Άρθρα
Μισέλ Πωλ Φουκώ, ήταν Γάλλος δομιστής και μεταμοντερνιστής φιλόσοφος, συγγραφέας, ψυχολόγος και ψυχοπαθολόγος
Μισέλ Φουκώ
O Μισέλ Πωλ Φουκώ ήταν Γάλλος δομιστής και μεταμοντερνιστής φιλόσοφος, συγγραφέας, ψυχολόγος και ψυχοπαθολόγος. (Michel Paul Foucault, 15 Οκτωβρίου 1926 - 25 Ιουνίου 1984)
Επηρεάστηκε έντονα από τα γραπτά των Φρίντριχ Νίτσε και Μάρτιν Χάιντεγκερ. Έγινε γνωστός από τις μελέτες που έκανε σχετικά με τις έννοιες και τους κώδικες, όπως οι "αρχές του αποκλεισμού", μέσω των οποίων λειτουργούν και αυτοκαθορίζονται οι κοινωνίες, ενώ θεωρείται ένας από τους κυριότερους στοχαστές του Μάη του '68, αν και ο ίδιος ποτέ δεν αποδέχθηκε κάποια σύνδεση με τα γεγονότα που έλαβαν χώρα τότε.
Στο συγγραφικό του έργο, ασχολήθηκε, κυρίως, με τη φυλακή, την τιμωρία, την αστυνομία, τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων τη φροντίδα των πνευματικά ασθενών και τις διακρίσεις μεταξύ αυτών και των εμφρόνων.
Γεννήθηκε στο Πουατιέ στις 15 Οκτωβρίου του 1926. Η οικογένειά του ήταν αρκετά εύπορη, καθώς ο πατέρας του ήταν χειρουργός και εξέχουσα προσωπικότητα της τοπικής κοινωνίας, ενώ η μητέρα ήταν του κληρονόμος μεγάλης ακίνητης περιουσίας.
Ο πατέρας του επιθυμούσε να ακολουθήσει τα επαγγελματικά του βήματα. Κοντινοί άνθρωποι του Φουκώ από μικρή ηλικία, υποστήριζαν πως ήταν πολύ κλειστός και δύσκολος χαρακτήρας.
Από το 1936 έως το 1940, φοίτησε στο Λύκειο του Πουατιέ και, έπειτα, μετέβη στο Κολλέγιο του αγίου Στανίσλαου του Πουατιέ, έχοντας άριστες επιδόσεις στα γαλλικά, στα λατινικά και στα αρχαία ελληνικά.
Το 1945, πήγε στο Παρίσι, για να σπουδάσει στο -πολύ καλής φήμης- Λύκειο του Ερρίκου Δ΄ και την επόμενη χρονιά, εισήχθη στην Εκόλ Νορμάλ Συπεριέρ (Ecole Normale Superier - ENS), τέταρτος στη σειρά. Εκεί, απέκτησε πτυχία στη φιλοσοφία και στην ψυχολογία, έχοντας καθηγητή τον Λουί Αλτουσέρ. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στην ENS, ανακάλυψε την ομοφυλοφιλία του, εμφάνισε τάσεις αυτοκτονίας και επιθετικότητας και ασπάστηκε τον κομμουνισμό, ενώ υπάρχουν μαρτυρίες για το ότι, κατανάλωνε πολύ αλκοόλ και πειραματιζόταν με διάφορες ναρκωτικές ουσίες.
Η συλλογή των τίτλων σπουδών και η έκδοση των πρώτων βιβλίων
Το 1952, έλαβε δίπλωμα ψυχοπαθολογίας από το Ινστιτούτο Ψυχολογίας του Παρισιού και μέχρι το 1955, δίδασκε ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο της Λιλ. Στη συνέχεια, δίδαξε ψυχολογία και στην ENS, μετά από πρόσκληση του Αλτουσέρ και αποχώρησε από το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '50, εργάστηκε σε ψυχιατρικές κλινικές και στα πανεπιστήμια της Ουψάλα (καθηγητής γαλλικής γλώσσας και κουλτούρας), της Βαρσοβίας (διευθυντής του γαλλικού τμήματος) και του Αμβούργου (επικεφαλής του Γαλλικού Ινστιτούτου).
Από το 1960 μέχρι και το 1966, δίδασκε φιλοσοφία και ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο της Κλερμόν-Φερράν και στο Πανεπιστήμιο Παρισιού-Βενσέν, στο οποίο παρέμεινε για συνολικό χρονικό διάστημα δύο ετών. Μεταξύ αυτού του χρονικού διαστήματος, μετέβη για λίγο καιρό στη Βραζιλία, για να δώσει διαλέξεις.
Το 1961, εκδόθηκε το πρώτο του βιβλίο, με τίτλο "Τρέλα και παραλογισμός: Η ιστορία της τρέλας στην Κλασσική Εποχή", το οποίο αποτελεί ανάλυση της έννοιας της τρέλας, όπως αυτή χρησιμοποιείτο από την κοινωνία του 17ου αιώνα και τον βοήθησε στο να πάρει το διδακτορικό του.
Το 1966, μετέβη στην Τυνησία, για να διδάξει φιλοσοφία στο τοπικό πανεπιστήμιο. Εκείνη την εποχή κυκλοφόρησε το βιβλίο του, "Η τάξη των πραγμάτων", το οποίο έγινε μπεστ-σέλλερ. Επέστρεψε στο Παρίσι το φθινόπωρο του 1968.
Την επόμενη χρονιά, διεξήγαγε μια έρευνα για τη φύση της "ιδιότητας του συγγραφέα" και της κοινωνικής λειτουργίας του.
Η Καθιέρωση
Το 1970, εκλέχθηκε ισόβιος καθηγητής της Ιστορίας των Συστημάτων της Σκέψης, στο Κολλέγιο της Γαλλίας. Από τη δεκαετία του '70, ξεκίνησε να συνεργάζεται με την Ομάδα Πληροφόρησης για τις Φυλακές (Groupe d’Information sur les Prisons).
Οι αγώνες του μέσα από αυτήν, οδήγησαν στην κοινή αποδοχή του ως επαναστάτη διανοούμενου, κάτι που ο ίδιος ουδέποτε αποδέχθηκε. Το 1971, εμφανίσθηκε σε εκπομπή της ολλανδικής τηλεόρασης που μεταδιδόταν ζωντανά και στην οποία είχε μια μακρά συζήτηση με τον Νόαμ Τσόμσκυ, με θέμα: "Ανθρώπινη φύση: δικαιοσύνη εναντίον δύναμης" ("Human Nature: Justice versus Power").
Η συζήτηση μεταξύ των δυο φιλοσόφων συμπεριλήφθηκε στον τόμο "The Basic Concern of Mankind". Το 1975, εκδόθηκε το βιβλίο του "Επιτήρηση και τιμωρία: Η γέννηση της φυλακής", το οποίο αποτελεί μελέτη του νεότερου ποινικού συστήματος. Το 1976 κυκλοφόρησε ο πρώτος τόμος της τριλογίας "Η ιστορία της σεξουαλικότητας".
Και οι τρεις τόμοι αναφέρονταν στην ιστορία των αντιλήψεων για τη σεξουαλικότητα, με αφετηρία την εποχή της αρχαίας Ελλάδας και ανέδειξαν το Γάλλο φιλόσοφο σε έναν από τους σημαντικότερους διανοούμενος της εποχής του.
Τα επόμενα χρόνια ταξίδεψε σε Αμερική, Ιαπωνία και Βραζιλία, ενώ επισκέφθηκε τις φυλακές Attica της Νέας Υόρκης.
Το 1978, στάλθηκε στο Ιράν, από την ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera, για να καλύψει την Ιρανική Επανάσταση.
Το τέλος
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του συνέγραψε αρκετά βιβλία, ενώ ασχολήθηκε με τη διερεύνηση της σεξουαλικότητας του ατόμου. Πέθανε στις 25 Ιουνίου του 1984, στο νοσοκομείο De la Salpetriere του Παρισιού, από νευρολογικές επιπλοκές που του προκάλεσαν οξεία σηψαιμία, ενώ ήταν οροθετικός. Μετά τον θάνατό του, εκδόθηκαν τρεις βιογραφίες του.
