Άρθρα
Μαίρη Μακ Αλίς, Ιρλανδή πολιτικός, δικηγόρος και δημοσιογράφος, η οποία εξελέγη ως πρόεδρος της Ιρλανδικής Δημοκρατίας
Μαίρη Μακ Αλίς
Η Μέρι Μακ Αλίς (Mary Patricia McAleese, 27 Ιουνίου 1951) είναι Ιρλανδή πολιτικός, δικηγόρος και δημοσιογράφος, η οποία εξελέγη ως πρόεδρος της Ιρλανδικής Δημοκρατίας.
Έγινε έτσι η 8η Πρόεδρος της Ιρλανδίας, διαδεχόμενη στις11 Νοεμβρίου του 1997 την Μαίρη Ρόμπινσον.
Επανεξελέγη το 2004 και παρέμεινε στη θέση της μέχρι τον Οκτώβριο του 2011, όταν και παρέδωσε τη θέση του Προέδρου στον Μάικλ Ντ. Χίγκινς.
Η Mary Patricia Leneghan γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ardoyne του Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας στις 27 Ιουνίου του 1951 και είναι σύζυγος του Μάρτιν Μακ Αλίς.
Οι γονείς της αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την περιοχή όταν ξέσπασαν οι θρησκευτικές ταραχές. Έγινε καθηγήτρια Εγκληματολογίας και Ποινικολογίας και αργότερα εργάστηκε ως νομική σύμβουλος, δημοσιογράφος και δικηγόρος.
Προεδρία
Εξελέγη Πρόεδρος για πρώτη φορά το 1997, με αντιπάλους στις εκλογές την Μαίρη Μπανότι του Φάιν Γκέιλ, τον Άντι Ρος και δύο ανεξάρτητους, τους Ντάνα Ρόουζμερι Σκάλον (Dana Rosemary Scallon) και Ντέρεκ Νάλι (Derek Nally).
Στις 11 Νοεμβρίου του 1997 ανέλαβε καθήκοντα Προέδρου και ήταν η πρώτη φορά που μία γυναίκα διαδεχόταν μια άλλη γυναίκα (την Μαίρη Ρόμπινσον) στο αξίωμα του Αρχηγού Κράτους σε οποιαδήποτε χώρα στον κόσμο.
Την 1η Οκτωβρίου του 2004 και χωρίς αντίπαλο ανακηρύχθηκε ξανά Πρόεδρος για μια ακόμα επταετή θητεία.
Από τις 19 Νοεμβρίου του 2005 είναι η μακροβιότερη γυναίκα Αρχηγός Κράτους στον κόσμο, ύστερα από την αποχώρηση της Προέδρου της Σρι Λάνκα, Τσαντρίκα Κουμαρατούνγκα.
Είναι μέλος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Γυναικών Ηγετών.
Νόρα Βαλσάμη, Ελληνίδα ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης
Νόρα Βαλσάμη
Η Νόρα Βαλσάμη είναι Ελληνίδα ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης.
Γεννήθηκε στο Κάιρο της Αιγύπτου στις 24 Ιανουαρίου του 1948. Είναι σύζυγος του σκηνοθέτη Ερρίκου Ανδρέου που γνωρίστηκαν στα γυρίσματα της ταινίας «Τα δύο πόδια σ' ένα... παπούτσι!» της Φίνος Φιλμ του 1967 που σκηνοθέτησε ο ίδιος με το ψευδώνυμο Δημήτρη Μήκα.
Σπούδασε χορό και ρυθμική στην Αίγυπτο. Αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Γιώργου Θεοδοσιάδη.
Έκανε την πρώτη της θεατρική εμφάνιση σε μια παραγωγή του 1965, στην κωμωδία του Αριστοφάνη Εκκλησιάζουσες, όταν ακόμη φοιτούσε στη δραματική σχολή.
Ένα χρόνο αργότερα έκανε το ντεμπούτο της και στη μεγάλη οθόνη, στην ταινία «Τζένη, Τζένη».
Το 1966 η Νόρα Βαλσάμη, μόλις δεκαέξι ετών, είχε πάει στις Τρεις Γέφυρες, στα στούντιο της Φίνος Φιλμ, για να κάνει οντισιόν για το «Τζένη, Τζένη». «Δεν ήταν παρά δύο γκρο πλαν», είχε πει η ηθοποιός «στα οποία φαινόταν μόνο το πρόσωπό μου, ενώ υποτίθεται ότι τραγουδούσα. Η φωνή όμως δεν ήταν δική μου, γιατί ντουμπλάριζα την Καίτη Χωματά».
Αν και το υλικό ήταν δοκιμαστικό, άρεσε στον Φίνο Φιλμ και γι’ αυτό αποφάσισε να το χρησιμοποιήσει στην ταινία χωρίς όμως το όνομά της να αναφέρεται στους τίτλους.
Έτσι, εν αγνοία της εκείνη είχε κάνει το κινηματογραφικό της ντεμπούτο σε μια ταινία στην οποία δεν ήξερε καν ότι… έπαιζε.
Μάλιστα, στην εφημερίδα «Τα Νέα» είχε γραφτεί: «Πώς γίνονται και αναφέρονται στους τίτλους τα ονόματα των πρωταγωνιστών, του σκηνοθέτη και των υπόλοιπων συντελεστών και δεν αναφέρεται το όνομα της πράγματι έξοχης τραγουδίστριας;». Και δεν ήταν φυσικά εκείνη που τραγουδούσε…
Ωστόσο, εκείνα τα δύο δοκιμαστικά για το «Τζένη, Τζένη» τελικά αποδείχτηκαν τυχερά για την ηθοποιό. Άλλωστε, δεν πέρασε πολύ καιρός από τη στιγμή που υπέγραψε επταετές συμβόλαιο με τη Φίνος Φιλμ.
