Άρθρα
Πελέ, Βραζιλιάνος πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής, θεωρείται ως ο καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα από την FIFA και τη Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής Ποδοσφαίρου(IFFHS)
Πελέ
Ο Έντσον Αράντες ντο Νασιμέντο, γνωστός ως Πελέ (Pele), είναι Βραζιλιάνος πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής. Θεωρείται ως ο καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα από την FIFA και τη Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής Ποδοσφαίρου(IFFHS). (Edson Arantes do Nascimento, 23 Οκτωβρίου 1940)
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ήταν για μεγάλη περίοδο ο καλύτερα αμειβόμενος αθλητής στον κόσμο. Γνωστός και ως ο "Βασιλιάς του Ποδοσφαίρου" κατέχει τους τίτλους "Ποδοσφαιριστής του Αιώνα" από τη FIFA, "Αθλητής του Αιώνα" από την Ολυμπιακή Επιτροπή και είναι μέλος του ποδοσφαιρικού Hall of Fame.
To 1999 εξελέγη Ποδοσφαιριστής του Aιώνα μετά από ψηφοφορία των νικητών (1956-1999) της Χρυσής Μπάλας του περιοδικού France Football. Το 2000, σε παγκόσμια δημοσκόπηση της FIFA στο Διαδίκτυο ποιος είναι καλύτερος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών, ήρθε δεύτερος με 18%, πρώτος με 53,60% ήρθε ο Μαραντόνα, ενώ αντίθετα, στην ψηφοφορία της FIFA "Football family" και των αναγνωστών του περιοδικού FIFA Magazine ο Πελέ ήρθε πρώτος με 72% των ψήφων. Στην ψηφοφορία των ειδικών αθλητικογράφων, ο Πελέ ήρθε πρώτος με 1.705 πόντους, και δεύτερος ήρθε ο Γιόχαν Κρόιφ με 1.303. Σε Ψηφοφορία στη Βραζιλία για τον καλύτερο ποδοσφαιριστή του αιώνα ήρθε πρώτος, με δεύτερο τον Γκαρίντσα.
Παρά τις πιέσεις που ασκούσαν οι μεγάλοι σύλλογοι της Ευρώπης για να τον αποκτήσουν, ο Πελέ παρέμεινε στη Σάντος 17 χρόνια λόγω της μεγάλης του αγάπης για την ομάδα, αλλά και λόγω της απαγόρευσης που ασκούσε η κυβέρνηση της χώρας, η οποία τον θεωρούσε εθνικό θησαυρό.
Ο Πελέ έπαιζε ως δεύτερος επιθετικός, γνωστός και ως οργανωτής. Η τεχνική κατάρτιση και η αθλητικότητά του έχουν επαινεθεί παγκοσμίως, και κατά τη διάρκεια της καριέρας του ήταν γνωστός για την άριστη ντρίμπλα και πάσα του, την εξαιρετική του ικανότητα στο ψηλό παιχνίδι, τη δημιουργικότητά του, αλλά και τη μεγάλη του έφεση στο σκοράρισμα. Είναι ο πρώτος σκόρερ σε αγώνες Πρωταθλήματος στην ιστορία του ποδοσφαίρου με 541 γκολ. Συνολικά, ο Πελέ σκόραρε 1.281 γκολ σε 1.363 αγώνες.
Συλλογικό επίπεδο
Ο Πελέ γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου του 1940 στην πόλη Τρες Κορασόες της Βραζιλίας. Στα 15 του το 1956 έκανε το ντεμπούτο του με τη Σάντος του Σάο Πάολο σε φιλικό αγώνα με την Κορίνθιανς (7-1) σκοράροντας μία φορά. Δύο τίτλοι πρώτου σκόρερ με τη Σάντος, με 36 και 53 γκολ αντίστοιχα, συμπλήρωσαν τις δύο επόμενες χρονιές.
Το 1957 ήταν πλέον βασικός στην ομάδα και πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος και διεθνής με την εθνική Βραζιλίας μόλις 16 ετών.
Το 1975 και αφού είχε ήδη αποσυρθεί για δύο χρόνια από το ποδόσφαιρο, ο Πελέ επέστρεψε στα γήπεδα με την Νιου Γιορκ Κόσμος.
Τον τρίτο χρόνο που έπαιξε στην Κόσμος, κατέκτησε το πρωτάθλημα, έχοντας γίνει ο μεγαλύτερος πρεσβευτής του ποδοσφαίρου στις ΗΠΑ.
Αποσύρθηκε στο τέλος της ίδιας χρονιάς, με ένα αγώνα στο στάδιο των Τζάιαντς, παίζοντας ένα ημίχρονο με τη Σάντος και ένα με την Κόσμος.
Εθνικό επίπεδο
Ο Πελέ αγωνίστηκε με την εθνική Βραζιλίας για πρώτη φορά το 1957 στα 16 του, σκοράροντας ενάντια στη μεγάλη αντίπαλο Εθνική Αργεντινής.
Ο ομοσπονδιακός τεχνικός, Σίλβιο Πιρίλο, τον κάλεσε για τους δύο αγώνες με την Αργεντινή για το «Κύπελλο Ρόκα». Στις 7 Ιουλίου 1957 μπήκε αλλαγή στα μισά του δευτέρου ημιχρόνου, παίρνοντας το βάπτισμα του πυρός. Πέτυχε γκολ. Η Αργεντινή όμως νίκησε με 2-1. Στη ρεβάνς ήταν πια βασικός και σημείωσε και πάλι γκολ, το ένα από τα δύο της νίκης της Βραζιλίας που πήρε το Κύπελλο με καλύτερη διαφορά τερμάτων. Σε δύο αγώνες ο Πελέ είχε σημειώσει τα δύο από τα τρία γκολ της Εθνικής και μπορούσε να υποστηρίξει ότι είχε σπρώξει το τρόπαιο στα χέρια των συμπατριωτών του.
Το 1958 σε ηλικία 17 ετών κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο στη Σουηδία, σκοράροντας έξι φορές.
Το 1962 στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Χιλής, τραυματίστηκε στον αγώνα με την Τσεχοσλοβακία και αποχώρησε χωρίς όμως να κοστίσει η απουσία, μιας και ο Γκαρίντσα βοήθησε να κατακτήσει η Βραζιλία το τρόπαιο.
Το 1966 στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Αγγλίας ο Πελέ σκόραρε στο τρίτο συνεχόμενο μουντιάλ, όμως έπεσε θύμα τραυματισμού στο ματς με την Πορτογαλία, μιας και το μουντιάλ αυτό ήταν ένα από τα πιο βίαια. Η απουσία του αυτή τη φορά κόστισε στη Βραζιλία, που αποκλείστηκε στον πρώτο γύρο.
Το 1970 στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Μεξικού, το καλύτερο σύμφωνα με τους αθλητικογράφους, ο Πελέ μαζί με τους Ριβελίνο, Ζαϊρζίνιο, Γκέρσον, Τοστάο, Κάρλος Αλμπέρτο, Κλοντοάλντο σχημάτισαν μια από τις καλύτερες ομάδες που έχουν παίξει ποδόσφαιρο.
Κερδίζοντας στον τελικό την Ιταλία 4-1 η Βραζιλία κατέκτησε το τρόπαιο Ζιλ Ριμέ για τρίτη φορά και το κράτησε για πάντα στην τροπαιοθήκη της. Ο Πελέ συμμετείχε και στα τρία κερδισμένα μουντιάλ και παραμένει έως σήμερα ο μόνος που έχει κατακτήσει μουντιάλ τρεις φορές ως παίκτης.
