ένα με τη μορφή της θλιμμένης Ελλάδας και το άλλο του Έλληνα αγωνιστή. Ένας άλλος ανδριάντας του κοσμεί την πλατεία Ψηλά Αλώνια στην Πάτρα, που έστησαν οι Πατρινοί προς τιμήν του.
Στα τελευταία χρόνια του ο Παλαιών Πατρών Γερμανός έγραψε τα απομνημονεύματά του, που δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά το 1837. Αυτά μαζί με την ολοκληρωμένη βιογραφία του, έχουν εκδοθεί σε τόμο από τις εκδόσεις της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Σχολής Δημητσάνας με τίτλο: "Μητροπολίτου Παλαιών Πατρών Γερμανού, Απομνημονεύματα", Φωτοτυπική επανέκδοσης (εκ της β' εκδόσεως).
Βολταίρος, ήταν Γάλλος συγγραφέας, ιστορικός και φιλόσοφος, διάσημος για το πνεύμα του, τις επιθέσεις του εις βάρος της Καθολικής Εκκλησίας και την υπεράσπιση της ανεξιθρησκίας, της ελευθερίας του λόγου και του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους
Βολταίρος
Ο Φρανσουά Μαρί Αρουέ, ευρύτερα γνωστός με το ψευδώνυμο Βολταίρος (Voltaire), ήταν Γάλλος συγγραφέας, ιστορικός και φιλόσοφος, διάσημος για το πνεύμα του, τις επιθέσεις του εις βάρος της Καθολικής Εκκλησίας και την υπεράσπιση της ανεξιθρησκίας, της ελευθερίας του λόγου και του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους. Θεωρείται κεντρική μορφή και ενσάρκωση του Διαφωτισμού του 18ου αιώνα. Υπήρξε επίσης δοκιμιογράφος και κορυφαίος εκπρόσωπος του ντεϊσμού. (François-Marie Arouet, 21 Νοεμβρίου 1694 – 30 Μαΐου 1778)
Η ζωή του
Πρώιμη περίοδος
Γεννήθηκε στο Παρίσι στις 21 Νοεμβρίου 1694 μέσα σε μία μεσοαστική οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν συμβολαιογράφος και ανώτερος υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών. Έχασε τη μητέρα του όταν ήταν 7 ετών και μετά από δύο χρόνια εισήλθε στο ιησουιτικό κολέγιο του Μεγάλου Λουδοβίκου όπου παρέμεινε ως το 1711. Για την εκπαίδευσή του εκεί έγραψε αργότερα ότι δεν είχε μάθει τίποτα "εκτός από λατινικά και ανοησίες" αν και στο κολέγιο φαίνεται ότι διαμόρφωσε τις βάσεις της ιδιαίτερης γνώσης του και διέγειρε πιθανώς την ισόβια αφοσίωσή του στο θέατρο. Κατά το διάστημα των ετών 1711 – 1713 μελέτησε τη νομική επιστήμη.
Πριν αρχίσει τη συγγραφική του καριέρα, με την παρότρυνση του πατέρα του, υπηρέτησε ως γραμματέας του Γάλλου πρέσβη στην Ολλανδία. Επέστρεψε στο Παρίσι την εποχή του θανάτου του Λουδοβίκου ΙΔ΄ και σύντομα απέκτησε φίλους μεταξύ της αριστοκρατικής τάξης. Οι σατιρικοί στίχοι του τον έκαναν ιδιαίτερα δημοφιλή στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Τότε παρουσίασε το πρώτο θεατρικό του έργο, την τραγωδία Οιδίπους (Oedipe), απομίμηση του Οιδίποδα του Σοφοκλή, στον κύκλο του.
Τροφοδοτώντας τη μανιώδη έχθρα της δούκισσας του Μαιν εναντίον του αντιβασιλέα Φιλίππου Β΄ της Ορλεάνης, ο Βολταίρος συνέθεσε μια σάτιρα γι’ αυτόν. Ένας κατάσκοπος κατάφερε να πάρει την ομολογία του και στις 16 Μαΐου 1717 φυλακίστηκε στη Βαστίλη για προσβολή του αντιβασιλέα. Εδώ ξαναδούλεψε τον Οιδίποδα, άρχισε το έργο Ερρικειάς (Henriade) και αποφάσισε να αλλάξει το όνομά του. Απελευθερώθηκε 11 μήνες αργότερα όταν διαπιστώθηκε ότι είχε κατηγορηθεί εσφαλμένα και για το λόγο αυτό έλαβε χρηματική αποζημίωση 400 κορώνες.
Η τραγωδία Οιδίποδας ανέβηκε στο Théâtre Français στις 18 Νοεμβρίου 1717 και έγινε θετικά αποδεκτή από το κοινό. Παρέμεινε στη σκηνή για 45 βραδιές και του απέφερε πλούτο και φήμη, που τον βοήθησαν να ξεκινήσει μία σειρά επικερδών επενδύσεων. Η βασικότερη αυτών ήταν η ενασχόλησή του με την Εταιρεία των Ινδιών (Compagnie des Indes).
Μετά την απελευθέρωσή του από τη Βαστίλη τον Απρίλιο του 1718, έγινε γνωστός ως Arouet de Voltaire ή απλά Voltaire, αν και νομικά δεν απάλειψε ποτέ το βαπτιστικό του όνομα. Η προέλευση αυτής της αλλαγής στο όνομα έχει συζητηθεί πολύ, μερικοί προτείνουν ότι ήταν μια σύντμηση ενός παρωνυμίου της παιδικής του ηλικίας, "le petit volontaire".
Η συνηθέστερα αποδεκτή υπόθεση, εντούτοις, είναι ότι υπήρξε αναγραμματισμός του ονόματος "Arouet le jeune" ή "Arouet l.j." με "το u" να μετατίθεται "στο v" και "το j" "στο i" σύμφωνα με τα κρατούντα την εποχή εκείνη.
Ο Βολταίρος, συνεχίζοντας τη θεατρική του παραγωγή, ολοκλήρωσε το έργο Artemire το Φεβρουάριο του 1720. Το έργο απέτυχε και ο Βολταίρος δε το δημοσίευσε ποτέ στο σύνολό του, αν και αργότερα αναπλάστηκε με επιτυχία και κάποια μέρη του επαναχρησιμοποιήθηκαν σε άλλες εργασίες. Άλλα έργα του που δημοσιεύθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ήταν η τραγωδία Μαριάννα (Marianne) και η κωμωδία Ο αδιάκριτος (L’ indiscret).
Η εξορία στην Αγγλία
Προμετωπίδα του έργου Éléments de la philosophie de Newton (Άμστερνταμ, 1738), όπου εμφανίζεται ο Βολταίρος στο γραφείο του να δέχεται το φως της αλήθειας από τον Νεύτωνα διά μέσου ενός καθρέφτη, που κρατά η Madame du Châtelet
Το 1725 ο Βολταίρος προσβλήθηκε από έναν νέο ευγενή, τον Chevalier de Rohan, και απάντησε με τη συνηθισμένη του οξύτητα. Ο Βολταίρος προγραμμάτιζε να προκαλέσει το νεαρό ευγενή σε μονομαχία, αλλά η οικογένεια Ροάν (Rohan) εξέδωσε ένα lettre de cachet για να αποφύγει οποιαδήποτε προβλήματα.
Εκείνη την εποχή, όταν ένα πρόσωπο με επιρροή ήθελε να διωχθεί κάποιος εχθρός του αλλά δεν τον βάραινε κανένα έγκλημα, μπορούσε να προμηθευτεί ένα μυστικό ένταλμα, το οποίο καλούνταν lettre de cachet. Το πρόσωπο που κατονομαζόταν στην επιστολή έπρεπε να φυλακιστεί ή να εξοριστεί, εντός ή εκτός Γαλλίας.