Αμέσως, ακολούθησαν οι συμμετοχές της στη «Στεφανία» και στο «Κάτι κουρασμένα παλικάρια», ενώ την επόμενη χρονιά, το 1967, από ένα άλλο νησί του Αργοσαρωνικού θα άρχιζε ουσιαστικά την καριέρα της. Η ταινία δεν ήταν άλλη από το «Γοργόνες και μάγκες».
Όμως, παρά την ξαφνική επιτυχία της, η Νόρα Βαλσάμη εκείνη την περίοδο είχε αλλού το μυαλό της. Μόλις είχε γνωρίσει τον σκηνοθέτη, Ερρίκο Ανδρέου, ο οποίος έγινε τελικά ο έρωτας της ζωής της. Τους είχε συστήσει ο Φίνος Φιλμ στο στούντιό του την εποχή που εκείνος είχε μόλις γυρίσει μια άλλη ταινία με την Τζένη Καρέζη, το «Εκείνος κι εκείνη».
Μετά από μια πλειάδα ρόλων η Νόρα Βαλσάμη αποσύρθηκε από τις ταινίες το 1975 και ασχολήθηκε αποκλειστικά με το θέατρο.
Ρήγας Φεραίος, ήταν Έλληνας συγγραφέας, πολιτικός στοχαστής και επαναστάτης
Ρήγας Φεραίος
Ο Ρήγας Βελεστινλής ή Ρήγας Φεραίος ήταν Έλληνας συγγραφέας, πολιτικός στοχαστής και επαναστάτης. (πραγματικό όνομα Αντώνιος Κυριαζής, 1757 - 24 Ιουνίου 1798)
Θεωρείται εθνομάρτυρας και πρόδρομος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Ο ίδιος υπέγραφε ως «Ρήγας Βελεστινλής» ή «Ρήγας ο Θεσσαλός» και ουδέποτε «Φεραίος», κάτι που ίσως να είναι δημιούργημα μεταγενέστερων λογίων.
Οικογένεια
Γεννήθηκε στο Βελεστίνο, τις αρχαίες Φερές, το 1757, από εύπορη οικογένεια. Από τη νεανική του ζωή τα μόνα γνωστά είναι αυτά που ίδιος αναγράφει στην Επιπεδογραφία της Φεράς νυν λεγομένης Βελεστίνος, που είναι στο 4ο φύλλο της δωδεκάφυλλης «Χάρτας της Ελλάδος», που είναι και ένας ύμνος στη γενέτειρά του. Το όνομα του πατέρα του ήταν «Κυρίτζης», όπως φαίνεται στο αυτόγραφο του Ρήγα σε βιβλίο αρχαίοι γεωγράφοι του 1571, που είναι στην Εθνική Βιβλιοθήκη Ελλάδος, συνηθισμένο όνομα στην περιοχή του Βελεστίνου, που διατηρείται μέχρι σήμερα.
O πατέρας του ονομαζόταν Γεώργιος Κυρατζής ή Κυριαζής (ο παππούς του Κωνσταντίνος Κυριαζής ή Κυρατζής από το Περιβόλι Γρεβενών εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Βελεστίνο που είχε μεταβληθεί σε Περιβολιώτικη παροικία, στις αρχές του 18ου αιώνα.
Η εκδοχή αυτή αμφισβητείται διότι πουθενά δεν αναγράφει ο Ρήγας όνομα του παππού του. Επί πλέον οι ποιμένες Βλάχοι ξεχειμώνιαζαν στο Βελεστίνο και σύμφωνα με την πληροφορία του Άγγλου περιηγητή Ληκ του 1809 νοίκιαζαν τα σπίτια των Τούρκων που βρίσκονταν στο Τσιφλίκι και όχι στη χριστιανική συνοικία, όπου και το Σπίτι του Ρήγα).
Σύμφωνα με τη συστηματική μελέτη «Όνομα και καταγωγή του Ρήγα Βελεστινλή» θεωρήθηκε ότι είναι ντόπιος, γηγενής και δεν είχε βλάχικη καταγωγή. Η μητέρα του ονομαζόταν Μαρία και είχε ένα αδελφό με το όνομα Κώστας. Η ύπαρξη αδελφής του αμφισβητείται διότι δεν υπάρχουν σχετικά έγγραφα.
Η ύπαρξη του αδελφού του επιβεβαιώνεται και από τον Φραγκίσκο Πουκεβίλ που αναφέρει πως είχε και ένα αδελφό, τον Κωστή, ο οποίος μάλιστα συμμετείχε στην επανάσταση του 1821. Η οικογένεια του υπήρξε από τα θύματα της τουρκικής μανίας. Από αυτούς διασώθηκαν μόνο η μητέρα του με τον αδερφό του και μεταφέρθηκαν στη Βλαχία, όπου συντηρούνταν από τον Ρήγα.
Νεανικά χρόνια
Τα νεανικά χρόνια του Ρήγα Φεραίου είναι βυθισμένα στην αχλύ του θρύλου και είναι δύσκολο να ανιχνευθούν τα πραγματικά γεγονότα, όπως και ένα μεγάλο μέρος από τις δραστηριότητές του αργότερα. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι τα άτομα με τα οποία συνεργαζόταν συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν, αλλά και οι περισσότερες από τις προκηρύξεις του καταστράφηκαν.
