Άρθρα
Φίλις Γουίτνεϊ ήταν Αμερικανίδα συγγραφέας έργων μυστηρίου
Φίλις Γουίτνεϊ
Η Φίλις Γουίτνεϊ ήταν Αμερικανίδα συγγραφέας έργων μυστηρίου.
(Phyllis Ayame Whitney, 9 Σεπτεμβρίου 1903 - 8 Φεβρουαρίου 2008)
Συνέγραψε περισσότερα από 70 μυθιστορήματα. Στα περισσότερα από τα έργα της ο αναγνώστης μπορεί να δει εξωτικά τοπία. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι τα βιβλία της απευθύνονται τόσο σε ενήλικες όσο και σε παιδιά.
Πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου του 1903 στην Ιαπωνία από γονείς Αμερικανούς. Τα πρώτα της χρόνια τα έζησε στην Ασία. Από τα 50 της χρόνια και μετά, τα βιβλία της άρχισαν να γίνονται δεκτά με θετικές κριτικές.Σύντομα απέκτησε φήμη και οι αρθρογράφοι της εφημερίδας New York Times κάποτε την είχαν αποκαλέσει "Βασίλισσα των Αμερικανικών Gothics".
Επιτυχία
Το 1961 το βιβλίο της The Mystery of the Haunted Pool κέρδισε το βραβείο Έντγκαρ στην κατηγορία καλύτερο εφηβικό μυθιστόρημα (μυστηρίου). Κέρδισε ξανά τη διάκριση το 1964 για το έργο The Mystery of the Hidden Hand. Το 1988 της απονεμήθηκε από την Ένωση Συγγραφέων Έργων Μυστηρίου το Μέγα Βραβείο για το συνολικό της έργο.
Θάνατος
Η λογοτέχνιδα απεβίωσε στις 8 Φεβρουαρίου του 2008σε ηλικία 104 ετών. Σύμφωνα με όσα ανακοινώθηκαν, έπασχε από πνευμονία.
Καρδινάλιος Ρισελιέ ήταν Γάλλος κληρικός, ευγενής και πολιτικός
Αρμάν Ζαν ντυ Πλεσσί ντε Ρισελιέ
Ο Καρδινάλιος Ρισελιέ ήταν Γάλλος κληρικός, ευγενής και πολιτικός. (Αρμάν Ζαν ντυ Πλεσί, δούκας του Ρισελιέ και του Φρονσάκ, Armand Jean du Plessis, cardinal-duc de Richelieu et de Fronsac, 9 Σεπτεμβρίου 1585 – 4 Δεκεμβρίου 1642)
Το 1608, σε ηλικία 23 ετών, χειροτονήθηκε επίσκοπος και αργότερα ασχολήθηκε με την πολιτική. Σύντομα αναρριχήθηκε τόσο στην Καθολική Εκκλησία όσο και στη γαλλική κυβέρνηση, καθώς το 1622 έγινε καρδινάλιος και το 1624 πρωθυπουργός του Λουδοβίκου ΙΓ'.
Παρέμεινε στη θέση του μέχρι το θάνατό του το 1642, οπότε τον διαδέχθηκε ο Καρδινάλιος Μαζαρίνος.
Ως πρωθυπουργός επιχείρησε να κάνει μεγάλη τη Γαλλία με το να συγκεντρώσει όλη την εξουσία και την κρατική δύναμη στα χέρια του βασιλιά και στα δικά του.
Δεν προσποιήθηκε καθόλου ότι κυβερνά συνταγματικά και χρησιμοποίησε τη δύναμή του για να ακολουθήσει επιθετική εξωτερική πολιτική.
Ήταν ο πραγματικός ιδρυτής της δεσποτικής μοναρχίας, που έφτασε στο αποκορύφωμά της με τον Λουδοβίκο ΙΔ΄. Σπουδαίος προστάτης της γαλλικής λογοτεχνίας, αυτός ίδρυσε τη Γαλλική Ακαδημία το 1635.
Γεννημένος στο Παρίσι, ο Αρμάν ντυ Πλεσί (Armand du Plessis) (όπως ήταν το πραγματικό του όνομα) ήταν το τέταρτο από τα πέντε παιδιά και ο τελευταίος από τους τρεις υιούς του Φρανσουά ντυ Πλεσί και της Συζάν ντε λα Πορτ. Τα μέλη της οικογενείας του ήταν μικροευγενείς από την επαρχία του Πουατού.
Ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός και αυλικός και υπηρέτησε ως Μέγας Κοσμήτορας της Γαλλίας. Το 1590, όταν ο Ρισελιέ ήταν 5 ετών, ο πατέρας του σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια των θρησκευτικών πολέμων αφήνοντας την οικογένεια σε δεινή οικονομική κατάσταση.
Εξαιτίας της κακοδιαχείρισης αλλά και των συνεπειών των θρησκευτικών πολέμων (1562-1598) οι πόροι της οικογένειας Ντυ Πλεσί είχαν περιοριστεί στα έσοδα από την Επισκοπή της Λυσόν, την οποία είχε παραχωρήσει στον πατέρα Ντυ Πλεσί ο βασιλιάς Ερρίκος Γ΄.
Στην ηλικία των 9 ετών, ο Ρισελιέ γράφτηκε σε κολλέγιο για να σπουδάσει φιλοσοφία και στη συνέχεια άρχισε να εκπαιδεύεται για στρατιωτική καριέρα. Όμως για να διατηρηθεί το κληρονομικό δικαίωμα της οικογένειας στα έσοδα της επισκοπής έπρεπε ένας από τους γιους να ακολουθήσει τον ιερατικό κλάδο.
Ο πρώτος γιος, ο Ανρί Ντυ Πλεσί, ήταν δικαιωματικά κληρονόμος του φέουδου του Ρισελιέ. Έτσι, η μητέρα του Ρισελιέ πρότεινε στο δεύτερο γιο της, τον Αλφόνς, να γίνει επίσκοπος της Λυσόν. Όμως ο Αλφόνς, καθώς δεν είχε καμία επιθυμία να γίνει επίσκοπος, επέλεξε το μοναστικό βίο.
Έτσι, το 1608, σε ηλικία 23 ετών, ο Ρισελιέ χειροτονήθηκε επίσκοπος και αμέσως έδωσε δείγματα της στιβαρής πυγμής του στην επισκοπή του καθότι έγινε ο πρώτος επίσκοπος στη Γαλλία που εφάρμοσε τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις που ορίστηκαν από τη Σύνοδο του Τρέντο.
Άνοδος στην εξουσία
Υπέρμετρα φιλόδοξος αλλά ταυτόχρονα προικισμένος με ατσάλινη θέληση και ακούραστη εργατικότητα, ο Ρισελιέ παρά την εύθραυστη υγεία του κατόρθωσε μέσα σε λίγα χρόνια να ξεφύγει από τον ασφυκτικό κλοιό της επαρχίας.
Με τη δολοφονία του Ερρίκου Δ' το 1610 οι θρησκευτικές έριδες που εξακολουθούσαν να ταλανίζουν τη Γαλλία οξύνθηκαν. H αντιβασιλεία της Μαρίας των Μεδίκων, μητέρας του ανηλίκου Λουδοβίκου ΙΓ΄, αποδείχθηκε ανίκανη και διεφθαρμένη και οι διάφοροι ευγενείς και αξιωματούχοι προσπαθούσαν να εξυπηρετήσουν τις προσωπικές τους επιδιώξεις σε βάρος των συμφερόντων της χώρας.
Το 1614 παρουσιάστηκε η μεγάλη ευκαιρία για τον νεαρό επίσκοπο της Λυσόν. Τότε οι κληρικοί της επαρχίας Πουατού ζήτησαν από τον Ρισελιέ να τους εκπροσωπήσει στη Συνέλευση των Τριών Τάξεων. Εκεί ο Ρισελιέ αποδείχθηκε ο πιο εξέχων κληρικός, υποστηρίζοντας την υιοθέτηση των διαταγμάτων της Συνόδου του Τρέντο σε όλη τη Γαλλία και αναλαμβάνοντας τη δύσκολη αποστολή να κατευνάσει τα οξυμένα πνεύματα.
Στο τέλος της συνέλευσης, η τάξη των κληρικών τον επέλεξε για να εκφωνήσει τις αποφάσεις της. Ευφυής, εύστροφος και καλός ρήτορας, ο Ρισελιέ εντυπωσίασε όχι μόνο τα μέλη της συνέλευσης αλλά και την ίδια τη βασιλομήτορα, τη [Μαρία των Μεδίκων, που ήταν και αντιβασίλισσα. Με την επιρροή τη δική της, ο Ρισελιέ κέρδισε μια θέση στην Αυλή ως προσωπικός πνευματικός της βασίλισσας Άννας της Αυστριακής, συζύγου του Λουδοβίκου ΙΓ'.
Ωστόσο η ιεροσύνη δεν ενδιέφερε ιδιαίτερα τον Ρισελιέ. Πολύ σύντομα τα καθήκοντα του πνευματικού αντικαταστάθηκαν με τα καθήκοντα του γραμματέα (υπουργού) του Πολέμου και των Εξωτερικών. Ο Ρισελιέ ανέβηκε πολιτικά υπηρετώντας πιστά τον Κοντσίνο Κοντσίνι, τον πιο ισχυρό υπουργό του βασιλείου. Όμως τον Απρίλιο του 1617, μετά από δολοπλοκία, ο Κοντσίνι δολοφονήθηκε και η Μαρία των Μεδίκων ανατράπηκε με εντολή του γιου της, Λουδοβίκου ΙΓ΄.
