Άρθρα
Μανόλης Αναγνωστάκης, ήταν Έλληνας ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς
Μανόλης Αναγνωστάκης
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης ήταν Έλληνας ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. (Θεσσαλονίκη, 10 Μαρτίου 1925 – Αθήνα, 23 Ιουνίου 2005)
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου σπούδασε ιατρική. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής συμμετείχε στην ΕΠΟΝ. Κατά τη διετία 1943-1945 ήταν αρχισυντάκτης του περιοδικού "Ξεκίνημα", που ανήκε στον εκπολιτιστικό όμιλο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Είχε έντονη πολιτική δράση στο φοιτητικό κίνημα, για την οποία φυλακίστηκε το 1948, ενώ το 1949 καταδικάστηκε σε θάνατο από έκτακτο στρατοδικείο. Βγήκε από τη φυλακή με την γενική αμνηστία το 1951.
Την περίοδο 1955-1956 ειδικεύτηκε ως ακτινολόγος στη Βιέννη και κατόπιν άσκησε το επάγγελμα του ακτινολόγου για ένα διάστημα στη Θεσσαλονίκη, ενώ το 1978 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Ήταν ενταγμένος για κάποια χρόνια στο ΚΚΕ και μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, εντάχθηκε στην πτέρυγα του ΚΚΕ εσωτερικού. Κατά την επταετή Χούντα αναπτύσσει έντονη αντιδικτατορική δράση, ενώ το 1984 είναι υποψήφιος ευρωβουλευτής με το ΚΚΕ Εσωτερικού.
Δημοσίευσε κείμενά του για πρώτη φορά στο περιοδικό Πειραϊκά Γράμματα (1942) και αργότερα στο φοιτητικό περιοδικό Ξεκίνημα (1944), του οποίου υπήρξε και αρχισυντάκτης για μία περίοδο. Ποιήματά του, καθώς και κριτικές δημοσιεύτηκαν αργότερα σε αρκετά περιοδικά. Την περίοδο 1959-1961 εξέδιδε το περιοδικό Κριτική, ενώ υπήρξε μέλος της εκδοτικής ομάδας των Δεκαοκτώ κειμένων (1970), των Νέων Κειμένων και του περιοδικού Η Συνέχεια (1973).
Το 1986 του απονεμήθηκε το Α΄ Βραβείο ποίησης για το έργο του «Τα Ποιήματα 1941-1971» και το 2002 το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας από τα Κρατικά Λογοτεχνικά Βραβεία, ενώ το 1997 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Συνθέτες όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Δημήτρης Παπαδημητρίου και ο Μιχάλης Γρηγορίου έχουν μελοποιήσει αρκετά ποιήματά του, ενώ έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά και τα ιταλικά.
Καταγόταν από το χωριό Ρούστικα Ρεθύμνης, όπου σώζεται το σπίτι του πατέρα του.
Η υπαρξιακή διάσταση της ποίησης του Μανόλη Αναγνωστάκη
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης και οι περισσότεροι από τους ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς “Δεν είναι τυχαίο ότι μοιράζονται ως ποιητές, πέρα από τις όποιες διαφορές στη γλώσσα, έναν αγωνιώδη μόχθο για το νόημα της ίδιας τους της ύπαρξης, για να καταλήξουν στη διαπίστωση που θα τους απορυθμίσει: η «ποιητική λειτουργία» είναι τόσο περιθωριακή όσο και αναποτελεσματική.
Η έντονα υπαρξιακή διάσταση της ποίησης του Αναγνωστάκη – ιδίως της ποιητικής παραγωγής του πριν από το Στόχο, που όντως είναι η πλέον πολιτική του ποιητική κατάθεση – γίνεται αισθητή ως επισήμανση σε ορισμένες προσεγγίσεις όπως των Γιάννη Δάλλα, Στέφανου Μπεκατώρου, Άννας Τζούμα, Αλέξανδρου Αργυρίου, Βιτσέντζο Ορσίνα, ενώ στο μελέτημα του Νάσου Βαγενά.
«Ξαναδιαβάζοντας τον Αναγνωστάκη» το ζήτημα τίθεται ρητά, με πειστικότητα και διαύγεια: «Δεν γνωρίζω άλλον Έλληνα ποιητή», τονίζει ο Βαγενάς, «με τόσο στρατευμένο πολιτικό βίο, που να διοχετεύει τόσο λίγα από τα στοιχεία της ιδεολογικής του ταυτότητας στο ποιητικό του έργο ( το φαινόμενο θα πρέπει να οφείλεται κατά κύριο λόγο, στην υψηλή αισθητική συνείδηση του Αναγνωστάκη)».
Η μη ύπαρξη – ο θάνατος – απασχολεί τον ποιητή από την πρώτη στιγμή της παρουσίας του στο λογοτεχνικό χώρο. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε να είναι διαφορετικά; “Ο θάνατος μπαινοβγαίνει διαρκώς σ’ ολόκληρη την ύπαρξή του, μέσα από τις τρύπες που άνοιγαν οι σφαίρες των αποσπασμάτων στα διάτρητα σώματα των συντρόφων του”. Πόλεμος. Κατοχή. Εμφύλιος. Απώλειες φίλων. Η καταδίκη του ίδιου εις θάνατον. Είναι μερικά από τα γεγονότα που συνθέτουν το τοπίο μέσα στο οποίο ξεκινά και εξελίσσεται η πνευματική του δραστηριότητα. Σε φόντο σελίδων Με πένθιμο χρώμα. Νόμισα πως θα πνιγόμουνα! Τον πρώτο Μάρτη, στον πόλεμο, γνώρισα έναν Εγγλέζο θερμαστή Που μου διηγήθηκε ολόκληρη την ιστορία του Σαμ Ντέυλαν “Είναι αργά” μου είπε κάποτε “θα ‘πρεπε πια να πηγαίνουμε Μα δεν είναι ανάγκη επιτέλους να κλαίτε τόσο πολύ για έναν άνθρωπο που σκοτώθηκε.
“Ήταν ένας τρόπος για να εκφραστώ” λέει ο ίδιος για την ενασχόληση του με την ποιητική. ( Γιατί η ποίηση δεν είναι ο τρόπος να μιλήσουμε, Αλλά ο καλύτερος τοίχος να κρύψουμε το πρόσωπό μας).
Αυτός είναι ο Χάρης” λέει ο ποιητής δείχνοντας μια φωτογραφία με ένα τσούρμο νεαρών ανδρών. Το ποίημα Χάρης 1944 δε μας εισάγει στο κλίμα του θανάτου αλλά αποτελεί μια από τις κορυφαίες στιγμές “συγκέντρωσης” αυτού του κυριαρχικού “συστατικού”. Το ίδιο μπορούμε να πούμε για τα ποιήματα Εδώ…, Όταν τα βράδια…, καθώς και το σημείωμα της σελ. 12 από το Περιθώριο ’68-’69. Η αγάπη είναι ο φόβος… και το σημείωμα της σελ. 34 από το Περιθώριο ’68-’69 παρατίθενται ως συμπληρωματικά μαζί με τα υπόλοιπα ποιήματα.