Αργότερα η ανάγκη δημιουργίας εθνικών ηρώων του υπόδουλου έθνους, σε συνδυασμό με την έλλειψη σχετικής ιστοριογραφίας ανήγαγε πολλούς θρύλους περί του προσώπου του. Οι βασικότερες πληροφορίες για τον ίδιο και την οικογένειά του παρέχει ο Χριστόφορος Περραιβός που υπήρξε συνεργάτης του και συναγωνιστής.
Σύμφωνα με τον Χριστόφορο Περραιβό τα πρώτα του γράμματα λέγεται ότι τα διδάχθηκε από ιερέα του Βελεστίνου και κατόπιν στη Ζαγορά. Καθώς διψούσε για μάθηση, ο πατέρας του τον έστειλε στα Αμπελάκια για περαιτέρω μόρφωση. Όταν επέστρεψε, έγινε δάσκαλος στην κοινότητα Κισσού Πηλίου.
Στην ηλικία των είκοσι ετών σκότωσε στο Βελεστίνο έναν Τούρκο πρόκριτο, επειδή του είχε συμπεριφερθεί δεσποτικά, και κατέφυγε στο Λιτόχωρο του Ολύμπου, όπου κατατάχθηκε στο σώμα των αρματολών του θείου του, Σπύρου Ζήρα. Αργότερα βρίσκεται στο Άγιο Όρος, φιλοξενούμενος του ηγουμένου της μονής Βατοπεδίου, Κοσμά με τον οποίο και ανέπτυξε στενή φιλία.
Στην ίδια μονή συνδέθηκε φιλικά με τον συμπατριώτη του τον μοναχό Νικόδημο (Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη), ο οποίος του είχε παραχωρήσει τα κλειδιά της βιβλιοθήκης της φημισμένης Αθωνιάδας Σχολής για να εμπλουτίσει τις γνώσεις του.
Επαναστατική δράση
Στο Άγιο Όρος έμεινε πολύ λίγο. Ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, μετά από πρόσκληση του Πρέσβη της Ρωσίας για σπουδές, στην οικία του οποίου γνώρισε τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη (1726-1806) μέγα διερμηνέα του Σουλτάνου και παππού του μετέπειτα αρχηγού της Φιλικής Εταιρίας, επίσης Αλέξανδρου Υψηλάντη (1792-1828). Στην Πόλη διεύρυνε τις σπουδές του στη Γαλλική, στην Ιταλική και τη Γερμανική γλώσσα.
Όταν ο Υψηλάντης έφυγε για το Ιάσιο, προκειμένου να γίνει ηγεμόνας της Μολδαβίας, ο Ρήγας τον ακολούθησε. Διαφωνώντας με τον Υψηλάντη έγινε γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαου Μαυρογένη, αδερφό του παππού της Μαντώς Μαυρογένους και ταξίδεψε για το Βουκουρέστι έδρα της ηγεμονίας, όντας πλέον στην ηλικία των 30 χρόνων.
Μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο και την ήττα της Τουρκίας (1790) ο Μαυρογένης αποκεφαλίστηκε ως υπαίτιος της ήττας και ο Ρήγας κατέφυγε στη Βιέννη, την οποία έκανε έδρα της επαναστατικής δράσης του.
Στη Βιέννη ταξίδεψε μαζί με τον Αυστριακό βαρώνο Ελληνικής καταγωγής Χριστόδουλο Λάνγκενφελτ-Κιρλιανό, ο οποίος τον έφερε σε επαφή με άλλους ομογενείς.
Στη Βιέννη συνεργάτες του ήταν κυρίως Έλληνες έμποροι ή σπουδαστές, αλλά οι σημαντικότεροι από αυτούς ήταν οι αδελφοί Πούλιου, από τη Σιάτιστα της Μακεδονίας, τυπογράφοι.
Στο τυπογραφείο τους τύπωσε τον Θούριο και την Χάρτα που φιλοτεχνήθηκε από τον Αυστριακό λιθογράφο Φρανσουά Μίλλερ, την επαναστατική του προκήρυξη σε χιλιάδες αντίτυπα, προκειμένου να μοιραστούν στους Έλληνες των υπόλοιπων φιλελεύθερων περιοχών των Βαλκανίων, το Σχολείον των ντελικάτων Εραστών, το Φυσικής απάνθισμα, το Ηθικός Τρίπους, Το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας,Τα Δίκαια του ανθρώπου, καθώς και το Νέος Ανάχαρσις.
Ο Ρήγας απέβλεπε στην απελευθέρωση και ενοποίηση όλων των Βαλκανικών λαών και φυσικά όλου του ελληνικού στοιχείου που ήταν διασκορπισμένο στην Ανατολή και τα ευρωπαϊκά κέντρα.
Επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, πίστεψε βαθιά στην ανάγκη της επαφής των Ελλήνων με τις νέες ιδέες που σάρωναν την Ευρώπη και αυτό τον ώθησε στη συγγραφή ή μετάφραση βιβλίων σε δημώδη γλώσσα και τη σύνταξη της «Χάρτας», ενός μνημειώδους για την εποχή του χάρτη, διαστάσεων 2,07 x 2,07 μ, που αποτελείτο από επί μέρους τμήματα. Δύο έτη αργότερα, ο Άνθιμος Γαζής επιμελήθηκε μιας νέας έκδοσης της Χάρτας, μικροτέρων διαστάσεων (1,04 x 1,02 μ), με τον τίτλο Πίναξ Γεωγραφικός της Ελλάδος, χωρίς όμως να αναφέρει το όνομα του Ρήγα για να αποφύγει την αυστροουγγρική λογοκρισία.