Με τον προστάτη του νεκρό, ο Ρισελιέ έχασε την εξουσία του και αναγκάστηκε να επιστρέψει στη Λυσόν. Στη συνέχεια ο βασιλιάς τον εξόρισε στην παπική πόλη της Αβινιόν, όπου ο Ρισελιέ, για να καταπραΰνει την πίκρα του και την οργή του άρχισε να συγγράφει, δραστηριότητα που τη συνέχισε κατά καιρούς ως το τέλος της ζωής του.
Το 1619 η Μαρία των Μεδίκων δραπέτευσε από το ανάκτορο του Μπλουά, όπου ήταν αιχμάλωτη, και ηγήθηκε μία αριστοκρατικής επανάστασης ενάντια στον γιο της, βασιλιά Λουδοβίκο ΙΓ΄. Τότε ο βασιλιάς, με ανάμεικτα αισθήματα προς τον Ρισελιέ, τον ανακάλεσε στην Αυλή πιστεύοντας ότι ήταν σε θέση να μεταπείσει τη μητέρα του. Ο Ρισελιέ πέτυχε στην αποστολή του, συμφιλιώνοντας το βασιλιά με τη μητέρα του.
Ο Ρισελιέ άρχισε σιγά σιγά να γίνεται παντοδύναμος. Το 1622 ο βασιλιάς τον πρότεινε για καρδινάλιο και ο Πάπας Γρηγόριος ΙΕ΄ συμφώνησε χρίζοντάς τον καρδινάλιο στις 19 Απριλίου 1622. Στις 29 Απριλίου του 1624 ο Ρισελιέ διορίστηκε στο υπουργικό συμβούλιο του βασιλιά ως γραμματέας του Ναυτικού και του Εμπορίου. Στις 13 Αυγούστου του ίδιου έτους, και σε ηλικία 39 ετών, ο καρδινάλιος Ρισελιέ έγινε πρωθυπουργός (όμως διορίστηκε επίσημα πρόεδρος του συμβουλίου το Νοέμβριο του 1629).
Πρωθυπουργία
Ο Ρισελιέ κατάλαβε ότι το στέμμα της Γαλλίας είχε χάσει μεγάλο μέρος από το κύρος του από την εποχή που βασίλευε ο Ερρίκος Δ΄. Πιστεύοντας ότι "οι βασιλιάδες είναι η ζωντανή εικόνα του Θεού", έβαλε σαν πρώτο του σκοπό να αποκαταστήσει τη μοναρχία στην παλιά της αίγλη.
Σ' όλο το διάστημα της πρωθυπουργίας του δεν κάλεσε ούτε μία φορά τα μέλη του Κοινοβουλίου σε σύσκεψη, και καθώς ο Λουδοβίκος ήταν αδύνατος και άβουλος, ο Ρισελιέ έμεινε ο απόλυτος κυβερνήτης της Γαλλίας.
Η πολιτική του καρδινάλιου Ρισελιέ περιλάμβανε δύο πρωταρχικούς στόχους: τη συγκεντρωτική διοίκηση στη Γαλλία και την αντίθεση στη δυναστεία των Αψβούργων (η οποία κυβερνούσε την Αυστρία και την Ισπανία).
Το 1626 διέταξε να γκρεμιστούν όλα τα οχυρωμένα κάστρα, με μόνη εξαίρεση εκείνων που ήταν απαραίτητα για την άμυνα ενάντια σε εισβολείς. Έτσι στέρησε από τους πρίγκιπες, τους δούκες και άλλους αριστοκράτες, σημαντικές αμυντικές θέσεις που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ενάντια στα στρατεύματα του βασιλιά σε περίπτωση εξέγερσης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, ο Ρισελιέ να γίνει μισητός από την πλειοψηφία της αριστοκρατίας.
Ένα άλλο εμπόδιο για τη συγκέντρωση της εξουσίας ήταν ο θρησκευτικός διχασμός στη Γαλλία. Οι Ουγενότοι, μία από τις μεγαλύτερες πολιτικές και θρησκευτικές παρατάξεις στη χώρα, έλεγχαν μία σημαντική στρατιωτική δύναμη και ήταν σε εξέγερση. Το 1627, ο Ρισελιέ διέταξε το στρατό να πολιορκήσει την πόλη Λα Ροσέλ, όπου , με τη βοήθεια του βασιλιά της Αγγλίας Καρόλου A΄, είχαν οχυρωθεί οι επαναστατημένοι Ουγενότοι.
Η πόλη έπεσε μετά από ένα χρόνο (το 1628) αλλά οι Ουγενότοι συνέχισαν τον αγώνα. Ύστερα, αφού κατέστειλε και τις άλλες εξεγέρσεις τους, ο Ρισελιέ, χωρίς να θίξει τα θρησκευτικά τους δικαιώματα τα οποία τους είχε παραχωρήσει ο Ερρίκος Δ' το 1598 με το Έδικτο της Νάντης, πρότεινε στον Λουδοβίκο και τον έπεισε να υπογράψει άλλο διάταγμα (28 Ιουνίου 1629) το οποίο στερούσε από τους Ουγενότους τα πολιτικά και τα στρατιωτικά τους δικαιώματα.
Αφού αφόπλισε τους Ουγενότους, ο Ρισελιέ στράφηκε προς τους μεγαλοευγενείς και εξουδετέρωσε όλους εκείνους που θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν την απόλυτη βασιλική εξουσία. Το 1630 ματαίωσε μία προσπάθεια της βασιλομήτορος και των ευγενών να πείσουν τον βασιλιά να τον διώξει. Η Μαρία των Μεδίκων εξορίστηκε στο Κομπιέν και πολλοί από τους ευγενείς φυλακίστηκαν ή εκτελέστηκαν. Ο Ρισελιέ εξακολούθησε να καταπνίγει με μεγάλη σκληρότητα διάφορες τέτοιες συνωμοσίες.
Το 1632, λόγου χάρη, καρατομήθηκε ο Ερρίκος B´ του Μονμορανσί, ο οποίος είχε τολμήσει να εξεγερθεί κατά του θρόνου. Εξουδετερώνοντας τους ισχυρούς ευγενείς και επανδρώνοντας τον μηχανισμό της διοίκησης με ανθρώπους του, ο Ρισελιέ κατόρθωσε να διασφαλίσει την εσωτερική συνοχή της χώρας και να σταθεροποιήσει την απόλυτη εξουσία του βασιλιά.
Ο Τριακονταετής Πόλεμος
εξωτερική πολιτική του Ρισελιέ είχε σκοπό να αποκαταστήσει την επιρροή και τη δύναμη της Γαλλίας στην Ευρώπη και κυρίως στην Αυστρία και την Ισπανία. Πριν την άνοδο του Ρισελιέ στην εξουσία, οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης είχαν εμπλακεί στον Τριακονταετή Πόλεμο. Η Γαλλία δεν ήταν ανοιχτά σε πόλεμο με τους Αψβούργους, ο οποίοι κυβερνούσαν την Ισπανία και την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, και γι' αυτό οι βοήθειες και οι ενισχύσεις δίνονταν στους αντιπάλους τους κρυφά.
Το 1629 ο αυτοκράτορας Φερδινάνδος Β΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας υπέταξε πολλούς από τους Προτεστάντες αντιπάλους του στη Γερμανία. Ο Ρισελιέ, θορυβημένος από την επιρροή του Φερδινάνδου, και παρότι καρδινάλιος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, δεν δίστασε να προτρέψει τους Σουηδούς προτεστάντες να εισβάλλουν στη Γερμανία, ενισχύοντάς τους οικονομικά.
Για να αντιμετωπίσει τα στρατιωτικά έξοδα, ο Ρισελιέ επέβαλε φόρο στο αλάτι και στην ακίνητη περιουσία. Για να κάνει πιο αποτελεσματική την είσπραξη των φόρων και για να περιορίσει τη διαφθορά στο ελάχιστο δυνατό, παρέκαμψε τους τοπικούς εφοριακούς αντικαθιστώντας τους με υπαλλήλους στην άμεση υπηρεσία του στέμματος. Η οικονομική πολιτική του Ρισελιέ προκάλεσε διάφορες εξεγέρσεις, οι οποίες αντιμετωπίστηκαν με αγριότητα.
Ο Ρισελιέ συνέβαλε σημαντικά στη μετατροπή του Τριακονταετούς Πολέμου από μία σύγκρουση Προτεσταντών εναντίον Καθολικών σε πόλεμο εναντίον της ηγεμονίας των Αψβούργων. Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του πέτυχε μεγάλες νίκες εναντίον του αυτοκρατορικού στρατού της Γερμανίας.
Σ' αυτή τη διαμάχη η Γαλλία στράγγιξε αποτελεσματικά τους πόρους της αυτοκρατορίας των Αψβούργων και την οδήγησε αμείλικτα στην πτώχευση. Ο ίδιος ωστόσο δεν μπόρεσε να δρέψει τους καρπούς των κόπων του. Το όραμά του υλοποιήθηκε μετά τον θάνατό του, με τη Συνθήκη της Βεστφαλίας, το 1648.
Τα τελευταία χρόνια
Ο Ρισελιέ δυσαρεστήθηκε από την άρνηση του Πάπα Ουρβανού Η΄ να τον ονομάσει απεσταλμένο του Πάπα στη Γαλλία. Όμως παρά τις ταραγμένες σχέσεις του με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, ο Ρισελιέ δεν υποστήριξε την αποκήρυξη της παπικής εξουσίας στη Γαλλία.