Εκτός από τις ποικίλες προσεγγίσεις ολόκληρου του κύκλου που κλείνει με τις Εποχές 324, το σημείωμα της σελ. 34 μας φανερώνει τη στάση ζωής του Μανόλη Αναγνωστάκη αλλά και το βλέμμα προς τους “άλλους” αυτούς που δεν ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο, ακόμη και προς τους Επιγόνους, αυτούς που “Λιθοβολούν τους ξένους,” και “θύουν σ’ ομοιώματα”. Ο “σπαραγμός του πνεύματος του ποιητή” στο ποίημα Σκυφτοί περάσανε…καθρεφτίζει την πιο βαθιά υπαρξιακή αγωνία ( Πώς θα ζήσουμε με μια κατάμαυρη σκιά στη θύ- μηση επάνω; Πώς θα κοιμίσουμε τα είκοσι χρόνια μας στη θα- λασσα της λησμονιάς; ) Μη ύπαρξη – θάνατος – για τον ποιητή, τον κάθε ποιητή, είναι και η σιωπή. Το θέμα της σιωπής του Αναγνωστάκη πραγματεύονται συχνά οι αναφερόμενοι στο έργο του.
Ο Αναγνωστάκης”, γράφει ο Γιώργος Καφταντζής το 1955, “τοποθέτησε στη βιτρίνα της νέας μας ποίησης ένα καινούριο μπουκαλάκι με άγνωστο δηλητήριο. Μα αν έλειπε δε θα ‘ξερε κανείς πως η ζωή μας αυτούς τους καιρούς είχε την κατρακύλα της.
Είναι για την ελληνική τέχνη ότι ο πόνος για το κορμί το ανθρώπινο. Προειδοποιεί τον κίνδυνο.”. Όπως στο ποίημα Αφιέρωση ή το σημείωμα της σελ. 13 από το Περιθώριο ’68-’69.
Και απαντά σ’ αυτόν τον κίνδυνο πάλι με ποίηση η οποία, όπως επισημαίνει η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου σταχυολογώντας τον ποιητή, είναι “απόδειξη, όχι επίδειξη”.
Νταν Μπράουν, είναι Αμερικανός συγγραφέας μυθιστοριογραφίας θρίλερ, πιο γνωστός για το μυθιστόρημά του ο Κώδικας Ντα Βίντσι
Νταν Μπράουν
Ο Νταν Μπράουν, είναι Αμερικανός συγγραφέας μυθιστοριογραφίας θρίλερ, πιο γνωστός για το μυθιστόρημά του ο Κώδικας Ντα Βίντσι το οποίο εκδόθηκε το 2003. (Daniel "Dan" Brown, 22 Ιουνίου 1964)
Είναι απόφοιτος της Ακαδημίας Philips Exeter, στην οποία δίδαξε και φιλολογία. Ζει στη Νέα Αγγλία με τη σύζυγό του.
Τα μυθιστορήματα του Μπράουν χαρακτηρίζονται από θέματα κρυπτογραφίας, κλειδιών, συμβόλων, κωδικών και θεωριών συνωμοσίας.
Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε πάνω από 40 γλώσσες, και ως το 2009 έχει πουλήσει πάνω από 80 εκατομμύρια αντίτυπα.
Τα μυθιστορήματα του Μπράουν που έχουν ως κύριο πρωταγωνιστή τον πανεπιστημιακό καθηγητή Ρόμπερτ Λάνγκτον περιλαμβάνουν τα ιστορικά θέματα και το χριστιανισμό ως επαναλαμβανόμενα μοτίβα, και κατά συνέπεια έχει δημιουργηθεί μια διαμάχη.
Ο Μπράουν στον διαδικτυακό του τόπο υποστηρίζει ότι τα βιβλία του δεν είναι αντιχριστιανικά, αν και ο ίδιος είναι σε ένα πνευματικό ταξίδι, και λέει ότι το βιβλίο του ο Κώδικας Ντα Βίντσι, είναι απλά "μια ιστορία διασκέδασης που προωθεί την πνευματική συζήτηση και τον διάλογο γύρω από αυτή" και προτείνει ότι το βιβλίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί "ως θετικός καταλύτης για την ενδοσκόπηση και την εξερεύνηση της πίστης μας".
Έργο
Τα σημαντικότερα βιβλία του είναι:
Ψηφιακό Οχυρό (Digital Fortress), 1998
Πεφωτισμένοι (Angels & Demons), 2000
Αρκτικός Κύκλος (Deception Point), 2001
Κώδικας Ντα Βίντσι (The Da Vinci Code), 2003
Το Χαμένο Σύμβολο (The Lost Symbol), 2009
Inferno (2013)
Τα έργα που έχουν γίνει ταίνιες:
Κώδικας Ντα Βιντσι (The Da Vinci Code) 2006
Πεφωτισμένοι (Angels & Demons) 2009
Γιώργης Παυλόπουλος, ήταν Έλληνας ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς
Γιώργης Παυλόπουλος
Ο Γιώργης Παυλόπουλος, ήταν Έλληνας ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. (Πύργος Ηλείας, 22 Ιουνίου 1924 – Πύργος Ηλείας, 26 Νοεμβρίου 2008)
Το 1942 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του για να αφοσιωθεί στην ποίηση.
Εργάστηκε για πολλά χρόνια ως λογιστής και γραμματέας στον ιδιωτικό τομέα.
Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1940, όταν δημοσίευσε δύο διηγήματα στην εφημερίδα Πατρίς του Πύργου.
Το 1943 δημοσίευσε το πρώτο του ποίημα «Ο νεκρός Γ.Π.» στο περιοδικό Οδυσσέας (τεύχος 4, Δεκέμβριος 1943), που εξέδιδε ο ίδιος με φίλους του στον Πύργο.
Ήταν στενός φίλος με τον Τάκη Σινόπουλο και συνεργάστηκε μαζί του σε μια πειραματική γραφή κοινών ποιημάτων, τα οποία συμπεριέλαβε ο Σινόπουλος στο έργο του.
Ήταν επίσης φίλος με τους πεζογράφους Νίκο Καχτίτση, Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλο, καθώς και με τον ποιητή Γιώργο Σεφέρη.
Η πρώτη του ολοκληρωμένη συλλογή ποιημάτων με τίτλο Το κατώγι κυκλοφόρησε το 1971.
Είχαν ωστόσο προηγηθεί πολλές δημοσιεύσεις ποιημάτων του σε λογοτεχνικά περιοδικά του Πύργου και της Αθήνας, καθώς και σε έναν τόμο Για το Σεφέρη, που κυκλοφόρησε στην Αθήνα το 1962.
Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Ο αιώνας μας, Αλφειός, Γράμματα και Τέχνες, Νέα Πορεία, Ποιητική Τέχνη, Αιολικά Γράμματα, Σημείο, Νέο Επίπεδο, Η Συνέχεια, Χρονικό, Ελίτροχος. Επίσης, έγραφε στην εφημερίδα Καθημερινή.
Τα ποιήματά του μεταφράστηκαν σε πολλές ξένες γλώσσες και περιελήφθησαν και σε σχολικά βιβλία.
Ο ίδιος συμμετείχε σε συνέδρια και παρουσιάσεις ποιητών στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ήταν ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Επίσης, ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με τη ζωγραφική. Με τη φροντίδα φίλων του, πίνακές του εκτέθηκαν στην ΙΘ΄ Πανελλήνια Έκθεση Ζωγραφικής το 1977.
Τα ποιήματά του, όλα σε ελεύθερο στίχο, έχουν έντονα βιωματικό χαρακτήρα. «Αυτό που γράφω το έχω ζήσει», είχε πει ο ίδιος.