Χάρτα του Ρήγα
Παράλληλα με τις εκδοτικές του δραστηριότητες, ο Ρήγας προετοίμαζε και την αναχώρησή του από την Αυστρία, κυρίως εξαιτίας του επαναστατικού κλίματος που είχε καλλιεργήσει η Γαλλική Επανάσταση και της διάθεσής του να ενισχύσει τις προσπάθειες του Ναπολέοντα. Το 1792 η υπογραφή της Ρωσοτουρκικής συνθήκης ειρήνης στο Ιάσιο οδηγεί τις ελπίδες του Ρήγα για απελευθέρωση των Ελλήνων από τη Γαλλία και τον Βοναπάρτη.
Οι πληροφορίες για τη μυστική επαναστατική δράση του Ρήγα είναι ασαφείς και προέρχονται κυρίως από μαρτυρίες βιογράφων και πληροφορίες τις οποίες απέσπασε η ανάκριση των Αυστριακών αρχών μετά τη σύλληψη του Ρήγα και των συντρόφων του. Το συμπέρασμα ούτως ή άλλως είναι ότι δεν υπήρχε οργανωμένος επαναστατικός συνωμοτικός πυρήνας αλλά διάσπαρτες επαφές με ομοεθνείς, τους οποίους διέγειρε ο επαναστατικός ενθουσιασμός του Ρήγα.
Το πιθανότερο και επικρατέστερο σενάριο που επικρατεί μέχρι σήμερα για τη σύλληψη του Ρήγα έχει να κάνει σχέση με τη τελευταία φάση προετοιμασίας του που συνδέεται με δύο επαναστατικές προκηρύξεις, το Επαναστατικό Μανιφέστο και την Προκήρυξη, που τυπώθηκε σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων και είναι το εξής.
Οι δύο προκηρύξεις στάλθηκαν στον Αντώνη Νιώτη στην Τεργέστη, για να τα παραλάβει ο Ρήγας μαζί με τον αφοσιωμένο του φίλο Χριστόφορο Περραιβό και να τα προωθήσει στην Ελλάδα. Η επιστολή, όμως, με την οποία ενημέρωνε ο Ρήγας για την αποστολή των εντύπων του, έπεσε στα χέρια του Δημητρίου Οικονόμου, εμπορικού συνεργάτη ή προϊστάμενου του Αντωνίου Κορωνιού (λόγω απουσίας του τελευταίου), προς τον οποίο απευθυνόταν η επιστολή.
Ο Οικονόμου, παρότι και αυτός ήταν μέλος της οργάνωσης (υπάρχουν υπόνοιες ότι είχε παρεισφρύσει σε αυτήν, σύμφωνα με τον Κορδάτο, ως πράκτορας του Πατριαρχείου) πρόδωσε από δολιότητα ή φόβο το επαναστατικό σχέδιο του Ρήγα, καταδίδοντας τα πάντα στην αυστριακή αστυνομία και συγκεκριμένα στον νομάρχη, βαρόνο Πιττόνι, διοικητή της αστυνομίας στη Τεργέστη, ζητώντας επιπλέον, προστασία από αυτόν. Ο Πιττόνι με τη σειρά του ενημέρωσε το κυβερνήτη της πόλης Κόντε Πομπήιο Μπριγκίντο κι αυτός τον διέταξε να συλλάβει τους συνωμότες.
Το τέλος του Ρήγα
Ο Ρήγας συνελήφθη στην Τεργέστη, σε ξενοδοχείο που είχε καταλύσει μαζί με τον Περραιβό από έναν Αυστριακό αξιωματικό στις 19 Δεκεμβρίου του 1797. Σκόπευε την ίδια εκείνη ημέρα να επισκεφθεί τον Γάλλο πρόξενο της πόλης Brechet, από τον οποίο θα ζητούσε προστασία, αλλά δεν πρόλαβε. Ακολούθως, ο Ρήγας υποβλήθηκε σε ανάκριση που διήρκεσε περίπου ένα 10ήμερο, με την ολοκλήρωση δε της οποίας θα οδηγούνταν σιδηροδέσμιος στη Βιέννη, κατόπιν εντολής του αστυνομικού διοικητή της.
Τη νύκτα όμως της 30-31 Δεκεμβρίου 1797, ο Βελεστινλής, συνειδητοποιώντας τη δυσχερή κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει ο ίδιος, αλλά και το αδιέξοδο των επαναστατικών του σχεδιασμών, ίσως γιατί φοβήθηκε μήπως δεν αντέξει στα βασανιστήρια -που γνώριζε ότι θα υποβληθεί- και για να μην προδώσει τους συνεργάτες του, είτε από απελπισία για τη λιποψυχία του Περραιβού (όπως υποστηρίζει ο Κορδάτος) επιχείρησε να αυτοκτονήσει με ένα μικρό μαχαιρίδιο, καταφέροντας ένα πλήγμα στο υπογάστριό του, αλλά απέτυχε.
Τραυματισμένος αρκετά σοβαρά όπως ήταν, οδηγήθηκε σε νοσοκομείο όπου παρέμεινε έως τις αρχές του Φεβρουαρίου του 1798. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στην Τεργέστη φαίνεται ότι, υπό την ανοχή των φυλάκων του, κατόρθωσε να ειδοποιήσει με επιστολή το Γάλλο πρόξενο ζητώντας την επέμβασή του για να αφεθεί ελεύθερος, όμως εκείνος καθυστέρησε αρκετά να ενεργήσει, αφού θεώρησε σκόπιμο να πληροφορήσει πρώτα τους ανωτέρους του και να ζητήσει τη σχετική άδεια.
