DIASKEDASI.INFO

Η διασκέδαση On Line

Αμάλια Ροντρίγκες η βασίλισσα του fado

Amalia Rodrigues-1

ΑΜΑΛΙΑ ΡΟΝΤΡΙΓΚΕΖ
Η βασίλισσα του φάντο

Λίγο μετά το 1822, που η Πορτογαλλία έχασε μια από τις τελευταίες της αποικίες, την Βραζιλία, αναδύθηκε στην Πορτογαλλική Amalia Rodrigues-3μουσική, για να μείνει για πάντα, το fado. Ξεκίνησε, λένε, μέσα από τα τραγούδια της Μαρία Σεβέρα, στην Αλφάμα, μια από τις πιο κακόφημες, φτωχές και υποβαθμισμένες γειτονιές της Λισσαβόνας.

Το τραγούδι αυτό ακούστηκε στην αρχή σαν ένα «θυελλώδες ερωτικό τραγούδι» και πολεμήθηκε ως επικίνδυνο για τα χρηστά ήθη της εποχής.

Κι όμως, αυτή η καινούργια μουσική, εξωτικό χαρμάνι της μουσικής των αποικιών και των γραμμάτων της μητρόπολης, μια παράδοση που πολλές από τις πρώην αφρικανικές αποικίες, μίλησε κατευθείαν στην καρδιά των Πορτογάλλων, και όχι μόνο.

Γύρω στο 1910, ήρθε και η πρώτη ηχογράφηση fado στη Λισσαβόνα. Είκοσι χρόνια αργότερα, στα είκοσί της, η μεγάλη Αμάλια Ροντρίγκες θα αρχίσει την καριέρα της στα σοκάκια της Αλφάμα, και το fado θα γίνει μια από τις πιο γνωστές αστικές μουσικές του 20ου αιώνα, μαζί με το αργεντίνικο τάνγκο, τα μπλούζ, τα ρεμπέτικα, το φλαμένγκο, τη bossa nova κι άλλα πασίγνωστα μουσικά είδη, που τα περισσότερα στην κυριολεξία λατρεύτηκαν, αλλά και κυνηγήθηκαν.

Οι ηχογραφήσεις της Αμάλια, αλλά και οι συμμετοχές της σε δεκάδες ταινίες, θα κάνουν το fado να αγαπηθεί από το λαό όσο κανένα άλλο μουσικό στυλ, και θα το κάνουν γνωστό σιγά -σιγά και σε όλη την Ευρώπη. Η λέξη fado, που σημαίνει μοίρα, πεπρωμένο, συνδέθηκε άρρηκτα με τα βάσανα και τη φτώχεια του λαού, με το χωρισμό, τον πόνο, την αβεβαιότητα, τον έρωτα, την ίδια τη ζωή...

Θλιμμένο, αλλά τόσο γλυκά μελαγχολικό.

Στο fado κυριαρχούν η πορτογαλλέζικη κιθάρα (12χορδο μαντολίνο με εντελώς ξεχωριστό στυλ παιξίματος), η κιθάρα, και συχνά το bandoneon, το ακορντεόν και το βιολί... Όσοι έχουν ακούσει μουσική από το Πράσινο Ακρωτήρι (Cesaria Evora, Teofilo Chandre κλπ) θα καταλάβουν αμέσως τη μουσική συγγένεια με το fado. Είναι τραγούδια για να τα ακούς, κι όχι να τα χορεύεις, να ζεις τις ιστορίες που περιγράφουν και να τα αισθάνεσαι.

ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ Η ΑΜΑΛΙΑ ΡΟΝΤΡΙΓΚΕΖ

Η Αμάλια ντα Πιεντάντε Ρεμπορντάο Ροντρίγκεζ, που όλοι την ήξεραν απλώς σαν Αμάλια, έζησε μια ζωή πλούσια σε συγκινήσεις, προσφορά και δόξα. Κι αν κάποια στιγμή η ίδια η πατρίδα της αμφισβήτησε τη δημοκρατικότητά της, ταυτίζοντάς την με τη δικτατορία του Σαλαζάρ, ακόμα κι αυτό η Αμάλια Ροντρίγκεζ το ξεπέρασε.