Ο Ρισελιέ υπήρξε αναμφισβήτητα ο μεγαλύτερος πολιτικός στην ιστορία της Γαλλίας. Ωστόσο τον μίσησαν οι πάντες. Γλίτωσε από δεκάδες απόπειρες δολοφονίας, και παρά την κακή υγεία του κατόρθωσε να ζήσει 57 χρόνια.
Από την παιδική ηλικία, η υγεία του Ρισελιέ ήταν εύθραυστη με αποτέλεσμα ο ίδιος να περνά συχνά περιόδους κακής υγείας. Για πολλά χρόνια υπέφερε από πυρετούς (ενδεχομένως ελονοσία), φυματίωση με συρίγγιο και ημικρανίες. Τελικά πέθανε από μόλυνση λόγω σταφυλόκοκκου στις 4 Αυγούστου 1642. Ωστόσο πρόλαβε να υποδείξει ως διάδοχό του τον Μαζαρίνο, ο οποίος ήταν ένας από τους πιο πιστούς οπαδούς του.
Το Παρεκκλήσιο της Σορβόνης, το οποίο χτίστηκε από τον Ζακ Λεμερσιέ, αποτελεί μνημείο αφιερωμένο στον Ρισελιέ, του οποίου το οικόσημο βρίσκεται στα στηρίγματα του τρούλου και στο μαρμάρινο τάφο του.
Τέχνη και Πολιτισμός
Ο Ρισελιέ ήταν διάσημος προστάτης των τεχνών. Ο ίδιος ήταν συγγραφέας διάφορων θρησκευτικών και πολιτικών έργων και αρκετά καλός ζωγράφος και μουσικός. Επιπλέον έστειλε αντιπροσώπους του στο εξωτερικό προς αναζήτηση βιβλίων και χειρογράφων για να εμπλουτίσει τη βιβλιοθήκη του. Στη διαθήκη του όρισε πως η βιβλιοθήκη του θα πρέπει να είναι χρήσιμη όχι μόνο για την οικογένειά του, αλλά να είναι ανοικτή σε σταθερές ώρες για τους μελετητές. Η βιβλιοθήκη μεταφέρθηκε στη Σορβόνη το 1660. Ο Ρισελιέ υπήρξε μέντορας πολλών συγγραφέων, μεταξύ των οποίων και του περίφημου θεατρικού συγγραφέα Πιέρ Κορνέιγ. Επίσης, το 1635 ίδρυσε τη Γαλλική Ακαδημία.
Ο Ρισελιέ επέβλεψε την κατασκευή του δικού του παλατιού στο Παρίσι, του Παλαί Καρντινάλ, το οποίο το 1642 κληροδοτήθηκε στο βασιλιά και είναι το γνωστό σήμερα Παλαί Ρουαγιάλ.
Η κληρονομιά του Ρισελιέ
Η θητεία του Ρισελιέ ήταν μία κρίσιμη περίοδος για τη μεταρρύθμιση στη Γαλλία. Πριν απ' αυτόν, η πολιτική δομή της χώρας ήταν σε μεγάλο βαθμό φεουδαρχική, με ισχυρούς ευγενείς και ευρεία ποικιλία νόμων σε διάφορες περιοχές[40]. Κατά περιόδους, ορισμένα τμήματα της αριστοκρατίας συνωμότησαν εναντίον του βασιλιά, ανέπτυξαν ιδιωτικούς στρατούς και συμμάχησαν με ξένες δυνάμεις. Το σύστημα αυτό έδωσε τη θέση του στην κεντρική εξουσία υπό τον Ρισελιέ.
Ο Ρισελιέ, αμείλικτος στους εχθρούς του, αλλά και μεγάλος πολιτικός με εξαιρετικές ικανότητες, αποκατέστησε την ισχύ του γαλλικού στέμματος, χάρισε τάξη και ενότητα στη χώρα, εξασφάλισε για τη Γαλλία μιαν ηγετική θέση στα ζητήματα της Ευρώπης και προστάτεψε τις Καλές Τέχνες. Πίστευε ότι ο σκοπός για την ανάπτυξη του έθνους δικαιολογούσε τα μέσα, και αυτό τον οδήγησε να καταστρέψει χωρίς οίκτο πολλές από τις τοπικές ελευθερίες της Γαλλίας, να καταπιέσει τη χώρα με φόρους και να συντρίψει κάθε μορφή συνταγματικής διακυβέρνησης.
Λογόκρινε τον Τύπο, θέσπισε ένα μεγάλο δίκτυο εσωτερικών κατασκόπων, απαγόρευσε τη συζήτηση πολιτικών θεμάτων στις δημόσιες συνελεύσεις, και όσοι τόλμησαν να συνωμοτήσουν εναντίον του οδηγήθηκαν στη δικαιοσύνη και εκτελέστηκαν.
Ωστόσο κανένα από τα συμφέροντα της Γαλλίας δε θυσιάστηκε ποτέ στις προσωπικές του φιλοδοξίες. "Υπήρξα αυστηρός σε μερικούς", έλεγε, "για να είμαι καλός σε όλους". Και πραγματικά, φαίνεται ότι ταύτιζε τον εαυτό του ολοκληρωτικά με το κράτος. Το 1642, λίγο πριν το θάνατό του, είπε: "Δεν είχα ποτέ κανέναν άλλον εχθρό, παρά μόνον τους εχθρούς του κράτους".
Έρνεστ Μίλλερ Χέμινγουεϊ, ήταν ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, γνωστός ακόμα και για το δημοσιογραφικό του έργο
Έρνεστ Μίλλερ Χέμινγουεϊ
O Έρνεστ Μίλλερ Χέμινγουεϊ ήταν ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, γνωστός ακόμα και για το δημοσιογραφικό του έργο, με ζωή περιπετειώδη και πολυτάραχη όσο αποτυπώνεται στα βιβλία του. (Ernest Miller Hemingway, 21 Ιουλίου 1899 - 2 Ιουλίου 1961)
Αποτέλεσε μέλος της αποκαλούμενης "Χαμένης Γενιάς" (Lost Generation) των Αμερικανών λογοτεχνών στο Παρίσι, στις δεκαετίες 1920 και 1930. Ανάμεσα στα πιο γνωστά έργα του συγκαταλέγονται Ο Γέρος και η Θάλασσα, Για ποιον χτυπά η καμπάνα και ο Αποχαιρετισμός στα όπλα. Το 1953 τιμήθηκε με το Βραβείο Πούλιτζερ, ενώ τον επόμενο χρόνο βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Αγάπησε με πάθος τις ταυρομαχίες, το κυνήγι, τα ταξίδια (εργάστηκε ως πολεμικός ανταποκριτής) και τις γυναίκες (έκανε τέσσερις γάμους).
Νεανικά χρόνια
Ο Χέμινγουεϊ γεννήθηκε το 1899 στο Όουκ Παρκ του Ιλλινόις, κοντά στην πόλη του Σικάγου, αποτελώντας τον πρώτο γιο – και δεύτερο από τα συνολικά έξι παιδιά – του Κλάρενς Έντμοντς Χέμινγουεϊ και της Γκρέις Χωλ. Είχε συνολικά τέσσερις αδελφές και έναν αδελφό, ενώ έλαβε τα ονόματά του από τον παππού του Έρνεστ Χωλ και τον θείο του Μίλλερ Χωλ. Η μητέρα του διέθετε ιδιαίτερη κλίση στο τραγούδι και στο παρελθόν είχε πραγματοποιήσει καριέρα στην όπερα διδάσκοντας παράλληλα μουσική και τραγούδι. Ο πατέρας του ήταν γιατρός αλλά και ερασιτέχνης ψαράς και κυνηγός, μεταδίδοντας στον Χέμινγουεϊ τη φυσιολατρία και το ενδιαφέρον για τον αθλητισμό. Το Όουκ Παρκ, στο οποίο μεγάλωσε, αποτελούσε μία συντηρητική πόλη, την οποία ο ίδιος αποκάλεσε αργότερα ως πόλη με "ανοιχτές αυλές και στενά μυαλά", ενώ ανατράφηκε σύμφωνα με την παράδοση, σε ένα έντονα θρησκευτικό περιβάλλον.
Κατά τη διάρκεια των γυμνασιακών του σπουδών, ο Χέμινγουεϊ διακρίθηκε για τις επιδόσεις του όχι μόνο στα γράμματα (ειδικότερα στη φιλολογία) αλλά και στα αθλήματα του μποξ και του αμερικάνικου ποδοσφαίρου. Παράλληλα, έγραψε τα πρώτα του άρθρα στην εφημερίδα Trapeze καθώς και στο λογοτεχνικό περιοδικό Tabula του γυμνασίου του. Αποφοιτώντας, δεν συνέχισε τις σπουδές του σε κάποιο κολέγιο, αλλά ξεκίνησε να εργάζεται ως δημοσιογράφος, το 1917, στην εφημερίδα The Kansas City Star, θέση στην οποία τελικά παρέμεινε για μόλις έξι μήνες. Κατά την σύντομη παραμονή του, ο ίδιος έγραψε πως έμαθε τους καλύτερους κανόνες συγγραφής, αναφερόμενος προφανώς στις οδηγίες προς τους δημοσιογράφους, για σύντομες προτάσεις και παραγράφους, ενεργητικά ρήματα και αυθεντικότητα στη γραφή.