Μόλις μαθεύτηκε η σύλληψη του Ρήγα πολλοί έκαναν έκκληση, στο σουλτάνο Σελίμ Γ΄, για την απελευθέρωση του. Ανάμεσα σε αυτούς ο φίλος του Ρήγα, Οσμάν Πασβανόγλου, ηγεμόνας του Βιδινίου και ο Αλή Πασάς αλλά μάταια. Κατόπιν οδηγήθηκε στη Βιέννη, στις 14 Φεβρουαρίου 1798, όπου ανακρίθηκε μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους του.
Κατάληξη των ανακρίσεων, σε συνδυασμό με τις συνεννοήσεις με τον Σουλτάνο, ήταν να εκτοπισθούν από τους συλληφθέντες οι Αυστριακοί και άλλων εθνοτήτων υπήκοοι για να δικαστούν από τις Αυστριακές αρχές, εκτός από τους Οθωμανούς, που απελάθηκαν και οδηγήθηκαν στην Οθωμανική επικράτεια για να υποστούν τις κυρώσεις του Σουλτάνου.
Ο Ρήγας (41 χρονών) και οι επτά σύντροφοί του που ανήκαν στην ίδια κατηγορία, ο Ευστράτιος Αργέντης (31 χρονών, έμπορος από τη Χίο), ο Δημήτριος Νικολίδης (32 χρονών, γιατρός από τα Ιωάννινα), ο Αντώνιος Κορωνιός (27 χρονών, έμπορος και λόγιος από τη Χίο), ο Ιωάννης Καρατζάς (31 χρονών, λόγιος από τη Λευκωσία της Κύπρου), ο Θεοχάρης Γεωργίου Τουρούντζιας (22 χρονών, έμπορος από την Σιάτιστα), ο Ιωάννης Εμμανουήλ (24 χρονών, φοιτητής της ιατρικής από τη Καστοριά) και ο Παναγιώτης Εμμανουήλ (22 χρονών, αδερφός του προηγούμενου και υπάλληλος του Αργέντη), με συνοδεία των αυστριακών αρχών (έπειτα από κοπιαστικό ταξίδι μιας εβδομάδας μέσω Σεμλίνου και μετά με ποταμόπλοιο) παραδόθηκαν στις 10 Μαΐου 1798 στους Τούρκους του Βελιγραδίου και φυλακίστηκαν στον πύργο Νεμπόισα (Небојша), παραποτάμιο φρούριο του Βελιγραδίου.
Εκεί, ύστερα από συνεχή βασανιστήρια, στις 24 Ιουνίου του 1798, στραγγαλίστηκαν και τα σώματά τους ρίχτηκαν στον Δούναβη, σύμφωνα με τα επίσημα Αυστριακά έγγραφα (έκθεση Λεγκράν - Λαμπρού, σελ. 167).
Οι Οθωμανικές Αρχές, όπως υποστηρίζεται, διέδωσαν ψευδώς ότι οι οκτώ έγκλειστοι είχαν δραπετεύσει, ενώ προς επίρρωσιν του ισχυρισμού τους εξαπέλυσαν εικονικές έρευνες για την ανεύρεσή τους και τελικά δηλώθηκε ότι οι δραπέτες είχαν πνιγεί στον ποταμό. Είχε προηγηθεί αλληλογραφία με την Υψηλή Πύλη δια της οποίας δόθηκε από το Σουλτάνο η εντολή της δολοφονίας τους, χωρίς δίκη.
Εικάζεται ότι αιτία για τη θανάτωσή τους υπήρξε η πεποίθηση των Αυστριακών και Τουρκικών Αρχών πως ο Ρήγας και οι σύντροφοί του είχαν στενές σχέσεις με το Ναπολέοντα, θεωρούμενοι έτσι ως άκρως επικίνδυνοι.
Οι διαδόσεις περί διαφυγής των εγκλείστων, τις οποίες «κατεσκεύασε» ο καϊμακάμης, είχαν σκοπό να παραπλανήσουν τις κυβερνήσεις της Ευρώπης, προς τις οποίες η Οθωμανική Αρχή της Πόλης είχε παράσχει διαβεβαιώσεις ότι δε θα σκότωνε τους οκτώ Έλληνες φυλακισμένους χωρίς ανάκριση.
Πέρα από αυτό, η Οθωμανική κυβέρνηση ανησυχούσε για τις διασυνδέσεις του Ρήγα με τον Πασβάνογλου, φοβούμενη ακόμη και επίθεση του τελευταίου κατά του Βελιγραδίου, ενώ επιπλέον, δίσταζε να διατάξει τη μεταφορά τους από το Βελιγράδι προς την Πόλη, από την πιθανότητα να σταλούν δυνάμεις του Πασβάνογλου στο δρόμο και να τους απελευθερώσουν.
Για τον ακριβή γεωγραφικό εντοπισμό-τοποθεσία του αγάλματος του Ρήγα στο Βελιγράδι, καθώς και της οδού Riga od Fere (Ρήγας Φεραίος στα Σέρβικα).
