Καζαμπλάνκα, θρυλική ασπρόμαυρη ταινία
Καζαμπλάνκα
Θρυλική ασπρόμαυρη ταινία, παραγωγής 1942. Είναι ένα ρομαντικό φιλμ με φόντο τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, που σκηνοθέτησε ο Μάικλ Κέρτιζ, με πρωταγωνιστές τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και την Ίνγκριντ Μπέργκμαν. Θεωρείται από τις κορυφαίες στιγμές της έβδομης τέχνης, σύμφωνα με τους ειδικούς.
Η ταινία βασίζεται στο θεατρικό έργο των Μάρεϊ Μπάρνετ και Τζόαν Άλισον Everybody Comes to Rick's, τα δικαιώματα του οποίου εξασφάλισε αντί 20.000 δολαρίων ο μεγαλοπαραγωγός του Χόλιγουντ, Χαλ Γουόλις, ποσό μεγάλο για άπαιχτο θεατρικό έργο εκείνη την εποχή. Οι σεναριογράφοι της ταινίας αδελφοί Επστάιν και Χάουαρντ Κοτς μετέφεραν τη δράση του έργου από τη Βιέννη στην κοσμοπολίτικη Καζαμπλάνκα, που έδωσε και το όνομά της στην ταινία.
Στις αρχές της δεκαετίας του '40, η Καζαμπλάνκα (παραθαλάσσια πόλη του Μαρόκου) βρισκόταν υπό τον έλεγχο του γαλλικού καθεστώτος του Βισύ, το οποίο με τη σειρά του ήταν υπό την επιρροή του Άξονα. Ο Ρικ (Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ), ιδιοκτήτης ενός δημοφιλούς νυκτερινού κέντρου, ξανασυναντά μια παλιά του αγάπη. Όμως, η Ίλσα (Ίνγκριντ Μπέργκμαν), όπως είναι το όνομά της, συνοδεύεται από τον άντρα της, ο οποίος είναι ο ηγέτης της τσέχικης αντίστασης και καταζητείται από τους Ναζί. Το ζευγάρι θέλει πάσει θυσία να φύγει από τη χώρα και ο Ρικ είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να τους βοηθήσει. Αυτή με λίγα λόγια είναι η υπόθεση της ταινίας. Η συνέχεια επί της οθόνης, μικρής ή μεγάλης…
Ο Γουόλις ήθελε για σκηνοθέτη τον Γουίλιαμ Γουάιλερ, που, όμως, δεν ήταν διαθέσιμος και κατέληξε στον φίλο του Μάικλ Κέρτιζ, έναν ουγγροεβραίο μετανάστη και ικανό κινηματογραφιστή. Πρώτη επιλογή για το δίδυμο των πρωταγωνιστών ήταν ο Ρόναλντ Ρίγκαν (ο μετέπειτα πρόεδρος των ΗΠΑ) και η Αν Σέρινταν. Τελικά, τους ρόλους ανέλαβαν ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ κι η Ίνγκριντ Μπέργκμαν, σοφή επιλογή, όπως αποδείχθηκε.
Τα γυρίσματα της Καζαμπλάνκα ξεκίνησαν στις 25 Μαΐου 1942 και ολοκληρώθηκαν στις 3 Αυγούστου του ίδιου χρόνου. Έγιναν σε στούντιο, εκτός των σκηνών στο αεροδρόμιο που γυρίστηκαν σε φυσικό χώρο. Η ταινία κόστισε 1.039.000 δολάρια και ήταν μια μέση παραγωγή για τα μέτρα της εποχής. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων προέκυψε πρόβλημα με το ύψος των πρωταγωνιστών. Η σουηδέζα ηθοποιός προεξείχε του Μπόγκαρτ κατά πέντε πόντους στις μεταξύ τους σκηνές. Για να φαίνεται ψηλότερος, ο Μπόγκι πατούσε πάνω σε τούβλα ή μαξιλάρια κι έτσι η τάξη επί της οθόνης αποκαταστάθηκε.