Πρώτος παγκόσμιος πόλεμος
Σε ηλικία δεκαοχτώ ετών, ο Χέμινγουεϊ, μετά από προτροπή του πατέρα του, προσπάθησε να καταταχθεί στον Αμερικανικό στρατό για να λάβει μέρος στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο. Τελικά απορρίφθηκε, πιθανά εξαιτίας προβλήματος όρασης του από το αριστερό του μάτι, ωστόσο δεν έχει διασωθεί ιατρικό αρχείο που να επιβεβαιώνει τον λόγο για τον οποίο απορρίφθηκε. Παρά την αδυναμία του να καταταγεί στο στρατό, το Δεκέμβριο του 1917, έγινε δεκτός ως εθελοντής οδηγός ασθενοφόρου του Ερυθρού Σταυρού και αφού αποχώρησε από την εφημερίδα όπου εργαζόταν, τον Απρίλιο του 1918 αναχώρησε για το ιταλικό μέτωπο. Αρχικά επισκέφτηκε το Παρίσι και στη συνέχεια ταξιδεψε στο Μιλάνο στις αρχές Ιουνίου, όταν και έλαβε τις πρώτες διαταγές.
Σύντομα ήρθε σε επαφή με την τραγικότητα και τις βαρβαρότητες του πολέμου, έχοντας ως αποστολή την περισυλλογή πτωμάτων. Λίγες εβδομάδες μετά την άφιξή του στην Ιταλία, στις 8 Ιουλίου του 1918, ο Χέμινγουεϊ τραυματίστηκε από θραύσματα, ενώ μετέφερε εφόδια στους στρατιώτες και τελικά παρασημοφορήθηκε από το ιταλικό κράτος για την ανδρεία του. Οι εμπειρίες του στο μέτωπο, η ανάρρωσή του σε νοσοκομείο του Μιλάνου μετά τον τραυματισμό του καθώς και η σχέση που ανέπτυξε με την εθελόντρια νοσοκόμα Άγκνες φον Κουρόφσκι αποτέλεσαν υλικό για το μεταγενέστερο μυθιστόρημά του Αποχαιρετισμός στα όπλα. Η αποτυχία του ειδυλλίου του με την Άγκνες τού προκάλεσε ένα βαρύ ψυχικό τραύμα που τον επηρέασε πολύ στη μετέπειτα ζωή του.
Πρώτα λογοτεχνικά έργα
Με τη λήξη του πολέμου, ο Χέμινγουεϊ επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Όουκ Παρκ. Το 1920 άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος και ανταποκριτής της εφημερίδας Toronto Star Weekly του Τορόντο. Τον επόμενο χρόνο, παντρεύτηκε την Χάντλυ Ρίτσαρντσον και για ένα διάστημα έζησαν στο Παρίσι, όπου ο Χέμινγουεϊ γνώρισε αρκετούς λογοτέχνες ενώ συνδέθηκε φιλικά με τον Σκοτ Φιτζέραλντ, τον Έζρα Πάουντ και τον Τζαίημς Τζόυς. Κάλυψε δημοσιογραφικά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο με σημαντικές ανταποκρίσεις για την καταστροφή της Σμύρνης και την ανταλλαγή πληθυσμών στη Θράκη. Παράλληλα, το 1923 ολοκλήρωσε και το πρώτο του βιβλίο, με τίτλο Τρία Διηγήματα και Δέκα Ποιήματα (Three Stories and Ten Poems) το οποίο εκδόθηκε στο Παρίσι από τον Robert McAlmon. Την ίδια χρονιά, ο Χέμινγουεϊ επέστρεψε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην Αμερική λόγω της εγκυμοσύνης της συζύγου του και προκειμένου να γεννηθεί εκεί ο γιος τους, υπό καλύτερες συνθήκες. Την περίοδο αυτή, εργάστηκε στην εφημερίδα Toronto Daily Star ενώ παραιτήθηκε την 1η Ιανουαρίου του 1924 προκειμένου να επιστρέψει οικογενειακώς στο Παρίσι.
Μετά από σχετική σύσταση του Έζρα Πάουντ, ο Φορντ Μάντοξ Φορντ δημοσίευσε διηγήματα του Χέμινγουεϊ στο λογοτεχνικό περιοδικό Transatlantic Review. Την περίοδο 1925-1929 ολοκλήρωσε μερικά από τα σημαντικότερα έργα του, μεταξύ των οποίων η συλλογή διηγημάτων του Στον Καιρό μας (In Our Time), το μυθιστόρημα Ο Ήλιος ανατέλλει ξανά (The Sun Also Rises), η συλλογή Άνδρες χωρίς γυναίκες (Men Without Women) και ο Αποχαιρετισμός στα Όπλα (A Farewell to Arms, 1929), έργο με το οποίο γνώρισε και σημαντική αναγνώριση και εμπορική επιτυχία. Γνωρίστηκε επίσης με την Γερτρούδη Στάιν η οποία τον εισήγαγε στον κύκλο των καλλιτεχνών με επίκεντρο την Μονμάρτρη και ειδικότερα την λογοτεχνική Χαμένη Γενιά (Lost Generation) των εξόριστων Αμερικανών συγγραφέων του Παρισιού.
Αμερική
Το 1927 χώρισε με την Χάντλυ Ρίτσαρντσον, παντρεύτηκε για δεύτερη φορά την Αμερικανίδα Πωλίν Φάιφερ, ανταποκρίτρια μόδας για τα περιοδικά Vanity Fair και Vogue και μαζί εγκαταστάθηκαν τον επόμενο χρόνο στo Key West της Φλόριντα, τόπο που αποτέλεσε μία σταθερή βάση για τον Χέμινγουεϊ τα επόμενα χρόνια. Στις 28 Ιουνίου απέκτησε τον δεύτερο γιο του, τον Πάτρικ ενώ το Δεκέμβριο του 1928 σημειώθηκε η αυτοκτονία του πατέρα του, ο οποίος αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα καθώς και προβλήματα υγείας. Η δημοσίευση του Αποχαιρετισμός στα Όπλα στις 27 Σεπτεμβρίου του 1929, του πρόσφερε σημαντική λογοτεχνική και εμπορική αναγνώριση. Το 1932 εκδόθηκε ο Θάνατος στο απομεσήμερο (Death in the Afternoon), έργο στο οποίο ο Χέμινγουεϊ διαπραγματεύτηκε την ταυρομαχία, τόσο εγκυκλοπαιδικά όσο και με αναφορές στη μεταφυσική και θρησκευτική της διάσταση. Υπήρξε θαυμαστής των ταυρομαχιών ήδη από το 1925 μετά από ταξίδια του στην Ισπανία.
Το καλοκαίρι του 1933, ταξίδεψε στην Αφρική όπου συμμετείχε σε σαφάρι για διάστημα περίπου τριών μηνών. Οι εμπειρίες του αποτέλεσαν υλικό για το μυθιστόρημα Οι Πράσινοι Λόφοι της Αφρικής (Green Hills of Africa) που εκδόθηκε το 1935. Τον Μάρτιο του 1937 ο Χέμινγουεϊ ταξίδεψε στην Ισπανία προκειμένου να καλύψει δημοσιογραφικά τον ισπανικό εμφύλιο. Την περίοδο αυτή ανέπτυξε παράλληλα σχέση με την Μάρθα Γκέλχορν, η οποία επίσης κάλυπτε τον πόλεμο, γεγονός που οδήγησε σε ένα δεύτερο διαζύγιο το 1940 και σε έναν τρίτο γάμο του με την Γκέλχορν, λίγες εβδομάδες αργότερα.
Κούβα
Μετά τον τρίτο του γάμο, ο Χέμινγουεϊ εγκαταστάθηκε στην Κούβα, στην βίλα Φίνκα Βίχια (Finca Vigia), κοντά στην Αβάνα. Το συγκεκριμένο σπίτι, αποτέλεσε το πρώτο που αγόρασε ο ίδιος ο Χέμινγουεϊ, έναντι 18.500 δολαρίων. Είχε παλαιότερα ξαναταξιδέψει στην Κούβα, το 1928 και θα αποτελούσε την βάση του, σχεδόν μέχρι το θάνατό του. Στην εποχή που ξέσπασε ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος αρθρογραφεί υπέρ της Δημοκρατίας και ενεργοποιείται γύρω από ομάδες συμπαθούντων που στέλνουν βοήθεια στα δημοκρατικά κυβερνητικά στρατεύματα. Ο ίδιος αποφασίζει να πάρει μέρος στις πολεμικές ανταποκρίσεις στο μέτωπο της Αραγωνίας, όπως και γύρω από την πολιορκημένη από τα στρατεύματα του Φράνκο, Μαδρίτη. Το ξενοδοχείο Φλόριντα στη Μαδρίτη στο οποίο έμενε, συγκέντρωνε τους πιο γνωστούς Αμερικανούς εθελοντές στον πόλεμο, τους οποίους γνώριζε προσωπικά και ήταν φίλος τους, όπως ο Ρόμπερτ Μέρριμαν, αρχηγός των αμερικανικών εθελοντικών ταξιαρχιών και ο πιλότος άσσος Φρανκ Γκλάσκοου Τίνκερ, υποσμηναγός της Δημοκρατικής Αεροπορίας. Στις ανταποκρίσεις του από την Ισπανία υπάρχουν προσωπικοί διάλογοι με αυτούς, ακόμα και ποιήματα αφιερωμένα στους νεκρούς του φίλους.