Ιωάννης Βαρβάκης, ήταν εθνικός ευεργέτης, με καταγωγή από τα Ψαρά Χίου
Ιωάννης Βαρβάκης
Ο Ιωάννης Βαρβάκης ήταν εθνικός ευεργέτης με καταγωγή από τα Ψαρά Χίου. Ο Βαρβάκης γεννήθηκε στα Ψαρά στις 24 Ιουνίου 1745 και ήταν γιος του Ανδρέα Λεοντή (Λεοντίδη) και της Μαρώς Μόρου. (24 Ιουνίου 1745 - 10 Ιανουαρίου 1825)
Πως ο Λεοντής έγινε Βαρβάκης
Στα Ψαρά υπήρχαν και υπάρχουν πολλά πουλιά τα οποία έχουν μεγάλα και αυστηρά μάτια και ανήκουν σε είδος γερακιού Ιέραξ ο οξύπτερος. Τα πουλιά αυτά οι Ψαριανοί τα ονόμαζαν και τα ονομάζουν Βαρβάκια.
Οι συνομήλικοί του, βλέποντας τα μεγάλα και πολύ αυστηρά του μάτια, καθώς και την ορμητικότητα που τον χαρακτήριζε τον φώναζαν Βαρβάκι. Φαίνεται ότι η προσωνυμία του άρεσε και την διατήρησε ως επώνυμο. Έτσι πέρασε στην ιστορία με το όνομα Βαρβάκης και το επώνυμο του έγινε τίτλος ευγενείας στην τσαρική Ρωσία.
Τα πρώτα χρόνια
Ο πατέρας του ήταν σπουδαίος καραβοκύρης. Ο μικρός Γιάννης ήταν γύρω στα οκτώ όταν ο πατέρας του άρχισε να του μαθαίνει τα της ναυτιλίας και στα δέκα του ήξερε κιόλας να πυροβολεί με πιστόλι τουφέκι και να χρησιμοποιεί το κανόνι του καραβιού. Στα 15 τον έβαλε ο πατέρας του παρτσινέβελο δηλαδή μεριδιούχο στο πλοίο του και στα 18 του ναυπήγησε την πρώτη γαλιότα. Στράφηκε στην πειρατεία, όπως το σύνολο των Ψαριανών.
Τα Ορλωφικά
Κατά το ρωσοτουρκικό πόλεμο πήρε μέρος σαν κυβερνήτης πυρπολικού, ενώ ήταν ήδη πλοίαρχος εμπορικού πλοίου. Κατά τα Ορλωφικά (1770), ήταν ένας από τους Έλληνες ορθοδόξους που συντάχθηκε με τα στρατεύματα της Αικατερίνης Β' ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Ψαριανός πλοιοκτήτης εκποίησε ολόκληρη την περιουσία του για να εξοπλίσει με κανόνια και να επανδρώσει με στρατιώτες ένα από τα πλοία του, που θα έπεφτε στη μάχη ενάντια στους Τούρκους. Εκείνος θα ήταν ο καπετάνιος. Όμως δεν πρόλαβε να αναλάβει δράση. Ο σουλτάνος υπέγραψε ειρήνη, παραχωρώντας στη Ρωσία τις βόρειες ακτές της Μαύρης Θάλασσας.
Ο Βαρβάκης, όπως και οι περισσότεροι Έλληνες που πολέμησαν στο πλευρό των Ρώσων στο Αιγαίο, από το 1770 έως το 1774, έτσι κι αυτός ξέμεινε, αναγκασμένος να τα βγάλει πέρα μόνος του με τους Οθωμανούς. Εκεί κατόρθωσε να πάρει μια μικρή αποζημίωση για ένα πυρπολικό του που καταστράφηκε στον Τσεσμέ.
Ευνοούμενος της Μεγάλης Αικατερίνης
Μετά τη λήξη του Τρίτου Ρωσσοτουρκικού πολέμου (1768-1774) και την υπογραφή της Συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή ο Βαρβάκης επέστρεψε στα Ψαρά, και συνέχισε την εμπορική και πειρατική του δραστηριότητα. Όντας επικηρυγμένος από τους Οθωμανούς έβαλε πλώρη για την Κωνσταντινούπολη, χωρίς να υπολογίζει το πόσο εχθρικό ήταν το περιβάλλον εκεί για αυτόν. Το πλοίο του κατασχέθηκε, ο ίδιος βρέθηκε μπλεγμένος με τις αρχές και εκδιώχθηκε. Χωρίς δραχμή στην τσέπη, αποφάσισε να ζητήσει ακρόαση από την Αικατερίνη κάτω από δυσμενείς συνθήκες, αφού αυτό σήμαινε να περπατήσει απόσταση 5.000 χιλιόμετρων μέχρι την Αγία Πετρούπολη. Εκεί συνάντησε τον Ποτέμκιν, εραστή της Αικατερίνης, ο οποίος μεσολάβησε ώστε η Τσαρίνα να τον δεχθεί. Η Αικατερίνη αποδείχθηκε ιδιαίτερα γενναιόδωρη δίνοντάς του ένα πουγκί με 10.000 χρυσά ρούβλια και μια άδεια απεριόριστης και αφορολόγητης αλιείας στην Κασπία.
Από την Αγία Πετρούπολη κίνησε για το Αστραχάν, χωρίς την παραμικρή ιδέα για το πώς θα μπορούσε να αξιοποιήσει την άδεια αλιείας. Κι αντί να ασχοληθεί με το ψάρεμα αγόρασε ένα αποστακτήριο, με στόχο να φτιάχνει κρασί από τα γλυκά σταφύλια της στέπας. Τότε ήταν που γνωρίστηκε με έναν έμπορο από το Αστραχάν, τον Πιοτόρ Σεμιόνοβιτς Σαπόζνικοφ, ο οποίος τον προέτρεψε να ασχοληθεί με την αλιεία. Ικανός να κτίζει μεγάλα, αξιόπλοα και προηγμένα καράβια και να ξανοίγεται στη θάλασσα, ο Βαρβάκης ήταν εκτός συναγωνισμού απέναντι στους μικρομεσαίους παράκτιους Ρώσους ψαράδες. Στη βόρεια Κασπία η «επιχείρηση αλιεία» απέδωσε καρπούς. Τα πλοία του Βαρβάκη φορτώνονταν με οξύρρυγχους, λευκούς σολομούς, μεγάλους λούτσους κι άλλα πολύτιμα ψάρια.