Στα πρώτα του ποιήματα σκιαγραφούνται οι τραυματικές εμπειρίες της Κατοχής και του Εμφυλίου.
Στα τελευταία του ποιήματα, ο λόγος του επικεντρώνεται στις υπαρξιακές αγωνίες του ανθρώπου: τον έρωτα και το θάνατο.
Μέριλ Στριπ, είναι Αμερικανίδα ηθοποιός και έχει βραβευθεί τρεις φορές με το Όσκαρ καλύτερης ηθοποιού
Μέριλ Στριπ
Η Μέριλ Στριπ, είναι Αμερικανίδα ηθοποιός και έχει βραβευθεί τρεις φορές με το Όσκαρ καλύτερης ηθοποιού. Θεωρείται μία από τις πιο σεβάσμιες και ταλαντούχες ηθοποιούς της σύγχρονης εποχής.
Πραγματοποίησε το ντεμπούτο της στο θέατρο το 1971 στο έργο The Playboy of Seville και στην τηλεόραση το 1977 με την τηλεταινία The Deadliest Season. Την ίδια χρονιά έκανε και την πρώτη της εμφάνιση στον κινηματογράφο με την ταινία Τζούλια (Julia, 1977). (Mary Louise "Meryl" Streep, 22 Ιουνίου 1949)
Γρήγορα ήρθαν καλλιτεχνικές και εμπορικές επιτυχίες με ρόλους στις ταινίες Ο Ελαφοκυνηγός (The Deer Hunter, 1978) και Κράμερ εναντίον Κράμερ (Kramer vs. Kramer, 1979). Για την πρώτη ταινία έλαβε την πρώτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ ενώ για τη δεύτερη κέρδισε το πρώτο της Όσκαρ. Το 1982 κέρδισε το δεύτερο Όσκαρ για την ερμηνεία της στην ταινία Η Εκλογή της Σόφι (Sophie's Choice). Το 2012 κέρδισε το τρίτο της Όσκαρ για την ταινία Η Σιδηρά Κυρία (The Iron Lady).
Η Στριπ έχει λάβει συνολικά 19 υποψηφιότητες για Όσκαρ κερδίζοντας τρία και 29 υποψηφιότητες για Χρυσή Σφαίρα κερδίζοντας οκτώ.
Είναι η ηθοποιός με τις περισσότερες υποψηφιότητες για Όσκαρ και Χρυσή Σφαίρα στην ιστορία του κινηματογράφου.
Έχει επίσης βραβευτεί με δύο Βραβεία Έμμυ, δύο Βραβεία Σωματείου Ηθοποιών, δύο BAFTA, ένα βραβείο Καλύτερης Ηθοποιού στο Φεστιβάλ Καννών, το Τιμητικό βραβείο της Χρυσής Άρκτου για το 2012, ενώ έχει λάβει και πέντε υποψηφιότητες για Βραβείο Γκράμι.
Το 2004 βραβεύτηκε με το Life Achievement Award από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου.
Πρώτα χρόνια
Η Μέριλ Στριπ μαθήτρια γυμνασίου, 1966
Η Στριπ γεννήθηκε με το όνομα Μέρι Λουίζ Στριπ στο Σάμιτ του Νιου Τζέρσεϊ από τους Μέρι Γουλφ και Χάρι Γουίλιαμ Στριπ Τζούνιορ. Έχει δύο αδέρφια, τους Ντέινα Ντέιβιντ και Χάρι Γουίλιαμ ΙΙΙ. Μεγάλωσε στο Μπέρναρντσβιλ όπου και φοίτησε στο λύκειο Μπέρναρντς. Μετά το λύκειο σπούδασε δραματική τέχνη στο Βάσαρ, στο Ντάρτμουθ και στο Γέιλ, όπου εμφανίστηκε σε πάνω από 30 θεατρικές παραγωγές.
Καριέρα
Πρώτα βήματα
Η Στριπ ξεκίνησε να κάνει δοκιμαστικά για κινηματογραφικούς ρόλους. Πέρασε από μια αποτυχημένη οντισιόν για τον πρωταγωνιστικό ρόλο της ταινίας Κινγκ Κονγκ (King Kong, 1976). Ο παραγωγός της ταινίας Ντίνο Ντε Λαουρέντις είπε γι' αυτήν στο γιο του στα ιταλικά "Είναι άσχημη. Γιατί μου έφερες αυτό το πράμα;" και έμεινε έκπληκτος όταν η Στριπ του απάντησε σε άπταιστα ιταλικά. Η πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση της Στριπ ήταν στην ταινία του Φρεντ Τσίνεμαν Τζούλια (Julia) το 1977, όπου υποδύθηκε ένα μικρό αλλά σημαντικό ρόλο πλάι στις Τζέιν Φόντα και Βανέσα Ρεντγκρέιβ. Η Στριπ ζούσε στη Νέα Υόρκη με τον αρραβωνιαστικό της και ηθοποιό Τζον Καζάλ, ο οποίος είχε διαγνωστεί με καρκίνο των οστών. O Kαζάλ έπαιζε στην ταινία Ο Ελαφοκυνηγός (The Deer Hunter, 1978) και η Στριπ ήταν χαρούμενη που θα συμμετείχε έστω και με ένα μικρό ρόλο επειδή θα της επέτρεπε να είναι μαζί του κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Δεν την ενδιέφερε και πολύ ο ρόλος, λέγοντας, "Χρειάζονταν ένα κορίτσι ανάμεσα στους δύο άντρες και εγώ ήμουν αυτό".
Έπαιξε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην τηλεοπτική μίνι σειρά Ολοκαύτωμα (Holocaust, 1978) όπου υποδύθηκε μια Γερμανίδα παντρεμένη με έναν Εβραίο καλλιτέχνη την εποχή της Ναζιστικής Γερμανίας. Αργότερα εξήγησε ότι θεωρούσε το πρότζεκτ "αδυσώπητα ευγενικό" και δέχτηκε το ρόλο μόνο επειδή χρειαζόταν χρήματα. Η Στριπ ταξίδεψε στη Γερμανία και στην Αυστρία για τις ανάγκες των γυρισμάτων ενώ ο Καζάλ παρέμεινε στη Νέα Υόρκη. Μόλις επέστρεψε, η Στριπ ανακάλυψε ότι η ασθένεια του Καζάλ είχε χειροτερέψει και έμεινε μαζί του μέχρι το θάνατό του στις 12 Μαρτίου 1978. Μίλησε για τη θλίψη της και την ελπίδα ότι η δουλειά θα λειτουργούσε ως αντιπερισπασμός. Δέχτηκε να παίξει στην ταινία The Seduction of Joe Tynan το 1979, λέγοντας αργότερα ότι έπαιζε σε "αυτόματο πιλότο" Για την ερμηνεία της στο Ολοκαύτωμα, βραβεύτηκε με Βραβείο Έμμυ Α' Γυναικείου Ρόλου σε Μίνι Σειρά ή Ταινία, ενώ για την ταινία Ο Ελαφοκυνηγός έλαβε την πρώτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ β' γυναικείου ρόλου.