Amalia Rodrigues-2Πώς; Μα τραγουδώντας ...;τον ύμνο της Eπανάστασης των Γαριφάλων, το «Grandola Villa Morena». Η οριστική απαλλαγή της από τη ρετσινιά της φασίστριας έγινε με τον πιο επίσημο και κατηγορηματικό τρόπο λίγο αργότερα. Η Πορτογαλική Δημοκρατία την τίμησε με την υψηλότερη διάκριση, το παράσημο του Μεγάλου Σταυρού του Σαντιάγκο

«Δεν τραγουδάω τα φάντο. Εκείνα τραγουδούν μέσα μου », έλεγε η Amalia Rodrigues. Γεννημένη το πρωινό της 1ης Ιουλίου 1920 στη Λισσαβόνα, η Amalia Rodrigues τραγουδούσε, παιδάκι ακόμα, στις γειτονιές, λαϊκά τραγούδια (cantigas populares) και επιτυχίες από το σινεμά. Παρά τη βροντερή φωνή της, οι γείτονες δεν ενοχλούνταν και η μικρή Αμάλια γυρνούσε στο σπίτι πάντα με καραμέλες στα χέρια.

Τα οικονομικά της οικογένειας δεν ήταν καθόλου καλά και έτσι αναγκάστηκε, μαζί με την αδελφή της Celeste και τη μητέρα της, να πουλάει φρούτα στην αγορά Cais de Rocha, συνεχίζοντας όμως πάντα να τραγουδά. Καθώς η φήμη της εξαπλωνόταν, το 1936, της προτάθηκε ν' εκπροσωπήσει τη συνοικία Αλκαντάρα σε πανεθνικό διαγωνισμό φάντο. Στις πρόβες τραγούδησε τόσο καλά, που οι υπόλοιποι συμμετέχοντες δήλωσαν πως θα απόσχουν. Οι διοργανωτές αποφάσισαν λοιπόν να της απαγορεύσουν εφεξής να λαμβάνει μέρος στον διαγωνισμό!

Το 1939 ο ιδιοκτήτης του περίφημου κέντρου της Λισσαβόνας "Retiro da Severa" την κάλεσε στο σπίτι του και της πρότεινε να εμφανίζεται κάθε βράδυ στο μαγαζί του. Η φήμη της ξεπερνά, μέσα σε μικρό διάστημα, εκείνη , ακόμη και καθιερωμένων fadistas (ερμηνευτών των φάντο), όπως η Μπέρτο Καρντόσο και ο Αλφρέντο Μαρκενέιρο και όλα τα διάσημα κέντρα πέφτουν στα πόδια της. Η φήμη της περνά ακόμη και τα σύνορα και φτάνει ως την Ισπανία του Φράνκο. Το 1943 την προσκαλούν στη Μαδρίτη κι εκείνη ξεδιπλώνει το ταλέντο της, όχι μόνον στα φάντο, αλλά και στο φλαμένκο και σε ισπανικά τραγούδια από τη θρυλική ταινία "Camen de la Triana" και σε μεξικάνικα, γαλλικά, έως και στο "Summertime" του Γκέρσουιν. Η φωνή και οι ερμηνείες της σπάνε πια το φράγμα της γλώσσας. Οι επόμενες, διεθνείς, περιοδείες της τη φέρνουν ως τη Βραζιλία, το 1945, όπου πρωτολανσάρει τη μεγάλη της επιτυχία "Ai Mouraria". Στο μεταξύ εμφανίζεται στο θέατρο, ερμηνεύοντας ρόλους «φαντίστας». Γνωρίζεται εκεί και με τον συνθέτη των μεγάλων της επιτυχιών Φρεντερίκο Βαλέριο, αλλά και με σημαντικούς ποιητές της εποχής, που της γράφουν στίχους και το 1946 έρχεται το κινηματογραφικό ντεμπούτο της στην ταινία "Capas Negras", ενώ ως το 1954 κάνει και την πρώτη της εμφάνιση σε ένα μικρό ρολάκι στη γαλλική ταινία "Οι εραστές του Τάγου" και κερδίζει, οριστικά, την καρδιά των Γάλλων, που ήδη την έχουν χειροκροτήσει στις ευρωπαϊκές περιοδείες της. Η μεγάλη συναυλία της, το 1956, στο περίφημο "Ολυμπιά" του Παρισιού σφραγίζει και τη διεθνή εφεξής καριέρα της και ως "πρέσβειρας των φάντο". Η μεγάλη Κυρία είναι πια η διεθνής Κυρία. Και έχει κατακτήσει την αγάπη και τον θαυμασμό όλων των λαών της υφηλίου. Είναι πια ίνδαλμα έως και στη μακρινή Ιαπωνία.