Σε ένα από τα ταξίδια του δοκίμασε χαβιάρι που τον φίλεψαν Ρώσοι χωρικοί. Έχοντας στο μυαλό του το πάθος των Ελλήνων για το αυγοτάραχο, κατάλαβε αμέσως με ποιον τρόπο θα μπορούσε να βγάλει πολλά χρήματα από την άδεια της Αικατερίνης, εξάγοντας χαβιάρι. Όμως αντιμετώπιζε κι εκείνος το ίδιο πρόβλημα που φρέναρε τους Ιταλούς εμπόρους αρκετούς αιώνες νωρίτερα: αυτό το τόσο ευαίσθητο έδεσμα ήταν αδύνατον να ταξιδέψει για καιρό μέσα στα ξύλινα κασόνια της εποχής όσο καλά παστωμένο κι αν ήταν.
Η λύση βρέθηκε. Ήταν κιβώτια από ξύλα φλαμουριάς τα οποία δεν προκαλούσαν αλλοιώσεις στα πολύτιμα αυγά, ήταν απόλυτα στεγανά κι έτσι διατηρούσαν σε πολύ καλή κατάσταση το φορτίο που πάνω σε καμήλες ή φορτωμένο σε ιστιοφόρα ταξίδευε τον Βόλγα για να φτάσει από το Αστραχάν στην Ελλάδα. Μέχρι το 1788 η επιχείρηση του Βαρβάκη έκανε χρυσές δουλειές και απασχολούσε περισσότερους από 3.000 εργάτες για την επεξεργασία και το πακετάρισμα των αυγών του οξύρρυγχου.
Από το 1812 βρέθηκε στο Ταγκανρόγκ.Και από το 1815 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Ταϊγάνι, όπου μετέφερε όλη σχεδόν την κινητή περιουσία του,για να βρίσκεται κοντά στην Οδησσό κέντρο της Φιλικής Εταιρίας της οποίας υπήρξε ηγετικό μέλος και χρηματοδότης. Είναι ο μόνος που στα έγγραφά της αποκαλείται με το όνομά του. Είχε δώσει εν τω μεταξύ μέρος από την τεράστια περιουσία του για κοινωφελή έργα στη Ρωσία (νοσοκομεία, γέφυρες, διώρυγες) επίσης χρηματοδότησε την ανέγερση διδακτηρίου στη Σινασό, την παλιά Ναζιανζό, πατρίδα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και γι' αυτό παρασημοφορήθηκε από τον Τσάρο και του δόθηκε και τίτλος ευγένειας με το επίθετο Κομνηνός Βαρβάκης.
Η Ελληνική Επανάσταση
Ο Ιωάννης Βαρβάκης πρόσφερε πάρα πολλά στον Αγώνα πριν και κατά την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης. Αρχικά βοήθησε με πάρα πολλούς τρόπους τις ελληνικές κοινότητες στη Ρωσία και ιδιαίτερα την κοινότητα της πόλης που έμενε. Από την τσαρική κυβέρνηση μαζί με το παράσημο είχε ανακηρυχτεί αρχηγός των ευγενών του Αστραχάν. Αυτός ο τίτλος, εκτός από την περιουσία του, συντέλεσε, ώστε να έχει μεγάλη επιρροή στους κύκλους των Ρώσων ευγενών.
Ο Βαρβάκης με έξοδα δικά του εξόπλισε τους ομογενείς που πολεμούσαν με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Επίσης μέσω του Πατριαρχείου κατάφερε να εξαγοράσει πάρα πολλούς Έλληνες αιχμαλώτους. Ο Βαρβάκης πάνω απ' όλα βοήθησε τον αγώνα των Ψαριανών, των συμπατριωτών του. Έστειλε τρόφιμα και διάφορα άλλα εφόδια. Μετά την καταστροφή των Ψαρών, το 1824, ήρθε στην Ελλάδα, για να βοηθήσει με κάθε μέσο τους πρόσφυγες. Πέθανε αιχμάλωτος στο λοιμοκαθαρτήριο της Ζακύνθου.
Στη διαθήκη του άφησε 1.000.000 ρούβλια κληροδότημα για την ίδρυση του Βαρβακείου Λυκείου, και το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στο ελληνικό Δημόσιο για κοινωφελείς σκοπούς. Κατέθεσε τα χρήματα που χρειάστηκαν για την ανέγερσή του σε ρωσική τράπεζα και το 1857 άρχισε το κτίριο της Βαρβακείου Σχολής, με σχέδια και επίβλεψη του Παναγιώτη Κάλκου. Άρχισε να κτίζεται, για να ολοκληρωθεί το 1859. Με δική του δωρεά κατασκευάστηκε η κλειστή αγορά της Αθήνας (Βαρβάκειος Αγορά)[2], ενώ επίσης χρηματοδότησε την ανέγερση διδακτηρίου στη Σινασό Καππαδοκίας, την παλιά Ναζιανζό, πατρίδα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου.