Προσωπικές απόψεις
Ο Μισέλ Φουκώ ήταν εκφραστής του πρώιμου δομισμού και του ύστερου μεταμοντερνισμού, ενώ απέρριπτε τη νεωτερικότητα ως προσπάθεια για ολικό μετασχηματισμό. Είχε διατυπώσει πως, ο άνθρωπος δεν είναι το αυτονόητο επίκεντρο και αντικείμενο της επιστήμης, παρά μια σχετικά πρόσφατη επινόηση προορισμένη να εξαφανιστεί στο προσεχές μέλλον. Επίσης, υποστήριξε ότι, ότι ο λόγος δεν είναι απλή αναπαράσταση της επιθυμίας ή της εξουσίας, αλλά αυτό για το οποίο και μέσω του οποίου αγωνίζεται κανείς, δηλαδή, η εξουσία που διεκδικεί, για να ιδιοποιηθεί.
Σχετικά με τη σεξουαλικότητα του ατόμου, διατύπωσε την άποψη ότι, αυτή αποτελεί την κεντρική στρατηγική με την οποία ο μέσος Ευρωπαίος ή Αμερικανός αστός συνηθίζει να αυτοκαθορίζεται και να οριοθετεί την ταυτότητά του. Ακόμα, προέβλεψε έναν μελλοντικό κόσμο, στον οποίο οι άνθρωποι θα αποκτούσαν όλο και περισσότερες εμμονές με το σεξ, το οποίο θα έπαιζε τον πρωταρχικό ρόλο στην ύπαρξή τους.
Επιπροσθέτως, θεωρούσε τις φυλακές, τα νοσοκομεία και τα φρενοκομεία, μέσα αποκλεισμού της κοινωνίας. Ως προς τις φυλακές ειδικά, πίστευε πως, "αποτελούν έναν από τους κοινωνικούς μηχανισμούς που είχαν δημιουργηθεί για να πειθαρχεί η κοινωνία στα κελεύσματα των κρατούντων". Πέραν αυτού, είχε επισημάνει ότι, μέσα από την εξέταση των κοινωνικών αντιλήψεων πάνω στο θέμα των "μέσων αποκλεισμού", μπορεί να γίνει δυνατή η μελέτη της ανάπτυξης και των τρόπων της εξουσίας.
Τέλος, μέσα από τη μελέτη "Τι είναι ο συγγραφέας", κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, αν και το σύστημα ιδιοκτησίας καθιστά αυτόν λειτουργό του καπιταλιστικού συστήματος, το χαμένο ιερό του στάτους αντισταθμίζεται από "τη συστηματική πρακτική της παραβίασης και μέσω αυτής της αποκατάστασης του κινδύνου για ένα γραπτό που τα ιδιοκτησιακά οφέλη του ακόμα κατοχυρώνονται".
Παρόλ' αυτά, πάσχιζε συνεχώς να καταστήσει σαφές ότι, τα έργα του δεν απέβλεπαν στην ενθάρρυνση κινητοποίησης μέρους ή όλου του λαού, για την επίτευξη κάποιου κοινωνικού μετασχηματισμού (αν και ήταν υπέρ των μερικών μετασχηματισμών), καθώς ο ίδιος ήταν ενάντιος σε οποιαδήποτε ενέργεια και εξέλιξη αυτού του είδους.
Ενδεικτική εργογραφία
"Τρέλα και παραλογισμός: Η ιστορία της τρέλας στην Κλασσική Εποχή" ("Folie et Déraison: Histoire de la folle a l'âge classique") (1961)
"Οι λέξεις και τα πράγματα: Μια αρχαιολογία των επιστημών του ανθρώπου" ("Les Mots et les Choses: Une Archeologie des sciences humaines") (1966)
"Η αρχαιολογία της γνώσης" ("Un'archéologie du savoir") (1969)
"Επιτήρηση και τιμωρία: Η γέννηση της φυλακής" ("Surveiller et punir: Naissance de la prison") (1975)
"Η ιστορία της σεξουαλικότητας" ("Histoire de la sexualité") (3 τόμοι) (1976-1984)
"Τι είναι διαφωτισμός"
"Ψυχική αρρώστεια και ψυχολογία"
"Για τη λαϊκή δικαιοσύνη και τα δικαστήρια"
"Αυτό δεν είναι πίπα"
"Ο στοχασμός του έξω"
"Η μικροφυσική της εξουσίας"
"Εξουσία, γνώση και ηθική"
"Ο μεγάλος εγκλεισμός"
"Η τάξη του λόγου"
"Για την υπεράσπιση της κοινωνίας"
"Τι είναι ο συγγραφέας"
"Οι μη κανονικοί"
"Ουτοπίες και ετεροτοπίες"
"Τρία κείμενα για τον Νίτσε"
"Το μάτι της εξουσίας"
"Κινηματογράφος και λαϊκή μνήμη"
"Εγώ, ο Πιερ Ριβιέρ"
"Επίσκεψη στη φυλακή Άττικα"
"Για την εξουσία και την ταξική πάλη. Συζήτηση με τέσσερα μέλη της LCR"
"Η τιμωρητική κοινωνία"
Πληροφορίες: el.wikipedia.org/wiki/Μισέλ_Φουκώ
Ντουάιτ Ντέιβιντ «Άικ» Αϊζενχάουερ ήταν Αμερικανός πολιτικός και στρατηγός, που υπηρέτησε ως 34ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, είχε γερμανική καταγωγή
Ντουάιτ Αϊζενχάουερ
Ο Ντουάιτ Ντέιβιντ «Άικ» Αϊζενχάουερ ήταν Αμερικανός πολιτικός και στρατηγός, που υπηρέτησε ως 34ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών από το 1953 μέχρι το 1961. (Dwight David "Ike" Eisenhower, 14 Οκτωβρίου 1890 - 28 Μαρτίου 1969)
Γεννήθηκε στο Ντένισον του Τέξας και είχε γερμανική καταγωγή. Ήταν το τρίτο από τα επτά παιδιά της οικογένειας. Το 1911 κατατάχθηκε στον στρατό και το 1915 αποφοίτησε από την στρατιωτική ακαδημία. Στο τέλος του Α΄ παγκοσμίου πολέμου στάλθηκε στη Γαλλία όπου υπηρέτησε ως εκπαιδευτής του σώματος θωρακισμένων αρμάτων. Στη συνέχεια υπηρέτησε στην Πενσυλβάνια, στο Μέριλαντ και στον Παναμά. Το 1933 μετατέθηκε στο επιτελείο και το 1935 στάλθηκε στις Φιλιππίνες υπό τις διαταγές του Μακ Άρθουρ.
Έλαβε μέρος στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και τον Νοέμβριο του 1942, αφού προηγουμένως είχε προαχθεί από συνταγματάρχη σε υποστράτηγο, οργάνωσε και διηύθυνε την απόβαση των συμμάχων στην Νότια Αφρική.
Το 1943 διορίστηκε ανώτατος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων κατά την απόβαση της Νορμανδίας, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το τέλος του πολέμου ανερχόμενος στον βαθμό του αρχιστράτηγου (στρατηγού 5 αστέρων).
Η θέση που του εμπιστεύτηκαν παρόλο που μάχιμα δεν διέθετε αντίστοιχη πείρα ήταν αποτέλεσμα της διπλωματικής ισορροπίας που απαιτούσε ο πόλεμος μεταξύ των συμμάχων και ειδικά της Αγγλίας και όπου οι προστριβές με τον στρατηγό Μπέρναρντ Μοντγκόμερυ ήταν αρκετά συχνές στο παρασκήνιο.
Το 1948 παραιτήθηκε από τον στρατό και έγινε πρόεδρος του πανεπιστημίου Κολούμπια ενώ το 1950 ανέλαβε την αρχηγία του Ν.Α.Τ.Ο. Το 1952 έθεσε υποψηφιότητα για το προεδρικό αξίωμα με την υποστήριξη των Ρεπουμπλικανών.