Οι εμπειρίες του αυτές αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για το μυθιστόρημα του Για ποιον χτυπά η καμπάνα, το οποίο ολοκλήρωσε στην Κούβα τον Ιούλιο του 1940. Το βιβλίο αναγνωρίζεται σήμερα ως ένα από τα σημαντικότερα έργα του Χέμινγουεϊ και όταν εκδόθηκε είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία, λαμβάνοντας και πολύ θετικές κριτικές. Πρόσωπα έμπνευσης για τους πρωταγωνιστές του έργου αυτού ήταν, και με τα ίδια ακριβώς ονόματα, το ζευγάρι Ρόμπερτ και Μάριον Μέρριμαν. Ο Ρόμπερτ του έργου όπως και ο αληθινός Ρόμπερτ Μέρριμαν, και η Μάριον, θα πέσουν μαχόμενοι στην Ισπανία για το καθήκον, όπως αυτοί είχαν ορίσει στον εαυτό τους.
Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος
Μετά τη συμμετοχή των Ηνωμένων Πολιτειών στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ο Χέμινγουεϊ οργάνωσε μία επιχείρηση ανακάλυψης γερμανικών υποβρυχίων στις ακτές της Κούβας και των ΗΠΑ. Συγκέντρωσε αρκετούς φίλους και γνωστούς του ενώ παράλληλα εξόπλισε κατάλληλα το αλιευτικό του σκάφος (γνωστό και ως Pilar). Ονόμασε την οργάνωση αυτή Crook Factory, ωστόσο δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Σύμφωνα με τη σύζυγό του Μάρθα, το εγχείρημα του Χέμινγουεϊ αποτελούσε δικαιολογία ώστε να αποφύγει μία πραγματική δημοσιογραφική αποστολή αλλά και για να διασκεδάσει με τους φίλους του.
Την άνοιξη του 1944, ο Χέμινγουεϊ αποφάσισε τελικά να ταξιδέψει στην Ευρώπη για τη δημοσιογραφική κάλυψη του πολέμου, με πρώτο σταθμό το Λονδίνο. Στο διάστημα αυτό, επήλθε ρήξη στη σχέση με τη σύζυγό του ενώ παράλληλα γνώρισε τη δημοσιογράφο του περιοδικού Time Μαίρη Γουέλς, με την οποία παντρεύτηκε τελικά – συνολικά για τέταρτη φορά – το 1946. Ο Χέμινγουεϊ επέστρεψε στην Αμερική τον Μάρτιο του ίδιου έτους, μετά τη λήξη του πολέμου.
Τελευταία χρόνια
Το 1950 εκδόθηκε το πρώτο μυθιστόρημα από την εποχή του Για ποιον χτυπά η καμπάνα, με τον τίτλο Across the River and Into the Trees, το οποίο πραγματεύεται μία ρομαντική ιστορία που εκτυλίσσεται στην μεταπολεμική Βενετία. Το μυθιστόρημα έλαβε κακές κριτικές ενταγμένες σε μία γενικότερη αμφισβήτηση της ικανότητάς του να συνεχίσει να δημιουργεί σημαντικά έργα. Η θεώρηση αυτή ανατράπηκε δύο χρόνια αργότερα, με την ολοκλήρωση της νουβέλας Ο Γέρος και η Θάλασσα, το 1951 και την έκδοσή της τον Σεπτέμβριο του 1952. Δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό Life και προκάλεσε πολύ θετικά σχόλια, οδηγώντας τελικά στη βράβευση του Χέμινγουεϊ με το Βραβείο Πούλιτζερ (1953) και το Νόμπελ Λογοτεχνίας (1954).
Αμέσως μετά τη θερμή υποδοχή της νουβέλας, ταξίδεψε αρχικά στην Ισπανία και αργότερα στην Αφρική. Επί αφρικανικού εδάφους, συμμετείχε σε δύο αεροπορικά ατυχήματα τα οποία τού προκάλεσαν σοβαρούς τραυματισμούς. Ενδεικτικό της σοβαρότητάς τους είναι το γεγονός πως αφού επέστρεψε στην Κούβα, του στάθηκε αδύνατο να παραστεί στην απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας, η οποία έλαβε χώρα στις 28 Οκτωβρίου του 1954. Αντ' αυτού, απέστειλε ένα γράμμα, το οποίο διάβασε ο Αμερικανός πρεσβευτής στη Σουηδία, Τζον Κάμποτ, ανακοινώνοντας την αποδοχή του βραβείου εκ μέρους του συγγραφέα.
Θάνατος
Τα επόμενα χρόνια αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα υγείας που στάθηκαν εμπόδιο στη συνέχιση του έργου του. Η κατάστασή του επιδεινώθηκε επιπλέον από την υπερβολική χρήση αλκοόλ καθώς και από την κατάθλιψη που εμφάνιζε. Παρά τις αντιξοότητες, κατάφερε να ολοκληρώσει το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα Μία κινητή γιορτή (A Moveable Feast), έργο που τελικά εκδόθηκε μετά το θάνατό του. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κούβα τον Ιούλιο του 1960 και εγκαταστάθηκε στην πόλη Κέτσαμ (Ketchum) του Αϊντάχο. Τον ίδιο χρόνο, νοσηλεύτηκε στην κλινική Mayo λόγω της υψηλής του πίεσης αλλά κυρίως της κατάθλιψης και της παράνοιάς του. Εκεί υποβλήθηκε και σε θεραπείες με ηλεκτροσόκ (ECT). Σύμφωνα με τον βιογράφο του Jeffrey Meyers, δέχθηκε 11 έως 15 θεραπείες τέτοιου είδους, οι οποίες όμως, όχι μόνο δεν τον βοήθησαν αλλά αντιθέτως είχαν αρνητικά αποτελέσματα, προκαλώντας του απώλεια μνήμης και επιταχύνοντας πιθανά και τη μελλοντική του αυτοκτονία.
Αποπειράθηκε για πρώτη φορά να αυτοκτονήσει την άνοιξη του 1961, και τελικά στις 2 Ιουλίου αυτοπυροβολήθηκε στο κεφάλι με κυνηγετικό όπλο, λίγες ημέρες πριν τα εξηκοστά δεύτερα γενέθλιά του. Ο τάφος του βρίσκεται σήμερα στο καθολικό νεκροταφείο του Κέτσαμ.
Πολιτικές και θρησκευτικές απόψεις
Ο Χέμινγουεϊ ήταν υποστηρικτής της δημοκρατίας και ιδεολογικά ανήκε στην αριστερά, αφού είχε σοσιαλιστικές ιδέες και έδειχνε μεγάλη συμπάθεια στους αναρχικούς.Μάλιστα, πρόσφατα ανακαλύφθηκε ότι η CIA τον είχε καταγράψει σε ένα τα βιβλία της ως κομμουνιστή πράκτορα της KGB, κάτι που δεν είχε σχέση με την πραγματικότητα. Πάντως ο ίδιος, αν και ήταν αριστερός, είχε και κάποιες απόψεις σε ορισμένα ζητήματα που δεν συμβάδιζαν απόλυτα με τις θέσεις της Αμερικάνικης αριστεράς. Οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις είναι πιο περίπλοκες και σύνθετες. Κατά την επικρατέστερη άποψη ο Χέμινγουεϊ ήταν χριστιανός καθολικός στην αρχή της ζωής του, αλλά μετέπειτα έγινε άθεος.
Μισέλ Ντε Νοστρεντάμ, γνωστότερος σαν Νοστράδαμος, ήταν Γάλλος φαρμακοποιός και αστρολόγος, γνωστός για το βιβλίο του "Οι προφητείες"
Νοστράδαμος
Ο Μισέλ ντε Νοστρεντάμ ή εξελληνισμένα Νοστράδαμος ήταν Γάλλος φαρμακοποιός και αστρολόγος, γνωστός για το βιβλίο του Les Propheties (Οι Προφητείες), η πρώτη έκδοση του οποίου εμφανίστηκε το 1555. Μεγάλη μερίδα αναγνωστών έκτοτε τού αποδίδει την πρόβλεψη πολλών μεγάλων ιστορικών γεγονότων. (γαλλικά: Michel de Nostredame, λατινικά: Nostradamus, 14 Δεκεμβρίου 1503 - 2 Ιουλίου 1566)
Αντιθέτως, οι περισσότερες ακαδημαϊκές πηγές υπογραμμίζουν πως ο συσχετισμός μεταξύ παγκόσμιων γεγονότων και τετράστιχων του Νοστράδαμου είναι είτε κυρίως προϊόν λανθασμένων ερμηνειών και μεταφράσεων, συχνά ηθελημένων, είτε πολύ ισχνός, ώστε να μπορεί να τεκμηριώσει την πραγματική ικανότητα πρόβλεψης του δημιουργού τους. Επιπλέον, δεν υπάρχει απόδειξη ότι ποτέ κάποιος έχει ερμηνεύσει τόσο ενδελεχώς κάποιο από τα τετράστιχα του Νοστράδαμου, ώστε να "προλάβει" κάποιο γεγονός πριν αυτό λάβει χώρα.
