Άρθρα
Μαρσέλ Προυστ, ήταν Γάλλος συγγραφέας, δοκιμιογράφος και κριτικός
Μαρσέλ Προυστ
Ο Μαρσέλ Προυστ ήταν Γάλλος συγγραφέας, δοκιμιογράφος και κριτικός. (Valentin Louis Georges Eugène Marcel Proust, Παρίσι 10 Ιουλίου 1871 – 18 Νοεμβρίου 1922)
Είναι περισσότερο γνωστός για το μυθιστόρημά του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο (αρχικός τίτλος : Ανάμνηση των περασμένων γεγονότων), το οποίο κυκλοφόρησε σε επτά μέρη από το 1913 έως το 1927. Οι κριτικοί και οι συγγραφείς θεωρούν ότι ο Προυστ είναι ένας από τους συγγραφείς του 20ου αιώνα με την μεγαλύτερη επιρροή.
Ο Προυστ γεννήθηκε στην πόλη Ωτέιγ (στο νοτιο-δυτικό τομέα του τότε αστικού 16ου διαμερίσματος του Παρισιού) στο σπίτι του θείου του στις 10 Ιουλίου 1871, δυο μήνες αφότου η Συμφωνία της Φρανφκούρτης έληξε επίσημα τον Γαλλο-Πρωσικό Πόλεμο. Γεννήθηκε μέσα στην βία που περιέβαλλε την λήξη της Γαλλικής Κομμούνας και η παιδική του ηλικία στιγματίστηκε από την παγίωση της Τρίτης Δημοκρατίας της Γαλλίας. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο αφορά τις τεράστιες αλλαγές, ιδιαίτερα την παρακμή της αριστοκρατίας και την άνοδο των μεσαίων τάξεων, που σημειώθηκαν στην Γαλλία κατά την διάρκεια της Τρίτης Δημοκρατίας και το τέλος του αιώνα.
Ο πατέρας του Προυστ, Αντριέν Προυστ, ήταν ένας εξέχων παθολόγος και επιδημιολόγος που μελετούσε την χολέρα στην Ευρώπη και την Ασία. Έγραψε πολλά άρθρα και βιβλία πάνω στην ιατρική και την υγιεινή. Η μητέρα του Προυστ, Ζαν Κλεμένς Βέιλ, ήταν η κόρη μιας πλούσιας εβραϊκής οικογένειας από την Αλσατία. Εμφάνισε μια καλά ανεπτυγμένη αίσθηση του χιούμορ στις επιστολές της και η γνώση της στην αγγλική γλώσσα ήταν αρκετή για να βοηθήσει με τις μεταφράσεις που έκανε ο γιος της πάνω στον John Ruskin. Ο Προυστ ανατράφηκε με την καθολική πίστη του πατέρα του. Βαπτίστηκε στις 5 Αυγούστου 1871 στην εκκλησία του Σαιντ-Λουί ντ'Ανταίν και αργότερα επιβεβαίωσε ότι ήταν καθολικός αλλά ποτέ δεν άσκησε τυπικά αυτή την πίστη. Αργότερα έγινε άθεος και θεωρούνταν κάτι σαν μυστικιστής.
Σε ηλικία 9 χρόνων αρρώστησε από άσθμα, πράγμα που σημάδεψε όλη του τη ζωή. Έκανε διακοπές μεγάλης διάρκειας στο χωριό Ιλλιέ. Αυτό το χωριό, σε συνδυασμό με τις αναμνήσεις από το σπίτι του θείου του στο Ωτέιγ, έγινε το μοντέλο της φανταστικής πόλης Κομπραί όπου πραγματοποιούνται μερικές από τις σημαντικότερες σκηνές στο Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο. (Το χωριό Ιλλιέ μετονομάστηκε σε Ιλλιέ-Κομπραί το 1971 με την ευκαιρία των εορτασμών των εκατό χρόνων από την γέννηση του Προυστ)
Το 1882, σε ηλικία έντεκα ετών, ο Προυστ μαθήτευσε στο λύκειο Κοντορσέ αλλά η εκπαίδευσή του διακόπηκε εξαιτίας της ασθένειάς του. Ωστόσο διακρίθηκε στην λογοτεχνία, κερδίζοντας ένα βραβείο στην τελευταία τάξη. Χάρη στους συμμαθητές του, ήταν σε θέση να αποκτήσει πρόσβαση σε μερικά από τα σαλόνια της ανώτερης αστικής τάξης τα οποία του παρείχαν άφθονο υλικό για το Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο. Συνέχισε τις σπουδές του στην Σχολή Πολιτικών Επιστημών, κατά την διάρκειά τους δημοσίευε χρονογραφήματα σε περιοδικά. Το πρώτο επίσημο έργο του εκδόθηκε το 1896 με πρόλογο του Ανατόλ Φρανς και με τον τίτλο «Οι ηδονές και οι ημέρες».