Κέρδισε τις εκλογές άνετα αφού ο Αϊζενχάουερ στα μάτια των Αμερικανών πολιτών ήταν ένας ζωντανός μύθος. Ο κύριος λόγος ήταν ωστόσο ο Πόλεμος στην Κορέα και τα ισχυρά αντικομμουνιστικά αισθήματα της κοινής γνώμης που πίστευε ότι θα αντιμετώπιζε καλύτερα ένας στρατιωτικός παρά ο πολιτικός 'δεύτερης κατηγορίας' Χάρυ Τρούμαν που για τους Ρεπουμπλικάνους είχε χαρακτηριστεί σαν 'ατύχημα' που προέκυψε απ τον θάνατο του Ρούζβελτ.
Τον Σεπτέμβριο του 1955 έπαθε καρδιακό και χρειάστηκε επτά μήνες για να αναρρώσει.Επανεκλέχτηκε στην προεδρία το 1956. Πεπεισμένος ειρηνιστής ο ίδιος ("Μισώ τον πόλεμο όπως μόνο ένας στρατιωτικός που τον έχει ζήσει, που έχει δει τη βία, τη ματαιότητα και την ανοησία του, μπορεί"), ο Αϊζενχάουερ άφησε ωστόσο τον υπουργό Εξωτερικών του, Τζον Φόστερ Ντάλες, να ασκήσει πολιτική εξαιρετικά ριψοκίνδυνη έναντι της Ε.Σ.Σ.Δ., με κίνδυνο πρόκλησης παγκοσμίου πολέμου, ενώ στο εσωτερικό μέτωπο ευθύνεται για την απερίγραπτη διόγκωση του προβλήματος του ρατσισμού και τον αντικομμουνιστικό παροξυσμό και τις έξαλλες ακρότητες του Μακαρθισμού. Παρ' όλα αυτά η οκταετία του παραμένει μία εποχή ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης και γενίκευσης της ευημερίας του "αμερικανικού ονείρου".
Επίσκεψη στην Ελλάδα
Στις 14 Δεκεμβρίου του 1959 ο Αϊζενχάουερ επισκέφθηκε επίσημα την Ελλάδα. Μόλις έφτασε στην Αθήνα, τον υποδέχθηκε ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής και αναχωρώντας απ' το αεροδρόμιο κατευθύνθηκαν προς το ξενοδοχείο στο οποίο θα έμενε. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του αυτής, συζήτησε με τον Καραμανλή διάφορα θέματα. Ο Αϊζενχάουερ ήταν ο πρώτος Αμερικανός πρόεδρος ο οποίος πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα.
Ο θάνατος
Το 1961, με την λήξη δηλαδή της θητείας του, ο Αϊζενχάουερ αποχώρησε από την ενεργό πολιτική δράση. Τον Ιανουάριο του 1969, είδε τον προστατευόμενό του και επί οκταετία αντιπρόεδρό του Ρίτσαρντ Νίξον να ορκίζεται πρόεδρος. Στις 28 Μαρτίου του 1969, ο Αϊζενχάουερ απεβίωσε στην Ουάσινγκτον από καρδιακό επεισόδιο, σε ηλικία 78 ετών. Αν και τα χρόνια που είχαν περάσει από την απόσυρσή του από την πολιτική ζωή ήταν πολλά και η αμερικανική κοινωνία βαθιά αλλαγμένη από τα χρόνια της δεκαετίας του 1950, το πένθος ήταν βαρύ και γνήσιο.
Στις 29 Μαρτίου, η σορός του Αϊζενχάουερ μεταφέρθηκε στον εθνικό καθεδρικό ναό της Ουάσινγκτον και την επομένη μεταφέρθηκε στη "ροτόντα" του Καπιτωλίου, όπου εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα. Στις 31 Μαρτίου, ημέρα εθνικού πένθους στις Η.Π.Α., η σορός επανήλθε με κάθε επισημότητα στον εθνικό καθεδρικό ναό, όπου ο Αϊζενχάουερ κηδεύτηκε ενώπιον δεκάδων επισήμων από σχεδόν όλες τις χώρες του κόσμου.
Ένα μαύρο άλογο ακολουθούσε τη σορό του Αϊζενχάουερ με ένα ζευγάρι μπότες τοποθετημένο ανάποδα στους αναβατήρες, συμβολίζοντας τον ηγέτη που έφυγε. Στη συνέχεια η σορός του μεταφέρθηκε σιδηροδρομικώς στο Αμπιλίν του Κάνσας, την πόλη στην οποία μεγάλωσε. Το τελευταίο αυτό ταξίδι του στρατηγού κράτησε σχεδόν δύο ημέρες και δεκάδες χιλιάδες Αμερικανοί συγκεντρώθηκαν σε σταθμούς και διαβάσεις για να αποτίσουν τον ύστατο φόρο τιμής στον πρόεδρο. Στις 2 Απριλίου, ο στρατηγός ενταφιάστηκε στο μικρό παρεκκλήσιο του μουσείου Αϊζενχάουερ, δίπλα στον μικρό γιο του, Ντέιβιντ.
Ήταν νυμφευμένος από το 1916 με την Μάμι Ντάουντ και είχαν δύο παιδιά. Ο εγγονός του, Ντέιβιντ Αϊζενχάουερ, νυμφεύτηκε την κόρη του Ρίτσαρντ Νίξον, Τζούλι.
el.wikipedia.org/wiki/Ντουάιτ_Αϊζενχάουερ
Δημήτριος Καμπούρογλου, ήταν ιστοριοδίφης, λογοτέχνης, ακαδημαικός, δικηγόρος, ποιητής και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών
Δημήτριος Καμπούρογλου
Ο Δημήτριος Καμπούρογλου ήταν ιστοριοδίφης, λογοτέχνης, ακαδημαικός, δικηγόρος, ποιητής και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. (14 Οκτωβρίου 1852 - 21 Φεβρουαρίου 1942)
Γεννήθηκε στην Αθήνα αλλά καταγόταν από το Φανάρι της Κωνσταντινούπολης και ήταν γιος του Γρηγορίου Καμπούρογλου, ιδρυτή της Εθνικής σκηνής, και της λογίας Μαριάννας Σωτηριανού - Γέροντα, κόρης του Άγγελου Γέροντα. Βαφτίστηκε από τον αυλάρχη του Όθωνα, Π. Νοταρά. Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1877 αναγορεύτηκε διδάκτορας.
Αρχικά εργάστηκε ως δικηγόρος και στη συνέχεια ασχολήθηκε με την ιστορική αναδίφηση και την Ιστοριογραφία με την οποία και ασχολήθηκε τελικά. Από το 1873 έως το 1881 αναλαμβάνει την αρχισυνταξία της «Εφημερίδος», του εκδότη Δημήτριου Κορομηλά. To 1881 διαφωνώντας με τον Κορομηλά, αποχωρεί απο την αρχισυνταξία της εφημερίδας και ιδρύει τη δική του εφημερίδα, που την ονομάζει «Νέα Εφημερίς» ενώ το 1882 υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος.
Την περίοδο 1884-1886 ήταν διευθυντής του περιοδικού «Εβδομάς». Το 1891 προσλήφθηκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και τον επόμενο χρόνο διορίστηκε επιμελητής των χειρογράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Την περίοδο 1904-1917 διετέλεσε διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης, αλλά το 1917 με τον νόμο περί άρσης της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων παύθηκε από τη θέση του. Το 1923 τιμήθηκε από την πολιτεία με το αριστείο γραμμάτων. Το 1927 έγινε το πρώτο δια εκλογής μέλος της Ακαδημίας των Αθηνών και την περίοδο 1934-1935 χρημάτισε πρόεδρος της Ακαδημίας.Στις αρχές του 1942 ασθένησε με πνευμονία, στις 10 Φεβρουαρίου υπέστη ένα ελαφρύ εγκεφαλικό επεισόδιο και στις 21 Φεβρουαρίου της ίδιας χρονιάς πέθανε. Ήταν παντρεμένος με την Καλλιόπη Μαράτου από το1884 και είχε τρία παιδιά: Τον Γρηγόρη, την Ελένη και την Τζένη. Στις 19 Απριλίου του 1939 έγιναν τα αποκαλυπτήρια της προτομής του στην πλατεία Φιλομούσου Εταιρείας στην Πλάκα.