Επειδή δεν διεξήγετο δίκη, ο κατηγορούμενος δεν μπορούσε να υπερασπιστεί τον εαυτό του έναντι των κατηγοριών. Το πρωί της ημέρας που είχε οριστεί η μονομαχία, ο Βολταίρος συνελήφθη και εστάλη για δεύτερη φορά στη Βαστίλη. Επέλεξε την εξορία στην Αγγλία αντί της φυλάκισης. Αυτό το περιστατικό του άφησε ανεξίτηλη εντύπωση, και από εκείνη την ημέρα έγινε υπέρμαχος της δικαστικής μεταρρύθμισης.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αγγλία τον προσέλκυσε η φιλοσοφία του Τζον Λοκ (John Locke) και ιδέες του μαθηματικού Ισαάκ Νεύτωνα (Sir Isaac Newton). Μέσω του φίλου του λόρδου Μπόλινμπροκ (Bolingbroke) ήρθε σε επαφή με τα πνευματικά αναστήματα της αγγλικής λογοτεχνίας της εποχής. Μελέτησε τη συνταγματική μοναρχία της Αγγλίας και τη θρησκευτική ανοχή, που υπήρχε.
Ο Βολταίρος ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για το φιλοσοφικό ορθολογισμό και τη μελέτη των φυσικών επιστημών. Επίσης έγραψε στα αγγλικά τα πρώτα δοκίμιά του, το Δοκίμιο για την επική ποίηση και το Δοκίμιο για τους γαλλικούς εμφυλίους πολέμους, τα οποία δημοσιεύθηκαν το 1727. Η πλέον ενδιαφέρουσα παραγωγή του στην Αγγλία ήταν η συγγραφή της ιστορίας του Κάρολου 12ου της Σουηδίας, η οποία παραμένει κλασσική στο χώρο της βιογραφίας.
Το έργο του Αγγλικά Γράμματα (Letters concerning the English Nation) δημοσιευμένο στα αγγλικά το 1733 και στα γαλλικά ως Lettres philosophiques το 1734, μπορεί να ειπωθεί ότι έδωσε ώθηση στην αγγλική φιλοσοφική σκέψη και επιστήμη, η οποία χαρακτήρισε την περίοδο του Διαφωτισμού. Το βιβλίο επίσημα απαγορεύθηκε στη Γαλλία.
Επιστροφή στη Γαλλία και τα χρόνια του Cirey
Ο Βολταίρος επέστρεψε στο Παρίσι μετά από τρία χρόνια και συνέχισε εκεί τη λογοτεχνική του παραγωγή. Δημοσίευσε τότε το επικό ποίημα Ερρικειάς (Henriade), με θέμα τους θρησκευτικούς πολέμους στη Γαλλία, όπου σατίριζε τη θρησκευτική μισαλλοδοξία. Το έργο του αυτό προκάλεσε εντύπωση στο αναγνωστικό κοινό και κυκλοφόρησε σε 300.000 αντίτυπα. Συνάμα παρουσίασε αρκετές τραγωδίες μεταξύ των οποίων και οι Βρούτος (Brutus, 1730), Ζαΐρα (Zaire, 1733), Εριφύλη (Eriphile).
Στα 1733 γνώρισε την Εμιλί ντι Σατλέ (Émilie Du Châtelet, γνωστότερη ως Madame Du Châtelet), της οποίας τα πνευματικά ενδιαφέροντα, ειδικά πάνω στις επιστήμες, ταίριαζαν με τα δικά του. Διέμειναν μαζί στο Cirey, στη Λωρραίνη, απολαμβάνοντας την ανοχή του μαρκησίου ντι Σατλέ. Ο δεσμός του με την Εμιλί διήρκεσε μέχρι το θάνατό της το 1749. Στο Cirey, ο Βολταίρος δούλεψε πάνω σε πειράματα φυσικής και χημείας. Το 1736 άρχισε τη μακροχρόνια αλληλογραφία του με τον κατά 20 χρόνια νεότερό του διάδοχο του θρόνου της Πρωσίας Φρειδερίκο (τον μετέπειτα Φρειδερίκο Β΄). Επιπλέον, έγραψε τα Στοιχεία της νευτώνειας φιλοσοφίας (Éléments de la philosophie de Newton, 1736), το οποίο έφερε την αναγνώριση της νευτώνειας φυσικής στην Ευρώπη, μια κωμική εκδοχή των θρύλων για την Ιωάννα της Λωρραίνης Η παρθένος (La Pucelle, 1755) και τα δράματα Μωάμεθ (Mahomet, 1742), Μερόπη (Mérope, 1743), και Σεμίραμις (Sémiramis, 1748). Μέσω της επιρροής της Μαντάμ Πομπαντούρ (Madame de Pompadour), έγινε βασιλικός ιστοριογράφος και μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας.
Πρωτοστάτης και πλέον σκληρός κριτικός του ήταν αυτή την περίοδο ο αβάς Desfontaines, και κορωνίδα των κριτικών του Desfontaines ήταν το βιβλίο Le Voltairomanie, σε απάντηση ενός λίβελου του Βολταίρου με τον τίτλο Ο Προληπτικός (Le Preservatif). Τον Απρίλιο του 1739 πραγματοποίησε ένα ταξίδι στις Βρυξέλλες, οι οποίες ήταν η έδρα του για κάποιο χρονικό διάστημα, εξ αιτίας μερικών νομικών υποθέσεων των du Châtelets. Ο Φρειδερίκος, βασιλιάς πλέον της Πρωσίας από το 1740, κατέβαλε πολλές προσπάθειες να απομακρύνει τον Βολταίρο από τη Madame Du Châtelet, αλλά ανεπιτυχώς, και έτσι κέρδισε την εγκάρδια έχθρα της αρνούμενος διαρκώς ή παραλείποντας να την προσκαλέσει. Επιτέλους, τον Σεπτέμβριο του 1740, ο δάσκαλος και ο μαθητής συναντήθηκαν για πρώτη φορά στο Κλεβ (Cleves), και τρεις μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο, στο Βερολίνο μετά από πρόσκληση του Φρειδερίκου.
Από την πρωσική αυλή στην Ελβετία
Ο Βολταίρος επισκέφτηκε ξανά το Βερολίνο και το Πότσδαμ το 1743 στο πλαίσιο διπλωματικής αποστολής, για να πείσει τον Φρειδερίκο, να συμμαχήσει με την Γαλλία, χωρίς όμως αποτέλεσμα. (Πόλεμος της Αυστριακής Διαδοχής, 1740-48). Μετά το θάνατο της Madame Du Châtelet δέχτηκε την πρόσκληση του Φρειδερίκου να ζήσει στην αυλή του (1750-53). Οι σχέσεις του με το Φρειδερίκο ήταν γενικά θυελλώδεις. Η παρέμβαση του Βολταίρου στη φιλονικία μεταξύ Maupertuis και König οδήγησε στην ανανέωση της ψυχρότητας εκ μέρους του Πρώσου μονάρχη και το 1753 ο Βολταίρος εγκατέλειψε βιαστικά την Πρωσία. Από απόσταση οι δύο άνδρες συμφιλιώθηκαν αργότερα και η αλληλογραφία τους επαναλήφθηκε.
Ανεπιθύμητος στη Γαλλία ο Βολταίρος εγκαταστάθηκε στη Γενεύη, όπου αγόρασε το κτήμα "Les Délices" και απέκτησε επίσης ένα ακόμα σπίτι κοντά στη Λωζάνη. Οι αρχές της Γενεύης αντιτέθηκαν σύντομα στις ιδιωτικές θεατρικές παραστάσεις, που πραγματοποιούνταν στο σπίτι του Βολταίρου, ενώ εξοργίστηκαν ακόμα περισσότερο λόγω του άρθρου "Genève" που γράφτηκε για την Εγκυκλοπαίδεια του Ντιντερό, με την υποκίνηση του Βολταίρου, από τον Ντ’ Αλαμπέρ. Το άρθρο, που δήλωνε ότι οι καλβινιστές πάστορες της Γενεύης είχαν δει το φως και είχαν πάψει να πιστεύουν στην οργανωμένη θρησκεία, ξεσήκωσε μια βίαιη διαμάχη.