Το 1971 εναντίον της εθνικής Γιουγκοσλαβίας, ο Πελέ έδωσε τον τελευταίο του αγώνα με την Βραζιλία στο Ρίο ντε Τζανέιρο.
Με την εθνική Βραζιλίας αγωνίστηκε 92 φορές, σκόραρε τις 77, έχοντας 68 νίκες 14 ισοπαλίες και 11 ήττες. Παίζοντας μαζί Πελέ και Γκαρίντσα, η Βραζιλία δεν γνώρισε ποτέ την ήττα.
Παγκόσμιο Κύπελλο 1958
Στην αρχή του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1958 ο Πελέ ήταν τραυματίας. Ο προπονητής της Βραζιλίας Φεόλα δεν ρίσκαρε τη συμμετοχή του στους δύο πρώτους αγώνες. Μάλιστα, πριν το Παγκόσμιο Κύπελλο είχε ζητήσει από τον προπονητή του να επιστρέψει στην πατρίδα αφού δεν μπορούσε να προσφέρει. Ο μασέρ όμως της ομάδας, ο Μάριο Αμέρικο, πήρε το θέμα προσωπικά. Υποσχέθηκε να κάνει καλά τον πιτσιρικά που πονούσε. Όσο για τη συμμετοχή του στη βασική ενδεκάδα αυτό ήταν υπόθεση του αμυντικού Νίλτον Σάντος. Στους αγώνες του 4ου ομίλου της πρώτης φάσης ο κλοιός στένευε γύρω από τη Βραζιλία. Είχε ξεκινήσει με νίκη 3-0 επί των Αυστριακών, αλλά στη συνέχεια η «λευκή ισοπαλία» 0-0 με την Αγγλία τους έβαζε όλους σε περιπέτειες. Ο αγώνας με την ΕΣΣΔ ήταν καθοριστικός. Ο μικρός Πελέ έπρεπε να σφίξει τα δόντια και να παίξει. Στις 15 Ιουνίου 1958 στο Ούλεβι του Γκέτεμποργκ ο Πελέ ήταν στην αρχική ενδεκάδα. Ήταν μόλις 17 χρόνων. Ο Βαβά με δύο γκολ έδωσε τη νίκη και την πρόκριση στους Βραζιλιάνους, αλλά ο Πελέ είχε εντυπωσιάσει τους ειδικούς του ποδοσφαίρου. Ο μύθος γύρω από το όνομα του είχε μεταφερθεί πια και στην Ευρώπη.
Στα προημιτελικά αντίπαλος ήταν η Ουαλία. Το ματς ήταν ισόπαλο χωρίς γκολ έως τη στιγμή που ο Πελέ δέχτηκε πάσα από κεφαλιά. Στόπαρε άψογα τη μπάλα, κι αφού την πέρασε κάτω από τα πόδια ενός αμυντικού σημάδεψε τη γωνία της εστίας του Κέλσεϊ. Ήταν το 66ο λεπτό. Στα ημιτελικά με τη Γαλλία πέτυχε τρία γκολ στο 5-2 των Βραζιλιάνων κι άλλα δύο στον τελικό στο 5-2 με τη Σουηδία.
Παγκόσμιο Κύπελλο 1962
Το 1962 πέτυχε ένα εξαιρετικό γκολ περνώντας τέσσερις αμυντικούς στον πρώτο αγώνα με το Μεξικό, αλλά τραυματίστηκε στον επόμενο με την Τσεχοσλοβακία και είδε από την εξέδρα την ομάδα του να κερδίζει τον τίτλο.
Παγκόσμιο Κύπελλο 1966
Το 1966 στην Αγγλία, τα αντιαθλητικά μαρκαρίσματα των Βουλγάρων και των Πορτογάλων αμυντικών, του στέρησαν τη συνέχεια των αγώνων. Πρόλαβε να σκοράρει ένα γκολ από απευθείας εκτέλεση φάουλ εναντίον της Βουλγαρίας. Χωρίς τον Πελέ, η Βραζιλία έχασε από την Ουγγαρία και απέτυχε να περάσει τη φάση των ομίλων.
Το 1.000-ό γκολ
Την Τετάρτη, 19 Νοεμβρίου του 1969, ώρα 10.15 το βράδυ, στο Ρίο ντε Τζανέιρο, το Σάο Πάολο, τη Μπραζίλια και τις άλλες μεγαλουπόλεις της Βραζιλίας, εκατομμύρια Βραζιλιάνοι ακούγανε στο ραδιόφωνο την περιγραφή του ποδοσφαιρικού αγώνα Σάντος-Βάσκο ντα Γκάμα. Ήταν το 74ο λεπτό και ο Πελέ ετοιμαζόταν για ένα χτύπημα πέναλτι. Αν ευστοχούσε, θα σημείωνε το χιλιοστό γκολ της καριέρας του, κάτι που κανένας ποδοσφαιριστής σε όλο τον κόσμο δεν είχε καταφέρει έως τότε. Η αγωνία των θεατών στο στάδιο Μαρακανά κορυφώθηκε όταν έστησε την μπάλα στα 11 βήματα και πήρε φόρα για το ιστορικό σουτ. Ο Πελέ σούταρε ένα τεχνικό πλασέ προς το αντίπαλο τέρμα. Ο τερματοφύλακας Ανράντα έπεσε στη σωστή γωνία, θεαματικά αλλά μάταια, καθώς η μπάλα καρφώθηκε στα δίχτυα του. Αμέσως οι Βραζιλιάνοι ξέσπασαν σε ξέφρενους αλαλαγμούς. Ο Πελέ όρμησε στα δίχτυα, φίλησε τη "γουρλίδικη" μπάλα και την πήρε για ενθύμιο, ενώ δεκάδες δημοσιογράφοι, εκατοντάδες φωτορεπόρτερ και χιλιάδες θεατές όρμησαν προς τον Πελέ, που ξαφνικά απογειώθηκε στα χέρια των οπαδών του. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι ξεχύθηκαν στους δρόμους χορεύοντας σάμπα. Τα κλάξον των αυτοκινήτων κόρναραν ρυθμικά. Η Βουλή διέκοψε τη συνεδρίασή της και κάλεσε τον Πελέ στην πρωτεύουσα Μπραζίλια για να τον τιμήσει και τα εθνικά ταχυδρομεία έβγαλαν ειδικό γραμματόσημο για το χρυσό γκολ.
Παγκόσμιο Κύπελλο 1970
Σε αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο η Βραζιλία με τον Πελέ κατάφερε να κερδίσει τον τρίτο τίτλο και να κρατήσει για πάντα το Ζιλ Ριμέ. Εκεί ήταν ο μεγάλος ηγέτης. Μαζί με το ταλέντο τώρα διέθετε και την ανάλογη εμπειρία. Οι στιγμές μαγείας του «βασιλιά» που έχουν καταγράψει οι κάμερες από εκείνη τη διοργάνωση είναι πολλές. Σημείωσε 4 γκολ και μοίρασε 6 ασσίστ.