Παρά τα προβλήματα υγείας του, ο Προυστ υπηρέτησε έναν χρόνο (1889-90) στον γαλλικό στρατό, στην Ορλεάνη, μια εμπειρία που του χάρισε ένα μεγάλο επεισόδιο στο τρίτο βιβλίο του μυθιστορήματός του. Ως νέος άνδρας, ο Προυστ ήταν ένας ορειβάτης της κοινωνίας αλλά οι φιλοδοξίες του ως συγγραφέα παρεμποδίστηκαν από την έλλειψη αυτοπειθαρχίας του. Η φήμη του ως σνομπ και ερασιτέχνης, που είχε εκείνη την εποχή, συνέβαλε στα μελλοντικά προβλήματα που συνάντησε κατά την συγγραφή του πρώτου βιβλίου Από την πλευρά του Σουάν, το οποίο δημοσιεύτηκε το 1913. Εκείνη την περίοδο συμμετείχε στα λογοτεχνικά σαλόνια της κυρίας Στράους, χήρας του Ζορζ Μπιζέ και μητέρας του παιδικού του φίλου Ζακ Μπιζέ, της Μαντλέν Λεμαίρ και της κυρίας Αρμάν ντε Καγιαβέτ, ενός από τα μοντέλα της κυρίας Βερντυρέν και μητέρας του φίλου του Γκαστόν Αρμάν ντε Καγιαβέτ, με την αρραβωνιαστικιά του οποίου (Ζαν Πουκέ) ήταν ερωτευμένος. Χάρη στην κυρία Αρμάν ντε Καβαγιέτ, ο Προυστ γνωρίστηκε με τον Ανατόλ Φρανς, τον εραστή της.
Σε ένα άρθρο το 1892, που είχε τίτλο "Η μη θρησκεία του κράτους" (L'Irréligion d'État) και δημοσιεύτηκε στο Le Banquet, και στο άρθρο στο Le Figaro (1904) με τίτλο "Ο θάνατος των καθεδρικών ναών" (La mort des cathédrales), ο Προυστ τάχθηκε υπέρ του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους δηλώνοντας ότι ο σοσιαλισμός αποτελούσε την μεγαλύτερη απειλή στην κοινωνία από ότι η εκκλησία και τονίζοντας τον ρόλο της τελευταίας στην διατήρηση μιας πολιτιστικής και εκπαιδευτικής παράδοσης.
Ο Προυστ είχε μια στενή σχέση με την μητέρα του. Για να κατευνάσει τον πατέρα του, που επέμενε να ακολουθήσει μια καριέρα, ο Προυστ εργάστηκε εθελοντικά στην Βιβλιοθήκη Μαζαρίν το καλοκαίρι του 1896. Κάνοντας μια σημαντική προσπάθεια, έλαβε μια άδεια ασθενείας αρκετών ετών μέχρι που θεωρούνταν ότι παραιτήθηκε. Ποτέ δεν δούλεψε στον χώρο εργασίας του ούτε μετακόμισε από το διαμέρισμα των γονιών του μέχρι που πέθαναν και οι δυο.
Ο φιλικός και οικογενειακός του κύκλος άλλαξαν σημαντικά την πενταετία 1900-1905. Τον Φεβρουάριο του 1903 ο αδερφός του, Ρόμπερτ Προυστ, παντρεύτηκε και εγκατέλειψε το σπίτι της οικογένειας. Ο πατέρας του πέθανε τον Νοέμβριο του ίδιου έτους. Τέλος, το πιο συντριπτικό γεγονός, η αγαπημένη μητέρα του Προυστ πέθανε τον Σεπτέμβριο του 1905. Του άφησε μια σημαντική κληρονομιά. Η υγεία του καθ'όλη αυτήν την περίοδο συνέχισε να επιδεινώνεται.
Ο Προυστ πέρασε τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του κυρίως στο δωμάτιό του όπου κοιμόταν κατά την διάρκεια της ημέρας και εργαζόταν το βράδυ για να ολοκληρώσει το μυθιστόρημά του. Πέθανε από πνευμονία και πνευμονικό απόστημα το 1922. Θάφτηκε στο κοιμητήριο του Περ Λασαίζ στο Παρίσι.