Συγγραφικό έργο
Πριν ακόμα ολοκληρώσει τη φοίτησή του στο Βαρβάκειο, είχε γράψει σατιρικούς στίχους και τρεις μονόπρακτες κωμωδίες: Η φθισιώσα, Αι αγχόναι, Η αγγελιοφοβία. Χάθηκαν όμως και οι τρεις.
Ιστορική έρευνα
Η ιστορική του έρευνα σαν ιστορικός επικεντρώθηκε κυρίως στην περίοδο της Τουρκοκρατίας και αφορούσε μόνο στην περιοχή της Αθήνας, γι' αυτό και του δόθηκε το προσωνύμιο «Αθηναιογράφος». Το 1896 ολοκληρώθηκε η έκδοση του τρίτομου έργου του η Ιστορία των Αθηναίων στο οποίο και εργάστηκε περισσότερο σαν Λαογράφος παρά σαν Ιστορικός.
Ποιήματα
Το ποιητικό του έργο είναι αρκετά αξιόλογο αν και δεν διακρίθηκε αρκετά. Η ποιητική συλλογή Η φωνή της καρδιάς μου ήταν από τα σημαντικότερα έργα του. Ήταν γραμμένο στη δημοτική και είχε έντονα αντιρομαντικά στοιχεία σε σχέση με το κλίμα της Α' Αθηναϊκής Σχολής. Η συλλογή βραβεύτηκε το 1873 στον Βουτσιναίο ποιητικό διαγωνισμό, ενώ στον ίδιο διαγωνισμό το 1874 επαινέθηκε, χωρίς να διακριθεί, ποιητική συλλογή του στην οποία σατίριζε και παρωδούσε το ρομαντικό ύφος των συγχρόνων ποιητών. Το 1874 εξέδωσε τη συλλογή του Παλαιαί αμαρτίαι.
Πεζογραφία
Επίσης ασχολήθηκε και με την πεζογραφία, όπου αντλούσε τα θέματα του κυρίως από τη λαογραφία. Το 1881 εξέδωσε τα μη λαογραφικά αφηγήματα "Εικόνες. Σατυρικαί Διατριβαί", όπου σατιρίζει τα ήθη της εποχής. Μερικά από τα έργα του είναι: Αθηναϊκά διηγήματα, Αι Αθήναι που φεύγουν, Μύθοι και διάλογοι, Αττικοί έρωτες, Θρύψαλα, Ευσυνειδησία και ασυνειδησία κ.ά. Συνήθως υπέγραφε τα λογοτεχνικά του έργα με το ψευδώνυμο «Αναδρομάρης».
Έργα του
Η Ακρόπολις, Αθήνα, 1872.
Φαέθων, 1873.
Πατρίς – Νεότης, Αθήνα, 1874.
Ύμνοι εις τον Καλδερόν. 1884.
Μούσα δραπέτις.
Έρωτος Ημέραι, 1887.
Ή ιστορία των Αθηναίων[Τρίτομο Ιστορικό διήγημα](1889-1996)
Ή φωνή της καρδιάς μου [Ποίηση](1872).
Ιστορίες από την παλιά Αθήνα [Ιστορικό διήγημα](1892).
Διά τα παιδία, 1899.
Λυρική Συλλογή, 1900.
Μνημεία της ιστορίας των Αθηναίων [Τρίτομο ιστορικό διήγημα](1893).
Απομνημονεύματα μιας μακριάς ζωής [Δίτομο Ιστορικό διήγημα](1913).
Οί χαλκοκονδύλαι [Διήγημα](1913).
Ό αναδρομάρης[Διήγημα](1914).
Ό ελαιών των Αθηνών[Διήγημα](1914).
Μελέτη του βίου και της δράσεως του Παλαιών Πατρών Γερμανού [Ιστορικό διήγημα και χρονογράφημα](1916).
Αθηναικά διηγήματα [ιστορικό διήγημα](1915).
Αι Αθήναι που φεύγουν [διήγημα](1916).
Μύθοι και διάλογοι [Ιστορικό διήγημα](1917).
Αττικοί έρωτες [διήγημα](1918).
Θρύψαλλα [διήγημα](1919).
Ό τρελός της Αθήνας [Ιστορικό διήγημα](1919).
Ό αναδρομάρης της Αττικής [Ιστορικό διήγημα](1920).
Τοπωνυμικά παράδοξα [Ιστορικό διήγημα και χρονογράφημα](1920).
Ή Δούκισσα της πλακεντίας [Διήγημα](1921).
Αθηναΐκό αρχοντολόγιο-Μπενιζέλοι [Ιστορικό διήγημα και χρονογράφημα](1921).
Αι παλαιαί Αθήναι [Ιστορικό διήγημα](1922).
Μελέται και έρευναι 1923-1926 [Διήγημα και μελέτη έργου](1927).
Ευσυνειδησία και Ασυνειδησία [διήγημα](1924).
Ο Δημητριος Καμπούρογλου μετέφρασε την "Νανά" του Ζολά και τα "Μυστικά και φωναχτά" του Καλντερόν.
Επιλογος
Ό Δημήτριος Καμπούρογλου ως πεζογραφος αντλησε τα θεματα του κυρίως από την ιστορική και λαογραφική ύλη της πρωτοεπαναστατικής περιόδου της Αθήνας. Ή πεζογραφία του υπηρετεί την ιστορία όπως αυτός την αντιλαμβάνόταν: Πολλά αφηγήματα του είναι παραδόσεις είναι γραμμένα στην Δημοτική γλώσσα. Αντίθετα στα επιστημονικά έργα του χρησημοποιεί την Καθαρεύουσα. Επίσης ό Καμπούρογλου ασχολήθηκε και με την Ποίηση. Ή ποιητική του συλλογή "Ή φωνή της καρδιάς μου", μια από της πρώτες λογοτεχνικές του εμφανίσεις - είναι αντίθετα πρός το πνεύμα της εποχής - είναι γραμμένη στην Δημοτική γλώσσα και έχει αντιρομαντικό περιεχόμενο. Εξάλλου ό Καμπούρογλου σατίρισε τους ρομαντικούς ποιητές και ιδιαίτερα τον Αχιλλέα Παράσχο της περίφημης Αθηναΐκής Σχολής στην σατιρικη (ο ίδιος την ονόμασε Λυρική) συλλογή του "Παλαιαί αμαρτίαι" του 1874.
Πηγές
Ιωσήφ Σιακκής, Δ.Γ. Καμπούρογλου. Η ζωή και το έργο του, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 2012
el.wikipedia.org/wiki/Δημήτριος_Καμπούρογλου
Έρβιν Γιόχαν Ευγένιος Ρόμμελ ήταν στρατάρχης του Γ΄ Ράιχ και ένας από τους ικανότερους στρατιωτικούς ηγέτες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου
Έρβιν Ρόμελ
Ο Έρβιν Γιόχαν Ευγένιος Ρόμμελ ήταν στρατάρχης του Γ΄ Ράιχ και ένας από τους ικανότερους στρατιωτικούς ηγέτες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. (Johannes Erwin Eugen Rommel, 15 Νοεμβρίου 1891 - 14 Οκτωβρίου 1944)
Υπήρξε ο πιο δημοφιλής Στρατηγός στο εσωτερικό της Γερμανίας κατά τη διάρκεια του Β' ΠΠ και κέρδισε τον σεβασμό των αντιπάλων του με τις θεαματικές νίκες του, ως διοικητής του Αφρικανικού Σώματος (Afrika Korps). Για τις ικανότητές του αυτές, του είχε αποδοθεί το προσωνύμιο «Αλεπού της Ερήμου» (αγγλικά: Desert Fox, Γερμανικά: Wustenfuchs).
Ο Ρόμμελ θεωρείται "ανθρωπιστής" και επαγγελματίας αξιωματικός. Το Αφρικανικό Σώμα που διοικούσε, δεν κατηγορήθηκε ποτέ για εγκλήματα πολέμου και οι στρατιώτες των Συμμάχων, που αιχμαλωτίστηκαν στην Αφρικανική εκστρατεία, ανέφεραν ότι έτυχαν ανθρώπινης μεταχείρισης. Διαταγές που αφορούσαν στην εκτέλεση Εβραίων στρατιωτών, άμαχου πληθυσμού και κομμάντος που αιχμαλωτίστηκαν, αγνοήθηκαν. Στη διάρκεια του πολέμου, ο Ρόμμελ συνδέθηκε με την συνωμοσία δολοφονίας κατά του Αδόλφου Χίτλερ της 20ης Ιουλίου 1944.