Ωστόσο, αμείωτο παραμένει το ενδιαφέρον για το έργο και τη ζωή αυτού του εκπροσώπου της γαλλικής Αναγέννησης, με μεγάλη επιρροή στη σύγχρονη παιδεία - καλλιέργεια του πνεύματος.. Οι προφητείες του έχουν συχνά ταυτιστεί με τα αποτελέσματα του λεγόμενου Κώδικα της Βίβλου, αλλά και άλλων φερόμενων ως προφητικών έργων.
Παιδικά και εφηβικά χρόνια
Ο Μισέλ ντε Νοστρεντάμ γεννήθηκε στις 14 Δεκεμβρίου 1503 στο Σεν Ρεμί της Προβηγκίας στη νότια Γαλλία και είχε τουλάχιστον άλλα 9 αδέρφια. Η οικογένεια του πατέρα του ήταν Εβραίοι, αλλά ο παππούς του Μισέλ ασπάστηκε τον καθολικισμό περίπου το 1455 και άλλαξε το όνομά του σε Πιέρ Νοστρεντάμ. Λίγα είναι γνωστά για την παιδική του ηλικία.
Όταν ήταν 15 ετών, ο νεαρός Νοστράδαμος μπήκε για σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Αβινιόν, ωστόσο μετά από ένα χρόνο αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη, όταν το Πανεπιστήμιο έκλεισε λόγω της εξάπλωσης της Μαύρης Πανώλης. Σύμφωνα με τον ίδιο, ταξίδεψε στην ύπαιθρο από το 1521 και για οκτώ χρόνια, μελετώντας τη θεραπεία μέσω βοτάνων. Το 1529, μετά από κάποια χρόνια ως φαρμακοτρίφτης, εισήχθη στο Πανεπιστήμιο του Μονπελιέ για σπουδές στην ιατρική, ωστόσο αποπέμφθηκε λόγω της πρότερης ιδιότητάς του, χειρωνακτικής εργασίας που αποκλειόταν από τους πανεπιστημιακούς νόμους. Ωστόσο, κάποιοι αργότερα τον αποκαλούσαν Δόκτορα.
Μετά την αποπομπή του, ο Νοστράδαμος συνέχισε να δουλεύει, μάλλον διατηρώντας την ιδιότητά του, και έγινε γνωστός για τη δημιουργία ενός "χαπιού από ρόδο" που φερόταν να προστατεύει από την πανώλη.
Γάμοι και θεραπείες
Το 1531, ο Νοστράδαμος προσκλήθηκε στην πόλη Αζάν από τον αναγεννησιακό λόγιο Julius Caesar Scaliger. Εκεί, παντρεύτηκε και απέκτησε δύο παιδιά. Το 1534, η οικογένειά του πέθανε, πιθανότατα από τη βουβωνική πανώλη, και ο Νοστράδαμος συνέχισε τα ταξίδια του στη Γαλλία και ίσως στην Ιταλία.
Κατά την επιστροφή του το 1545, συνέδραμε τον ιατρό Λουί Σερ στην καταπολέμηση κρούσματος πανώλους στη Μασσαλία και, στη συνέχεια, στην πόλη του, Σαλόν-ντε-Προβάνς, και στην πρωτεύουσα Αιξ-αν-Προβάνς. Τελικά, το 1547 εγκαταστάθηκε στη Σαλόν-ντε-Προβάνς, στην κατοικία που υφίσταται μέχρι σήμερα, και παντρεύτηκε μια πλούσια χήρα ονόματι Αν Πονσάρντ, με την οποία απέκτησε τρεις γιους και τρεις κόρες.
Αποκρυφισμός και προφητείες
Ύστερα από δεύτερο ταξίδι στην Ιταλία, ο Νοστράδαμος άρχισε να απομακρύνεται από την Ιατρική και να προσεγγίζει τον αποκρυφισμό. Ακολουθώντας τη "μόδα" της εποχής, έγραψε ένα αλμανάκ για το 1550, χρησιμοποιώντας για πρώτη φορά το Νοστράδαμος, εκλατινισμένη μορφή του Νοστρεντάμ. Ενθαρρυμένος από την επιτυχία της έκδοσης αυτής, αποφάσισε να γράφει ετησίως ένα και περισσότερα αλμανάκ. Όλα μαζί, λέγεται ότι περιείχαν τουλάχιστον 6.338 προφητείες και 11 ετήσια ημερολόγια, τα οποία είχαν αρχική ημερομηνία την 1η Ιανουαρίου και όχι το Μάρτιο.
Κυρίως γι' αυτό το λόγο, ευγενείς κι άλλες επιφανείς προσωπικότητες σύντομα άρχισαν να ζητούν ψυχικές συμβουλές και ωροσκόπια από το Νοστράδαμο. Ωστόσο, δε σχεδίαζε ο ίδιος τους "γενέθλιους χάρτες" τους, όπως κάποιος αστρολόγος, αλλά τους ζητούσε: όταν αναγκαζόταν να το κάνει, τα αποτελέσματά του συχνά ήταν λανθασμένα.
Κάποια χρονική στιγμή, ξεκίνησε να γράφει ένα βιβλίο χιλίων περίπου γαλλικών τετράστιχων[8], τα οποία αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα των αχρονολόγητων προφητειών για τις οποίες είναι διάσημος μέχρι σήμερα. Νιώθοντας εκτεθειμένος απέναντι στο φανατικό θρησκευτικό κοινό, επινόησε μια μέθοδο για να αποκρύψει τη σημασία τους, χρησιμοποιώντας περίεργη αλλαγμένη σύνταξη, λογοπαίγνια κι ένα μείγμα γλωσσών, όπως αρχαία ελληνικά, ιταλικά, λατινικά και προβενσάλ.
Για τεχνικούς λόγους σχετικά με την έκδοσή τους σε τρεις τόμους, τα τελευταία 58 τετράστιχα του έβδομου "Αιώνα" δεν έχουν σωθεί σε καμιά υπάρχουσα έκδοση.
Τα τετράστιχα εκδόθηκαν σε ένα βιβλίο με τίτλο Les Propheties (Οι Προφητείες) και έγιναν δεκτά με ποικίλες αντιδράσεις. Κάποιοι πίστευαν ότι ο Νοστράδαμος ήταν υπηρέτης του Διαβόλου, απατεώνας ή τρελός, ενώ μέλη της ελίτ κοινωνίας της εποχής θεωρούσαν ότι τα τετράστιχά του ήταν θεόπνευστες προφητείες, βάσει των πηγών που ισχυριζόταν ότι χρησιμοποιούσε ο Νοστράδαμος.
Από τους μεγαλύτερους θαυμαστές του Νοστράδαμου ήταν η Αικατερίνη των Μεδίκων, βασίλισσα του Βασιλιά Ερρίκου Β' της Γαλλίας. Όταν είχε διαβάσει τα αλμανάκ του, το 1555, στα οποία υπαινισσόταν ανώνυμες απειλές εναντίον της βασιλικής οικογένειας, Η Αικατερίνη τον κάλεσε στο Παρίσι να εξηγήσει τα τετράστιχα και να σχεδιάσει τα ωροσκόπια των παιδιών της. Ο Νοστράδαμος ήταν υπό το φόβο του αποκεφαλισμού, αλλά μέχρι το θάνατό του το 1566, η Αικατερίνη τον έκανε Σύμβουλο και επίσημο βασιλικό Ιατρό.
Κάποιες πηγές για τη ζωή του Νοστράδαμου υποστηρίζουν ότι φοβόταν μήπως διωχθεί ως αιρετικός από την Ιερά Εξέταση. Ωστόσο, ούτε η προφητεία ούτε η αστρολογία ήταν τομείς που υπέπιπταν στις διώξεις της Ιεράς Εξέτασης, οπότε ο Νοστράδαμος θα κινδύνευε μόνο αν εξασκούσε μαγεία. Πράγματι, οι σχέσεις του με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ως προφήτης και θεραπευτής ήταν άψογες: η σύντομη φυλάκισή του στα τέλη του 1561 οφειλόταν στην έκδοση ενός αλμανάκ χωρίς την πρότερη άδεια επισκόπου, όπως όφειλε σύμφωνα με βασιλικό διάταγμα.
Τελευταία χρόνια και θάνατος
Ο Νοστράδαμος υπέφερε από ουρική αρθρίτιδα και, μέχρι το 1566, η πάθηση αυτή είχε εξελιχθεί σε οίδημα και δυσκόλευε αρκετά τη μετακίνησή του. Στα τέλη Ιουνίου, έγραψε τη διαθήκη του και την 1η Ιουλίου λέγεται ότι είπε στο γραμματέα του, Ζαν ντε Σαβινί, ότι "δε θα ζούσε μέχρι την επόμενη ανατολή". Την επόμενη ημέρα, αναφέρεται πως βρέθηκε νεκρός στο πάτωμα δίπλα στο κρεβάτι του.
Έργα
Τα Αλμανάκ του ήταν σίγουρα από τα πιο δημοφιλή έργα του: τα εξέδιδε ετησίως από το 1550 ως το θάνατό του.
Στις Προφητείες του, ο Νοστράδαμος συγκέντρωσε συλλογές σημαντικών και μακροχρόνιων προβλέψεών του. Ο πρώτος τόμος εκδόθηκε το 1555, ο δεύτερος το 1557 (με 289 πρόσθετα τετράστιχα) και η τρίτη έκδοση λέγεται πως βγήκε με 300 νέα τετράστιχα το 1558, αλλά στις μέρες μας σώζεται μονάχα ως τμήμα στην μεταθανάτια έκδοση που περιλαμβάνει τα Άπαντα του Νοστράδαμου, το 1568.