Το 1979, η Στριπ έπαιξε ένα β' ρόλο στην ταινία Μανχάταν (Manhattan) σε σκηνοθεσία του Γούντι Άλεν, δηλώνοντας αργότερα ότι δεν διάβασε ολόκληρο το σενάριο και της δόθηκαν μόνο οι έξι σελίδες με τις σκηνές της και δεν της επιτρεπόταν να αυτοσχεδιάσει ούτε μία λέξη. Όταν ρωτήθηκε να σχολιάσει το σενάριο της ταινίας Κράμερ εναντίον Κράμερ (Kramer vs. Kramer, 1979), σε μια συνάντησή της με τον παραγωγό Σταν Τζάφι, το σκηνοθέτη Ρόμπερτ Μπέντον και τον πρωταγωνιστή Ντάστιν Χόφμαν, η Στριπ επέμενε ότι ο χαρακτήρας της δεν ήταν αντιπροσωπευτικός των περισσότερων αληθινών γυναικών που αντιμετώπισαν προβλήματα στο γάμο τους και μάχη επιμέλειας παιδιών, και ότι γράφτηκε ως "υπερβολικά διαβολική". Οι Τζάφι, Μπέντον και Χόφμαν συμφώνησαν μαζί της και άλλαξαν το σενάριο. Για να προετοιμαστεί για το ρόλο, η Στριπ μίλησε με τη μητέρα της για τη ζωή της ως μητέρα και νοικοκυρά χωρίς καριέρα. Ο Μπέντον επέτρεψε στην Στριπ να γράψει τους διαλόγους σε δύο πολύ σημαντικές σκηνές παρά τις αντιρρήσεις του Χόφμαν. Ο Χόφμαν αργότερα είπε γι' αυτήν "Εργάζεται εκπληκτικά σκληρά, σε βαθμό να της γίνεται εμμονή. Νομίζω ότι δεν σκέφτεται τίποτα άλλο από αυτό που κάνει". Η Στριπ έλαβε κριτική αποδοχή για την ερμηνεία της στις ταινίες Μανχάταν, The Seduction of Joe Tynan και Κράμερ εναντίον Κράμερ για την οποία βραβεύτηκε με Χρυσή Σφαίρακαι Όσκαρ β' γυναικείου ρόλου.
1980-1989
H Μέριλ Στριπ στα Όσκαρ το 1989
Το 1981 η Στριπ έπαιξε τον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία Η Ερωμένη του Γάλλου Λοχαγού (The French Lieutenant's Woman) και βραβεύτηκε με BAFTA Καλύτερης Ηθοποιού σε Πρωταγωνιστικό Ρόλο. Ακολούθησε η ταινία Η Ύποπτη (Still of the Night) το 1982 όπου ξανασυνεργάστηκε με το σκηνοθέτη Ρόμπερτ Μπέντον και πρωταγωνίστησε μαζί με τους Ρόι Σάιντερ και Τζέσικα Τάντι. Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε ως Πολωνή επιζήσασα του ολοκαυτώματος στην ταινία Η Εκλογή της Σόφι (Sophie's Choice). Ο Γουίλιαμ Στάιρον έγραψε το βιβλίο έχοντας στο μυαλό του την Ούρσουλα Άντρες για τη Σόφι, αλλά η Στριπ ήταν αποφασισμένη να διεκδικήσει το ρόλο. Αφού πήρε στα χέρια της το σενάριο, πήγε στο Άλαν Τζ. Πακούλα και τον ικέτευσε να της δώσει το ρόλο. Η Στριπ γύρισε τη σκηνή της "εκλογής" με μία μόνο λήψη και αρνήθηκε να το κάνει ξανά καθώς βρήκε το συγκεκριμένο γύρισμα εξαιρετικά επώδυνο και συναισθηματικά εξαντλητικό. Ανάμεσα στα πολλά βραβεία που έλαβε κέρδισε και το Όσκαρ α' γυναικείου ρόλου για την ερμηνεία της.
Ακολούθησε η βιογραφική ταινία Η Εξαφάνιση της Κάρεν Σίλκγουντ (Silkwood) το 1983, όπου υποδύθηκε τον πρώτο της αληθινό χαρακτήρα, την ακτιβίστρια σωματείου Κάρεν Σίλκγουντ. Για να προετοιμαστεί για το ρόλο είπε ότι συναντήθηκε με ανθρώπους που γνώριζαν καλά τη Σίλκγουντ για να μάθει περισσότερα γι' αυτήν και κάνοντας αυτό συνειδητοποίησε ότι κάθε άνθρωπος έβλεπε μια διαφορετική εκδοχή της Σίλκγουντ. Η Στριπ έδωσε έμφαση στα γεγονότα της ζωής της Σίλκγουντ λέγοντας "Δεν προσπάθησα να γίνω η Κάρεν. Απλά προσπάθησα να δω τι έκανε. Συμπλήρωσα όλες τις πληροφορίες που μπορούσα να βρω γι' αυτήν... Αυτό που τελικά έκανα ήταν να δω τα γεγονότα της ζωής της και να προσπαθήσω να την καταλάβω από μέσα". Επόμενες ταινίες της ήταν το Μια Αγάπη Γεννιέται (Falling in Love, 1984) όπου συμπρωταγωνίστησε μαζί με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και το βρετανικό δράμα Η Ασυμβίβαστη (Plenty, 1985). Ακολούθησαν οι ταινίες Πέρα από την Αφρική (Out of Africa, 1985) όπου έπαιξε μαζί με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ και Φλογισμένες Σχέσεις (Heartburn, 1986) και Ξένοι στην ίδια Πόλη (Ironweed, 1987) στις οποίες συμπρωταγωνίστησε μαζί με τον Τζακ Νίκολσον. Το 1988 πρωταγωνίστησε στην ταινία Κραυγή στο Σκοτάδι (A Cry in the Dark) όπου υποδύθηκε τη Λίντι Τσάμπερλεν, μια Αυστραλέζα που κατηγορήθηκε για το φόνο της νεογνής κόρης της ενώ η ίδια υποστήριξε ότι την είχαν απαγάγει. Για την ερμηνεία της η Στριπ κέρδισε το βραβείο Καλύτερης Ηθοποιού στο Φεστιβάλ Καννών.
Το 1989 η Στριπ έπαιξε τον πρώτο της κωμικό ρόλο στην ταινία Διαβολογυναίκα (She-Devil). Το περιοδικό Time σχολίασε για τη Στριπ ότι ήταν ο μόνος λόγος για να δει κάποιος την ταινία.
1990-1999
Το 1991 η Στριπ υποδύθηκε μια εθισμένη στα ναρκωτικά ηθοποιό στην ταινία Φλερτάροντας τη Ζωή (Postcards from the Edge) μαζί με τους Ντένις Κουέιντ και Σίρλεϊ Μακ Λέιν. Μαζί με τη φίλη της Γκόλντι Χον, ήθελαν να κάνουν μια ταινία μαζί. Αφού κοίταξαν αρκετά πρότζεκτ, αποφάσισαν το Θέλμα & Λουίζ (Thelma & Louise), αλλά η εγκυμοσύνη της Στριπ συνέπεσε με τα γυρίσματα και οι παραγωγοί αποφάσισαν να συνεχίσουν με τις Σούζαν Σαράντον και Τζίνα Ντέιβις. Τελικά πρωταγωνίστησαν μαζί στη μαύρη κωμωδία Ο Θάνατος Σου Πάει Πολύ (Death Becomes Her, 1992).