Πρώτα γραπτά
Ο Προυστ έγραφε και δημοσίευε από νεαρή ηλικία. Εκτός από τα λογοτεχνικά περιοδικά με τα οποία συσχετίστηκε, και στα οποία δημοσίευε κατά την διάρκεια των σπουδών του, από το 1890 έως το 1891 δημοσίευε μια τακτική στήλη στο περιοδικό Le Mensuel. Το 1892 ασχολήθηκε με την έκδοση ενός λογοτεχνικού περιοδικού που ονομαζόταν Le Banquet (η γαλλική έκδοση του Συμποσίου του Πλάτωνα) ενώ τα επόμενα χρόνια ο Προυστ δημοσίευε μικρά κείμενα σε τακτικό χρονικό διάστημα στο περιοδικό Le Banquet και στο περίφημο La Revue Blanche.
Το 1896 δημοσίευε το έργο Ηδονές και Μέρες (Les Plaisirs et les jours), μια συλλογή των πρώιμων έργων του. Το βιβλίο περιλάμβανε έναν πρόλογο από τον Ανατόλ Φρανς και σχέδια της κυρίας Λεμαιρ, στο σαλόνι της οποίας ο Προυστ ήταν συχνός προσκεκλημένος. Τον προσκάλεσε στο Κάστρο του Ρεβεγιόν (Château de Réveillon) το καλοκαίρι του 1894 και για τρεις εβδομάδες το 1895. Αυτό το βιβλίο ήταν τόσο πλούσιο από πλευράς περιεχομένου ώστε κόστιζε δυο φορές της κανονικής τιμής ενός βιβλίου του μεγέθους του.
Εκείνη την χρονιά ο Προυστ άρχισε να γράφει ένα μυθιστόρημα, το οποίο δημοσιεύτηκε το 1952 και τιτλοφορήθηκε Ζαν Σαντέιγ από τους μετά θάνατον συντάκτες του. Πολλά από τα θέματα που αναπτύχθηκαν αργότερα στο Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο βρήκαν την πρώτη τους φωνή σε αυτό το ημιτελές έργο, συμπεριλαμβανομένου του αινίγματος περί μνήμης και της αναγκαιότητας του προβληματισμού. Αρκετά αποσπάσματα του Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο μπορούν να αναγνωστούν στην πρώτη απόπειρα συγγραφής του Ζαν Σαντέιγ. Το πορτρέτο των γονέων στο Ζαν Σαντέιγ είναι αρκετά σκληρό, σε έντονη αντίθεση με την λατρεία με την οποία οι γονείς απεικονίζονται στο αριστούργημα του Προυστ. Μετά την άσχημη υποδοχή που έλαβε το έργο Ηδονές και Μέρες, ο Προυστ εγκατέλειψε σταδιακά τον Ζαν Σαντέιγ το 1897 και σταμάτησε να εργάζεται μέχρι το 1899.
Ξεκινώντας το 1895, ο Προυστ πέρασε αρκετά χρόνια διαβάζοντας Έμερσον και Τζον Ράσκιν. Μέσω αυτής της ανάγνωσης επεξεργάστηκε τις θεωρίες της τέχνης και τον ρόλο του καλλιτέχνη μέσα στην κοινωνία.
Επίσης στον Ξανακερδισμένο Χρόνο ο βασικός πρωταγωνιστής του Προυστ θυμάται να έχει μεταφράσει το έργο Sesame and Lilies του Ράσκιν. Η ευθύνη του καλλιτέχνη είναι να αντιμετωπίσει την παρουσία της φύσης, να συμπεράνει την ουσία της και να επαναλάβει ή να εξηγήσει αυτήν την ουσία στο έργο τέχνης.
Η άποψη του Ράσκιν για την καλλιτεχνική παραγωγή υπήρξε κεντρική υπό αυτήν την έννοια και το έργο του Ράσκιν ήταν τόσο σημαντικό για τον Προυστ ώστε ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι γνώριζε απέξω αρκετά από τα βιβλία του Ράσκιν, συμπεριλαμβανομένων των Επτά Λαμπτήρες της Αρχιτεκτονικής (Seven Lamps of Architecture), Πραιρίτη (Praeterita), Η Βίβλος της Άμιεν (The Bible of Amiens).
Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο
Ξεκινώντας το 1909, όταν ο Προυστ ήταν 38 ετών, το Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο αποτελείται από επτά τόμους συνολικού μεγέθους 3.200 σελίδων (περίπου 4.300 σελίδες η μετάφραση) και με περισσότερους από 2.000 χαρακτήρες.
Ο Γκράχαμ Γκρην αποκάλεσε τον Προυστ "τον μεγαλύτερο μυθιστοριογράφο του 20ου αιώνα" και ο Σώμερσετ Μώχαμ ονόμασε το μυθιστόρημά του "την μεγαλύτερη μυθοπλασία μέχρι σήμερα". Ο Αντρέ Ζιντ δεν πήρε αρχικά με θετικό τρόπο το έργο του Προυστ.