Ο Νοστράδαμος δεν ήταν μόνο μάντης, αλλά και επαγγελματίας θεραπευτής. Είναι γνωστό πως έγραψε τουλάχιστον δύο βιβλία σχετικά με την ιατρική επιστήμη: το ένα ήταν μια φερόμενη "μετάφραση" του Γαληνού και το άλλο είχε τίτλο Traite des fardemens και περιείχε περιγραφές των μεθόδων που χρησιμοποιούσε για να καταπολεμήσει την πανώλη, καθώς και της προετοιμασίας καλλυντικών.
Ένα χειρόγραφο γνωστό με τον τίτλο Ώρος Απόλλων υπάρχει επίσης στη δημοτική βιβλιοθήκη της Λυών και αποτελεί φερόμενη μετάφραση ενός αρχαίου ελληνικού έργου σχετικά με τα αιγυπτιακά ιερογλυφικά βάσει μεταγενέστερων λατινικών εκδοχών. Όλες οι πηγές αποκλίνουν από τη σωστή ερμηνεία της αρχαίας αιγυπτιακής γραφής, η οποία αποκρυπτογραφήθηκε το 19ο αιώνα από το Ζαν-Φρανσουά Σαμπολιόν.
Μετά το θάνατό του, δημοφιλείς εξακολούθησαν να είναι μόνο οι Προφητείες του, καθώς η ασάφειά τους και η έλλειψη χρονολογιών αποτελούν έναυσμα για τη χρήση τους και τη μνημόνευσή τους σε κάθε μεγάλο ιστορικό γεγονός.
Οι πηγές του Νοστράδαμου
Ο Νοστράδαμος ισχυριζόταν ότι οι προβλέψεις του δε βασίζονταν στη φυσική αστρολογία, αλλά στον υπολογισμό των αστρικών και πλανητικών σωμάτων και της σχέσης που έχουν με τη Γη (judicial astrology). Κατηγορήθηκε ευρέως από επαγγελματίες αστρολόγους της εποχής για ανικανότητα, όπως και για το ότι υποστήριξε πως η "συγκριτική ωροσκοπία", η σύγκριση δηλαδή μελλοντικών πλανητικών σχηματισμών με σχηματισμούς που συνόδευαν γεγονότα του παρελθόντος, μπορούσε να προβλέψει το τι θα συμβεί στο μέλλον.
Μελέτες υποδεικνύουν πως μεγάλο τμήμα του προφητικού του έργου παραφράζει συλλογές αρχαίων εσχατολογικών προφητειών, κυρίως βασισμένες στη Βίβλο, συν αναφορές σε ιστορικά γεγονότα και ανθολογίες με αναφορές οιωνών και στη συνέχεια τις "προβάλλει" στο μέλλον με τη βοήθεια της τεχνικής που περιγράφηκε παραπάνω. Στην ίδια την αστρολογία αναφέρεται 41 φορές στους Αιώνες του: στο τελευταίο τετράστιχο, μάλιστα, του 6ου αιώνα επιτίθεται στους αστρολόγους.
Οι ιστορικές του πηγές περιλαμβάνουν αναγνωρίσιμα αποσπάσματα από το Λίβιο, το Σουητώνιο, τον Πλούταρχο και άλλους κλασικούς ιστορικούς της αρχαιότητας, καθώς και από Μεσαιωνικούς ιστορικούς σαν το Ζαν Φρουασάρ. Πολλές από τις αστρολογικές του αναφορές είναι παρμένες λέξη-προς-λέξη από το έργο του Richard Roussat Livre de l'estat et mutations des temps του 1549-60.
Μία από τις μεγαλύτερες πηγές του για τις προφητείες ήταν το Βιβλίο των Θαυμάτων (λατινικά:Mirabilis liber) του 1522, το οποίο γνώρισε ιδιαίτερη επιτυχία και επανεκδόθηκε. Ωστόσο, η επιρροή του δεν κράτησε για πολύ, κυρίως λόγω του ότι ήταν γραμμένο στα λατινικά, με γοτθική γραμματοσειρά και πολλές δυσνόητες συντομογραφίες. Ο Νοστράδαμος ήταν από τους πρώτους που (αντ)έγραψε αυτές τις προφητείες στα γαλλικά, κάτι που εξηγεί και γιατί αποδίδονται σε αυτόν.
Επιπλέον, άντλησε περιεχόμενο από το έργο De honesta disciplina, το οποίο περιείχε αποσπάσματα από το έργο του Μιχαήλ Ψελλού Περί Δαιμόνων και το έργο του νεοπλατωνιστή Ιάμβλιχου Περί των Αιγυπτίων Μυστηρίων, σχετικά με τη μαγεία των Ασσυρίων και των Χαλδαίων.
Μόλις το 17ο αιώνα άρχισε να παρατηρείται το ότι ο Νοστράδαμος στηριζόταν σε προγενέστερες, κυρίως κλασικές, πηγές. Εξάλλου, και ο ίδιος πολύ συχνά αρνούνταν το χαρακτηρισμό "προφήτης".
Συνεπώς, είναι αμφίβολο αν ο Νοστράδαμος χρησιμοποιούσε κάποιες ιδιαίτερες μεθόδους για να εισέλθει σε κατάσταση έκστασης εκτός από αυτοσυγκέντρωση, διαλογισμό και ύπνωση: οι υπόλοιπες εικασίες βασίζονται κυρίως στην απλοϊκή-κατά λέξη ερμηνεία των δυο πρώτων τετράστιχών του.
Ερμηνείες
Τα περισσότερα από τα τετράστιχα αφορούν καταστροφές, όπως λιμούς, σεισμούς, πλημμύρες, πολέμους, εισβολές, επιθέσεις, μάχες και δολοφονίες. Ορισμένα τετράστιχα αναφέρονται σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο ή σε μικρή ομάδα ατόμων, ενώ άλλα σε μια ή περισσότερες πόλεις σε διαφορετικές χώρες.
Κοινό επαναλαμβανόμενο μοτίβο είναι η εισβολή μουσουλμανικών δυνάμεων στην Ευρώπη από την Ανατολή και το Νότο με αρχηγό τον Αντίχριστο, κάτι που αντανακλά τις τότε εισβολές των Οθωμανών και προγενέστερα των Σαρακηνών, μέσα στο γενικότερο πλαίσιο ενός υποτιθέμενου επικείμενου τέλους του κόσμου, πεποίθηση που ώθησε στη συγγραφή πληθώρας εσχατολογικών κειμένων εκείνη την περίοδο.
Εναλλακτικές απόψεις
Οι προφητείες του Νοστράδαμου ήταν διατυπωμένες με τέτοιο τρόπο, που μπορούσαν να δεχθούν πολλών ειδών ερμηνείες. Γι' αυτό το λόγο έχουν εκφραστεί πολλές και εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους απόψεις, από στη λογοτεχνία μέχρι το Διαδίκτυο. Μία από της προφητείες του Νοστράδαμου ήταν η ακόλουθη:
"Από απλός στρατιώτης θα κυβερνήσει την αυτοκρατορία. Θα αλλάξει τον κοντό μανδύα με μακρύ. Ικανός στα όπλα θα φανεί λιγότερο ικανός στα ζητήματα της εκκλησίας. Θα εξυψώνει ή θα καταπιέζει τους μικρούς όπως του αρέσει".
Οι περισσότεροι ερμηνευτές πιστεύουν πως το τετράστιχο αυτό προφητεύει την εμφάνιση του Ναπολέοντα. Άλλοι όμως ισχυρίζονται πως ταιριάζει και στον Όλιβερ Κρόμγουελ, τον Αδόλφο Χίτλερ ή τον Μπενίτο Μουσολίνι.
Εν τούτοις σε μερικές από τις προφητείες του ο Νοστράδαμος ήταν ακριβολόγος. Έτσι προφήτεψε ότι: "Στο έτος 1727 ο βασιλιάς της Περσίας θα νικηθεί από αυτούς από την Αίγυπτο".
Κατά τους ερμηνευτές, "αυτοί από την Αίγυπτο" είναι οι Οθωμανοί, γιατί η Αίγυπτος αποτελούσε κάποτε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Και είναι αλήθεια ότι το 1727 οι Οθωμανοί νίκησαν τους Πέρσες.
Μία άλλη από τις περίφημες προφητείες του έλεγε:
"Η κυβέρνηση θα κηρύξει ένοχο το βασιλιά. Η βασίλισσα θα καταδικαστεί σε θάνατο από τους δικαστές που θα διαλεχτούν με κλήρο. Οι ίδιοι δικαστές θα αρνηθούν τη ζωή και στο γιο της".
Το 1792 οι αρχηγοί της Γαλλικής Επανάστασης αποκεφάλισαν το βασιλιά Λουδοβίκο ΙΣΤ' της Γαλλίας και την Μαρία Αντουανέτα. Ο γιος του πέθανε στη φυλακή. Εκείνο που δίνει ιδιαίτερη σημασία σ' αυτή την προφητεία είναι πως η Μαρία Αντουανέτα ήταν η μόνη βασίλισσα που καταδικάστηκε από δικαστές επιλεγμένους με κλήρο και ότι την εποχή του Νοστράδαμου δεν υπήρχαν ένορκοι.