Το Βαρβάκειο Λύκειο κτίστηκε κοντά στη σημερινή οδό Αθηνάς. Ιδρύθηκε το 1857 και από το 1886 και μετά λειτούργησε σαν Πρακτικό Λύκειο, αφιερωμένο σχεδόν αποκλειστικά στη σπουδή των θετικών επιστημών. Ήταν το μοναδικό Λύκειο του είδους του στη χώρα για πολλά χρόνια. Το παλιό κτίριο καταστράφηκε στα Δεκεμβριανά (1944). Σήμερα λειτουργεί γυμνάσιo και λύκειο με το όνομα «Βαρβάκειος Σχολή» σε νέο κτίριο στα όρια του Δήμου Αθηναίων και δήμου Παλαιού Ψυχικού.
Ιφιγένεια Γιαννοπούλου, ήταν συγγραφέας παιδικών βιβλίων, δημοσιογράφος, παρουσιάστρια παιδικών εκπομπών αλλά και μουσικών εκπομπών, σεναριογράφος σε πάνω από 500 τηλεοπτικές εκπομπές, μουσικός παραγωγός, στιχουργός σε πάνω από 700 τραγούδια
Ιφιγένεια Γιαννοπούλου
Η Ιφιγένεια Γιαννοπούλου ήταν συγγραφέας παιδικών βιβλίων, δημοσιογράφος, παρουσιάστρια παιδικών εκπομπών αλλά και μουσικών εκπομπών, σεναριογράφος σε πάνω από 500 τηλεοπτικές εκπομπές, μουσικός παραγωγός, στιχουργός σε πάνω από 700 τραγούδια.
Γεννήθηκε το 1964 και άρχισε να συγγράφει τα πρώτα της παιδικά βιβλία στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Παράλληλα σπούδασε Νομικά στη Νομική Σχολή Αθηνών, Δημοσιογραφία στο Δημοσιογραφικό Εργαστήρι του Χάγιου και 12 χρόνια στο Εθνικό Ωδείο και στο Ελληνικό Ωδείο κλασική κιθάρα, πιάνο και ορθοφωνία.
Συγχρόνως άρχισε να παρουσιάζει στην ΕΡΤ τις πρώτες της παιδικές τηλεοπτικές εκπομπές και, στη συνέχεια, μεγάλες μουσικές τηλεοπτικές παραγωγές στο κρατικό κανάλι, αλλά και σε μεγάλα ιδιωτικά κανάλια.
Είχε συγγράψει πάνω από 500 σενάρια για τηλεοπτικές εκπομπές. Για πάνω από 17 χρόνια εργαζόταν ως μουσικός παραγωγός στο ραδιόφωνο.
Παράλληλα, από το 1985 ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη συγγραφή στίχων, υπογράφοντα πάνω από 700 τραγούδια.
Από το 1987 είχε εργαστεί ως δημοσιογράφος και ως αρχισυντάκτρια σε μεγάλες εφημερίδες και περιοδικά!
Το 1991 βραβεύτηκε από τα “Μουσικά Βραβεία” με το “Πρώτο Βραβείο Στίχου” για το τραγούδι της “Στους πέντε ανέμους” σε μουσική του Στέφανου Κορκολή.
Το 1997 την τίμησε η UNESCO αναθέτοντάς της να γράψει το “Επίσημο Τραγούδι της Unesco” για τη χρονιά 1998.
Το 1997 βραβεύτηκε ξανά από τα “Μουσικά Βραβεία” με το “Τιμητικό Βραβείο” για τη συνολική της προσφορά στο στίχο.
Είχε συγγράψει 15 παιδικά βιβλία με μυθολογικό, λαογραφικό και λογοτεχνικό περιεχόμενο, ενώ έχουν ανέβει τρία παιδικά θεατρικά της έργα σε μεγάλες θεατρικές σκηνές καθώς και σε ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.
Πέθανε 24 Ιούνιου του 2004 σε ηλικία 40 ετών. Αρχικά ειπώθηκε σαν πιθανή αιτία θανάτου, αλλεργικό σοκ, το οποίο προήλθε από ενέσιμο φάρμακο για την αντιμετώπιση ρευματοειδούς αρθρίτιδας από την οποία έπασχε.
Το απόγευμα όμως της Παρασκευής, ο ιατροδικαστής ανέφερε πως από τη νεκρωψία δεν φαίνεται να υπέστη αλλεργικό σοκ αλλά παρατηρήθηκε αιμορραγική διάβρωση στο στομάχι.
Κάποια από τα τραγούδια που έχει γράψει μπορείτε να δείτε ΕΔΩ.
Περισσότερα Άρθρα...
- Γεώργιος Πλάτων, ήταν μουσικός, καθηγητής πιάνου και σύνθεσης στο Ελληνικό Ωδείο Αθηνών
- Ελένη Καραΐνδρου, Ελληνίδα συνθέτρια με πολλές διακρίσεις και βραβεία, έχει συνθέσει πολλά έργα για το θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, ενώ έργα της κυκλοφορούν διεθνώς από γερμανική δισκογραφική εταιρία
- Πιέρ ντε Φρεντύ, Βαρόνος ντε Κουμπερτέν, ήταν Γάλλος παιδαγωγός και ιστορικός, περισσότερο γνωστός ως ο ιδρυτής και πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής και ως ο πατέρας των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων
- Γεωργία Βασιλειάδου, ήταν Ελληνίδα ηθοποιός του θεάτρου, κινηματογράφου και τηλεόρασης, έπαιξε κυρίως σε κωμωδίες και αποτέλεσε την "ομορφότερη άσχημη" του ελληνικού κινηματογράφου