Επειδή ο Ρόμμελ ήταν εθνικός ήρωας εκείνη την εποχή, ο Χίτλερ προτίμησε να απαλλαγεί από αυτόν, χωρίς να τον κατηγορήσει δημόσια. Ανάγκασε τον Ρόμμελ να αυτοκτονήσει, καταπίνοντας μια κάψουλα κυανίου, με αντάλλαγμα τις διαβεβαιώσεις του Χίτλερ ότι η οικογένειά του δεν θα διωκόταν μετά τον θάνατό του. Η κηδεία του έγινε με τιμές και έξοδα του κράτους, ενώ ανακοινώθηκε επισήμως ότι ο Ρόμμελ είχε υποκύψει στα τραύματά του, που προέκυψαν από την επίθεση που δέχτηκε το επιτελικό αυτοκίνητό του στην Νορμανδία από ένα συμμαχικό αεροπλάνο τύπου Spitfire.
Ο Ρόμμελ γεννήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 1891 στο Χάιντενχαϊμ (Heidenheim an der Brenz) που βρίσκεται σε απόσταση 45 χιλιομέτρων από το Ουλμ, στο κρατίδιο της Βυρτεμβέργης στη Γερμανία. Βαπτίστηκε στις 17 Νοεμβρίου 1891. Ο πατέρας του, που λεγόταν επίσης Έρβιν, ήταν Διευθυντής στο τοπικό Γυμνάσιο. Η μητέρα του Χελένε φον Λουτζ, ήταν γόνος τοπικής πλούσιας οικογένειας. Το ζεύγος είχε επίσης άλλα τρία παιδιά, τον Καρλ, τον Γκέρχαρντ και την Χελένε. Ο Έρβιν ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος εκ των τεσσάρων. Ο ίδιος ο Ρόμμελ έγραψε αργότερα, πως "τα νεανικά μου χρόνια πέρασαν πράγματι χαρούμενα."
Σε ηλικία 14 ετών, ο Ρόμμελ και ένας φίλος του, έφτιαξαν ένα ανεμόπτερο που είχε τη δυνατότητα να πετάει σε μικρές αποστάσεις. Ο ίδιος αργότερα αγόρασε μία μοτοσυκλέτα και πριν φτάσει στο σπίτι του την αποσυναρμολόγησε και κατευθείαν την επανασυναρμολόγησε. Διέθετε αξιοσημείωτες τεχνικές και μηχανολογικές ικανότητες και για αυτό τον λόγο είχε εκφράσει την επιθυμία να σπουδάσει μηχανικός, στην εταιρεία παραγωγής αερόπλοιων Zeppelin. Ο πατέρας του όμως, ο οποίος σε νεαρή ηλικία είχε υπηρετήσει ως Υπολοχαγός του Πυροβολικού, τον έπεισε να ακολουθήσει στρατιωτική καριέρα. Στην ηλικία των 18 ετών κατατάχτηκε στο τοπικό 124ο Σύνταγμα Πεζικού της Βυρτεμβέργης ως Δόκιμος Αξιωματικός. Ο νεαρός Έρβιν εγγράφεται στη Σχολή Δοκίμων Αξιωματικών του Ντάντσιχ (Danzig) το 1910.
Το 1913, ο Ρόμμελ είχε δεσμό με την Βαλμπούργκα Στέμμερ (Walburga Stemmer). Αποτέλεσμα της σχέσης αυτής ήταν η γέννηση μιας κόρης, της Γερτρούδης (Gertrud). Ο Ρόμμελ τελικά διέκοψε σχετικά γρήγορα αυτή τη σχέση που είχε με την Στέμμερ. Φρόντιζε όμως την κόρη του, η οποία μεγάλωνε με την γιαγιά της και παρουσιαζόταν ως ανιψιά του Ρόμμελ. Διατήρησε μία στενή σχέση μαζί της, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Το καρό κασκόλ που φορούσε, και φαίνεται σε πολλές φωτογραφίες κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων στην έρημο το είχε φτιάξει η κόρη του Γερτρούδη.
Από το 1911 γνώριζε μια κοπέλα, την Λουσί Μαρία Μολλίν (Lucie Maria Mollin) (1894–1971), την οποία ερωτεύεται και νυμφεύεται στις 27 Νοεμβρίου 1916 στο Ντάντσιχ. Ο Έρβιν αγαπούσε πολύ τη σύζυγό του, όπως μαρτυρούν οι επιστολές που της έστελνε κατά τη διάρκεια των στρατιωτικών αποστολών του (και ειδικότερα στο Β΄ Παγκ. Πόλεμο) και χαϊδευτικά την αποκαλούσε «Λου». Απέκτησαν ένα γιο, τον Μάνφρεντ στις 24 Δεκεμβρίου 1928. Εκείνη την περίοδο πέθανε η Βαλμπούργκα. Ο γάμος του με την Λουσί ήταν ευτυχισμένος και ο Ρόμμελ της έγραφε τουλάχιστον ένα γράμμα κάθε ημέρα όταν βρισκόταν στο μέτωπο.
Ο γιος του Ρόμμελ, Μάνφρεντ, έγινε αργότερα δήμαρχος της Στουτγάρδης από το 1974 έως το 1996.
Η αρχή της στρατιωτικής του σταδιοδρομίας στον Α/ παγκόσμιο πόλεμο
Ο Ρόμμελ με το βαθμό του Υπολοχαγού κατά τη διάρκεια της μάχης του Καπορέττο (1917).
Το 1912 τελειώνει τις σπουδές του και τοποθετείται στο 124ο Σύνταγμα του Γερμανικού Στρατού με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Συμμετέχει στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο πρώτα με το 6ο Σύνταγμα Πεζικού της Βυρτεμβέργης και μετέπειτα κατά την περισσότερη διάρκεια του πολέμου, με το Ορεινό Τάγμα Βυρτεμβέργης, που υπαγόταν στο Σώμα των Αλπινιστών (Alpen Korps), παίρνοντας μέρος σε πολλές μάχες στην Ιταλία, στη Ρουμανία και στη Γαλλία.
Απέκτησε φήμη για το θάρρος του, την γρήγορη λήψη τακτικών αποφάσεων και την εκμετάλλευση υπέρ του, της σύγχυσης του εχθρού. Σε μία περίπτωση, ο Ρόμμελ αιχμαλώτισε 1,500 στρατιώτες και 43 αξιωματικούς, έχοντας υπό τη διοίκησή του μόνο 3 τυφεκιοφόρους και 2 αξιωματικούς. Παρασημοφορήθηκε με τον Σιδηρούν Σταυρό Δευτέρας Τάξεως το 1914, και τον Σιδηρούν Σταυρό Πρώτης Τάξεως το 1915.
Ο Ρόμμελ έφτανε στην επιτυχία διοικώντας μικρές ομάδες στρατιωτών, διεισδύοντας μέσα στις εχθρικές γραμμές, κινούμενος γρήγορα από πλευρικές θέσεις ώστε να επιτεθεί στα νώτα του εχθρού, σοκάροντάς τον με το στοιχείο του αιφνιδιασμού.
Η πρώτη μεγάλη ένδειξη της στρατιωτικής του μεγαλοφυΐας φανερώθηκε στη Μάχη του Καπορέττο στις Βορειο-Ανατολικές Άλπεις στο μέτωπο του ποταμού Ισόντζο όταν στις 26 Οκτωβρίου του 1917, διοικώντας μόλις 200 Γερμανούς, κατανικά με έφοδο τους Ιταλούς, συλλαμβάνει αιχμαλώτους 150 αξιωματικούς και 9.000 στρατιώτες (μία ολόκληρη Ιταλική μεραρχία) και κυριεύει 200 πολυβόλα, 18 ορεινά κανόνια, 2 ημιαυτόματα κανόνια, περισσότερα από 600 υποζύγια, 250 φορτωμένα οχήματα, 10 φορτηγά και 2 ασθενοφόρα της φρουράς του Λονγκαρόνε.