Ακολούθησε η ταινία Το Σπίτι των Πνευμάτων (The House of the Spirits) το 1993 όπου έπαιξε μαζί με τους Γκλεν Κλόουζ και Τζέρεμι Άιρονς. Το 1994 πρωταγωνίστησε στο περιπετειώδης θρίλερ Άγριος Ποταμός (The River Wild), το 1995 πρωταγωνίστησε μαζί με τον Κλιντ Ίστγουντ στην ταινία Οι Γέφυρες του Μάντισον (The Bridges of Madison County), το 1996 μαζί με τους Ντάιαν Κίτον και Λεονάρντο Ντι Κάπριο στην ταινία Σταγόνες Αγάπης (Marvin's Room), το 1998 συμπρωταγωνίστησε μαζί με τους Γουίλιαμ Χαρτ και Ρενέ Ζελβέγκερ στο Κάτι Αληθινό (One True Thing) και το 1999 στο Μια Τρυφερή Σχέση (Music of the Heart) σε σκηνοθεσία Γουές Κρέιβεν. Για τις ταινίες Οι Γέφυρες του Μάντισον, Κάτι Αληθινό και Μια Τρυφερή Σχέση η Στριπ έλαβε υποψηφιότητες για Όσκαρ α' γυναικείου ρόλου.
2000-2009
Η Μέριλ Στριπ το 2004
Το 2000 έκανε μια μικρή εμφάνιση στην ταινία Α.Ι. Τεχνητή Νοημοσύνη (A.I. Artificial Intelligence) σε σκηνοθεσία Στίβεν Σπίλμπεργκ. Το 2002 συμπρωταγωνίστησε μαζί με τον Νίκολας Κέιτζ στο Adaptation. Η ταινία έλαβε πολύ καλά σχόλια από κοινό και κριτικούς και έλαβε υποψηφιότητα για Όσκαρ διασκευασμένου σεναρίου ενώ η Στριπ κέρδισε την τέταρτη Χρυσή Σφαίρα. Tην ίδια χρονιά, εμφανίστηκε μαζί με τις Νικόλ Κίντμαν και Τζούλιαν Μουρ στην ταινία Οι Ώρες (The Hours) βασισμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Μάικλ Κάνινγκαμ. Την ταινία σκηνοθέτησε ο Στίβεν Ντάλντρι και εστίαζε σε τρεις γυναίκες από διαφορετική γενιά η καθεμία των οποίων οι ζωές συνδέονται με κάποιο τρόπο με τη νουβέλα Mrs. Dalloway της Βιρτζίνια Γουλφ. Η ταινία έλαβε διθυραμβικές κριτικές και η Στριπ έλαβε υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα α' γυναικείου ρόλου στην κατηγορία δράμα.
Το 2003 πραγματοποίησε μια κάμεο εμφάνιση ως ο εαυτός της στην κωμωδία Οι Κολλητοί (Stuck on You) των αδερφών Φαρέλι και πρωταγωνίστησε μαζί με τους Αλ Πατσίνο και Έμμα Τόμσον στη μίνι σειρά Ο Θεός Ξέχασε τον Παράδεισο (Angels in America) για την οποία έλαβε το δεύτερο βραβείο Έμμυ και την πέμπτη Χρυσή Σφαίρα. Το 2004 βραβεύτηκε με το Life Achievement Award από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου και εμφανίστηκε μαζί με τον Ντένζελ Ουάσινγκτον στην ταινία Ο Ανθρωπος της Μαντζουρίας (The Manchurian Candidate) που σκηνοθέτησε ο Τζόναθαν Ντέμι. Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε μαζί με τον Τζιμ Κάρεϊ στην ταινία Λέμονι Σνίκετ: Μια Σειρά από Ατυχή Γεγονότα (Lemony Snicket's A Series of Unfortunate Events), βασισμένη στα τρία πρώτα βιβλία της σειράς Λέμονι Σνίκετ. Η Στριπ υποδύθηκε το ρόλο της θείας Τζοσεφίν. Η ταινία έλαβε κυρίως θετικές κριτικές και βραβεύτηκε με Όσκαρ μακιγιάζ.
Το 2005 η Στριπ πρωταγωνίστησε μαζί με την Ούμα Θέρμαν στην αισθηματική κομεντί Εγώ, Αυτός & η Μητέρα του (Prime). Την επόμενη χρονιά εμφανίστηκε στην τελευταία ταινία του Ρόμπερτ Άλτμαν Η Καλύτερη Παρέα (A Prairie Home Companion) και στην μεγάλη εισπρακτική επιτυχία Ο Διάβολος Φοράει Prada (The Devil Wears Prada). Στην ταινία υποδύθηκε τη δυναμική και απαιτητική συντάκτρια ενός περιοδικού μόδας και ήταν το αφεντικό μιας προσφάτως απόφοιτης κολεγίου, που υποδύθηκε η Αν Χάθαγουεϊ. Η ερμηνεία της Στριπ έλαβε εξαιρετικά σχόλια και βραβεύτηκε με Χρυσή Σφαίρα και έλαβε υποψηφιότητα για Όσκαρ α' γυναικείου ρόλου. Μέχρι τότε ήταν η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στην καριέρα της Στριπ, με εισπράξεις 326,5 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως.
Η Στριπ πρωταγωνίστησε μαζί με τη Ρις Γουίδερσπουν στο δραματικό θρίλερ Έκδοση Κρατουμένου (Rendition) το 2007. Η ταινία αποδείχτηκε εισπρακτική αποτυχία και έλαβε αρνητικές κριτικές. Την ίδια χρονιά έπαιξε μαζί με τους Ρόμπερτ Ρέντφορντ και Τομ Κρουζ στο Λέοντες αντί Αμνών (Lions for Lambs).
Η Μέριλ Στριπ μαζί με το καστ και το συγκρότημα ABBA στη σουηδική πρεμιέρα του Mamma Mia! τον Ιούλιου του 2008.
Το 2008, η Στριπ γνώρισε τεράστια εμπορική επιτυχία με τον πρωταγωνιστικό της ρόλο στο Mamma Mia! Η Ταινία (Mamma Mia!), την κινηματογραφική μεταφορά του ομότιτλου μιούζικαλ, βασισμένο στα τραγούδια του σουηδικού συγκροτήματος ABBA. Στην ταινία συμπρωταγωνιστούν οι Αμάντα Σέιφραϊντ, Πιρς Μπρόσναν και Κόλιν Φερθ. Η Στριπ υποδύθηκε μια μητέρα και πρώην τραγουδίστρια, της οποία η κόρη και μέλλουσα νύφη που δεν γνώρισε ποτέ τον πατέρα της, προσκαλεί τρεις υποψήφιους στο γάμο της στο ελληνικό νησί Σκόπελος. Το Mamma Mia! έγινε τεράστια εισπρακτική επιτυχία, αποφέροντας 602,6 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως και παραμένει μέχρι σήμερα η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία της Στριπ καθώς και το μεγαλύτερο σε εισπράξεις μιούζικαλ όλων των εποχών. Η ερμηνεία της Στριπ έλαβε κυρίως θετικά σχόλια και έλαβε άλλη μία υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα. Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε μαζί με τους Έιμι Άνταμς, Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν και Βαϊόλα Ντέιβις στην ταινία Αμφιβολία (Doubt). Η ταινία έλαβε πέντε υποψηφιότητες για Όσκαρ συμπεριλαμβανομένου και α' γυναικείου ρόλου για την ερμηνεία της Στριπ.