Τα τελευταία χρόνια στο Φερνέ και ο θάνατος
Ο Βολταίρος σε γεροντική ηλικία (Πορτραίτο ανωνύμου Τελευταίο τέταρτο του 18ου αιώνα Musée du Château Βερσαλλίες)
Το 1759, αγόρασε το κτήμα Φερνέ (Ferney) κοντά στα γαλλο-ελβετικά σύνορα όπου έζησε μέχρι και λίγο καιρό πριν το θάνατο του. Το Φερνέ έγινε σύντομα η διανοητική πρωτεύουσα της Ευρώπης. Ο Βολταίρος παρέμεινε ενεργός καθ' όλη τη διάρκεια αυτών των ετών, παράγοντας σταθερή ροή βιβλίων, θεατρικών έργων και άλλων δημοσιεύσεων.
Έγραψε επίσης εκατοντάδες επιστολών στον κύκλο των φίλων του. Ήταν πάντα μια φωνή της λογικής. Υπήρξε ειλικρινής κριτικός της θρησκευτικής αδιαλλαξίας και των θρησκευτικών διώξεων.
Κατά τα τελευταία έτη του ο Βολταίρος παρήγαγε αρκετά έργα με κριτική προς την οργανωμένη εκκλησία. Στο Φερνέ οικοδόμησε ένα παρεκκλήσι με την επιγραφή "Deo Erexit Voltaire". Οδήγησε επίσης την εκστρατεία για την εκκίνηση δίκης, στην οποία ο ουγενότος έμπορος Jean Calas βρέθηκε ένοχος της δολοφονίας του μεγαλύτερου γιου του και εκτελέστηκε. Το Κοινοβούλιο των Παρισίων κήρυξε κατόπιν το 1765 τον Calas και όλη την οικογένειά του αθώους.
Το 1778, διανύοντας το 84ο έτος του, παρευρέθηκε στην πρώτη απόδοση της τραγωδίας του Ειρήνη (Irène), στο Παρίσι. Το ταξίδι του και η υποδοχή του ήταν μια αποθέωση, αλλά η συγκίνηση τον κατέβαλε και πέθανε λίγο αργότερα στην πρωτεύουσα στις 30 Μαΐου 1778. Προκειμένου να έχει χριστιανική κηδεία είχε υπογράψει μια μερική ανάκληση των γραπτών του. Αυτό θεωρήθηκε ανεπαρκές από την εκκλησία, αλλά αρνήθηκε να υπογράψει μια γενικότερη ανάκληση.
Σε έναν φίλο έδωσε την ακόλουθη γραπτή δήλωση: "Πεθαίνω λατρεύοντας το Θεό, που αγαπά τους φίλους μου, που δεν μισεί τους εχθρούς μου και που απεχθάνεται την καταπίεση." Ένας ηγούμενος μετέφερε κρυφά το πτώμα του Βολταίρου σε ένα αβαείο στην πόλη Champagne, όπου θάφτηκε. Τα λείψανά του διακομίστηκαν στο Παρίσι το 1791 και ενταφιάστηκαν στο Πάνθεον.
Το έργο του
Θέατρο
Η θεατρική παραγωγή του Βολταίρου ανέρχεται μεταξύ πενήντα και εξήντα έργων, ορισμένα εκ των οποίων είναι γνωστά μόνο από αναφορές ή απεικονίσεις. Είναι εκ πρώτης όψεως αξιοπρόσεκτο ότι ο Βολταίρος, του οποίου η κωμική ικανότητα ήταν αναμφισβήτητα πολύ αξιολογότερη από την τραγική, έχει γράψει πολλές τραγωδίες αρκετά αξιόλογες, αλλά μόνο μια μέτρια, δεύτερης κλάσης, κωμωδία, τη Nanine.
Οι άλλες προσπάθειές του σε αυτήν την κατεύθυνση είναι είτε μικρής αξίας και σχεδόν ασήμαντες, είτε, όπως στην περίπτωση του κάπως διάσημου Ecossaise, αντλούν όλο το ενδιαφέρον τους όντας προσωπικοί λίβελοι.
Οι τραγωδίες του, αφ' ετέρου, είναι εργασίες εξαιρετικής αξίας. Αν και ο Βολταίρος δεν κατείχε ούτε την τέλεια στιχουργία του Ρακίνα, ούτε την ευγενή ποιητικότητα του Κορνήλιου, ξεπέρασε αυτές τις ελλείψεις, κατά τη γνώμη των ειδικών, στην πλοκή του δύσκολου και τεχνητού παιχνιδιού της γαλλικής τραγωδίας Ζαΐρα (Zaire), μεταξύ εκείνων όπου η αγάπη αναγνωρίζεται ως βασικό κίνητρο, και Μερόπη (Merope), μεταξύ εκείνων όπου αυτό το κίνητρο είναι αποκλεισμένο και υποταγμένο.
Ο Βολταίρος ήξερε ότι η κοινή γνώμη της εποχής του απέδιδε τα εύσημά της σε έναν ικανό και επιτυχημένο δραματουργό και ήταν αποφασισμένος να κερδίσει αυτά τα εύσημα. Επομένως έθεσε όλη τη θαυμαστή του ευφυΐα σε αυτό το στόχο.
Ποίηση
Ο Βολταίρος με το Φρειδερίκο της Πρωσίας στο τραπέζι (Αντίγραφο πίνακα του Adolph von Menzel, 1850, ο οποίος κάηκε το 1945)
Όσον αφορά στα ποιήματά του, (από τα οποία ξεχωρίζουν δύο μακροσκελή, η Ερρικειάδα (Henriade) και η Παρθένος (Puccele), ενώ υπάρχουν και πολλά μικρότερα) η αξία τους είναι άνιση. Η Ερρικειάς με καθολική συγκατάθεση υφίσταται ως διδασκόμενο σχολικό βιβλίο.
Γραμμένο σχεδόν κατά δουλική μίμηση του Βιργιλίου, χρησιμοποιεί τεχνικά ένα απρόσφορο μέτρο - το αλεξανδρινό δίστιχο (το οποίο καθίσταται μονότονο στις δραματικές αφηγήσεις) – και χωρίς να διακρίνεται ούτε για τον ενθουσιασμό ή την κατανόησή του θέματος, δεν μπορεί παρά να είναι μία ανεπαρκής προσπάθεια.
Η Παρθένος, αν και κατώτερης ηθικής αξίας, είναι πολύ καλύτερο από λογοτεχνική άποψη. Το ποίημα είναι ασυστηματοποίητο ως έναν βαθμό και αποτελεί λίβελο ενάντια στη θρησκεία και την ιστορία.
Διαφέρει από το πρότυπο του, Orlando furioso του Λουδοβίκου Αριόστο, όντας, όχι όπως εκείνο, ένα μείγμα ρομαντισμού και παρωδίας, αλλά ένας εν μέρει ανιαρός ιστός απλής και φτηνής παρωδίας.
Μεγάλο μέρος της διασκεδαστικής του αξίας εξαρτάται απλά από το γεγονός ότι υπήρχαν και υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που πιστεύουν βαθιά στο χριστιανισμό και αυτοί οι αστεϊσμοί καταφέρνουν να τους ταράξουν καθιστώντας την αποστροφή τους κωμική προς άλλους. Εντούτοις, παρ’ όλα τα ελαττώματά της η Παρθένος καταφέρνει να είναι διασκεδαστική.