Στις 18 Δεκεμβρίου 1917 για το κατόρθωμά του αυτό, του απονέμεται το παράσημο "Pour le merite" (ύψιστη τιμητική διάκριση της Πρωσσίας). Για ένα χρονικό διάστημα υπηρέτησε στο ίδιο Σύνταγμα Πεζικού με τον Φρήντριχ φον Πάουλους, ο οποίος, όπως και ο Ρόμμελ, προάχθηκε στο βαθμό του Στρατάρχη στη διάρκεια του Β' ΠΠ. Ο Ρόμμελ τραυματίστηκε 3 φορές στον Α'ΠΠ - δύο στο Δυτικό Μέτωπο και μία φορά στη Ρουμανία.
Στον μεσοπόλεμο
Μετά τον πόλεμο, παρέμεινε στις τάξεις της συρρικνωμένης Ράιχσβερ, και κατά τη δεκαετία του 1920 υπηρετεί σε διάφορα συντάγματα του γερμανικού στρατού. Το 1929 τοποθετείται εκπαιδευτής της Σχολής Πεζικού (έχοντας το βαθμό του Λοχαγού) στη Δρέσδη, όπου παραμένει μέχρι το 1933. Στη συνέχεια αναλαμβάνει καθήκοντα στη Σχολή Πολέμου του Πότσδαμ (Potsdam) από το 1935 μέχρι το 1937. Το 1937 εκδίδει το ημερολόγιο που κρατούσε κατά τη δράση του στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τον τίτλο "Infanterie greift an" (Το Πεζικό Επιτίθεται), το οποίο και γίνεται χρηστικό εγχειρίδιο της εποχής. Με την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία, ο Ρόμελ γοητεύεται από τις προοπτικές που ανοίγει για τη Γερμανία ο νέος ηγέτης.
Ο Χίτλερ, έχοντας διαβάσει το βιβλίο του Ρόμελ, τον τοποθετεί υπεύθυνο της προσωπικής του ασφάλειας, όταν ο Χίτλερ επισκέπτεται τη Σουδητία (Sudetenland) το 1938 και την Πράγα το 1939 μετά την ολοκληρωτική προσάρτηση της Τσεχοσλοβακίας από το Ράιχ. Ωστόσο, ο Ρόμελ ουδέποτε υπήρξε οπαδός του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος και, φυσικά, ούτε έγινε ποτέ μέλος του.
Ο Ρόμελ μετατίθεται στη Σχολή Πολέμου του Βίνερ - Νόισταντ (Wiener-Neustadt), όπου παραμένει μέχρι το 1938 ξεκινώντας τη συγγραφή του δεύτερου βιβλίου του, με τίτλο "Panzer greift an" (Τα Τεθωρακισμένα Επιτίθενται).
Δράση στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
Στην εκστρατεία εναντίον της Πολωνίας δεν είχε άμεση συμμετοχή, καθώς ήταν επικεφαλής της φρουράς του στρατηγείου του Χίτλερ. Το 1940, έχοντας πλέον το βαθμό του Υποστράτηγου, συμμετέχει στην επίθεση εναντίον της Γαλλίας (έχοντας ζητήση μάχιμη θέση από τον Χίτλερ), ως Διοικητής της 7ης Μεραρχίας Θωρακισμένων (7 Panzerdivision).
Όπως και ο συνάδελφός του (και προιστάμενός του, Χάιντς Γκουντέριαν, ο Ρόμελ είναι οπαδός του κεραυνοβόλου πολέμου (Blitzkrieg) και εκπληρώνει λαμπρά την αποστολή που του έχει ανατεθεί: Η μονάδα του είναι η πρώτη που φθάνει στη Μάγχη και στις 19 Δεκεμβρίου καταλαμβάνει το Χερβούργο, σημαντικό λιμάνι της Γαλλίας.
Η δράση του στην εισβολή στη Γαλλία χάρισε στον ίδιο και στην μεραρχία του την ονομασία «Μεραρχία Φάντασμα», λόγω της αστραπιαίας δράσης της. Στη Γαλλία αιχμαλώτισε 100.000 άνδρες των Συμμάχων και κατέστρεψε 450 άρματα μάχης, έχοντας όμως τίς περισσότερες απώλειες από όλες τίς τεθωρακισμένες μεραρχίες ( η μεραρχία του έχασε 2.500 άνδρες και 40 άρματα μάχης). Για τις επιτυχίες του τού απονεμήθηκε ο Σταυρός των Ιπποτών και ο βαθμός του Αντιστράτηγου.
Afrika Korps
Το 1941 του ανατίθεται η διοίκηση της 15ης Μεραρχίας Πάντσερ και της 5ης Ελαφράς Μεραρχίας. Αυτές θα αποτελέσουν τον πυρήνα του γνωστού ως "Afrika Korps" («Σώμα της Αφρικής») γερμανικού εκστρατευτικού σώματος στη Βόρεια Αφρική. Βασική του αποστολή είναι να βοηθήσει τον ιταλικό στρατό, ο οποίος, έχοντας πολύ κακό οπλισμό, ατάλαντους ηγέτες και χαμηλό ηθικό, έχει υποστεί σχεδόν συντριβή από τις Βρετανικές δυνάμεις.
Ο Ρόμελ, με πολύ κατώτερες αριθμητικά δυνάμεις, ανατρέπει ολοκληρωτικά το σκηνικό. Στις μάχες αυτές χρησιμοποιεί πολλά τεχνάσματα: διατάζει ψευδείς υποχωρήσεις που οδηγούν σε παγίδες, τοποθετεί παλιούς κινητήρες αεροσκαφών σε φορτηγά με σκοπό να σηκώνουν σκόνη για να δείχνουν υπέρτερες οι δυνάμεις του, μετακινεί φορτηγά προς κάποια κατεύθυνση για να επισημανθούν από την αεροπορία και το βράδυ αυτά γυρίζουν στη βάση τους, δημιουργεί ξύλινα ομοιώματα τανκς για την παραπλάνηση των αεροπλάνων αναφοράς του εχθρού όσον αφορά τις δυνάμεις του στρατού του, κατά τη διάρκεια των μαχών στήνει ψεύτικα πυροβόλα για τον αποπροσανατολισμό του εχθρού κτλ.
Οι Βρετανικές δυνάμεις πέφτουν συχνά στις "παγίδες" αυτές, που επάξια του χαρίζουν το προσωνύμιο «Αλεπού της Ερήμου». Τον Φεβρουάριο του 1941 συλλαμβάνει αιχμαλώτους δυο Βρετανούς στρατηγούς και προάγεται σε Στρατηγό από τη γερμανική διοίκηση. Επίσης, καταφέρνει να εκδιώξει τις βρετανικές δυνάμεις από τη Λιβύη και να τις απωθήσει στην Αίγυπτο. Περικυκλώνει το Τομπρούκ, το σημαντικότερο λιμάνι της Κυρηναϊκής, και το πολιορκεί.
Οι Βρετανοί οργανώνουν τρεις επιχειρήσεις για την διάσωσή του. Οι πρώτες δύο, οι επιχειρήσεις "Brevity" και "Battleaxe", αποτυγχάνουν. Η τρίτη, η λεγόμενη επιχείρηση «Σταυροφόρος» (Crusader), αρχικά επιτυγχάνει και ο Ρόμελ οπισθοχωρεί μέχρι την κωμόπολη της Ελ Αγκέιλα (7 Δεκεμβρίου 1941).
Έχοντας πάρει θάρρος, οι βρετανικές δυνάμεις τον καταδιώκουν, αλλά στις 20 Ιανουαρίου ο Ρόμελ εξαπολύει σφοδρή αντεπίθεση προκαλώντας τους μεγάλες απώλειες. Οι Σύμμαχοι φθάνουν στο Τομπρούκ και κλείνονται εκεί προετοιμαζόμενοι για πολιορκία. Στις 24 Μαΐου, όμως, ο Ρόμελ επιτίθεται ξανά και πλευροκοπεί τις συμμαχικές δυνάμεις στη Γκαζάλα και το Μπιρ Χακίμ, εξαναγκάζοντάς τις σε υποχώρηση.