Ο πρώτος τόμος απορρίφθηκε από τις εκδόσεις Gallimard, κατά την συμβουλή του Ζιντ.
Αργότερα έγραψε σε επιστολή προς τον Προυστ τις απολογίες του όσον αφορά την άρνησή του απέναντι στον τελευταίο και αποκάλεσε την στάση του αυτή ως ένα από τα σοβαρότερα λάθη της ζωής του.
Ο Προυστ πέθανε προτού προλάβει να ολοκληρώσει την αναθεώρηση των τελικών τόμων, τα τρία τελευταία από τα οποία δημοσιεύτηκαν μετά τον θάνατό του και επιμελήθηκαν από τον αδερφό του Ρόμπερτ Προυστ.
Το βιβλίο μεταφράστηκε στα αγγλικά από τον Σκωτ Μόνκριεφ και από το 1922 έως το 1931 κυκλοφόρησε με τον τίτλο Μνήμη των πραγμάτων του παρελθόντος. Ο Σκωτ Μόνκριεφ μετέφρασε τους έξι από τους επτά τόμους αλλά πέθανε προτού ολοκληρώσει την μετάφραση του τελευταίου τόμου. Αυτός ο τελευταίος τόμος δόθηκε σε άλλους μεταφραστές. Όταν η μετάφραση του Σκωτ Μόνκριεφ αναθεωρήθηκε (πρώτα από τον Τέρενς Κίλμαρτιν και έπειτα από τον Ενράιτ), ο τίτλος του μυθιστορήματος άλλαξε στην κυριολεκτική του απόδοση και έγινε Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο.
Το 1995 οι εκδόσεις Penguin ανέλαβαν να κάνουν μια νέα μετάφραση του βιβλίου από επτά μεταφραστές σε τρεις χώρες, οι οποίοι βασίστηκαν στο τελευταίο, πληρέστερο και αυθεντικό κείμενο. Οι έξι τόμοι του έργου, μαζί με τον έβδομο τόμο του Προυστ, δημοσιεύτηκαν στην Βρετανία το 2002 από τις εκδόσεις Allen Lane.
Προσωπική ζωή
Ο Προυστ ήταν ομοφυλόφιλος. Η σεξουαλικότητά του και η σχέση του με τους άνδρες αποτελούν συχνό θέμα συζήτησης από τους βιογράφους του. Αν και η οικονόμος του αρνείται αυτή την σεξουαλικότητα του Προυστ στα απομνημονεύματά της, η άρνησή της αντιβαίνει στις δηλώσεις πολλών φίλων και σύγχρονων του Προυστ, συμπεριλαμβανομένου του συγγραφέα Αντρέ Ζιντ.
Ο Προυστ δεν παραδέχτηκε ποτέ ανοιχτά την ομοφυλοφιλία του, παρόλο που η οικογένεια και οι στενοί φίλοι του είτε το υποπτεύονταν είτε το γνώριζαν.
Το 1897 ήρθε σε κόντρα με τον Ζαν Λωραίν, ο οποίος αμφισβήτησε δημοσίως τη φύση της σχέσης του Προυστ με τον Ντωντέ.
Παρά την δημόσια άρνηση του Προυστ, η ρομαντική σχέση του με τον συνθέτη Ρεϋνάλντο Χαν και ο έρωτάς του με τον σωφέρ και γραμματέα του Άλφρεντ Αγκοστινέλι είναι καλά τεκμηριωμένες.
Πληροφορίες: el.wikipedia.org/wiki/Μαρσέλ_Προυστ
Φώτης Καφάτος, ήταν Έλληνας βιολόγος και ήταν ο πρώτος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας και στη συνέχεια επίτιμος πρόεδρός του
Φώτης Καφάτος
Ο Φώτης Κ. Καφάτος ήταν Έλληνας βιολόγος. Από το 2005 μέχρι το 2010, ήταν ο πρώτος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας και στη συνέχεια επίτιμος πρόεδρός του και μέλος του επιστημονικού του συμβουλίου. Διετέλεσε καθηγητής στο Ιμπίριαλ Κόλετζ και στο Χάρβαρντ, καθώς και στα Πανεπιστήμια Αθηνών και Κρήτης. Έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με την ελονοσία. (16 Απριλίου 1940 - 18 Νοεμβρίου 2017)
Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης τις 16 Απριλίου 1940. Ο πατέρας του Κώστας, από το Μοναστηράκι Ρεθύμνου, ήταν γεωπόνος. Είχε δύο αδελφούς, τον Μηνά, ο οποίος είναι αστροφυσικός και τον Αντώνη, που ζει στην Αθήνα.