Στατιστικά
Τίτλοι
Flag of Brazil.svg Σάντος
Επίσημοι Τίτλοι
Κόπα Λιμπερταδόρες: 1962, 1963
Πρωτάθλημα Παουλίστα: 1958, 1960, 1961, 1962, 1964, 1965, 1967, 1968, 1969, 1973
Πρωτάθλημα Βραζιλίας: 1961, 1962, 1963, 1964, 1965
Tουρνουά Ρομπέρτο Γκόμες Πεντρόσα: 1968
Πρωτάθλημα Ρίο-Σάο Πάολο: 1959, 1963, 1964, 1966
Διηπειρωτικό Κύπελλο: 1962, 1963
Διηπειρωτικό Σούπερ Καπ: 1968
Flag of the United States.svg Νιου Γιορκ Κόσμος
Νορθ Αμέρικαν Σόκερ Λιγκ: 1977
Flag of Brazil.svg Βραζιλία
Κύπελλο Ρόκα: 1957, 1963
Παγκόσμιο Κύπελλο FIFA: 1958, 1962, 1970
Κύπελλο Κρουζ: 1958, 1962, 1968
Κύπελλο Μπερνάρδο Ο'Χίγκινς: 1959
Κύπελλο Ατλάντικ: 1960 [38]
Κύπελλο Οσβάλντο Κρούζ: 1958, 1962, 1968
Η αντιστοιχία των 40 επισήμων τροπαίων, τον κάνει τον παίκτη με τους περισσότερους τίτλους καριέρας στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Συνολικά κατέκτησε 57 τίτλους στην καριέρα του.
Προσωπικές διακρίσεις
Αθλητής του Αιώνα, που εξελέγη από τους δημοσιογράφους σε παγκόσμια κλίμακα, σε δημοσκόπηση της γαλλικής εφημερίδα L'Equipe: 1981
Ποδοσφαιριστής του Aιώνα, ο οποίος εξελέγη από τους νικητές της Χρυσής Μπάλας του περιοδικού France Football: 1999
Ποδοσφαιριστής του Αιώνα, IFFHS Διεθνής Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής Ποδοσφαίρου: 1999
Ποδοσφαιριστής του Αιώνα στη Νότια Αμερική, IFFHS Διεθνής Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής Ποδοσφαίρου: 1999
Ποδοσφαιριστής του Αιώνα, ψηφοφορία αναγνωστών του περιοδικού World Soccer : 2000
Εισαγωγή στο American National Soccer Hall of Fame το 1993
Ιππότης της Βρετανικής αυτοκρατορίας: 1997
Αθλητής του Αιώνα, από το Reuters Πρακτορείο Ειδήσεων: 1999
Αθλητής του Αιώνα, που εξελέγη από τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή: 1999
UNICEF ποδοσφαιριστής του αιώνα: 1999
Περιοδικό ΤΙΜΕ, Ένας από τους 100 πιο σημαντικούς ανθρώπους του 20ου αιώνα: 1999
FIFA Παίκτης του Αιώνα: 2000
Laureus World Sports Awards Lifetime Achievement Award από τον Πρόεδρο της Νοτίου Αφρικής Νέλσον Μαντέλα: 2000
Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή "Αθλητής του Αιώνα"
Στις 12 Μαΐου 2005, 43 χρόνια μετά τη φιλική νίκη του Ολυμπιακού Πειραιώς ο Πελέ επέστρεψε στο Στάδιο Γεώργιος Καραϊσκάκης και έγινε μέλος του Ολυμπιακού.
Πληροφορίες: el.wikipedia.org/wiki/Πελέ
Κλεάνθης Βικελίδης, ήταν Έλληνας διεθνής ποδοσφαιριστής και προπονητής
Κλεάνθης Βικελίδης
Ο Κλεάνθης Βικελίδης ήταν Έλληνας διεθνής ποδοσφαιριστής και προπονητής. (15 Σεπτεμβρίου 1915 - 4 Νοεμβρίου 1988)
Γεννήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 1915 στη Θεσσαλονίκη και έγινε γνωστός ως ποδοσφαιριστής του Άρη. Είχε άλλα 8 αδέλφια, από τα οποία τα 5 ήταν επίσης αθλητές του Άρη. Οι αδελφοί του Κώστας και Νικηφόρος ήταν μάλιστα συμπαίκτες του στον Άρη καθώς και στην Εθνική Ομάδα. Έπαιξε με τον Άρη για πρώτη φορά τη σεζόν 1931/32 και σταμάτησε το ποδόσφαιρο το 1949.
Στην πολύ επιτυχημένη καριέρα του με τον Άρη κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδος του 1932 και του 1946, τα πρωταθλήματα Θεσσαλονίκης 1934, 1938, 1946 και 1949, το πρωτάθλημα Βορείου Ομίλου 1935 ενώ συμμετείχε με τον Άρη και στον τελικό του Κυπέλλου του 1940.
Χρίστηκε 7 φορές διεθνής με την Εθνική Ελλάδας Ανδρών και σκόραρε 4 φορές. Πρώτη του συμμετοχή στις 17 Μαΐου του 1936 στο Βουκουρέστι, όπου η Εθνική Ελλάδος ηττήθηκε με 5-2 από την αντίστοιχη της Ρουμανίας για το Βαλκανικό Κύπελλο, ενώ η τελευταία φορά που φόρεσε τη γαλανόλευκη φανέλα ήταν στις 23 Απριλίου του 1948 στο εντός έδρας φιλικό με την Τουρκία ως αρχηγός της Εθνικής Ελλάδος, όπου και σκόραρε το μοναδικό της τέρμα (1-3).
Όταν σταμάτησε ως παίκτης, έγινε προπονητής και κάθησε στον πάγκο του Άρη (1953-54, 1958-59, 1961-62), του ΠΑΟΚ (1956-57), του Απόλλωνα Καλαμαριάς (1960-61), του Πιερικού (Β' εθνική το 1961-62) και της Νίκης Βόλου (1963-64).
Απεβίωσε στις 4 Νοεμβρίου 1988. Aπό το 2004 το ποδοσφαιρικό γήπεδο του Άρη (μέχρι τότε γνωστό ως "Χαριλάου") φέρει το όνομά του.
Το προσωνύμιο του ήταν το Μακεδονικό Τάνκ λόγω της τρομερής δύναμης που έβγαζε στο παιχνίδι του.
Τα γκολ και οι συμμετοχές του Κλεάνθη Βικελίδη
Πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης
1933/34 - 1 γκολ / 6 αγώνες
1936/37 - 8 γκολ / 7 αγώνες
1937/38 - 12 γκολ / 11 αγώνες
1938/39 - 7 γκολ / 10 αγώνες
1939/40 - 2 γκολ / 9 αγώνες
1945/46 - 4 γκολ / 10 αγώνες
1946/47 - 3 γκολ / 9 αγώνες
1947/48 - 3 γκολ / 10 αγώνες
1948/49 - 3 γκολ / 10 αγώνες
Σύνολο - 43 γκολ / 82 αγώνες
Πρωτάθλημα Βορείου Ομίλου
1933/34 - 1 γκολ / 6 αγώνες
1934/35 - 3 γκολ / 6 αγώνες
1938/39 - 6 γκολ / 5 αγώνες
Σύνολο - 10 γκολ / 17 αγώνες
Πρωτάθλημα Ελλάδος
1931/32 - 0 γκολ / 1 αγώνα (Πρώτη συμμετοχή στις 10/4/1932 στο 6-1 με τον Απόλλων Αθηνών)
1932/33 - 0 γκολ / 1 αγώνα
1935/36 - 5 γκολ / 12 αγώνες
1937/38 - 1 γκολ / 4 αγώνες
1945/46 - 3 γκολ / 4 αγώνες
Σύνολο - 9 γκολ / 21 αγώνες
Κύπελλο Ελλάδος
1932/33 - 1 γκολ / (στον ημιτελικό με τον Ηρακλή)
1938/39 - 4 γκολ / 2 αγώνες
1939/40 - 5 γκολ / 7 αγώνες
Σύνολο - 10 γκολ / 10 αγώνες
Γενικό Σύνολο Επίσημων Διοργανώσεων
72 γκολ σε 131 αγώνες
Πηγές
Soccer ball.svg
Αθλητικός Σύλλογος Άρης 1914-2004 Κέντρο ιστορίας Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2004, ISBN 960-87344-8-7
Άρης 1914-2002, Άγγελος Καριπίδης
Η Ιστορία του Άρη Κωνσταντίνος Ίντος,TYPOFFSET.