Στα δευτερεύοντα ποιήματά του είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει τίποτα, ή σχεδόν τίποτα, που να τα κάνει να αξίζουν να φέρουν το όνομα της ποίησης – ούτε πάθος, ούτε αίσθηση της ομορφιάς της φύσης, μόνο μια στενή "κριτική της ζωής," μόνο συμβατική και περιορισμένη επιλογή της γλώσσας, περιορισμένη και μονότονη προσωδία και καθόλου από εκείνη την αόριστη αίσθηση, που έχει ειπωθεί σωστά, ότι καθορίζει την ποιητική ουσία. Αλλά υπάρχει απέραντο πνεύμα, μια θαυμάσια αντίληψη του μέτρου και της γλώσσας, που το γούστο της εποχής υπαγόρευε στον ποιητή, περιστασιακά εμφανίζεται ενικός αριθμός με την υπόθεση μιας κάπως τεχνητής χάρης και μια περίεργη ικανότητα διάνθισης του λόγου με τον τρόπο γραφής και το ύφος.
Πεζογραφία
Ο Βολταίρος συζητά με έναν κληρικό. Γκραβούρα του 1764 που φέρει τον τίτλο "Ο Βολταίρος και η θρησκεία".
Το τρίτο τμήμα των εργασιών του Βολταίρου αποτελείται από τα μυθιστορήματα και τα αφηγήματα του. Αυτές οι παραγωγές - ασύγκριτα οι πιο αξιόλογοι καρποί της μεγαλοφυΐας του - συντήθονταν συνήθως ως τεύχη, με κύριο σκοπό την πολεμική στη θρησκεία ή την πολιτική. Έτσι το Candide επιτίθεται στη θρησκευτική και φιλοσοφική αισιοδοξία, το L'Homme aux quarante ecus σε ορισμένες κοινωνικές και πολιτικές πρακτικές της εποχής, ενώ το Zadig και άλλα στις παραδεδεγμένες μορφές ηθικής και μεταφυσικής ορθοδοξίας, ενώ μερικά είναι λιβελογραφικές σάτιρες στη Βίβλο, την ατέρμονη πηγή του βολταιρικού πνεύματος.
Αλλά (όπως πάντα συμβαίνει στην περίπτωση του λογοτεχνικού έργου όπου η μορφή ταιριάζει ακριβώς στη μεγαλοφυΐα του συντάκτη) ο σκοπός στα καλύτερα από αυτά εξαφανίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου. Σε αυτές τις εργασίες εμφανίζεται, περισσότερο απ' ότι σε οποιεσδήποτε άλλες, η ιδιαίτερη ποιότητα του Βολταίρου – ειρωνικό, χωρίς υπερβολή, ύφος-. Ότι το διδάχθηκε εν μέρει από τον Άγιο Ευρυμόνδο, ή ακόμα περισσότερο από τον Άντονι Χάμιλτον και μερικώς ακόμη και από το πολέμιό του Le Sage, είναι απόλυτα σωστό, αλλά αυτός του έδωσε την τελειότητα και την ολοκλήρωση. Εάν μπορεί να επιλεχτεί μία ιδιαιτερότητα, αυτή είναι ο απόλυτος έλεγχος και η απλότητα της λεκτικής επεξεργασίας. Ο Βολταίρος δεν εμμένει σε αυτό το σημείο, μένει απλά για να γελάσει με αυτό που έχει πει, διευκρινίζει ή σχολιάζει τα αστεία του, καγχάζει με αυτά.
Ιστοριογραφία
Διανοούμενοι συγκεντρωμένοι γύρω από την προτομή του Βολταίρου στο σαλόνι της Madame Geoffrin στα 1755 (Anicet-Charles-Gabriel Lemonnier, 1812, Château du Malmaison, Rueil)
Το τέταρτο τμήμα του έργου του Βολταίρου, το ιστορικό, είναι το ογκωδέστερο όλων εκτός της αλληλογραφίας του, και μερικά μέρη του είναι μεταξύ των πλέον πολυδιαβασμένων, αλλά απέχουν πολύ ως προς το να είναι και τα καλύτερα. Οι μικρές πραγματείες του για τον Κάρολο το 12ο και το Μεγάλο Πέτρο είναι πράγματι πρότυπα οξυδερκούς και ευφυούς αφήγησης αν και ως ένα βαθμό χαρακτηρίζονται από επιφανειακή κατανόηση και ταξινόμηση.
Τα αποκαλούμενα Εποχή του Λουδοβίκου ΙΔ΄ (Siècle de Louis XIV) και Εποχή του Λουδοβίκου ΙΕ΄ (Siècle de Louis XV) (το τελευταίο κατώτερο του πρώτου αλλά παρά ταύτα πολύτιμο) περιέχουν μια μεγάλη σύμμειξη ενδιαφέροντος υλικού, που επεξεργάζεται από ένα άτομο μεγάλης οξυδέρκειας και με αξεπέραστη ικανότητα στη γραφή, ο οποίος είχε επίσης πρόσβαση σε πολλές σημαντικές εμπιστευτικές πληροφορίες. Αλλά ακόμη και σε αυτά τα βιβλία οι ατέλειες είναι παρούσες, εμφανιζόμενες όμως εντονότερα στο μοναδικό ανακάτεμα που τιτλοφορείται Essai sur les moeurs, στο Annales de l'Empire και στις δευτερεύουσες ιστορικές εργασίες. Αυτές οι ατέλειες είναι μια σχεδόν συνολική απουσία οποιασδήποτε κατανόησης της αποκαλούμενης από τότε φιλοσοφίας της ιστορίας, η σταθερή παρουσία χονδροειδούς προκατάληψης, η συχνή ανακρίβεια στις λεπτομέρειες και, προ πάντων, μια πλήρης ανικανότητα για να εξετάσει οτιδήποτε πέρα από τη στενή σκοπιά ενός μισό-πεσιμιστή και μισό-αυτοϊκανοποιούμενου φιλοσόφου του 18ου αιώνα.
Φιλοσοφία
Στη φιλοσοφία του, βασισμένη στο σκεπτικισμό και τον ορθολογισμό, ήταν βαθιά επηρεασμένος από το Λοκ (Locke) καθώς επίσης και από τους Montaigne και Bayle. Παρά το πάθος του για τη σαφήνεια και τη λογική, συχνά υπήρξε ανακόλουθος προς τον εαυτό του. Έτσι ενώ αρχικά υποστήριζε ότι η ανθρώπινη φύση ήταν τόσο αμετάβλητη όσο αυτή των ζώων αργότερα εξέφρασε την πεποίθηση για εξέλιξη και βαθμιαίο εξανθρωπισμό της κοινωνίας μέσω της δράσης των τεχνών, των επιστημών και του εμπορίου. Στην πολιτική υποστήριζε τη μεταρρύθμιση αλλά ένιωθε φρίκη για την αμάθεια και τον πιθανό φανατισμό των ανθρώπων καθώς και για τη βία της επανάστασης.
Όσο αφορά τη θρησκεία ο Βολταίρος θεωρούσε ότι ο χριστιανισμός ήταν μια καλή πίστη για καμαριέρες και ράφτες, αλλά για την ανώτερη τάξη πρότεινε έναν απλό θεϊσμό. Αντιτάχθηκε στον αθεϊσμό και τον υλισμό του Ελβέτιου και του Χόλμπαχ. Είναι παροιμιώδης η θέση του ότι "εάν ο Θεός δεν υπήρχε, θα έπρεπε να εφευρεθεί", που περιέχεται σε ένα από τα ποιήματά του. Τέλος η επιρροή του Βολταίρου στην εκλαΐκευση της επιστήμης και της φιλοσοφίας του καιρού του ήταν ιδιαίτερα σημαντική.