Φοίτησε στο Λύκειο «Κοραής». Σπούδασε ζωολογία στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ το 1961 και βιολογία στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ το 1962.
Έλαβε το διδακτορικό του στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ στη βιολογία το 1965.
Ήταν βοηθός καθηγητής στο Χάρβαρντ από το 1965 μέχρι το 1969, όταν και ανακηρύχθηκε καθηγητής στο ίδιο πανεπιστήμιο, θέση που διατήρησε μέχρι το 1994.
Το 1972 μέχρι το 1982 ήταν καθηγητής βιολογίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών και από το 1982 καθηγητής βιολογίας στο πανεπιστήμιο Κρήτης.
Το 1982 ίδρυσε το Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας, του οποίου ήταν πρόεδρος μέχρι το 1993, στο Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας στο Ηράκλειο Κρήτης.
Την περίοδο 1993-2005 ήταν γενικός διευθυντής του Ευρωπαϊκού Εργαστηρίου Μοριακής Βιολογίας.
Από το 2005 μέχρι τον θάνατό του ήταν καθηγητής ανοσογενομικής στο Ιμπίριαλ Κόλετζ του Λονδίνου.
Ήταν μέλος της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των Ηνωμένων Πολιτειών από το 1982, μέλος της Academia Europaea το 1991.
Είχε εκλεγεί ξένο μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας Επιστημών το 2002 και της Βασιλικής Εταιρείας του Λονδίνου το 2003.
Το 2007 έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών.
Ήταν ιδρυτικό μέλος και πρώτος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας (ΕΣΕ).
Διατέλεσε πρόεδρος μέχρι το 2010 και έπειτα επίτιμος πρόεδρος του ΕΣΕ.
Πέθανε το πρωινό της 18 Νοεμβρίου 2017, στο Ηράκλειο της Κρήτης.
Βραβείο Αριστείας στη Βιολογία - Φώτης Καφάτος
Προς τιμή του η Πανελλήνια Ένωση Βιοεπιστόμων (ΠΕΒ) έχει θεσμοθετήσει το θεσμό "Βραβείο Αριστείας στη Βιολογία - Φώτης Καφάτος" ως συμβολική τιμή στον Καφάτο για το επιστημονικό του έργο.
Το βραβείο απονέμεται κάθε δύο χρόνια και τελεί υπό την αιγίδα της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας.
Πληροφορίες: el.wikipedia.org/wiki/Φώτης_Καφάτος
Τέλλος Άγρας, καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ευάγγελου Ιωάννου, ήταν Έλληνας ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής και κριτικός λογοτεχνίας
Τέλλος Άγρας (ποιητής)
Ο Τέλλος Άγρας, καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ευάγγελου Ιωάννου, ήταν Έλληνας ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής και κριτικός λογοτεχνίας. (Καλαμπάκα 1899 - Αθήνα 12 Νοεμβρίου 1944)
Ο Τέλλος Άγρας γεννήθηκε στην Καλαμπάκα, όπου υπηρετούσε τότε ως σχολάρχης ο πατέρας του Γεώργιος Ιωάννου. Η μητέρα του λεγόταν Ειρήνη Βλάχου, ενώ ο μικρότερος αδερφός του Χρήστος.
Το 1899 όλη η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα και από εκεί το 1906 στο Λαύριο, όπου ο ποιητής τελείωσε το Δημοτικό και το Ελληνικό Σχολείο.
Το 1916 αποφοίτησε από το Γυμνάσιο και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ' όπου έλαβε το πτυχίο του το 1923. Το 1924 εργάστηκε στο Υπουργείο Γεωργίας και Τουρισμού.
Το 1927 διορίστηκε στην Εθνική Βιβλιοθήκη, θέση στην οποία παρέμεινε έως το θάνατό του.
Μετά τον θάνατο του πατέρα του, το 1938, ο Τέλλος Άγρας μετακόμισε μαζί με τη μητέρα του στην Αθήνα και πιο συγκεκριμένα στην οδό Αγαθουπόλεως, όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής χειροτέρεψε η ευαίσθητη κατάσταση της υγείας του.
Στις 11 Οκτωβρίου 1944, τραυματίζεται από αδέσποτη σφαίρα των αλληλοσυγκρουόμενων Ταγμάτων Ασφαλείας και του ΕΑΜ στον αστράγαλο, μεταφέρεται στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, όπου τελικά πεθαίνει το Νοέμβριο από σηψαιμία.