Την επόμενη χρονιά η Στριπ υποδύθηκε τη σεφ Τζούλια Τσάιλντ στην ταινία Τζούλι & Τζούλια (Julie & Julia) και πρωταγωνίστησε μαζί με τους Άλεκ Μπάλντουιν και Στιβ Μάρτιν στο Είναι Μπερδεμένο (It's Complicated). Έλαβε υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα και για τις δύο ταινίες αλλά κέρδισε για το Τζούλι & Τζούλια. Επίσης για την ίδια ταινία έλαβε τη 16η υποψηφιότητά της για Όσκαρ.
2010-σήμερα
Το 2011 ενσάρκωσε την πρώην Πρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας Μάργκαρετ Θάτσερ στην ταινία Η Σιδηρά Κυρία (The Iron Lady). Για την ερμηνεία της βραβεύτηκε με Όσκαρ[50], Χρυσή Σφαίρα και BAFTA Α' Γυναικείου Ρόλου και έλαβε υποψηφιότητα για Screen Actors Guild Award Το 2012 συμπρωταγωνίστησε μαζί με τους Τόμι Λι Τζόουνς και Στιβ Καρέλ στην αισθηματική κομεντί Ποτέ Δεν Είναι Αργά (Hope Springs). Για την ερμηνεία της έλαβε υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα Α' Γυναικείου Ρόλου. To 2013 συμπρωταγωνίστησε μαζί με την Τζούλια Ρόμπερτς στην ταινία Αύγουστος (August: Osage County), βασισμένη στο ομότιτλο βραβευμένο με Πούλιτζερ θεατρικό του Τρέισι Λετς και σε σκηνοθεσία του Τζον Γουέλς. Τα γυρίσματα της ταινίας ξεκίνησαν το Σεπτέμβριο του 2012 και κυκλοφόρησε στους κινηματογράφους το Δεκέμβριο του 2013. Για την ερμηνεία της έλαβε υποψηφιότητες για Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου και Χρυσή Σφαίρα Α' Γυναικείου Ρόλου - Κωμωδία/Μιούζικαλ.
Προσωπική ζωή
Η Μέριλ Στριπ ήταν αρραβωνιασμένη με τον ηθοποιό Τζον Καζάλ μέχρι το θάνατό του από καρκίνο στους πνεύμονες το Μάρτιο του 1978. Παντρεύτηκε με τον Ντον Γκάμερ στις 30 Σεπτεμβρίου 1978 και απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Τον Χένρι "Χανκ" Γουλφ Γκάμερ, τη Μέρι Γουίλα "Μάμι" Γκάμερ, την Γκρέις Τζέιν Γκάμερ και τη Λουίζα Τζέικομπσον Γκάμερ.
Ερνέστος Τσίλλερ, ήταν Γερμανός αρχιτέκτονας από τη Σαξονία, ο οποίος έδρασε στη Βιέννη και την Ελλάδα κατά τον 19ο και 20ό αιώνα
Ερνέστος Τσίλλερ
Ο Ερνέστος Τσίλλερ, ήταν Γερμανός αρχιτέκτονας από τη Σαξονία, ο οποίος έδρασε στη Βιέννη και την Ελλάδα κατά τον 19ο και 20ό αιώνα. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους και διασημότερους αρχιτέκτονες στην ελληνική επικράτεια σχεδιάζοντας και επιβλέποντας εκατοντάδες κτήρια. (Γερμανικά: Ernst Moritz Theodor Ziller, Όμπερλόσσνιτς, 22 Ιουνίου 1837 - Αθήνα, 12 Νοεμβρίου 1923)
Βιογραφικά στοιχεία
Η οικογενειακή επιχείρηση στο Ράντεμποϊλ, προάστιο της Δρέσδης
Γεννήθηκε στη συνοικία Ζερκόβιτς στο σημ. Όμπερλόσσνιτς - Ράντεμποϊλ της Σαξονίας, στις 22 Ιουνίου 1837, και ήταν γιος του Κριστιάν Τσίλλερ (Christian Gottlieb Ziller), εργολάβου και κτηματία, και της Γιοχάνα Σοφί Φίχτερ (Johanna Sophie Fichter). Είχε εννέα αδέλφια από τους οποία οι τρείς ακολούθησαν το επάγγελμα του αρχιτέκτονα. Η οικογένεια διατηρούσε κατασκευαστική εταιρεία, την οποία κληρονόμησαν οι Moritz και Gustav Τσίλλερ. Ένας από τους αδελφούς του, ο Παύλος (Paul), εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα ασχολούμενος με οικοδομικές επιχειρήσεις. Σπούδασε αρχιτεκτονική στη Βασιλική Σχολή Οικοδόμησης στη Δρέσδη την περίοδο 1855 - 1858 και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Βιέννη, όπου προσελήφθη ως σχεδιαστής στο γραφείο του Θεόφιλου Χάνσεν. Το 1859 επιστρέφει στην πατρίδα του, όπου και συμμετείχε σε διαγωνισμό ανέγερσης κατοικιών στην Τιφλίδα, διαγωνισμό όμως που εγκατέλειψε, αν και ήταν ο επικρατέστερος, για να αποδεχθεί πρόταση του Χάνσεν να εργαστεί πάνω στην ανέγερση του κτιρίου της Ακαδημίας Αθηνών. Παράλληλα φοίτησε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βιέννης, όπου τιμήθηκε με το αργυρό μετάλλιο της σχολής. Το 1861 ξεκίνησε τετραετές ταξίδι στις ιταλικές πόλεις Βερόνα, Ρώμη, Βενετία, Πομπηία κ.ά. Το 1864 εγκαταστάθηκε πάλι στη Βιέννη, όπου και εργάστηκε για μια τετραετία στο γραφείο του Χάνσεν.
Υπήρξε προσωπικός φίλος του βασιλιά Γεωργίου Α΄, για λογαριασμό του οποίου πραγματοποίησε αρκετές σχεδιαστικές μελέτες.
Απεβίωσε στην Αθήνα το 1923. Ήταν παντρεμένος με την πιανίστρια Σοφία Δούδου και είχαν αποκτήσει πέντε παιδιά: τη Βαλέρια, την Ναταλία, την Ιωσηφίνα (Φιφή), σύζυγο του ζωγράφου Δημητρίου Δήμα, τον Όθωνα και τον Βάλτερ. Η οικία του διατηρείται ακόμα και σήμερα στην οδό Μαυρομιχάλη (μεταξύ Ακαδημίας και Σόλωνος), ενώ διατηρούσε και εξοχική κατοικία στην οδό Πεσμαζόγλου 12 στην Κηφισιά μέσα σε έκταση σαράντα στρεμμάτων. Στην Εθνική Πινακοθήκη φυλάσσεται το αρχείο Τσίλλερ, το οποίο αγοράστηκε το 1961 από τον Μαρίνο Καλλιγά και διαθέτει περί τα 400 σχέδια καθώς διάφορα άλλα τεκμήρια (χειρόγραφα, έγγραφα κ.α.) από τη ζωή του.
Εγκατάσταση στην Ελλάδα
Το 1861 ταξίδεψε μαζί με τον Χάνσεν για πρώτη φορά στην Αθήνα. Το 1868 επέστρεψε για να εργαστεί ως ανεξάρτητος αρχιτέκτονας στην Ελλάδα. Η γνωριμία του με τον Βασιλιά Γεώργιο Α΄ και οι διασυνδέσεις του με την μεγαλοαστική τάξη των Αθηνών ενίσχυσαν την φήμη του με αποτέλεσμα να αναλάβει εκατοντάδες παραγγελίες για την ανέγερση δημοσίων κτιρίων καθώς και ιδιωτικών κατοικιών και επάλευων. Υπολογίζεται ότι κατά τη διάρκεια της ζωής του ανέλαβε την σχεδίαση και κατασκευή τουλάχιστον πεντακοσίων κτιρίων.