Συμμετέχει στο βρετανικό ντοκιμαντέρ "Απρίλιος στην Πορτογαλία", που κάνει σουξέ το τραγούδι "Coimbra", με θέμα την αλέγκρα ζωή των φοιτητών στο ιστορικό πανεπιστήμιο της ομώνυμης πόλης, ενώ έχει ήδη τεράστια επιτυχία, διεθνώς, με το "Una casa portuguesa" και το παλιό "Lisboa Antigua". Ηχογραφεί ασταμάτητα. Οι δίσκοι της είναι πλέον αμέτρητοι. Εκδόσεις σε όλες τις γλώσσες της υφηλίου.

Όπως και η θρυλική φαντίστα του 19ου αιώνα Μαρία Σεβέρα Ονοφριάνα, η Αμάλια ανοίγει νέους ορίζοντες, εισάγοντας στίχους μεγάλων ποιητών της πατρίδας της στα φάντο, αλλά και το πιο προκλητικό, τους στίχους του εθνικού έπους της Πορτογαλίας "Os Lusiadas" του Λουίς Βαζ ντε Καμόες (πέθανε στις 10 Ιουνίου του 1580 και η μέρα του θανάτου του είναι εθνική εορτή για τη χώρα των φάντο). Και αυτό το τόλμησε το 1965, στη διάρκεια της σκληρής δικτατορίας του Σαλαζάρ. Tο 1989 γιόρτασε τα πενήντα χρόνια της καριέρας της με ένα θριαμβευτικό γκαλά, στη διάρκεια του οποίου βρέθηκαν μαζί της στη σκηνή διεθνείς προσωπικότητες, όπως ο Φεντερίκο Φελίνι, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα και η Σοφία Λόρεν. Τα προβλήματα με την υγεία της, όμως, αυξάνονταν. Δυσκολευόταν να περπατήσει και αναγκαζόταν να μεταφέρεται στη σκηνή των συναυλιών από δύο συνοδούς της, που την εναπόθεταν και στη συνέχεια επέστρεφαν και τη μετέφεραν στα παρασκήνια. Αυτή τη διαδικασία αντιμετώπισε και το κοινό του Ηρωδείου, τον Σεπτέμβριο του 1991, που την αποθέωσε σε ένα συγκινητικό πρόγραμμα - αναδρομή στην καριέρα της. Η τελευταία της εμφάνιση σε συναυλία, ήταν στο γκαλά του τενόρου Πλάθιντο Ντομίνγκο, στη Λισαβώνα, στις 15 Ιουλίου 1998, όπου ήταν και η προσκεκλημένη επί τιμή.

Στα είκοσί της χρόνια παντρεύτηκε έναν Πορτογάλο κιθαρίστα (από τον οποίο χώρισε πολύ γρήγορα) και το 1961 τον Βραζιλιάνο μηχανικό Σεζάρ Σεάμτρα (που πέθανε το 1997). Δύο χρόνια αργότερα, στις 6 Οκτωβρίου 1999 η Αμάλια αφήνει την τελευταία της πνοή στα 79 της στο σπίτι της στη Rua de Sγo Bento στη Λισσαβόνα.

lidoriki.com