Συγγραφική δραστηριότητα
Η συγγραφική δραστηριότητα του Τέλλου Άγρα ξεκίνησε το 1907 όταν αλληλογραφούσε ως συνδρομητής του περιοδικού Η Διάπλασις των Παίδων ενώ από το 1911 άρχισε να γράφει τακτικά πλέον στη στήλη συνεργασίας συνδρομητών του περιοδικού με το ψευδώνυμο Τέλλος Άγρας.
Το Μάιο του 1923, όταν δηλαδή τέλειωσε τη Νομική, γράφει στη Διάπλαση των Παίδων το πεζογράφημα «Αποχαιρετισμός». Συνεργάζεται και με άλλα περιοδικά, όπως με τη Λύρα, τον Βωμό, τους Νέους κ.ά.
Το 1918 βραβεύεται στο Σεβαστοπούλειο Διαγωνισμό, ενώ κερδίζει και βραβείο στο διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού Εσπερία στο Λονδίνο.
Το 1921 έδωσε διάλεξη για τον Καβάφη στην αίθουσα του Ελληνικού Ωδείου. Την ίδια χρονιά μεταφράζει τις Στροφές του γαλλόφωνου Έλληνα ποιητή Ζαν Μορεάς (Jean Moreas).
Ο Τέλλος Άγρας έγραψε κυρίως ποίηση και κριτική λογοτεχνίας. Συχνά έγραφε και στο περιοδικό "Νέα Εστία", της οποίας διετέλεσε και αρχισυντάκτης για ένα διάστημα, ενώ δημοσιεύει κείμενά του στα περιοδικά "Ελληνικά Γράμματα", "Νέα Ζωή", "Αλεξανδρινή Τέχνη", "Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου" και σε πολλά άλλα έντυπα καθώς και στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια του Πυρσού (1928).
Το 1934 κυκλοφόρησαν Τα βουκολικά και τα εγκώμια, η πρώτη ποιητική του συλλογή και το 1939 η δεύτερη με τίτλο Καθημερινές, που τιμήθηκε το 1940 με το " Α΄Κρατικό Βραβείο Ποίησης.
Ποιήματά του μελοποιήθηκαν από τους: Νένα Βενετσάνου, Ορφέα Περίδη, Νότη Μαυρουδή και Γιάννη Σπανό.
Απόψεις - Κρίσεις για το έργο του
«Ο Τέλλος Άγρας τοποθετείται στους Έλληνες ποιητές του μεσοπολέμου, τους λεγόμενους νεορομαντικούς ή παρακμιακούς (Καρυωτάκης, Κλέων Παράσχος, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Κώστας Ουράνης κ.ά.). Το ποιητικό του έργο είναι αποτέλεσμα δημιουργικής αφομοίωσης του πνεύματος του γαλλικού συμβολισμού και αισθητισμού ( Moreas, Laforgue, Verlain, Mallarme, Baudelaire κ.ά.), αλλά και της ελληνικής ποιητικής παράδοσης από το δημοτικό τραγούδι ως τον Ιωάννη Πολέμη, τον Κωστή Παλαμά, το Μιλτιάδη Μαλακάση και τον Κωνσταντίνο Καβάφη. Κινήθηκε στα πλαίσια της εσωτερικότητας, της μελαγχολίας, της νοσηρότητας και της απαισιοδοξίας των συγχρόνων του, υιοθέτησε την ειδυλλιακή ενατένιση του παρελθόντος, ωστόσο παράλληλα χάρη στη βαθιά πνευματική του καλλιέργεια αρνήθηκε να παραδοθεί στην απελπισία και αγωνίστηκε να κρατηθεί από την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο.»
»Πρέπει τέλος να σημειωθεί η αξία του κριτικού του έργου που χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη οξυδέρκεια, ευαισθησία, βαθιά γνώση της φιλοσοφίας και επαρκή ενημέρωση για τις σύγχρονές του ευρωπαϊκές θεωρίες της λογοτεχνίας και τον τοποθετεί στην πρωτοπορία της νεοελληνικής κριτικής σκέψης.» (www.ekebi.gr)
Εργογραφία
Ποίηση
Τα βουκολικά και τα εγκώμια - Το φθινοπωρινό ειδύλλιο - Βουκολικά - Μεταφράσεις - Τα Εγκώμια - Παραφωνίες - Σπουδές - Μπαλάντες - Καθημερινές (1917-1924), εκδ. Δημητράκος, Αθήνα 1934.
Καθημερινές - Το σπίτι κ' η γειτονιά - Αττική - Αγάπη (1923-1930), εκδ. Δημητράκος, Αθήνα χ.χ.
Τριαντάφυλλα μιανής ημέρας, επιμέλεια Κώστας Στεργιόπουλος, εκδ. Φέξης, Αθήνα 1965.
Επιλογή απ' τα ποιήματα, εκδ. Ερμής, 1996.