Εγκαταλείπουν, έτσι, το Τομπρούκ, που ο Ρόμελ καταλαμβάνει στις 6 Ιουνίου του 1942, αναγκάζοντας τους 33.000 υπερασπιστές του να παραδοθούν. Ὁ Χίτλερ τόν προάγει σέ στρατάρχη καί τοῦ στέλνει τήν στραταρχική ράβδο: "Θά προτιμοῦσα νά μοῦ ἔστελνε μία μεραρχία" λέει ὁ Ρόμελ (Ραιημόν Καρτιέ :Ἱστορία τοῦ Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου).
Παράλληλα, κάνει τον Ουίνστον Τσώρτσιλ να αναφωνήσει «Δε θα βρούμε ποτέ ένα στρατηγό ικανό να κερδίσει μια μάχη;». Ο Ρόμελ καταδιώκει τις συμμαχικές δυνάμεις, οι οποίες τον σταματούν στο Ελ Αλαμέιν, γιατί αυτός δεν έχει τα μέσα να προχωρήσει. Το Σεπτέμβριο εγκαταλείπει την Αφρική, καταφεύγοντας στο Ζέμμερινγκ γιατί έχει παρουσιάσει σοβαρά συμπτώματα ασθένειας: υψηλή πίεση, εντερικό κατάρρου, ηπατοπάθεια. Επιστρέφει εσπευσμένα μετά τη δεύτερη μάχη του Ελ Αλαμέιν, όπου οι συμμαχικές δυνάμεις νικούν το Άφρικα Κορπς.
Ο Ρόμελ διευθύνει τη σταδιακή υποχώρηση των γερμανικών μονάδων της στρατιάς του(εγκαταλείπει τίς ιταλικές στήν τύχη τους,παίρνοντας τά οχήματά τους ) μέσω της Λιβύης προς την Τυνησία, παρά τις αντίθετες εντολές του Χίτλερ, ο οποίος επιμένει σε στατική άμυνα μέχρις εσχάτων. Σε αυτό το σημείο αρχίζει και η μεταστροφή του Ρόμελ: από πιστός και ένθερμος οπαδός του Φύρερ, αρχίζει να χάνει την εμπιστοσύνη του στον Χίτλερ.
Η κατάσταση σε όλα τα μέτωπα αρχίζει να ανατρέπεται, καθώς μεγάλες γερμανικές δυνάμεις έχουν εμπλακεί στο μέτωπο της Σοβιετικής Ένωσης, ενώ τον Νοέμβριο του 1943, αποβιβάζονται στην Αλγερία και το Μαρόκο οι πρώτες Αμερικανικές δυνάμεις.
Στη μάχη του περάσματος Κασσερίν, ο Ρόμμελ καταφέρνει να επιφέρει μεγάλες απώλειες στο 2ο Σώμα των ΗΠΑ και να σταθεροποιήσει τις θέσεις του. Το Άφρικα Κορπ, όμως, πάσχει σημαντικά από έλλειψη εφοδίων και, κυρίως, βενζίνης, ενώ παράλληλα είναι αδύνατο να του σταλούν ενισχύσεις. Ο Ρόμελ ανακαλείται από τον Χίτλερ και επιστρέφει στη Γερμανία.
Μετά τη βόρεια Αφρική
Ο Χίτλερ, όμως, δεν τον αφήνει να συνεχίσει τη θεραπεία του, όπως του είχε πει ανακαλώντας τον. Στις 23 Ιουνίου τοποθετείται επικεφαλής της Ομάδας Στρατιών Β, που επιτηρεί τα παράλια της Δυτικής Ευρώπης, με αποστολή να τις καταστήσει απρόσβλητες απέναντι στην επερχόμενη συμμαχική απόβαση.
Ο Στρατάρχης έχει επίγνωση του δυσχερέστατου έργου που έχει αναλάβει. Διατάσσει την κατασκευή οχυρωμένων θέσεων, την πόντιση ναρκών, την κατασκευή αντιαρματικών και αντιαποβατικών εμποδίων. Tα μέτρα που ήθελε να λάβει δεν έγινε δυνατό να υλοποιηθούν: Το τσιμέντο χρησιμοποιήθηκε για τις βάσεις του Πεενεμούντε (εκτόξευση των V2), οι εκρηκτικές ύλες είναι ανεπαρκείς για την κατασκευή του απαιτουμένου αριθμού ναρκών, για τα αντιαρματικά εμπόδια λείπουν τα κατάλληλα μέταλλα. Ο Ρόμελ γνωρίζει πόσο εύθραυστο είναι το μέτωπο που υπερασπίζεται, όσο και αν ο Φύρερ επιμένει να το αποκαλεί «τείχος του Ατλαντικού». Ταυτόχρονα εμπλέκεται σε μια διαφωνία με τον προϊστάμενό του, Στρατάρχη Γκερντ φον Ρούντστεντ, σχετικά με τη χρήση των πολύτιμων τεθωρακισμένων εφεδρειών.
Ο Ρόμελ, με βάση την εμπειρία του από την Αφρική και την εκεί αεροπορική κυριαρχία των Συμμάχων, τα θέλει κοντά στην ακτή, ενώ ο Ρούντστεντ, ακολουθώντας το κλασικό δόγμα, τα θέλει συγκεντρωμένα στην ενδοχώρα, ώστε να εξαπολύσουν συγκεντρωτική αντεπίθεση κατά του συμμαχικού προγεφυρώματος.
Ο Χίτλερ συντάσσεται με τον Ρούντστεντ. Ο Ρόμελ όμως διαπράττει και ένα σημαντικότατο στρατηγικό σφάλμα: από κοινού με το γερμανικό επιτελείο, περιμένει την απόβαση στο Καλαί, το στενότερο σημείο της Μάγχης, και όχι στη Νορμανδία, όπου το πυροβολικό δεν επαρκεί και τα περισσότερα τάγματα που τον επανδρώνουν είτε στελεχώνονται από άνδρες παλαιοτέρων κλάσεων καί αναρρώσαντες τραυματίες είτε είναι τάγματα «Ανατολικών στρατευμάτων» (Osttruppen δλδ Ουκρανοί, Λευκορρώσοι, Τάταροι, στρατολογημένοι από στρατόπεδα σοβιετικών αιχμαλώτων) αμφίβολης αξίας.
Εν τέλει, η συμμαχική απόβαση λαμβάνει χώρα στις 6 Ιουνίου 1944 (D-Day), ενώ ο Ρόμελ είναι σε άδεια στη Γερμανία. Επιστρέφει αμέσως και διευθύνει με σχετική επιτυχία τις αμυντικές μάχες, αλλά η εξάλειψη του προγεφυρώματος είναι ανέφικτη. Στις 17 Ιουλίου, ένα καταδιωκτικό αεροπλάνο ανατίναξε το αυτοκίνητό του, προξενώντας στον Στρατάρχη σοβαρό τραύμα στο κεφάλι.
Η απόπειρα δολοφονίας του Φύρερ, οι υποψίες εναντίον του και το τέλος
Λίγες μέρες μετά, στις 20 Ιουλίου, γίνεται απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ. Εκτελεστής είναι ο συνταγματάρχης Κλάους φον Στάουφενμπεργκ, στη συνωμοσία, όμως, που έχει εξυφανθεί, συμμετέχουν και αρκετοί αξιωματικοί κοντά στον Ρόμελ, όπως ο επιτελάρχης του Χανς Σπάιντελ (Hans Speidel).
Η εμπλοκή του Ρόμελ στην συνωμοσία είναι ακόμα αντικείμενο διχογνωμιών: παρότι ο ίδιος είχε γίνει επικριτικός για το ναζιστικό καθεστώς, και είχε έντονες διαμάχες με τον Χίτλερ σχετικά με την διεύθυνση του πολέμου, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι είχε μυηθεί στη συνωμοσία, αν και πιθανότατα, όπως και πολλοί άλλοι ανώτατοι αξιωματικοί, γνώριζε την ύπαρξή της. Ως ο πιο γνωστός και σεβαστός ακόμα και στους Συμμάχους Γερμανός στρατηγός όμως, προοριζόταν από τους συνωμότες για την θέση του προέδρου του Ράιχ. Η απόπειρα αποτυγχάνει και η Γκεστάπο αναλαμβάνει την εξιχνίασή της.