Στον Βολταίρο αποδίδεται λανθασμένα η φράση «Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες». Στην πραγματικότητα η φράση αυτή γράφτηκε πρώτη φορά από την Evelyn Beatrice Hall στο βιογραφικό βιβλίο της The Friends of Voltaire
Μπόρις Πάστερνακ, ήταν Ρώσος συγγραφέας, βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας
Μπόρις Πάστερνακ
ο ποιητής της Ρωσικής γης (1890-1960)
Ο Μπορίς Λεονίντοβιτς Παστερνάκ ήταν Ρώσος συγγραφέας, βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ξεκίνησε τη λογοτεχνική του παραγωγή ως φουτουριστής ποιητής. Έκανε αρκετές μεταφράσεις ξένων ποιητών και περισσότερο του Σαίξπηρ, που εκτιμούσε ιδιαίτερα. (10 Φεβρουαρίου 1890 - 30 Μαΐου 1960)
Παρόλο που στην Ρωσία ήταν διάσημος ως ποιητής κυρίως, το έργο που τον έκανε γνωστό παγκοσμίως ήταν το μυθιστόρημά του «Δόκτωρ Ζιβάγκο», που εκδόθηκε το 1957 στην Ιταλία. Για το έργο του αυτό βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1958, αλλά το αρνήθηκε για πολιτικούς λόγους.
Ο Μπόρις Πάστερνακ γεννήθηκε στη Μόσχα το 1890. Το οικογενειακό του περιβάλλον είχε έντονη σχέση με την Τέχνη, καθώς ο πατέρας του Λέονιντ Πάστερνακ ήταν ένας φημισμένος ζωγράφος, ενώ η μητέρα του Ρόζα Κάουφμαν πιανίστρια με διεθνή αναγνώριση. Αρχικά ο νεαρός Μπόρις ασχολήθηκε με την μουσική την σύνθεση και την θεωρία της, αλλά το 1909 τα παράτησε όλα και φοίτησε στη νομική της Μόσχας για 3 χρόνια.
Το 1912 βρίσκεται στο πανεπιστήμιο του Μαρβουργου όπου παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας. Κατά τη διάρκεια του Α' Παγκόσμιου Πολέμου δεν επιστρατεύτηκε λόγω μιας δυσμορφίας στα πόδια του, αλλά δίδαξε και εργάστηκε στο χημικό εργοστάσιο στο Βσεβολόντο-Βίλβε κοντά στη ρωσική πόλη Περμ στα Ουράλια Όρη, γεγονός που αναμφίβολα τον προμήθευσε με υλικό για το Δρ. Ζιβάγκο πολλά χρόνια αργότερα.
Το 1917 λίγο πριν την Οκτωβριανή επανάσταση, εκδίδει το πρώτο έργο του με δοκίμια με τίτλο ‘Υπερβαίνοντας τα εμπόδια’ ενώ αντίθετα προς τους συγγενείς και φίλους του, έμεινε στη Ρωσία μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων, ενθουσιασμένος και ανυπόμονος για το χείμαρρο νέων ιδεών και δυνατοτήτων που έφερε μαζί της η κοσμοϊστορική αυτή αλλαγή.
Το 1922 εκδίδει τη πρωτότυπη συλλογή ποιημάτων ‘Η αδερφή μου, η ζωή’, που τον εγκαθιστά στην πνευματική πρωτοκαθεδρία της χώρας του. Το έργο αυτό ήταν απελευθερωμένο από τα δεσμά των ποιητικών στερεοτύπων και των λογοτεχνικών τεχνοτροπιών της εποχής του και χαρακτηρίζεται από την πρωτοτυπία του και την επίμονη προσπάθεια του για αχαλίνωτη ρηματική έκφραση.
Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν ιδιαιτέρως σκληρά και δύσκολα για τον Πάστερνακ. Στις αρχές του 1922 ο Πάστερνακ παντρεύτηκε την Ευγενία Λουρυέ, η οποία τότε σπούδαζε Τέχνη στην Μόσχα.
Το νέο καθεστώς των Μπολσεβίκων έκανε κατάσχεση στην οικεία της οικογένειας Πάστερνακ το 1923 και τους επέτρεψαν να διατηρήσουν μόνο το ένα από τα δωμάτια του, όπου στοιβάχτηκαν όλα τα έπιπλα και τα πράγματα τους (κάτι τέτοιο συμβαίνει και στον Γιούρι τον μυθιστορηματικό ήρωα του Δρ Ζιβάγκο, που έχει όμως πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία).
Ο Πάστερνακ συνέχισε να εκδίδει έργα του (το 1930 εκδίδει τη συλλογή ποιημάτων του «Δεύτερη γέννεσις» και το 1933 την ‘Ασφαλής επαφή’), αλλά τα έσοδα ήταν ελάχιστα και συνεχώς η οικογένεια του (ο γιος του Ευγένιος είχε γεννηθεί το 1923) βρισκόταν σε ένδεια. Συγγραφείς διαφορετικών μεταξύ τους προσανατολισμών όπως ο Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, ο Αντρέι Μπέλυ, η Άννα Αχμάτοβα και ο Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ εκθείασαν τα ποιήματά του ως έργα αγνής, παρθένας, αυθεντικής αχαλίνωτης έμπνευσης.
Μετά την τελική επικράτηση του Στάλιν στην κούρσα διαδοχής του Λένιν το 1928, ένα κύμα βίας ξέσπασε στην χώρα, με την αναγκαστική κολεκτιβοποίηση στην ρωσική ύπαιθρο και την έλλειψη τροφίμων στα αστικά κέντρα. Το 1932 επιβλήθηκε ο "Σοσιαλιστικός Ρεαλισμός" ως ο μοναδικός αποδεκτός τρόπος καλλιτεχνικής έκφρασης και η "Ρωσική Ένωση Συγγραφέων" ορίστηκε από το κομμουνιστικό καθεστώς ως ο αποκλειστικός εκφραστής και υπερασπιστής της "ορθοδοξίας" αυτής. Η έντονη πολιτικοποίηση της εποχής εκείνης έκαναν την προσεκτικά ουδέτερη στάση που τηρούσε ο Πάστερνακ, να φαίνεται ως ενεργή αντίσταση κατά του καθεστώτος. Έτσι ακυρώθηκε η δεύτερη έκδοση του βιβλίου του "Ασφαλής επαφή", ενώ η έκδοση όλων των γραπτών του περιορίστηκε σε ένα τόμο ποιημάτων.
Ο Πάστερνακ αγωνιζόταν να συμμεριστεί τη διάχυτη προσδοκία ότι από την Οκτωβριανή Επανάσταση θα προέκυπτε μια καλύτερη, δικαιότερη οργάνωση του κόσμου, αλλά η απερίγραπτη αγριότητα των διαρκών ανακατατάξεων δοκίμαζε την αισιοδοξία του. Η ιδεολογική ακαμψία, η υποταγή, η υποκρισία και η παθητικότητα της ρωσικής διανόησης τον απογοητεύουν και τον απομονώνουν, χωρίς όμως να κάμπτουν τον ανυπόκριτο θαυμασμό του για το επαναστατικό ιδεώδες ούτε τη μύχια ελπίδα πως το σταλινικό πρόγραμμα θα εγκαθίδρυε μια ευοίωνη νέα πραγματικότητα.
Το 1934 ανθιστάμενος στις αφόρητες πολιτικές πιέσεις του κομμουνιστικού καθεστώτος, με επίσημη δήλωση του διακήρυξε την πίστη του στην ανεξαρτησία του καλλιτέχνη έναντι στην εκάστοτε πολιτική εξουσία. Το 1937 μέλη της Ένωσης Ρώσων συγγραφέων τον αποκάλεσαν προδότη σε μια ομιλία στο κογκρέσο των Σοβιέτ και του απαγόρευσαν κάθε μελλοντική δημόσια παρέμβαση του. Γλίτωσε την εξορία και τα καταναγκαστικά έργα στα γκουλάγκς γιατί άρεσαν στον Στάλιν που καταγόταν από την Γεωργία, κάποιες μεταφράσεις παραδοσιακών Γεωργιανών ποιημάτων που ο Πάστερνακ είχε εκδώσει για βιοποριστικούς κυρίως λόγους.