Τα ποιήματα, τόμος Α΄, Εκδόσεις Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, 2014.
Αντιγόνη Βαλάκου, ήταν μία από τις σημαντικότερες πρωταγωνίστριες της ελληνικής δραματικής σκηνής του θεάτρου αλλά και του κινηματογράφου
Αντιγόνη Βαλάκου
Η Αντιγόνη Βαλάκου ήταν μία από τις σημαντικότερες πρωταγωνίστριες της ελληνικής δραματικής σκηνής του θεάτρου αλλά και του κινηματογράφου, έχοντας παρουσία και στην ελληνική τηλεόραση. (Καβάλα 1930-12 Νοεμβρίου 2013)
Το 1946 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά της στην Αθήνα σε ηλικία 16 ετών. Το πάθος της για την υποκριτική ήταν τόσο μεγάλο που κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων τάξεων του εξατάξιου Γυμνασίου, φοίτησε παράλληλα και στη Δραματική Σχολή "Θεατρικό Σπουδαστήριο" του Βασίλη Ρώτα. Ταυτόχρονα εμφανίστηκε στη σκηνή με το θίασο του "Ρεαλιστικού Θεάτρου" με τον Αιμίλιο Βεάκη στο έργο «Νυφιάτικο τραγούδι» του Νότη Περγιάλη ως Τριανταφυλλιά. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με το θίασο της Κατερίνας και αργότερα με το θίασο Μανωλίδου -Αρώνη - Χατζίσκου (1951 - 1952) όπου και διακρίθηκε ως "ενζενί".
Τα επόμενα χρόνια προσλήφθηκε από το Εθνικό Θέατρο στο οποίο και υποδύθηκε πρωτεύοντες ρόλους.Από το φθινόπωρο του 1956 υπήρξε πρωταγωνίστρια στο θίασο του Κώστα Μουσούρη, διακρινόμενη ως "'Αννα Φρανκ" στο ομώνυμο έργο.Συνεργάστηκε ακόμη με το Κ.Θ.Β.Ε., τον ΘΟΚ και με πολλούς ιδιωτικούς θιάσους. Το 1958 συγκρότησε δικό της θίασο.
Έπαιξε σε περισσότερο από 120 έργα και έδωσε αξέχαστες ερμηνείες ως Μαρία Στούαρτ, Ιουλιέττα, Έντα Γκάμπλερ, Κυρά της Θάλασσας, Νόρα, Μπερνάντα 'Αλμπα, Βεατρίκη, Αρετούσα κ.ά. Στην ωριμότητα του ταλέντου της προτείνει έναν προσωπικό τρόπο ερμηνείας σε τραγικούς ρόλους (Ηλέκτρα, Αντιγόνη, Κασσάνδρα, Αγαύη, Ιφιγένεια, Μήδεια του Σενέκα) και ανανέωσε το παραδοσιακό ύφος.
Το 1960 παντρεύτηκε τον χειρούργο γιατρό Αντώνη Τόμπλερ. Χώρισαν μερικά χρόνια αργότερα.
Διδασκαλία
Η Αντιγόνη Βαλάκου υπήρξε καθηγήτρια στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου όπου δίδαξε υποκριτική από το 1982-2007.
Τιμητικές διακρίσεις
Το 1958 τιμήθηκε με το θεατρικό έπαθλο της Μαρίκας Κοτοπούλη για την ερμηνεία της ως "'Αννα Φρανκ" στο ομώνυμο έργο. Το 1999 βραβεύτηκε από το Φεστιβάλ Ολύμπου για την μακρόχρονη προσφορά της στο θέατρο και την τέχνη. Το 2001 ήταν υποψήφια για το Μεγάλο Βραβείο Θεάτρου της Ενώσεως Ελλήνων Θεατρικών Kριτικών.
Το 2002, τιμήθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής σε εκδήλωση στο Προεδρικό Μέγαρο. Την ίδια χρονιά στα πλαίσια των Τηλεοπτικών Βραβείων τιμήθηκε με το βραβείο Α' Γυναικείου ρόλου για την ερμηνεία της στη σειρά Περί ανέμων και υδάτων. Επίσης είχε τιμηθεί στα Θεατρικά Βραβεία Κοινού (2003) για την ερμηνεία της στην παράσταση "Η τρελή του Σαγιό".