Παρά την έλλειψη στοιχείων κατά του Ρόμελ, αρκετά ανώτατα στελέχη του ναζιστικού καθεστώτος, όπως ο Μάρτιν Μπόρμαν, τον υποπτεύονται, και το στρατοδικείο που θα εξετάσει την υπόθεσή του είναι στελεχωμένο με αντιπάλους του, και τον παραπέμπει στο διαβόητο "λαϊκό δικαστήριο". Ο Ρόμελ όμως, ήρωας στα μάτια του γερμανικού λαού, δεν είναι δυνατό να περάσει από δημόσια δίκη για προδοσία.
Ο Χίτλερ του προσφέρει εναλλακτική λύση, στέλνοντας δύο στρατηγούς με μια επιστολή του και μια κάψουλα στο Χέρλιγκεν, όπου ο Στρατάρχης ανάρρωνε από τον σοβαρό τραυματισμό του στη Γαλλία: Να θέσει ο ίδιος τέρμα στη ζωή του, με αντάλλαγμα να μη κινδυνεύσουν με αντίποινα η σύζυγός του και ο γιος τους. Ο Ρόμελ δέχεται και στις 14 Οκτωβρίου 1944, σε ηλικία 52 ετών, καταπίνει μια κάψουλα υδροκυανίου.
Ενταφιάζεται με τιμές ήρωα πολέμου στο Χέρλινγκεν (Herrlingen). Ο γιος του, Μάνφρεντ, ασχολήθηκε με την πολιτική και διετέλεσε δήμαρχος στη Στουτγάρδη από το 1974 ως το 1996, όντας παράλληλα ένας από τους πλέον δημοφιλείς πολιτικούς του κόμματός του.
Συγγραφικό Έργο
Το Πεζικό επιτίθεται: περιπέτειες και εμπειρίες (1937)
Πηγή: el.wikipedia.org/wiki
Ζυλ Ριμέ, ήταν Γάλλος ποδοσφαιρικός παράγοντας, ο δημιουργός του θεσμού του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου
Ζυλ Ριμέ
Ο Ζυλ Ριμέ, ήταν Γάλλος ποδοσφαιρικός παράγοντας. Υπήρξε διαδοχικά πρόεδρος-ιδρυτής του παριζιάνικου συλλόγου της Ρεντ Σταρ, πρόεδρος της Γαλλικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου και στη συνέχεια της FIFA για διάστημα 33 ετών. Υπήρξε ο δημιουργός του θεσμού του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου. (Τελέ-λε-Λαβονκούρ, Ωτ-Σον, 14 Οκτωβρίου 1873 - Συρέν, 15 Οκτωβρίου 1956)
Ο Ζυλ Ριμέ πέρασε το σύνολο της παιδικής του ηλικίας στο Τελέ, μαζί με τον παππού του που ήταν αγρότης, καθώς ο πατέρας του είχε αποχωρήσει για το Παρίσι ώστε να βρει δουλειά. Δεν τον ξαναβρήκε παρά μόνο σε ηλικία 11 ετών, ενώ έλαβε το baccalaureat (γαλλικό απολυτήριο λυκείου) του παρακολουθώντας μαθήματα τα βράδια.
Ίδρυσε το 1898 μια χριστιανική, ρεπουμπλικανική και δημοκρατική εφημερίδα, την La Revue, η οποία συγχωνεύτηκε το 1899 με την Le Sillon του Μαρκ Σαννιέ, περιοδικό το οποίο ώθησε μεγάλο αριθμό πιστών Χριστιανών να αποκηρύξουν το πολίτευμα της βασιλείας.
Ο Ζυλ Ριμέ απεβίωσε στις 15 Οκτωβρίου 1956 στη Συρέν (92), ένα χρόνο έπειτα από την υποψηφιότητά του για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
Ποδόσφαιρο
Ίδρυσε στις 21 Φεβρουαρίου 1897 τον αθλητικό σύλλογο της Ρεντ Σταρ μαζί με τον αδερφό του Μοντέστ. Ο σύλλογος εντάχθηκε στο Πρωτάθλημα Παρισιού που διοργάνωνε η USFSA. Έλαβε, τότε, διοικητικό αξίωμα στην USFSA και συμμετείχε στην ίδρυση της FIFA το 1904.
Ωστόσο, η USFSA ήρθε σύντομα σε ρήξη με τον διεθνή οργανισμό, απαγορεύοντας σε όλα τα σωματεία που την αποτελούσαν να δίνουν διεθνείς αγώνες. Ο Ζυλ Ριμέ πέρασε τότε τον σύλλογό του, Ρεντ Σταρ, υπό την σκέπη της Ligue de Football Association, η οποία ήταν μέλος του Comite Francais Interfederal το οποίο ήταν αναγνωρισμένο από την FIFA (1908).
Έχοντας επιβιώσει του Μεγάλου Πολέμου με τον βαθμό του λοχαγού πεζικού και έναν Σταυρό του Πολέμου, ο Ζυλ Ριμέ εκλέχτηκε πρόεδρος της νεοσυσταθείσας Γαλλικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου στις 11 Απριλίου 1919.
Παρέμεινε επί 30 χρόνια επικεφαλής της και εγκατέλειψε την προεδρία της FFF το 1949 λόγω της « affaire sarroise ». Ο Ριμέ επιθυμούσε να εντάξει την Σάρμπρυκεν στο Πρωτάθλημα Γαλλίας, όμως αυτή η ενέργεια αποδοκιμάστηκε έντονα από τις υπόλοιπες ομάδες που το αποτελούσαν με το σύνθημα « καλύτερα η Μπορντό παρά η Σάρμπρυκεν ».
Αντιθέτως, παρέμεινε στο αξίωμα του προέδρου της FIFA από το 1921 ως το 1954. Κατά την θητεία του-ρεκόρ διάρκειας 33 ετών, δημιούργησε το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου το 1930 εμπνεόμενος από την επιτυχία του ολυμπιακού τουρνουά.
Επίσης, το Παγκόσμιο Κύπελλο ήταν γνωστό με την ονομασία Κύπελλο Ζυλ Ριμέ έως το 1970.
Τρόπαιο Ζυλ Ριμέ
Το Τρόπαιο Ζυλ Ριμέ είναι η ονομασία που δόθηκε στις πρώτες εκδόσεις του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου.
Το πρώτο κύπελλο, αποτελούμενο από επιχρυσωμένο μέταλλο, αναπαριστούσε την θεά Νίκη. Πάνω του αναγράφονταν τα ονόματα των νικητών της διοργάνωσης από το 1930 ως το 1970.
Από το 1930 ως το 1970, η νικήτρια χώρα του Παγκοσμίου Κυπέλλου παρέμενε κάτοχός του για διάστημα τεσσάρων ετών, έως την επόμενη διοργάνωση.
Το 1970, έπειτα από την τρίτη της νίκη στην διοργάνωση, η Βραζιλία έλαβε το συγκεκριμένο Παγκόσμιο Κύπελλο οριστικά (οι πρώτες της δύο νίκες ήταν το 1958 και το 1962).
Το 1974, ένα νέο κύπελλο, διαφορετικού σχεδιασμού, ξεκίνησε να χρησιμοποιείται.
Διακρίσεις
Σταυρός του Πολέμου 1914-1918
Διοικητής της Λεγεώνας της Τιμής
Πηγές
el.wikipedia.org/wiki/Δημήτριος_Καμπούρογλου
Περισσότερα Άρθρα...
- Τάκης Φωτόπουλος, πολιτικός φιλόσοφος, συγγραφέας, ακαδημαϊκός και θεωρητικός θεμελιωτής του προτάγματος της Περιεκτικής Δημοκρατίας
- Ελένη Βλάχου ήταν Ελληνίδα εκδότρια, δημοσιογράφος και χρονογράφος
- Αικατερίνη Χριστοφιλοπούλου, ήταν Ελληνίδα βυζαντινολόγος, ομότιμος καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών
- Φίλιππος Συρίγος, ήταν Έλληνας αθλητικογράφος, με ειδίκευση στο άθλημα της καλαθοσφαίρισης