Εξουθενωμένος οικονομικά, ο Πάστερνακ εργάσθηκε ως μεταφραστής για 5 δύσκολα χρόνια. Το 1943 μετέβη στην πρώτη γραμμή του μετώπου μαζί με άλλους συγγραφείς για να εμψυχώσουν τους συμπατριώτες τους που πολεμούσαν τον Γερμανό κατακτητή. Αμέσως μετά το τέλος του πολέμου άρχισε να ετοιμάζει ένα μυθιστόρημα με το όνομα "Δόκτωρ Ζιβάγκο", όπου θα συμπύκνωνε όλη την καλλιτεχνική του εμπειρία. Εργάστηκε για αυτό τον σκοπό ακαταπόνητα για 12 ολόκληρα χρόνια, κατασκευάζοντας μια Ιστορία γεμάτη με έρωτα, ποίηση και την ομορφιά της Ρωσικής γης. Ο "Δόκτωρ Ζιβάγκο", ένα αριστούργημα στην μακρά παράδοση του Ρωσικού έπους, διατράνωσε την πίστη του συγγραφέα στον χριστιανισμό, και έμμεσα υπέβαλλε το κομμουνιστικό καθεστώς σε ήπια κριτική.
Μετά την υποβολή του για δημοσίευση στο περιοδικό Novy mir, απορρίφθηκε λόγω της πολιτικής άποψης του Παστερνάκ (που ήταν λανθασμένη στα μάτια των Σοβιετικών πολιτικών αρχών): ο συγγραφέας, όπως ο Δρ Ζιβάγκο, ενδιαφέρονταν περισσότερο για την ευτυχία των ατόμων παρά για την ευημερία της κοινωνίας, και οι Σοβιετικοί λογοκριτές θεώρησαν κάποια κομμάτια του έργου ως αντί-Μαρξιστικά. Το έργο τελικώς εξεδόθη το 1957 στην Ιταλία από τον εκδοτικό οίκο "Φελτρινέλλι", κάτω από μάλλον ύποπτες συνθήκες (για τις οποίες πάντως ο Πάστερνακ δεν γνώριζε τίποτε), εξασφαλίζοντας στον Πάστερνακ το νόμπελ λογοτεχνίας που του απονεμήθηκε από την Ρωσική Ακαδημία.
Αυτός αρχικώς το απεδέχθη με έκπληξη και ευγνωμοσύνη αλλά μετά από τον δημόσιο προπηλακισμό του και τις απειλές του κομμουνιστικού καθεστώτος για φυλάκιση της στενής του συνεργάτριας Όλγας Ιβίνσκαγια και δικής του εξορίας στη Σιβηρία αναγκάστηκε να το αρνηθεί. Διατελώντας σε ένα ιδιότυπο καθεστώς περιορισμού (εκτοπισμένος σε ένα προάστιο της Μόσχας), έζησε τα τελευταία του χρόνια σε απομόνωση.
Ο Παστερνάκ απεβίωσε από καρκίνο των πνευμόνων στα 70 του χρόνια, στις 30 Μαΐου 1960. Χιλιάδες άνθρωποι ταξίδεψαν από τη Μόσχα στο Περεντέλκινο για να παραστούν στην κηδεία του. Εθελοντές μετέφεραν το ανοιχτό φέρετρό του στον τόπο ταφής και όλοι οι παρόντες (συμπεριλαμβανομένου του σπουδαίου Ρώσου ποιητή και θεωρούμενου ως "πνευματικού" του παιδιού Αντρέι Βοζνεσένσκι) απήγγειλαν το απαγορευμένο ποίημα "Άμλετ".
Η ποίηση του Πάστερνακ, διακρίνεται για την διεισδυτικότητα των περιγραφών της, για την σχεδόν αρχετυπική θεώρηση της φύσης και για την πρωτότυπη άρνηση του συγγραφέα να εντάξει την ποίηση του σε κάποιο φιλολογικό ρεύμα της εποχής. Ο Πάστερνακ υπήρξε ένας πνευματικός άνθρωπος διαρκούς αναζήτησης νέων εκφραστικών μορφών αλλά και γνήσιας αυτοφυούς καθαρής ποιητικής έμπνευσης. Η μετριοπαθής κριτική στάση που κράτησε ο Πάστερνακ έναντι του ανελεύθερου κομμουνιστικού καθεστώτος της εποχής του, έγινε αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης από την Δύση κατά την διάρκεια του Ψυχρού πολέμου.
Κατά την γνώμη μας, η ποίηση και το έργο του Πάστερνακ ορθώνεται πάνω από κάθε άθλια πολιτική σκοπιμότητα και η σωστή ανάγνωση της τραγικής περιπέτειας του δείχνει πως ένα αυταρχικό κομμουνιστικό καθεστώς κατάφερε να στρέψει εναντίον του έναν μετριοπαθή υποστηρικτή του, που η μόνη αντικαθεστωτική του ενέργεια ήταν ότι αρνήθηκε να παραιτηθεί από το δικαίωμα να σκέπτεται ελεύθερα...
Το μυθιστόρημα «Δρ. Ζιβάγκο» όπλο της CIA στον Ψυχρό Πόλεμο
Ήταν κοινό μυστικό αλλά τώρα αποκαλύπτεται με στοιχεία. Ότι το γνωστό μυθιστόρημα «Δόκτωρ Ζιβάγκο» του Μπόρις Πάστερνακ -το οποίο είχε απαγορευθεί στη Σοβιετική Ένωση- τυπώθηκε και διανεμήθηκε σε όλο τον δυτικό κόσμο από την CIA, η οποία το έκρινε και το χρησιμοποίησε ως «ένα ακόμη όπλο» στην υπονόμευση της Σοβιετικής Ένωσης.
Έγγραφα της CIA τα οποία αποχαρακτηρίστηκαν τελευταία και δημοσιεύθηκαν στην «Washington Post» την Κυριακή δίνουν το ιστορικό μιας «επιχείρησης στο μέτωπο της πνευματικής και πολιτικής μάχης» της Αμερικής εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης.
Ένα «σημείωμα» του 1958 αναφέρει: «Το βιβλίο αυτό έχει πολύ μεγάλη προπαγανδιστική αξία όχι μόνο για το ουσιαστικό μήνυμα του και για την δραστηριοποίηση της σκέψης που δημιουργεί, αλλά και για τις συνθήκες έκδοσης του. Έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε τους σοβιετικούς πολίτες να απορήσουν--τι συμβαίνει με την κυβέρνηση τους. Ένα θαυμάσιο λογοτεχνικό έργο ενός ανθρώπου ο οποίος αναγνωρίζεται ως ο μεγαλύτερος ρώσος εν ζωή συγγραφέας δεν είναι δυνατό να βρεθεί στην ίδια του τη χώρα, στην ίδια του τη γλώσσα για να το διαβάσει ο λαός του».
Η CΙΑ, η οποία έλαβε το κείμενο σε φιλμ τον Ιανουάριο του 1958, ανέλαβε την έκδοση του στην Ολλανδία και την διανομή του βιβλίου σε δεκάδες γλώσσες σχεδόν σε όλο τον κόσμο. «Ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών δεν πρέπει να φανεί με κανένα τρόπο», τονίζει ένα άλλο έγγραφο.
Λίγο μετά την έκδοση του στα ιταλικά ένα άλλο «σημείωμα» της CIA δίνει οδηγίες στα στελέχη της Υπηρεσίας ότι ο «Δρ. Ζιβάγκο» πρέπει «να τυπωθεί σε όσο το δυνατόν μεγάλο αριθμό σε ξένες γλώσσες, να διανεμηθεί στον μέγιστο αριθμό χωρών του ελεύθερου κόσμου και να προκαλέσει ευμενές ενδιαφέρον και σχόλια ώστε να τιμηθεί, όπως λ.χ. με βραβείο Νόμπελ».
Πριν περάσει χρόνος το βραβείο Νόμπελ απονέμεται στον Μπόρις Πάστερνακ.