Ιβάν Μπούνιν, ήταν ο πρώτος ρώσος συγγραφέας που κέρδισε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας
Ιβάν Μπούνιν
Ο Iβάν Aλεξέγεβιτς Μπούνιν ήταν ο πρώτος ρώσος συγγραφέας που κέρδισε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1933. (22 Οκτωβρίου 1870 - 8 Νοεμβρίου 1953)
Η βασική δομή των ποιημάτων και των ιστοριών του είναι μία από τις πλουσιότερες στη γλώσσα του. Το τελευταίο βιβλίο του, Οι Σκοτεινές Λεωφόροι (1943) είναι η περισσότερο αναγνωσμένη συλλογή διηγημάτων του 20ού αιώνα στη Ρωσία.
Ο Μπούνιν γεννήθηκε στο κτήμα των γονιών του στην επαρχία Βορονέζ της Ρωσίας. Καταγόταν από οικογένεια αριστοκρατών γαιοκτημόνων και ιδιοκτητών δουλοπάροικων, αλλά ο παππούς του και ο πατέρας του είχαν διασκορπίσει σχεδόν ολόκληρη την περιουσία τους.
Στάλθηκε σε δημόσιο σχολείο στο Γέλετς το 1881, αλλά αναγκάστηκε να επιστρέψει σπίτι μετά από πέντε χρόνια. Ο αδερφός του, που είχε πανεπιστημιακή μόρφωση, τον ενθάρρυνε να διαβάσει τους Ρώσους κλασικούς και να γράψει.
Στα 17 του εξέδωσε το πρώτο του ποίημα, το 1887 σε ένα λογοτεχνικό περιοδικό στην Αγία Πετρούπολη.
Η πρώτη ποιητική του συλλογή, Listopad (1901), έτυχε θερμής υποδοχής από τους κριτικούς. Αν και τα ποιήματά του θεωρείται πως συνεχίζουν την παράδοση των Παρνασσιστών ποιητών του 19ου αιώνα, είναι εμποτισμένα από τον ανατολικό μυστικισμό και χαρακτηρίζονται από εντυπωσιακά, προσεκτικά επιλεγμένα επίθετα. Ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ ήταν μεγάλος θαυμαστής του στίχου του Μπούνιν, και τον συνέκρινε με τον Αλεξάντερ Μπλοκ, αλλά περιφρονούσε τα πεζά του.
Το 1889 ακολούθησε τον αδερφό του στο Χαρκόβ, όπου έγινε κυβερνητικός υπάλληλος, βοηθός εκδότη σε μια τοπική εφημερίδα, βιβλιοθηκάριος και δικαστικός στατιστικολόγος. Ο Μπούνιν ξεκίνησε επίσης να αλληλογραφεί με τον Αντόν Τσέχωφ , με τον οποίο ανέπτυξε στενή φιλία. Είχε επίσης σχέση, λιγότερο στενή, με τους Μαξίμ Γκόρκι και Λέοντα Τολστόι.
Το 1891 εξέδωσε το πρώτο του διήγημα, σε λογοτεχνικό περιοδικό. Με το πέρασμα του χρόνου, πέρασε από τη συγγραφή ποίησης στα διηγήματα. Ο Μπούνιν ήταν επίσης γνωστός μεταφραστής. Η γνωστότερη μετάφρασή του είναι το "The Song of Hiawatha" του Λονγκφέλλοου για την οποία ο Μπούνιν κέρδισε το Βραβείο Πούσκιν το 1903. Μετέφρασε επίσης έργα των Βύρωνα, Άλφρεντ Τέννυσον και Αλφρέντ ντε Μυσέ. Το 1909 εξελέγη μέλος της Ρωσικής Ακαδημίας.
Διασημότητα
Από το 1895 και έπειτα ο Μπούνιν χώρισε το χρόνο του μεταξύ Μόσχας και Αγίας Πετρούπολης. Παντρεύτηκε την κόρη Έλληνα επαναστάτη το 1898, αλλά ο γάμος κατέληξε σε διαζύγιο. Αν και ξαναπαντρεύτηκε το 1907, οι ερωτοτροπίες του με άλλες γυναίκες συνεχίστηκαν μέχρι το θάνατό του. Η θυελλώδης ιδιωτική του ζωή στα χρόνια της μετανάστευσης είναι το θέμα της παγκοσμίως γνωστής Ρωσικής ταινίας, Dnevnik ego zheny (Το Ημερολόγιο της Συζύγου του) (2000).
Ο Μπούνιν δημοσίευσε το πρώτο μεγάλο του μυθιστόρημα, Το Χωριό, όταν ήταν 40. Επρόκειτο για ένα απογυμνωμένο πορτραίτο της χωριάτικης ζωής, με την ηλιθιότητα, σκληρότητα και βία της. Ο σκληρός ρεαλισμός του τον έφερε σε επαφή με τον Μαξίμ Γκόρκι. Δυο χρόνια αργότερα δημοσίευσε τη Στεγνή Κοιλάδα, ένα κεκαλυμμένο πορτραίτο της οικογένειάς του.
Πριν από τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο, ο Μπούνιν ταξίδευσε στην Κεϋλάνη, την Παλαιστίνη, την Αίγυπτο και την Τουρκία, και τα ταξίδια αυτά άφησαν το στίγμα τους στη γραφή του. Τους χειμώνες από το 1912 μέχρι το 1914 τους πέρασε με τον Γκόρκι στο Κάπρι.
Μετανάστευση
Ο Μπούνιν έφυγε από τη Μόσχα μετά την επανάσταση του 1917 και πήγε στην Οδησσό. Το 1917 εγκατέλειψε την Οδησσό με το τελευταίο Γαλλικό πλοίο και εγκαταστάθηκε στο Γκρας της Γαλλίας. Εκεί δημοσίευσε το ημερολόγιό του Οι Καταραμένες Μέρες, που αντηχούσε την αριστοκρατική αποστροφή προς το Μπολσεβίκικο καθεστώς. Για την Σοβιετική κυβέρνηση έγραψε: "Τι σιχαμερή γκαλερί καταδίκων!"
Ο Μπούνιν έτυχε εξαιρετικής φροντίδας στο εξωτερικό, όπου θεωρήθηκε ως ο γηραιότερος των ζώντων Ρώσων συγγραφέων στην παράδοση του Τολστόι και του Τσέχωφ. Το 1933 ήταν ο πρώτος Ρώσος που κέρδισε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας "για την αυστηρή καλλιτεχνία με την οποία έχει μεταφέρει τις κλασικές Ρωσικές παραδόσεις στην πεζογραφία." Στο ταξίδι του δια μέσου της Γερμανίας για να παραλάβει το βραβείο στη Στοκχόλμη, συνελήφθη από τους Ναζί, δήθεν για λαθρεμπόριο κοσμημάτων, και εξαναγκάστηκε να πιει ένα μπουκάλι καστορέλαιο.
Τη δεκαετία του 1930 ο Μπούνιν δημοσίευσε δύο μέρη μιας προγραμματισμένης αυτοβιογραφικής τριλογίας: Η Ζωή του Αρσένιεβ και της Λίκα. Το 1943 εκδόθηκαν οι Σκοτεινές Λεωφόροι.