Τη μουσική της ταινίας έγραψε ο διακεκριμένος συνθέτης Μαξ Στάινερ, με κορυφαία στιγμή τη Μάχη των τραγουδιών, όπου Σύμμαχοι και Γερμανοί αντιπαρατίθενται συμβολικά στο κλαμπ του Ρικ, τραγουδώντας οι μεν τη Μασσαλιώτιδα, οι δε το τραγούδι Die wacht am Rhein (Η Φρουρά στο Ρήνο). Ξεχωριστή στιγμή αποτελεί το τραγούδι του Χέρμαν Χάπφελντ As Time Goes By, που στην ενορχήστρωση του Στάινερ υπογραμμίζει τις δραματικές κορυφώσεις της ταινίας.
Η πρεμιέρα της Καζαμπλάνκα δόθηκε με πάσα επισημότητα στις 26 Νοεμβρίου 1942 στο Χόλιγουντ Θίατερ της Νέας Υόρκης, προκειμένου να συμπέσει με την απόβαση των Συμμάχων στη γαλλοκρατούμενη Βόρειο Αφρική και την κατάληψη της Καζαμπλάνκα. Σε γενική προβολή βγήκε στις 23 Ιανουαρίου 1943 για να εκμεταλλευτεί τη Διάσκεψη της Καζαμπλάνκα μεταξύ Τσόρτσιλ και Ρούσβελτ. Στην Ελλάδα έκανε πρεμιέρα μεσούσης της Κατοχής στις 11 Οκτωβρίου 1943.
Η υποδοχή της ταινίας από το κοινό υπήρξε θερμή. Με εισπράξεις 3,7 εκατομμυρίων δολαρίων κατέλαβε την 7η θέση στο πίνακα με τις εμπορικότερες ταινίες του 1943. Το ίδιο θερμή ήταν και η αμερικάνικη κριτική, με εξαίρεση το χλιαρό σχόλιο του περιοδικού The New Yorker, που τη χαρακτήρισε «απλώς ανεκτή». Το 1944 η Καζαμπλάνκα ήταν υποψήφια για οκτώ βραβεία Όσκαρ και τελικά κέρδισε τρία (διασκευασμένου σεναρίου, σκηνοθεσίας και καλύτερης ταινίας).
Με τη διαδρομή του χρόνου, η Καζαμπλάνκα απέκτησε διάρκεια και αντοχή, για να τη χαρακτηρίζουμε σήμερα κλασσική ταινία. Όποτε επαναπροβλήθηκε στους κινηματογράφους αντιμετωπίστηκε θετικά από κοινό και κριτικούς, ενώ οι προβολές της στην αμερικάνικη τηλεόραση συγκεντρώνουν πάντα υψηλά ποσοστά τηλεθέασης. Μπορεί ο Πολίτης Κέιν του Όρσον Γουέλς, που κυκλοφόρησε σχεδόν την ίδια περίοδο, να θεωρείται η καλύτερη ταινία όλων των εποχών, αλλά η Καζαμπλάνκα είναι σίγουρα η πιο αγαπητή.
Ίσως γιατί ο ικανός τεχνίτης Μάικλ Κέρτιζ ανέμιξε στις σωστές δόσεις το δράμα, το μελόδραμα, την κωμωδία και την ίντριγκα, ενώ είχε στη διάθεσή του κι ένα χαρισματικό ζευγάρι πρωταγωνιστών, που μεγαλούργησε στην οθόνη. Μεγαλύτερος πολέμιος της ταινίας στάθηκε ο γνωστός μας σημειολόγος Ουμπέρτο Έκο. «Η Καζαμπλάνα είναι ένα πολύ μέτριο φιλμ… Μου θυμίζει κόμικ - στριπ, με χαρακτήρες καρικατούρες, χωρίς ψυχολογικό βάθος» έγραψε σ' ένα του κείμενο.