Στη Καβάλα λειτουργεί εδώ και αρκετά χρόνια το θέατρο " Αντιγόνη Βαλάκου" το οποίο φιλοξενεί σημαντικές παραστάσεις και επιλεγμένες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Φιλμογραφία
Κινηματογράφος
Ενα βράδυ του 1953, όταν έπαιζε στο «Χειμωνιάτικο παραμύθι», έκανε την πρώτη της γνωριμία με τον κόσμο του σινεμά. Μετά την παράσταση κι ενώ ακόμα φορούσε το κοστούμι του ρόλου, ο Ντίνος Δημόπουλος την πήρε από το χέρι και την οδήγησε στον Φίνο. Ετσι γύρισε την πρώτη της ταινία «Οι ουρανοί είναι δικοί μας». Από τότε και έπειτα πρωταγωνίστησε στις ταινίες:
1953 - Οι ουρανοί είναι δικοί μας
1954 - Ο δρόμος με τις ακακίες
1955 - Γκόλφω
1957
Το αμαξάκι
Της τύχης τα γραμμένα
Η μοίρα γράφει την ιστορία
1959
Κρυστάλλω
1961
Χαμένα όνειρα
Φλογέρα και Αίμα
1962
Η Ελληνίδα και ο έρωτας
Όταν Ξυπνά το Παρελθόν
Δύο μάννες στο σταυρό του πόνου
1963 Αθώα ή ένοχη;
1965 Ο μετανάστης
1982 Το Ευτυχισμένο Πρόσωπο της Λεωνόρας
1994 Παραμονή Πρωτοχρονιάς
1997 Mικρά Πρελούδια
2001 Νανούρισμα
Τηλεόραση
1976 Αθάνατες ιστορίες αγάπης - ΥΕΝΕΔ
1985 Οδός Πανεπιστημίου δεν υπάρχει - ΕΡΤ
1987 Μικρογραφίες - ΕΤ1
2000 Περί ανέμων και υδάτων - Mega
2005 Ξένος ανάμεσά μας - ΑΝΤ1
Θεατρικές παραστάσεις
1946
Νυφιάτικο τραγούδι
1951-1952
διάκριση ως "ενζενί"
1952-1955
Χειμωνιάτικο παραμύθι
Δρόμος του ποταμού
Κολόμπ
Άνθρωπος του διαβόλου
1955
Άμλετ
1956
Δοκιμασία
Στρατηγήματα εραστών
Αντιγόνη
Άννα Φρανκ
Πληροφορίες: el.wikipedia.org/wiki/Αντιγόνη_Βαλάκου
Μίμης Χρυσομάλλης, ήταν Έλληνας ηθοποιός θεάτρου, κινηματογράφου και τηλεόρασης, ξεκίνησε την καριέρα του, σαν "παιδί-θαύμα", τραγουδώντας στα "Ταλέντα του Γιώργου Οικονομίδη"
Μίμης Χρυσομάλλης
Ο Δημήτρης ("Μίμης") Χρυσομάλλης ήταν Έλληνας ηθοποιός θεάτρου, κινηματογράφου και τηλεόρασης. (1938 - 12 Νοεμβρίου 2004)
Γεννήθηκε το 1938 στην Αθήνα.
Ξεκίνησε την καριέρα του, σαν "παιδί-θαύμα", τραγουδώντας στα "Ταλέντα του Γιώργου Οικονομίδη". Απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης, ηθοποιός με ευρεία ερμηνευτική γκάμα, "κινήθηκε" με άνεση και αφοσίωση σε πλήθος ρόλων από το παγκόσμιο δραματικό ρεπερτόριο (Σαίξπηρ, Αρχαίο Ελληνικό Δράμα, επιθεώρηση, πρόζα κ.ά.).
Έγινε ευρύτερα γνωστός στο κοινό από την συμμετοχή του σε πολλές κινηματογραφικές επιτυχίες (Το βαρύ πεπόνι, άρπα κόλα, Safe Sex, Βαριετέ, Ένας και Ένας, Το κλάμα βγήκε απ' τον παράδεισο κ.ά.) καθώς και σε τηλεοπτικές σειρές (Το τελευταίο αντίο, Σαν αδελφές, Λίστα Γάμου κ.ά.).
Πέθανε από ανακοπή καρδιάς στις 12 Νοεμβρίου 2004.
Επίσης τραγούδησε στον μικρό ήρωα, του Λουκιανού Κηλαϊδόνη.
Περισσότερα Άρθρα...
- Λουθ Κασάλ, διάσημη Ισπανίδα τραγουδίστρια
- Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης, είναι σύγχρονος Άγιος της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, επίσης είναι θαυματουργός διότι, πιστεύεται ότι πραγματοποίησε θαύματα ενώ βρισκόταν ακόμα εν ζωή
- Σπύρος Καλογήρου, ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, ταυτίστηκε με τον ρόλο κακού στην μεγάλη οθόνη
- Δημήτριος Λάκας, ήταν ελληνικής καταγωγής πρόεδρος του Παναμά