Ο Μπούνιν ήταν δριμύς αντίπαλος του Ναζισμού και σύμφωνα με αναφορές έδωσε καταφύγιο σε έναν Εβραίο στο σπίτι του στο Γκρας κατά τη διάρκεια της κατοχής. Στο τέλος της ζωής του απέκτησε ενδιαφέρον για τη Σοβιετική λογοτεχνία και έπαιζε με την ιδέα ακόμη και να επιστρέψει στη Ρωσία, όπως είχε κάνει νωρίτερα ο Αλεξάντρ Κούπριν. Ο Μπούνιν πέθανε από καρδιακή προσβολή στο Παρίσι, ενώ το ανεκτίμητο βιβλίο του με αναμνήσεις από τον Τσέχωφ ήταν ακόμη ανολοκλήρωτο. Αρκετά χρόνια αργότερα τα έργα του επετράπη να δημοσιευτούν στην Σοβιετική Ένωση.
Επιλεγμένη βιβλιογραφία στα ελληνικά
Ο κύριος από το Σαν Φραντσίσκο ― ελλην. μετάφρ. Αντώνης Βογιάζος, "ΝΕΦΕΛΗ"
Ωραία ζωή κ.α.διηγήματα ― ελλην. μετάφρ. Αντώνης Βογιάζος, "ΝΕΦΕΛΗ"
Σκοτεινές αλλέες κ.α.διηγήματα ― ελλην. μετάφρ. Π.Ανταίος, "ΟΔΥΣΣΕΑΣ"
Το χωριό ― ελλην. μετάφρ. Α. Τσακάλης, "ΚΑΛΒΟΣ"
Η γραμματική του έρωτα
Πληροφορίες: el.wikipedia.org/wiki/Ιβάν_Μπούνιν
Ρωξάνδρα Στούρτζα, ήταν Ελληνίδα φιλελληνίς, ενώ σχετίζονταν σε ένα επίπεδο βαθιάς φιλίας και αμοιβαίας εκτίμησης με τον Ιωάννη Καποδίστρια
Ρωξάνδρα Στούρτζα
Η Ρωξάνδρα Στούρτζα (1786–1844) ήταν Ελληνίδα φιλελληνίς.
Η Ρωξάνδρα Στούρτζα γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου του 1786 στην Κωνσταντινούπολη. Ο πατέρας της ήταν ο Σκαρλάτος Στούρτζας καταγόμενος από ευγενή και πλούσια οικογένεια οι ρίζες της οποίας ανάγονταν από τον 13ο αιώνα στην Μολδαβία. Η μητέρα της Σουλτάνα ήταν κόρη του Έλληνα ηγεμόνα της Μολδαβίας (1777–1782), πρίγκηπα Κωνσταντίνου Μουρούζη. Οι δυο τους παντρεύτηκαν στην Κωνσταντινούπολη κι απέκτησαν συνολικά πέντε παιδιά: τον Κωνσταντίνο, τη Σμαράγδα, την Ελένη, τη Ρωξάνδρα-Αλεξάνδρα και τον Αλέξανδρο.
Στη Ρωσία
Ο Σκαρλάτος Στούρτζας εγκατέλειψε το Ιάσιο και εγκαταστάθηκε στη Λευκορωσία, αφήνοντας πίσω την τεράστια οικογενειακή κτηματική περιουσία του και εγκαταστάθηκε σε ένα μεγάλο πύργο στην ύπαιθρο μακριά από την Αγία Πετρούπολη λόγω της ακριβής ζωής της πρωτεύουσας. Ο πύργος βρισκόταν συγκεκριμένα στο Μοχίλε, στη δυτική όχθη του ποταμού Δνείπερου. Η φυγή αυτή ήταν αποτέλεσμα της μεταβολής των συνθηκών μετά τον τερματισμό του Ρωσοτουρκικού πόλεμου και την υπογραφή της Συνθήκης του Ιασίου, του θανάτου του πεθερού του, αλλά και των συνεχών προσκλήσεων που δέχονταν από το περιβάλλον της Αικατερίνης Β΄ της Ρωσίας.
Κατ' οίκον δάσκαλοι φρόντισαν να δώσουν επιμελημένη παιδεία με ιδιαίτερη έμφαση στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, ενώ ο πατέρας «μας ενέπνευσε τον σεβασμό προς την ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Η μελέτη όμως πολλών φιλοσοφικών συγγραμμάτων είχε κλονίσει την πίστη μας». Μέσα σε ένα οικογενειακό περιβάλλον με ποικίλα ερεθίσματα και σημαντικούς επισκέπτες, όπως ο Ευγένιος Βούλγαρης και ο Νικηφόρος Θεοτόκης, έφτασε και ο απόηχος της Γαλλικής Επανάστασης με την προβληματική που γεννούσε.
Το 1801 εγκαταστάθηκαν οικογενειακώς στην Αγία Πετρούπολη για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους τα παιδιά της οικογένειας. Έτσι ο μεγαλύτερος γιος Κωνσταντίνος γράφτηκε σε στρατιωτική σχολή, ενώ ο πατέρας διορίστηκε στη θέση του συμβούλου Επικρατείας στην αυλή του Αλέξανδρου Α΄ της Ρωσίας. Η ύστερη εφηβεία της Ρωξάνδρας σημαδεύτηκε από δύο τραγικές απώλειες για την οικογένειά της και την ίδια, τον θάνατο της αδελφής της Σμαράγδας ύστερα από σύντομη ασθένεια και την αυτοκτονία του αδελφού της Κωνσταντίνου στο Βερολίνο, γιατί έτσι αποκαθιστούσε την τρωθείσα στρατιωτική του τιμή επειδή ως νέος αξιωματικός δεν μπόρεσε να λάβει ενεργό μέρος σε καμιά μάχη της πατρίδας του εναντίον των Γάλλων.
Στην Τσαρική αυλή
Στις αρχές του 1806 ο πατέρας της την εισήγαγε στην αυλή του τσάρου Αλέξανδρου A' και κέρδισε τις εντυπώσεις και την εκτίμηση λόγω της ευγένειάς της και της ευφυίας της τόσο που διορίστηκε Κυρία επί των τιμών, αρχικά της αυτοκράτειρας μητέρας Μαρίας Θεοδώρεβνας και μετά της Γερμανίδας αυτοκράτειρας Ελισσάβετ, συζύγου του τσάρου.
Η γνωριμία με τον Ιωάννη Καποδίστρια
Οι πρώτες επαφές τους, στα 1809, συνδέθηκαν με την παρουσία και των δύο, του Καποδίστρια με την ιδιότητα του διπλωμάτη του Υπουργείου των Εξωτερικών και της Ρωξάνδρας ως Κυρίας επί των τιμών, σε διάφορες αυτοκρατορικές δεξιώσεις αλλά και γεύματα που ο πατέρας της παρέθετε.
Για ένα χρονικό διάστημα τριών ετών οι δύο τους σχετίζονταν σε ένα επίπεδο βαθιάς φιλίας και αμοιβαίας εκτίμησης που δεν εξελίχθηκε σε κάποιον ερωτικό δεσμό.
Οι λόγοι της μη εκδήλωσης των βαθύτερων συναισθημάτων του Καποδίστρια προς την Ρωξάνδρα ανιχνεύονται στην αλληλογραφία που διατηρούσε με τον πατέρα του, αλλά και στα απομνημονεύματα της Ρωξάνδρας Στούρτζα: επεδίωκε την εξασφάλιση της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας και ανεξαρτησίας κι όχι μια ασύμμετρη σχέση -προϊόν συνοικεσίου- οικονομικά και κοινωνικά με μία σύζυγο πιο εύπορη από τον ίδιο.
Ακόμα, η δημιουργία μιας οικογένειας ως αυτοσκοπού στη Ρωσία, μακριά από την πατρική του οικογένεια δεν τον ικανοποιούσε.