Το 1872 διορίστηκε καθηγητής του Πολυτεχνείου, απ' όπου όμως απολύθηκε, το 1883, λόγω της άρνησής του να συγκαλύψει τις οικονομικές καταχρήσεις που καθυστερούσαν την ανέγερσή του Ζαππείου.
Το 1884 διορίστηκε διευθυντής Δημοσίων Έργων.
Στον Πειραιά κατασκεύασε, κοντά στην σημερινή πλατεία Αλεξάνδρας, την επονομαζόμενη "Συνοικία Τσίλλερ" ή "Συνοικία των Επαύλεων", με τον σκοπό την πώληση των ακινήτων. Αργότερα ίδρυσε εταιρία κατασκευής οικοδομικών υλικών.
Αρχαιολογικές μελέτες
Ο Τσίλλερ ασχολήθηκε εντατικά με την αρχαιολογία. Ανακάλυψε πρώτος την ακριβή θέση του Παναθηναϊκού Σταδίου ενώ την περίοδο 1864 - 1869 πραγματοποίησε ανασκαφές στο στάδιο, την έκταση του οποίου είχε αγοράσει για τον συγκεκριμένο σκοπό. Το 1865 δημοσίευσε την μελέτη του σχετικά με τον Παρθενωνα με τίτλο Περί της αρχικής υπάρξεως των καμπυλώσεων του Παρθενώνος, στην οποία υποστήριξε την, σωστή, άποψή του περί ηθελημένης καμπυλότητας. Πραγματοποίησε επίσης αρχαιολογικές έρευνες για την ανέρευση της Τροίας καθώ και αρκετές μελέτες για τα υδατοφράγματα Αττικής, το Θέατρο του Διονύσου στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης, την αρχιτεκτονική δομή του Παρθενώνα κ.α. Σχεδίασε τα λείψανα των αετωμάτων και είναι από τους πρώτους που κατέγραψαν την πολυχρωμία στα αγάλματα και στα αρχιτεκτονικά μέλη του Θησείου, του Ερεχθείου, του Ναού της Αφαίας στην Αίγινα κ.ά. Από τις μελέτες αυτές ο Τσίλλερ εμπνεύστηκε τα διακοσμητικά στοιχεία για τις κατοικίες του. Γενικά το ύφος του, εκλεκτικό στο πλαίσιο του νεοκλασικισμού, εμπνέεται από την Αρχαιότητα, το Βυζάντιο, την Αναγέννηση αλλά και από βορειοευρωπαϊκά στοιχεία.
Αρχιτεκτονική
Μέγαρο Σλήμαν (Ιλίου Μέλαθρον)
Το κύριο αντικείμενο της οικογενειακής επιχείρησης που γνώρισε ήταν η κατασκευή επαύλεων αντίστοιχης κλίμακας με τις ελληνικές. Υπήρξε βασικός συντελεστής της διαμόρφωνης και της ανάπτυξης του ώριμου ελληνικού κλασικισμού.
Η δημιουργική σκέψη του Τσίλλερ συνδυάστηκε με την αισθητική της εποχής του βασιλιά Γεωργίου Α΄. Σε αντίθεση με τον δάσκαλό του, Θεόφιλο Χάνσεν, δημιούργησε το έργο του στην ηλιόλουστη Αττική και όχι στον ομιχλώδη βορρά. Το μέγεθος της Αθήνας επέβαλλε διαφορετικές κλίμακες και αναλογίες από αυτές των πρωτευουσών του βορρά, ώστε να είναι σύμφωνες με τα αισθητικά, φυσικά και ιστορικά δεδομένα του τόπου. Ο Τσίλλερ προσαρμόστηκε σε αυτά και τελικά επηρέασε την ελληνική αρχιτεκτονική, περισσότερο από κάθε άλλον αρχιτέκτονα, δίνοντας στην Αθήνα τον ευρωπαϊκό της χαρακτήρα.
Έργα του
Ο αριθμός των έργων του ξεπερνά τα 500. Κτίρια που σχεδίασε ο Έρνστ Τσίλλερ είναι μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα.
Αθήνα
Ανάκτορο του Διαδόχου (1891-1897) (σήμερα Προεδρικό Μέγαρο)
Ιλίου Μέλαθρον, κατοικία του Ερρίκου Σλήμαν (1878-1881) (σήμερα στεγάζει το Νομισματικό Μουσείο Αθηνών).
Βασιλικό Θέατρο (σήμερα Εθνικό Θέατρο) (1895-1901).
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Οικοδομήθηκε σε σχέδια του αρχιτέκτονα Λούντβιχ Λάνγκε. Ο Τσίλερ ήταν ο τρίτος και τελευταίος επιβλέπων του έργου, επέφερε δε αλλαγές στην πρόσοψη του κτιρίου, προσθέτοντας το ιωνικό πρόπυλο και τις εκατέρωθεν στοές.
Μέγαρο Σταθάτου (1895).
Μέγαρο Ανδρέα Συγγρού, στην συμβολή της οδού Βασιλίσσης Σοφίας 5 (πρώην οδός Κηφισίας) με την οδό Ζαλοκώστα, σήμερα είναι το κεντρικό κτίριο του Υπουργείου Εξωτερικών.
Μέγαρο (έπαυλη) του Ανδρέα Συγγρού (1872-1873) στο κτήμα Αναβρύτων, μεταξύ Αμαρουσίου και Κηφισιάς.
Έπαυλη του Νικολάου Θων (Thon). Η έπαυλη είχε οικοδομηθεί (1891) ολόκληρη πάνω σε σχέδια του Τσίλερ, στη συμβολή των λεωφόρων Αλεξάνδρας και Κηφισσίας. Δεν υπάρχει πια αλλά διασώζεται στο εσωτερικό του περιβόλου της έπαυλης ο ναός του Αγίου Νικολάου, ένα περίκεντρο νεοκλασικό εκκλησάκι με ημισφαιρικό θόλο, που οικοδομήθηκε περί το 1900, το οποίο όμως δεν σχεδιάστηκε από τον Τσίλερ, αλλά από τον Αναστάσιο Μεταξά, ο οποίος ήταν νεότερος του Τσίλλερ και επίσης αυλικός.
Η πρώτη βασιλική έπαυλη στο Τατόι (1872-74) (καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1916).
Μέγαρο Μελά (1874) στην οδό Αιόλου, το μεγαλύτερο Αθηναϊκό ιδιωτικό κτίριο της εποχής, του οποίου η ανέγερση κόστισε 1.000.000 δραχμές.
Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, στην Πλατεία Κοτζιά. Γκρεμίστηκε το 1940.
Nαός του Αγίου Λουκά Πατησίων (1865-1870). H πρώτη εκκλησία - έργο του Τσίλερ κτίστηκε σε νεορωμανικό ρυθμό, εμφανή κυρίως στον τρούλλο.
Ναός Αγίου Γεωργίου Ορφανοτροφείου Χατζηκώνστα (Μεταξουργείου), 1899-1901. Εκκλησία νεο-ρωμανικού ρυθμού, με τους χαρακτηριστικούς πυργίσκους στις εξωτερικές ακμές.