Έτσι, οι οπαδοί του Νοστράδαμου υποστηρίζουν ότι οι Προφητείες είναι αυθεντικές κι ότι ο Νοστράδαμος ήταν πραγματικός προφήτης. Αν και δε συμφωνούν μεταξύ τους ως προς τι και για πότε το προέβλεψε, συμφωνούν για την πρόβλεψη κάποιων γεγονότων και ιστορικών φυσιογνωμιών, όπως η Μεγάλη Φωτιά του Λονδίνου, η Γαλλική Επανάσταση, ο Ναπολέων Βοναπάρτης και ο Αδόλφος Χίτλερ, οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι και οι πυρηνικές καταστροφές στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.
Από την άλλη πλευρά, οι αμφισβητίες των προφητειών λένε πως η τέχνη του Νοστράδαμου ήτανε να διατυπώνει τις προφητείες του έτσι ώστε να ταιριάζουν σε πολλών ειδών περιστατικά και ότι με τον τρόπο αυτό κατάφερε να μπει στη βασιλική αυλή και να πάρει τη φήμη του μεγάλου προφήτη. Και για να βεβαιώσουν τα λεγόμενά τους αναφέρουν πως ο Νοστράδαμος έκανε στον καιρό του ένα μεγάλο προφητικό λάθος. Είχε προφητέψει πως ο βασιλιάς Κάρολος Θ' θα γινότανε 90 χρόνων αλλά τελικά πέθανε στα 24 χρόνια του. Επιπλέον, υπάρχουν και ακραίες ακαδημαϊκές απόψεις, όπως του Ζακ Αλμπρόν, που υποστηρίζουν ότι οι Προφητείες του Νοστράδαμου είναι μεταχρονολογημένες κριτικές πολιτικών και ιστορικών γεγονότων. Ότι δηλαδή κάποια τετράστιχα γράφτηκαν μετά από κάποιο συμβάν και απλώς στην έκδοση αναφέρονται με άλλη χρονολογία. Όμως οι περισσότεροι ειδικοί απορρίπτουν αυτή την άποψη.
Τέλος, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η δημοφιλία του Νοστράδαμου ως προφήτη πηγάζει σε μεγάλο βαθμό από σύγχρονους υποστηρικτές του, οι οποίοι συνταιριάζουν τα λεγόμενά του με γεγονότα που είτε έχουν ήδη συμβεί είτε είναι τόσο προφανή, ώστε να είναι αναπόφευκτα, κάτι που θα μπορούσε να αποκληθεί ως μεταπρόγνωση.
Σύγχρονη κουλτούρα
Οι προφητείες του Νοστράδαμου επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τη σύγχρονη κουλτούρα τον 20ό και 21ο αιώνα. Αποτέλεσαν το αντικείμενο πολυάριθμων βιβλίων, φανταστικής λογοτεχνίας ή μη, ενώ και η ζωή του Νοστράδαμου αποτέλεσε έμπνευση για κινηματογραφικές ταινίες και τα έργα του συνεχίζουν να απασχολούν το ενδιαφέρον των ΜΜΕ.
Επίσης, υπήρξαν αρκετές γνωστές φάρσες μέσω Διαδικτύου (internet hoaxes), όπου διαδίδονταν ως πραγματικά διάφορα πλαστά τετράστιχα στο ύφος του Νοστράδαμου: τα πιο γνωστά παραδείγματα αφορούν την κατάρρευση του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου στις Επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.
Χρήστος Τσαγανέας, ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου
Χρήστος Τσαγανέας
Ο Χρήστος Τσαγανέας ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. (2 Ιουλίου 1906 - 2 Ιουλίου 1976)
Βιογραφία
Γεννήθηκε στη Βραΐλα της Ρουμανίας. Ο ηθοποιός Χρήστος Τσαγανέας ερμήνευε κυρίως δεύτερους ρόλους στις κινηματογραφικές ταινίες που συμμετείχε. Ωστόσο, είναι πολύ γνωστός στο ευρύ κοινό με το προσωνύμιο, «βεβαίως , βεβαίως», από τον ρόλο του στην ταινία, «Το ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, όπου ενσάρκωσε τον διευθυντή του κολεγίου με τις ατίθασες μαθήτριες. Η Βουγιουκλάκη ήταν «η Παπασταύρου… του Θεμιστοκλέους βεβαίως, βεβαίως». Εξίσου γνωστός είναι και ο ρόλος του τρόφιμου του τρελοκομείου στην ταινία «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», όπου φώναζε το αλησμόνητο «Άνθρωποι, άνθρωποι, προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός». Aυτή η ερμηνεία ήταν από τις πρώτες του στον κινηματογράφο. Ακολούθησαν πάνω από 65 ταινίες και αρκετές θεατρικές παραστάσεις, που σημάδεψαν την καριέρα του....
Ο Τσαγανέας είχε μια αρχοντική εμφάνιση, αφού ήταν και αριστοκρατικής καταγωγής. Έτσι συνήθως έκανε τον κύριο της υψηλής κοινωνίας ή τον πλούσιο και υπερόπτη. Αντίθετα, στο θέατρο οι ρόλοι του κάλυπταν όλο το ρεπερτόριο. Ξεκίνησε από το κλασικό θέατρο, πέρασε στην κωμωδία και κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, συμμετείχε σε επιθεωρήσεις με τον θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη, του οποίου ήταν μέλος. Η καριέρα του θεωρείται άκρως επιτυχημένη, ωστόσο το ξεκίνημά της δεν ήταν εύκολο....
Η εγκατάλειψη των σπουδών του και η ρήξη με την οικογένειά του Ο Χρήστος Τσαγανέας γεννήθηκε το 1906 στη Βράιλα της Ρουμανίας και καταγόταν από εύπορη και αριστοκρατική οικογένεια. Όταν αποφοίτησε από το ελληνικό γυμνάσιο της γενέτειράς του, οι γονείς του τον έστειλαν στην Αθήνα για ακαδημαϊκές σπουδές. Γράφτηκε στη Νομική (σύμφωνα με άλλες πηγές, είχε γραφτεί στην ιατρική), αλλά δεν πήρε ποτέ πτυχίο. Η μεγάλη του αγάπη από μικρός ήταν το θέατρο, αλλά φυσικά οι γονείς του είχαν απαιτήσει να τελειώσει κάποια πανεπιστημιακή σχολή. Σύμφωνα με το finosfilm.com, η «αφορμή» για να εγκαταλείψει τις σπουδές του, ήρθε όταν γνώρισε την ηθοποιό Νίτσα Βιτσώρη.
Ο Τσαγανέας ερωτεύτηκε την κατά εφτά χρόνια μεγαλύτερή του κοπέλα και για χάρη της άφησε τη σχολή του και άρχισε να εμφανίζεται στο θέατρο. Αργότερα, όταν πια η Βιτσώρη χώρισε από τον πρώτο της σύζυγο, ο Τσαγανέας όχι μόνο την παντρεύτηκε, αλλά γράφτηκε και στην επαγγελματική σχολή θεάτρου για να πάρει σωστές βάσεις και πτυχίο υποκριτικής. Για την επαγγελματική του επιλογή ήρθε σε ρήξη με τους γονείς του. Η χρηματοδότηση τους κόπηκε και μέχρι να αρχίσει να βγάζει χρήματα από το επάγγελμά του, αντιμετώπισε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα.
Για αρκετό καιρό ζούσε σε ένα πλοιάριο στο λιμάνι του Πειραιά, ενώ αναγκάστηκε να λάβει μέρος σε παραστάσεις περιπλανώμενων θιάσων (μπουλουκιών) που εκείνη την εποχή, ήταν υποτιμημένα. Παρά την καταγωγή του, ο Τσαγανέας συντάχτηκε με η φτωχολογιά και κατά τη διάρκεια της Κατοχής οργανώθηκε στο ΕΑΜ καλλιτεχνών. Μαζί με τον Αιμίλιο Βεάκη και άλλους αξιόλογους ηθοποιούς, δημιούργησε, μετά την απελευθέρωση, τον θίασο των «Ενωμένων Καλλιτεχνών».
Οι συμπτώσεις στο τέλος της ζωής του Ο Χρήστος Τσαγανέας έφυγε από τη ζωή την ίδια ακριβώς ημέρα που γεννήθηκε, στις 2 Ιουλίου, σε ηλικία 70 ετών.
Κηδεύτηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών και την επόμενη ημέρα από την εκταφή του, θάφτηκε στο ίδιο μνήμα ο μεγάλος Έλληνας λαϊκός συνθέτης Βασίλης Τσιτσάνης. Η πολιτεία τίμησε τον Χρήστο Τσαγανέα με τον Χρυσό Σταυρό του Γεωργίου του Α’, που ήταν ένα παράσημο που απονέμονταν σε πολίτες που διακρίθηκαν με τις πράξεις τους υπέρ της πατρίδας. Βεβαίως, βεβαίως...
Περισσότερα Άρθρα...
- Ζαν Ρενέ Λακόστ, ο τενίστας που έγινε βιομήχανος, ήταν ο διασημότερος χειριστής της ρακέτας στην προπολεμική εποχή
- Κρίστοφ Βίλιμπαλντ Γκλουκ, ήταν βοημικής καταγωγής συνθέτης όπερας
- Γουόλτερ Ματάου, πολωνικής καταγωγής νεοϋορκέζος ηθοποιόςβραβευμένος με Όσκαρ Β' Ανδρικού Ρόλου
- Σίντνεϊ Πόλακ, ήταν Αμερικανός σκηνοθέτης, ηθοποιός και παραγωγός ταινιών βραβευμένος με Όσκαρ Σκηνοθεσίας