Τέλος η προσήλωσή του στην Ελληνική υπόθεση ήταν ένας ακόμα λόγος που τον έκανε να απορρίπτει την προοπτική του γάμου.
Από το 1811 έως το 1814 χωρίστηκαν οι δρόμοι τους. Το 1813 ο πατέρας της αρρώστησε από ημιπληγία.
Εκ νέου συνάντηση με τον Καποδίστρια
Τέλη του 1813 αναχώρησε ως συνοδός της Αυτοκράτειρας για ένα μεγάλο ταξίδι στην Ευρώπη: Βερολίνο, Λειψία, Βαϊμάρη. Στο Βερολίνο της δόθηκε η ευκαιρία να επισκεφθεί τον τάφο του αδελφού της, στη Λειψία να γνωρίσει τον Γκαίτε και στη Βαϊμάρη τον κόμητα Έντλινγκ, πρόσωπο καθοριστικό στην μετέπειτα ζωή της.
Στην πόλη Μπρούσαλ έλαβε την πρώτη επιστολή από τον Καποδίστρια μετά το μακροχρόνιο χωρισμό τους.
Αναπτυχθηκε μεταξύ τους μια εκτενής αλληλογραφία. Η Ρωξάνδρα συνέχισε το ταξίδι της στη Βιέννη.
Εκεί συνάντησε ξανά τον Καποδίστρια και εκείνος της εξέφρασε την επιθυμία του να προσηλωθεί στην Ελληνική υπόθεση κι εκείνη του ζήτησε να μείνουν τουλάχιστον φίλοι. Μαζί θα μοιράζονταν μια κοινή προσπάθεια: της απελευθέρωσης των Ελλήνων και της μόρφωσης των Ελληνοπαίδων.
Ο γάμος της
Στα τέλη του 1816 παντρεύτηκε τον κόμη Άλμπερτ Γκάεταν Έντλινγκ, υπουργό των εξωτερικών της Βαϊμάρης και εξάδελφο της τσαρίνας, ύστερα από πιέσεις που δέχθηκε από την ίδια την τσαρίνα. Ο γάμος της ήταν συμβατικός και χωρίς συναισθηματικό δέσιμο μεταξύ του ζεύγους, ενώ η ίδια επιθυμούσε να επιστρέψει στην Πετρούπολη όπου βρισκόταν η οικογένειά της.
Για να το πετύχει αυτό επεδίωξε να διοριστεί ο σύζυγός της στην Τσαρική αυλή κι όταν δεν το κατόρθωσε επέστρεψαν ιδιωτικά και εγκαταστάθηκαν στα πατρικά της κτήματα στη Λευκορωσία, πιθανώς μετά τα μέσα του 1821.
Ο τσάρος της παραχώρησε μια μεγάλη έκταση γης στη Βεσσαραβία για να την αξιοποιήσει ο σύζυγός της.
Οι φιλελληνικές της πρωτοβουλίες
Η Ρωξάνδρα Στούρτζα υπήρξε από τα πιο δραστήρια μέλη της Φιλόμουσης Εταιρεία Βιέννης. Ενίσχυσε και χρηματοδότησε τις σπουδές των Ελληνοπαίδων οι οποίοι σπούδαζαν εκεί, καθώς και τη διαμονή τους. Το μέγαρό της στη Βαϊμάρη υπήρξε τόπος συνάθροισης των Ελλήνων σπουδαστών. Χρηματοδότησε την έκδοση της μετάφρασης στην ελληνική γλώσσα του έργου του Γκαίτε Ιφιγένεια εν Ταύροις, το 1818 από τον σπουδαστή του Πανεπιστημίου της Ιένας Ιωάννη Παπαδόπουλο.
Πληροφορούμενη την άφιξη μεγάλου αριθμού από Έλληνες πρόσφυγες οι οποίοι είχαν φτάσει στην Οδησσό έσπευσε να εγκατασταθεί εκεί με σκοπό την οργάνωση βοήθειας προς αυτούς. Μετέφερε τρόφιμα από το κτήμα της στη Βεσσαραβία, διένειμε χρήματα και μερίμνησε για την άμεση στέγασή τους. Παράλληλα με πολλές επιστολές της προς διπλωμάτες, δούκες και ευγενείς της Ευρώπης και της Ρωσίας επιχείρησε να τους κινητοποιήσει για την Ελληνική υπόθεση. Οι πρωτοβουλίες της δεν έμεναν χωρίς αποτέλεσμα, όπως εκείνη προς τον Ρώσο πρίγκηπα Αλέξανδρο Γκαλιτζίν, υπουργό της Παιδείας, ο οποίος τέθηκε επικεφαλής επιτροπής η οποία πραγματοποίησε έρανο με σκοπό την περίθαλψη προσφύγων. Για τον καλύτερο συντονισμό της παρεχόμενης ανθρωπιστικής βοήθειας σύστησε Ευεργετικήν Εταιρείαν στην Οδησσό, ορφανοτροφείο για την περίθαλψη των ορφανών από την Επανάσταση Ελληνόπουλων. Μέσα σε αυτό ιδρύθηκε σχολείο για την στοιχειώδη εκπαίδευσή τους. Επίσης φρόντισε και για την δωρεάν εκπαίδευση των κοριτσιών με τη σύσταση Παρθεναγωγείου εντός μιας γυναικείας μονής.
Πέθανε στις 16 Ιανουαρίου του 1844.
Τα απομνημονεύματά της
Στούρτζα, Ρωξάνδρα (2006). Απομνημονεύματα. μτφρ. Μαρία Α. Τσάτσου. Ιδεόγραμμα. ISBN 978-960-7158-40-6.
Φραντς Λιστ, ήταν Ούγγρος ρομαντικός συνθέτης και πιανίστας, μαζί με τον Φρεντερίκ Σοπέν, θεωρούνται οι σημαντικότεροι ρομαντικοί συνθέτες για πιάνο
Φραντς Λιστ
Ο Φραντς Λιστ ήταν Ούγγρος ρομαντικός συνθέτης και πιανίστας. Μαζί με τον Φρεντερίκ Σοπέν, θεωρούνται οι σημαντικότεροι ρομαντικοί συνθέτες για πιάνο και δύο από τους σπουδαιότερους πιανίστες της εποχής. (Franz ή Ferenc Liszt, 22 Οκτωβρίου 1811 - 31 Ιουλίου 1886)
Γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1811 στο Ράιντινγκ της Ουγγαρίας, κοντά στα σύνορα με την Αυστρία. Οι γονείς του ήταν γερμανικής καταγωγής και ο συνθέτης μεγάλωσε με μητρική γλώσσα τα γερμανικά. Από μικρός έδειξε το ταλέντο του στο πιάνο και σύντομα η οικογένειά του μετακόμισε στη Βιέννη για να λάβει συστηματική διδασκαλία. Εκεί πήρε μαθήματα πιάνου από τον συνθέτη Καρλ Τσέρνυ και σύνθεσης από τον συνθέτη Αντόνιο Σαλιέρι. Το 1822 έδωσε την πρώτη του συναυλία και εντυπωσίασε το κοινό. Στη δεύτερη συναυλία του, το 1823, ανάμεσα στους ενθουσιασμένους ακροατές ήταν και ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν.