Διοικητήριο της Σχολής Ευελπίδων (1889) (σήμερα Σχολή Εθνικής Άμυνας).
Παλαιό Χημείο (1887). Σχεδιάστηκε και κτίστηκε σε συνεργασία με τον αρχιτέκτονα του Βερολίνειου Χημείου Zarstrau και την έγκριση του διάσημου χημικού Hofmann.
Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (1887-1897), τετραώροφο νεοκλασικό μέγαρο στη γωνία των οδών Χαριλάου Τρικούπη και Φειδίου.
Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (1905), τριώροφο νεοκλασικό μέγαρο στη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
Μέγαρο Δεληγεώργη (1890. Τριώροφο μέγαρο μεταξύ των οδών Πινδάρου, Ακαδημίας και Κανάρη, εκλεκτικιστικού ρυθμού.
Μέγαρο Κούπα (1875-1900). Νεοκλασικό κτίριο στην οδό Πανεπιστημίου, από τα μεγαλύτερα και πολυτελέστερα της εποχής εκείνης. Ανήκε στον βιομήχανο Αχιλλέα Κούπα.
Petit Palais (Ιταλική Πρεσβεία), 1885. Μέγαρο στη γωνία της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας με την οδό Σέκερη.
Αιγυπτιακή Πρεσβεία (1885). Nεοκλασικό μέγαρο στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, αρχικά γνωστό ως Μέγαρο Ψύχα.
Εκλεκτικιστική τριώροφη κατοικία στην οδό Σταδίου (1880). Αρχικά ανήκε στον Χιώτη τραπεζίτη Σταμάτιο Δεκόζη Βούρο.
Ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος» (1889), στη δυτική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας. Αρχικά ήταν τριώροφο, με αγάλματα στη στέψη, τα οποία αφαιρέθηκαν όταν προστέθηκε ο τέταρτος όροφος (μετά το 1920).
Πολυκατοικία Πεσμαζόγλου (1900). Επιβλητικό τετραώροφο μέγαρο εκλεκτικιστικού ρυθμού στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, με όψη και προς την οδό Ηρώδου Αττικού. Η προς την οδό Ηρώδου Αττικού δυτική πτέρυγα του μεγάρου κατεδαφίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Κινηματοθέατρο «Αττικόν» (1899-1901). Η αρχική εκλεκτικιστική φάση του κτιρίου οικοδομήθηκε σε σχέδια του Τσίλερ. Δέχθηκε σημαντική επέμβαση (1914 - 1920) σε ρυθμό νεομπαρόκ όταν οικοδομήθηκε, σε τμήμα του, το κινηματοθέατρο «Αττικόν».
Ξενοδοχείο «Μπάγκειον» (1890-1894). Τετραώροφο (αρχικά τριώροφο) κτίριο στην ανατολική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας.
Ξενοδοχείο «Excelsior» (1910-1914). Πιθανότατα έργο του Τσίλερ. Είναι τετραώροφο μέγαρο στη γωνία της οδού Πανεπιστημίου με την πλατεία Ομονοίας.
Κτίριο οικογένειας Φρυσίρα (1904). Νεοκλασικό κτίριο στην οδό Μονής Αστερίου 7 στην Πλάκα με στοιχεία ιωνικού ρυθμού.
Οικία Α. Κατσανδρή (1878). Απλό διώροφο κτίριο στην οδό Αθηνάς, αρ. 51.
Νέο Αρσάκειο (1900-1925). Σχεδιάστηκε απόν Κωνσταντίνο Μαρούδη. Το 1907 ο Τσίλερ ανέλαβε την πλήρη αναμόρφωση της πρόσοψης.
Πειραιάς
Οικία Πατσιάδου στην Πλατεία Αλεξάνδρας (1894-1895).
Συνοικία Τσίλλερ ή "Συνοικισμός Επαύλεων" στην Πλατεία Αλεξάνδρας στην Καστέλλα (1874-1876).
Οικία Σπυρίδωνος Μεταξά στη Βασιλέως Γεωργίου Α' και Γρηγορίου Λαμπράκη (1899).
Οικία του Σπύρου Μεταξά, ιδρυτή της ομώνυμης ποτοποιίας METAXA στον Πειραιά
Οικία Χριστοφή στο νέο Φάληρο
Υπόλοιπη Ελλάδα
Ναός Αγίου Ιωάννου, στο Μαρκόπουλο Μεσογαίας (1889). Το αρχικό σχέδιο του Τσίλερ κρίθηκε πολύ δαπανηρό με αποτέλεσμα να αναλάβει την επίβλεψη άλλος αρχιτέκτονας ο οποίος του επέφερε σημαντικές αλλαγές ώστε να μειωθεί το κόστος.
Ναός Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (1893) στα Βίλια
Θέατρον Απόλλων, Πάτρα
Δημοτικό Θέατρο Πατρών «Απόλλων» (1871-1872).
Δημοτικό Θέατρο «Φώσκολος» (1870 - 1875) (Ζάκυνθος, καταστράφηκε από τους σεισμούς της 12ης Αυγούστου 1953).
Δημαρχείο Ερμούπολης Σύρου (1876-1891).
Μουσείο της Ολυμπίας.
Δημοτική Αγορά Πύργου (τώρα Αρχαιολογικό Μουσείο Πύργου).
Δημοτική Αγορά Αιγίου (1890) (σημερινό Αρχαιολογικό Μουσείο Αιγίου).
Μητροπολιτικός Ναός Παναγίας Φανερωμένης (Αίγιο, θεμελίωση 1899, εγκαίνια 1914). Ο τρούλλος του ναού, αναγεννησιακής μορφής, πλαισιώνεται από τέσσερα συμμετρικά κωδωνοστάσια και στέφεται από τοξύλια ρωμανικού ρυθμού.
Ναός Εισοδίων της Θεοτόκου (1894).
Ναός Αγίου Ανδρέου (Αίγιο, 1888 ή 1893).
Αρχοντικό Ευθυμίου Γάτου (Αίγιο, Γάτειο Κληροδότημα, σημερινό Ταχυδρομείο) (Αρχές δεκαετίας 1910).
Παναρκαδικό Νοσοκομείο «Ευαγγελίστρια» (1895-1905) (σήμερα Αρχαιολογικό Μουσείο Τρίπολης) θεωρείται πιθανό έργο του Τσίλλερ.
Αρχαιολογικό Μουσείο Μήλου (1870).
Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στη Θεσσαλονίκη (1894) (σήμερα Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα).
Το Παλαιό Παρθεναγωγείο (Γύθειο).
Ναός Αγίας Μαρίνης (Βέλο Κορινθίας).
Περισσότερα Άρθρα...
- Εμμανουήλ Μπενάκης, ήταν Έλληνας επιχειρηματίας και πολιτικός που διετέλεσε βουλευτής, υπουργός και δήμαρχος Αθηναίων
- Νικόλ Κίντμαν, είναι Αυστραλή ηθοποιός και βραβευμένη με Όσκαρ
- Ολυμπία Δουκάκη, είναι Ελληνοαμερικανίδα ηθοποιός, κόρη Ελλήνων μεταναστών
- Έρολ Φλιν, ήταν Αυστραλός ηθοποιός του κινηματογράφου, που έγινε γνωστός για τους ρομαντικούς ηρωικούς ρόλους του στις ταινίες του Χόλυγουντ