Το βιβλίο απαγορεύθηκε στην Σοβιετική Ένωση με την δικαιολογία ότι υποτιμούσε τον ρόλο και την ουσία της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917, απαγόρευσε στον Μπορις Παστερνακ να μεταβεί στη Στοκχόλμη για την απονομή του βραβείου Νόμπελ και η Σοβιετική Ένωση Συγγραφέων κατονόμασε την CIA ως εκδότη του εργου.
Ιωάννα της Λωραίνης, η γυναίκα που "ντυνόταν με ανδρικά ρούχα" Αιρετική, μάγισσα και πολεμίστρια αλλά και Αγία
Ιωάννα της Λωραίνης
η γυναίκα που «ντυνόταν με ανδρικά ρούχα»
Αιρετική, μάγισσα και πολεμίστρια αλλά... αγία
Η Ζαν ντ 'Άρκ, γνωστή και ως «Παρθένος της Ορλεάνης», είναι από τις ιστορικές φιγούρες που αναγνωρίστηκαν μετά θάνατον.
Η ζωή γύρισε την πλάτη αμετάκλητα στην εθνική ηρωίδα της Γαλλίας, που οδήγησε τα γαλλικά στρατεύματα σε νίκη κατά των βρετανών κατακτητών στην Ορλεάνη σε ηλικία μόλις 18 ετών, και έπρεπε να καεί ζωντανή στην πυρά για να αναγνωριστεί η συνεισφορά της και το ταυτόχρονο ατόπημα ενός έθνους.
Η γυναίκα που «ντυνόταν με ανδρικά ρούχα» και είχε «κοντοκουρεμένη κόμη», σύμφωνα με το κατηγορητήριο, έμελλε να αντιστρέψει τη μοίρα των Γάλλων κατά τον Εκατονταετή Πόλεμο, ενώ 500 χρόνια αργότερα, το 1920, θα αγιοποιούταν από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Ας δούμε τα έργα και τις ημέρες της αγίας που δεν υπέμεινε με τίποτα τον ζυγό...
Πρώτα χρόνια
Η Ιωάννα της Λωραίνης γεννιέται το 1412 (στις 6 Ιανουαρίου, σύμφωνα με κάποιες πηγές) σε οικογένεια χωρικών και αφοσιωμένων θρήσκων στο μικρό χωριό του Ντομρεμί της Γαλλίας.
Σε ηλικία 12 ετών, η μικρή Γαλλίδα θα νιώσει το θεϊκό κάλεσμα μέσα από αποκαλυπτικό όραμα: ο αρχάγγελος Μιχαήλ, η αγία Αικατερίνη και η αγία Μαργαρίτα θα την καλέσουν να πάρει τα όπλα και να ξεπλύνει την ατίμωση του λαού της από τους Βρετανούς. Ήταν τα χρόνια του Εκατονταετούς Πολέμου Αγγλίας-Γαλλίας, με τις γαλλικές δυνάμεις να γνωρίζουν συντριπτικές ήττες.
Η Ιωάννα χαρακτηριζόταν -ήδη από παιδί- από εξαιρετική ευσέβεια και ευλάβεια, την ώρα που ισχυριζόταν ότι επικοινωνούσε απευθείας με τους αγίους, εγείροντας από νωρίς τη μήνη της καθολικής εκκλησίας, ιδιαίτερα εξαιτίας της δήλωσής της ότι επικοινωνούσε με τον Θεό.
Και βέβαια, όπως έμελλε να δείξει η Ιστορία, η Ιωάννα διέθετε αξιοσημείωτο κουράγιο και μεγαλοφυείς στρατηγικές ικανότητες...
Ιστορικό πλαίσιο
Το στέμμα της Γαλλίας κατά τα χρόνια όπου έζησε η Ιωάννα της Λωραίνης ήταν αντικείμενο διαμάχης: από τη μία, ο γάλλος δελφίνος Κάρολος (αργότερα Κάρολος Ζ') και από την άλλη ο μονάρχης της Βρετανίας Ερρίκος ΣΤ'.
Οι στρατιές του Ερρίκου είχαν ήδη καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος του βόρειου τμήματος του γαλλικού βασιλείου, με το κράτος του Καρόλου να συρρικνώνεται διαρκώς, την ώρα που ο ίδιος, πέντε χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα του, δεν είχε στεφθεί ακόμα βασιλιάς της Γαλλίας.
Το χωριό της Ιωάννας, την περίοδο όπου έζησε, κειτόταν στα σύνορα των δύο βασιλείων, με τους κατοίκους να καλούνται να εγκαταλείψουν μαζικά τα σπίτια τους, εξαιτίας των εχθροπραξιών.
Οδηγημένη λοιπόν από τη θεϊκή δύναμη, η Ιωάννα θα εγκαταλείψει τα πατρικά εδάφη τον Μάιο του 1428 για να υπηρετήσει τον γάλλο διάδοχο, υιοθετώντας πλήρως το δίκαιο των αγώνων του. Η τρυφερή της ηλικία ωστόσο -ήταν μόλις 16 ετών- και η συνήθειά της να επικαλείται συνεχώς τους αγίους θα κάνουν τον Κάρολο να την απορρίψει αμέσως, με την ατιμασμένη Ιωάννα να επιστρέφει άπραγη στο σπίτι της.
Απτόητη ωστόσο, θα επέστρεφε και πάλι την επόμενη χρονιά...
Τα γεγονότα της Ορλεάνης
Τον Απρίλιο του 1429, ο Κάρολος, θαμπωμένος από την επιμονή της Ιωάννας, θα της εμπιστευθεί μια μικρή στρατιωτική δύναμη για να ριχτεί στη μάχη. Στο στρατιωτικό της απόσπασμα θα προσχωρήσουν επίσης τα δυο της αδέλφια, Ζαν και Πιερ. Η Ιωάννα ήθελε τη δύναμη του Ιησού στο πλάι της, φιλοτεχνώντας τα λάβαρα της δύναμης όπου ηγείτο με θρησκευτικές σκηνές.
Η στρατηγική της στη μάχη χαρακτηριζόταν από θάρρος, αλλά και αλλαγή πολεμικής πλεύσης: την ώρα που το δόγμα των γάλλων πολεμάρχων ήταν αμυντικό, καθεστώς που εξακολουθούσε να ισχύει καθ' όλη τη διάρκεια του Εκατονταετούς Πολέμου, η Ιωάννα διείδε την αναποτελεσματικότητα της ηττοπαθούς αυτής προσέγγισης και βάλθηκε να την αλλάξει, αλλάζοντας ταυτόχρονα και την έκβαση του πολέμου.
Στις 4 Μαΐου, κάτω από τις άμεσες διαταγές της, οι γαλλικές δυνάμεις επιτέθηκαν και κατέλαβαν οχυρό έξω από την Ορλεάνη, που είχε περάσει στα χέρια των Βρετανών, με τον θρίαμβο να επαναλαμβάνεται και την επόμενη μέρα και στο δεύτερο «πεσμένο» οχυρό της πόλης.
Η δύναμή της είχε έναν και μόνο έναν σκοπό: να ενισχύσει την άμυνα της Ορλεάνης στην ασφυκτική πολιορκία των Βρετανών. Ενώπιον του πολεμικού συμβουλίου της πόλης, η Ιωάννα ζήτησε την ολομέτωπη επίθεση των στρατευμάτων, το αμυντικό δόγμα στάθηκε όμως και πάλι στον δρόμο της. Οι πύλες της Ορλεάνης κλειδαμπαρώθηκαν μάλιστα για να την αποτρέψουν από το να επιτεθεί στον εχθρό!