Τον Δεκέμβριο του 1823 η οικογένεια Λιστ μετακόμισε στο Παρίσι, επίκεντρο τότε της καλλιτεχνικής και πνευματικής ζωής. Εκεί ο Λιστ δεν μπόρεσε να σπουδάσει στο Κονσερβατουάρ, γιατί δεν ήταν δυνατή η εγγραφή αλλοδαπών, αυτό όμως δεν είχε τελικά αρνητικές επιπτώσεις στην εκπαίδευσή του: συνέχισε όμως να μελετά με δασκάλους ή ως αυτοδίδακτος. Παράλληλα με τις σπουδές του έκανε πολλές περιοδείες για ρεσιτάλ στη Γαλλία και την Αγγλία και έγινε σύντομα γνωστός και αγαπητός στα ευρωπαϊκά σαλόνια.
Στο Παρίσι γνώρισε πολλές προσωπικότητες του πνευματικού και καλλιτεχνικού χώρου, όπως τους Βίκτωρ Ουγκό, Λαμαρτίνο, Χάινριχ Χάινε, Βιτσέντζο Μπελίνι, Τζοακίνο Ροσίνι, Φρεντερίκ Σοπέν. Οι συνθέτες που θαύμαζε ήταν ο Εκτόρ Μπερλιόζ, ο Φρεντερίκ Σοπέν και ο Νικολό Παγκανίνι. Εκεί επίσης γνώρισε και δέχθηκε επίδραση από τις σοσιαλιστικές ιδέες του Σαιν-Σιμόν και του Λαμεναί.
Το 1827, κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας, ο πατέρας του πέθανε ξαφνικά έπειτα από σύντομη ασθένεια. Ο Λιστ έμεινε τότε χωρίς υποστήριξη και έπρεπε να φροντίσει μόνος για την συνέχιση των σπουδών και της καριέρας του. Άρχισε να παραδίδει μαθήματα πιάνου και μάλιστα ερωτεύτηκε μια μαθήτριά του, αλλά η οικογένειά της απαγόρευσε τη συνέχιση της σχέσης τους. Λίγο καιρό μετά ο συνθέτης πέρασε μια φάση θρησκοληψίας (για δεύτερη φορά, είχε εκδηλώσει και παλαιότερα αυτήν την επιθυμία, αλλά το απέτρεψε ο πατέρας του). Για αρκετό καιρό διέκοψε τις δημόσιες εμφανίσεις και τα ίχνη του χάθηκαν. Λέγεται ότι ο ιερέας Λαμεναί, στενός φίλος της οικογένειας, τον βοήθησε να ξεπεράσει την κρίση.
Το 1833 στο σπίτι του Φρεντερίκ Σοπέν γνωρίστηκε με την κόμισσα Μαρί ντ' Αγκούλτ, η οποία τον ερωτεύτηκε και εγκατέλειψε τον σύζυγό της για να τον ακολουθήσει. Μαζί έζησαν ως το 1844 στην Ελβετία και την Ιταλία και απέκτησαν τρία παιδιά. Εκείνη τη χρονιά το ζευγάρι χώρισε. Αργότερα η κόμισσα έγινε συγγραφέας με το ψευδώνυμο Daniel Stern.
Ως το 1847 ο Λιστ είχε αποκτήσει τεράστια φήμη ως πιανίστας. Αυτός ήταν μάλιστα που καθιέρωσε τον όρο "ρεσιτάλ" και σε αυτόν οφείλεται εν πολλοίς η συνήθεια να ερμηνεύονται τα σολιστικά έργα χωρίς παρτιτούρα στις συναυλίες. Είχε την ικανότητα να συναρπάζει το κοινό με το εξαιρετικά δεξιοτεχνικό και εντυπωσιακό παίξιμό του, όπως έκανε στο βιολί το ίνδαλμά του, ο Νικολό Παγκανίνι.
Από το 1848 ως το 1861 έζησε μόνιμα στη Βαϊμάρη (όπου είχε διοριστεί αρχιμουσικός το 1844), μαζί με τη νέα σύντροφό του Καρολίνα Ιβανόφσκα, εν διαστάσει σύζυγο του Ρώσου πρίγκηπα Ζάιν-Βιτγκενστάιν. Καθώς από το 1847 είχε εγκαταλείψει την καριέρα του πιανίστα για να αφοσιωθεί στη σύνθεση, δραστηριοποιήθηκε πλέον ως αρχιμουσικός δίνοντας πολλές συναυλίες και παράλληλα οργάνωσε την καλλιτεχνική ζωή της πόλης και προσέφερε υποστήριξη σε πολλούς νέους συνθέτες, ένας από τους οποίους ήταν ο Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο οποίος παντρεύτηκε την κόρη του Λιστ από την κόμισσα ντ΄ Αγκούλτ, Κόζιμα. Ο Λιστ διηύθυνε τις πρώτες εκτελέσεις έργων του Βάγκνερ, όπως τα Τανχόιζερ και Ιπτάμενος Ολλανδός. Άλλοι συνθέτες τους οποίους υποστήριξε ήταν οι Αλεξάντρ Μποροντίν,Καμίγ Σαιν-Σανς, Μπέντριχ Σμέτανα. Εκείνη την περίοδο ολοκλήρωσε και κάποια από τα σπουδαιότερα έργα του όπως τα δύο κοντσέρτα για πιάνο και ορχήστρα και τη σονάτα για πιάνο.
Το 1861 η σύντροφός του Καρολίνα πήγε στην Ιταλία για να ζητήσει από τον πάπα να εγκρίνει το διαζύγιό της με τον πρίγκηπα Ζάιν-Βιτγκενστάιν ώστε να παντρευτεί με τον συνθέτη. Ο Λιστ την ακολούθησε το 1862, για να εμπνευστεί και να γράψει θρησκευτική μουσική. Το ζευγάρι τελικά δεν παντρεύτηκε ποτέ, επειδή αρχικά το Βατικανό δεν έδινε την έγκριση και έπειτα επειδή μετά τον θάνατο του πρώην συζύγου της Καρολίνας η οικογένειά της είχε αντιρρήσεις. Ο συνθέτης τελικά εντάχθηκε στον ιερατικό κλάδο το 1865.
Το 1869 διορίστηκε σύμβουλος στη βασιλική αυλή της Ουγγαρίας και από τότε ζούσε εναλλάξ στη Ρώμη, στη Βαϊμάρη και τη Βουδαπέστη, ενώ παράλληλα έκανε περιοδείες. Το 1873 οι Ούγγροι τον ανακήρυξαν εθνικό ήρωα και το 1876 του ανέθεσαν τη διεύθυνση της Μουσικής Ακαδημίας της Βουδαπέστης.
Στις 21 Ιουλίου του 1886 έκανε την τελευταία του δημόσια εμφάνιση σε συναυλία στο Λουξεμβούργο. Έπειτα επισκέφθηκε όπως κάθε χρόνο το Φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ. Αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού και τελικά πέθανε λίγες μέρες μετά την άφιξή του στο Μπαϊρόιτ, στις 31 Ιουλίου.
Έργο
Το έργο του είναι πλούσιο: περιλαμβάνει έργα για ορχήστρα και για πιάνο, χορωδιακά και έργα για σόλο πιάνο. Τα τελευταία είναι και τα πιο δεξιοτεχνικά, αφού ο ίδιος, με την εκπληκτική τεχνική του, εκμεταλλεύτηκε όλες τις δυνατότητες του οργάνου. Στα έργα του εναλλάσσονται στιγμές υπερβολικής δεξιοτεχνίας με στιγμές λυρισμού και ποιητικότητας και εμφανίζονται πολλές αρμονικές και μορφολογικές καινοτομίες.
Καινοτομίες
Ενδεικτικά παραδείγματα των μορφολογικών καινοτομιών του είναι τα 2 κοντσέρτα για πιάνο και ορχήστρα και η σονάτα για πιάνο. Το πρώτο κοντσέρτο, σε μι ύφεση μείζονα, το επεξεργαζόταν από το 1830 αλλά παρουσίασε την τελική μορφή του το 1855. Δεν ακολουθεί την παραδοσιακή δομή του κοντσέρτου, αλλά τα μέρη του ουσιαστικά είναι ενιαία και επεξεργάζεται σ' αυτά το ίδιο θεματικό υλικό. Εξαιρετικά προκλητική για την εποχή ήταν η χρήση του τρίγωνου στο τρίτο μέρος. Το δεύτερο κοντσέρτο, σε λα μείζονα, το επεξεργαζόταν στο διάστημα 1839-1861. Ούτε αυτό ακολουθεί την παραδοσιακή δομή. Το ίδιο συμβαίνει και με τη σονάτα για πιάνο σε σι ελάσσονα, που ολοκληρώθηκε το 1853 και παρουσιάστηκε στο κοινό το 1858. Αυτά τα έργα αντιμετωπίστηκαν με δυσπιστία από τους κριτικούς και μόνο τον 20ο αι. καθιερώθηκαν στο πιανιστικό ρεπερτόριο.
Σε κάποια από τα τελευταία έργα του, όπως τα "Μεφίστο Βαλς", "Μακάβριο Τσάρντας" και "Ατονική Μπαγκατέλλα" υπάρχουν και στοιχεία μοντερνισμού.
Μια άλλη καινοτομία του είναι η επινόηση του "συμφωνικού ποιήματος", έργου "περιγραφικού" εμπνευσμένου από τη λογοτεχνία, τη ζωγραφική ή και προσωπικά βιώματα. Ο Λιστ συνέθεσε 13 συμφωνικά ποιήματα αλλά και σε άλλα έργα του θέλησε να αποδώσει εντυπώσεις και βιώματα.
Το πιο χαρακτηριστικό από αυτά είναι το σύνολο έργων για πιάνο "Χρόνια Προσκυνήματος", που διαιρείται σε τρια βιβλία: Ελβετία, Βενετία-Νάπολη και Ρώμη. Σε αυτά περιγράφει μουσικά τις εντυπώσεις του από την παραμονή του σε αυτά τα μέρη, με χαρακτηριστικούς τίτλους όπως Οι καμπάνες της Γενεύης, Τα συντριβάνια της Βίλα ντ' Έστε κ.α.
Έμπνευση από τη λογοτεχνία
Σε πολλές συνθέσεις του εμπνεύστηκε από λογοτεχνικά έργα. Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι συμφωνίες του Φάουστ, της οποίας τα τρία μέρη έχουν τα ονόματα "Φάουστ", "Μαργαρίτα", "Μεφιστοφελής", από τους ήρωες του Γκαίτε και Δάντης, που είναι εμπνευσμένη από την Κόλαση του Δάντη, του αγαπημένου του συγγραφέα.
Άλλα έργα εμπνευσμένα από την ποίηση είναι οι 6 Consolations για πιάνο, σε ποίηση του Saint- Beuve, οι Θρησκευτικές και ποιητικές αρμονίες για πιάνο, σε ποίηση του Λαμαρτίνου, τα 3 Όνειρα Αγάπης, σε στίχους των Ludwich Uhland (1787-1862) και Ferdinand Freiligrath (1810-1876), τα Σονέτα του Πετράρχη από τη σειρά Χρόνια Προσκυνήματος.
Έμπνευση από την ουγγρική τσιγγάνικη και λαϊκή μουσική
Ο Λιστ αγαπούσε πολύ τη μουσική των τσιγγάνων της Ουγγαρίας, τη θεωρούσε συνδεδεμένη με τις αναμνήσεις κάθε Ούγγρου και τις ένδοξες μνήμες της πατρίδας του και βάσισε πολλά έργα του σε μελωδίες από λαϊκά τραγούδια και χορούς. Τα πιο διάσημα απ' αυτά είναι οι 19 Ουγγρικές Ραψωδίες για πιάνο, 6 από τις οποίες μεταγράφηκαν αργότερα για ορχήστρα. Άλλα έργα στα οποία επεξεργάζεται υλικό από λαϊκά τραγούδια είναι τα :Ιστορικά Ουγγρικά Πορτραίτα, 5 Ουγγρικά Λαϊκά Τραγούδια για πιάνο και το Ουγγρικό εμβατήριο επίθεσης.
Οι Σπουδές για πιάνο
Ο Λιστ θαύμαζε πολύ τον Νικολό Παγκανίνι για τη δεξιοτεχνία του μελετούσε πολύ (συχνά ως και 12 ώρες την ημέρα) για να βελτιώσει την τεχνική του και να μοιάσει στο ίνδαλμά του. Η εκπληκτική δεξιοτεχνία του αποτυπώνεται στις σπουδές για πιάνο που συνέθεσε, έργα πολύ πάρα πολύ απαιτητικά για τους πιανίστες της εποχής, ακόμα και στις δεύτερες, πιο απλοποιημένες εκδόσεις τους.
Οι σπουδές για πιάνο που συνέθεσε είναι οι εξής:
3 σπουδές κοντσέρτου με τίτλο Lamento, La leggierezza, Un sospiro (1848)
2 σπουδές κοντσέρτου με τίτλο Waldesrauschen, Gnomenreigen (1863)
Μεγάλη σπουδή σε 12 ασκήσεις, 1826 και 1837. Εξαιρετικής δυσκολίας για τους πιανίστες της εποχής.
12 Σπουδές υπερβατικής δεξιοτεχνίας (1852) :Είναι η απλοποιημένη μορφή της Μεγάλης Σπουδής, αυτή που παίζεται από τους περισσότερους πιανίστες σήμερα.
6 Σπουδές Παγκανίνι, βασισμένες στα Καπρίτσια για βιολί του Νικολό Παγκανίνι (πλην της La Campanella η οποία είναι βασισμένη στο Δεύτερο Κονσέρτο για βιολί, σε σι ελάσσονα).
Τα κυριότερα έργα
Για ορχήστρα
Συμφωνία "Φάουστ"
Συμφωνία "Δάντης"
Συμφωνικά ποιήματα (Πρελούδια, Τάσσος, Ορφέας, Προμηθέας, Μαζέππα κ.α.)
Για πιάνο και ορχήστρα
2 κοντσέρτα για πιάνο
Χορός των νεκρών
Φαντασία πάνω σε ουγγαρέζικους λαϊκούς σκοπούς
Θρησκευτική Μουσική
Missa choralis
Missa solemnis
Ουγγρική λειτουργία της στέψης
Requiem
Ο θρύλος της Αγίας Ελισάβετ, ορατόριο
Χριστός, ορατόριο
Για πιάνο
Χρόνια προσκυνήματος
Σπουδές Παγκανίνι
Υπερβατικές Σπουδές
Ουγγρικές Ραψωδίες
Σονάτα σε σι ελάσσονα
Πληροφορίες: el.wikipedia.org/wiki/Φραντς_Λιστ
Περισσότερα Άρθρα...
- Βασίλης Φίλιας, ήταν Έλληνας κοινωνιολόγος και καθηγητής πανεπιστημίου
- Κατρίν Ντενέβ, Γαλλίδα ηθοποιός που έγινε γνωστή για ρόλους απόμακρων, μυστηριωδών γυναικών που ενσάρκωσε για διάφορους σκηνοθέτες
- Γεώργιος Μαυρομιχάλης, ήταν Έλληνας Φιλικός, αγωνιστής του 1821 και ένας από τους δολοφόνους του Ιωάννη Καποδίστρια
- Αρμάν Φερναντέζ, ήταν Αμερικανός γλύπτης, γαλλικής καταγωγής, με σπουδές σε αρχαιολογία και ανατολικές τέχνες