Στις 7 του μήνα ωστόσο, η Ιωάννα και μια χούφτα στρατιωτών και κατοίκων θα ξεσφράγιζαν την πύλη της Ορλεάνης και θα έκαναν αιφνιδιαστική επίθεση στο κύριο βρετανικό οχυρό, πολιορκώντας το με ό,τι βρήκαν. Κατά τη διάρκεια μάλιστα της πολιορκίας, η Ιωάννα θα τραυματιζόταν στον λαιμό από εχθρικό βέλος, θα επέστρεφε ωστόσο αμέσως στη μάχη, με το ασίγαστο πνεύμα της να δίνει κουράγιο στους άνδρες της, μέχρι την τελική συνθηκολόγηση των Άγγλων.
Η Ορλεάνη, μια από τις λίγες πόλεις που ήταν ακόμα πιστές στον Κάρολο, είχε σωθεί...
Η στέψη του Καρόλου
Η νίκη στην Ορλεάνη γέμισε ελπίδα τον γαλλικό στρατό, την ίδια στιγμή που άλλαξε το δόγμα των αρχηγών του: υιοθετήθηκε μια πιο επιθετική στρατηγική, την ώρα που η Ιωάννα πίεζε πλέον τον Κάρολο να στεφθεί βασιλιάς.
Με την Ιωάννα πλέον στο τιμόνι μιας καλής στρατιωτικής δύναμης, ο γαλλικός στρατός προέλαυνε προς τη Ρεμς για να γίνει η στέψη του διαδόχου. Πολλές πόλεις ανακαταλήφθηκαν κάτω από τις διαταγές της, με το απόσπασμα να καταφτάνει τελικά στη Ρεμς. Στις 17 Ιουλίου ο Κάρολος γινόταν βασιλιάς της Γαλλίας, με την Ιωάννα στο πλευρό του.
Το Παρίσι
Ο απελευθερωτικός πόλεμος του Καρόλου Ζ' απέδιδε και μια σειρά από εδάφη είχαν περιέλθει και πάλι κάτω από την εξουσία των Γάλλων. Τότε ήταν που η Ιωάννα της Λωραίνης θα έπειθε τον βασιλιά να πολιορκήσει το Παρίσι, που είχε μετατραπεί σε βρετανικό φρούριο, με τη γαλλική επίθεση να αποφασίζεται τελικά και να εκτελείται στις 8 Σεπτεμβρίου.
Η Ιωάννα θα χτυπηθεί στο πόδι από βέλος, θα συνεχίσει ωστόσο απτόητη τη μάχη, με τα γαλλικά στρατεύματα να μετρούν επιτυχία την πρώτη μέρα της εφόδου. Το επόμενο πρωί ωστόσο η Ιωάννα θα λάβει βασιλικό διάταγμα που θα τη διέταζε να αποσυρθεί...
Η δίκη και το τέλος
Για τα κατορθώματα και τα ανδραγαθήματά της, η Ιωάννα της Λωραίνης θα αναγορευτεί ευγενής από τον βασιλιά. Ήταν όμως και στην καρδιά των γάλλων στρατιωτών, που τη θεωρούσαν ικανότατο στρατηγό και θαρραλέο πολεμιστή.
Και ήταν ακριβώς το ατίθασο θάρρος της που θα την έκανε να πιαστεί από βουργουνδικές δυνάμεις -οι οποίες πολεμούσαν στο πλευρό των Βρετανών- τον επόμενο χρόνο: θα αιχμαλωτιστεί σε μια επιχείρηση κοντά στην Κομπιένη και θα παραδοθεί στις βρετανικές Αρχές. Η αρχή του τέλους είχε φτάσει.
Οι Βρετανοί και μέλη του γαλλικού κλήρου αποφάσισαν να τη δικάσουν ως αιρετική και μάγισσα, σε μια δίκη-παρωδία. Οι ταπεινωμένοι Βρετανοί και οι γάλλοι προδότες μισούσαν την Ιωάννα της Λωραίνης για την απρόσμενη τροπή που είχε πάρει ο Εκατονταετής Πόλεμος, εκεί που φαινόταν ότι όλα είχαν τελειώσει. Η σχεδόν θαυματουργή αναβίωση του γαλλικού ηθικού και της εθνικής περηφάνιας που εγκαινίασε έμελλε να την έφερναν αντιμέτωπη με την πυρά.
Η δημόσια δίκη δεν πήγαινε ωστόσο όπως προσδοκούσαν οι διώκτες της: οι σπιρτόζικες απαντήσεις της και η ευλάβειά της κέρδιζαν ολοένα και περισσότερο το κατά τα άλλα εχθρικό ακροατήριο, με τις κατηγορίες για βλασφημία να πέφτουν στο κενό.
Η δίκη θα συνεχιζόταν λοιπόν κεκλεισμένων των θυρών και, όπως ήταν αναμενόμενο, οι δικαστές θα την έβρισκαν ένοχη καταδικάζοντάς τη σε θάνατο στην πυρά. Η Ιωάννα θα υπέμεινε το τελευταίο της μαρτύριο με αξιοπρέπεια, την ώρα που 10.000 κόσμου είχαν συρρεύσει για να απολαύσουν τη δημόσια εκτέλεση. Ο θρύλος το θέλει η καρδιά της να παραμένει ανεπηρέαστη από τις φλόγες.
Κάπου 26 χρόνια αργότερα, οι Άγγλοι θα εγκατέλειπαν τη Ρουέν, με τους Γάλλους να ανοίγουν την υπόθεσή της και να την αθωώνουν επισήμως, αναγνωρίζοντάς της το καθεστώς του μάρτυρα. Το 1920 θα γίνει αγία, παραμένοντας πάντα η προστάτιδα αγία της Γαλλίας.
Η Ιωάννα της Λωραίνης κατάφερε εκπληκτικά πράγματα στη σύντομη ζωή της των 19 χρόνων. Ενσάρκωσε ιδανικά τη θρησκευτική ευλάβεια με την ανδρεία και την ταπεινότητα, αφιερώνοντας τον εαυτό της σε έναν σκοπό που θα άλλαζε τον ρου της γαλλικής ιστορίας...
Κληρονομιά
Τα επίσημα μητρώα από τη Μεγάλη Δίκη του 1431 αλλά και από τη διαδικασία της αποκατάστασης του ονόματός της μισό αιώνα αργότερα διατηρούνται μέχρι και σήμερα στα Εθνικά Μητρώα της Γαλλίας, ρίχνοντας άπλετο φως στη σκευωρία αλλά και τα πεπραγμένα του βίου της.
Η βιογραφία κανενός άλλου προσώπου της εποχής δεν περιβάλλεται με τέτοια βεβαιότητα και περιεκτικότητα όσο της Ιωάννας της Λωραίνης, αποδεικνύοντας τη σημαντικότητά της. Η Γαλλία του 16ου αιώνα θα την ονόμαζε «Ζαν ντ' Άρκ» και θα την έκανε εθνική ηρωίδα.
Η αγία πολεμίστρια έμελλε να γίνει συνώνυμο με το πνεύμα ενός λαού, με τα σύμβολά της να μετατρέπονται σε σύμβολα ενός έθνους σε κάθε κατοπινή πολεμική πρόκληση που αντιμετώπισε.
Ακόμα και κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο στρατηγός Τσαρλς ντε Γκολ χρησιμοποίησε το σύμβολό της, τον Σταυρό της Λωραίνης, ως σύμβολο της ελεύθερης Γαλλίας...
Περισσότερα Άρθρα...
- Μπομπ Χόουπ, ήταν Αμερικανός κωμικός, ερμηνευτής βοντβίλ, ηθοποιός, τραγουδιστής, χορευτής, αθλητής και συγγραφέας
- Ρόμι Σνάιντερ, ήταν Αυστριακή ηθοποιός που έγινε γνωστή με τον ρόλο της στην τριλογία "πριγκίπισσα Σίσσυ"
- Ιάννης Ξενάκης ο νεοπυθαγόρειος μουσικός, ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες και αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα
- Βαρθολομαίος Ντιάζ, ήταν Πορτογάλος θαλασσοπόρος και ο πρώτος Ευρωπαίος που ανακάλυψε το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας